31/7/09

Ξεπερνούν τους 4250 οι υπογράφοντες την Ομολογία Πίστεως

Σύμφωνα με την τελευταία ενημέρωση (30/7/2009) από την Ιερά Μονή Παντοκράτορος Μελισσοχωρίου ο κατάλογος των υπογραφόντων την Ομολογία Πίστεως κατά του Οικουμενισμού περιλαμβάνει ήδη 4250 και πλέον υπογραφές και έπεται συνέχεια.

Δείτε τον Κατάλογο με τις υπογραφές πατώντας ΕΔΩ


Οριστικά αποτελέσματα διαγωνισμού ΑΣΕΠ για Θεολόγους

Αθήνα, 31 Ιουλίου 2009
ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ
ΕΚΔΟΣΗ ΟΡΙΣΤΙΚΩΝ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ
ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΥ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΩΝ ΚΛΑΔΩΝ ΠΕ01, ΠΕ02, ΠΕ05, ΠΕ07, ΠΕ34
(ΠΡΟΚΗΡΥΞΕΙΣ 2Π/2008 και 3Π/2008)

Εκδόθηκαν και καταχωρίστηκαν στην ιστοσελίδα του ΑΣΕΠ τα οριστικά αποτελέσματα του γραπτού διαγωνισμού για την κατάρτιση πινάκων διοριστέων εκπαιδευτικών λειτουργών Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης (προκηρύξεις 2Π/2008 και 3Π/2008) για τους υποψηφίους των κλάδων: ΠΕ01 Θεολόγων , ΠΕ02 Φιλολόγων , ΠΕ05 Γαλλικής Γλώσσας , ΠΕ07 Γερμανικής Γλώσσας και ΠΕ34 Ιταλικής Γλώσσας .
Οι πίνακες διοριστέων απεστάλησαν στο Εθνικό Τυπογραφείο για δημοσίευση.

Δείτε τα Οριστικά Αποτελέσματα των Θεολόγων πατώντας ΕΔΩ

Μέσα στην επόμενη εβδομάδα αναμένεται ο Πίνακας Αναπληρωτών Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης ειδικότητας Θεολόγων και πιθανότατα οι εγκύκλιοι για τους διορισμούς Θεολόγων (και όλων των άλλων ειδικοτήτων) τόσο από τον Ενιαίο Πίνακα όσο και από τους διοριστέους του ΑΣΕΠ.

Μητροπολίτης Κυρηνείας κ. Παύλος, Όχι εις τας συμπροσευχάς

πηγή: Ορθόδοξος Τύπος, 31/7/2009

Γράφει ο Πανιερώτατος Μητροπολίτης Κυρηνείας κ. Παύλος

ΟΙ ΙΕΡΟΙ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας ἀκολουθοῦντες τούς λόγους τοῦ Κυρίου πρός τούς ἑαυτοῦ Μαθητάς "μή προμελετᾶν ἀπολογηθῆναι", (Λουκ. 21, 14), μιλοῦσαν καί ἔγραφαν ἐμπνεόμενοι ἀπό την ἐξαγιασμένη καρδιά τους καί τήν φωτισμένη ἀπό τή Χάρη τοῦ Θεοῦ διάνοιά τους, μόνο ὅταν τό Πανάγιο Πνεῦμα τούς παρακινοῦσε, ἐνέπνεε καί καθοδηγοῦσε. Δέν ἐξασκοῦσαν ποτέ ψιλή θεολογική διδασκαλία χάριν ἀκαδημαϊκῆς συζήτησης ἤ ἐπιβολῆς προσωπικῶν ἀτελῶν στοχασμῶν καί ἐξεζητημένων ἀπόψεων γιά ἐντυπωσιασμό ἤ πρός ἐπηρεασμό τῶν πιστῶν. Συνεχές μέλημά τους ἦταν ἡ διαφύλαξη ἀκεραίας τῆς ὑπό τοῦ Κυρίου δοθείσης καί τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων παραληφθείσης Ἀμωμήτου Πίστεως, καί ἀνύστακτη φροντίδα τους ἦταν ἡ διαφύλαξη τῆς ἑνότητας τοῦ Σώματος τῆς Ἐκκλησίας καί ἡ ἐξασφάλιση τῆς σωτηρίας τῶν πιστῶν, ὡς μελῶν τοῦ Παναχράντου Σώματος τοῦ Χριστοῦ.
Στήν ἐξάσκηση τῆς φιλανθρώπου ποιμαντικῆς διακονίας τους δέν δίσταζαν, προκειμένου νά περιφρουρήσουν το Σῶμα τῆς Ἐκκλησίας, νά θεσπίσουν με φιλαδέλφο αὐστηρότητα ἱερούς Κανόνες. Ἀνάμεσα σʼ αὐτούς ὑπάρχουν και ἀρκετοί, οἱ ὁποῖοι ρητῶς ἀπαγορεύουν τη συμπροσευχή τῶν Ὀρθοδόξων μετά τῶν αἱρετικῶν ὄχι μόνο γιά νά μή μολυνθοῦν οἱ πιστοί καί ἀμβλυνθεῖ τό Ὀρθόδοξο αἰσθητήριό τους, ἀλλά καί γιά νά καλλιεργηθεῖ ἡ μετάνοια στούς αἱρετικούς, ἴσως καί ἐπιστρέψουν στήν κανονική μάνδρα τοῦ Χριστοῦ, ἥτις εἶναι ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία.Σκοπός μας δέν εἶναι ἡ παράθεση τοῦ πλήθους τῶν ἱερῶν αὐτῶν Κανόνων, οἱ ὁποῖοι ἀπερίφραστα ἀπαγορεύουν τίς συμπροσευχές καί δέν ἀφήνουν κανένα περιθώριο γιά παρερμηνεία. Ἄλλωστε μπορεῖ εὔκολα νά ἀνατρέξει κανείς συγκεντρωτικά σʼ αὐτούς σέ δύο περυσινές σχετικές ἐκδόσεις. [1]
Πρόσφατη ἀπόπειρα λαϊκοῦ συνταξιούχου Πανεπιστημιακοῦ διδασκάλου νά πείσει ὅτι τάχα ἐπιτρέπονται οἱ συμπροσευχές μέ τούς αἱρετικοὺς εἶναι δογματικά διάτρητη καί θεολογικά ἀτεκμηρίωτη.........



. Ὅσον καί ἄν καταβάλλεται προσπάθεια να παρουσιασθεῖ ὡς τεκμηριωμένη καί ἐπιστημονική, δέν μπορεῖ νά σταθεῖ, γιατί ἔρχεται εἰς ἀντίθεση πρός τό ἔργο τοῦ Παναγίου Πνεύματος, πού εἶναι ἡ ἑνότητα τῆς Πίστεως καί ἡ κοινωνία Αὐτοῦ ἀνάμεσα στούς πιστούς καί ἀντιστρατεύεται τό ποιμαντικό πνεῦμα τῶν ἱερῶν Κανόνων. Ἐπί πλέον, μᾶς θυμίζει τίς κατά καιρούς γνωματεύσεις διαφόρων πραγματογνωμόνων, οἱ ὁποῖοι στήν προσπάθειά τους νά ἐπιβάλουν τίς θέσεις καί ἀπόψεις τους, ἐμφανίζουν ὡς ἐπιστημονικοφανή τήν ἀτεκμηρίωτη θεμελίωσή τους. Δέν μποροῦν ὅμως να σταθοῦν στήν Ὀρθόδοξη δογματική διδασκαλία ἀλλά καί τό κανονικό πνεῦμα τῆς Ἐκκλησίας, σκοπός τοῦ ὁποίου εἶναι νά σώσει καί ὄχι νά ἀπωλέσει, νά ἑνώσει καί ὄχι νά διχάσει.
Οἱ Ἅγιοι Πατέρες, τῶν ὁποίων τά βήματα πρέπει πάντοτε νά ἀκολουθοῦμε, μέ τίς κεκαθαρμένες, φωτισμένες καί ἁγιασμένες ἀπό τήν ἄκτιστο Χάρη τοῦ Θεοῦ ψυχές τους μιλοῦσαν καί ἔγραφαν ἀπό τόν τόπο τῆς ἀσκήσεως καί προσευχῆς βιωματικά, ἐμπνεόμενοι ἀπό τό Πανάγιο Πνεῦμα. Σκοπός δέ τῶν Θεοφόρων Πατέρων δέν ἦταν νά ἱκανοποιήσουν ὁποιανδήποτε σκοπιμότητα. ≪Ὁ λόγος τους καί τό κήρυγμά τους οὐκ ἐν πειθοῖς ἀνθρωπίνης σοφίας λόγοις, ἀλλʼ ἐν ἀποδείξει Πνεύματος καί δυνάμεως≫ ( Α΄ Κορ. 2, 4).
Ἡ ἁγιότητα τοῦ βίου καί ἡ ποιμαντική εὐθύνη τῶν Ἁγίων Πατέρων εἶναι ἡ εἰδοποιός διαφορά ἀπό τούς ἁπλούς ἐκκλησιαστικούς συγγραφεῖς. Ἡ Ποιμαντική αὐτή εὐθύνη τῶν Πατέρων δείχνει ἀκριβῶς τήν ἀληθινή καί ἄδολη ἀγάπη τους, ἡ ὁποία ἐκφράζεται ὄχι μόνο πρός τούς πιστούς, γιά νά διατηρηθοῦν στήν ὀρθή πίστη, ἀλλά ἐπεκτείνεται καί πρός τούς αἱρετικούς, ἔστω καί ἄν ἐκφράζεται αὐστηρά μέ τήν ἀπαγόρευση τῶν συμπροσευχῶν, γιά νά συνειδητοποιήσουν ὅτι βρίσκονται ἐκτός Ἐκκλησίας, νά προσέλθουν ἐν
μετανοίᾳ πρός ὅ,τι διδάσκει ἡ ἀρχαία Ἐκκλησία καί νά σωθοῦν.
Ἡ παραποίηση τοῦ πνεύματος τῶν ἱερῶν Κανόνων δείχνει πόσο το πνεῦμα ζωοποιεῖ, τό δέ γράμμα κτείνει. Ἡ ἐπιμελημένη προσπάθεια συγκάλυψης τῆς ἀπόπειρας παρερμηνείας τῶν ἱερῶν Κανόνων διά τῆς λήψεως τοῦ ζητουμένου, τῆς ἐπιβολῆς δηλαδή τῶν συμπροσευχῶν, δέν μπορεῖ νά ἀποκρυβεῖ. Τόσο τό γράμμα ὅσον καί το πνεῦμα τῶν ἱερῶν Κανόνων ἀπαγορεύουν ρητῶς τίς συμπροσευχές.
Ἑπομένως οἱ προθέσεις τοῦ ὡς ἄνω διδασκάλου, εἶναι προφανεῖς: Ἡ ἐνθάρρυνση τῶν Ὀρθοδόξων νά συμπροσεύχονται με τούς αἱρετικούς καί ἡ πρόληψη τῶν ὁποιωνδήποτε βεβαίων ἀντιδράσεων ἐκ μέρους τῶν πιστῶν. Περαιτέρω, θέλει νά προκαταλάβει τή λήψη ἀποφάσεων, προϊόν ἐλεύθερης ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι συζήτησης καί προσπαθεῖ ἐν προκειμένῳ νά ἐπιβάλει προσωπικές του ἀπόψεις καί γνῶμες. Στήν προσπάθεια αὐτή Ἅγιοι Πατέρες περιφρονοῦνται.
Οὕτως, ὁ Ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης, ἀναγνωρισμένος ἑρμηνευτής τῶν ἱερῶν Κανόνων, ὑποτιμᾶται. Ἐπί πλέον κατηγορεῖται ὅτι δῆθεν μισεῖ τούς αἱρετικούς, γιά νά ὑποβαθμισθεῖ ἡ ἀντικειμενικότητά του καί νά ὑποσκαφθεῖ τό κῦρος τῶν λόγων του. Ὁ λόγος τοῦ Ἁγίου Νικοδήμου εἶναι σαφής: "Ἀνίσως λοιπόν, ὅσοι εἶναι Κατηχούμενοι, δέν συγχωροῦνται νά σταθοῦν ἐν τῷ καιρῷ, ὅταν γίνεται ἡ θεία Λειτουργία, πόσῳ μᾶλλον οἱ αἱρετικοί;"[2]. Ἄλλος σπουδαῖος Κανονολόγος, ὁ Βαλσαμών ἀμφισβητεῖται, διότι ἡ ἑρμηνεία του δέν συμφωνεῖ μέ τίς θεωρίες του. "Οἱ ἱ. Κανόνες δέν ἀποτελοῦν τήν ἔκφρασιν νομικοῦ τινος πνεύματος, ὅπερ τείνει νά ἐκνομικεύσῃ τά πάντα καί νά περιορίσῃ τήν ζωήν τοῦ πνεύματος εἰς νομικούς τύπους, ἀλλά τήν ἔκφρασιν τῆς ποιμαντικῆς μερίμνης τῆς Ἐκκλησίας πρός σωτηρίαν τῶν μελῶν αὐτῆς"[3].
Ἡ Θεία Εὐχαριστία εἶναι τό κεφάλαιο τῶν Ὀρθοδόξων δογμάτων, ἡ ἀνακεφαλαίωση ὅλης τῆς θείας Οἰκονομίας, ἡ καρδιά τῆς Ἐκκλησίας, τό κέντρο τῆς Ὀρθοδόξου λατρείας, ἡ πηγή τῆς Ὀρθοδόξου πνευματικότητας καί ἡ σφραγίδα ὅλης τῆς ζωῆς τῆς Ὀρθοδοξίας. Εἶναι τό Μυστήριο τῶν Μυστηρίων, ὅπου ἡ κανονική τάξη καί παράδοση τῆς Ἐκκλησίας κρατεῖ μακράν τούς ἀμυήτους καί θέλει μόνο οἱ πιστοί νά συμμετέχουν καί νά προσέρχονται "μετά φόβου Θεοῦ, πίστεως καί ἀγάπης".
Τό χρυσοῦν στόμα τῆς Ἐκκλησίας προειδοποιεῖ: "μηδεὶς κοινωνείτω τῶν μὴ μαθητῶν... Τῆς ψυχῆς ἀποστήσομαι πρότερον, ἢ τοῦ αἵματος μεταδώσω τοῦ δεσποτικοῦ παρʼ ἀξίαν"[4]. Ἐδῶ δύναται κανείς νά διακρίνει τὴν ποιμαντικὴ εὐθύνη τοῦ Ἱεράρχου, γιά νά ἀντιληφθεῖ στήν συνέχεια μέ πόση ἐπιπολαιότητα καί ἔλλειψη θεολογικῆς εὐαισθησίας ὁρισμένοι λαϊκοί προπαγανδίζουν, ἀλλά καί σύγχρονοι θεολογοῦντες Ὀρθόδοξοι κληρικοί ἐνθαρρύνουν τίς μετά τῶν ἑτεροδόξων συμπροσευχές, ἄνευ τῆς ἀπαραιτήτου προηγηθείσης ἑνότητος τῆς Πίστεως καί τῆς Κοινωνίας τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Ὁ πιστός λαός διατηρεῖ τό τῆς Πίστεως αἰσθητήριο ὀρθόδοξο καί τό τῆς Ὀρθοδοξίας κριτήριο ἀνεπτυγμένο καί εὐαίσθητο. Οὐδέποτε θά δεχθεῖ, πολύ δέ περισσότερο θά ἀνεχθεῖ, καινοφανεῖς ἑρμηνεῖες στά θέματα τοῦ Δόγματος καί τοῦ ἤθους, τά ὁποῖα ὀρθῶς θεωρεῖ ὡς ἀλληλένδετα καί ἀναλλοίωτα.

_____________________________
1. α) π. Ἀναστ. Κ. Γκοτσοπούλου, Προσεγγίζοντας τήν κανονική πράξη τῆς Ἐκκλησίας, «οὐ δεῖ αἱρετικοῖς ἤ σχισματικοῖς συνεύχεσθαι», Πάτρα, 2008.
β) Ἀρχιμ. Κυρ. Κωστοπούλου, Ἡ Ἀντικανονικότητα τῆς μετά τῶν αἱρετικῶν συμπροσευχῆς, Πάτρα 2008.
2. Πηδάλιον σ. 670.
3. Ἀρχιμ. Γεωργ. Καψάνη, Ἡ Ποιμαντική Διακονία κατά τους ἱερούς Κανόνας, Πειραιεύς, 1976, σ. 59.
4. Εἰς τό κατά Ματθαῖον, 82, ΕΠΕ 12, 220.


Eπιστρέφει τo μάθημα των Θρησκευτικών στη Ρωσία

πηγή: Ορθόδοξος Τύπος, 31/7/2009
Τό μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν ἐπιστρέφει εἰς τά Ρωσικά σχολεῖα, μέσω ἑνός πιλοτικοῦ προγράμματος, τό ὁποῖον ἀνεκοίνωσεν ὁ πρόεδρος τῆς χώρας Ντιμίτρι Μεντβέντεφ. Τό πρόγραμμα ἐντάσσεται εἰς τάς προσπαθείας τοῦ Κρεμλίνου διά τήν ἐκμάθησιν τῶν ἠθικῶν ἀξιῶν εἰς τήν Ρωσικήν νεολαίαν, εἰς τόν ἀπόηχον τῆς ἐντόνου ἀβεβαιότητος, την ὁποίαν ἐπροκάλεσεν εἰς μεγάλα τμήματα τοῦ κοινωνικοῦ συνόλου ἡ κατάρρευσις τῆς ἀθέου Σοβιετικῆς Ἑνώσεως. Ἀρχικῶς τό πρόγραμμα θά ἐφαρμοσθῆ εἰς περίπου 12.000 σχολεῖα 18 Ρωσικῶν ἐπαρχιῶν καί οἱ μαθηταί θα ἠμποροῦν ἐλευθέρως νά ἐπιλέξουν, ἐάν ἐπιθυμοῦν νά διδαχθοῦν τήν Ρωσικήν Ὀρθόδοξον θρησκείαν, τόν Ἰσλαμισμόν, τον Βουδδισμόν, τόν Ἰουδαϊσμόν ἤ ἕνα συνοπτικόν μάθημα, το ὁποῖον καλύπτει καί τά τέσσερα κυρίαρχα θρησκευτικά δόγματα τῆς χώρας. Τό πιλοτικόν πρόγραμμα θά ἐφαρμοσθῆ εἰς το 20% τῶν Ρωσικῶν σχολείων, ἐνῶ ἀπό τό 2012 θά εἶναι ὑποχρεωτικόν καί θά διδάσκεται εἰς ὅλα τά σχολεῖα τῆς Ρωσικής ἐπικρατείας. Συμφώνως μέ ἀνταποκρίσεις ἐκ τῆς Ρωσίας:
Ὁ Ρῶσος πρόεδρος ἐπεσήμανε ὅτι ἡ ἐπιλογὴ τοῦ μαθήματος θὰ γίνεται ἐλεύθερα ἀπὸ τοὺς μαθητὲς καὶ τοὺς γονεῖς τους, τονίζοντας ὅτι “κρίνεται ἀπαράδεκτος ὁ ὁποιοσδήποτε ἐξαναγκασμὸς ἢ πίεση” στὴ διαδικασία τῆς ἐπιλογῆς. Μὲ τὸ δικαίωμα τῆς ἐλεύθερης ἐπιλογῆς τὸ Κρεμλίνο ἐπιχειρεῖ νὰ κατευνάσει τὶς ἀνησυχίες ἐκείνων, ποὺ ὑποστηρίζουν ὅτι ἡ Ρωσικὴ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἐπιχειρεῖ νὰ αὐξήσει τὴν ἐπιρροή της στὴ ρωσικὴ κοινωνία εἰς βάρος τῶν ἄλλων κυρίαρχων δογμάτων. Ὡστόσο, ἀπὸ τὰ μαθήματα τῶν θρησκευτικῶν “ἀποκλείστηκαν” δόγματα ὅπως ὁ Καθολικισμὸς καὶ ὁ Προτεσταντισμός, τὰ ὁποῖα ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἔχει ἐπανειλημμένως κατηγορήσει γιὰ προσπάθειες προσηλυτισμοῦ της ρωσικής νεολαίας.

Αλβανία: Αντιδράσεις για τους γάμους ομοφυλόφιλων

πηγή: romfea
Αντιδράσεις έχει προκαλέσει στην Αλβανία η δήλωση του πρωθυπουργού Σαλί Μπερίσα ότι η κυβέρνηση προωθεί νόμο που αναγνωρίζει τον γάμο ομοφυλόφιλων.
Την αντίθεσή τους εκφράζουν η Ορθόδοξη Εκκλησία της Αλβανίας, η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία και η μουσουλμανική κοινότητα.
Ο Αρχιμανδρίτης Άντον Μερντάνι εξέφρασε την πεποίθηση ότι οι δηλώσεις αυτές «είναι μία πρόωρη και βιαστική πράξη της κυβέρνησης και πρέπει να μελετήσει το θέμα προσεκτικά».
Πρόσθεσε ότι «για την Ορθόδοξη Εκκλησία είναι απαράδεκτη η κίνηση αυτή που προσβάλει το ιερό της οικογένειας. Προηγούνται πολλά άλλα ζητήματα που απασχολούν την αλβανική κοινωνία».................



Ο Μονσινιόρ Τζιόρτζιο Φρέντο της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας εξέφρασε τη δυσαρέσκεια του για την ανακοίνωση αυτή της αλβανικής κυβέρνησης και τόνισε ότι καθήκον των αρχών είναι να συμβάλουν στην ενίσχυση της θέσης της οικογένειας στην κοινωνία και όχι να συμβάλουν στη διάλυση του γερού αυτού στοιχείου της ανθρωπότητας.
Οι εκπρόσωποι της μουσουλμανικής κοινότητας καταδίκασαν την απόφαση της κυβέρνησης να αρχίσει τη διαδικασία επεξεργασίας νομοσχεδίου που θα νομιμοποιήσει τους γάμους ομοφυλόφιλων ζευγαριών.
Εφόσον το νομοσχέδιο περάσει στη Βουλή, η Αλβανία θα είναι η πρώτη βαλκανική χώρα και η τέταρτη στην Ευρώπη μετά από την Ολλανδία, το Βέλγιο και τη Νορβηγία, που θα επιτρέπει τους γάμους ομοφυλόφιλων.


30/7/09

Βιβλίο Θρησκευτικών Α΄ Λυκείου: Η παλαιά διδακτική ενότητα για τους Χιλιαστές

Όπως είναι γνωστό το βιβλίο Θρησκευτικών της Α΄ Λυκείου άλλαξε στην ενότητα που αναφέρεται στους Χιλιαστές, μετά από αίτημα των Χιλιαστών το οποίο αποδέχτηκε το Παιδαγωγικό Ινστιτούτο. Έτσι στη σημερινή του μορφή το βιβλίο περιέχει μία ενότητα για τους Χιλιαστές γραμμένη όπως εκείνοι ήθελαν, στην οποία αποσιωπάται μεγάλο μέρος των αιρετικών κακοδοξιών τους και πρακτικών. Εμείς σήμερα δημοσιεύουμε την παλαιά ενότητα του βιβλίου της Α΄ Λυκείου (όπως είχε γραφεί από τους συγγραφείς, ανάμεσα στους οποίους και ο π. Γεώργιος Μεταλληνός) ζητώντας την επαναφορά της ενότητας αυτής στο εν λόγω σχολικό βιβλίο Θρησκευτικών και την απόσυρση της νέας ενότητας. Το κείμενο προέρχεται από την Α΄ Έκδοση του σχολικού βιβλίου το 2000.


41. Η θρησκευτική οργάνωση των Μαρτύρων του Ιεχωβά
α) Εμφάνιση και προέλευση της οργάνωσης
Οι Μάρτυρες του Ιεχωβά είναι οργάνωση θρησκευτικής μορφής, η οποία έχει τις ρίζες της σε διάφορες θρησκείες (κυρίως στον Ιουδαϊσμό) καθώς και στις αιρέσεις των πρώτων χριστιανικών αιώνων. Η ονομασία προέρχεται από την εβραϊκή λέξη «Ιεχωβά» (Θεός), ενώ ονομάζονται επίσης «Χιλιαστές», διό¬τι υποστηρίζουν ότι σύντομα θα έρθει «η χιλιετής βασιλεία του Χριστού».
Ο Χιλιασμός ιδρύθηκε το 1879 στην Αμερική..........

από τον πλούσιο αμερικανό έμπορο Κάρολο Ράσελ, ο οποίος θεωρούσε τον εαυτό του μεγάλο προφήτη. Έγραψε επτά βιβλία με τίτλο «Γραφικές μελέτες» και οργάνωσε το νέο θρησκευτικό κίνημα υποστηρίζοντας ότι είναι εντολοδόχος του Θεού. Η διδασκαλία βασίζεται σε μερικά παλιά ιουδαϊκά συγγράμματα (τη λεγόμενη «αποκαλυπτική» ιουδαϊκή γραμματεία), τα οποία διακήρυσσαν ότι την έλευση του Μεσσία θα ακολουθήσει η εγκαθίδρυση μιας χιλιετούς βασιλείας στην Ιερουσαλήμ. Ο Χιλιασμός οργανώθηκε με έδρα το Μπρούκλιν της Νέας Υόρκης, από όπου και διοικείται και άρχισε τη διάδοση των θρησκευτικών του απόψεων σε όλο τον κόσμο με όργανο ένα πανίσχυρο εκδοτικό σύστημα. Εκατομμύρια αντίτυπα προπαγανδιστικών φυλλαδίων του με τίτλο «Σκοπιά» και «Ξύπνα» κυκλοφορούν με σκοπό τον προσηλυτισμό. Στην Ελλάδα, η αίρεση δραστηριοποιείται από το 1906 και έχει επιδοθεί σε μια οργανωμένη προπαγάνδα.
β) Διδασκαλία των Μαρτύρων του Ιεχωβά
Βασικά στοιχεία της διδασκαλίας τους είναι:
• Ο Χριστός δεν είναι Θεός, αλλά ένα κτίσμα του Θεού.
• Η χιλιετής βασιλεία του Χριστού. Οι χιλιαστές υποστηρίζουν ότι ο Χριστός θα έρθει στη γη και θα κυβερνήσει χίλια χρόνια. Κατά τη βασιλεία αυτή, όλοι οι χιλιαστές θα αναλάβουν υπεύθυνες θέσεις. Ο χρόνος της Δευτέρας Παρουσίας του Χριστού είχε στο παρελθόν καθοριστεί επανειλημμένα, αλλά μετά από τις διαδοχικές διαψεύσεις των προσδοκιών τους (1914,1918, 1921, 1931, 1975, 1984) αναγκάστηκαν να σταματήσουν τις προσπάθειες για χρονικό καθορισμό της Δευτέρας Παρουσίας.
• Αρνούνται όλες τις βασικές αλήθειες της Εκκλησίας: το Άγιο Πνεύμα, τα Μυστήρια, τις εικόνες, το Σταυρό κλπ.
• Χρησιμοποιούν την Αγία Γραφή, κυρίως την Παλαιά Διαθήκη, την οποία ερμηνεύουν σύμφωνα με τις αρχές της πίστης τους.
• Απορρίπτουν εντελώς την Παράδοση της Εκκλησίας.
Εκτός, όμως, από τη θρησκευτική διδασκαλία οι Μάρτυρες του Ιεχωβά έχουν και κάποιες απόψεις με κοινωνική και εθνική σημασία, αυτές είναι:
• η άρνηση μετάγγισης αίματος,
• η άρνηση στράτευσης αλλά και υπεράσπισης της πατρίδας σε καιρό πολέμου και
• η απόρριψη της σημαίας ως συμβόλου του Έθνους.
Συγκεντρώνονται για να μελετήσουν την Αγία Γραφή, να συζητήσουν για τη δράση της οργάνωσης και για να τελέσουν ένα ιδιότυπο «βάπτισμα» με το οποίο γίνονται δεκτά τα νέα μέλη. Πα τη προσέλκυση νέων μελών δραστηριοποιούνται έντονα. Η δραστηριοποίηση τους αυτή συνοδεύεται από μεγάλη οικονομική ενίσχυση.
γ) Η θέση της Εκκλησίας
Με τη δράση αυτής της οργάνωσης, αναβιώνουν ποικίλες αιρέσεις που κατά καιρούς τάραξαν το πλήρωμα της Εκκλησίας. Όπως γνωρίζουμε, η Εκκλησία τις αντιμετώπισε με τις Οικουμενικές Συνόδους, οι αποφάσεις των οποίων βασίζονται στην Αγία Γραφή, στη διδασκαλία των Πατέρων και στη ζωή της. Με άλλα λόγια, αγωνίστηκε και διαφύλαξε την αλήθεια για το Θεό, τον άνθρωπο, τον κόσμο, όπως της είχε παραδοθεί από τους αποστόλους.
Από την ίδρυση της μέχρι σήμερα η Εκκλησία μάς κάνει κοινωνούς της ορθής πίστης (Ορθοδοξία). Π αυτό δηλώνει υπεύθυνα στους πιστούς πως οι χιλιάστικές απόψεις είναι παραχάραξη της αλήθειας, είναι δηλαδή αιρετικές γιατί:
• η θεότητα του Χριστού δηλώνεται με έμφαση σε όλη την Καινή Διαθήκη. Ερμηνεύοντας την αυθαίρετα οι χιλιαστές συμπεραίνουν ότι ο Χριστός δεν είναι Θεός αλλά κτίσμα του Θεού, διδασκαλία αντίστοιχη με αυτήν του Αρείου, ο οποίος καταδικάστηκε από την Α' Οικουμενική Σύνοδο το 325 μ.Χ. Είναι οξύμωρο σχήμα να αυτοαποκαλούνται «χριστιανοί Μάρτυρες του Ιεχωβά», αφού ο όρος χριστιανός δηλώνει αυτόν που δέχεται τον Χριστό ως Θεό. Ο σκοπός βέβαια αυτής της ονομασίας είναι η παραπλάνηση και η επιτυχία της προπαγάνδας και του προσηλυτισμού.
• Η άρνηση του Αγίου Πνεύματος, ως τρίτου προσώπου της Αγίας Τριάδος, των Μυστηρίων, των εικόνων, του Σταυρού, κλπ. είναι αντίθετη προς τη διδασκαλία της Αγ. Γραφής και τη ζωή της Εκκλησίας.
• Η διδασκαλία για τη συντέλεια του κόσμου και τη χιλιετή βασιλεία του Χριστού επί της γης είναι εσφαλμένη. Διδάσκουν πως θα σωθούν μόνο 144.000 πιστοί, ερμηνεύοντας αυθαίρετα το σχετικό χωρίο της Αποκάλυψης (Αποκ. 7,3-8). Ο ακριβής καθορισμός του έτους κατά το οποίο θα συμβεί δε βασίζεται πουθενά. Ο ίδιος ο Ιησούς Χριστός είπε στους μαθητές του πως κανείς δε γνωρίζει το χρόνο του τέλους γι' αυτό και τους ζήτησε να είναι πάντοτε έτοιμοι (Ματθ. 24,1-44, Μάρκ. 13,1-33, Λουκ. 21,7-33). Ας αναφέρουμε ακόμη πως ο Παράδεισος είναι πνευματικός και πάντως όχι επίγειος.
Εκτός των θρησκευτικών απόψεων και σε άλλα θέματα παρερμηνεύουν την Αγία Γραφή με αποτέλεσμα οι αντιλήψεις τους να είναι τουλάχιστον αντικοινωνικές:
• η άρνηση μετάγγισης αίματος στηρίζεται στη λαθεμένη πίστη τους ότι η ψυχή υπάρχει στο αίμα και
• η άρνηση στράτευσης αλλά και υπεράσπισης της πατρίδας σε καιρό πολέμου δεν μπορεί να στηριχτεί στην Αγ. Γραφή.
Η προπαγανδιστική και προσηλυτιστική κινητοποίηση που ασκούν είναι αντίθετη προς το Σύνταγμα, που απαγορεύει τον προσηλυτισμό. Είναι χαρακτηριστικό ότι απευθύνεται σε ανθρώπους με ελλιπή πίστη και ενημέρωση. Με τα χρήματα και τις διασυνδέσεις που διαθέτουν εξυπηρετούν τις άμεσες υλικές ανάγκες ανθρώπων που βρίσκονται σε δύσκολη θέση. Άλλοτε πάλι, αποκρύπτουν την πραγματική τους ταυτότητα και εμφανίζονται ως άνθρωποι που ενδιαφέρονται για τα σύγχρονα κοινωνικά προβλήματα. Η Εκκλησία της Ελλάδος διεξάγει έναν πνευματικό αγώνα σθεναρό, ώστε να μην παρασύρονται χριστιανοί και μάλιστα ορθόδοξοι στις κακοδοξίες των χιλιαστών. Μάχεται την αίρεση αλλά προσεύχεται για τον αιρετικό, τον αγαπά και τον περιμένει
KEIMENA
1. «...αλλά υμίν λέγω τοις ακούουσιν αγαπάτε τους εχθρούς υμών, καλώς ποιείτε τοις μισούσιν υμάς, ευλογείτε τους καταρωμένους υμίν, προσεύχεσθε υπέρ των επηρεαζόντων υμάς... Καί ει αγαπάτε τους αγαπώντας υμάς, ποία υμίν χάρις εστί; καί γάρ οι αμαρτωλοί τους αγαπώντας αυτούς αγαπώσι». (Λουκ. 6, 27, 28, 32)
1. Σ' εσάς όμως που μ' ακούτε λέω: Αγαπάτε τους εχθρούς σας, ευεργετείτε όσους σας μισούν δίνετε ευχές σ' όσους σας δίνουν κατάρες, προσεύχεσθε γι' αυτούς που σας κακομεταχειρίζονται... γιατί, αν αγαπάτε αυτούς που σας αγαπούν, ποια εύνοια περιμένετε από το Θεό; Αφού και οι αμαρτωλοί αγαπούν αυτούς που τους αγαπούν

2. «Αιρετικόν άνθρωπον μετά μίαν καί δευτέραν νουθεσίαν παραιτού, ειδώς ότι εξέστραπται ο τοιούτος και αμαρτάνει ων αυτοκατάκριτος». (Τίτ. 3,10-11)
2.Τον άνθρωπο που ακολουθεί πλανεμένες διδασκαλίες συμβούλεψε τον μια δυο φορές, κι αν δεν ακούσει άφησε τον, με τη βεβαιότητα πως αυτός έχει πια διαστραφεί κι άμαρτάνει, καταδικάζοντας έτσι ο ίδιος τον εαυτό του.

ΘΕΜΑΤΑ ΓΙΑ ΣΥΖΗΤΗΣΗ
1. Πώς ερμηνεύουν την Αγία Γραφή οι Μάρτυρες του Ιεχωβά;
2. Ποιες είναι και πώς αντικρούονται οι κακοδοξίες του Χιλιασμού από την ορθόδοξη άποψη;
3. Με βάση τα δύο αγιογραφικά κείμενα που παρατίθενται σχολίασε τη φράση: «η Εκκλησία μάχεται την αίρεση αλλά προσεύχεται για τον αιρετικό, τον αγαπά και τον περιμένει».
4. Ποια είναι τα στοιχεία της πίστης και της δράσης του Χιλιασμού, που εκτός από θρησκευτική αίρεση, του δίνει το χαρακτήρα ενός αντικοινωνικού και αντεθνικού συστήματος;

Πρωτοπρ. Γεώργιος Μεταλληνός, Άγιος Γρηγόριος Παλαμάς, Πατέρας της Θ΄ Οικουμενικής Συνόδου

πηγή: ΕΠΟΜΕΝΟΙ ΤΟΙΣ ΑΓΙΟΙΣ ΠΑΤΡΑΣΙ

Η Ι­ε­ρά Μο­νή Με­γά­λου Με­τε­ώ­ρου προ­έ­βη προ­σφά­τως στην έκ­δο­ση ε­νός νέ­ου ο­μο­λο­για­κού κει­μέ­νου του γνωστού Πα­νε­πι­στη­μια­κού και μα­χη­τι­κού κλη­ρι­κού π. Γε­ωρ­γί­ου Με­ταλ­λη­νού. Ο τί­τλος της εκ­δό­σε­ως εί­ναι: Ο Ά­γιος Γρη­γό­ριος ο Πα­λα­μάς, Πα­τέ­ρας της Θ΄ Οικου­με­νι­κής Συ­νό­δου.

Πρό­κει­ται γιά έ­να πραγ­μα­τι­κά ο­μο­λο­για­κό, μα­χη­τι­κό και βα­θει­ά­ θε­ο­λο­γι­κό κεί­με­νο, που πε­ρι­γρά­φει τον ρόλο των Οι­κου­με­νι­κών Συ­νό­δων στην Εκ­κλη­σί­α και α­να­δει­κνύ­ει την προ­σω­πι­κό­τη­τα και την σω­τη­ρι­ώ­δη θε­ο­λο­γί­α του θε­ό­πτη Α­γί­ου Γρη­γο­ρί­ου, ο ο­ποί­ος οριοθε­τεί την ορ­θό­δο­ξη δι­δα­σκα­λί­α α­πό την πα­πι­κή πλά­νη. Έ­να κεί­με­νο καυ­στι­κό για τα τε­κται­νό­με­να στον χώ­ρο της Εκ­κλη­σί­ας μας, που σχο­λιά­ζει και καταγ­γέ­λει την σύγ­χρο­νη εκ­κλη­σι­α­στι­κή μας επικαιρό­τη­τα.

Διαβάστε το κείμενο παρακάτω ή κατεβάστε το σε μορφή pdf μαζί με τον Πρόλογο του Καθηγουμένου της Ι.Μονής Μεγάλου Μετεώρου Αρχιμ. Αθανασίου πατώντας ΕΔΩ

Ἅγιος Γρηγόριος Παλαμᾶς, Πατέρας τῆς Θ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου
Γράφει ο Πρωτοπρεσβύτερος Γεώργιος Μεταλληνός,
Ομότιμος Καθηγητής Πανεπιστημίου Αθηνών

Σε­βα­στοί πα­τέ­ρες, ἀ­γα­πη­τοί ἀ­δελ­φοί! Ἡ μνή­μη τοῦ Ἁ­γί­ου Γρη­γο­ρί­ου τοῦ Πα­λα­μᾶ συμ­πί­πτει μέ τήν 14η Νο­εμ­βρί­ου. Ἡ Σύ­νο­δος ὅ­μως τοῦ 1368, ἡ ὁ­ποί­α δι­α­κή­ρυ­ξε εἰς τόν κό­σμο τήν ἁ­γι­ό­τη­τα τοῦ ἁ­γί­ου Γρη­γο­ρί­ου τοῦ Πα­λα­μᾶ, λό­γῳ τῶν θαυ­μά­των τά ὁ­ποῖ­α ἐ­ποί­ει καί ὄ­χι λό­γῳ τῆς παι­δεί­ας του, οὔ­τε λό­γῳ τῶν συγ­γραμ­μά­των του, πού εἶ­ναι τό ὑ­ψη­λό­τε­ρο στήν ἐ­πο­χή του ἐ­πί­τευγ­μα, ἀλ­λά καί στήν κο­ρυ­φή συγ­χρό­νως τῆς ἁ­γι­ο­πα­τε­ρι­κῆς θε­ο­λο­γι­κῆς πα­ρα­δό­σε­ως, με­τέ­φε­ρε τή μνή­μη τοῦ Ἁ­γί­ου Γρη­γο­ρί­ου τοῦ Πα­λα­μᾶ εἰς τήν Β΄ Κυ­ρια­κή τῶν Νη­στει­ῶν. Εἶ­ναι μί­α πρά­ξις συμ­βο­λι­κή καί ἀ­πο­φα­σι­στι­κή, δι­ό­τι ἡ ση­με­ρι­νή ἡ­μέ­ρα τι­μᾶ­ται ἀ­πό τούς Ὀρ­θο­δό­ξους ὅ­λου τοῦ κό­σμου ὡς ἐ­πέ­κτα­ση καί προ­έ­κτα­ση τῆς Κυ­ρι­α­κῆς τῆς Ὀρ­θο­δο­ξί­ας. Εἶ­ναι συ­νέ­χει­α τῆς νί­κης τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας ὡς σώ­μα­τος Χρι­στοῦ καί ἐν Χρι­στῷ κοι­νω­νί­ας ἐ­ναν­τί­ον τῆς πλά­νης. Δέν εἶ­ναι νί­κη προ­σώ­πων ἐ­ναν­τί­ον ἄλ­λων προ­σώ­πων, δέν εἶ­ναι νί­κη πα­ρα­τά­ξε­ων ἐ­ναν­τί­ον ἄλ­λης πα­ρα­τά­ξε­ως ἤ ἄλ­λων πα­ρα­τά­ξε­ων, ἀλ­λά εἶ­ναι ἡ νί­κη τῆς Πί­στε­ως. Ὁ θρί­αμ­βος τῆς Πί­στε­ως ὡς τρό­που σκέ­ψε­ως, ὡς τρό­που ζω­ῆς καί ἐμ­πει­ρί­ας ἁ­γι­ο­πνευ­μα­τι­κῆς, πού μπο­ρεῖ νά ὁ­δη­γή­σει τόν ἄν­θρω­πο εἰς τήν θέ­ω­ση. Εἶ­ναι νί­κη δη­λα­δή τῆς σω­τη­ρί­ας, τήν ὁ­ποί­α εἰ­σή­γα­γε στήν ἱ­στο­ρί­α ὁ Κύ­ρι­ος ἡ­μῶν Ἰ­η­σοῦς Χρι­στός, ἄ­σαρ­κος εἰς τήν Πα­λαι­ά Δι­α­θή­κη καί ἔν­σαρ­κος εἰς τήν Και­νή Δι­α­θή­κη.
Γι­ά νά κα­τα­νο­ή­σου­με τή ση­μα­σί­α τοῦ Ἁ­γί­ου Γρη­γο­ρί­ου τοῦ Πα­λα­μᾶ, τόν ὁ­ποῖ­ο εἰς τόν τί­τλο τῆς ἀ­πο­ψι­νῆς ὁ­μι­λί­ας ὀ­νο­μά­ζου­με Πα­τέ­ρα τῆς 9ης Οἰ­κου­με­νι­κῆς Συ­νό­δου, θά ἤ­θε­λα νά ὁ­ρι­ο­θε­τή­σου­με τά συ­στα­τι­κά τοῦ τί­τλου αὐ­τοῦ.

Ἡ Προσωπικότητα τ­οῦ Ἁγιου

Ὁ Ἅ­γι­ος Γρη­γό­ρι­ος γεν­νή­θη­κε στήν Κων­σταν­τι­νού­πο­λη τό 1296 καί σπού­δα­σε φι­λο­σο­φί­α.......




κυ­ρί­ως ἀ­ρι­στο­τε­λι­κή, σέ τέ­τοι­ο βαθ­μό, ὥ­στε ὅ­ταν ἔ­δι­νε δε­κα­ε­ξα­ε­τής τίς ἐ­ξε­τά­σεις του εἰς τό Πα­νε­πι­στή­μι­ο τῆς Κων­σταν­τι­νου­πό­λε­ως, ὁ με­γά­λος λό­γι­ος ὁ Θε­ό­δω­ρος Με­το­χί­της ἐν­θου­σι­α­σμέ­νος νά τοῦ πεῖ: «Παι­δί μου, οὔ­τε ὁ ἴ­δι­ος ὁ Ἀ­ρι­στο­τέ­λης θά μπο­ροῦ­σε νά ἐκ­φρα­στεῖ κα­τά κα­λύ­τε­ρο τρό­πο».
Θε­ο­λο­γί­α ὁ Ἅ­γι­ος Γρη­γό­ρι­ος ἐ­σπού­δα­σε εἰς τήν Θε­ο­λο­γι­κή Σχο­λή τῆς Ὀρ­θο­δό­ξου Ἐκ­κλη­σί­ας. Δέν ἦ­ταν κά­ποι­ο ἵ­δρυ­μα κρα­τι­κό, δι­ό­τι ἡ Θε­ο­λο­γι­κή Σχο­λή εἶ­ναι τό μο­να­στή­ρι, εἶ­ναι τό (κοι­νο­βι­α­κό) μο­να­στή­ρι. Μέ­σα στό μο­να­στή­ρι ὁ Ἅ­γι­ος Γρη­γό­ρι­ος ἔ­γι­νε Θε­ο­λό­γος. Μέ­σα ἀ­πό τήν ἄ­σκη­ση καί τήν πνευ­μα­τι­κή ζω­ή. Εἰς τό Πα­πί­κι­ον Ὄ­ρος, μεταξύ Μακεδονίας καί Θράκης, στό Ἅ­γι­ον Ὄ­ρος καί στήν Βέ­ροι­α, μέ τή αὐ­στη­ρο­τά­τη ἄ­σκη­σή του. Πέν­τε ἡ­μέ­ρες τῆς ἑ­βδο­μά­δος ἦ­ταν ἀ­πο­μο­νω­μέ­νος εἰς τήν ἀ­να­χω­ρη­τι­κή ἄ­σκη­ση, τήν βα­ρει­ά ἄ­σκη­σή του, καί δύ­ο ἡ­μέ­ρες κα­τέ­βαι­νε γι­ά νά συ­ζη­τή­σει μέ τό μο­να­στι­κό σῶ­μα τά προ­βλή­μα­τα, νά με­τά­σχει δη­λα­δή στήν κοι­νω­νι­κή ἐν Ἁ­γί­ῳ Πνεύ­μα­τι ζω­ή τῶν συμ­μο­να­στῶν του.
Ὁ Ἅ­γι­ος Γρη­γό­ρι­ος ἀ­να­δεί­χθη­κε σέ μέ­γα Θε­ο­λό­γο τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας, δι­ό­τι εἶ­χε τίς κα­τάλ­λη­λες προ­ϋ­πο­θέ­σεις. Ἦ­ταν ὁ Θε­ο­λό­γος τῆς ἀ­σκή­σε­ως, τῆς με­τα­νοί­ας, καί ὄ­χι ὁ Θε­ο­λό­γος τῶν πτυ­χί­ων καί τῶν πα­νε­πι­στη­μι­α­κῶν τί­τλων. Ἐ­πι­τρέψ­τε μου νά τό πῶ. Μέ ἀ­ξί­ω­σε ὁ Θε­ός, τό λέ­γω γι­α­τί τώ­ρα βρί­σκο­μαι στό τε­λευ­ταῖ­ο στά­δι­ο τῆς ζω­ῆς μου, δέν ξέ­ρω πό­σο ὁ Θε­ός θά μ’ ἀ­φή­σει στόν κό­σμο, ἀγ­γί­ζω τά ἑ­βδο­μήν­τα. Λέ­γω συ­νή­θως, ὅ­σα πτυ­χί­α καί νά ἔ­χου­με δέν μᾶς κα­τα­ξι­ώ­νουν ὡς Θε­ο­λό­γους. Μέ τή Χά­ρη τοῦ Θε­οῦ ἔ­χω πέν­τε πα­νε­πι­στη­μι­α­κά δι­πλώ­μα­τα, τρία πτυχία καί δύ­ο «Ντο­κτο­ρά», δι­δα­κτο­ρι­κούς τί­τλους, δι­δα­κτο­ρι­κό Θε­ο­λο­γί­ας καί Φιλοσοφίας - Ἱ­στο­ρί­ας, αὐτά σέ ξέ­νο Πα­νε­πι­στή­μι­ο. Γι­α­τί τά εἶ­πα αὐ­τά; Γι­ά νά ἐ­πα­να­λά­βω αὐ­τό πού ἀ­ρέ­σκο­μαι νά λέ­γω συ­νή­θως, ὅ­τι ὅ­λα αὐ­τά, οἱ τί­τλοι καί τά πτυ­χί­α εἶ­ναι μη­δέν καί κά­τω τοῦ μη­δε­νός, μη­δέν καί κά­τω τοῦ μη­δε­νός, ἕ­να τί­πο­τα. Ἐ­κεῖ­νο, τό ὁ­ποῖ­ο χρει­ά­ζο­μαι καί μά­λι­στα ὡς Κλη­ρι­κός, εἶ­ναι μι­ά ἀχ­τί­δα τῆς Χά­ρι­τος τοῦ Θε­οῦ. Λί­γη Χά­ρη Θε­οῦ χρει­ά­ζο­μαι, γι­ά νά ἀν­τα­πο­κρι­θῶ εἰς τίς ἀ­παι­τή­σεις τοῦ δι­α­κο­νή­μα­τος καί λει­τουρ­γή­μα­τός μου, καί σ’ αὐ­τό πι­στεύ­ω ὅ­τι θά συμ­φω­νοῦν ὅ­λοι οἱ σε­βα­στοί συ­νά­δελ­φοι ἐν Χρι­στῷ, πού εἶ­ναι στό Ἅ­γι­ον Βῆ­μα.
Ἔ­γι­νε, λοι­πόν, μ’ αὐ­τήν τήν Θε­ο­λο­γί­α συ­νε­χι­στής τῶν Ἁ­γί­ων Πα­τέ­ρων, ὡς Θε­ο­λό­γος κα­τε­ξο­χήν τῆς πα­ρα­δό­σε­ως. Ὁ Ἅ­γι­ος Γρη­γό­ρι­ος ὁ Πα­λα­μᾶς ἐν­τά­χθη­κε σέ μι­ά σκυ­τα­λο­δρο­μί­α τοῦ Ἁ­γί­ου Πνεύ­μα­τος, ἡ ὁ­ποί­α ἀρ­χί­ζει μέ τούς Ἀ­πο­στό­λους, τούς Ἀ­πο­στο­λι­κούς Πα­τέ­ρες, μέ πρῶ­τον τόν Ἅ­γι­ο Ἰ­γνά­τι­ο Ἀν­τι­ο­χεί­ας, συ­νε­χί­ζε­ται μέ τόν Ἅ­γι­ο Εἰ­ρη­ναῖ­ο, μέ τόν Ἅ­γι­ο Κυ­πρι­α­νό, φθά­νει στό Μέ­γα Ἀ­θα­νά­σι­ο, τούς Καπ­πα­δό­κες Πα­τέ­ρες, τούς Κυ­ρίλ­λους, τῶν Ἱ­ε­ρο­σο­λύ­μων καί τῆς Ἀ­λε­ξαν­δρεί­ας, καί συ­νε­χί­ζε­ται αὐ­τή ἡ σκυ­τα­λο­δρο­μί­α μέ τόν Μά­ξι­μο τόν Ὁ­μο­λο­γη­τή, τόν Μέ­γα Φώ­τι­ο τόν 9ο αἰ­ῶ­να, γι­ά νά κο­ρυ­φω­θεῖ τόν 14ο αἰ­ῶ­να στόν Ἅ­γι­ο Γρη­γό­ρι­ο τόν Πα­λα­μᾶ καί ἐν συ­νε­χεί­ᾳ στούς ἁ­γί­ους Κολ­λυ­βά­δες Πα­τέ­ρες, τούς ἡ­συ­χα­στές τοῦ 18ου αἰ­ώ­να.
Ἀ­πό τήν ἄλ­λη πλευ­ρά, Φώ­τι­ος, Γρη­γό­ρι­ος Πα­λα­μᾶς καί Μάρ­κος Εὐ­γε­νι­κός εἶ­ναι στήν εὐ­θεί­α γραμ­μή τῆς πα­ρα­δό­σε­ως, ἡ ὁ­ποί­α προ­έ­βα­λε τούς ἁ­γί­ους Πα­τέ­ρες, τήν σκέ­ψη τους καί τήν βι­οτή τους ἀ­πέ­ναν­τι στήν ἀλ­λο­τρι­ω­μέ­νη καί δι­ε­στραμ­μέ­νη Δυ­τι­κή Χρι­στι­α­νο­σύ­νη. Πα­ρ’ ὅ­λα αὐ­τά, ὁ ἅ­γι­ος Γρη­γό­ρι­ος ὁ Πα­λα­μᾶς -ὁ Θε­ός τό ἐ­πέ­τρε­ψε, γι­ά νά τόν δυ­να­μώ­σει πε­ρισ­σό­τε­ρο- ἔ­γι­νε καί ὁ­μο­λο­γη­τής τῆς πί­στε­ως. Κα­τη­γο­ρή­θη­κε ὡς και­νο­τό­μος καί μά­λι­στα ὡς αἱ­ρε­τι­κός. Αὐ­τή ἤ­τα­νε ἡ κρί­ση τοῦ 14ου αἰ­ῶ­νος.
Με­τά τήν Πεν­θέ­κτη Οἰ­κου­με­νι­κή Σύ­νο­δο (691/2) ἔ­χου­με τέ­τοι­α πα­ρα­δείγ­μα­τα μέ­σα στή ζω­ή τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας, ἀ­πό τά τέ­λη τοῦ 7ου αἰ­ῶ­νος καί ἑ­ξῆς. Οἱ Ἅ­γι­οι νά θε­ω­ροῦν­ται ὡς και­νο­τό­μοι, οἱ Ἅ­γι­οι νά θε­ω­ροῦν­ται ὡς αἱ­ρε­τι­κοί, δι­ό­τι δέν συμ­φω­νοῦ­σαν μέ μι­ά πο­λι­τι­κή Θε­ο­λο­γί­α, ἡ ὁ­ποί­α εἶ­χε δι­α­δο­θεῖ, μέ Ἱ­ε­ράρ­χες καί Θε­ο­λό­γους, οἱ ὁ­ποῖ­οι προ­σπα­θοῦ­σαν νά τά ἔ­χουν κα­λά μέ τήν ἐ­ξου­σί­α, γι­ά νά καρ­ποῦν­ται ὀ­φέ­λη γή­ι­να καί προ­σω­ρι­νά. Τό 1343 ἐ­φυ­λα­κί­σθη ὁ Ἅ­γι­ος Γρη­γό­ρι­ος ὁ Πα­λα­μᾶς στή φυ­λα­κή τῶν ἀ­να­κτό­ρων καί τό 1344 κα­τα­δι­κά­σθη­κε σέ ἀ­κοι­νω­νη­σί­α! Σύ­νο­δοι εἴ­χαν κα­τα­δι­κά­σει πα­λαι­ό­τε­ρα τόν Ἱ­ε­ρό Χρυ­σό­στο­μο, (σκεφ­τεῖ­τε τόν ἱ­ε­ρό Χρυ­σό­στο­μο!) δύ­ο φο­ρές σέ ἐ­ξο­ρί­α, ὥ­στε νά πε­θά­νει στήν ἐ­ξο­ρί­α. Ἀ­νά­λο­γες Σύ­νο­δοι κα­τε­δί­κα­σαν τόν Ἅ­γι­ο Γρη­γό­ρι­ο τόν Πα­λα­μᾶ, γι­α­τί δέν ἦ­ταν πρό­θυ­μος νά ὑ­πη­ρε­τή­σει τά συμ­φέ­ρον­τα τῶν ἰ­σχυ­ρῶν τοῦ ἐκ­κλη­σι­α­στι­κοῦ χώ­ρου καί τῆς πο­λι­τεί­ας. Δέν εἶ­ναι σπά­νι­ο τό φαι­νό­με­νο, ἀ­γα­πη­τοί ἀ­δελ­φοί, Σύ­νο­δοι πού θε­ω­ροῦν­ται Ὀρ­θό­δο­ξοι, νά ἀ­θω­ώ­νουν τούς ἐ­νό­χους καί νά κα­τα­δι­κά­ζουν τούς Ἁ­γί­ους. Αὐ­τό τό φαι­νό­με­νο, πού ση­μαί­νει δι­α­στρο­φή τῆς Πα­ρα­δό­σε­ως ἐκ μέ­ρους των, πού ἀποκαλύπτει τήν ἐκ­κο­σμί­κευ­ση τοῦ ἐκ­κλη­σι­α­στι­κοῦ χώ­ρου, θά συ­νε­χί­ζε­ται ὅ­σο ὑ­πάρ­χει ἡ ἁ­μαρ­τί­α, καί φοβερά ἀποστασία, μέ­σα στό ρά­σο. Ἔτ­σι, λοι­πόν, -θά μοῦ ἐ­πι­τρέ­ψε­τε πα­ρεν­θε­τι­κά- νά προ­σθέ­σω κά­τι: Συ­νή­θως λέ­γου­ν κά­ποι­οι, καί δέν εἶ­ναι ἄ­στο­χο τό ἐ­ρώ­τη­μα, γι­α­τί δέν συμ­με­τέ­χουν καί οἱ λα­ϊ­κοί, μέ­λη καί αὐ­τοί τοῦ Σώ­μα­τος τοῦ Χρι­στοῦ, εἰς τάς Συ­νό­δους τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας. Οἱ Ἅ­γι­οι Πα­τέ­ρες τά ἔ­χουν δι­α­τά­ξει κα­τά τέ­τοι­ο τρό­πο, ὥ­στε δέν χρει­ά­ζε­ται οὔ­τε ἐ­μεῖς οἱ πρε­σβύ­τε­ροι, οὔ­τε οἱ λα­ϊ­κοί νά συμ­με­τέ­χου­με στίς Συ­νό­δους. Δι­ό­τι τό­τε θά ἀρ­χί­σει τό ἐ­ρώ­τη­μα: γι­α­τί αὐ­τός καί ὄ­χι ἐ­γώ!
Ὁ Ἐ­πί­σκο­πος με­τέ­χει στή Σύ­νο­δο, με­τα­φέ­ρον­τας σ’ αὐ­τή­ν αὐ­τού­σι­α τή γνώ­μη τοῦ ποι­μνί­ου του. Ὅ­ταν, λοι­πόν, κά­θε Ἐ­πί­σκο­πος μέ­σα στή Σύ­νο­δο ἐκ­φρά­ζει τήν γνώ­μη τῆς το­πι­κῆς του ἐκ­κλη­σί­ας, τό­τε συμ­με­τέ­χει σ’ αὐ­τήν, ἔμ­με­σα, καί τό πλή­ρω­μά της. Φτά­σα­με ὅ­μως σέ κα­τα­στά­σεις, ἀ­γα­πη­τοί ἀ­δελ­φοί, πού ἄλ­λη εἶ­ναι ἡ γνώ­μη τοῦ λα­οῦ, ἄλ­λη εἶ­ναι ἡ γνώ­μη τῶν πρε­σβυ­τέ­ρων, τοῦ κλή­ρου τοῦ εὐ­ρυ­τέ­ρου, ἄλ­λη εἶ­ναι ἡ γνώ­μη τῶν Ἐ­πι­σκό­πων καί τε­λι­κά ἄλ­λα ἀ­πο­φα­σί­ζουν οἱ Σύ­νο­δοι. Αὐ­τή εἶ­ναι ἡ κα­κο­τυ­χί­α, ἡ ὁ­ποί­α μᾶς δέρ­νει. Καί θά μοῦ ἐπιτραπεῖ ταπεινά νά ὑ­πο­βάλ­ω γο­νυ­πε­τής, τήν πα­ρά­κλη­σή μου στήν Ἱ­ε­ρά Σύ­νο­δο. Ἄς πνεύ­σει καί σ’ αὐ­τήν ἕ­νας ἀ­έ­ρας Πα­τε­ρι­κός. Ἄς γί­νει καί στή Σύ­νο­δό μας μί­α ἀ­να­γέν­νη­ση, Πα­τε­ρι­κή ὅ­μως καί Ἀ­πο­στο­λι­κή καί Προ­φη­τι­κή. Κι ἄς ἀ­κού­ει τή φω­νή τοῦ ποι­μνί­ου -ἡ Σύ­νο­δος-, δι­ό­τι θά ἔλ­θει ἐ­πο­χή, ὅ­που οἱ ἀ­τα­ξί­ες πού συμ­βαί­νου­ν στό πε­ζο­δρό­μι­ο κα­θη­με­ρι­νά, θά εἰ­σέλ­θου­ν καί μέ­σα στήν Ἐκ­κλη­σί­α. Μό­λις ὁ­λο­κλη­ρω­θεῖ ὁ σχε­δι­α­ζό­με­νος χω­ρι­σμός Ἐκ­κλη­σί­ας-Πο­λι­τεί­ας, μέ τήν πλέ­ον ἀρ­νη­τι­κή ἔν­νοι­α τοῦ ὅ­ρου, τό­τε θά κα­ταν­τή­σου­με χει­ρό­τε­ρα ἀ­πό τούς Πα­λαι­ο­η­με­ρο­λο­γί­τες. Καί ἄν δέν θε­λή­σου­με μέ πρώ­τους τούς Ἐ­πι­σκό­πους μας, τούς ὁ­ποί­ους σέ­βο­μαι ἀ­πό­λυ­τα, ἐ­άν δέν θε­λή­σου­με νά σω­φρο­νι­σθοῦ­με καί νά μήν προ­κα­λοῦ­με τόν λα­ό τοῦ Θε­οῦ, θά φθά­σου­με σέ φο­βε­ρές κα­τα­στά­σεις στό χῶ­ρο τόν ἐκ­κλη­σι­α­στι­κό. Δέν εἶ­μαι προ­φή­της, ἀλ­λά ὁ Θε­ός μοῦ ἐ­πέ­τρε­ψε νά ἀ­σχο­λοῦ­μαι μέ τήν ἐ­πι­στή­μη τῆς Ἱ­στο­ρί­ας. Ὁ ἱ­στο­ρι­κός ἐρ­γά­ζε­ται πά­νω σέ νο­μο­τέ­λει­ες. Ὄ­χι λοι­πόν μέ τήν δι­αί­σθη­ση Προ­φή­του, δι­ό­τι εἶ­μαι ἀ­κά­θαρ­τος καί ἀ­σή­μαν­τος, ἀλ­λά μέ τήν δι­αί­σθη­ση πού μοῦ δί­νει ὁ χῶ­ρος τῆς Ἱ­στο­ρί­ας, προ­βλέ­πω ὅ­τι ἐ­κεῖ θά κα­τα­λή­ξου­με. Κλεί­νω τήν πα­ρέν­θε­ση.
Ὁ Ἅ­γι­ος Γρη­γό­ρι­ος ἀ­πε­λευ­θε­ρώ­θη­κε τό 1343 καί ἀπό τό 1347 μέ­χρι τό 1359, μέ­χρι τήν κοί­μη­σή του, διετέλεσε Ἀρ­χι­ε­πί­σκο­πος Θεσ/κης. Τό 1368, ὅ­πως εἶ­πα, ἡ Σύ­νο­δος τοῦ Πα­τρι­αρ­χεί­ου γι­ά πρώ­τη φο­ρά στήν ἱ­στο­ρί­α ἐ­πεμ­βαί­νει γι­ά νά δι­α­κη­ρύ­ξει, ὄ­χι νά ἁ­γι­ο­ποι­ή­σει, -αὐ­τά εἶ­ναι φράγ­κι­κα, δέν ἔ­χου­με ἁ­γι­ο­ποί­η­ση- ἀλ­λά ἐ­πεμ­βαί­νει ἡ Σύ­νο­δος νά δι­α­κη­ρύ­ξει τήν ἁ­γι­ό­τη­τά του, τήν ὑ­πάρ­χου­σα καί ἀ­πο­δει­κνυ­ο­μέ­νη, ὄ­χι ἀ­πό τά βι­βλί­α του, ἀλ­λά ἀ­πό τά θαύ­μα­τά του.

Ὁ Θεσμός τῶν Οικουμενικῶν Συνόδων

Μι­λή­σα­με ὅ­μως στόν τί­τλο γι­ά 9η Οἰ­κου­με­νι­κή Σύ­νο­δο. Ποι­ά εἶ­ναι ἡ 9η Οἰ­κου­με­νι­κή Σύ­νο­δος, μέ τήν ὁ­ποί­α θά συν­δέ­σου­με τήν πα­ρου­σί­α τοῦ Ἁ­γί­ου Γρη­γο­ρί­ου τοῦ Πα­λα­μᾶ; Εἶ­ναι γνω­στό ἀ­πό τήν Ἱ­στο­ρί­α, ὅ­τι ἔ­χου­με ἐ­πί­ση­μα ἑ­πτά Οἰ­κου­με­νι­κές Συ­νό­δους. Ἡ Οἰ­κου­με­νι­κή Σύ­νο­δος εἶ­ναι τό ἀ­νώ­τε­ρο κρι­τή­ρι­ο τῆς ἐκ­κλη­σι­α­στι­κό­τη­τος. Γι­ά μᾶς τούς ὀρ­θο­δό­ξους ὑ­ψί­στη μορ­φή ἐκ­κλη­σι­α­στι­κοῦ πο­λι­τεύ­μα­τος εἶ­ναι ἡ Οἰ­κου­με­νι­κή Σύ­νο­δος. Κορυφή μας δέν εἶ­ναι ἕ­νας ἄν­θρω­πος, ἕ­νας Πά­πας -ἐ­δῶ εἶ­ναι οὐ­σι­α­στι­κή ἡ δι­α­φο­ρά μας μέ τόν πα­πι­σμό. Οἱ Προ­τε­στάν­τες τά κα­τήρ­γη­σαν ὅ­λα, καί εἶ­ναι πι­ό ἔν­τι­μοι ἀ­πό τούς πα­πι­κούς. Εἶ­ναι πι­ό ἔν­τι­μοι, γι­α­τί δέ θέ­λη­σαν νά κρα­τή­σουν τί­πο­τε ἀ­πό τήν πα­ρά­δο­ση τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας καί νά τό δι­α­στρε­βλώ­νουν. Ὁ Πα­πι­σμός ὅ­μως ὑ­πο­κα­τέ­στη­σε τήν Οἰ­κου­με­νι­κή Σύ­νο­δο μέ τόν Πά­πα καί τήν ἔ­κα­νε ὄρ­γα­νο τοῦ πα­πι­σμοῦ τήν Οἰ­κου­με­νι­κή Σύ­νο­δο, θεραπαινίδα τῶν παπικῶν σχεδίων.
Στήν Ὀρ­θο­δο­ξί­α ὑ­πάρ­χει καί θά ὑ­πάρ­χει μέ­χρι τέ­λους τῆς ἱ­στο­ρί­ας, ὡς ὕ­ψι­στος θε­σμός εἰς τήν ζω­ήν της, ἡ Οἰ­κου­με­νι­κή Σύ­νο­δος. Ἡ Οἰ­κου­με­νι­κή Σύ­νο­δος –οἰ­κου­με­νι­κή ση­μαί­νει Σύ­νο­δος ὅ­λου τοῦ κρά­τους. Κα­τά τόν ὅ­ρο τοῦ Ξε­νο­φῶν­τος καί στό Ἑλ­λη­νι­κό Βυ­ζάν­τι­ο, στήν Ἑλ­λη­νι­κή, δη­λα­δή, Ρω­μα­νί­α, ἡ λέ­ξη Οἰ­κου­μέ­νη, ση­μαί­νει κα­τ’ οὐ­σί­αν τό κρά­τος, οἰ­κου­με­νι­κός δι­δά­σκα­λος, οἰ­κου­με­νι­κοί πα­τέ­ρες κ.ο.κ.­-. Ἡ Οἰ­κου­με­νι­κή Σύ­νο­δος, λοι­πόν, εἶ­ναι ἡ Σύ­νο­δος ὅ­λου τοῦ κρά­τους καί ἀν­τι­με­τω­πί­ζει τά με­γά­λα προ­βλή­μα­τα τῆς πί­στε­ως καί τά­ξε­ως τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας. Οἱ Οἰ­κου­με­νι­κές Σύ­νο­δοι προ­ϋ­πο­θέ­τουν κρί­σεις εἰς τό σῶ­μα τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας, πού ση­μαί­νει ὅ­τι ἀ­πει­λεῖ­ται ἡ σω­τη­ρί­α. Καί τό­τε ἔρ­χε­ται ὡς στό­μα τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας ἡ Οἰ­κου­με­νι­κή Σύ­νο­δος, γι­ά νά δι­α­κη­ρύ­ξει, σέ κά­θε πε­ρί­πτω­ση, τήν σώ­ζου­σα Ἀ­λή­θει­α, σύμ­φω­να μέ τούς Πα­τέ­ρες, τούς Ἀ­πο­στό­λους, τούς Προ­φῆ­τες καί τίς Μη­τέ­ρες ὅ­λων τῶν αἰ­ώ­νων. Ἔ­χου­με ἐ­πί πα­ρα­δείγ­μα­τι τήν 1η καί τήν 2α Οἰκ. Σύ­νο­δο, 325 καί 381, οἱ ὁ­ποῖ­ες ἀ­σχο­λή­θη­καν μέ τό πρό­βλη­μα, τή μά­στι­γα κα­λύ­τε­ρα, τοῦ Ἀ­ρει­α­νι­σμοῦ καί τό Τρι­α­δο­λο­γι­κό πρό­βλη­μα. Ἔ­χου­με, λοι­πόν, τό 381 τήν ὁ­μο­λο­γί­α τῆς πί­στε­ως πού εἶ­ναι τό «Πι­στεύ­ω», τό ὁ­ποῖ­ο ἀ­παγ­γέλ­λου­με στήν Θ. Λει­τουρ­γί­α καί σέ πολ­λές ἄλ­λες ἀ­κο­λου­θί­ες. Τό «Πι­στεύ­ω» εἶ­ναι ἡ ὁ­μο­λο­γί­α τῆς πί­στε­ως πού σώ­ζει, πού ὁ­δη­γεῖ στή θέ­ω­ση, μέ βά­ση τίς αἱ­ρέ­σεις πού προ­έ­κυ­ψαν ἀ­πό τόν Ἀ­ρει­α­νι­σμό. Δέν εἶ­ναι ὁλόκληρη ἡ πί­στις τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας.
Τήν πε­ρα­σμέ­νη Κυ­ρι­α­κή -πι­στεύ­ω ὅ­τι κι ἐ­δῶ, ὅ­πως καί σέ ὅ­λη τήν Ὀρ­θο­δο­ξί­α- ἀ­νε­γνώ­σθη ἕ­να μέ­ρος τοῦ Συ­νο­δι­κοῦ τῆς Ὀρ­θο­δο­ξί­ας. Τό Συ­νο­δι­κόν εἶ­ναι ἡ συ­νέ­χει­α τοῦ Συμ­βό­λου τῆς πί­στε­ως. Ἄρ­χι­σε νά συν­τάσ­σε­ται στήν Σύ­νο­δο τοῦ 843, πού ἔ­γι­νε ἡ ἀ­να­στή­λω­ση τῶν ἁ­γί­ων Εἰ­κό­νων, καί ὁ­λο­κλη­ρώ­θη­κε τόν 14ον αἰ., στήν ἐ­πο­χή τοῦ Ἁγ. Γρη­γο­ρί­ου τοῦ Πα­λα­μᾶ, πε­ρι­λαμ­βά­νον­τας καί ὅ­λες τίς με­τα­γε­νέ­στε­ρες, με­τά τό 843, αἱ­ρέ­σεις. Τό Συ­νο­δι­κόν τῆς Ὀρ­θο­δο­ξί­ας εἶ­ναι προ­έ­κτα­ση, ἐ­πέ­κτα­ση τοῦ Συμ­βό­λου τῆς Πί­στε­ως. Ὁ μα­κα­ρί­της ὁ Κο­ρα­ῆς, ὁ ὁ­ποῖ­ος θέ­λη­σε νά δι­α­μορ­φώ­σει ὅ­λον τόν ἑλ­λη­νι­κό βί­ο, ἔ­λε­γε: «Δέ­χο­μαι τό Σύμ­βο­λο τῆς Πί­στε­ως, ἄ­ρα εἶ­μαι Ὀρ­θό­δο­ξος»! Ἀλ­λά καί οἱ Προ­τε­στάν­τες καί οἱ πα­πι­κοί, ἔ­στω μέ τήν μι­κρή ἀλ­λα­γή, πού ἔ­χει με­γά­λη ση­μα­σί­α βέ­βαι­α, τοῦ F­i­l­i­o­q­ue, τό ἴ­δι­ο Σύμ­βο­λο δέ­χον­ται. Ἐ­κεῖ­νο πού χα­ρα­κτη­ρί­ζει τήν Ὀρ­θο­δο­ξί­α εἶ­ναι ἡ συ­νέ­χει­α τοῦ Συμ­βό­λου τῆς Πί­στε­ως, καί σ’ αὐ­τήν ἀ­νή­κει τό κεί­με­νο τοῦ Συ­νο­δι­κοῦ τῆς Ὀρ­θο­δο­ξί­ας.
Ἀ­πό τήν 3η μέ­χρι τήν 7η Οἰκ. Σύ­νο­δο, μέ­χρι τό 787, ἔ­χου­με ἀν­τι­με­τώ­πι­ση ἀ­πό τούς Ἁ­γί­ους μας τοῦ Χρι­στο­λο­γι­κοῦ προ­βλή­μα­τος. Εἶ­ναι οἱ σχέ­σεις τῶν δύ­ο φύ­σε­ων, ἀν­θρω­πί­νης καί θεί­ας εἰς Χρι­στόν, τῶν δύ­ο ἐ­νερ­γει­ῶν, θεί­ας καί ἀν­θρω­πί­νης καί τῶν δύ­ο θε­λή­σε­ων, μέ κο­ρύ­φω­ση εἰς τό πρό­βλη­μα τοῦ εἰ­κο­νι­σμοῦ τοῦ Θεί­ου Λό­γου. Ἄν εἶ­ναι δυ­να­τόν ὁ Θε­ός Λό­γος, πού ἐ­σαρ­κώ­θη «δι’ ἡ­μᾶς τούς ἀν­θρώ­πους καί δι­ά τήν ἡ­με­τέ­ραν σω­τη­ρί­αν», ἄν εἶ­ναι δυ­να­τόν νά εἰ­κο­νι­σθεῖ. Ἔ­χου­με μί­α σύγ­κρου­ση με­τα­ξύ τοῦ ἑλ­λη­νι­κοῦ πνεύ­μα­τος πού δέ­χε­ται τόν εἰ­κο­νι­σμό, καί τοῦ ἀ­σι­α­τι­κοῦ πνεύ­μα­τος, μέ ὅ­λα τά πα­ρα­κλά­δι­α του πού ἀρ­νεῖ­ται αὐ­τόν τόν εἰ­κο­νι­σμό, ἤ­δη στήν Πα­λαι­ά Δι­α­θή­κη. Καί ἡ ἀ­πό­φα­ση, ἡ δι­α­κή­ρυ­ξη κα­λύ­τε­ρα τῶν Ἁ­γί­ων Πα­τέ­ρων (7η Οἰκ. Σύ­νο­δος καί Σύ­νο­δος τοῦ 843) εἶ­ναι ὅ­τι, ἀ­φοῦ ὁ Θε­ός Λό­γος προ­σέ­λα­βε τόν ἄν­θρω­πο ὁ­λό­κλη­ρο, ψυ­χή καί σῶ­μα, καί ἔ­χου­με ἐν Χρι­στῷ τέ­λει­ον ἄν­θρω­πον καί τέ­λει­ον Θε­όν, εἰ­κο­νί­ζε­ται ὁ Θεῖ­ος Λό­γος, κα­τά τήν ἀν­θρώ­πι­νη φύ­ση Του. Καί ἔτ­σι μπο­ροῦ­με νά ἔ­χου­με τόν Ἰ­η­σοῦν Χρι­στόν σέ εἰ­κό­νες καί νά προ­σκυ­νοῦ­με δι­ά τῆς ἀν­θρω­πί­νης φύ­σε­ως, τήν θε­ό­τη­τα τοῦ Ἰ­η­σοῦ Χρι­στοῦ. Αὐ­τό εἶ­ναι τε­ρά­στι­ο ἐ­πί­τευγ­μα τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας, ἀλ­λά καί τοῦ ἑλ­λη­νι­κοῦ πνεύ­μα­τος, τό ὁ­ποῖ­ο προ­σέ­φε­ρε καί αὐ­τό τήν πα­ρά­δο­σή του, γι­ά νά ἐκ­φρα­σθεῖ, νά ἐ­νι­σχυ­θεῖ καί νά κη­ρυ­χθεῖ σέ ὅ­λο τόν κό­σμο ἡ Ὀρ­θο­δο­ξί­α.
Ἐ­άν εἴ­χα­με τόν Ἰ­η­σοῦν Χρι­στόν σή­με­ρα, (βέ­βαι­α Ἐ­κεῖ­νος ἐ­πέ­λε­ξε τό πό­τε θά ἤρ­χε­το μέ­σα στήν Ἱ­στο­ρί­α ὡς Θε­άν­θρω­πος), ἐ­άν ὁ Ἰ­η­σοῦς Χρι­στός κυ­κλο­φο­ροῦ­σε ἀ­νά­με­σά μας σή­με­ρα, θά μπο­ρού­σα­με μέ μί­α κι­νη­μα­το­γρα­φι­κή μη­χα­νή ἤ μέ μί­α φω­το­γρα­φι­κή μη­χα­νή νά ἀ­πο­τυ­πώ­σου­με τήν μορ­φή του, ὅ­πως θά φαι­νό­ταν ὁ ἴ­δι­ος ἀ­νά­με­σά μας. Αὐ­τό εἶ­ναι τε­ρά­στι­α νί­κη, ἐ­πα­να­λαμ­βά­νω, τῆς Ὀρ­θο­δο­ξί­ας καί ἡ λύ­σις τοῦ Χρι­στο­λο­γι­κοῦ προ­βλή­μα­τος.
Ὑ­πάρ­χει ὅ­μως καί ἡ 8η Οἰκ. Σύ­νο­δος. Εἶ­ναι ἡ Σύ­νο­δος τοῦ 879, ἐ­πί Μ. Φω­τί­ου. Ὁ γνω­στός δογ­μα­το­λό­γος καί δά­σκα­λός μας, ὁ Ἰ­ω­άν­νης Καρ­μί­ρης, στήν Θε­ο­λο­γι­κή Σχο­λή Ἀ­θη­νῶν, ἔ­λε­γε ὅ­τι ἡ Σύ­νο­δος τοῦ 879 ἐ­πί Μ. Φω­τί­ου, εἶ­ναι ἡ τε­λευ­ταί­α πρό τοῦ Σχί­σμα­τος Γε­νι­κή Σύ­νο­δος τῆς Ἀρ­χαί­ας Ἐκ­κλη­σί­ας, μέ ὅ­λα τά γνω­ρί­σμα­τα Οἰκ. Συ­νό­δου. Ἡ Σύ­νο­δος αὐ­τή κα­τα­δι­κά­ζει τήν δυ­τι­κή ἀλ­λο­τρί­ω­ση εἰς τήν δι­α­τύ­πω­ση τοῦ F­i­l­i­o­q­ue, τῆς ἐκ­πο­ρεύ­σε­ως δη­λα­δή τοῦ Ἁ­γί­ου Πνεύ­μα­τος, ὄ­χι μό­νο ἀ­πό τόν Πα­τέ­ρα, ὅ­πως ὁ Χρι­στός μας τό λέ­ει στό 15,26 τοῦ κα­τά Ἰ­ω­άν­νην Εὐ­αγ­γε­λί­ου -«ὅ πα­ρά τοῦ Πα­τρός ἐκ­πο­ρεύ­ε­ται»- ἀλ­λά καί «ἐκ τοῦ Υἱ­οῦ».
Θά μοῦ ἐ­πι­τρέ­ψε­τε, μι­λών­τας γι­ά θε­ο­λο­γι­κά θέ­μα­τα νά πῶ ὅ­τι εἶ­ναι ὑ­πό­θε­ση ὄ­χι ἐ­παγ­γελ­μα­τι­ῶν τῆς Θε­ο­λο­γί­ας, ἀλ­λά εἶ­ναι ὑ­πό­θε­ση ὅ­λου τοῦ Σώ­μα­τος, ὅ­πως ἡ πί­στις μας τόν 19ο αἰ. ἦ­ταν ὑ­πό­θε­ση καί τοῦ ἀ­γραμ­μά­του –σχο­λι­κά- Μα­κρυ­γι­άν­νη. Χρι­στι­α­νός Ὀρ­θό­δο­ξος, ὁ ὁ­ποῖ­ος δέν ζη­τεῖ νά ἐ­νη­με­ρω­θεῖ καί νά κα­τα­νο­ή­σει τά προ­βλή­μα­τα τῆς πί­στε­ως, δέν εἶ­ναι Ὀρ­θό­δο­ξος. Γι’ αὐ­τό δι­ά­φο­ροι χῶ­ροι πού πα­ρου­σι­ά­ζον­ται ὡς Ὀρ­θό­δο­ξοι ἀ­πό τόν 19ο αἰ. μέ­χρι σή­με­ρα, ἀ­σχο­λοῦν­ται μέ ἠ­θι­κο­λο­γι­κά, μέ ἠ­θι­κι­στι­κά προ­βλή­μα­τα καί νο­μί­ζουν ὅ­τι ἡ ἐ­να­σχό­λη­ση μέ τά δογ­μα­τι­κά, -λό­γῳ τῶν σφαλ­μά­των τοῦ Μα­κρά­κη- θά ὁ­δη­γή­σει σέ πα­ρε­κτρο­πές. Ὄ­χι ἀ­δελ­φοί μου, μέ τα­πεί­νω­ση, μέ φό­βο Θε­οῦ καί μέ τήν στή­ρι­ξη τῶν Γε­ρόν­των, τῶν πνευ­μα­τι­κῶν μας, πρέ­πει νά ἐ­πι­δι­ώ­κου­με νά κα­τα­νο­ή­σου­με τά θε­ο­λο­γι­κά προ­βλή­μα­τα καί τή ση­μα­σί­α τους. Γι­α­τί τά λέ­ω αὐ­τά;
Κά­πο­τε ἕ­νας κα­θη­γη­τής στό Πα­νε­πι­στή­μι­ο τῆς Θεσ­σα­λο­νί­κης, τό 1981 σέ ἕ­να συ­νέ­δρι­ο (αἰ­ω­νί­α του ἡ μνή­μη) μοῦ λέ­ει: «Μά εἶ­ναι δυ­να­τόν νά ἑ­ρί­ζου­με, νά φι­λο­νι­κοῦ­με μέ τούς Δυ­τι­κούς χρι­στι­α­νούς γι­ά μί­α λε­ξού­λα; (γι­ά τό F­i­l­i­o­q­ue). Καί τό­τε ὁ πα­πα-Γι­ώρ­γης –ὁ Θε­ός φώ­τι­σε- τοῦ εἶ­πα ἕ­να ἐ­πι­χεί­ρη­μα πού τό κη­ρύσ­σω μέ­χρι σή­με­ρα. Λέ­ω, πώς ὑ­πάρ­χει μί­α φρα­σού­λα πού λέ­γε­ται βλα­σφη­μί­α. Βλα­σφη­μοῦ­με τόν Θε­όν, τόν Χρι­στόν μας, τήν Πα­να­γί­α καί πολ­λά ἄλ­λα πρό­σω­πα τῆς ἐκ­κλη­σι­α­στι­κῆς μας πί­στε­ως. Ὁ αἱ­ρε­τι­κός, ἕ­στω καί μέ μί­α φρά­ση, ἐ­κτο­ξεύ­ει συ­νε­χῶς βλα­σφη­μί­α κα­τά τοῦ Θε­οῦ. Πῶς εἶ­ναι δυ­να­τόν, λοι­πόν, ἔ­στω καί σέ ἀ­τε­λεῖς Θ. Λει­τουρ­γί­ες νά με­τέ­χου­με μέ τούς αἱ­ρε­τι­κούς, ὅ­ταν αὐ­τό πού λέ­γουν, αὐ­τό πού δι­δά­σκουν, ὁ πα­πι­σμός, τό πρω­τεῖ­ον, τό ἀ­λά­θη­τον, εἶ­ναι ἐ­κτό­ξευ­ση «κα­τά ρι­πάς» βλα­σφη­μι­ῶν ἐ­ναν­τί­ον τοῦ Θε­οῦ; Ἐ­μεῖς μέ τούς λό­γους τῶν Ἁ­γί­ων μας, χω­ρίς νά ἰ­σχυ­ρί­ζο­μαι ὅ­τι ἐ­μεῖς εἴ­μα­στε κα­λύ­τε­ροι ὡς ἄν­θρω­ποι, ἀλ­λά μέ τούς λό­γους τῶν Ἁ­γί­ων μας ὑ­μνοῦ­με θε­α­ρέ­στως τόν Θε­όν. Ἐ­κεῖ­νοι μέ τά λό­γι­α τῶν Πα­πῶν καί τῶν ψευ­δο­συ­νό­δων τους βλα­σφη­μοῦν συ­νε­χῶς τόν Θε­ό. Πῶς εἶ­ναι δυ­να­τόν, λοι­πόν, νά ὑ­πάρ­ξει κοι­νω­νί­α; Κα­τα­λα­βαί­νε­τε τή ση­μα­σί­α καί μι­ᾶς μι­κρῆς λέ­ξε­ως ἀ­κό­μη. Ἄν τό σκε­φθεῖ­τε ἔτ­σι, ὅ­τι κά­θε αἱ­ρε­τι­κή πα­ρέκ­κλι­ση εἶ­ναι βλα­σφη­μί­α κα­τά τοῦ Θε­οῦ, θά κα­τα­λά­βε­τε, γι­α­τί οἱ Ἅ­γι­οι Πα­τέ­ρες τρέ­μουν κυ­ρι­ο­λε­κτι­κά, ὅ­ταν ἀ­κοῦ­νε τά λό­γι­α τῶν αἱ­ρε­τι­κῶν. Ἐ­μεῖς ἔ­χου­με φθά­σει, μι­λῶ γι­ά τόν ἑ­αυ­τό μου, σέ τέ­τοι­α ἀ­ναι­σθη­σί­α, ὥ­στε ἀ­κοῦ­με συ­νε­χῶς νά βλα­σφη­μεῖ­ται ὁ Θε­ός καί δέ μᾶς ἐν­δι­α­φέ­ρει κα­θό­λου. Εἶ­ναι θά­να­τος πνευ­μα­τι­κός, νάρ­κω­ση πνευ­μα­τι­κή!
Ἡ 8η Οἰκ. Σύ­νο­δος εἶ­ναι ἡ σύ­νο­δος τοῦ 879, ἡ ὁ­ποί­α κα­τα­δι­κά­ζει τό F­i­l­i­o­q­ue, τήν προ­σθή­κη τῆς φρά­σε­ως αὐ­τῆς εἰς τό Σύμ­βο­λον καί κυ­ρί­ως ἐ­κεί­νους πού εἰ­σή­γα­γαν στό Σύμ­βο­λον αὐ­τή τήν προ­σθή­κη, δη­λα­δή τόν φραγ­κι­κό κό­σμο καί τήν ἡ­γε­σί­α του.

Ἡ Διασταση Ἀνατολῆς καί Δύσεως

Ὑ­πάρ­χει ὅ­μως καί ἡ 9η Οἰκ. Σύ­νο­δος. Εἶ­ναι οἱ Σύ­νο­δοι τῆς πε­ρι­ό­δου τῆς ἐ­κρή­ξε­ως τοῦ προ­βλή­μα­τος πού ἀ­φο­ροῦ­σε στόν ἡ­συ­χα­σμό. Δέν εἶ­ναι «ἡ­συ­χα­στι­κές ἕ­ρι­δες», οἱ Φράγ­κοι μᾶς μά­θα­νε νά τίς λέ­με ἡ­συ­χα­στι­κές ἕ­ρι­δες. Εἶ­ναι ἡ ἔ­κρη­ξη τῆς ἀν­τι­στά­σε­ως τῶν ἡ­συ­χα­στῶν, τῶν Ὀρ­θο­δό­ξων δη­λα­δή, ἀ­πέ­ναν­τι στίς πα­πι­κές καί σχο­λα­στι­κές προ­κλή­σεις.
Εἶ­ναι οἱ Σύ­νο­δοι τοῦ 1341, τοῦ 1347, τοῦ 1351, μέ κα­τα­κλεί­δα τήν Σύ­νο­δο πού ἀ­νέ­φε­ρα πρίν, τοῦ 1368. Ἡ ἀ­φορ­μή ἐ­δό­θη­κε ἀ­πό τά προ­βλή­μα­τα, τά ὁ­ποῖ­α δη­μι­ούρ­γη­σε ἡ σύγ­κρου­ση τῶν δύ­ο πα­ρα­δό­σε­ων, τῆς Ἀ­να­το­λῆς καί τῆς Δύ­σε­ως. Ἐ­πί­σης σχο­λα­στι­κοί τοῦ Βυ­ζαν­τί­ου, τῆς Ρω­μα­νί­ας, λα­τι­νί­ζον­τες, ρί­χνουν λά­δι στή φω­τι­ά. Ἐ­κεῖ­να ὅ­μως τά πρό­σω­πα, τά ὁ­ποῖ­α ἡ­γοῦν­ται, στήν δι­α­σπο­ρά πλα­νῶν εἰς τήν Ὀρ­θο­δο­ξο Ἀ­να­το­λή εἶ­ναι, ὅ­πως ξέ­ρε­τε, ὁ Βαρ­λα­άμ ὁ Κα­λα­βρός καί ὁ Γρη­γό­ρι­ος Ἀ­κίν­δυ­νος ἤ Πο­λυ­κίν­δυ­νος, ὅ­πως τόν ἔ­λε­γαν, ὁ μα­θη­τής του.
Ὁ Βαρ­λα­άμ καί ὁ Ἀ­κίν­δυ­νος ἀλ­λά καί οἱ ἄλ­λοι ὀ­πα­δοί τους, με­τέ­φε­ραν τήν δυ­τι­κή ἀλ­λο­τρίω­ση στήν Ἀ­να­το­λή. Ἤ­δη στή Δύ­ση εἶ­χε δι­α­μορ­φω­θεῖ ἕ­νας ἄλ­λος Χρι­στι­α­νι­σμός, εἶ­χε ἀλ­λά­ξει ἡ οὐ­σί­α τοῦ Χρι­στι­α­νι­σμοῦ μέ τήν ἐκ­κο­σμί­κευ­ση τοῦ Χρι­στι­α­νι­σμοῦ στή Δύ­ση, ἡ ὁ­ποί­α ἐκ­κο­σμί­κευ­ση σαρ­κώ­νε­ται καί κο­ρυ­φώ­νε­ται στήν δη­μι­ουρ­γί­α τοῦ πα­πι­κοῦ κρά­τους.
Ἐ­μεῖς σή­με­ρα, μέ ποι­όν Πά­πα μι­λοῦ­με; Μέ τόν Πά­πα ἐ­πί­σκο­πο, ἔ­στω καί s­u­p­er ἐ­πί­σκο­πο, ὅ­πως θέ­λει νά ὀ­νο­μά­ζε­ται, -γε­νι­κός ἐ­πί­σκο­πος ὑ­πε­ρά­νω ὅ­λων τῶν ἐ­πι­σκό­πων- ἤ μέ τόν Πά­πα βα­σι­λέ­α καί αὐ­το­κρά­το­ρα καί ἀρ­χη­γό κρά­τους; Δι­ε­ρω­τῶ­μαι αὐ­τοί πού δι­ε­ξά­γουν τέ­τοι­ους δι­α­λό­γους, πό­τε θά τό συ­νει­δη­το­ποι­ή­σουν; Δύ­ο τι­νά συμ­βαί­νουν. Ἤ δέν μπο­ροῦν νά τά κα­τα­λά­βουν τά προ­βλή­μα­τα –κά­τι πού δέν θέ­λω νά πι­στέ­ψω, γι­α­τί δι­α­θέ­τουν λο­γι­κό κα­λύ­τε­ρο ἀ­πό τό δι­κό μου-, ἤ ἀ­δι­α­φο­ροῦν καί τά θε­ω­ροῦν ὅ­λα αὐ­τά ἄ­νευ ση­μα­σί­ας, ἀ­σχο­λού­με­νοι μέ κοι­νω­νι­κά, μέ πο­λι­τι­κά καί δι­πλω­μα­τι­κά θέ­μα­τα.
Ἡ Δύ­ση καί ὅ­λος ὁ Χρι­στι­α­νι­σμός εἶ­χε ἀλ­λο­τρι­ω­θεῖ σέ ση­μεῖ­ο πού νά λέ­γει ὁ Ντο­στο­γι­έφ­σκυ, δύ­ο φο­ρές, εἰς τούς ἀ­δελ­φούς Κα­ρα­μά­ζωφ καί εἰς τόν Ἠ­λί­θι­ον: Μέ τόν ἄ­θε­ο, -ἦ­ταν ἡ ἐ­πο­χή τῆς ἄ­θε­ης ἰν­τε­λιγ­κέν­τσι­ας εἰς τήν Ρω­σί­α- μέ τούς ἀ­θέ­ους μπο­ρῶ νά μι­λή­σω, δι­ό­τι ξέ­ρω ποῦ κι­νεῖ­ται ἡ σκέ­ψη τους καί ὁ λό­γος τους, τί πι­στεύ­ουν καί τί δέν πι­στεύ­ουν. Μέ τόν πα­πι­σμό δέν μπο­ρῶ νά μι­λή­σω, δι­ό­τι ὁ πα­πι­σμός μοῦ δί­νει ἀλ­λο­τρι­ω­μέ­νη πί­στη, «μοῦ δί­νει Χρι­στό πού δέν ὑ­πάρ­χει, μοῦ δί­νει τόν Ἀν­τί­χρι­στο». Αὐ­τό τό λέ­γει ὁ Φι­ον­τόρ, ὁ Θε­ό­δω­ρος, δη­λα­δή, Ντο­στο­γι­έφ­σκι.
Ἔτ­σι λοι­πόν ἡ Δύ­σις εἰ­σά­γει ὅ,τι εἰ­σά­γει, χτυ­πών­τας τήν καρ­δι­ά τῆς Ὀρ­θο­δο­ξί­ας πού εἶ­ναι ὁ ἡ­συ­χα­σμός. Ὁ ἡ­συ­χα­σμός ὥς ἄ­σκη­ση, ὡς πρα­κτι­κή πνευ­μα­τι­κό­τη­τος, συ­νο­δεύ­ει τόν ἄν­θρω­πο ἀ­πό τήν ἀρ­χή τῆς Δη­μι­ουρ­γί­ας. Ἡ ἐ­πι­στρο­φή τῶν Πρω­το­πλά­στων γί­νε­ται μέ­σῳ τῆς πνευ­μα­τι­κῆς ζω­ῆς, ὅ­πως καί ἡ πτῶσις τους ἦ­ταν καρ­πός τῆς ἀρ­νή­σε­ως τῆς πνευ­μα­τι­κῆς, τῆς ἁ­γι­ο­πνευ­μα­τι­κῆς, κα­λύ­τε­ρα, ζω­ῆς. Ὁ ἡ­συ­χα­σμός μέ τήν κά­θαρ­ση τῆς καρ­δι­ᾶς, τόν φω­τι­σμό τῆς καρ­δι­ᾶς ἀ­πό τήν Χά­ρη τοῦ Θε­οῦ, τήν ἄ­κτι­στη, καί μέ τήν θέ­ω­ση, ἀ­να­τρέ­πει τήν πλά­νη, τήν ἁ­μαρ­τί­α μας, ἀ­να­τρέ­πει τήν τρα­γι­κό­τη­τά μας. Ἡ θε­ο­λο­γι­κή ταυ­τό­τη­τα τοῦ Ἁ­γί­ου Γρη­γο­ρί­ου τοῦ Πα­λα­μᾶ, εἶ­ναι ὁ ἡ­συ­χα­σμός. Συ­νε­χί­ζει καί ἐ­πα­νεκ­φρά­ζει τήν πα­τε­ρι­κό­τη­τα, ἀλ­λά κυ­ρί­ως ὁ Ἅ­γι­ος Γρη­γό­ρι­ος ἀν­τε­λή­φθη τήν ἀλ­λο­τρί­ω­ση τῆς Δύ­σε­ως. Μί­α Δύ­ση πού οἱ σχο­λα­στι­κοί οἱ δι­κοί μας τήν ἤ­θε­λαν καί τό­τε ὡς συ­νο­μι­λη­τή καί συ­νο­δοι­πό­ρο.

Ἡ Θεολογία τῆς Θεώσεως

Ὁ Ἅ­γι­ος Γρη­γό­ρι­ος ὁ Πα­λα­μᾶς, σ’ αὐ­τό τό ση­μεῖ­ο, συ­νε­χί­ζει τόν Μ. Φώ­τι­ο. Ὁ πρῶ­τος πού ἀν­τε­λή­φθη τήν ἀλ­λο­τρί­ω­ση τοῦ Δυ­τι­κοῦ Χρι­στι­α­νι­σμοῦ, -ὅ­τι εἶ­ναι κά­τι ἄλ­λο, ἀλ­λά ὄ­χι Χρι­στι­α­νι­σμός τῶν Ἁ­γί­ων Πα­τέ­ρων- ἦ­ταν ὁ Ἅ­γι­ος Φώ­τι­ος, μέ τό πε­ρί­φη­μο ἔρ­γο του «Πε­ρί τῆς μυ­στα­γω­γί­ας τοῦ Ἁ­γί­ου Πνεύ­μα­τος», πού εἶ­ναι πη­γή μέ­χρι σή­με­ρα εἰς τήν δι­δα­σκα­λί­α καί στά συγ­γράμ­μα­τα ὅ­λων τῶν θε­ο­λό­γων μας πε­ρί Ἁ­γί­ου Πνεύ­μα­τος. Ὁ Ἅ­γι­ος Γρη­γό­ρι­ος ὁ Πα­λα­μᾶς, ἀ­νοί­γει πε­ρισ­σό­τε­ρο τόν δρό­μο. Εἶ­χε δέ τίς προκλήσεις τοῦ Κα­λα­βροῦ Βαρ­λα­άμ, ὥ­στε νά συλ­λά­βει τήν πλή­ρη ἀλ­λο­τρί­ω­ση τῆς Δυ­τι­κῆς Θε­ο­λο­γί­ας. Ποι­ά εἶ­ναι ἡ οὐ­σί­α τῆς δι­δα­σκα­λί­ας τοῦ Ἁ­γί­ου Γρη­γο­ρί­ου, πού εἶ­ναι ἡ συ­νέ­χει­α τῆς πα­τε­ρι­κό­τη­τος; Ἀ­να­κε­φα­λαι­ώ­νει τούς Ἁ­γί­ους Πα­τέ­ρες ὅ­λων τῶν ἐ­πο­χῶν ὁ Ἅ­γι­ος Γρη­γό­ρι­ος ὁ Πα­λα­μᾶς καί ἐ­πα­να­δι­α­τυ­πώ­νει καί ἐ­πα­νεκ­φρά­ζει τήν πί­στη μέ τά μέ­σα, πού τοῦ ἔ­δι­δε ἡ ἐ­πο­χή του. Τήν ἴ­δι­α Ὀρ­θο­δο­ξί­α ἐκ­φρά­ζει καί ὁ Ἅ­γι­ος Γρη­γό­ρι­ος ὁ Πα­λα­μᾶς, μέ τή δι­κή του γλώσ­σα, μέ τόν δι­κό του τρό­πο, μέ­νον­τας ὅ­μως πι­στός στήν θε­ο­λο­γι­κή ὁ­μο­λο­γί­α τῶν πα­τέ­ρων τοῦ 4ου, τοῦ 5ου κ.ο.κ αἰ­ῶ­νος. Δέ­χε­ται πρῶ­τον τήν δι­ά­κρι­ση οὐ­σί­ας καί ἐ­νέρ­γει­ας εἰς τόν Θε­όν, τήν ὀ­νο­μά­ζει «δι­ά­κρι­σιν θε­ο­πρε­πή καί ἀ­πόρ­ρη­το», πού εἶ­ναι ἡ προ­ϋ­πό­θε­ση τῆς θε­ώ­σε­ως.
Ἐ­άν ἀρ­νη­θοῦ­με, ὅ­πως ὁ σχο­λα­στι­κι­σμός, ἡ θε­ο­λο­γί­α τοῦ πα­πι­σμοῦ δη­λα­δή, τήν δι­ά­κρι­ση οὐ­σί­ας καί ἐ­νέρ­γει­ας μέ­νει με­τέ­ω­ρον τό θέ­μα τῆς θε­ώ­σε­ως. Πῶς θε­ού­με­θα; Ὁ σκο­πός, ὁ ἀ­πό­λυ­τος σκο­πός καί προ­ο­ρι­σμός κά­θε ἀν­θρώ­που, ὄ­χι μό­νο τῶν χρι­στι­α­νῶν, εἶ­ναι ἡ θέ­ω­ση. Κά­θε ἄν­θρω­πος νά φτά­σει στή θέ­ω­ση. «Ὁ Θε­ός πάν­τας ἀν­θρώ­πους θέ­λει σω­θῆ­ναι καί εἰς ἐ­πί­γνω­σιν ἀ­λη­θεί­ας ἐλ­θεῖν» (Α΄ Τιμ. 2, 4). Ἡ «ἐ­πί­γνω­ση τῆς ἀ­λη­θεί­ας» εἶ­ναι ἡ θέ­ω­ση. Νά ἑ­νω­θοῦ­με μέ τήν ἄ­κτι­στη Χά­ρη τοῦ­ Θε­οῦ. Μέ τήν οὐ­σί­α τοῦ Θε­οῦ δέν ὑ­πάρ­χει δυ­να­τό­τη­τα ἑ­νώ­σε­ως. Ὑ­περ­βαί­νει πᾶ­σα κα­τά­λη­ψη ἡ οὐ­σί­α τοῦ Θε­οῦ. Ἑ­νού­με­θα μέ τήν ἄ­κτι­στη Χά­ρη καί ἐ­νέρ­γει­α τοῦ Θε­οῦ, ὁ­πό­τε, ἄν δέν ὑ­πάρ­χει αὐ­τή ἡ ἐ­νέρ­γει­α, ἀλ­λά ἡ ἐ­νέρ­γει­α εἶ­ναι κτι­στή, - ἡ με­γα­λύ­τε­ρη βλα­σφη­μί­α με­τά τό F­i­l­i­o­q­ue εἶ­ναι ἡ πα­ρα­δο­χή κτι­στῆς χά­ρι­τος, κτι­στῆς ἐ­νέρ­γει­ας εἰς τόν Θε­όν-, δέν εἶ­ναι δυ­να­τή ἡ σω­τη­ρί­α.
Κτι­στή ἐ­νέρ­γει­α ση­μαί­νει, ἔ­χει ἀρ­χή καί τέ­λος. Πῶς θά σέ σώ­σει κά­τι πού ἔ­χει ἀρ­χή καί τέ­λος; Ἡ ἐ­νέρ­γει­α τῆς Ἁ­γί­ας Τρι­ά­δος, οὔ­τε ἀρ­χή ἔ­χει, οὔ­τε τέ­λος. Εἶ­ναι ἄ­ναρ­χη καί ἀ­τε­λεύ­τη­τη, ὅ­πως ἡ οὐ­σί­α τοῦ Θε­οῦ. Ἀ­φοῦ, λοι­πόν, τήν οὐ­σί­α δέν μπο­ροῦ­με νά τήν δεχ­τοῦ­με -τήν οὐ­σί­α τοῦ Θε­οῦ-, δε­χό­με­θα τήν ἐ­νέρ­γει­ά Του. Χά­ρις, ἐ­νέρ­γει­α, Βα­σι­λεί­α, δύ­να­μις, ἤ Βα­σι­λεί­α τῶν οὐ­ρα­νῶν, ὅ­λα αὐ­τά ση­μαί­νουν τήν ἄ­κτι­στη ἐ­νέρ­γει­α πού ἐκ­πο­ρεύ­ε­ται ἀ­πό τήν Ἁ­γί­α Τρι­ά­δα.
Σέ κά­ποι­ο ἔρ­γο πού προ­έρ­χε­ται ἀ­πό τόν ἡ­συ­χα­στι­κό κύ­κλο, ἐ­πι­τρέψ­τε μου αὐ­τή τή στιγ­μή νά ὁ­μο­λο­γή­σω τήν ἀ­δυ­να­μί­α μου νά πῶ ἄν εἶ­ναι τοῦ Ἁ­γί­ου Γρη­γο­ρί­ου τοῦ Πα­λα­μᾶ, ἤ ὄ­χι (ἀλ­λά δέν ἔ­χει καμ­μι­ά ση­μα­σί­α, ἴ­σως ἀ­νή­κει στόν Ἅ­γι­ο Γρη­γό­ρι­ο τόν Πα­λα­μᾶ), ἀ­πο­σα­φη­νί­ζε­ται πῶς βλέ­πει τόν Θε­ό ἡ Δύ­ση, ὁ πα­πι­σμός. Βλέ­πει τόν Θε­ό ὡς ἕ­ναν δί­σκο ἡ­λι­α­κό, πού βρί­σκε­ται στόν οὐ­ρα­νό, ἀλ­λά οἱ ἀ­κτῖ­νες του δέν φτά­νουν στήν γῆ. Τό­τε ἤ ὑ­πάρ­χει ὁ ἥ­λι­ος ἤ δέν ὑ­πάρ­χει εἶ­ναι τό ἴ­δι­ο πράγ­μα. Δέν μᾶς ζε­σταί­νει, δέν μᾶς ζω­ο­γο­νεῖ, ἀ­φοῦ οἱ ἀ­κτῖ­νες του δέν φτά­νουν εἰς τόν κό­σμον. Ὁ Θε­ός τῆς Ὀρ­θο­δο­ξί­ας, τῶν Ἁ­γί­ων Πα­τέ­ρων, εἶ­ναι ἕ­νας ἥ­λι­ος πού στέλ­νει τίς ἀ­κτῖ­νες του καί ζω­ο­γο­νεῖ τή γῆ, καί ὅ­λη τήν κτί­ση, ἁ­γι­ο­πνευ­μα­τι­κά. Ὁ­πό­τε ἀ­πό τά δι­ά­φο­ρα ὑ­πό­γει­α, ἀ­πό τήν ἁ­μαρ­τί­α μας, ἀ­πό τήν πτώ­ση μας, σπεύ­δου­με νά ἀ­νε­βοῦ­με στήν ἐ­πι­φά­νει­α τοῦ ἐ­δά­φους, γι­ά νά δε­χθοῦ­με τίς ζω­ο­γό­νες ἀ­κτῖ­νες, ὄ­χι τοῦ φυ­σι­κοῦ ἡ­λί­ου, ἀλ­λά τοῦ ὑ­περ­φυ­σι­κοῦ Ἡ­λί­ου, τοῦ Ἡ­λί­ου τῆς Δι­και­ο­σύ­νης.
Γι’ αὐ­τό ἔφ­τα­σε ἡ Δύ­ση ἀ­πό τόν D­e­i­s­m­us, στόν «θά­να­το τοῦ Θε­οῦ». D­e­i­s­m­us τί ση­μαί­νει; Θε­ός, Δη­μι­ουρ­γός, ἀλ­λά ὄ­χι κυ­βερ­νή­της τοῦ κό­σμου. D­e­us c­r­e­a­t­or, s­ed n­on g­u­b­e­r­n­a­t­or. Αὐ­τό ση­μαί­νει ὅ­τι ὁ Θε­ός εἴ­τε ὑ­πάρ­χει, εἴ­τε δέν ὑ­πάρ­χει, δέν ἔ­χει καμ­μί­α ση­μα­σί­α. Γι’ αὐ­τό ἀ­σχο­λεῖ­ται ἡ Δύ­ση μέ κοι­νω­νι­κά, μέ ἠ­θι­κά προ­βλή­μα­τα. Ὄ­χι ὅ­τι δέν τά συμ­με­ρι­ζό­με­θα κι ἐ­μεῖς, ἀλ­λά δέν εἶ­ναι ἡ κύ­ρι­α προ­τε­ραι­ό­τη­τα τῆς πί­στε­ώς μας. Αὐ­τοί ἀ­σχο­λοῦν­ται μέ τά ἀ­πο­τε­λέ­σμα­τα, χω­ρίς νά ἀ­να­ζη­τοῦν τίς ρί­ζες, τήν οὐ­σί­α. Ἡ Δύ­ση, λοι­πόν, ἔφ­τα­σε ἀ­πό τόν D­e­i­s­m­us, εἰς τόν θά­να­τον τοῦ Θε­οῦ. Στήν δε­κα­ε­τί­α τοῦ 1950 στήν Ἀ­με­ρι­κή καί με­τά στήν Εὐ­ρώ­πη ὁ θε­ο­λο­γι­κός κό­σμος μι­λεῖ γι­ά τόν «θά­να­το τοῦ Θε­οῦ» καί γι­ά τήν θε­ο­λο­γί­α «με­τά τόν θά­να­το τοῦ Θε­οῦ». Τί ση­μαί­νει θά­να­τος τοῦ Θε­οῦ; Δέν ση­μαί­νει ὅ­τι ὁ Θε­ός κα­θ’ ἑ­αυ­τόν πε­θαί­νει. Δέν τούς ἀ­πα­σχο­λεῖ, γι­α­τί ἤ ὑ­πάρ­χει ἤ δέν ὑ­πάρ­χει ὁ Θε­ός δέν λέ­ει τί­πο­τε γι’ αὐ­τούς.Θά­να­τος τοῦ Θε­οῦ ση­μαί­νει ὅ­τι ὁ Θε­ός δέν ἔ­χει καμ­μι­ά σχέ­ση μέ τή ζω­ή μας. Ὁ Θε­ός δέν μπο­ρεῖ νά μᾶς σώ­σει. Κα­τα­λα­βαί­νε­τε, λοι­πόν, ὄ­χι μό­νο βλα­σφη­μί­α, πό­ση ἀ­νο­η­σί­α κρύ­βει αὐ­τή ἡ πο­ρεί­α. Ὁ Ἅ­γι­ος Γρη­γό­ρι­ος ὁ Πα­λα­μᾶς, μι­λών­τας γι­ά τή δι­ά­κρι­ση οὐ­σί­ας καί ἐ­νερ­γεί­ας, ὅ­πως ὁ Μ. Βα­σί­λει­ος καί οἱ λοιποί Ἅ­γι­οι Πα­τέ­ρες, σώ­ζει τήν Πί­στη καί τήν δυ­να­μι­κή της συγ­χρό­νως εἰς τήν θέ­ω­ση τοῦ ἀν­θρώ­που. Μι­λεῖ, ἐ­πί­σης, γι­ά τήν οὐ­σί­α τοῦ Θα­βω­ρί­ου Φω­τός. Στήν συ­ζή­τη­ση μέ τούς σχο­λα­στι­κούς καί τόν Βαρ­λα­άμ ἐ­τέ­θη τό θέ­μα τοῦ Θα­βω­ρί­ου Φω­τός. Τί φῶς εἶ­ναι; κτι­στό ἤ ἄ­κτι­στο; Ὁ Ἅ­γι­ος Γρη­γό­ρι­ος μᾶς λέ­γει ὅ­τι καί στό Σι­νᾶ καί στό Θα­βώρ καί στήν Πεν­τη­κο­στή ἔ­χου­με τήν ἄ­κτι­στη ἐ­νέρ­γει­α τοῦ Θε­οῦ ὡς ἄ­κτι­στο φῶς. Ἡ αἵ­ρε­ση εἶ­ναι πού προ­κα­λεῖ ὅ­λα αὐ­τά τά προ­βλή­μα­τα. Ὁ Βαρ­λα­άμ ὁ Κα­λα­βρός ἐ­χα­ρα­κτη­ρί­ζε­το σο­φός. Εἶ­χε σπου­δά­σει στήν Ρώ­μη μα­θη­μα­τι­κά, φι­λο­σο­φί­α. Ἦ­ταν οὑ­μα­νι­στής. ἀν­θρω­πι­στής. Γι­ά νά κα­τα­λά­βε­τε αὐ­τό τό θέ­μα, πα­ρα­πέμ­πω σέ μι­ά πρό­σφα­τη με­λέ­τη τοῦ ἀ­γα­πη­τοῦ ἀ­δελ­φοῦ καί συ­να­γω­νι­στοῦ, τοῦ πα­τρός Θε­ο­δώ­ρου Ζή­ση, Κα­θη­γη­τοῦ στήν Θε­σσα­λο­νί­κη (εἶ­ναι καί αὐ­τός τώ­ρα ὁ­μό­τι­μος ὅ­πως καί ὁ ὁ­μι­λῶν αὐ­τή τή στιγ­μή) εἰς τόν Ὀρ­θό­δο­ξον Τύ­πον. Σέ τρεῖς συ­νέ­χει­ες ἀ­να­λύ­ει τό ἄν ὁ Μέ­γας Φώ­τι­ος ἦ­ταν ἀν­θρω­πι­στής, ὅ­πως δι­ά­φο­ροι φι­λο­σο­φοῦν­τες θέ­λουν νά τόν πα­ρου­σι­ά­σουν. Δέν θά ἐ­πι­μεί­νω πε­ρισ­σό­τε­ρο γι­α­τί θέ­λω νά ὁ­λο­κλη­ρώ­σω αὐ­τές τίς σκέ­ψεις.
Ἦρ­θε, λοι­πόν, ὁ Βαρ­λα­άμ ὁ Κα­λα­βρός ἀ­πό τή Με­γά­λη Ἑλ­λά­δα, τήν Κα­λα­βρί­α. Ἦρ­θε καί ἔ­γι­νε κα­θη­γη­τής εἰς τήν Κων/πο­λη. Δέχ­τη­κε με­γά­λες τι­μές. Μά­λι­στα ἐ­ξε­προ­σώ­πη­σε τήν Ὀρ­θο­δο­ξί­α σέ μι­ά Σύ­νο­δο στίς ἀρ­χές τοῦ 14ου αἰ. εἰς τήν A­v­i­n­i­on τῆς Γαλ­λί­ας, ὅ­που οἱ πά­πες μέ­σα στίς συγ­κρού­σεις τους ἦ­ταν ἐ­ξό­ρι­στοι. Ὁ Πα­λα­μᾶς δι­έ­γνω­σε ἀ­μέ­σως τόν αἱ­ρε­τι­κό τρό­πο σκέ­ψε­ως τοῦ Βαρ­λα­άμ. Κά­ποι­ος μο­να­χός, γι­ά νά κα­τα­λά­βε­τε τί ση­μαί­νει Ἅ­γι­ος καί Πα­τέ­ρας τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας, κά­ποι­ος μο­να­χός ἔ­δω­σε στόν Ἅ­γι­ο Γρη­γό­ρι­ο ἕ­να κεί­με­νο πε­ρί Ἁ­γί­ου Πνεύ­μα­τος, κα­τά τοῦ f­i­l­i­o­q­ue, τό ὁ­ποῖ­ο εἶ­χε γρά­ψει ὁ Βαρ­λα­άμ. Καί ὅ­λοι πί­στευ­αν ὅ­τι εἶ­ναι ἡ κο­ρυ­φή τῆς Ὀρ­θο­δό­ξου πί­στε­ως καί πα­ρα­δό­σε­ως. Μό­λις δι­ά­βα­σε λί­γες γραμ­μές ὁ Ἅ­γι­ος Γρη­γό­ρι­ος λέ­ει «εἶ­ναι αἱ­ρε­τι­κό τό κεί­με­νο». Ἔ­κα­νε τόν ἀν­τι­πα­πι­κό ὁ Βαρ­λα­άμ, ἀλ­λά ἡ μέ­θο­δος τήν ὁ­ποί­α ἀ­κο­λου­θοῦ­σε προ­έ­δι­δε τήν ἐ­ξάρ­τη­σή του ἀ­πό τήν πτώ­ση τοῦ πα­πι­σμοῦ, ἀ­πό τήν σχο­λα­στι­κή φι­λο­σο­φί­α. Δι­ό­τι ἡ σκέ­ψη του στη­ρί­ζον­ταν σέ συλ­λο­γι­σμούς ἀν­θρω­πί­νους καί ὄ­χι στήν ἀ­πο­κά­λυ­ψη τοῦ Θε­οῦ δι­ά τοῦ Ἰ­η­σοῦ Χρι­στοῦ στήν Πα­λαι­ά καί Και­νή Δι­α­θή­κη καί στούς Πα­τέ­ρες τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας. Ἡ φι­λο­σο­φί­α, λοι­πόν, γι­ά τόν Βαρ­λα­άμ εἶ­χε λυ­τρω­τι­κή ση­μα­σί­α, λυ­τρω­τι­κό χα­ρα­κτή­ρα, καί ζη­τοῦ­σε οὔ­τε λί­γο οὔ­τε πο­λύ τήν ἐκ­φι­λο­σό­φη­ση τῆς πί­στε­ως. Ἔ­πρε­πε δη­λα­δή, ἔ­λε­γε ὁ Βαρ­λα­άμ, νά γί­νει κα­νείς φι­λό­σο­φος, γι­ά νά μπο­ρέ­σει νά σω­θεῖ. Ἕ­νας «ἐ­λι­τι­σμός» στόν χῶ­ρο τῆς πί­στε­ως, στόν χῶ­ρο τῆς σω­τη­ρι­ο­λο­γί­ας. Ὁ Ἅ­γι­ος Γρη­γό­ρι­ος ἀ­παν­τοῦ­σε ὅ­τι ὁ Θε­ός πάν­τας ἀν­θρώ­πους θέ­λει σω­θῆ­ναι, εἴ­τε ξέ­ρου­με γράμ­μα­τα, εἴ­τε δέν ξέ­ρου­με. Ἔ­χου­με μι­ά ἄλ­λη παι­δεί­α μέ­σα στήν καρ­δι­ά μας, τήν παι­δεί­α καί τήν νου­θε­σί­αν τοῦ Θε­οῦ. Καί δέν στη­ρι­ζό­μα­στε στά ἀν­θρώ­πι­να γράμ­μα­τα. Τώ­ρα κα­τα­νο­εῖ­τε γι­α­τί κα­τε­δί­κα­σα ὅ­λα τά πτυ­χί­α πού μέ τήν χά­ρη τοῦ Θε­οῦ μπό­ρε­σα νά ἀ­πο­κτή­σω. Μη­δέν καί κά­τω τοῦ μη­δε­νός εἰς τήν σω­τη­ρί­α. Ἡ Χά­ρις τοῦ Θε­οῦ καί τό ἄ­νοιγ­μα τῆς καρ­δι­ᾶς σ’ αὐ­τή τή Χά­ρη εἶ­ναι ἡ δυ­να­τό­τη­τα τῆς σω­τη­ρί­ας μας καί ὄ­χι τά γράμ­μα­τα. Ὄ­χι ἡ ἐ­πί­δει­ξη γνώ­σε­ων. Ὅ­λα αὐ­τά μπο­ροῦν νά ὠ­φε­λή­σουν σέ πρα­κτι­κά θέ­μα­τα, νά κη­ρύ­ξεις κα­λύ­τε­ρα, νά χρη­σι­μο­ποι­ή­σεις μι­ά ὑ­ψη­λό­τε­ρη γλώσ­σα, ἀλ­λά τίς πε­ρισ­σό­τε­ρες φο­ρές, τά προ­σόν­τα αὐ­τά τά κο­σμι­κά γί­νον­ται ἡ ἀ­φορ­μή τῆς πτώ­σε­ώς μας. Δι­ό­τι «φυ­σι­οῦ­ται» ὁ ἄν­θρω­πος. Ἀ­πο­κτᾶ ὁ ἄν­θρω­πος ἔ­παρ­ση, στη­ρι­ζό­με­νος εἰς τίς γή­ι­νες γνώ­σεις του.
Ὁ Ἅ­γι­ος Γρη­γό­ρι­ος ὁ Πα­λα­μᾶς στή συ­νέ­χει­α γί­νε­ται ὑ­πε­ρα­σπι­στής τοῦ μο­να­χι­σμοῦ, τοῦ μο­να­χι­σμοῦ τῆς πα­τε­ρι­κῆς πα­ρα­δό­σε­ως, τόν ὁ­ποῖ­ον πο­λε­μοῦ­σε ὁ Βαρ­λα­άμ. Ξέ­ρε­τε ἡ Δύ­ση εἶ­χε χά­σει τόν αὐ­θεν­τι­κό μο­να­χι­σμό, ὅ­πως εἶ­χε χά­σει καί τήν ἀ­λη­θι­νή θε­ο­λό­γη­ση. Ἡ ἀ­λη­θι­νή θε­ο­λό­γη­ση περ­νά­ει μέ­σα ἀ­πό τήν ἀ­σκη­τι­κή πραγ­μα­τι­κό­τη­τα καί πρά­ξη, δη­λα­δή ἡ Θε­ο­λο­γί­α εἶ­ναι καρ­πός ἀ­σκή­σε­ως, ἀ­νοίγ­μα­τος τοῦ ἀν­θρώ­που στήν Χά­ρη τοῦ Θε­οῦ. Ἡ Θε­ο­λο­γί­α δέν εἶ­ναι ὑ­πό­θε­ση δι­α­νο­η­τι­κή. Ὅ­ταν σπού­δα­ζα στή Δύ­ση, ἔ­μα­θα τήν φρά­ση «l­a­v­o­ro da t­a­v­o­l­i­no», ἐρ­γα­σί­α τοῦ τρα­πε­ζι­οῦ, τοῦ γρα­φεί­ου. Δέν εἶ­ναι αὐ­τή ἡ Θε­ο­λο­γί­α. Ἡ Θε­ο­λο­γί­α γεν­νι­έ­ται μέ­σα στήν καρ­δι­ά τοῦ ἀν­θρώ­που, μέ τόν φω­τι­σμό τοῦ ἀν­θρώ­που ἀ­πό τήν Χά­ρη τοῦ Θε­οῦ. Δι­α­φο­ρε­τι­κά συν­τάσ­σου­με ὡ­ραῖ­α κεί­με­να, τά ὁ­ποῖ­α ὅ­μως δέν μπο­ροῦν νά μᾶς ὁ­δη­γή­σουν στήν Θε­ο­λο­γί­α, δι­ό­τι δέν εἶ­ναι καρ­πός ἁ­γι­ο­πνευ­μα­τι­κῆς ἐμ­πει­ρί­ας.
Ὁ Ἅ­γι­ος Γρη­γό­ρι­ος ὁ Πα­λα­μᾶς στή συ­νέ­χει­α εἶ­ναι ὁ Θε­ο­λό­γος τῆς Θεί­ας Χά­ρι­τος. Ἡ Χά­ρις τοῦ Θε­οῦ, λέ­γει, εἶ­ναι ἄ­κτι­στη, δέν εἶ­ναι δη­μι­ουρ­γη­μέ­νη χά­ρις, κτι­στή χά­ρις, g­r­a­t­ia c­r­e­a­ta. Οἱ θε­ού­με­νοι εἶ­ναι οἱ αὐ­θεν­τί­ες καί ὄ­χι τά κεί­με­να. Αὐ­τό τό εἶ­χε ὑ­πο­στη­ρί­ξει πρῶ­τον ἕ­νας μι­κρα­σι­ά­της Θε­ο­λό­γος, Πα­τέ­ρας τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας στό κέν­τρον τῆς Εὐ­ρώ­πης, στό Λού­γδου­νον, τήν Λυ­ών, ὁ Ἅ­γι­ος Εἰ­ρη­ναῖος, τόν 2ο αἰ. Ὅ­τι αὐ­θεν­τί­ες στήν Ἐκ­κλη­σί­α δέν εἶ­ναι τά κεί­με­να, ἀλ­λά εἶ­ναι ὁ θε­ού­με­νος, ὁ ἅ­γι­ος. Αὐ­τός εἶ­ναι αὐ­θεν­τί­α. Ὁ προ­φή­της, ὁ Ἀ­πό­στο­λος, ὁ Πα­τέ­ρας καί ἡ Μη­τέ­ρα ὅ­λων τῶν αἰ­ώ­νων. Αὐ­τός πού φτά­νει στήν θέ­ω­ση. Οἱ θε­ο­λό­γοι τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας, λοι­πόν, εἶ­ναι οἱ θε­ό­πτες, εἶ­ναι οἱ προ­φῆ­τες πού ὀ­νο­μά­ζον­ται στήν Πα­λαι­ά Δι­α­θή­κη «Ρο­έ» ἀ­πό τό ἑ­βρα­ϊ­κό ρῆ­μα «ρα­ά» (αὐ­τό δέν εἶ­ναι ἐ­πί­δει­ξη, εἶ­ναι γνω­στό­τα­το). Τό ρῆ­μα «ρα­ά» ση­μαί­νει βλέ­πω. Προ­φῆ­τες εἶ­ναι οἱ βλέ­πον­τες. Τί βλέ­πουν; Τήν Χά­ρη τοῦ Θε­οῦ, τήν ἄ­κτι­στη. (Ἔ­χει ἕ­να σπου­δαῖ­ο βι­βλί­ο ὁ σε­βα­στός καί ἀ­γα­πη­τός συ­να­γω­νι­στής, ὁ π. Ἱ­ε­ρό­θος Βλά­χος, Σε­βα­σμι­ώ­τα­τος Μη­τρο­πο­λί­της Ναυ­πά­κτου: «Οἱ βλέ­πον­τες»­). Ἔτ­σι, λοι­πόν, οἱ Θε­ο­λό­γοι εἶ­ναι οἱ θε­ό­πτες. Οἱ Θε­ο­λό­γοι εἶ­ναι αὐ­τοί πού βλέ­πουν τό ἄ­κτι­στο φῶς, αὐ­τοί πού φθά­νουν εἰς τήν θε­ο­πτί­αν. Καί κά­τι ἄλ­λο. Ὁ Ἅ­γι­ος Γρη­γό­ρι­ος ὁ Πα­λα­μᾶς, σέ ἀν­τί­θε­ση μέ τόν Βαρ­λα­άμ, ὁ ὁ­ποῖ­ος ζη­τοῦ­σε τήν ἐκ­φι­λο­σό­φη­ση τῆς πί­στε­ως καί τό­νι­ζε ἰ­δι­αί­τε­ρα τίς φι­λο­σο­φι­κές γνώ­σεις τοῦ ἀν­θρώ­που ὡς πα­ρά­γον­τα σω­τη­ρι­ο­λο­γί­ας, ὁ Ἅ­γι­ος Γρη­γό­ρι­ος ὁ Πα­λα­μᾶς ἱ­ε­ραρ­χεῖ τήν σο­φί­α-παι­δεί­α. Ἔ­χου­με, δι­δά­σκει, τήν θύ­ρα­θεν, τήν κο­σμι­κή σο­φί­α-παι­δεί­α πού παίρ­νου­με στά σχο­λεῖ­α, καί τήν ἐ­σω­τε­ρι­κή σο­φί­α-παι­δεί­α πού παίρ­νου­με μέ­σα ἀ­πό τόν πνευ­μα­τι­κό ἀ­γώ­να. Ὁ­πό­τε, λοι­πόν, αὐ­τό περ­νά­ει στό Συ­νο­δι­κόν τῆς Ὀρ­θο­δο­ξί­ας ἐξ ἀ­φορ­μῆς τοῦ Ἰ­ω­άν­νου τοῦ Ἰ­τα­λοῦ καί ἄλ­λων νο­θευ­τῶν τῆς πί­στε­ως. Εἶ­ναι τό πε­ρί­φη­μο ἐ­κεῖ­νο: «τοῖς τά ἑλ­λη­νι­κά δι­ε­ξι­οῦ­σι μα­θή­μα­τα, οὐ πρός παί­δευ­σιν μό­νον, ἀλ­λά καί ταῖς μα­ταί­αις αὐ­τῶν γνώ­μαις ἑ­πο­μέ­νοις καί ὡς ἀ­λη­θέ­σι πι­στεύ­ου­σι, ἀ­νά­θε­μα»! Τό ἀ­νά­θε­μα δέν εἶ­ναι, ὅ­πως νο­μί­ζουν πολ­λοί, κα­τά­ρα. Τό ἀ­νά­θε­μα ση­μαί­νει χω­ρι­σμός. Οἱ ἀ­να­θε­μα­τι­ζό­με­νοι δέν ἀ­νή­κουν στό Σῶ­μα τοῦ Χρι­στοῦ καί ὀρ­θά πρέ­πει νά ἐκ­φω­νεῖ­ται «πᾶ­σι τοῖς αἱ­ρε­τι­κοῖς ἀ­νά­θε­μα». Τά γράμ­μα­τα, δη­λα­δή, δέν μᾶς σώ­ζουν. Τό πρό­βλη­μα εἶ­ναι νά με­λε­τᾶς φυ­σι­κή, ἀ­στρο­φυ­σι­κή, καί νά νο­μί­ζεις ὅ­τι αὐ­τό μπο­ρεῖ νά σέ σώ­σει. Ἄλ­λο ἡ ἐκ­παί­δευ­ση τοῦ ἀν­θρώ­που, (αὐ­τά κα­θο­ρί­ζον­ται ἀ­πό τόν Γρη­γό­ρι­ον τόν Θε­ο­λό­γον τόν 4ο αἰ­ώ­να) καί ἄλ­λο τό θέ­μα τῆς σω­τη­ρί­ας, τῆς αἰ­ω­νι­ό­τη­τός μας. Ὁ Ἅ­γι­ος Γρη­γό­ρι­ος ὁ Πα­λα­μᾶς δι­α­κρί­νει δύ­ο σο­φί­ες, δύ­ο γνώ­σεις. Ὅ­πως καί ὅ­λοι ὅ­σοι ἀ­κο­λου­θοῦν τήν πα­ρά­δο­ση ἀ­πό τόν Ἀ­πό­στο­λο Παῦ­λο καί τόν Ἰ­ά­κω­βο τόν Ἀ­δελ­φό­θε­ο μέ­χρι τόν Εὐ­γέ­νι­ο Βούλ­γα­ρη. Δέ­χε­ται ὅ­τι ἡ Ἀ­πο­κά­λυ­ψις εἶ­ναι ὑ­πέρ κα­τά­λη­ψιν. Δέ­χε­ται ὅ­τι ἡ Ἀ­πο­κά­λυ­ψις τοῦ Θε­οῦ εἶ­ναι ὁ Ἀ­λη­θι­νός Λό­γος τοῦ Θε­οῦ. Θά σᾶς πῶ δέ κά­τι πού κά­ποι­ους θά τούς ξε­νί­σει. Ἐ­μεῖς λέ­με συ­νή­θως ἡ Βί­βλος, ἡ Ἁ­γί­α Γρα­φή πε­ρι­έ­χει τό Λό­γο τοῦ Θε­οῦ. Δέν εἶ­ναι ἡ Βί­βλος ὁ Λό­γος τοῦ Θε­οῦ, ἀλ­λά εἶ­ναι κα­τα­γρα­φή τῆς Ἀ­πο­κα­λύ­ψε­ως τοῦ Θε­οῦ στήν καρ­δι­ά τῶν Ἁ­γί­ων, τῶν Προ­φη­τῶν καί τῶν Ἀ­πο­στό­λων. Ὁ Θε­ός δέν ἐ­πι­κοι­νω­νεῖ μέ γλῶσ­σα ἀν­θρώ­πι­νη. Ὁ Θε­ός δέν ἐ­πι­κοι­νω­νεῖ μέ κεί­με­να. Ὁ Θε­ός ἐ­πι­κοι­νω­νεῖ, εἰ­σερ­χό­με­νος δι­ά τοῦ Ἀ­κτί­στου Φω­τός Του μέ­σα στήν καρ­δι­ά τοῦ ἀν­θρώ­που, ὁ ὁ­ποῖ­ος φθά­νει νά γί­νει δε­κτι­κός τῆς Χά­ρι­τος τοῦ Θε­οῦ. Ἑ­πο­μέ­νως ἡ Βί­βλος δέν εἶ­ναι ὁ Λό­γος τοῦ Θε­οῦ κα­θε­αυ­τόν, εἶ­ναι «λό­γος πε­ρί τοῦ Λό­γου τοῦ Θε­οῦ». Προ­η­γεῖ­ται ἡ Ἀ­πο­κά­λυ­ψη τῆς κα­τα­γρα­φῆς της, τοῦ γράμ­μα­τος, τῆς Βί­βλου. Πι­στεύ­ω νά ἔ­γι­να κα­τα­νο­η­τός. Ἐ­κεῖ μᾶς ὁ­δη­γεῖ ὁ Ἅ­γι­ος Γρη­γό­ρι­ος ὁ Πα­λα­μᾶς. Ἐ­μεῖς μι­λοῦ­με συ­νε­χῶς γι­ά τήν Γρα­φή ὡς τόν Λό­γον τοῦ Θε­οῦ. Εἶ­ναι «λό­γος γι­ά τόν Λό­γο τοῦ Θε­οῦ». Ὁ Λό­γος τοῦ Θε­οῦ εἶ­ναι ἡ φα­νέ­ρω­ση τῆς Χά­ρι­τος τοῦ Θε­οῦ μέ­σα στήν καρ­δι­ά τῶν Προ­φη­τῶν, τῶν Ἀ­πο­στό­λων καί ὅ­λων τῶν Ἁ­γί­ων.

Ἡ Μέλλουσα Πανορθόδοξος Σύνοδος

Ἀ­γα­πη­τοί ἀ­δελ­φοί, οἱ Σύ­νο­δοι τοῦ 14ου αἰ­ῶ­νος δι­α­τυ­πώ­νουν τήν θε­ο­λο­γί­α πε­ρί τῆς Θεί­ας Χά­ρι­τος. Ἡ Ὀρ­θό­δο­ξη Πα­ρά­δο­ση δέ­χε­ται αὐ­τές τίς Συ­νό­δους ὡς 9η Οἰ­κου­με­νι­κή καί πα­νορ­θό­δο­ξα γί­νε­ται αὐ­τό ἀ­πο­δε­κτό ἀ­πό γνω­στούς Θε­ο­λό­γους. Δι­ό­τι καί ἡ Σύ­νο­δος αὐ­τή, ὅ­πως καί ἡ 8η τό 879, δι­α­φο­ρο­ποι­οῦν ρι­ζι­κά τήν ὀρ­θό­δο­ξη Ἐκ­κλη­σί­α, στήν πα­τε­ρι­κή συ­νέ­χει­ά της, ἀ­πό τόν χρι­στι­α­νι­σμό τῆς Δύ­σε­ως. Ὁ Ἅ­γι­ος Γρη­γό­ρι­ος ὁ Πα­λα­μᾶς, λοι­πόν, μέ τήν θε­ο­λο­γί­α του, καρ­πό τῆς πα­ρου­σί­ας τοῦ Ἁ­γί­ου Πνεύ­μα­τος μέ­σα στήν φω­τι­σμέ­νη ἀ­πό τό Ἅ­γι­ο Πνεῦ­μα καρ­δι­ά του, εἶ­ναι ὁ Πα­τέ­ρας τῆς 9ης Οἰ­κου­με­νι­κῆς Συ­νό­δου.
Ἕ­να ἐ­πί­και­ρο ἐ­ρώ­τη­μα εἶ­ναι: Ἡ μέλ­λου­σα νά συ­νέλ­θει πα­νορ­θό­δο­ξος Σύ­νο­δος τί θά κά­νει; Ἑ­τοι­μά­ζε­ται αὐ­τή ἡ Σύ­νο­δος, γι­ά νά μᾶς ὁ­δη­γή­σει, ὅ­πως δι­α­βά­ζου­με καί ὅ­πως βλέ­που­με, στήν ἀ­πο­δο­χή τοῦ πα­πι­σμοῦ καί τοῦ Προ­τε­σταν­τι­σμοῦ ὡς αὐ­θεν­τι­κῶν χρι­στι­α­νι­σμῶν. Αὐ­τό εἶ­ναι τό τρα­γι­κό. Εὔ­χο­μαι νά μή γί­νει πο­τέ. Ἀλ­λά ἐ­κεῖ ὁ­δη­γοῦν­ται τά πράγ­μα­τα. Ἐ­άν, λοι­πόν, συ­νέλ­θει ἡ Πα­νορ­θό­δο­ξος Σύ­νο­δος, πού θά ἔ­χει τόν χα­ρα­κτή­ρα γι­ά μᾶς Οἰ­κου­με­νι­κῆς Συ­νό­δου, ἐ­άν συ­νέλ­θει καί δέν δε­χθεῖ με­τα­ξύ τῶν Οἰ­κου­με­νι­κῶν Συ­νό­δων τήν 8η καί τήν 9η, θά εἶ­ναι ψευ­δο­σύ­νο­δος. Ὅ­πως ἡ Σύ­νο­δος Φε­ρά­ρας-Φλω­ρεν­τί­ας. Καί τό­τε ἐ­πε­βλή­θη ἀ­πό κά­ποι­ους δε­σπο­τά­δες Ἀ­να­το­λι­κούς καί Δυ­τι­κούς, ἐ­πε­βλή­θη ἡ Σύ­νο­δος Φε­ρά­ρας-Φλω­ρεν­τί­ας, ἀλ­λά ἦ­ταν ἀρ­κε­τή ἡ ἀν­τί­στα­ση ἐν Ἁ­γί­ῳ Πνεύ­μα­τι κά­ποι­ων κο­ρυ­φῶν τῆς πα­ρα­δό­σε­ώς μας, ὅ­πως ὁ Ἅ­γι­ος Μάρ­κος ὁ Εὐ­γε­νι­κός, ὥ­στε τε­λι­κά νά χα­ρα­κτη­ρι­στεῖ ψευ­δο­σύ­νο­δος. Αἱ­ρε­τι­κή Σύ­νο­δος, ἀ­πο­τυ­χη­μέ­νη Σύ­νο­δος, ἡ Σύ­νο­δος Φε­ρά­ρας-Φλω­ρεν­τί­ας.
Ἡ μέλ­λου­σα νά συ­νέλ­θει, λοι­πόν, Πα­νορ­θό­δο­ξος Σύ­νο­δος θά κρι­θεῖ σ’ αὐ­τό τό ση­μεῖ­ο. Ἐ­άν πα­ρα­κάμ­ψει αὐ­τές τίς δύ­ο Συ­νό­δους πού το­πο­θε­τοῦν τήν ὀρ­θο­δο­ξί­α ἀ­πέ­ναν­τι στόν Δυ­τι­κό χρι­στι­α­νι­σμό. Ἐ­κεῖ εἶ­ναι τό κρί­σι­μο ἐ­ρώ­τη­μα. Αὐ­τοί θέ­λουν νά πα­ρου­σι­ά­σουν τήν ἑ­νό­τη­τα, ὅ­τι ὁ Δυ­τι­κός Χρι­στι­α­νι­σμός εἶ­ναι πα­ράλ­λη­λη μορ­φή τῆς Ὀρ­θο­δο­ξί­ας τῶν Ἁ­γί­ων Πα­τέ­ρων. Ἐ­κεῖ κά­ποι­οι ἐρ­γά­ζον­ται, πρός τά ἐ­κεῖ κά­ποι­οι θέ­λουν νά ὁ­δη­γή­σουν. Ὁ Θε­ός ὅ­μως εἶ­ναι πά­νω ἀ­πό ὅ­λους μας.
Ἕ­να ψευ­δο­ε­πι­χεί­ρη­μα, λοι­πόν, πού κυ­κλο­φο­ρεῖ­ται στό χῶ­ρο τῆς δι­κῆς μας Θε­ο­λο­γί­ας, τῆς Ἀ­κα­δη­μα­ϊ­κῆς Θε­ο­λο­γί­ας, εἶ­ναι ὅ­τι οὐ­δε­μί­α Οἰ­κου­με­νι­κή Σύ­νο­δος κα­τε­δί­κα­σε τόν Δυ­τι­κό Χρι­στι­α­νι­σμό. Καί ὅ­μως ἔ­χου­με δύ­ο Οἰ­κου­με­νι­κές Συ­νό­δους, τοῦ 879 καί ἐκείνης τοῦ 14ου αἰ­ῶ­νος, πού δι­α­φο­ρο­ποι­οῦν τήν Ὀρ­θο­δο­ξί­α ἀ­πό τόν Δυ­τι­κό Χρι­στι­α­νι­σμό.
Εἶ­ναι τρα­γι­κό! Δέν ἐ­πι­χαί­ρω, οὔ­τε θρι­αμ­βο­λο­γῶ. Ἡ ἐ­πι­θυ­μί­α ὅ­λων μας πρέ­πει νά εἶ­ναι νά συ­ναν­τη­θοῦ­με στήν ἑ­νό­τη­τα τῶν Προ­φη­τῶν, τῶν Ἀ­πο­στό­λων καί τῶν Πα­τέ­ρων ὅ­λων τῶν αἰ­ώ­νων. Δι­α­φο­ρε­τι­κά κά­θε ἕ­νω­ση θά εἶ­ναι ψευ­δέ­νω­σις καί ὄ­χι μό­νον αὐ­τό, ἀλ­λά θά κα­τα­στρέ­φει καί θά δι­α­στρέ­φει κά­θε προ­σπά­θει­α, εἰ­λι­κρι­νή προ­σπά­θει­α, πού θέ­λει νά ὁ­δη­γη­θεῖ στό θέ­μα τῆς σω­τη­ρί­ας. Ὁ Ἅ­γι­ος Γρη­γό­ρι­ος ὁ Πα­λα­μᾶς ἐ­λέγ­χει τήν ση­με­ρι­νή κα­τά­στα­ση τῆς Ὀρ­θο­δο­ξί­ας. Ὑ­πάρ­χει σύγ­χυ­ση. Σχε­τι­κο­ποί­η­ση τῆς πί­στε­ως, πο­λι­τι­κοί συμ­βι­βα­σμοί. Οἱ δι­ά­λο­γοι οἱ ἐκ­κλη­σι­α­στι­κοί εἶ­ναι ἀ­πο­μί­μη­ση τῶν πο­λι­τι­κῶν συ­ζη­τή­σε­ων. Ἔτ­σι, ὁ Ἅ­γι­ος Γρη­γό­ρι­ος ὁ Πα­λα­μᾶς -γι’ αὐ­τό δέν γί­νε­ται εὐ­χά­ρι­στα δε­κτός- ἐμ­πνέ­ει δι­ά­θε­ση ὁ­μο­λο­γί­ας καί μαρ­τυ­ρί­ου ἀ­κό­μη, ἄν ὁ Θε­ός τό ἐ­πι­τρέ­ψει, στήν ἐ­πο­χή μας. Βο­η­θεῖ, ἐ­πί­σης, στή συ­νέ­χει­α τῆς Ὀρ­θο­δο­ξί­ας, τῆς Ὀρ­θο­δό­ξου Πα­ρα­δό­σε­ως. Ἡ ἐ­πα­νέκ­φρα­ση τῆς Πί­στε­ως μέ τά μέ­σα κά­θε ἐ­πο­χῆς δέν ἔ­χει τί­πο­τε τό κοι­νό μέ τήν ἀ­να­ζη­τού­με­νη ἀ­πό δι­κούς μας θε­ο­λό­γους Οἰ­κου­με­νι­στές «ἐ­πα­νερ­μη­νεί­α» τῆς πί­στε­ως. Δέν εἶ­ναι θέ­μα ἐ­πα­νερ­μη­νεί­ας, πῶς θά κα­τα­νο­ή­σου­με λ.χ. τό πα­πι­κό πρω­τεῖ­ο. Συγ­γνώ­μη γι­ά τήν φρά­ση, καί ὁ σκύ­λος χορ­τά­τος καί ἡ πί­τα ἀ­φά­γω­τη! Μά εἶ­ναι αὐ­τά σο­βα­ρά πράγ­μα­τα, ὅ­ταν παί­ζου­με «ἐν οὐ παι­κτοῖς»; Ὅ­ταν παί­ζου­με μέ τή σω­τη­ρί­α; Ὅ­ταν παί­ζου­με μέ τήν αἰ­ω­νι­ό­τη­τα; Δι­α­γρά­φου­με ὅ­λους τούς Ἁ­γί­ους ἐν ὀ­νό­μα­τι τῶν Ἁ­γί­ων. Δι­ό­τι τό πνεῦ­μα, τό ὁ­ποῖ­ον κυ­ρι­αρ­χεῖ, εἶ­ναι νά ἐκ­θει­ά­ζου­με τούς Ἁ­γί­ους. Κι ὅ­πως, μα­κα­ρί­της τώ­ρα, Ἀρ­χι­ε­πί­σκο­πος ἔ­λε­γε: Δε­χό­με­θα τόν Μάρ­κο τόν Εὐ­γε­νι­κό καί τόν τι­μᾶ­με. Ἐ­κεῖ­νος ἔτ­σι ἔ­πρε­πε νά μι­λή­σει στήν ἐ­πο­χή του, ἐ­μεῖς μι­λοῦ­με μέ τόν δι­κό μας τρό­πο στήν δι­κή μας ἐ­πο­χή. Κά­τι πα­ρό­μοι­ο ἐ­λέ­χθη. Ὁ Χρι­στός ὅ­μως εἶ­ναι πάν­τα ὁ αὐ­τός «πα­ρα­τει­νό­με­νος εἰς τούς αἰ­ῶ­νες». Καί ἡ πί­στη πού σώ­ζει εἶ­ναι μί­α συν­τα­γή, ἕ­να φάρ­μα­κο πού δέν ἀλ­λοι­ώ­νε­ται, δέν δέ­χε­ται ἀλ­λα­γές. Εἶ­ναι μί­α καί ἑ­νι­αί­α ἡ πί­στις. Ἡ ἀ­πο­δο­χή τοῦ Λό­γου τοῦ Θε­οῦ ἀ­πό τήν ἐμ­πει­ρί­α τῶν Ἁ­γί­ων, γι­ά νά γί­νει καί δι­κή μας ἐμ­πει­ρί­α.
Ἡ κα­τα­νό­η­ση, λοι­πόν, τῶν Ἁ­γί­ων, ὅ­πως ὁ Ἅ­γι­ος Γρη­γό­ρι­ος ὁ Πα­λα­μᾶς, θέ­τει τό πρό­βλη­μα τῆς ἀ­πο­δο­χῆς τῆς γλώσ­σας τῶν Ἁ­γί­ων. Ἡ γλώσ­σα τῶν Ἁ­γί­ων εἶ­ναι ἡ ἔκ­φρα­ση τῆς Ὀρ­θο­δό­ξου Πα­ρα­δό­σε­ως. Μέ αὐ­τή τή σκέ­ψη κα­τα­λή­γω κι εὔ­χο­μαι ὁ Ἅ­γι­ος Γρη­γό­ρι­ος ὁ Πα­λα­μᾶς νά συ­νο­δεύ­ει τή ζω­ή μας. Κα­λόν τό ὑ­πό­λοι­πον Στά­δι­ον τῆς Με­γά­λης Τεσ­σα­ρα­κο­στῆς καί Κα­λή Ἀ­νά­στα­ση!



Μπορείτε να δείτε τις προηγούμενες δημοσιεύσεις του ιστολογίου μας πατώντας το Παλαιότερες αναρτήσεις (δείτε δεξιά)