29/10/10

Ηλίας Μπάκος, Τους ιερείς ου δει σιγάν

πηγή: Ορθόδοξος Τύπος, 29/10/2010
ΤΟΥΣ ΙΕΡΕΙΣ ΟΥ ΔΕΙ ΣΙΓΑΝ
Του κ. Ηλία Μπάκου, Δρ. Θεολογίας -Φιλολογίας
Οἱ ἱερεῖς, ὡς διάδοχοι τῶν ἀποστόλων καί εὐαγγελιστῶν, δέν πρέπει νά σιωποῦν διϊσχυρίζονται οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, ἑρμηνεύοντες τήν εὐαγγελική ρήση “ἐάν οὗτοι σιωπήσωσιν καί οἱ λίθοι κεκράξονται” (Λουκ. 19,40). Και ὅπως βεβαιώνει ὁ ἀπόστολος Παῦλος, ὁ Κύριος δι᾽ ὁράματος τοῦ εἶπε: “μή φοβοῦ, ἀλλά λάλει καί μη σιωπήσῃς” (Πράξ. 18,9), διότι ἐπίσης κατά τόν ἴδιο Ἀπόστολο: “ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ οὐ δέδεται” (Β´ Τιμ. 2,9). Κατά συνέπεια οἱ ἱερεῖς ὁποιουδήποτε βαθμοῦ ἱερωσύνης λόγω τῆς ἰδιότητάς τους εὐαγγελίζονται τήν διά Χριστῷ θεία ἐξ Ἀποκαλύψεως ἀλήθεια, ἡ ὁποία εἶναι ὑπεράνω καί πέρα πάσης ἄλλης ἀλήθειας και τήν ὁποία δέν δικαιοῦνται νά σιωπήσουν σέ καμία περίπτωση. Σύστοιχος τῶν παραπάνω ἔρχεται και ὁ στρατηγός Μακρυγιάννης μέ την ἀπερίφραστη δήλωσή του, μέ την ὁποία παράλληλα πρός τήν θρησκευτική πίστη θέτει καί τήν πατριωτική καί ἐθνική διάσταση: “ὅταν μοῦ πειράζουν τήν Πατρίδα μου καί τήν Θρησκεία μου, θά μιλήσω, θά ἐνεργήσω καί ὅ,τι θέλουν ἄς μοῦ κάνουν”. Μ᾽ αὐτή τή φράση ἐκφράζει ὁ στρατηγός Μακρυγιάννης τήν ἀπόφασή του νά γράψει τά ἀπομνημονεύματά του καί νά πεῖ ὅλες τίς ἀλήθειες γιά τήν Πατρίδα καί τήν Πίστη στό Θεό. Αὐτή ἡ φωνή τοῦ Μακρυγιάννη ἑνωμένη με τήν εὐαγγελική καί πατερική φωνή τῶν ἁγίων Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας εἶναι τόσο ἰσχυρή, τόσο ἀληθής και θαρραλέα, πού καί σήμερα συγκλονίζει κάθε Ἕλληνα καί Ὀρθόδοξο χριστιανό- μᾶς θέτει ὅλους ἐνώπιον τῶν εὐθυνῶν μας ἔναντι τοῦ Ἔθνους καί τῆς Πίστεώς μας.....
Ἡ ὑλική καί πνευματική κρίση, πού μαστίζουν τήν χώρα μας ἐπιβάλλουν νά ἀκουστεῖ ἡ φωνή ὅλων μας για τό Ἔθνος καί τήν Πίστη μας. Εἶναι σχεδόν πανθομολογούμενο ὅτι ἡ ἐθνική μας ὑπόσταση συρρικνώνεται καί ἀποδυναμώνεται προοδευτικῶς καί πολυτρόπως: ἡ Ἱστορία στρεβλώνεται καί στή συνέχεια ἐξοβελίζεται, γίνεται προαιρετικό- ἡ γλώσσα πτωχαίνει, ὁ πολιισμός σιωπᾶται καί περιορίζεται, τά Θρησκευτικά ὑποβαθμίζονται, περιορίζονται οἱ ὧρες διδασκαλίας καί προτείνεται ἀπό τό Ὑπουργεῖο Παιδείας νά γίνουν προαιρετικό Μάθημα, δηλαδή ἐπιλεγόμενο. Ἡ ἀπάντηση, πού ἔδωσε σέ ἔγγραφο τῆς ΠΕΘ (15.10.2010) ἡ συνεργάτις τῆς Ὑπουργοῦ Μαρία Μαραγκουδάκη εἶναι ἀποκαλυπτική ὅτι ἡ ἀπόφαση τοῦ Ὑπουργείου εἶναι προειλημμένη γιά τό μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν, τήν παραθέτουμε: «Ἀρχή μας εἶναι ὅτι ἕνα μάθημα ὡς ἐπιλεγόμενο ἀντιμετωπίζεται μέ σεβασμό ἀπο ἐκείνους τούς μαθητές, πού τό ἐπιλέγουν. Γιά τό λόγο αὐτό τά Θρησκευτικά, ὅπως ἄλλωστε και πλῆθος ἄλλων μαθημάτων π.χ. Ἱστορία, Φυσική, Χημεία, Οἰκονομία, Κοινωνιολογία κ.ἄ. πιστεύουμε ὅτι καλό εἶναι νά ἐπιλέγονται ἀπό τούς μαθητές. Ἄλλωστε στό κέντρο τοῦ νέου σχολείου θέλουμε να βρίσκεται ὁ μαθητής». Καί τό ἐρώτημα: ἐνῶ συμβαίνουν ὅλα αὐτά καί πολλά ἄλλα ἡ Διοικοῦσα Ἐκκλησία τί πράττει; Ἤ τί θα πράξει; Ἄς σημειωθεῖ ὅτι καί ἡ ἴδια ἡ Ἐκκλησία, κατά τό ἀνθρώπινον, ἀντιμετωπίζει καί θά ἀντιμετωπίσει πολύ σύντομα σοβαρά προβλήματα, ἐάν ἄμεσα δέν ἐκπονήσει πρόγραμμα ἑνιαίου ποιμαντικοῦ σχεδιασμοῦ καί ἑνοποίηση ὑλικῶν και πνευματικῶν δυνάμεων καί μέσων, πού ἀκόμη διαθέτει. Ἡ ἀποδόμηση
τῆς Πίστεως εἶναι πρό καί ἐντός τῶν πυλῶν. Ὀλιγωρία στήν ἀξιοποίηση τῶν πτυχιούχων Θεολόγων, ὕστερα από ἀξιολόγηση καί ἐπιλογή γιά τήν χρησιμοποίησή τους στήν ἐσωτερική ἱεραποστολή, ἰδίᾳ τῶν κενῶν ἱερέως ἐνοριῶν, δέν δικαιολογεῖται. Ἔρχονται χαλεποί καιροί, πού ὄχι μόνον δέν θά ὑπάρχουν πρόθυμοι θεολόγοι νά ὑπηρετήσουν ἀλλά τό χειρότερο θά γίνουν καί ἐχθροί τῆς Ἐκκλησίας. Και ἀσφαλῶς καί τό 4% τῆς ἐκκλησιαστικῆς περιουσίας, πού ἀπένειμε θα ἐξανεμισθεῖ, ὅπως ἐκεῖνο τό 96%, πού πῆρε ἡ Πολιτεία καί σχεδόν δεν ἀναγνωρίζεται ἀπό κανένα.
Ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος ἔχει ἄμεση σχέση μέ τήν Ἱστορία τοῦ Γένους τῶν Ἑλλήνων. Ἔχει κοινή πορεία στά πεπερασμένα στοιχεῖα: γλώσσα, ἱστορία, ὅπως ἔχει καί ἀλληλοδανεισμό ὅλων αὐτῶν, τά ὁποῖα τά προσέλαβε καί τά ἐπένδυσε–τά μεταστοιχείωσε μέ τό λόγο καί τή χάρη τοῦ Θεοῦ, τά ὑπερέβη, τά συντήρησε στό πέρασμα τῶν αἰώνων καί τά ὑπερασπίσθηκε με τήν ἀρχή τῆς Ἐθναρχίας σέ κρίσιμες ἐποχές τοῦ Ἔθνους.
Συμπέρασμα: αὐτή ἡ διαχείριση τῶν ἐθνικῶν καί θρησκευτικῶν μας θεμάτων στήν Ἑλλάδα ἀπό τήν Πολιτεία καί τήν Διοικοῦσα ᾽Εκκλησία δέν εἶναι σήμερα ἡ καλύτερη σχεδόν ἀκυρώνει τούς θεσμούς, την ἱστορία,τόν πολιτισμό καί τό μέλλον αὐτοῦ τοῦ τόπου. Τή φωνή τοῦ Μακρυγιάννη καί τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας ὀφείλουμε νά τήν ἀκούσουμε ὅλοι μας. Ἀλήθεια, ποιά εἶναι ἡ φωνή τοῦ πνευματικοῦ κόσμου; Ποιά εἶναι ἡ φωνή τῆς Ἀκαδημίας τῶν Γραμμάτων καί τῶν Τεχνῶν, τῶν Ἀκαδημαϊκῶν διδασκάλων; Ποιά εἶναι ἡ φωνή τῆς Ἱεραρχίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλ λάδος –κάποιων Ἱεραρχῶν; Ἄλλοτε ὅταν οἱ φωνές αὐτές δέν ὑπῆρχαν, ἡ Ἐκκλησία ὕψωνε στεντόρεια τη φωνή της καί μέ τήν ἰδιότητα τοῦ Ἐθνάρχη ἐκάλυπτε τό κενό και προστάτευε τήν πίστη στόν Χριστό, τήν Ἱστορία, τή γλώσσα, τή χώρα καί τόν πιστό λαό τοῦ Θεοῦ. Ἡ φωνή τοῦ λαοῦ, μολονότι ἰσχυρή, δεν περνάει μέσα ἀπό τούς θεσμούς τῆς Πολιτείας, δέν ἀκούεται και δέν προβάλλεται ἀπό τά μέσα κοινῆς (ὄχι μαζικῆς) ἐνημέρωσης. Αὐτή ἡ ἀπεγνωσμένη φωνή τοῦ λαοῦ, τοῦ Ἔθνους ὁλοκλήρου, ἑνω μένη μέ ἐκείνη τοῦ Μακρυγιάννη δέν θά προβληθεῖ ἀπό την Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ τῆς ὁποίας: «ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ καί ἐνεργής και τομώτερος ὑπέρ πᾶσαν μάχαιραν δίστομον καί διϊκνούμενος ἄχρι μερισμοῦ ψυχῆς τε καί πνεύματος, ἁρμῶν τε καί μυελῶν, καί κριτικός ἐνθυμήσεων καί ἐννοιῶν καρδίας»εἶναι; (Ἑβρ. 4,12).
Ἡ Διοικοῦσα Ἐκκλησία χρεώνεται, δίκαια ἤ ἄδικα ὁ χρόνος θά το δείξει, ἀδιαφορία γιά τό ὅλον θέμα, ἀφοῦ δέν ἀκούεται ἡ Φωνή της ἀπό τούς κορυφαίους φορεῖς της οὔτε ἀντικρούονται οἱ θέσεις τοῦ Ὑπουργείου Παιδείας ἀπό τά ἔντυπά της καί ἰδιαίτερα ἀπό τόν Ραδιοφωνικό Σταθμό τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος. Ἡ κατάργηση τῆς ἐκπομπῆς τῆς ΠΕΘ ἀφήνει πολλά ἐρωτηματικά στούς συναδέλφους θεολόγους –οἱ ὁποῖοι συνεχῶς διαμαρτύρονται– καθώς και στό εὐρύτερο ἀκροατήριο. Ἡ «ἱερατική ἀκινησία» γιά τό Μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν καί πολλά ἄλλα (π.χ. ἡ κάρτα), ἡ ἀφωνία τοῦ Ραδιοφωνικοῦ Σταθμοῦ τῆς Ἐκκλησίας καί τῶν ἐντύπων τῆς Ἐκκλησίας, ἡ χλιαρή στάση και ἀνοχή φορέων τῆς ᾽Εκκλησίας, ἴσως, δηλώνουν συμπόρευση μέ τις θέσεις τοῦ Ὑπουργείου Παιδείας καί συνθέτουν, χωρίς ὑπερβολή, ἔνοχη σιγή, ἐνῶ «τούς ἱερεῖς οὐ δεῖ σιγᾶν τήν σεσιωπημένην ἀλήθειαν» κατά τόν Διονύσιο τόν Ἀλικαρνασέα (1,76).
Ὅσοι (ἐννοεῖται θεολόγοι και κληρικοί) αὐτήν τήν στιγμήν δεν ἀντιδροῦν ὑπέρ τοῦ Μαθήματος τῶν Θρησκευτικῶν καί γενικώτερα ὑπέρ τῆς Ὀρθοδόξου Χριστιανικῆς πίστεως καί τῶν ἐθνικῶν μας ἰδεωδῶν, τά ὁποῖα εἶναι συναφῆ προς τήν Πίστη καί τήν Ἱστορία μας και «περί ἄλλα τυρβάζουν» καθίστανται ἀναμφισβήτητα συνοδοιπόροι καί συνυπεύθυνοι μέ τούς πρωτεργάτες καί ἐμπνευστές τῆς ἀποδομήσεως τῆς Ὀρθοδοξίας καί τοῦ Ἔθνους εἰδικώτερα. Ὅσοι ἐπιδιώκουν καί ζητοῦν «νέα νομιμοποιητική βάση» γιά τό μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν καί τίς σχέσεις Ἐκκλησίας καί Πολιτείας, ὅσοι προτείνουν ἀλλαγή τοῦ χαρακτῆρος τοῦ μαθήματος τῶν Θρησκευτικῶν ἤ την προαιρετικότητα αὐτοῦ, ὅσοι διακηρύσσουν ἀλλότρια πρός τήν διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας καί τοῦ Ὀρθοδόξου Χριστιανικοῦ μαθήματος, (πρβ. μεταπατερική, συναφειακή θεολογία, θρησκειολογικό, πολιτιστικόν μάθημα κ.λπ.), στήν καλύτερη περίπτωση συμπορεύονται μέ τούς ἀρνητές τῆς Πίστεως και τούς ἐχθρούς τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ. Καί ἀσφαλῶς ἡ εὐθύνη τους εἶναι πολύ μεγάλη, γιά ὅτι συμβαίνει εἰς βάρος τοῦ μαθήματος καί τῆς Ἐκκλησίας. Ὅσοι ἀκολουθοῦν ἄκριτα καί ἀβασάνιστα τήν Παγκοσμιοποίηση, ὅσοι ἐπαγγέλονται νεωτερισμούς, πού δεν συνάδουν μέ τήν Ὀρθοδοξία και τόν Ἑλληνικό πολιτισμό, ὅσοι παριστάνουν τόν ἑαυτό τους ὡς φορέα τοῦ νέου καί σύγχρονου, μᾶλλον δίδουν τήν ἐντύπωση ὅτι οἱ ἴδιοι εἶναι γηρασμένοι καί κενοί, εἶναι σύμβολα παρακμῆς ἐκκλησιαστικοῦ καί θεολογικοῦ λόγου.Στήν προκειμένη συγκυρία μποροῦμε νά ἐπικαλεσθοῦμε τό ἀξίωμα τῆς Ἱστορίας: «ὅτι οἱ πνευματικοί ἀγῶνες σπάνια εἶχαν σύμμαχο τήν ἐξουσία– Πολιτική ἤ Ἐκκλησιαστική» (κλασσικό παράδειγμα οἰ πνευματικοί ἀγῶνες ἐπί εἰκονομαχίας). Ἡ δικαιοσύνη τοῦ Θεοῦ καί ἡ κύρωση τῆς ἱστορίας εἶναι ἀδέκαστα γιά ὅλους μας.
Εὐχόμαστε ἐπί τέλους νά λυθεῖ «ἡ ἔνοχη σιγή» πολλῶν καί να ἀκουσθεῖ παντοῦ «ὁ λόγος του Θεοῦ».
Γιά τούς λόγους αὐτούς ἐπιβάλλεται: Πρῶτον νά λειτουργήσει ὁ ἱερός ἄμβωνας τῆς Ἐκκλησίας και νά ἀναδείξει τό ἔγκλημα, πού γίνεται εἰς βάρος τοῦ μαθήματος τῶν Θρησκευτικῶν, τῆς χριστιανικῆς Πίστεως, τοῦ Ἔθνους καί τῆς Παιδείας, εἰδικώτερα μέ τά ὑπό σύνταξη νέα προγράμματα τοῦ Ὑπουργείου Παιδείας, Δεύτερον, νά δοθεῖ ἀπό τήν Δ.Ἱ. Σύνοδο τῆς Ἐκκλησίας, Ραδιοφωνικός χρόνος –σέ τακτά χρονικά διαστήματα– στην ΠΕΘ γιά νά ὑποστηρίξει, ὡς καθ᾽ ὕλην ἁρμόδια καί ἀκόλουθος τῆς διδασκαλίας τῆς Ἐκκλησίας, τό μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν μέ σαφήνεια καί ὑπευθυνότητα. Ἄλλωστε σκοπός τοῦ Ραδιοφώνου τῆς Ἐκκλησίας εἶναι νά προβάλει καί νά καλλιεργήσει ἀφ᾽ ἑνός το ποιμαντικό ἔργο καί ἀφ᾽ ἑτέρου τις ἰδιαιτερότητες τοῦ ἐθνικοῦ μας βίου, τήν ἐθνική Ἱστορία καί τόν πολιτισμό μας. Τό εὐχόμαστε.

1 σχόλιο:

Ανώνυμος είπε...

Πολύ καλό άρθρο.

Καλλίστρατος

Μπορείτε να δείτε τις προηγούμενες δημοσιεύσεις του ιστολογίου μας πατώντας το Παλαιότερες αναρτήσεις (δείτε δεξιά)