11/5/09

Δημήτρης Νατσιός, Ελληνοκεντρικότητα ή πολυπολιτισμικότητα

Γράφει ο Δημήτρης Νατσιός, Δάσκαλος-Κιλκίς

Ελληνοκεντρικότητα ή πολυπολιτισμικότητα
«γιατί να μας ενδιαφέρουν οι επόμενες γενιές. Τι έκαναν αυτές για μας;»
Γ. Μαξ (κωμικός)

Έχω μπροστά μου την κυριακάτικη έκδοση της «Καθημερινής». (3 Μαΐου). Διαβάζω ένα άρθρο με τίτλο «Συμμαθητής και όχι εισβολέας». Στο κείμενο κρίνεται και κατακρίνεται το «μονογλωσσικό, μονοπολιτιστικό ελληνικό σχολείο». Δηλαδή, αν και το 17% του μαθητικού πληθυσμού στη χώρα μας είναι αλλοδαποί, (με ποιο ποσοστό άραγε ικανοποιούνται οι φαυλόβιοι του αντιρατσισμού, 40%, 50%, το κράτος δεν φροντίζει να ιδρύσει διαπολιτισμικά σχολεία ή να δώσει στην παρεχόμενη εκπαίδευση πολυπολιτισμική χροιά.
Με λίγα λόγια να εξοβελιστεί από την Παιδεία η εναπομείνασα ελληνοκεντρικότητα και να προσαρμοστεί στις πολιτισμικές ανάγκες των αλλοδαπών μαθητών. Στο άρθρο ενοχοποιούνται οι Έλληνες γονείς, γιατί «αποφεύγουν να στέλνουν τα παιδιά τους σε σχολεία με πολλές εθνικότητες». Δάσκαλοι και καθηγητές, γιατί είναι ανίκανοι να συμβάλλουν στην ενσωμάτωση, το κράτος που δεν θεσπίζει δίγλωσσα προγράμματα. Γενικά, όλος ο λαός, εμείς οι αυτόχθονες ιθαγενείς, είμαστε ένοχοι, γιατί δεν μπορούμε να ανταποκριθούμε στις υψηλές απαιτήσεις και τις προσδοκίες των αλλοδαπών.
Για να επανέλθουμε όμως στον κεντρικό προβληματισμό του άρθρου της «Καθημερινής», ποιο είναι σωστό; Ο θεσμός του (ελληνικού) σχολείου να προσαρμοστεί στην ιδιαιτερότητα ή διαφορετικότητα του μαθητή ή το αντίστροφο πρέπει να συμβεί; Αν, όπως προκρίνουν οι προοδευτικόφρονες, συμβεί το δεύτερο (προς τα εκεί οδεύουμε) και μεταβληθούν τα σχολειά σε πολυπολιτισμικό, συνονθυλευματικής υφής, πράγμα, τότε για ποια ενσωμάτωση των αλλοδαπών κόπτονται;
Ενσωμάτωση, αν καταλαβαίνω σωστά την λέξη, σημαίνει σεβασμό, εγκόλπωση, υιοθέτηση από τον αλλοδαπό, του πολιτιστικού παραδείγματος της χώρας που τον φιλοξενεί. Ο ρόλος του σχολείου δεν είναι να εντάξει την διαφορετικότητα (ή πολυπολιτισμικότητα) στο πρόγραμμά του, αλλά να βοηθήσει όλους τους μελλοντικούς πολίτες, όσο διαφορετικοί και αν είναι, να «συναντηθούν» γύρω από κάποιες κοινές αξίες και γνώσεις, που χειραφετούν και ενώνουν ταυτόχρονα.
Τουναντίον μάλιστα, αν το σχολείο, η Παιδεία, απαρνηθεί αυτήν την ενοποιητική της αποστολή και διολισθήσει στην πολυπολιτισμική αερολογία, τότε αποβαίνει συντελεστής μη ενσωμάτωσης και περιθωριοποίησης των αλλοδαπών μαθητών.
Αυτή όμως η πρόταση όλων αυτών των κοτσανολόγων, εμπεριέχει βαθιά περιφρόνηση γι’ αυτό που ονομάζουμε πολιτιστική μας κληρονομιά. Ο ελληνικός πολιτισμός, και στην αρχαία και στην χριστιανική εκδοχή του, κομίζει πρόταση ζωής πανανθρώπινης εμβέλειας. Σήμερα, στο όνομα ενός νεφελώδους ιδεολογήματος περί «ανοίγματος στον άλλο», εξοβελίζουμε από την εκπαίδευση αυτήν την λαμπρή κληρονομιά, καταδικάζοντας και τους γηγενείς μαθητές σε ανατριχιαστική ημιμάθεια, στερώντας και από τους αλλοδαπούς τα κλειδιά της γόνιμης και υγιούς ενσωμάτωσης.
Η μελέτη, για παράδειγμα, του Ομήρου, του Πλάτωνα, του Πλούταρχου, των αρωματισμένων από φιλανθρωπία έργων των Πατέρων της Εκκλησίας, του Σεφέρη, του Ελύτη - πνευματικά αριστουργήματα της οικουμένης- προσφέρει τα «εργαλεία» για ειρηνική συνύπαρξη, ορίζει την κοινή κληρονομιά που πρέπει να προτείνει το σχολείο, σ’ όλους τους πολίτες.
Ο μαθητής από το Αφγανιστάν – και απ’ όπου γης- δεν ενσωματώνεται λέγοντάς του «καλημέρα» στα αφγανικά, όπως προτείνει κάποια με «ευαισθησία γι’ αυτά τα ζητήματα» εκπαιδευτικός» (όλοι οι άλλοι είμαστε αναίσθητοι), ή διδάσκοντάς του τη λογοτεχνία της χώρας του. Αυτό διαιωνίζει την αποξένωση, τροφοδοτεί την απόρριψη.
Οι αλλοδαποί οικειώνονται γρήγορα την γλώσσα μας. Αν, κατόπιν, τους «μυήσεις» στην ομορφιά των Ελλήνων κλασικών, τους μορφώσεις με το έξοχο ελληνικό πνεύμα, τους κέρδισες. Αντί για έναν αυριανό γκετοποιημένο μουσουλμάνο, επιρρεπή στο έγκλημα, εχθρικό και καχύποπτο, δημιουργείς έναν φιλέλληνα μετανάστη, μέτοχο της Ελληνικής Παιδείας, κατά την αξεπέραστη ρήση του Ισοκράτη.
Οι υπέρμαχοι της πολυπολιτισμικής σάχλας, άλλοι ενσυνείδητα, άλλοι ανεπίγνωστα (λόγω βλακείας) προτείνοντας την αλλοίωση του σχολείου και την μετατροπή του σε «προσφυγικό καταυλισμό», ουσιαστικά ροκανίζουν τα θεμέλια του κράτους μας, οικοδομούν το «κουκουλοφόρο» μέλλον του τόπου μας. Αν δεν ήταν πνευματικά αιχμάλωτη η χώρα μας, στους παντοειδείς αντιρατσιστές, αντιεθνικιστές και λοιπούς χαραμοφάηδες, που περιφέρουν την αβάσταχτη ελαφρότητά τους και την μοσχοπουλούν ως προοδευτικότητα, θα προσπαθούσαμε να τονώσουμε την ελληνοκεντρικότητα του σχολείου, επιμένοντας σ’ αυτά για τα οποία ακόμη καμαρώνουμε. «Συμμαθητής και όχι εισβολέας», λέει το άρθρο, αλλά η μόνη εισβολή του συμβαίνει σήμερα είναι της πολυπολιτισμικής ανοησίας στο ελληνικό σχολείο.
Την πληρώνουν όμως και οι Έλληνες μαθητές. Ήδη τα βιβλία της γλώσσας παραπέμπουν σε «ζάπινγκ», το νήμα με το παρελθόν, την ιστορική συνέχεια κόβεται, ανοίγουμε τόσο πολύ τα σχολεία στον «σύγχρονο» κόσμο, ώστε «αν χτες βρισκόμασταν στο χείλος της αβύσσου, σήμερα είμαστε έτοιμοι να κάνουμε ένα μεγάλο βήμα μπρος». Μέσα στην ίδια λογική της αγνώστου προελεύσεως πολυπολιτισμικότητας, ως μέσον δήθεν εντάξεως των μεταναστών, στην ουσία αποτάξεως του εθνικού μας προσώπου, περιλαμβάνεται και η λυσσώδης πολεμική κατά του μαθήματος των θρησκευτικών. (Προσοχή! Γλώσσα, Ιστορία, Θρησκευτικά είναι τα τρία μαθήματα, που αφυδατώνονται από τους, συνεκτικούς για τον λαό μας, χυμούς).
Το καρύκευμα και στην περίπτωση των Θρησκευτικών είναι το ίδιο: οι τάξεις είναι πλέον πολυεθνικές, άρα, οφείλουμε σεβόμενοι διαφορετικές «δόξες» και…. λόξες, να τα μετατρέψουμε σε θρησκειολογία. Μια παρέκβαση όμως ειδικά για τους Ελληνόπαιδες: «Θα πρέπει να μην λησμονούμε ότι, όπως ωραία έχει διατυπωθεί, το γένος μας είναι μονήρες και ανάδελφον. Οι Σλάβοι είναι εκατοντάδες εκατομμυρίων∙ οι Άραβες και οι Φράγκοι επίσης. Μοναχικοί και ολιγάριθμοι, χωρίς αδελφούς ή συγγενείς λαούς, δεν πρέπει να υπολογίζουμε στην άδολη βοήθεια κανενός, δεν θα βρούμε στήριγμα παρά στους Πατέρες, που αιώνες τώρα με την θυσία τους παραδίδουν από γενεά σε γενεά την πίστη που μας σώζει εν Εκκλησία. Η Εκκλησία κατ’ αυτόν τον τρόπο αποδεικνύεται μια συνεχής διάβαση, ένα συνεχές Πάσχα, υπό την έννοια ότι όποιος τη ζει αφήνει τον εαυτό του για να συναντήσει τον άλλο άνθρωπο. Εάν χάσουμε αυτή την πίστη όλα χάνονται, αφού εκλείπει ο εθνικός μας λόγος υπάρξεως.
Δεν έχουμε σκοπό να επιβληθούμε ως έθνος στους λαούς∙ σκοπός μας είναι ν’ ανοιχτούμε σ’ όλους και ν’ ανοιχτούν όλοι παντού. Αφ’ ης στιγμής ο δεσμός (της Παιδείας) με την παραδόσιμη πίστη σπάσει, η ώρα του τέλους επίκειται». (Στέλιος Ράμφος, «Κυριακοδρόμιο», εκδ. Κέδρος, σελ. 23). Εξαιρετικό κείμενο. Η παιδεία μας οφείλει να υπηρετήσει το Γένος, να φέρει σε επαφή τα νεαρά βλαστάρια του με τα πολυτίμητα πνευματικά του κοιτάσματά. Αυτή η Παιδεία, η ελληνοκεντρική, η ρωμέηκη, μεταμορφώνει τον «παλαιόν άνθρωπο», τον απαλλάσσει από την καταστροφική αποθέωση του εγωτικού εαυτού, πλάθει τον άνθρωπο της θυσίας. Πολυπολιτισμικότητα σημαίνει καχεξία, μικροψυχία, απονέκρωση του πνεύματος, μαράζωμα του εαυτού. Πώς να ενσωματώσει, να εναγκαλισθεί τον άλλο ο νεκρός; «Άφες», λοιπόν, τους πολυπολιτισμικούς «νεκρούς θάψαι τους εαυτών νεκρούς».
.
πηγές:Ρεσάλτο - Ακτίνες

Διαβάστε και το σχολιαζόμενο άρθρο της Καθημερινής "Συμμαθητής και όχι εισβολέας"

«Συμμαθητής και όχι εισβολέας»
Η μη ενσωμάτωση των αλλόφωνων παιδιών στο σχολικό περιβάλλον αντανακλάται στην κοινωνία

Της Μαριας Δεληθαναση
«Μπαίνοντας στην τάξη, λες καλημέρα και στα αλβανικά, για να καταλάβουν όλοι ότι ο συμμαθητής που μιλάει άλλη γλώσσα, δεν είναι εχθρός ή εισβολέας», δηλώνει χαρακτηριστικά στην «Κ», έμπειρη εκπαιδευτικός για ένα ζήτημα που αγγίζει γονείς και μαθητές, Ελληνες και αλλοδαπούς, σχεδόν σε όλα τα δημόσια σχολεία. Την ίδια ώρα που οι αλλοδαποί μαθητές αποτελούν το 17% του συνολικού μαθητικού πληθυσμού, τα διαπολιτισμικά σχολεία στη χώρα μας αποτελούν μόλις το 0,17% του συνόλου. Την ίδια ώρα που ο αριθμός π.χ. Αλβανών φοιτητών σε ελληνικά ΑΕΙ εκτινάχθηκε τα τελευταία χρόνια, σε ελάχιστα σχολεία τηρείται η λειτουργία τάξης υποδοχής για τους αλλοδαπούς ούτε ακολουθείται φροντιστηριακή υποστήριξη. Παράλληλα, πολλοί Ελληνες γονείς αποφεύγουν να στέλνουν τα παιδιά τους σε σχολεία με πολλές εθνικότητες, δάσκαλοι και καθηγητές ρίχνονται απροετοίμαστοι στη διδασκαλία, η μη ενσωμάτωση των μικρών αλλοδαπών στη σχολική πραγματικότητα, αντανακλάται ευθέως και στην κοινωνία.
Εμπόδιο οι σκάλες
«Για ένα παιδί με κινητικά προβλήματα που προσπαθεί να πάει στον β΄ όροφο, όπου στεγάζεται η τάξη του, δεν είναι εμπόδιο τα δικά του πόδια αλλά οι σκάλες», σχολιάζει στην «Κ» ο καθηγητής Παιδαγωγικής του ΑΠΘ κ. Γεώργιος Τσιάκαλος μιλώντας για το εκπαιδευτικό πρόβλημα των παιδιών που ανήκουν σε ευάλωτες κοινωνικές ομάδες, εν προκειμένω των αλλόφωνων παιδιών. Ο ίδιος, επικεφαλής της μεταρρύθμισης των αναλυτικών εκπαιδευτικών προγραμμάτων της Κύπρου, σημειώνει ότι «στη χώρα μας έχουν γίνει παρεμβάσεις στην καθημερινή ζωή ορισμένων σχολείων που απέδειξαν ότι μπορούμε να έχουμε πετυχημένα εκπαιδευτικά συστήματα, με τα παιδιά των ξένων να παρουσιάζουν γνωστικές επιδόσεις που αναμένονται από παιδιά της ηλικίας τους και τα παιδιά των Ελλήνων να έχουν υψηλότερες από αυτές που διαπιστώνονται σε αντίστοιχα περιβάλλοντα».
Το υπάρχον σύστημα όμως, δεν τηρεί καν τα θεσμοθετημένα στο πλαίσιο του «μονοπολιτισμικού» χαρακτήρα του: Σε κανένα σχολείο δεν τηρείται η λειτουργία τάξης υποδοχής, όταν υπάρχουν εννέα μαθητές μετανάστες, ποτέ δεν έγιναν διαπιστωτικά τεστ με την έναρξη και τη λήξη των (διετών) τάξεων υποδοχής, ώστε να αποτιμάται η πρόοδος των μαθητών. Ο νόμος ορίζει επίσης ότι με την ολοκλήρωση της τάξης υποδοχής, τα αλλόφωνα παιδιά κάνουν δύο ώρες κάθε απόγευμα φροντιστηριακό μάθημα. Μοναδική απάντηση του υπ. Παιδείας σε όλα αυτά είναι ότι στα δημοτικά υπάρχει δομική έλλειψη δασκάλων και θα χρειασθούν πέντε χρόνια για να καλυφθούν τα κενά με νέους αποφοίτους των παιδαγωγικών σχολών. Στα γυμνάσια, τα τμήματα αυτά ξεκινούν μετά τον Νοέμβριο, όταν παρουσιάζονται οι ωρομίσθιοι και χάνεται το κρίσιμο πρώτο τρίμηνο. Την ίδια στιγμή, η διεύθυνση Διαπολιτισμικής Εκπαίδευσης –που ούτως ή άλλως αποτελεί παραπαίδι του υπ. Παιδείας– ασχολείται κυρίως με τα παιδιά των παλιννοστούντων Ελλήνων και ελάχιστα με αυτά των μεταναστών. Και ενώ οι αλλοδαποί μαθητές έχουν φθάσει το 17% του μαθητικού πληθυσμού της χώρας, τα διαπολιτισμικά σχολεία συνεχίζουν να αποτελούν μόλις το 0,17%. Αλλά και σε αυτά δεν υπάρχουν τα κατάλληλα βιβλία.
«Ο,τι γίνεται μέσα στο σχολείο εναπόκειται σε πρωτοβουλία του διευθυντή και του συλλόγου διδασκόντων», σημειώνει η κ. Αννα Τριανταφυλλίδου, ερευνήτρια και επίκ. καθηγήτρια στο Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης, στην έρευνα της οποίας για το ευρωπαϊκό πρόγραμμα «Emilie» διαπιστώνονται πολλές από τις παραπάνω ελλείψεις. Οπως χαρακτηριστικά σημειώνεται, «στελέχη του υπ. Παιδείας δεν φαίνεται να γνωρίζουν τις προκλήσεις που αντιμετωπίζουν καθηγητές και σχολεία σχετικά με την ενσωμάτωση των αλλοδαπών μαθητών». Οχι τυχαία, οι Ελληνες γονείς αποφεύγουν τα σχολεία με πολλές εθνικότητες. «Αυτό που φαίνεται ως ξενοφοβία, στην πραγματικότητα αποτελεί δείκτη της δυσπιστίας των Ελλήνων γονέων στην ικανότητα του εκπαιδευτικού συστήματος να διαχειρισθεί τα θέματα γλωσσικής ανομοιογένειας στις τάξεις με τρόπο ώστε κανένα παιδί να μη στερείται την καλή εκπαίδευση», συμπληρώνει ο κ. Τσιάκαλος.
Δάσκαλοι και καθηγητές
Αλλά και οι δάσκαλοι και οι καθηγητές, μπαίνουν απροετοίμαστοι στη μάχη, η μοναδική Παιδαγωγική Σχολή που «εφοδιάζει» τους φοιτητές με σχετική εκπαίδευση είναι αυτή του ΑΠΘ. Οπως δηλώνει στην «Κ» η κ. Βάση Νικολάου, δασκάλα και από τα ιδρυτικά μέλη των «Πίσω Θρανίων» (από τις πρώτες εθελοντικές οργανώσεις για εκμάθηση ελληνικών σε μετανάστες), «έχεις μια τάξη 20 παιδιών και πρέπει να δουλέψεις σε 15 διαφορετικά επίπεδα. Ομως το σφιχτό αναλυτικό πρόγραμμα σου δένει τα χέρια και μερικές φορές δεν ξέρεις τι να κάνεις. Πρέπει να καλλιεργήσεις σχέση με το παιδί και τους γονείς. Μπαίνεις στην τάξη και λες «καλημέρα» στα αλβανικά για να γίνει αποδεκτό ότι ο συμμαθητής που μιλάει άλλη γλώσσα δεν είναι εχθρός και εισβολέας. Αν τα παιδιά αντιμετωπίσουν απόρριψη και μέσα στην τάξη, δεν προχωρούν με τίποτα. Η εκπαίδευση πρέπει να είναι εξίσου για το παιδί από την Αλβανία ή το Αφγανιστάν, για τον Κωστάκη που είναι αργός και για το άλλο παιδί που έχει από πίσω γονεϊκή φροντίδα»…
«Το πρόβλημα στα σχολεία δεν είναι οι μετανάστες», υπογραμμίζει στην «Κ» ο εκπαιδευτικός και ερευνητής κ. Κώστας Θεριανός. «Το πρόβλημα είναι το μονογλωσσικό, μονοπολιτισμικό ελληνικό σχολείο που διαθέτει ελάχιστα μέσα (τάξεις υποδοχής, φροντιστηριακά τμήματα, δίγλωσσα προγράμματα) για την ένταξή τους και το γεγονός ότι η σχολική επίδοση σχετίζεται άμεσα με την κοινωνική προέλευση. Στο Πέραμα και τη Δραπετσώνα η σχολική διαρροή ήταν 50% - 60% πριν από την έλευση των μεταναστών. Το πρόβλημα, λοιπόν, σχετίζεται με τη φτώχεια και όχι με τους μετανάστες. Κι όσο προχωράει η κρίση, τα προβλήματα θα εμφανίζονται όλο και συχνότερα στα σχολεία περιοχών που κατοικούνται από μεσαία στρώματα».
Εκτίναξη του αριθμού μεταναστών φοιτητών
Η πρόοδος που καταγράφεται στην εκπαιδευτική πορεία μεταναστών, παιδιών που ρίζωσαν στην Ελλάδα, είναι εντυπωσιακή. Ενδεικτικό παράδειγμα ότι πενταπλασιάσθηκε ο αριθμός των Αλβανών φοιτητών - σπουδαστών στα ΑΕΙ και στα ΤΕΙ από το έτος 2003 - 2004 στο έτος 2006 - 2007, ενώ στο ίδιο χρονικό διάστημα επταπλασιάστηκε στα ΑΕΙ ο αριθμός των Νιγηριανών φοιτητών, τριπλασιάσθηκε ο αριθμός των Βούλγαρων, Ρουμάνων και Ουκρανών, διπλασιάσθηκε ο αριθμός των Ρώσων φοιτητών… Ενώ, όμως, όλο και μεγαλύτερος αριθμός παιδιών μεταναστών εισάγεται στα Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα, η ένταξή τους στην αγορά εργασίας συναντά τεράστια εμπόδια. Mια χαρακτηριστική περίπτωση είναι αυτή της Μαρίνας που ζει στην Καστοριά και ήρθε στην Ελλάδα με τους γονείς της από την Αλβανία όταν ήταν 10 χρόνων, καταφέρνοντας μέσα σε ένα σχολικό έτος να εξελιχθεί σε πολύ καλή μαθήτρια. Πέτυχε στο Παιδαγωγικό Τμήμα του ΑΠΘ το 2004 και αποφοίτησε το 2008. Ομως διδάσκει μόνο το καλοκαίρι σε παιδιά που χρειάζονται βοήθεια, διότι δεν της επιτρέπεται να εργασθεί oύτε στην ιδιωτική εκπαίδευση, αφού δεν έχει αποκτήσει ελληνική υπηκοότητα.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου