E΄Κυριακή του Ματθαίου
(Ματθ. Η΄,28-34, Θ΄,1)
(Ματθ. Η΄,28-34, Θ΄,1)
Γράφει ο Αρχιμ. Ιωήλ Κωνστάνταρος,
Ιεροκήρυξ της Ι. Μητρ. Δρυϊνουπόλεως, Πωγωνιανής και Κονίτσης
Όσο και να θέλει ο άνθρωπος ν’ αρνείται γενικώς τον πνευματικό κόσμο, και όσο και αν φαντάζεται ότι μπροστά σε παράδοξα και συγκλονιστικά δαιμονικά φαινόμενα θα παραμείνει ψύχραιμος, όταν έρχεται η ώρα που ο διάβολος με τα όργανά του δείχνει όλη του την κακία, η ύπαρξη του ανθρώπου συγκλονίζεται και συνειδητοποιεί ότι δεν μπορεί να παίζει με τον εχθρό και κυρίως με την αμαρτία.
Αυτή ακριβώς την πραγματικότητα βλέπουμε και στην Ευαγγελική περικοπή που η Εκκλησία μας αναφέρει ως Κυριακή Ε΄ Ματθαίου.
Το ιερό κείμενο είναι συγκλονιστικό στην περιγραφή του.
Αφ’ ενός μας αποκαλύπτει ξεκάθαρα τη ζοφερή ύπαρξη του κακούργου διαβόλου και των φοβερών δαιμόνων, αφ’ ετέρου μας παρουσιάζει κατά τρόπο αδιαμφισβήτητο, σε ποιό βάραθρο, και σε ποιά κόλαση μπορεί να καταντήσει ο άνθρωπος, όταν για κάποιους λόγους και από ορισμένες απροσεξίες, κυριευθεί η ύπαρξή του από ακάθαρτα πνεύματα...
Πραγματικά, στην περίπτωση του δαιμονισμού ο άνθρωπος αλλοιώνεται τελείως. Χάνει τη συνείδησή του και γίνεται όργανο του εχθρού, αφού μες από τα βάσανά του, τα δαιμόνια χρησιμοποιούν τα όργανα του σώματος και αυτή τη φωνή, για να εκφράσουν το μίσος τους εναντίον της εικόνας του Θεού.
Ας το καταλάβουμε μια και καλή. Ο «ξεπεσμένος άγγελος», δε μισεί τίποτε τόσο, όσο τον άνθρωπο. Και μετέρχεται τα πάντα ώστε να κακοποιήσει το ωραιότερο δημιούργημα της Θεότητας, με απώτερο σκοπό να πάρει μαζί του, στην αιωνιότητα της κολάσεως που αναμένει τον ίδιο, όσο το δυνατόν περισσότερες εικόνες Θεού.
Αλλά η περικοπή αυτή είναι αποκαλυπτική και σ’ ένα άλλο πολύ βασικό σημείο, το οποίο θα δούμε ευθύς αμέσως. Όταν τα δαιμόνια έφριξαν μπροστά στην παρουσία του Θεανθρώπου, και ομολόγησαν ότι αυτός ο Ιησούς είναι ο Υιός του Θεού, τον παρακάλεσαν στη συνέχεια να μη τα βασανίσει προτού έλθει ο καιρός τους. Και επειδή μακριά από αυτούς ήταν μια μεγάλη αγέλη από χοίρους που έβοσκε, οι δαίμονες τον παρακάλεσαν λέγοντας: «Εάν πρόκειται να μας βγάλεις, άφησέ μας να πάμε στην αγέλη των χοίρων». Και τους είπε: «Πηγαίνετε». Και βγήκαν και πήγαν στην αγέλη των χοίρων. Και ιδού, ώρμησε όλη η αγέλη των χοίρων και γκρεμίστηκε στη λίμνη και πνίγηκε στα νερά. (Ματθ. Η΄,29-32)
Τίθεται τώρα το ερώτημα. Γιατί συνέβη αυτό; Διότι η εκτροφή των χοίρων ήταν παράνομη και απαγορευμένη, βάσει του Μωσαϊκού Νόμου. Έτσι, ενώ λόγω της αγάπης του Κυρίου Ιησού, ελευθερώνονται οι ταλαίπωρες εκείνες δύο υπάρξεις από την καταδυναστεία του διαβόλου, ταυτοχρόνως με τη δικαιοσύνη Του, επέρχεται η τιμωρία στους βόσκοντας, με την καταστροφή του παράνομου κοπαδιού, μέσα στα νερά της λίμνης.
Αλλ’ ας εμβαθύνουμε για λίγο στο γεγονός αυτό.
Όπως οι κάτοικοι των Γεργεσηνών, θεωρητικώς πίστευαν στο Θεό, και αποτελούσαν μέλη του θεοκρατικού Ισραήλ, ταυτοχρόνως όμως εργάζονταν στο έπακρο την παρανομία, το ίδιο ακρβώς συμβαίνει σε κάθε εποχή, και θα τονίζαμε κυρίως στη δική μας εποχή.
Δε θα επιμείνουμε στο ότι υπάρχουν «χριστιανοί» και «Έλληνες» οι οποίοι κατά τον πλέον αισχρό τρόπο εργάζονται «επαγγέλματα» που κατεξευτελίζουν την υπόσταση του ανθρώπου, όπως εμπορία ναρκωτικών, εκμετάλλευση νέων υπάρξεων μέσω «δουλεμπορίου» «λευκής σαρκός», που εντάσσεται μέσα στο κατάπτυστο παγκόσμιο trafficking... Δε θα επικεντρώσουμε την όρασή μας στο ότι υπάρχουν άνθρωποι( ; ) οι οποίοι έχουν κάνει δόγμα τον παράνομο πλουτισμό τους με σύνθημα «ο θάνατός σου ζωή μου» (τουλάχιστον όσοι θέλουν να βλέπουν τα πράγματα στην αντικειμενική τους διάσταση και όσοι έχουν την ευλογία να διαμένουν στις εσχατιές του κράτους μας, σε απόσταση αναπνοής εκ των συνόρων, κατανοούν τι λέμε και αποδέχονται του λόγου το αληθές)...
Θα σηκώσουμε όμως έστω και για λίγο το παραπέτασμα της «κοινωνικής δικαιοσύνης» και της «εργατικής νομοθεσίας του κατώτερου μηνιαίου εργατικού μισθού» και του «μεροκάματου της φτώχειας» και θα ρωτήσουμε με άλγος ψυχής μα και με παρρησία Ευαγγελική: Είναι δυνατόν ένας εργοδότης που ισχυρίζεται ότι αποδέχεται τη Χριστιανική διδασκαλία, ή τουλάχιστον δεν έχει απορρίψει φανερά τη Χριστιανική κοινωνική ηθική, είναι δυνατόν να κοιμάται ήσυχα όταν ο κατώτερος μισθός, έστω κι αν καλύπτεται από το νόμο, δεν επαρκεί ούτε στα στοιχειώδη μιας εργατικής οικογένειας;
Ερωτούμε. Είναι πράξη χριστιανική η θεωρία: «Δίνω κάτι ως προσφορά, για να γλυτώσω την κρατική φορολογία, όταν αυτό το κάτι είναι ο ιδρώτας και το αίμα των πτωχών εργαζομένων μου»;
Και ας αγγίξουμε τώρα τον δάκτυλο «επί τον τύπον των ήλων» των κοινωνικών μας και όχι μόνο πληγών. Είναι δυνατόν οι «άνθρωποι της Εκκλησίας» να αποδέχονται «ελαφρά τη καρδία» τέτοιες απαράδεκτες καταστάσεις που κατεξευτελίζουν τον άνθρωπο και «αχρηστεύουν» το ζωντανό και λαγαρό αναγεννητικό μήνυμα του Ιερού Ευαγγελίου;
Φίλοι μου, στις αρχές του περασμένου αιώνα, η «μακαριότητα» των εκκλησιαστικών ανδρών, σε ένα ομόδοξο κράτος, και ο συμβιβασμός τους με μορφή κοινωνικής αδικίας που υφίστατο, έκανε το κοινωνικό καζάνι που κόχλαζε, να εκραγεί με απρόβλεπτες συνέπειες...
Ας μη λησμονούμε ότι κυρίως το Ευαγγέλιο και κατόπιν η Ιστορία, διδάσκουν και θα πρέπει να διδασκόμαστε. Και ακόμα ας γνωρίζουμε ότι η Ιστορία ορισμένες φορές, αντιγράφει πολύ τραγικά τις σελίδες της...
Ας μη ψάχνουν κάποιοι να βρουν δυστυχισμένες υπάρξεις, που σε κάθε εποχή υπάρχουν, για να διαπιστώσουν την ύπαρξη του διαβόλου. Οι άνθρωποι του εχθρού (οι δαιμονισμένοι) βρίσκονται μπροστά μας και ζουν ανάμεσά μας. Ναι. Είναι όλοι αυτοί, που καλυμμένοι στο γράμμα του νόμου, κατεξευτελίζουν στην καθημερινότητα, για ένα κομμάτι ψωμί αναρίθμητους ανθρώπους, τσαλακώνοντας όχι μόνο το σώμα, αλλά συνθλίβοντάς τους ανεπανόρθωτα και την ψυχή.
Είναι χαρακτηριστικό πως όταν οι χοίροι κατακρημνίστηκαν «οι βοσκοί έφυγαν, και πήγαν στην πόλη και ανήγγειλαν όλα τα συμβάντα, και ιδίως τα σχετικά με τους δαιμονισμένους, και κατόπιν, όλοι οι κάτοικοι της πόλεως βγήκαν να συναντήσουν τον Ιησού, και, όταν τον είδαν, τον παρακάλεσαν να φύγει από την περιοχή τους» (Ματθ. Η΄,33-34).
Αλήθεια, είμαστε έτοιμοι να διαρρήξουμε τους δεσμούς και να έρθουμε σε κόντρα με τον διάβολο και τα ανθρωπόμορφα όργανά του ή αλλοίμονο έχουμε καταντήσει να «βόσκουμε χοίρους»;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου