21/10/19

Δημήτρης Νατσιός, «Μάθαινε τα παλιά να ξέρεις τα καινούργια»

«Μάθαινε τα παλιά να ξέρεις τα καινούργια» (παροιμία)
Δημήτρης Νατσιός, δάσκαλος-θεολόγος - Κιλκίς
Στο περισπούδαστο βιβλίο του «Καταρρέω», ο αείμνηστος Τάσος Λιγνάδης,
σε κείμενο του για την Μικρασία, γράφει για μια συζήτηση που είχε στην Κύπρο, πριν από την καταστροφή του ’74, μ’ έναν γέροντα πρόσφυγα του 1922, ο οποίος είχε καταφύγει στο νησί. Μιλούσαν σ’ ένα καφενείο στην Κερύνεια, «το πιο αυθεντικό ελληνικό τοπίο που έχω γνωρίσει», όπως γράφει. Κοίταζε ο γέροντας την θάλασσα «με ματιά που έκρυβε πόνο Ιστορίας».

Του είπε: «Από δω θα ’ρθουν τα πλοία και τα αεροπλάνα τους για να μας ξεριζώσουν για μια ακόμα φορά».  Και πράγματι, μετά από λίγο ήρθαν οι κτηνάνθρωποι της Ανατολής….
‘’Και γέμισε πληγές το χώμα.
Βρήκε εκκλησιές και τις χάλασε.
Βρήκε λιακωτά και τα κούρσεψε.
Βρήκε τα βήματα ενός πολιτισμού και θέλει να τα παραγράψει.
Και χαλά.  Γιατί δεν μπορεί να χτίσει’’.
(Άνθος Λυκαύγης.  Κύπριος δημοσιογράφος και λογοτέχνης).
Θα ξανάρθουν.  Ή μάλλον έρχονται, με λέμβους…  Περπατάς στο Κιλκίς, στην Κατερίνη - πόλεις της ενδοχώρας, όπως λέγεται, λες και είμαστε στην αχανή Ρωσία.  40 χιλιόμετρα απέχει το Κιλκίς από την θάλασσα, 10 η Κατερίνη - και από την γωνία εμφανίζεται η φασκιωμένη μωαμεθανή με 3-4 φύτρες της, και ας τηγανίζει ο ήλιος την πλάση με σαράντα και βαθμούς.  Και από πίσω ο μωαμεθανός σύζυγος, με κοντοπαντέλονο, και σαγιονάρα, κεφάτος και χαρούμενος, γιατί βρήκε την χώρα με τα αμετανόητα κορόιδα και τους προδότες πολιτικούς. 
Αντιδρούν ακούμε στα νησιά.  Και τι απαιτούν;  Όχι να κλείσουν τα σύνορα στην παράνομη μετανάστευση, αλλά να αδειάσουν οι Μόριες και να μεταφερθούν οι Αφροασιάτες στην….ενδοχώρα. Σε μια βδομάδα θα ξαναγεμίσουν. Θα αδειάσουν, θα γεμίσουν.  Φοβούνται μην τους πουν ρατσιστές…
«Άντε να λείψετε, χαμένοι άνθρωποι! Τέτοιοι είναι οι άνθρωποι σήμερα. Δωσ’ τους χρήματα, αυτοκίνητα και δεν νοιάζονται ούτε για πίστη ούτε για την τιμή ούτε για την ελευθερία» (Άγιος Παϊσιος, ο Αγιορείτης).
Ουγγαρία, Τσεχία, Πολωνία, Δανία, Αγγλία, Κροατία, Αυστρία, Βουλγαρία και άλλες χώρες της Ε.Ε. έκλεισαν τα σύνορα.  Σκόπια και Αλβανία το ίδιο. Το διαμηνύουν οι ηγέτες τους προς πάσαν κατεύθυνση. Έλαβε κάποιο μέτρο εναντίον τους η ξεδοντιασμένη και διεφθαρμένη γριά Ευρώπη;  Όχι.  Γιατί;  Γιατί δεν γίνεται το ίδιο στην πατρίδα μας; Γιατί δεν βγαίνει ο Έλληνας πρωθυπουργός να πει το αυτονόητο: δεν δεχόμαστε άλλους «πρόσφυγες και μετανάστες». Τι φοβούνται; Γιατί οι ξένοι τους θεωρούν δεδομένους;  Έχουν ξεπουλήσει τα πάντα, πρόδωσαν την Μακεδονία μας και την Κύπρο. Λάβαμε μήπως κάποια εγγύηση από την Ε.Ε., την Αμερική για την εθνική μας ακεραιότητα; Όχι. «Είμαστε μόνοι μας», δηλώνουν.  Γιατί, ο μη γένοιτο, Κύριος οίδε, αφού είμαστε μόνοι μας, επιτρέπουμε σε χιλιάδες μωαμεθανούς να στρατοπεδεύουν γύρω από τις πόλεις μας ή μέσα σ’ αυτές;  Αν γίνει το κακό, δεν θα στείλει ένα μήνυμα, ο βλαμμένος ο Ερντογάν, στα κινητά τους, παροτρύνοντάς τους για «ιερό πόλεμο» και σφαγές κατά των «απίστων», ημών, δηλαδή;  Αυτές οι απλές σκέψεις που περνούν από το μυαλό όλων σχεδόν των Ελλήνων, εκτός από τους κρανιοκενείς αριστερόμυαλους, δεν βασανίζουν τον νου των πολιτικών;
Να υποθέσουμε πως αν συμβεί θα μιμηθούν τους άκαπνους τζιτζιφιόγκους προγόνους τους, του 1940; 
Διαβάζω από το εξαιρετικό βιβλίο του μεγάλου λαογράφου μας Δημητρίου Λουκάτου, «Οπλίτης στο Αλβανικό Μέτωπο»:
«Δευτέρα 25 Νοεμβρίου 1940.  Σήμερα έκαμα μια βόλτα στα Γραφεία Εμπέδων-Στρατολογία, Διαχείριση, Υπασπιστήριον.  Ένα σωρό φαντάροι έχουν “βολευτεί” εκεί μέσα. Μ’ ένα μπιλιετάκι, μ’ έναν γνωστό, από δω κι από κει, τα κατάφεραν. Τώρα είναι ήσυχοι. Είναι όλοι τους από αριστοκρατικές αθηναϊκές οικογένειες και πολλοί έρχονται στο γραφείο τους με ιδιόκτητη κούρσα. Τους ξεχωρίζεις από τα καλοχτενισμένα μαλλιά, τα μεταξωτά πουκάμισα, τα καλοβαλμένα φανταρίστικα, και το ρολόι του χωριού. Τους ξεχωρίζεις ακόμα, από το ακατάδεχτο ύφος τους και την απροθυμία τους να σ’ εξυπηρετήσουν.  Τα τσακίσματα και τις ευγένειές τους τα σπαταλάνε στους αξιωματικούς». (Εκδ. «Ποταμός», σελ. 24-25).
Ο Λουκάτος πήγε και πολέμησε, όπως και άλλα 14.000 περίπου «παιδιά της Ελλάδος». Οι ατσαλάκωτοι κηφήνες της «αριστοκρατίας» - τίποτε δεν άλλαξε από τότε- τρύπωναν στα φουστάνια των μανάδων τους. Οι 14.000 άφησαν τα ιερά τους κόκκαλα στις αετοράχες της Πίνδου.  Έλληνες πραγματικοί, καμιά σχέση με την επώνυμη σιχασιά των Αθηνών.
Επιμένω, όμως. Γιατί δεν αντιδρά η … αριστοκρατία στην εξόφθαλμη εισβολή;  Προστρέχω και πάλι σε βιβλιογραφική παραπομπή.  Δόξα το Θεώ, σπουδαίοι και ευφυείς πρόγονοι, μας προίκισαν με αξιόλογα… ερμηνευτικά εργαλεία.
Ίσως λίγοι γνωρίζουν ή έχουν στην βιβλιοθήκη τους το δυσεύρετο βιβλίο του πρέσβεως Κωνσταντίνου Σακελλαρόπουλου, με τίτλο «Η σκιά της Δύσεως.  Ιστορία μιας καταστροφής». (εκδ. «Αετός»,  Αθήνα, 1954).  Εξαιρετικό πόνημα ασχολείται με την κρίσιμη διπλωματική ιστορία της Ελλάδος, ετών 1915-1922. Στον επίλογο του βιβλίου, στα συμπεράσματα, ο συγγραφέας γράφει τα εξής επικαιρότατα.
«Μία ηνωμένη Ελλάς ποτέ δεν θα ελάμβανε εκ μέρους των Μεγάλων την μεταχείρισιν που έλαβε η εξαθλιωμένη Ελλάς των σκοτεινών παθών και του εμφυλίου πολέμου, η Ελλάς των δύο αδιαλλάκτων αντιπάλων παρατάξεων, από τας οποίας η καθεμιά έφθασε να μην κάμνει καν διάκρισιν μέσων, προκειμένου να επιβληθεί επί της άλλης. Και αν οργίασαν οι ξένοι εις βάρος της, δεν έγινε τούτο διότι Έλληνες επροθυμοποιήθησαν να γίνουν όργανά τους, εις βάρος Ελλήνων;  Διατί της Τουρκίας, διατί της Βουλγαρίας επεζήτησαν οι Σύμμαχοι, με τόσην υπομονήν την φιλίαν, διατί και των δύο εδείχθησαν πρόθυμοι να εγγυηθούν την ακεραιότητα, απέναντι και μόνης της ουδετερότητάς των; Και διατί εις την Ελλάδα αρνήθησαν με πείσμα παρομοίαν εγγύησιν, ακόμη και πολεμικής της μετ’ αυτών συμπράξεως;». Ας προσεχθεί, παρακαλώ, η επόμενη φράση του πρέσβεως. «Διότι η Βουλγαρία, όπως και η Τουρκία κατά την περίοδο της ουδετερότητάς της, ήσαν κράτη ενιαία, με μίαν μόνον καλήν ή κακήν εθνικήν πολιτικήν.  Και διότι, εις την περίπτωσιν της Ελλάδος, οι σύμμαχοι είχαν να κάμουν- κατά πολύ διότι το ηθέλησαν- όχι με έναν, αλλά με δυο ελληνικούς κόσμους…». (Σελ. 366-367). Δύο κόσμοι δεν ζουν και σήμερα στην Ελλάδα;  Από την μια ο λαός, που βράζει και στενάζει, η πατρίδα, δηλαδή, και από την άλλη οι τηλεπώνυμες αναθυμιάσεις, πολιτικοί, δημοσιογράφοι, διανοούμενοι, καλλιτέχνες και λοιπές, ποικιλώνυμες συνιστώσες και.. συλλογικότητες που «γράφουν» την ιστορία μιας νέας καταστροφής, εκατό χρόνια μετά…

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου