12/11/22

Δίκαιον παράπονον

 

Δίκαιον παράπονον

Τοῦ πρωτοπρεσβυτέρου π. Διονυσίου Τάτση

Πολλὲς φορὲς παραπονοῦνται οἱ πιστοὶ γιὰ τὴν ἀπαράδεκτη συμπεριφορὰ μερικῶν κληρικῶν καὶ μοναχῶν. Σκανδαλίζονται ἀπὸ τὶς πράξεις τους, τοὺς λόγους τους, τὶς διάφορες πρωτοβουλίες τους καὶ θέλουν νὰ διορθώνονται οἱ καταστάσεις ποὺ δημιουργοῦν τὰ πρόσωπα, ποὺ δὲν ἔχουν φόβο Θεοῦ καὶ ἀπὸ λάθος βρέθηκαν στὴν Ἐκκλησία. Τὰ πράγματα δὲν εἶναι εὔκολα. Τὸ ράσο εὔκολα δίνεται σὲ κάποιον – καὶ μάλιστα συνοδευόμενο ἀπὸ τὴν ἐπιπόλαιη συγκατάθεση ποὺ περιέχει ἡ κραυγὴ τοῦ λαοῦ «ἄξιος» – ἀλλὰ πολὺ δύσκολα τοῦ ἀφαιρεῖται, ἐκτὸς καὶ ἂν μόνος του τὸ «πετάξει».

Τὸ γεγονὸς αὐτὸ πρέπει νὰ κάνει πολὺ προσεκτικούς τούς Μητροπολίτες ποὺ χειροτονοῦν καὶ τοὺς ἡγουμένους ποὺ κάνουν τὶς μοναχικὲς κουρές. Πρέπει νὰ ἔχουν ἀνοικτὰ τὰ μάτια τους, νὰ πληροφοροῦνται σχετικὰ ἀπὸ ἀξιόπιστα πρόσωπα καὶ νὰ μὴ ἐνθουσιάζονται, γιατί ἕνας νέος ἱερέας θὰ καλύψει κάποιο ἐφημεριακὸ κενὸ ἢ θὰ προσ­τεθεῖ ἕνα νέο μέλος στὴ μοναχικὴ ἀδελφότητα. Τονίζουμε ἰδιαίτερα τὴν προσοχὴ ποὺ πρέπει νὰ ἔχουν οἱ ὑπεύθυνοι, γιατί οἱ ἀποτυχίες δὲν εἶναι σπάνιες καὶ τὰ σκάνδαλα πληθαίνουν. Εἶναι φοβερὸ νὰ «ἁλωνίζει» σὲ κάποια ἐνορία ἕνας ἱερέας ποὺ δὲν ἔχει φόβο τοῦ Θεοῦ καὶ ἡ προσωπική του ζωή εἶναι μία διαρκής πρόκληση, ἢ νὰ βλέπεις ἕνα μοναχὸ νὰ περιφέρεται ἐδῶ κι ἐκεῖ χωρὶς νὰ ἔχει τὶς μοναχικὲς ἀρετὲς (ὑπακοή, ἀκτημοσύνη καὶ παρθενία) καὶ νὰ εἶναι αἰχμάλωτος τοῦ κοσμικοῦ φρονήματος.

Ἀναφερόμενος σ’ αὐτὲς τὶς ἀπαράδεκτες καταστάσεις δὲν γενικεύω οὔτε φυσικὰ ξεχνῶ τοὺς ἄξιους Μητροπολίτες καὶ τοὺς εὐλαβεῖς ἱερεῖς τους, οὔτε τοὺς ἀξιοσέβαστους γέροντες μὲ τοὺς ἐπίγειους ἀγγέλους τους. Ὑπάρχουν ὅλοι αὐτοὶ στὴν Ἐκκλησία καὶ συμβάλλουν μὲ ποικίλους τρόπους στὴν ἐπιτυχία τοῦ ποιμαντικοῦ της ἔργου. Ἡ παρουσία τους δὲν μᾶς ἐπιτρέπει νὰ ἀπογοητευθοῦ­με γιὰ τὴν πορεία τῆς Ἐκκλησίας. Ὁ Χριστὸς δὲν ἀφήνει ποτὲ τὴν Ἐκκλησία στὰ χέρια ἀνάξιων κληρικῶν. Θεραπεύει τὰ κακῶς κείμενα καὶ ἀναδεικνύει ἄξια πρόσωπα.

Ὁ ἐνάρετος κληρικὸς π. Ἰωὴλ Γιαννακόπολος, ἔμπειρος καὶ πολὺ προσεκτικός, ἔλεγε σ’ ἐκείνους ποὺ διατύπωναν διάφορες κρίσεις γιὰ τὴ στάση ποὺ παρατηροῦσε στοὺς μοναχικοὺς πόθους μερικῶν πνευματικῶν τέκνων: «Ἐγὼ δὲν προτρέπω, ἀλλὰ καὶ δὲν ἐμποδίζω. Πόθους μοναχικοὺς ἐγὼ οὔτε ἀνάβω οὔτε σβήνω. Δὲν ἀνάβω, γιατί δὲν μπορῶ. Μόνο τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο μπορεῖ νὰ κάνει κάτι τέτοιο. Δὲν σβήνω, γιατί δὲν πρέπει. Ποιὸς εἶμαι ἐγώ, γιὰ νὰ σβήσω τὶς φλόγες ποὺ ἄναψε ὁ Θεός;».

Ἡ διευκρίνιση αὐτὴ τοῦ ἀείμνηστου π. Ἰωὴλ στηριζόταν στὴν ἐμπειρία του ὅτι τὸ θέμα τῆς ἐπιλογῆς τοῦ μοναχικοῦ βίου δὲν εἶναι εὔκολη ὑπόθεση καὶ πρέπει νὰ γίνεται μετὰ ἀπὸ ὥριμη καὶ σταθερὴ ἀπόφαση τοῦ ἐνδιαφερομένου, μακριὰ ἀπὸ ἐφήμερους ἐνθουσιασμοὺς καὶ ἀπρόσεκτους ἐπηρεασμούς.

Ἡ Ἐκκλησία πρέπει νὰ ἔχει ἄξιους κληρικοὺς καὶ μοναχούς, οἱ ὁποῖοι θὰ τηροῦν τὴν παράδοσή της καὶ θὰ προβάλλουν μὲ τὸν προσεκτικό τους βίο τὴν Ὀρθοδοξία, τὴν ὁποία μὲ πάθος πολεμοῦν οἱ ἄθεοι, ἀλλὰ καὶ οἱ ἑτερόδοξοι ποὺ ἔχουν ἀπομακρυνθεῖ ἀπὸ τὴν μία ἁγία καὶ καθολικὴ Ἐκκλησία.

Ορθόδοξος Τύπος

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου