20/5/12

Πρωτοπρεσβυτέρου Ιωάννη Φωτοπούλου, Μεταπατερικές παρεμβάσεις στίς Θεολογικές μας Σχολές – Τρόποι διακριτικῶν ἀντιδράσεων

Μεταπατερικές παρεμβάσεις στίς Θεολογικές μας Σχολές – Τρόποι διακριτικῶν ἀντιδράσεων
[Εἰσήγησις Πρωτοπρεσβυτέρου Ιωάννη Φωτοπούλου Νομικοῦ - Θεολόγου στήν ΗΜΕΡΙΔΑ: "ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΑ: ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΠΑΙΔΕΙΑ ή ΠΑΝΘΡΗΣΚΕΙΑΚΗ ΠΡΟΠΑΓΑΝΔΑ"; ΠΟΛΕΜΙΚΟ ΜΟΥΣΕΙΟ 19-5-2012]
Σημείωση: Λόγω του ὅτι ἐξαντλήθηκε ὁ προβλεπόμενος χρόνος διάρκειας τῆς ἡμερίδας, ἀποφασίστηκε τελικῶς νά μήν παρουσιαστεῖ ἡ παροῦσα εἰσήγηση, τήν παραθέτουμε ἐδῶ καθώς τό θέμα εἶναι ἰδιαίτερα σημαντικό.
Ἀσχολούμαστε στήν εἰσήγησή μας αὐτή μέ τίς μεταπατερικές παρεμβάσεις στίς θεολογικές σχολές ἀφοῦ ἀπό ἐκεῖ προέρχονται οἱ θεολόγοι καθηγητές καί ἐκεῖ γίνονται πολλές ζυμώσεις γιά τήν μετεξέλιξη τοῦ μαθήματος τῶν θρησκευτικῶν...


Γιά ὅσους δέν γνωρίζουν, «μεταπατερική θεολογία» εἶναι ὅρος πού σηματοδοτεῖ τήν προσπάθεια μοντέρνων νεοεποχητικῶν θεολογικῶν κύκλων νά ὑπερβοῦν τή θεολογία τῶν Ἁγίων Πατέρων. Προσποιοῦνται ὅτι ἀκολουθοῦν τό πνεῦμα τους καί ὅτι λαμβάνοντας ὑπ’ὄψιν τίς σημερινές συνθῆκες καί προκλήσεις κάνουν περαιτέρω βήματα γιά τήν προσφορά θεολογικοῦ λόγου μέ στόχο τήν παρουσία καί διακονία τῆς Ἐκκλησίας στό σήμερα.

Στήν πραγματικότητα ὁ στόχος τῶν μεταπατερικῶν παρεμβάσεων στήν ἀκαδημαϊκή θεολογία καί στήν ἐκκλησιαστική ζωή καί ποιμαντική εἶναι ἡ κατάργηση κάθε φραγμοῦ, ἡ κατάλυση τῶν ὀρθοδόξων δογμάτων, τῶν ἱερῶν κανόνων τοῦ ἀσκητικοῦ ἤθους τῆς λειτουργικῆς καί ἐν γένει ὀρθοδόξου παραδόσεως, ἡ ἀποκοπή ἀπό τή βυζαντινή –ρωμαίϊκη συνέχεια καί ἡ παράδοση τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ σώματος στή μέγγενη τοῦ ἀντιχρίστου Οἰκουμενισμοῦ τῆς Νέας Ἐποχῆς. Αὐτό ἀπέδειξε ἀρχικά μέ τό Ὑπόμνημά του πρός τήν Ἱερά μας Σύνοδο ὁ Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Γλυφάδας κ. Παῦλος παραθέτοντας πολλά ἀποσπάσματα ἀπό τίς εἰσηγήσεις πού ἔγιναν στό κέντρο τῆς μεταπατερικῆς θεολογίας, στήν Ἀκαδημία Θεολογικῶν Σπουδῶν τοῦ Βόλου, μέ τίτλο «Νεοπατερική Σύνθεση ἤ μεταπατερική θεολογία. Τό αἴτημα τῆς θεολογίας τῆς συνάφειας στήν ὀρθοδοξία». Στή συνέχεια τό καρκίνωμα τῆς μεταπατερικῆς θεολογίας ἀνέλυσαν καί ἀναίρεσαν μέ συντριπτικά θεολογικά-ἱστορικά ἐπιχειρήματα οἱ ἐκλεκτοί εἰσηγητές τῆς ἡμερίδος γιά τήν Μεταπατερική αἵρεση πού ἔγινε ὑπό τήν αἰγίδα τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Πειραιῶς κ. Σεραφείμ.

Εἴπαμε γιά τή στόχευση τῶν μεταπατερικῶν θεολόγων. Ἄς ποῦμε καί γιά τό περιεχόμενο τῆς διδασκαλίας τους. Μέ πρόφαση τή διακονία τῆς θεολογίας στό σήμερα, ὅλα τά μαθήματά τους οἱ μεταπατερικοί θεολόγοι τά κάνουν μέσα ἀπό τήν οἰκουμενιστική προοπτική, ἡ ὁποία ὑποτίθεται ὅτι ἀνοίγει τήν Ἐκκλησία στόν κόσμο, ἐνῷ στήν πράξη καταστρέφει στή συνείδηση τῶν διδασκομένων τήν μοναδικότητα τῆς ἀληθείας ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ. Μοντέρνες ἰδέες σχετικές τήν ἀποφυγή τοῦ φανατισμοῦ καί τοῦ φονταμενταλισμοῦ, τήν ἀνοχή στή διαφορετικότητα, τήν πολυπολιτισμικότητα-πολυθρησκευτικότητα, τήν ἰσότητα τῶν δύο φύλων τήν οἰκολογία κλπ., ἀκριβῶς ὅσα διακινοῦνται στή ντόπια καί διεθνῆ πολιτική σκηνή πρός ἐπιβολήν τῆς παγκοσμιοποιήσεως, ἠχοῦν ἀδιαλείπτως στά ὧτα τῶν διδασκομένων τή θεολογία.

Ἄς δοῦμε καί τή στρατηγική τους. Φυσική τους βάση οἱ θεολογικές σχολές. Οἱ νέοι φοιτητές διδάσκονται τούς Πατέρες τά όρθόδοξα δόγματα, τήν Καινή καί Παλαιά διαθήκη τήν ἐκκλησιαστική ἱστορία διανθισμένα τόσο πολύ ἀπό τίς νεοεποχήτικες ἰδέες, πού προαναφέραμε ὥστε ἡ θεολογική τους σκέψη δέν ἐγκεντρίζεται στήν καλλιέλαιο τῆς Ὀρθοδοξίας, ἀλλά στό σαπρό δένδρο τῆς οἰκουμενιστικῆς συγκριτιστικῆς «θεολογίας», μιᾶς δηλαδή ἰδιωτικῆς θεολογίας κατά τίς ἐπιταγές του ΠΣΕ. Μέσω τῶν σπουδῶν στίς θεολογικές σχολές οἱ μεταπατερικοί στρατολογοῦν προσοντούχους φοιτητές πού κάμουν μεταπτυχιακές σπουδές. Στή συνέχεια τούς στέλνουν γιά σπουδές στίς θεολογικές σχολές τοῦ ἐξωτερικοῦ καί σέ κολλέγια καί σχολές τοῦ Βατικανοῦ, τούς φέρνουν σέ ἐπαφή μέ οἰκουμενιστικά κέντρα π.χ.τό πατριαρχικό κέντρο στή Γενεύη, καί τό οἰκουμενιστικό μοναστήρι τοῦ Bose. M’ αὐτούς ἐπανδρώνουν δηλ. καταλαμβάνουν καί διαβρώνουν τίς ἑλληνικές θεολογικές σχολές, ἐνῷ ἀλλους τούς προωθοῦν γιά συμβούλους θεολόγων καί συμβούλους τοῦ Παιδαγωγικοῦ Ἰνστιτούτου. Ἀλλοι ἐργάζονται σέ θεολογικά περιοδικά-think tanks τῆς μεταπατερικῆς θεολογίας. Οἱ ὑπόλοιποι πτυχιοῦχοι, ὅσοι εἶναι ἀστήρικτοι στήν ὀρθόδοξη πίστη, ἔχοντας δεχθεῖ τίς δηλητηριώδεις ἰδέες τους καταλαμβάνουν θέσεις στήν ἐκπαίδευση μεταδίδοντας πολλαπλασιάζοντας τή σαπρή ἀντι-ορθοδοξία στούς ἀνύποπτους μαθητές.

Ἀλλά αὐτό δέν κρίνεται ἀρκετό γιά τή διάβρωση μιά συμπαγοῦς ὀρθοδόξου κοινωνίας. Πρέπει νά ἀγρευθεῖ, εἰ δυνατόν, ὅλο τό πλήρωμα τῆς Ἐκκλησίας. Καί ἰδού ἡ Ἀκαδημία Θεολογικῶν Σπουδῶν πού λειτουργεῖ ὡς μεσάζων μεταξύ τῆς ἀκαδημαϊκῆς elite καί τῆς Ἐκκλησίας. Ἐδῶ ὄχι μόνο θά ἐκπαιδευθοῦν οἱ συμμετέχοντες στό μετα-ἀντιπατερικό πνεῦμα, ἀλλά θά συγχρωτισθοῦν μεταξύ τους καί μέ τά <μεγάλα πνεύματα> τοῦ Οἰκουμενισμοῦ καί στή συνέχεια θά προωθηθοῦν σέ ἀνώτερες θέσεις στόν ἐκκλησιαστικό ὀργανισμό, ὡς κληρικοί ἤ λαϊκοί συνεργάτες καί θά λειτουργήσουν μέσω κηρυγμάτων, ἐκπομπῶν, περιοδικῶν, συνεδρίων καί διαλέξεων στήν περιφέρεια ὡς πολλαπλασιαστές τῆς μεταπατερικῆς πλάνης.

Προσφιλής μέθοδος τῶν διδασκόντων εἶναι ἡ προφορική μετάδοση τῆς κακοδοξίας τους γιά νά ἀποφύγουν τήν κατά μέτωπο κριτική. Οἱ μετα-αντιπατερικοί ἐνοχλοῦνται ἀπό τήν ἀπολογητική καί τήν αντιαιρετική δράση τῆς Ἐκκλησίας. Θεωροῦν ὅτι ἀνήκει ὁριστικά στό παρελθόν. Δέν ἀνέχονται οὔτε τό ὄνομα νά ἀκούσουν τοῦ μεγάλου ἀπολογητοῦ τῶν καιρῶν μας τοῦ π. Ἀντωνίου Ἀλεβιζοπούλου, τόν ὁποῖο, παρά τίς πολλές ἐργασίες του ἐμπόδισαν νά καταλάβει ἕδρα στό Πανεπιστήμιο Ἀθηνῶν.

Ἄς ἀναφέρουμε συγκεκριμένα παραδείγματα μεταπατερικῶν ἐκτροπῶν. Στή Θεολογική Σχολή τοῦ Ἀριστοτελείου ἐγκρίθηκαν παρά τίς ἀντιρρήσεις ὀρθοδόξων καθηγητῶν δύο διατριβές πού ἐμφάνισαν τούς αἱρεσιάρχες μονοφυσίτες Διόσκορο καί Σεβῆρο ὡς ὀρθοδόξους. Λέγεται ἀκόμη ἀπό φοιτήσαντας ὅτι στόν ἑρμηνευτικό τομέα μέ τόν τρόπο τους οἱ μεταπατερικοί σέ κάποια θεολογικά τμήματα ἀποκλείουν ὑποψηφίους μεταπτυχιακούς πού ἀκολουθοῦν τήν ἑρμηνευτική τῶν Ἁγίων Πατέρων. Καλοῦνται ἐπίσης παπικοί καί προτεστάντες καθηγητές νά διδάξουν τούς φοιτητές τῶν θεολογικῶν σχολῶν.

Ὁ κοσμήτωρ τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν ἔχει δηλώσει σέ δημοσιογράφο ὅτι δέν εἶναι σίγουρο ὅτι ὑπῆρξε ὁ Χριστός(!!)», καί ὅτι «δέν ἀποδεικνύεται μαθηματικῶς ἡ ὕπαρξη τοῦ Χριστοῦ» ἐνῷ συνάδελφός του ἀπό τήν Θεσσαλονίκη ἔχει γράψει παλαιότερα ὅτι «ἡ Ἐκκλησία δέν ἀντλεῖ τήν ὕπαρξη της... ἀπό τό παρόν ἤ ἀπό τό παρελθόν (ἀ κ ό μ η κ α ί ἀ π ό τ ό γ εγ ο ν ό ς Χ ρ ι σ τ ό ς ), ἤ ἀπό αὐτό πού τῆς δόθηκε ὡς θεσμός, ἀλλά ἀπό τό μέλλον, ἀπό τά ἔσχατα».[1]Στή Δογματική διδάσκων παρουσιάζει τέτοια ἀδιάλυτη ἑνότητα ψυχῆς καί σώματος ὥστε ἰσχυρίζεται ὅτι πεθαίνοντας τό σῶμα πεθαίνει καί ἡ ψυχή καί ὁλοκληρώνει τήν ἀμπελοφιλοσοφία του λέγοντας ὅτι δέν ὑπάρχει κόλαση. Ἄλλος διδάσκει ὅτι ἐφόσον ὑπάρχει κοινωνία μέ τόν Θεό, δέν ἔχουμε πρόβλημα μέ τόν γάμο τῶν ὁμοφυλοφίλων ἐνῷ ἡ ἱερωσύνη τῶν γυναικῶν συζητεῖται ὡς πρόβλημα. Στό μάθημα τῆς ποιμαντικῆς ψυχολογίας διδάσκει κάποιος ὅτι δέν ὑπάρχει διάβολος καί ἁμαρτία ἀλλά μόνο ψυχικά νοσήματα. Ἀλλος διδάσκει τήν Καμπάλα, τήν ἑβραϊκή μαγεία μέ τρόπο θετικό δημοσιεύοντας ἀντίστοιχα ἄρθρα σέ ἀποκρυφιστικά περιοδικά. καί ἄλλος διδάσκει μέσω τοῦ μαθήματος τῆς Π.Δ. ὅτι ἡ «Ἐκκλησία» ὡς «ἡ ζωντανή σχέση τῶν ἀνθρώπων μέ τόν Θεό δέν ἐπιδέχεται ὀργάνωση καί θεσμοθέτηση»[2]. Στό Κανονικό δίκαιο καθηγητής διδάσκει τήν εὐλογία ἀπό τήν Ἐκκλησία τόν γάμο ἑτεροθρήσκων. Εὐκαίρως-ἀκαίρως σέ κάθε μάθημα καλλιεργεῖται το πνεῦμα τῆς λεγομένης λειτουργικῆς ἀνανεώσεως πού περιλαμβάνει τήν κατάργηση τοῦ τέμπλου, τίς μικτές χορωδίες, τίς φαιδρές-γιά νάγελάει κάθε πικραμένος- μεταφράσεις τῶν λειτουργικῶν κειμένων καί τήν κατάργηση τῆς μυστικότητος τῶν εὐχῶν. Κοινός παρανομαστής τῶν ἀνωτέρω εἶναι ἡ ἀπέχθεια πρός τό πνεῦμα τῶν Πατέρων. Κάποιος δέ ἐξ αὐτῶν ἐξέφραζε τήν εὐγνωμοσύνη πρός κοιμηθέντα καθηγητή του γιατί, ὅπως εἶπε, ἀπάλλαξε τή θεολογία ἀπό τό νά βλέπει τά ἁγιογραφικά κείμενα κάτω ἀπό τούς Πατέρες.

Έδῶ πρέπει νά ἐξηγήσουμε ὅτι ἡ σέ μεγάλο βαθμό μεταπατερική ἀλλοίωση τῶν θεολογικῶν σχολῶν δέν ἦταν κεραυνός ἐν αἰθρίᾳ. Διαβάζαμε ὅτι στή δεκαετία τοῦ ‘50 καθηγητής τῆς Πατρολογίας ἰσχυριζόταν ὅτι ὁ ἡσυχασμός προσκρούει στή λογική μας καί ὅτι οἱ Μεσαλλιανοί ἐπέδρασαν ἐπί τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ[3]. Πληθώρα καθηγητῶν ἀκολουθώντας δουλικά τήν ξένη θεολογία θεωροῦσαν καί θεωροῦν τά ἀρεοπαγιτικά συγγράμματα νόθα καί ἔργα μονοφυσιτικά μέ νεοπλατωνικές ἐπιδράσεις, τά ἔργα τοῦ Ἁγίου Μακαρίου μεσσαλιανά, τό βιβλίο τῆς Ἀποκαλύψεως ἀμφιβαλλόμενο. Ἀλλος καθηγητής ἰσχυριζόταν ὅτι ἡ Β΄Βατικανή Συνοδος «συνιστᾶ τό σημαντικότερον θεολογικό γεγονός τῆς ἐποχῆς μας», καί ὅτι ὁ Πάπας αὐτός «υπῆρξεν ἡ ἐνσάρκωσις τοῦ πνεύματος τῆς ἐν ἀγάπῃ διακονίας τοῦ πληρώματος τῆς Ἐκκλησίας»[4]. Ἀλλος ὕβριζε τόν ἅγιο Μακάριο παρομοιάζοντας τίς ἐν Χριστῷ ἐμπειρίες του μέ τίς ἐκστατικές ἐμπειρίες τῶν Ἰνδῶν καί τῶν Δερβίσιδων[5] ἐνῷ τή θέα τοῦ ἀκτίστου φωτός ὑπό τοῦ Ἁγίου Συμεών τοῦ Ν. Θεολόγου ἀπέδιδε σέ ὑπερένταση τῶν νεύρων του[6]. Καθηγητής τῆς θρησκειολογίας δίδασκε ὅτι «θά μπορούσαμε νά δοῦμε τίς θρησκευτικές ἐμπειρίες...καί ὡς ἀπορρόφηση ὁρισμένων ἀκτίνων ἀπό τήν παγκόσμια θεία ἀκτινοβολία»[7].

Καί τώρα τί κάνουμε; Χαρακτηρίζουμε τίς θεολογικές σχολές, «θεολογικές σχολές μας». Νοιαζόμαστε γι’αὐτές γιατί τίς θεωροῦμε σάρκα ἐκ τῆς σαρκός τῆς Ἐκκλησίας, τή θεολογική ἐπιστήμη διακονία στό Σῶμα Της. Ἀπ΄αὐτές θεολογικά-ἐπιστημονικά γεννῶνται οἱ καθηγητές θρησκευτικῶν τῶν σχολείων μας καί ὅλοι οἱ ποικίλοι διάκονοι τοῦ θεολογικοῦ λόγου καί τοῦ ποιμαντικοῦ ἔργου. Το ζήτημα εἶναι ἄν τό ἴδιο νοιώθουν καί ὅλοι οἱ ἀκαδημαϊκοί δάσκαλοι ἤ ἄν τινές ἐξ αὐτῶν μέ φρόνημα ἐπηρμένο προασπίζουν, ὡς ἀπειλούμενη ἀπό τήν Ἐκκλησία, τήν ἐπιστημονική αὐτοτέλεια τῶν σχολῶν τους. Πάντως ὅσοι νοιώθουν μέλη τῆς Ἐκκλησίας ὀφείλουν νά βοηθήσουν εἴτε μέσα εἴτε ἔξω ἀπό τίς σχολές νά σταματήσει ἡ μεταπατερική ἀλλοίωση τῆς ὀρθοδόξου θεολογικῆς ἐπιστήμης. Ἀς ξεκινήσουμε ἀπό τό θεωρητικά εὐκολώτερο. Ἐκτός τῆς θεολογικῆς ἀκαδημαϊκῆς κοινότητος ὀφείλουμε στά πλαίσια μιᾶς ὀρθοδόξου Ἀπολογητικῆς

νά συνεχίσουμε νά γνωστοποιοῦμε μέ δημοσιεύματα καί συνέδρια μέ ὀρθόδοξη θεολογική κατωχύρωση τή μεταπατερική ἐκτροπή ἐνημερώνοντας καί τήν ἐκκλησιαστική μας ἀρχή.
νά ἀσχοληθοῦμε, ὕστερα ἀπό τόν ἐπιτυχῆ ἐντοπισμό τῆς μεταπατερικῆς πλάνης καί τῶν ἐσφαλμένων θεολογικῶν της προὑποθέσεων-τίς ἀνέλυσε σέ βάθος ὁ σεβασμιώτατος Ναυπάκτου- μέ τή λεπτομερῆ συστηματική πατερική αναίρεση ἑκάστης πλάνης πού ἁπλώνεται στήν Τριαδολογία, Χριστολογία, ἀνθρωπολογία, σωτηριολογία, ἐκκλησιολογία καί ἐσχατολογία. Ἀρέσει στούς μεταπατερικούς ἡ γενίκευση καί ἡ ἐπιλεκτική ἀντιμετώπιση τῶν πλανῶν τους γιατί στήν περίπτωση αὐτή πολλές φορές δίνεται ἡ ἐντύπωση στούς καλοπροαίρετους ὅτι πάσχει σέ μερικά πράγματα ἡ μεταπατερική θεολογία, ἀλλά διαθέτει καλά στοιχεῖα καί ἐπιστημονικη σοβαρότητα.
νά δημιουργήσουμε ἕνα ἐπιστημονικό ἀντίβαρο, ἕνα χῶρο συστηματικῆς διδασκαλίας, ὅπου θά ἐπιμορφώνονται ὀρθόδοξα θεολόγοι, κληρικοί καί σοβαρά ἐνδιαφερόμενοι ἄνθρωποι πάνω στά θεολογικά μαθήματα, τῆς ἑρμηνείας Παλαιᾶς καί Καινῆς Διαθήκης, τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἱστορίας, τῆς πατερικῆς διδαχῆς καί τοῦ κανονικοῦ δικαίου. Θά πρέπει πρός τοῦτο νά ὁρίζονται ὡς διδάσκοντες ὀρθόδοξοι ἀκαδημαϊκοί διδάσκαλοι τῆς θεολογίας καί ἄλλοι κληρικοί καί λαϊκοί ἐγνωσμένης παιδείας καί ὀρθοδόξου φρονήματος. Ὅσο καταλαμβάνεται ἡ θεολογική ἐπιστημονική κοινότητα ἀπό μεταπατερικούς καθοδηγητές τόσο ἀναγκαιότερη γίνεται ἡ ἵδρυση ἑνός τέτοιου ἐγκύρου ἐπιστημονικά καί ὀρθόδοξα φορέως, ὅσο καί ἄν εἶναι δύσκολο τό ἐγχείρημα.
νά συγγραφοῦν βιβλία ὀρθοδόξου συστηματικῆς κατηχήσεως μέ περιεχόμενο κατάλληλο γιά τά παιδιά ὅλων τῶν ἡλικιῶν πού νά χρησιμεύσουν ὡς βοηθήματα στούς κατηχητές καί ὡς ἐναλλακτικά βιβλία θρησκευτικῶν.
Ἔσωθεν τά πράγματα εἶναι δυσκολώτερα. Τολμῶ νά ἀρθρώσω κάποιες προτάσεις, ἄν καί καταλαβαίνω πόσο μικρός καί ἀναρμόδιος εἶμαι καί πόσο δυσχερής καί ἰδιόμορφη εἶναι ἡ θέση τῶν ὀρθά φρονούντων μέσα στό Πανεπιστήμιο.

Κατ΄ἀρχάς ὀφείλουν οἱ ὀρθοδόξως διδάσκοντες νά διδάσκουν τά τῆς ὀρθοδόξου παραδόσεως μέ σθένος χωρίς μισόλογα καί χωρίς νά καλύπτουν τούς θρασεῖς ὑπερμάχους τῆς μεταπατερικῆς πλάνης. Ὀφείλουν νά συγκροτοῦν στή συνείδηση τῶν φοιτητῶν ἕνα ἑνιαῖο σῶμα διδασκόντων, ἕνα σημεῖο ἀναφορᾶς τους ὅπου θά μποροῦν (οἱ φοιτητές) νά ἀκούσουν ὀρθόδοξη πατερική διδασκαλία. Δέν ἐννοῶ μ’αὐτό τἠν ἐπιστημονική τους ἀπομόνωση, οὔτε βέβαια διαμόρφωση ἐχθρικοῦ κλίματος, ἀλλά τή συγκρότηση μιᾶς ὀρθόδοξης πυξίδας πού θά μποροῦν νά βρίσκουν καί νά ἀκολουθοῦν οἱ φοιτητές, οὕτως ὥστε μαζί μέ τήν γενικότερη θεολογική τους παιδεία καί τίς ποικίλες θεωρίες πού διδάσκονται νά μποροῦν νά μένουν, ἄν θέλουν, στερεωμένοι στήν Ὀρθόδοξη Καθολική Ἐκκλησία, δηλ. στή διδασκαλία τῶν Ἁγιων Πατέρων.

Ὀφείλουν ἐπίσης οἱ ἀκαδημαϊκοί θεολόγοι νά ἐπιμείνουν στήν αὐτοτέλεια τῶν θεολογικῶν σχολῶν, ἐξηγώντας urbi et orbi τήν ποιότητα τῶν θεολογικῶν μαθημάτων καί καταδεικνύοντας τήν ἀπύθμενη διαφορά τους ἀπό τή θρησκειολογική μεταχείριση τους καί νά ἀρνηθοῦν νά ὑποβιβάσουν τήν ἐπιστήμη τους σέ θρησκειολογικό παρακλάδι τῶν φιλοσοφικῶν σχολῶν.

Ὅσον ἀφορᾶ τό τόσο καθοριστικό γιά τίς θεολογικές σχολές ἐκλεκτορικό δικαίωμα τῶν διδασκόντων καταλαβαίνω ὅτι εἶναι ἄψαυστο καί ἄβατο σέ μᾶς, ἀλλά πιστεύω ὅτι οἱ ὀρθά βαδίζοντες τήν ἀκαδημαϊκή θεολογική τρίβο γνωρίζουν τό πρός τήν ὀρθόδοξη θεολογία καί Ἐκκλησία καθῆκον τους καί ἔχουν πρό ὀφθαλμῶν τόν ἀδέκαστο Κύριο τόν ἐτάζοντα καρδίας καί νεφρούς.


[1] Τά παραπάνω περιλαμβάνονται σέ μελέτη τοῦ κ. Βασιλειάδη δημοσιευμένη στήν Ἐπιστημονική Ἐπετηρίδα τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ Ἀριστ. Πανεπ. Θεσσαλονίκης (τομ. 11 Θεσσαλονίκη 2001 σελ. 25-32).

[2] ΜΙΛΤΙΑΔΗΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ, Ὁ θεσμός τῆς ἱερωσύνης στήν Παλαιά Διαθήκη ἐν Τό Μυστήριον τῆς Ἱερωσύνης(Πρακτικά Ζ΄Πανελληνίου Λειτουργικοῦ Συμποσίου) σειρά Ποιμαντική Βιβλιοθήκη 12, Κλάδος Ἐκδόσεων τῆς ἐπικοιν. καί μορφ. ὑπηρ. Ἐκκλ. Ἑλλάδος , Ἀθῆναι 2006.

[3] Θεοκλήτου Διονυσιάτου Ἀθωνικά Ἄνθη σ. 99, 228-229(Πρόκειται γιά τόν Μπαλάνο).

[4] Κων. Μουρατίδου Κανονικόν Δίκαιον τ. Β’ 1984 σ. 434

[5] Π. Τρεμπέλα, Μυστικισμός-Ἀποφατισμός-Καταφατική Θεολογία τευχ. α΄σ. 56

[6] Ὡς ἄνω σ. 74

[7] Ἀναστασίου Γιαννουλάτου, Παγκοσμιότητα καί Ὀρθοδοξία σ. 193

1 σχόλιο: