23/4/13

Χαράλαμπος Άνδραλης, Η εικαζόμενη συναίνεση υπό νομική θεώρηση

Η εισήγηση του Χαράλαμπου Άνδραλη Νομικού, στην Ημερίδα:«Μεταμοσχεύσεις: Δωρεά ή αφαίρεση ζωής;» η οποία πραγματοποιήθηκε στις 20-4-2013 στο Σ.Ε.Φ.
ΕΙΣΗΓΗΣΗ ΜΕ ΘΕΜΑ
Η ΕΙΚΑΖΟΜΕΝΗ ΣΥΝΑΙΝΕΣΗ ΥΠΟ ΝΟΜΙΚΗ ΘΕΩΡΗΣΗ
Σεβασμιώτατοι αρχιερείς,
Σεβαστοί πατέρες,
Κυρίες και κύριοι,
Η εικαζόμενη συναίνεση στις μεταμοσχεύσεις που θα αναλύσουμε, η θεώρηση δηλαδή κάθε ανθρώπου ως εθελοντή δότη οργάνων, δεν είναι κάτι νέο στην ελληνική νομική πραγματικότητα. Ακόμα και αυτή τη στιγμή, ο ισχύον νόμος των μεταμοσχεύσεων, ο Ν. 2737/1999, προβλέπει μια ιδιάζουσα εικαζόμενη συναίνεση και θα εξηγήσω αμέσως τι εννοώ.
ΝΟΜΟΣ 2737/1999
Το άρθρο 12 του εν λόγω νόμου, που έχει τίτλο «ΑΦΑΙΡΕΣΗ ΙΣΤΩΝ ΚΑΙ ΟΡΓΑΝΩΝ ΑΠΟ ΝΕΚΡΟ ΔΟΤΗ»,
στην παράγραφο 1 ορίζει ότι: «Η αφαίρεση διενεργείται μετά την επέλευση του θανάτου, έστω και αν οι λειτουργίες ορισμένων οργάνων διατηρούνται με τεχνητά μέσα», δηλαδή ενώ η καρδιά εξακολουθεί να λειτουργεί, ομοίως και άλλα όργανα του δήθεν νεκρού οργανισμού. 
Στην παράγραφο 6 του ίδιου νόμου αναφέρεται ότι: «όταν ο θεράπων ιατρός διαγνώσει νέκρωση του εγκεφαλικού στελέχους και εφόσον οι λειτουργίες ορισμένων οργάνων διατηρούνται με τεχνητά μέσα, υποχρεούται να προβεί από κοινού με έναν αναισθησιολόγο και ένα νευρολόγο ή νευροχειρουργό στη σύνταξη του σχετικού πιστοποιητικού θανάτου.»
Ο υποψήφιος δότης, δεν απαιτείται να έχει εκφράσει την επιθυμία του να γίνει δωρητής οργάνων. Όπως ορίζει το άρθρο του απελθόντος νόμου: «αν ο δυνητικός δότης δεν είχε εκφράσει τη συναίνεσή του ή την άρνησή του, η αφαίρεση διενεργείται εφόσον δεν αντιτίθεται σε αυτήν ο σύζυγος, τα ενήλικα τέκνα, οι γονείς ή τα αδέρφια του». Δίνεται δηλαδή η δυνατότητα άρνησης του υποψηφίου δότη πριν να επέλθει η εγκεφαλική του ανεπάρκεια, αλλά σε περίπτωση που δεν είχε εκφράσει ρητά την αντίθεσή του, η τύχη των ζωτικών και ζωντανών ακόμα οργάνων του είναι στα χέρια των οικείων του, οι οποίοι ορίζονται συγκεκριμένα.
Από τη γραμματική ερμηνεία της εν λόγω διάταξης, συνάγουμε ότι έστω και ένας αν διαφωνεί από τα αναφερόμενα πρόσωπα, δηλαδή ο σύζυγος ή η σύζυγος, τα ενήλικα τέκνα, οι γονείς και τα αδέλφια του νομιζόμενου νεκρού, δεν επιτρέπεται καμία αφαίρεση οργάνου.
Αυτό είναι το ισχύον μέχρι σήμερα νομικό καθεστώς των μεταμοσχεύσεων.

ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ ΓΙΑ ΤΟΝ «ΕΓΚΕΦΑΛΙΚΟ ΘΑΝΑΤΟ»

Στο σημείο αυτό θα ήθελα να ξεφύγω λίγο από τα της εικαζόμενης συναίνεσης και να θίξω επιφανειακά τον όρο «εγκεφαλικός θάνατος», τον οποίο σαφώς αποδέχεται ο ισχύον νόμος αλλά και ο ερχόμενος από 1ης Ιουνίου του 2013. Κατά το νόμο λοιπόν, η νέκρωση του εγκεφαλικού στελέχους θεωρείται ως πραγματικός θάνατος του ανθρώπου, κάτι που, όπως πληροφορούμαστε, δεν γίνεται δεκτό από όλο και αυξανόμενο μέρος της παγκόσμιας ιατρικής κοινότητας, καθώς υπάρχουν σοβαρές αντιρρήσεις από έγκριτους ταγούς της ιατρικής επιστήμης.
Για τις ανάγκες των μεταμοσχεύσεων, εφευρέθηκε αυτός ο όρος από μια μερίδα ιατρών και υιοθετήθηκε από τη νομική επιστήμη, καθώς η τελευταία αποδέχεται αμαχητί τα πορίσματα της πρώτης, ως αναρμόδια για ουσιαστική έρευνα σε «ξένα χωράφια».
 Πρόκειται δηλαδή για ένα νομικό κατασκεύασμα, το οποίο στη νομική επιστήμη ονομάζεται πλάσμα Δικαίου και με το οποίο ο εγκεφαλικός «θάνατος» εξομοιώνεται με τον πραγματικό θάνατο.
Αν όμως δεχθούμε ότι ο εγκεφαλικός θάνατος δεν είναι πραγματικός θάνατος, τότε το ιατρικό προσωπικό που διενεργεί την αφαίρεση των οργάνων, αλλά και οι συναινούντες συγγενείς θα είχαν ποινικές ευθύνες, άσχετα αν ο ασθενής θα κατέληγε με βεβαιότητα σε λίγες μέρες ή ώρες.
Στη θεωρία του Ποινικού Δικαίου, σημασία έχει η αιτιώδης συνάφεια της πράξης με το αποτέλεσμα, δηλαδή τον θάνατο. Γι’ αυτό και αν κάποιος αφαιρέσει τη ζωή ενός ήδη ετοιμοθάνατου ανθρώπου, θεωρείται αυτουργός ανθρωποκτονίας, διότι ο θάνατος επήλθε ουσιωδώς παραλλαγμένος από ότι θα συνέβαινε αν ο δράστης δεν ενεργούσε. Πόσο μάλιστα οι θεράποντες ιατροί που έχουν ιδιαίτερη νομική υποχρέωση να κρατήσουν τον ασθενή στη ζωή προβαίνοντας σε όλες τις απαραίτητες ενέργειες, προκειμένου να παρατείνουν όσο το δυνατόν περισσότερο τη ζωή του.

Ακούμε σαν επιχείρημα από τους υποστηρικτές του «εγκεφαλικού θανάτου» το ατυχές: «αφαιρούμε τα όργανα γιατί εντός ολίγων ημερών θα επέλθει με μαθηματική ακρίβεια ο θάνατός, οπότε καλύτερα να σώσουμε κάποιον άλλο που έχει ελπίδες». Αυτό το δόγμα βέβαια, σύμφωνα με όσα προαναφέραμε δεν μπορεί να σταθεί νομικά και γι’ αυτό το λόγο εφευρέθηκε το κατασκεύασμα «εγκεφαλικός θάνατος», ώστε να μην υπάρχει καμία ποινική ευθύνη των συντελεστών της αφαίρεσης των οργάνων από άνθρωπο που ακόμη χτυπάει η καρδιά του. Ποιος άλλωστε μπορεί να υποστηρίξει με σιγουριά ότι θα επέλθει αναμφισβήτητα ο θάνατος; Η καθημερινότητα είναι γεμάτη διαψεύσεις ιατρών που ήταν σίγουροι για τον επερχόμενο θάνατο του ασθενούς τους.

Η ΕΙΚΑΖΟΜΕΝΗ ΣΥΝΑΙΝΕΣΗ ΣΤΟ ΙΣΧΥΟΝ ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΟ ΚΑΘΕΣΤΩΣ

Αλλά πέρα από την αποδοχή του εγκεφαλικού «θανάτου» ως πραγματικού θανάτου, όπως είδαμε, στον ισχύοντα νόμο, διατυπώνεται μια ιδιότυπη εικαζόμενη συναίνεση, καθώς, εφόσον ο νομιζόμενος νεκρός δεν είχε εκφράσει ρητά την αντίθεσή του, οι οικείοι του μπορούν να δωρήσουν τα όργανά του για τις ανάγκες των μεταμοσχεύσεων. Συμβαίνει δηλαδή, αυτό που ακούμε συχνά στις ειδήσεις: «οι συγγενείς αποφάσισαν να δωρίσουν τα όργανά του εκλιπόντος».
Το σώμα του βαριά ασθενούς ή νεκρού, όπως θέλουν να τον αποκαλούν οι υπέρμαχοι του εγκεφαλικού «θανάτου», μετατρέπεται έτσι σε αντικείμενο και δεν λογαριάζεται ούτε ο σεβασμός στο νεκρό σώμα, αν έτσι αυτοί το θεωρούν, μία αξία που από τα πανάρχαια χρόνια συγκινούσε ολόκληρη την ανθρωπότητα. Σε κανένα σημείο της γης, σε καμία χρονική περίοδο, δεν υπήρξε τέτοια υποτίμηση του ανθρώπινου σώματος, όπως συμβαίνει στη σημερινή Νέα Εποχή. Αυτή την Εποχή που υποκριτικά βαυκαλίζεται ότι προστατεύει τα δικαιώματα του ανθρώπου, ενώ η διεθνής πραγματικότητα συνεχώς την διαψεύδει. Αντιθέτως, πάντοτε το νεκρό σώμα εθεωρείτο άξιο τιμών από φίλους και εχθρούς του θανόντος και όχι αντικείμενο στο οποίο έχουν κληρονομικό δικαίωμα δωρεάς οι κληρονόμοι του θανόντος.

 ΝΟΜΟΣ 3984/11

Ωστόσο, με την ψήφιση του νέου Νόμου 3984/2011 για τις μεταμοσχεύσεις, ο οποίος θα τεθεί σε εφαρμογή από 1.6.2013, εισήλθε στην πιο σκληρή του μορφή ο όρος της εικαζόμενης συναίνεσης. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με την παράγραφο 2 του άρθρου 9 του επίμαχου νόμου όλοι οι πολίτες της Ελλάδος, είμαστε δυνάμει δωρητές οργάνων, αν δεν έχουμε εκφράσει την ρητή αντίθεσή μας πριν γίνει οποιαδήποτε επέμβαση αφαίρεσης των ζωτικών οργάνων μας, πριν δηλαδή επέλθει ο περίφημος εγκεφαλικός «θάνατος». Έπειτα από κάποιες, δυστυχώς ελάχιστες, αντιδράσεις από το χώρο της Εκκλησίας και της Ιατρικής, εισήχθη με το άρθρο 55 παρ. 4 του Ν. 4075/2012 η φράση «και κατόπιν συναίνεσης της οικογένειάς του», θέτοντας ακόμα μια προϋπόθεση για την αφαίρεση των οργάνων του υποψηφίου δότη, φέρνοντας το θέμα της συναίνεσης πολύ κοντά στο προηγούμενο καθεστώς και εξακολουθώντας να δίνει σε τρίτα πρόσωπα την εξουσία διάθεσης του σώματος, σαν να υπάρχει κληρονομικό δικαίωμα πάνω σε αυτό.
Το πιο τρομακτικό όμως στοιχείο που προσθέτει ο Νόμος αυτός είναι ότι μετά τη διάγνωση του εγκεφαλικλού «θανάτου» και τη σύνταξη πιστοποιητικού θανάτου, η μηχανική υποστήριξη του ασθενούς θα συνεχίζεται μόνο αν το σώμα του, προτίθεται για αφαίρεση οργάνων. Με άλλα λόγια, αν ο ασθενής δεν είναι δωρητής οργάνων, ο νόμος υποχρεώνει τον ιατρό να διακόψει τη μηχανική υποστήριξη του ασθενούς, δηλαδή να παραλείψει να πράξει τα αναγκαία για να παρατείνει τη ζωή του, έστω και λίγα δευτερόλεπτα, όπως έχει ιδιαίτερη νομική υποχρέωση να πράξει ο ιατρός.
Η τιμωρία, επομένως, όσων τολμούν να μην γίνουν δωρητές οργάνων είναι ο θάνατος, η ρίψη τους στον Καιάδα …
Και ενώ όλοι σοκαριζόμαστε με τη θέση ενός ακραίου κόμματος υπέρ της ευθανασίας των Ατόμων Με Ειδικές Ανάγκες, στην περίπτωση αυτή αδιαφορούμε, ξεχνώντας ότι και οι διασωληνωμένοι ασθενείς που παλεύουν στην εντατική, είναι ΑΜΕΑ κατά τη στιγμή που γίνεται η παύση της μηχανικής υποστήριξης.

ΣΥΓΚΡΙΣΗ ΚΑΙ ΔΙΑΦΟΡΕΣ

Παρότι, λοιπόν, τέθηκε η προϋπόθεση της συναίνεσης των οικείων, δεν διευκρινίζονται ποιοι ακριβώς είναι αυτοί οι οικείοι, όπως συμβαίνει με τον σήμερα ισχύοντα νόμο των μεταμοσχεύσεων. Τίθεται αόριστα ο όρος οικογένεια, χωρίς να διευκρινίζεται αν αυτός πρέπει να ληφθεί υπόψιν εν στενή εννοία, δηλαδή σύζυγος και τέκνα ή αν πρέπει να εννοήσουμε και τους γονείς ή άλλους συγγενείς με μια πιο ευρέως ερμηνευμένη έννοια του όρου οικογένεια, όπως ισχύει με τον απελθόντα νόμο.
Ακόμη δεν ορίζεται ρητώς αν στον όρο οικογένεια, περιλαμβάνονται και οι σύντροφοι που ενώνονται με σύμφωνο συμβίωσης. Σύμφωνα με τη θεωρία του Οικογενειακού Δικαίου, ο όρος «οικογένεια» ως νομική έννοια, ανήκει στις αόριστες έννοιες, που εξειδικεύονται από τον ερμηνευτή με βάση τις επικρατούσες κοινωνικές αξίες και αντιλήψεις. Καλείται λοιπόν ο εκάστοτε ιατρός να γίνει ερμηνευτής μιας αόριστης νομικής έννοιας, αναλαμβάνοντας μια αρμοδιότητα που ανέκαθεν ανήκε σε δικαστές και εν γένει νομικούς.
Στο σημείο αυτό θα ήθελα να σταθώ στην πρακτική αδυναμία διαφύλαξης του ασθενούς στην περιπτώση που οι οικείοι του πιθανόν να επιβουλεύονται τη ζωή του ή διαφωνούν στο αμφιλεγόμενο αυτό ζήτημα της δωρεάς οργάνων. Ακόμα και αν ο ασθενής έχει κάνει τη νόμιμη δήλωση άρνησης δωρεάς οργάνων, σε περίπτωση που οι δικοί του δώσουν την έγκριση στους ιατρούς, δεν θα υπάρχει κάποιος που θα αντιτάξει την άρνηση προκειμένου να μη γίνει η αφαίρεση των οργάνων. Γι’ αυτό το λόγο, καλούμε όσους προβούν στη δήλωση άρνησης, να προσκομίσουν σε πρόσωπα απόλυτης εμπιστοσύνης και συχνής επικοινωνίας επικυρωμένα αντίγραφα αυτή της δήλωσης.
Σε κάθε περίπτωση πάντως, και στους δύο νόμους, δεν καθορίζεται τι γίνεται με αυτούς που δεν έχουν οικογένεια ή δεν μπορούν να εντοπισθούν οι οικείοι τους. Αναλογιζόμενοι το πολύ μεγάλο πλήθος των παράνομων μεταναστών, των αστέγων, αλλά και των μοναχικών ανθρώπων, κατανοούμε ότι με τις διευκολύνσεις που τέθηκαν από το νόμο για την αφαίρεση των οργάνων, η χώρα μας μπορεί να μετατραπεί σε ένα ανεξάντλητο εργοστάσιο «παραγωγής» μοσχευμάτων, καθώς διευκολύνονται οι διαδικασίες αφαίρεσης οργάνων. Ο κίνδυνος ήταν και είναι μεγάλος. Πίσω από το προσωπείο του δήθεν ανθρωπισμού και της υποκριτικής αγαπολογίας, κρύβεται ένας πραγματικός εφιάλτης, αν σκεφτούμε τι συμβαίνει σε κάποιες τριτοκοσμικές χώρες με την εμπορεία οργάνων. Ας μη βιαστεί κάποιος να αντιπεί ότι δεν είμαστε τριτοκοσμική χώρα. Κάποιοι κάνουν ό,τι μπορούν και γι’ αυτό.

ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ

Ας προχωρήσουμε όμως στη συνταγματική θεώρηση του όρου εικαζόμενη συναίνεση, για να κατανοήσουμε πόσο ξένος είναι αυτός ο όρος με το ελληνικό δίκαιο.
Κάθε νόμος του Ελληνικού Κράτους, όπως είναι διαμορφωμένο το πολίτευμά μας, πρέπει να συμφωνεί με τον Ανώτατο Νόμο, το Σύνταγμα. Η διάταξη της εικαζόμενης συναίνεσης όμως, πάσχει καταφανώς αντισυνταγματικότητας, καθώς οι ρυθμίσεις του Ν. 3984/2011, έρχονται σε ευθεία αντίθεση με συγκεκριμένες κορυφαίες διατάξεις του Συντάγματος, τις οποίες το άρθρο 110 παρ. 1, τις συμπεριλαμβάνει στις μη αναθεωρητέες.
Σύμφωνα με την επιστήμη του συνταγματικού δικαίου οι διατάξεις των άρθρων 2 παρ. 1 και 5 παρ. 1 του Συντάγματος, από την ίδια τους τη διατύπωση και νομική φύση, συνιστούν γενικές ρήτρες οι οποίες διαποτίζουν ερμηνευτικώς όλες τις λοιπές διατάξεις του, κατά το ότι αυτές πρέπει να ερμηνεύονται σύμφωνα με το γράμμα και το πνεύμα των συγκεκριμένων άρθρων.
Ειδικότερα, το άρθρο 2 παρ. 1 του Συντάγματος, ορίζει ότι «ο σεβασμός και η προστασία της αξίας του ανθρώπου αποτελούν την πρωταρχική υποχρέωση της Πολιτείας». Η λέξη «αξία», περιλαμβάνει έναν ευρύ κατάλογο θεμελιωδών δικαιωμάτων του ανθρώπου, όπως η υγεία, η προσωπικότητα, το δικαίωμα στην αυτοδιάθεση του σώματος, ακόμα και μετά θάνατον, η αξιοπρέπεια κοκ.
Η εκβίαση της συναίνεσης του δήθεν δωρητή, δεν λαμβάνει καθόλου υπόψιν την αξία του ανθρώπου και συγκεκριμένα του ασθενούς που χωρίς να το επιθυμεί αφαιρούνται τα όργανά του. Η αξία αυτή εκτείνεται και στο άψυχο σώμα του νεκρού, καθώς υπερκαλύπτει την προσωπικότητα και διασφαλίζει πτυχές της οντότητας του ανθρώπου έστω και όταν δεν έχει συναίσθηση του περιβάλλοντος και καμία επαφή με την πραγματικότητα, ακόμη και μετά θάνατον. Όπως αναφέραμε προηγουμένως, η μετατροπή του σώματος σε αντικείμενο του εμπραγμάτου Δικαίου, δεν μπορεί να συμφωνεί με το όλως ανθρωπιστικό Σύνταγμά μας. Πόσο μάλιστα στην περίπτωση του ονομαζόμενου «εγκεφαλικού θανάτου», ο οποίος καθώς πληροφορούμαστε από κορυφαίους ταγούς της ιατρικής επιστήμης, δεν είναι πραγματικός θάνατος, υπάρχει δε και η, έστω και μικρή, πιθανότητα ανάνηψης.
Εύλογα θα απαντούσε κάποιος ότι και ο λήπτης έχει το δικαίωμα της απαραίτητης υγειονομικής περίθαλψης για την προστασία του ιερού δικαιώματος στην υγεία και στη ζωή. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι για την προστασία αυτών των δικαιωμάτων του μπορεί να παραβιάσει τα αντίστοιχα δικαιώματα του συνανθρώπου του, δότη. Δεν μπορεί βέβαια, σε καμία περίπτωση να ασκεί το δικαίωμά του καταχρηστικά. Η υφαρπαγή λοιπόν της συναίνεσης του δότη, όταν συνάγεται απλώς από το γεγονός της παράλειψης έγγραφης δήλωσης άρνησης, θίγει ευθέως τον πυρήνα της αξίας του και παραβιάζει την αρχή της αναλογικότητας που θεσπίζεται στο αρ. 25 του Συντάγματός μας, ως προς τη σύγκριση με το δικαίωμα του λήπτη.
Το Σύνταγμά μας, από το όλο πνεύμα που το διακατέχει, δεν μπορεί επ’ ουδενί να υιοθετήσει το δόγμα: «ο θάνατός σου, η ζωή μου». Ούτε να δεχθεί ότι τα όργανα του σώματος μπορούν να αποτελέσουν απλά αντικείμενα, η διάθεση των οποίων θα ανατίθεται στους συγγενείς του δότη. Εξάλλου, το δικαίωμα κάποιου ανθρώπου να αντικαταστήσει δικά του όργανα με τα όργανα κάποιου άλλου, δεν αναγνωρίζεται ρητά ως αναμφισβήτητο δικαίωμα ούτε από το Σύνταγμα ούτε από καμία διεθνή σύμβαση για τα δικαιώματα του ανθρώπου, έτσι ώστε να μπορεί να προστατευτεί αναγκαστικά με νόμο από την Πολιτεία.

 Η διάταξη, τώρα, του άρθρου 5 παρ. 1 του Συντάγματος, ορίζει ότι «καθένας έχει δικαίωμα να αναπτύσσει ελεύθερα την προσωπικότητά του και να συμμετέχει στην κοινωνική, οικονομική και πολιτική ζωή της Χώρας, εφόσον δεν προσβάλλει τα δικαιώματα των άλλων και δεν παραβιάζει το Σύνταγμα ή τα χρηστά ήθη».
Αυτή η ελευθερία στη συμμετοχή στην κοινωνική ζωή παραβιάζεται  με την ανελεύθερη εκβίαση της βούλησης του ανθρώπου, ειδικά σε ένα τόσο ευαίσθητο θέμα που βρίσκεται στα όρια μεταξύ ζωής και θανάτου. Η «εικαζόμενη συναίνεση» βασίζεται στο, εντελώς έωλο, τεκμήριο ότι ο δότης δεν εξέφρασε αντίθετη βούληση όσο βρισκόταν στη ζωή, μη λαμβάνοντας βέβαια υπ’ όψιν ότι και κατά τη στιγμή της αφαίρεσης των οργάνων είναι εν ζωή.
Ένας τέτοιος συλλογισμός δεν συμβιβάζεται με την ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας και αποτελεί υπέρμετρο καταναγκασμό, ευθέως αντίθετο προς την ελευθερία την οποία κατοχυρώνει το άρθρο 5 παρ. 1 του Συντάγματος. Εξάλλου, από τα διδάγματα της κοινής πείρας, υπολογίζουμε ότι ελάχιστοι θα είναι εκείνοι που θα ενεργήσουν και θα προβούν σε έγγραφη δήλωση άρνησης δωρεάς οργάνων, όπως και ελάχιστοι ήταν εκείνοι που έγιναν εθελοντές δωρητές οργάνων.
Η ξαφνική αύξηση του αριθμού των υποψήφιων δωρητών, από τη μία στιγμή στην άλλη, δεν σημαίνει ότι ξαφνικά οι Έλληνες πολίτες αποφάσισαν μαζικά να γίνουν δωρητές οργάνων. Κάτι τέτοιο δεν συμβαδίζει με τα διδάγματα της κοινής λογικής και πείρας, ενώ οι υπέρμαχοι των μεταμοσχεύσεων γνωρίζουν πολύ καλά τα πλασματικά αποτελέσματά του, γι’ αυτό άλλωστε και υιοθετήθηκε εν τέλει αυτή η σκληρή μορφή εικαζόμενης συναίνεσης, για την οποία κάναμε λόγο προηγουμένως.
Από την άλλη, οι γραφειοκρατικές διαδικασίες που απαιτούνται για την έγκυρη δήλωση άρνησης δωρεάς οργάνων, καθώς και η αναβλητικότητα που χαρακτηρίζει την ελληνική ιδιοσυγκρασία, αποτελούν ανασταλτικούς παράγοντες για την έγκαιρη και έγκυρη δήλωση της απαιτούμενης έγγραφης άρνησης. Ο Έλληνας πολίτης που καθημερινά έρχεται αντιμέτωπος με το γραφειοκρατικό τέρας του Δημοσίου και τελευταίως με την παντελώς αναξιόπιστη και όχι λιγότερο γραφειοκρατική ηλεκτρονική διακυβέρνηση, θα προτιμήσει να αναβάλει επ’ αόριστον τη νόμιμη υπεύθυνη δήλωση, σκεπτόμενος απλοϊκά ότι«δε βαριέσαι, δεν πεθαίνω και σήμερα…»
Επίσης, το ενδεχόμενο ο δότης να αγνοούσε το περιεχόμενο των νομοθετικών ρυθμίσεων περί της εικαζόμενης συναίνεσης και την υποχρέωσή του να δηλώσει στην αρμόδια διοικητική αρχή την αντίθεσή του ως προς τη δωρεά οργάνων, είναι κάτι προφανές. Με ποια λογική απαιτείται από τον απλό κόσμο, ειδικά τους ηλικιωμένους ανθρώπους, να γνωρίζουν επακριβώς τα όσα ισχύουν για τις μεταμοσχεύσεις; Δεν είναι θεσμικώς δυνατό, κατά τη έννομη τάξη της χώρας μας, να του αντιταχθεί κατά τη νοσηλεία του και την εξαιρετικά σοβαρή κατάσταση της υγείας του, ότι τέτοιας μορφής άγνοια νόμου δεν επιτρέπεται.
Παρατηρούμε ξεκάθαρα λοιπόν, τη σαφέστατη αντίθεση με το Ελληνικό Σύνταγμα, της οποιαδήποτε μορφής εικαζόμενης συναίνεσης και της ανάθεσης της τελικής επιλογής σε τρίτα οικεία πρόσωπα του δότη.

ΕΣΔΑ

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει και ο έλεγχος της διάταξης της εικαζόμενης συναίνεσης από τη σκοπιά της Ευρωπαικής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου. Συγκεκριμένα, στο άρθρο 2 της ΕΣΔΑ ορίζεται ότι: «το δικαίωμα εκάστου προσώπου στη ζωή προστατεύεται από το νόμο. Σε κανένα δεν δύναται να επιβληθεί εκ προθέσεως θάνατος, ειμή εις εκτέλεσιν θανατικής ποινής εκδιδομένης υπό δικαστηρίου σε περίπτωση αδικήματος τιμωρουμένου από το νόμο διά της ποινής αυτής». Επιπλέον οι εξαιρέσεις που τίθενται στην παράγραφο 2 του ίδιου άρθρου είναι παντελώς άσχετες με τις μεταμοσχεύσεις.
Προκαλώντας τον θάνατο του δότη με την αφαίρεση οργάνων, εικάζοντας έωλα την συναίνεσή του, παραβιάζεται το εν λόγω άρθρο και έτσι μπορούμε να πούμε ότι ο νόμος αυτός αντιτίθεται και στην ΕΣΔΑ.
Όσα αναφέραμε για την αντισυνταγματικότητα της εικαζόμενης συναίνεσης και την αντίθεση της με την ΕΣΔΑ, ισχύουν στο πολλαπλάσιο για την βάρβαρη διάταξη της παραγράφου 6 του άρθρου 9, που υποχρεώνει τον ιατρό να διακόψει  την μηχανική υποστήριξη σε ασθενείς που δεν προσφέρονται για δωρεά οργάνων.
Στο σημείο αυτό, θα πρέπει να σταθούμε στο γεγονός ότι η χώρα μας έχει καταδικασθεί αλλεπάλληλες φορές για καταπάτηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, μετά την προσφυγή συγκεκριμένων ομάδων και καλά χρηματοδοτούμενων Μ.Κ.Ο. για παραβάσεις σε θέματα μειονοτήτων.
Με δεδομένα όλα όσα προαναφέραμε σχετικά με την αντισυνταγματικότητα της εικαζόμενης συναίνεσης και την ευθεία καταπάτηση στοιχειωδών δικαιωμάτων του εικαζόμενου δωρητή, μας προκαλεί ιδιαίτερη εντύπωση και αναρωτιόμαστε, γιατί δεν παίρνουν θέση όλες αυτές οι Μ.Κ.Ο. και οι διάφοροι οργανισμοί, οι οποίοι αυτοαναγορεύονται σε προστάτες των ανθρωπίνων δικαιωμάτων;
Γιατί άραγε σιωπούν σε αυτή τη βάναυση καταπάτηση του δικαιώματός μας στη ζωή και στην αυτοδιάθεση του σώματός μας, εκείνοι που παλεύουν καθημερινώς για τα δικαιώματα των μειονοτήτων όπως οι ομοφυλόφιλοι κλπ, σέρνοντας τη χώρα μας επανειλημμένως στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, με αποτέλεσμα να πληρώνει πρόστιμα ο νεόπτωχος ελληνικός λαός για άλλες περιπτώσεις παραβάσεων της ΕΣΔΑ;
Εύλογα θα απαντήσει κάποιος ότι οι ίδιοι «έκαναν τα στραβά μάτια» σε τόσα που υπέστη και ακόμα υποφέρει κατά παράβαση του Συντάγματος αλλά και κάθε ανθρώπινης λογικής, από τις κατοχικές κυβερνήσεις και την τρόικα, το σύνολο του ελληνικού λαού, επομένως είναι μάταιο να περιμένουμε από αυτές τις ύποπτες ομάδες κάποια παρέμβαση υπέρ του αυτονόητου δικαιώματος του ανθρώπου στο σώμα του.
Όλο αυτό το διάστημα που δοκιμάζεται η πατρίδα μας, εκείνοι είχαν ως μοναδικό τους μέλημα να χτιστεί Τέμενος, να καταργηθούν τα θρησκευτικά, να λάβουν την ελληνική ιθαγένεια όλοι όσοι πατούν το ελληνικό έδαφος, να καταργηθεί η μισθοδοσία των κληρικών, να αναγνωρισθεί ο γάμος των ομοφυλοφίλων κοκ.

 ΕΝΑΡΜΟΝΙΣΗ ΜΕ ΚΟΙΝΟΤΙΚΗ ΟΔΗΓΙΑ;

Όσον αφορά τώρα την περίφημη εναρμόνιση της Ελλάδος στις κοινοτικές οδηγίες περί μεταμοσχεύσεων, όπως αναφέρεται στην επικεφαλίδα του νέου νόμου περί των μεταμοσχεύσεων, αξίζει να αναγνώσουμε αυτούσιο ένα μικρό κομμάτι της σχετικής οδηγίας του 2012:
«Η οδηγία υπενθυμίζει: την απαίτηση για τα κράτη μέλη να προστατεύουν τους ζώντες δότες από πιθανούς κινδύνους, από σωματικές και οικονομικής φύσης αντιξοότητες που σχετίζονται με τη διαδικασία δωρεάς, καθώς και να εξασφαλίζουν την εθελοντική και μη αμειβόμενη δωρεά όπως ορίζεται στην οδηγία 2010/53/ΕΕ.»
Βλέπουμε ότι πουθενά η επικαλούμενη από τον ΕΟΜ κοινοτική οδηγία δεν επιβάλλει στα Κράτη Μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης την περιβόητη εικαζόμενη συναίνεση, αλλά αντίθετα ζητά από αυτά να προστατεύσουν τους δότες από πιθανούς κινδύνους, εξασφαλίζοντας εθελοντική και μόνο προσφορά οργάνων.

ΠΑΡΑΒΑΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ ΤΗΣ ΒΟΥΛΗΣ

Ένα άλλο σημείο που παρουσιάζει νομικό ενδιαφέρον, είναι ο τρόπος με τον οποίο ψηφίστηκε ο επίμαχος νόμος, κατά προφανή παράβαση του Κανονισμού της Βουλής, όπως προκύπτει από τα πρακτικά της μέρας ψήφισης του Νόμου 3984/2011, γεγονός που θέτει εύλογο ζήτημα εγκυρότητας της διαδικασίας της ψήφισης του νόμου στη Συνεδρίαση της Ολομέλειας της Βουλής εκείνης της ημέρας.
Ήταν η 15η Ιουνίου του 2011, όταν το κίνημα των αγανακτισμένων πολιτών είχε περικυκλώσει τη Βουλή των Ελλήνων, ενώ οι βουλευτές κυκλοφορούσαν με αστυνομικές συνοδείες προκειμένου να αποφύγουν τον προπηλακισμό από τους εξαγριωμένους Έλληνες πολίτες. Την ημέρα εκείνη λοιπόν, εξαιτίας της υψηλής επικινδυνότητας που διέτρεχε η σωματική ακεραιότητα των πολιτικών μας και ενώ ελάχιστοι ασχολούνταν με ένα θέμα επιφανειακά ασήμαντο, όπως οι μεταμοσχεύσεις, σε σχέση με τις πολιτικές εξελίξεις που έτρεχαν τότε και «μύριζαν» λαϊκή επανάσταση, η Βουλή των Ελλήνων θύμιζε ερημωμένο τοπίο.
Χαρακτηριστική και πλήρως διαφωτιστική είναι η φράση του πρώην Προέδρου της Βουλής και βουλευτή του τότε κυβερνώντος κόμματος, κ. Απόστολου Κακλαμάνη: «Είναι εξαιρετικά κρίσιμες αυτές οι ώρες και λυπούμαι να πω ότι οι αρμόδιες υπηρεσίες των κομμάτων προφανώς δεν φρόντισαν ώστε να ενημερωθούν όλοι οι Βουλευτές όλων των κομμάτων για τη δυνατότητα ελεύθερης πρόσβασής τους στο Κοινοβούλιο. Πάρα πολλοί Βουλευτές θεωρούν ότι δεν είναι δυνατή η πρόσβαση στο Κοινοβούλιο και αυτό δεν είναι αληθές….Και όταν δίδεται η εικόνα της Βουλής με δύο Υπουργούς στα έδρανα και δέκα Βουλευτές στην Αίθουσα, ο λαός διερωτάται πού είναι οι άλλοι ..».
Υπήρχε, επομένως, καταφανές πρόβλημα προσέλευσης των βουλευτών στην Ολομέλεια, για την απαρτία της οποίας απαιτείται κατ’ ελάχιστο το ένα τέταρτο του συνόλου των βουλευτών, δηλαδή 75 στον αριθμό. Τα άδεια έδρανα επρόδιδαν έναν κατά πολύ μικρότερο αριθμό βουλευτών, γεγονός που θα έπρεπε να ληφθεί σοβαρά υπ’ όψιν από την Προεδρεύουσα της Βουλής για εκείνη τη μέρα, κ. Ροδούλα Ζήση, και ακολουθώντας τις διατάξεις του Κανονισμού της Βουλής, να αναβάλει τη συνεδρίαση για μια άλλη μέρα, κατά την οποία θα ήταν ευκολότερη η πρόσβαση των βουλευτών. Κι όμως, αυτοί οι ελάχιστοι βουλευτές που βρέθηκαν εκείνη τη μέρα στην αίθουσα, ψήφισαν στο όνομα του Ελληνικού Λαού, ο οποίος αγανακτισμένος διαμαρτυρόταν έξω από το «ναό της Δημοκρατίας», θεωρώντας ανάξιους της εμπιστοσύνης του, τους τότε βουλευτές και αποκλείοντας τους τις διόδους προς τη Βουλή.
Η αντιδημοκρατικότητα της τότε κυβέρνησης, που μας φορτώθηκε με σύνθημα το γραφικό «λεφτά υπάρχουν», φάνηκε και σε αυτή την περίπτωση. Η εμμονή του τότε Υπουργού Υγείας, κ. Ανδρέα Λοβέρδου, να περάσει ένα νόμο που γνώρισε τη λαϊκή αποδοκιμασία μέσω της δημόσιας διαβούλευσης, η οποία βέβαια υπάρχει για να υπάρχει, καθώς παρατηρούμε ότι οι δημοκράτες κυβερνώντες μας δεν τη παίρνουν ποτέ στα σοβαρά, μας έκανε μάρτυρες αυτής της αντιδημοκρατικής πρακτικής που υιοθετήθηκε προκειμένου να περάσει αυτός ο νόμος.

ΑΠΟΦΥΓΗ ΑΠΑΝΤΗΣΗΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΟΜ

Για να μη θεωρηθεί ότι αδικούμε τον Εθνικό Οργανισμό Μεταμοσχεύσεων, ο οποίος έχει αναλάβει εργολαβικά την υποστήριξη αυτού του νόμου, προσπαθήσαμε να έρθουμε σε επικοινωνία με τους αρμόδιους εκπροσώπους του, θέτοντας κάποια σαφή ερωτήματα με γραπτή επιστολή μας, πριν από 2 περίπου μήνες. Είχαμε σκοπό να παρουσιάσουμε στην ημερίδα τις θέσεις του ΕΟΜ για κάποια αμφιλεγόμενα και ασαφή ζητήματα του νόμου.
Ο πρόεδρος του ΕΟΜ κ. Χατζής, έπειτα από τις επανειλημμένες τηλεφωνικές οχλήσεις μας, αρνήθηκε να απαντήσει στα σαφή ερωτήματα που του θέσαμε, εφευρίσκοντας ευφάνταστες δικαιολογίες, όπως ότι το έγγραφο που αποστείλαμε δεν είχε γραμμένη τη διεύθυνση της ΕΠΜ, πράγμα που δεν ίσχυε, έπειτα ότι τάχα δεν είμαστε επίσημος εκκλησιαστικός φορέας και ότι … απαντάει μόνο στην Ιερά Σύνοδο και άλλα τέτοια παρόμοια.
Να σημειώσουμε ότι ήδη ο ΕΟΜ έχει απαντήσει γραπτά σε άλλα ερωτήματα μεμονωμένων ιδιωτών. Εμείς αναρωτιόμαστε, γιατί δεν απαντούν σε εμάς; Αν όλα είναι αθώα, δεν έχουν να φοβηθούν τίποτα, καθώς όπως λέει ο σοφός λαός: «καθαρός ουρανός, αστραπές δεν φοβάται». Την προκλητική σιωπή του ΕΟΜ την αφήνουμε στην κρίση σας.

ΔΗΛΩΣΗ ΑΡΝΗΣΗΣ ΔΩΡΕΑΣ ΟΡΓΑΝΩΝ

Σε κάθε περίπτωση, και λίγο πριν ολοκληρώσω την εισήγησή μου, θα παρακαλούσα τον καθένα ξεχωριστά, να μην αναβάλει τη δήλωση άρνησης δωρεάς των οργάνων του και να ενεργήσει γρήγορα και υπεύθυνα. Η Εστία Πατερικών Μελετών και η Ενωμένη Ρωμηοσύνη, μεριμνώντας για την εγκυρότητα της υπεύθυνης δηλώσεως, έχουν συντάξει το περιεχόμενό της. Το μόνο που απομένει σε εσάς είναι να τη συμπληρώσετε με τα στοιχεία σας, να επικυρώσετε στο ΚΕΠ το γνήσιο της υπογραφής, να τη στείλετε στον ΕΟΜ στη διεύθυνση που αναγράφεται πάνω στη δήλωση και να κρατήσετε μερικά αντίγραφα με θεωρημένη την υπογραφή σας, που θα φυλάξουν τα κοντινά σας και εμπιστοσύνης σας πρόσωπα. Για να μην ταλαιπωρηθείτε στα ΚΕΠ, θα πάρετε όσα αντίγραφα επιθυμείτε και θα τα υπογράψετε όλα εκεί, ώστε να θεωρηθεί το γνήσιο της υπογραφής. Μην πάτε με φωτοαντίγραφα της ήδη υπογεγραμμένης δήλωσης γιατί δεν τα επικυρώνουν. Εκεί θα μας θεωρήσουν μόνο το γνήσιο της υπογραφής.

ΕΠΙΛΟΓΟΣ

Κλείνοντας, θα ήθελα να θυμίσω τα περιέργως προφητικά λόγια που κατεγράφησαν κατά την προσφώνηση της τότε Προέδρου της Βουλής, κ. Άννας Ψαρούδα-Μπενάκη, προς τον νεοεκλεγέντα το έτος 2005, Πρόεδρο της Δημοκρατίας, κ. Κάρολο Παπούλια:
«Αναλαμβάνετε, κύριε Πρόεδρε, την Προεδρία της Ελληνικής Δημοκρατίας για μία πενταετία όπου θα σημειωθούν σημαντικά γεγονότα και εξελίξεις: Η Ευρωπαϊκή ενοποίηση θα προωθηθεί με την ψήφιση ενδεχομένως και της Συνταγματικής Συνθήκης, τα εθνικά σύνορα και ένα μέρος της εθνικής κυριαρχίας θα περιορισθούν χάριν της ειρήνης, της ευημερίας και της ασφάλειας στη διευρυμένη Ευρώπη, τα δικαιώματα του ανθρώπου και του πολίτη θα υποστούν μεταβολές καθώς θα μπορούν να προστατεύονται, αλλά και να παραβιάζονται από αρχές και εξουσίες πέραν των γνωστών και καθιερωμένων και πάντως η Δημοκρατία θα συναντήσει προκλήσεις και θα δοκιμασθεί από ενδεχόμενες νέες μορφές διακυβέρνησης.»
Ο περιβόητος νόμος των μεταμοσχεύσεων, θα ήταν συνετό να εξετασθεί μέσα στο γενικότερο πλαίσιο διαδοχικών αντισυνταγματικών νόμων, όπως του χαρατσιού, της ιθαγένειας, της ηλεκτρονικής διακυβέρνησης, των περικοπών των πολυτεκνικών επιδομάτων κλπ, που βρήκαν ελεύθερη είσοδο από την «πόρτα της απανθρωπιάς» που άνοιξαν ορθάνοιχτα εκείνοι που μας έβαλαν στο μνημόνιο και στα άσπλαχνα δίχτυα του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου. Όλοι αυτοί οι περίεργοι νόμοι μας υπενθυμίζουν συχνότατα τα προαναφερθέντα λόγια της κ. Μπενάκη, που υπό άλλες συνθήκες θα είχαν ξεχαστεί από όλους.
Είναι κι αυτός ο νόμος λοιπόν, ένας νόμος χωρίς λογική, ένας «παλαβός» νόμος. Αλλά ας μη το βάζουμε κάτω. Ας στρέψουμε τα ώτα και τη σκέψη μας προς τον πνευματικό πατέρα του Νεοελληνικού Έθνους, τον όσιο μοναχό Παίσιο, ο οποίος από το 1981 καλώντας μας σε προσευχή και μετάνοια, μας καθησύχαζε λέγοντας:
«Νὰ προσεύχεσθε νὰ ἀναδείξη ὁ Θεὸς πνευματικοὺς ἀνθρώπους, Μακκαβαίους, γιατί ὑπάρχει μεγάλη ἀνάγκη. Ἦρθε ὁ καιρὸς νὰ πολεμήση τὸ καλὸ μὲ τὸ κακό, γιατί τὴν παρανομία τὴν ἔχουν κάνει νόμο καὶ τὴν ἁμαρτία μόδα. Ὅταν ὅμως δεῖτε συμφορὲς στὴν Ἑλλάδα, τὸ κράτος νὰ βγάζη παλαβοὺς νόμους καὶ νὰ ὑπάρχη γενικὴ ἀστάθεια, μὴ φοβηθῆτε, θὰ βοηθήση ὁ Θεός.»
Σας ευχαριστώ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου