Πολιτικοῦ Ἐπιστήμονος –Συγγραφέως
στό Συνέδριο τοῦ Πατριαρχείου Ἱεροσολύμων (Ἀθῆναι, 31-5-2009)
Ἡ παρουσία τῆς Ρωμηοσύνης στό σύγχρονο γίγνεσθαι καθορίζεται ἀπό τά πνευματικά συστατικά στοιχεῖα της: Τήν Ἑλληνική παιδεία καί πολιτιστική συνέχεια. Τήν Ὀρθόδοξη Χριστιανική Πίστη καί παράδοση. Τό βυζαντινορωμαϊκό Δίκαιο. Τήν αἴσθηση ὅτι «ἡ Ρωμανία κι ἄν πέρασε ἀνθεῖ καί φέρει κι ἄλλο», ὅπως τραγουδᾶ ὁ Ποντιακός θρῆνος γιά τήν Ἅλωση. Τήν πεποίθηση ὅτι «ἡ Ρωμηοσύνη ἔν νά χαθῆ ὅντας ὁ κόσμος λείψη», ὅπως εἶναι τά λόγια τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Κυπριανοῦ, τά ὁποῖα κατέγραψε μέ ποιητική χάρη ὁ Κύπριος βάρδος Βασίλης Μιχαηλίδης. Τήν παρακαταθήκη τοῦ Ἁγίου Αὐτοκράτορος τῆς Νικαίας Ἰωάννου Γ΄ Βατάτζη, ὁ ὁποῖος γράφει πρός τόν Πάπα Νικόλαο Θ΄ τό 1250 ὅτι ὁ τίτλος του εἶναι βασιλεύς Ρωμαίων, ἀλλά γνωρίζει τήν καταγωγή του ἀπό τό ἑλληνικόν γένος , ἀπό τό ὁποῖο διεδόθη ἡ σοφία σέ ὅλον τόν κόσμο καί στό ὁποῖο διά τοῦ Μεγάλου Κωνσταντίνου πέρασε ἡ κληρονομιά τοῦ κράτους τῶν Ρωμαίων. Τήν συγκινητική ὑπόμνηση τοῦ Κωνσταντίνου Παλαιολόγου πρός τούς τελευταίους ὑπερασπιστές τῆς Βασιλεύουσας ὅτι «εἴμασθε ἀπόγονοι Ἑλλήνων καί Ρωμαίων», γι’αὐτό πρέπει νά ἀγωνισθοῦμε γιά τήν Πίστη, τήν Πατρίδα καί τούς συγγενεῖς μας. Καί τήν ἐπίκαιρη ὑπογράμμιση τοῦ μακαριστοῦ π. Ἰωάννου Ρωμανίδη ὅτι ὁ Ρωμηός κάνει κατά καιρούς συμμαχίες γιά τό συμφέρον τοῦ Ἔθνους, ἀλλά δέν γίνεται δοῦλος τῶν συμμάχων, οὔτε πιστεύει στήν συγχώνευση τῶν πολιτισμῶν.
Ἡ παρουσία τῆς Ρωμηοσύνης ἀνιχνεύεται καί πρέπει νά γίνει ἀκόμη πιό δυναμική στούς ἑξῆς τομεῖς:
1) Πολιτιστική ταυτότητα. Ἡ ἑλληνορθόδοξη Ρωμηοσύνη σέβεται τό δικαίωμα κάθε λαοῦ νά ἔχει τήν ἐθνική, θρησκευτική καί πολιτιστική ταυτότητά του, ἀλλά πρωτίστως ἀγωνίζεται γιά νά διαφυλάξει τήν δική της ταυτότητα, τήν δική της πολιτιστική ἰδιοπροσωπεία. Μελετᾶ τούς ἄλλους πολιτισμούς καί διαλέγεται μέ αὐτούς. Ἀφομοιώνει ὁρισμένα στοιχεῖα ἀπό τούς ἄλλους, ἀλλά δέν ἀφομοιώνεται. Διδάσκεται ἀπό τόν Μέγα Βασίλειο νά στέκεται ἐπιλεκτικά ἀπέναντι σέ κάθε ἄνθος καί νά παίρνει τόν χυμό ἀποφεύγοντας τά ἀγκάθια. Ἀναγνωρίζει τήν σημασία τῆς εὐρωπαϊκῆς προσπάθειας γιά στενότερη συνεργασία τῶν λαῶν καί ἀποφυγή τῶν συγκρούσεων. Ὅμως ἀξιοποιεῖ τήν συνεργασία αὐτή γιά νά διαδώσει τόν δικό της πολιτισμό στήν Εὐρώπη καί ἀρνεῖται νά προδώσει τήν ταυτότητά της μέ τό ἐπιχείρημα ὅτι «αὐτό ἐπιβάλλει ἡ Εὐρώπη». Ἡ Ρωμηοσύνη πιστεύει ὅτι ἡ εὐρωπαϊκή προσπάθεια θά προχωρήσει θετικά μόνον ἄν τηρήσει αὐτό πού καταγράφεται στά ἐπίσημα κείμενά της, δηλαδή τόν σεβασμό στήν ἐθνική καί πολιτιστική ἰδιαιτερότητα κάθε λαοῦ.
Ἡ Ρωμηοσύνη κατανοεῖ ὅτι οἱ λαοί τῆς Δυτικῆς Εὐρώπης διαφοροποιοῦνται πολιτιστικά διότι αὐτοί πέρασαν μέσα ἀπό τήν διαδικασία τοῦ Διαφωτισμοῦ καί ἐπηρεάζονται, ἄλλοι λίγο ἄλλοι πολύ, ἀπό τά ἐκκοσμικευμένα στοιχεῖα τοῦ Εὐρωπαϊκοῦ Διαφωτισμοῦ. Ἡ Ρωμηοσύνη σήμερα συνυπάρχει ἁρμονικά μέ τούς δυτικούς λαούς γνωρίζει , ὅμως, ὅτι τά φραγκικά καί τά Διαφωτιστικά στοιχεῖα τῆς δυτικῆς κληρονομιᾶς δέν εἶναι πλήρως συμβατά μέ τόν ρωμαίικο πολιτισμό. Διδάσκει στά παιδιά της τά Ἀνθρώπινα Δικαιώματα, τούς θυμίζει ὅμως καί τίς ὑποχρεώσεις τους πρός τόν Θεό καί πρός τόν συνάνθρωπο. Συμφωνεῖ ὅτι πρέπει νά ἀξιοποιήσουμε ὁρισμένα θετικά στοιχεῖα ἀπό τήν πολιτική κληρονομιά τῆς Δυτικῆς Εὐρώπης. Ὑπενθυμίζει, ὅμως, ὅτι δέν περιμέναμε ἐμεῖς οἱ Ρωμηοί τόν Δυτικό Διαφωτισμό γιά νά συνειδητοποιήσουμε τά Ἀνθρώπινα Δικαιώματα. Στήν Κωνσταντινούπολη τοῦ 1100, ἐπί Κομνηνῶν, τό Νοσοκομεῖο τῆς Μονῆς Παντοκράτορος προέβλεπε γυναῖκες ἰάτραινες, ἄρα ἡ βυζαντινή Ρωμηοσύνη ἐπέτρεπε και στά κορίτσια νά ἀποκτοῦν ἀνωτάτη μόρφωση. Μετά ἀπό 700 χρόνια τό πρῶτο Σύνταγμα τῆς Γαλλικῆς Ἐπαναστάσεως καθιερώνει τήν ὑποχρεωτική δημόσια παιδεία μόνον γιά τά ἀγόρια. Ἄς μήν βλέπουμε, λοιπόν, μέ σύμπλεγμα κατωτερότητος τόν δυτικό πολιτισμό. Τόν σεβόμεθα, ὅπως καί κάθε ἄλλο πολιτισμό, ἀλλά φροντίζουμε πρωτίστως νά γνωρίσουμε καί νά ἀξιοποιήσουμε τήν δική μας κληρονομιά.
2) Οἰκουμενικότητα καί Πατρίδα. Ἡ Ρωμηοσύνη ἀπορρίπτει τόν ἐθνοφυλετισμό, τόν ρατσισμό, τόν ἰμπεριαλισμό καί τήν ἀποικιοκρατία. Ἀπορρίπτει, ὅμως, ἐξ ἴσου καί τόν ἄπατρι κοσμοπολιτισμό, τόν ὑλιστικό διεθνισμό καί τήν ἡττοπάθεια. Δέν ἔχει οὔτε ξενομανία οὔτε ξενοφοβία. Καταφάσκει τόν ὑγιῆ πατριωτισμό καί τήν καλλιέργεια μιᾶς ἀφανάτιστης ἱστορικῆς συνειδήσεως. Δέν χρησιμοποιεῖ πολεμοχαρῆ συνθήματα οὔτε ὅμως δέχεται στό ὄνομα μιᾶς δῆθεν εἰρηνικῆς συνυπάρξεως νά σβήνεται ἡ Ἱστορία, νά παραγράφονται γενοκτονίες, νά συκοφαντεῖται ὁ ρόλος τῆς Ἐκκλησίας καί νά σπιλώνεται ἡ μνήμη Νεομαρτύρων, ἡρώων καί ἀγωνιστῶν. Ἡ Ρωμηοσύνη ἔχει πάντα κατά νοῦν ὅτι τά Πρεσβυγενῆ Πατριαρχεῖα της ζοῦν καί συνυπάρχουν μέ μεγάλες ὁμάδες Μουσουλμανικοῦ θρησκεύνματος. Δέν δέχεται νά γίνει ὁ πολιορκητικός κριός μιᾶς ἀντιισλαμικῆς σταυροφορίας οὔτε ὅμως ἀποδέχεται τόν ἰσλαμικό φανατισμό. Προωθεῖ τόν διάλογο καί ὄχι τήν σύγκρουση τῶν Πολιτισμῶν καί ἔχει τήν ἀπαίτηση ἀπό τούς ἄλλους λαούς νά σέβονται τήν Πίστη της, την Ἱστορία της καί τά ἐδάφη της.
Ἡ Ρωμηοσύνη πιστεύει ὅτι ἡ Ὀρθόδοξη Πίστη εἶναι Οἰκουμενική καί τό μήνυμα τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ εἶναι παναθρώπινο. Κατανοεῖ, πάντως, ὅτι ἡ Οἰκουμενικότητα συνυπάρχει καί δέν ἀντιφάσκει μέ τόν ὑγιῆ πατριωτισμό. Ὁ Ἅγιος Δημήτριος π.χ. τιμᾶται ἀπό τήν Ἐκκλησία μας ὡς «Ὑπέρμαχος τῆς Οἰκουμένης» (Ἀπολυτίκιο) καί εἶναι πράγματι Οἰκουμενικός, διότι τόν σέβονται καί τόν προσκυνοῦν οἱ Ὀρθόδοξοι Σλάβοι καί οἱ Ἀραβόφωνοι Ρωμηοί. Ταυτοχρόνως δέ εἶναι καί πατριωτικός Ἅγιος. Ἔσωζε καί διεφύλαττε , ὅπως μᾶς καταγράφουν τά βυζαντινά κείμενα, τήν πόλη του, τήν Θεσσαλονίκη, ἀπό ἐπιβουλές καί εἰσβολές καί ἔτσι ὑμνεῖται ὡς «σωσίπατρις καί φιλόπολις» καί «Θεσσαλονίκης μέγας φρουρός». Ἄλλο χαρακτηριστικό παράδειγμα συνυπάρξεως τοῦ Οἰκουμενικοῦ μέ τό πατριωτικό στοιχεῖο εἶναι ὁ Ἀκάθιστος Ὕμνος. Ψάλλεται μέ σεβασμό πρός τήν Παναγία ἀπό ὅλους τούς Ρωμηούς οἰκουμενικά. ἀλλά περιέχει καί τό πατριωτικό περιεχόμενο:Τήν εὐχαριστία πρός τήν Ὑπέρμαχο Στρατηγό γιά τήν σωτηρία τῆς Βασιλευούσης ἀπό τούς Ἀβάρους. Ἀκριβῶς αὐτόν τόν ὑγιῆ πατριωτισμό, ὁ ὁποῖος γνωρίζει νά σέβεται καί τόν πατριωτισμό τῶν ἄλλων λαῶν, περιγράφει ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος στήν 37η Ἐπιστολή του: «Μητέρα τιμᾶν τῶν ὁσίων. Μήτηρ δέ ἄλλη μέν ἄλλου, κοινή δέ πάντων πατρίς».
3) Ἑλληνορθόδοξη Παιδεία. Ἡ ἀπάντηση τῆς Ρωμηοσύνης στό ἐρώτημα περί Παιδείας φυσικά λαμβάνει ὑπ’ ὄψιν της τίς σύγχρονες συνθῆκες, ἀνάγκες καί ἐξελίξεις, εἶναι ὅμως βαθειά ριζωμένη στίς αἰώνιες καί πάντοτε ἐπίκαιρες διδαχές τῶν Ἁγίων μας. Εἶναι ἡ Παιδεία τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν, τό σχολεῖο τοῦ Πατροκοσμᾶ, τό ὁποῖο πρέπει νά μᾶς μαθαίνει γιά τόν Θεό καί τήν Παναγία, εἶναι ἡ ἑλληνορθόδοξη παιδεία πού μᾶς κράτησε πνευματικά ζωντανούς ἐπί Τουρκοκρατίας, εἶναι τά γράμμτα πού ἔμαθε ὁ Ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης, ὁ ὁποῖος χειριζόταν ἄριστα καί τήν Ὁμηρική καί τήν ἀττική καί τή νεοελληνική μορφή τῆς ἑλληνικῆς γλώσσας. Ἡ Παιδεία, τήν ὁποία πρεσβεύει ἡ Ρωμηοσύνη, ἀπαντᾶ πρωτίστως στό ἐρώτημα: Τί ἄνθρωπο θέλουμε νά πλάσουμε; Πῶς θά μορφώσουμε, δηλαδή θά δια-μορφώσουμε χαρακτῆρες, πῶς θά μεταδώσουμε ἦθος καί ὄχι μόνον ξερές γνώσεις. Ἡ Παιδεία εἶναι ἔννοια εὐρύτερη τῆς Ἐκπαιδεύσεως. Ἡ Ἐκπαίδευση ἀναφέρεται στήν παροχή γνώσεων γιά νά βροῦν οἱ νέοι ἕνα ἐπάγγελμα. Ἡ Παιδεία δέν θέλει ἀνθρώπους ρομπότ, γεμάτους πληροφορίες, ἀλλά ἀνθρώπους μέ συνείδηση εὐθύνης πρός τόν Θεό, τήν Πατρίδα, τήν Δημοκρατία, τόν συνάνθρωπο. Ἡ Παιδεία τῆς Ρωμηοσύνης ἀποδέχεται καί τήν τεχνολογία καί τούς ἠλεκτρονικούς ὑπολγιστές καί τό Διαδίκτυο καί τίς ξένες γλῶσσες, ἀλλά τά ἀξιοποιεῖ ὅλα αὐτά γιά τήν προώθηση τῶν στόχων της γιά τήν προβολή τοῦ ἑλληνορθοδόξου πολιτισμοῦ καί γιά τήν κοινωνικοποίηση τῶν παιδιῶν μας. Ἡ Ρωμηοσύνη σήμερα δέν διδάσκει στούς νέους νά εἶναι κλεισμένοι στό καβοῦκι τους. Τούς διδάσκει ἤ μᾶλλον προσπαθεῖ νά τούς διδάξει τήν οὐσιαστική κοινωνικότητα πού δέν ταυτίζεται μέ τήν ἀργόσχολη κοσμικότητα , ἀλλά μέ τήν αἴσθηση προσφορᾶς, συμμετοχῆς καί ἀνθρωπιᾶς.
Ἡ Παιδεία τῆς Ρωμηοσύνης πιστεύει στήν ἀνάγκη τονώσεως τῶν Ἀνθρωπιστικῶν Σπουδῶν καί στήν σωστή διδασκαλία τῆς Ἀρχαίας Ἑλληνικῆς καί τῆς Πατερικῆς Γραμματείας καί τῆς Ὀρθόδοξης Χριστιανικῆς Ἀγωγῆς. Διαφωνεῖ μέ τήν γλωσσική παρακμή τῶν νέων μας καί μέ τίς τάσεις ὑποβαθμίσεως τοῦ μαθήματος τῶν Ὀρθοδόξων Θρησκευτικῶν. Γιά τους Ρωμηούς σήμερα ἰσχύει ἡ συμβουλή τῆς Α.Θ.Π. τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κ. Βαρθολομαίου, ὁ ὁποῖες ὁμιλῶν τόν Σεπτέμβριο τοῦ 2005 στήν Φλώρινα τόνισε ὅτι ἡ Ὀρθόδοξη Χριστιανική Ἀγωγή πρέπει νά ἀρχίζει ἀπό τό Νηπιαγωγεῖο. Παραλλήλως ἡ Παιδεία τῆς Ρωμηοσύνης δέν ὑποτιμᾶ τίς πρακτικές καί ἐμπορικές ἐπιστῆμες, διότι ἔχει κατά νοῦν ὅτι ἡ πρώτρη Σχολή Δοικήσεως Ἐπιχειρήσεων στή Ρωμαίικη Ἀνατολή ἱδρύθηκε τό 1850 ἀπό τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο. Ἦταν ἡ Ἐμπορική Σχολή τῆς Χάλκης μέ πρῶτο Σχολάρχη ἕνα μοναχό: Τόν Βαρθολομαῖο Κουτλουμουσιανό. Ἡ Ρωμηοσύνη σέβωεται τήν προσφορά ὅλων τῶν ἐπιστημῶν καί τῶν ἐπαγγελμάτων, ἀλλά ἐνδιαφέρεται κυρίως γιά τόν χαρακτῆρα καί τήν προσωπικότητα τοῦ ἀνθρώπου, ὁ ὁποῖος θά ἀσκήσει τήν κάθε τέχνη, τό κάθε ἐπάγγελμα.
4) Κοινωνία καί Κοινοτισμός: Ὁ Ρωμηός ἔχει ὡς θεμέλιο τῆς κοινωνικῆς του συνειδήσεως τήν ἀλληλεγγύη καί τήν φιλανθρωπία. Θυμᾶται τήν προτροπή τῶν Αὐτοκρατόρων τῆς Βυζαντινῆς Ρωμανίας «ἔνδυσε πένητα γυμνόν, χόρτασε πεινασμένον, θλιμμένους παρηγόρησον, ἀρρώστους ἐπισκέπτου». Θυμᾶται ἐπίσης ὅτι ἡ Βυζαντινή Ρωμηοσύνη ἀνέδειξε ὡς ὑποχρέωση τῆς Πολιτείας τήν φιλανθρωπία καί καθιέρωσε ὡς ἀξίωμα τόν Μέγαν Ὀρφανοτρόφον. Ἡ Ρωμηοσύνη μπροστά στό σύγχρονο γίγνεσθαι ἐμπνέεεται ἀπό τίς κοινότητες τῶν Ρωμηῶν ἐπί Τουρκοκρατίας, οἱ ὁποῖες ἀποτελοῦσαν τήν προέκταση τῆς Ὀρθόδοξης ἐνορίας καί καλλιεργοῦσαν τό πνεῦμα συνεργασίας καί ἀλληλεγγύης. Ἐνώπιον τῆς σημερινῆς διεθνοῦς καταστάσεως ἡ Ρωμηοσύνη ἀπορρίπτει τόν καταναγκαστικό κολλεκτιβισμό καί τήν βιαία κρατικοποίηση τῶν ἀγαθῶν πού ὁδήγησε σέ ἀνθρώπινες τραγωδίες καί στρατόπεδα συγκεντρώσεως, ἀλλά ἀπορρίπτει καί τόν ἄκρατο ἀτομοκεντρισμό, τήν ὑλοφροσύνη, τόν καταναλωτισμό καί τήν ἀδιαφορία γιά τήν κοινωνική πρόνοια. Προτείνει τόν Κοινοτισμό ὡς τήν ἑλληνορθόδοξη λύση ἀντί τῶν διαφόρων κοινωνικῶν συστημάτων, τά ὁποῖα ἀγνοοῦν τόν ἄνθρωπο, ἀποθεώνουν τήν ὕλη καί διχάζουν τίς κοινωνίες.
Ἔγραφε τό 1908 στό περιοδικό ΝΟΥΜΑΣ ὁ Ἴων Δραγούμης: «Ὅταν βρεθοῦν δέκα Ρωμηοί φτειάνουν κοινότητα. Συνάζουν πρῶτα χρήματα γιά τήν Ἐκκλησία. Ἄμα τήν χτίσουν φέρνουν παπᾶ.Ἔπειτα καί τίς γυναῖκες τους. Ὕστερα μέ τούς δίσκους τῆς Ἐκκλησίας συνάζουν χρήματα καί φτειάνουνε σχολειό. Τέλος φέρνουνε δάσκαλο γιά τά παιδιά τους καί νά την ἡ κοινότητα.... Ὁ Ἑλληνισμός εἶναι μία οἰκογένεια ἀπό ἑλληνικές κοινότητες.... Τό ἔθνος μας ὁλάκερο πάλι, μέ κοινότητες πρέπει νά κυβερνηθεῖ καί μόνο μέ κοινότητες θά προκόψῃ».
5) Παγκοσμιότητα ἤ ὑλιστική Παγκοσμιοποίηση; Στό βιβλίο του «Παγκοσμιότητα καί Ὀρθοδοξία» (ἐκδ. ΑΚΡΙΤΑΣ, Ἀθήνα 2000) ὁ Μακαριώτατος Ἀρχιεπίσκοπος Ἀλβανίας κ. Ἀναστάσιος ἐπισημαίνει: «Ἡ οἰκουμενικότητα εἶναι μέσα στό αἷμα τῶν ὀρθοδόξων, τό ὁποῖο ἀδιάκοπα καθαίρεται ἀπό τό αἶμα τοῦ Χριστοῦ, τοῦ Λυτρωτοῦ τοῦ κόσμου. Στή θέση μιᾶς παγκοσμιοποιήσεως πού μετατρέπει λαούς καί ἀνθρώπους σέ πολτό χρήσιμο γιά τούς οἰκονομικούς σκοπούς μιᾶς ἀνώνυμης ὀλιγαρχίας, τό ὀρθόδοξο βίωμα καί ὅραμα προτείνει καί καλεῖ σέ προσπάθεια γιά κοινωνία ἀγάπης..... Ἡ θέση τῆς Ὀρθοδοξίας δέν εἶναι στό περιθώριο τῆς ἱστορίας, ἀλλά στό κέντρο τῶν κοινωνικῶν ζυμώσεων, στήν πρωτοπορία τῆς προόδου». Καί ἐμεῖς συμπληρώνουμε ὅτι ἡ Ρωμηοσύνη σήμερα ἀντιπροτείνει ἀπέναντι στήν ἰσοπεδωτική παγκοσμιοποίηση τήν Παγκοσμιότητα τῆς Ὀρθοδοξίας καί τήν Οἰκουμενικότητα τοῦ Ἑλληνικοῦ Πνεύματος. Διαφωνεῖ μέ τή νομοτελειακή ἀντίληψη ὁρισμένων ὅτι ἡ παγκοσμιοποίηση θά προχωρήσει πάσῃ θυσίᾳ μέ τή σημερινή ὑλιστική μορφή της. Ἐμεῖς οἱ Ρωμηοί γνωρίζουμε καλά ὅτι νομοτέλειες δέν καθορίζονται ἀπό ἀνθρώπους ἤ ἀπό πολιτικές καί κοινωνικές ἰδεολογίες. Ὅσοι τό πίστευσαν αὐτό αἱματοκύλισαν τήν Ἀνθρωπότητα. Τίς νομοτέλειες τίς καθορίζει μόνον ὁ Θεός. Ὁ Θεός τῆς ἀγάπης καί τῆς εἰρήνης. Ὁ Θεός πού καλεῖ κάθε Ὀρθόδοξο Ρωμηό νά συνυπάρχει μέ τούς ἄλλους ἀνθρώπους καί τούς ἄλλους πολιτισμούς χωρίς νά ἀπεμπολεῖ τήν Ρωμηοσύνη του. Ἡ Ρωμηοσύνη εἶναι ἡ Ὀρθόδοξη ἀντιπρόταση στίς ἀρνητικές συνέπειες μιᾶς παγκοσμιοπιήσεως, ἡ ὁποία ἰσοπεδώνει τίς ἐθνικές καί πολιτιστικές ταυτότητες καί προωθεῖ τήν ἐπικράτηση τῶν ἰσχυρῶν, τίς παραθρησκεῖες καί τόν θρησκευτικό συγκρητισμό. Τό χρέος μας ὡς Ρωμηῶν μᾶς καλεῖ νά ἀντισταθοῦμε στήν ἰσοπέδωση ὄχι μέ τάσεις ἀπομονωτισμοῦ, ἀλλά μέ δημιουργικό πνεῦμα καί μέ διάθεση νά διαδραματίσουμε ἕναν Οἰκουμενικό ρόλο: Νά διαδώσουμε σέ ὅλη τήν ἀνθρωπότητα τόν πολιτισμό καί τίς ἀξίες τῆς Ἑλληνορθόδοξης Ρωμηοσύνης. Γι’ αὐτό ἐπικαλούμεθα τήν βοήθεια τοῦ Θεοῦ καί τήν εὐλογία τοῦ Παναγίου Τάφου!
.Ἡ παρουσία τῆς Ρωμηοσύνης ἀνιχνεύεται καί πρέπει νά γίνει ἀκόμη πιό δυναμική στούς ἑξῆς τομεῖς:
1) Πολιτιστική ταυτότητα. Ἡ ἑλληνορθόδοξη Ρωμηοσύνη σέβεται τό δικαίωμα κάθε λαοῦ νά ἔχει τήν ἐθνική, θρησκευτική καί πολιτιστική ταυτότητά του, ἀλλά πρωτίστως ἀγωνίζεται γιά νά διαφυλάξει τήν δική της ταυτότητα, τήν δική της πολιτιστική ἰδιοπροσωπεία. Μελετᾶ τούς ἄλλους πολιτισμούς καί διαλέγεται μέ αὐτούς. Ἀφομοιώνει ὁρισμένα στοιχεῖα ἀπό τούς ἄλλους, ἀλλά δέν ἀφομοιώνεται. Διδάσκεται ἀπό τόν Μέγα Βασίλειο νά στέκεται ἐπιλεκτικά ἀπέναντι σέ κάθε ἄνθος καί νά παίρνει τόν χυμό ἀποφεύγοντας τά ἀγκάθια. Ἀναγνωρίζει τήν σημασία τῆς εὐρωπαϊκῆς προσπάθειας γιά στενότερη συνεργασία τῶν λαῶν καί ἀποφυγή τῶν συγκρούσεων. Ὅμως ἀξιοποιεῖ τήν συνεργασία αὐτή γιά νά διαδώσει τόν δικό της πολιτισμό στήν Εὐρώπη καί ἀρνεῖται νά προδώσει τήν ταυτότητά της μέ τό ἐπιχείρημα ὅτι «αὐτό ἐπιβάλλει ἡ Εὐρώπη». Ἡ Ρωμηοσύνη πιστεύει ὅτι ἡ εὐρωπαϊκή προσπάθεια θά προχωρήσει θετικά μόνον ἄν τηρήσει αὐτό πού καταγράφεται στά ἐπίσημα κείμενά της, δηλαδή τόν σεβασμό στήν ἐθνική καί πολιτιστική ἰδιαιτερότητα κάθε λαοῦ.
Ἡ Ρωμηοσύνη κατανοεῖ ὅτι οἱ λαοί τῆς Δυτικῆς Εὐρώπης διαφοροποιοῦνται πολιτιστικά διότι αὐτοί πέρασαν μέσα ἀπό τήν διαδικασία τοῦ Διαφωτισμοῦ καί ἐπηρεάζονται, ἄλλοι λίγο ἄλλοι πολύ, ἀπό τά ἐκκοσμικευμένα στοιχεῖα τοῦ Εὐρωπαϊκοῦ Διαφωτισμοῦ. Ἡ Ρωμηοσύνη σήμερα συνυπάρχει ἁρμονικά μέ τούς δυτικούς λαούς γνωρίζει , ὅμως, ὅτι τά φραγκικά καί τά Διαφωτιστικά στοιχεῖα τῆς δυτικῆς κληρονομιᾶς δέν εἶναι πλήρως συμβατά μέ τόν ρωμαίικο πολιτισμό. Διδάσκει στά παιδιά της τά Ἀνθρώπινα Δικαιώματα, τούς θυμίζει ὅμως καί τίς ὑποχρεώσεις τους πρός τόν Θεό καί πρός τόν συνάνθρωπο. Συμφωνεῖ ὅτι πρέπει νά ἀξιοποιήσουμε ὁρισμένα θετικά στοιχεῖα ἀπό τήν πολιτική κληρονομιά τῆς Δυτικῆς Εὐρώπης. Ὑπενθυμίζει, ὅμως, ὅτι δέν περιμέναμε ἐμεῖς οἱ Ρωμηοί τόν Δυτικό Διαφωτισμό γιά νά συνειδητοποιήσουμε τά Ἀνθρώπινα Δικαιώματα. Στήν Κωνσταντινούπολη τοῦ 1100, ἐπί Κομνηνῶν, τό Νοσοκομεῖο τῆς Μονῆς Παντοκράτορος προέβλεπε γυναῖκες ἰάτραινες, ἄρα ἡ βυζαντινή Ρωμηοσύνη ἐπέτρεπε και στά κορίτσια νά ἀποκτοῦν ἀνωτάτη μόρφωση. Μετά ἀπό 700 χρόνια τό πρῶτο Σύνταγμα τῆς Γαλλικῆς Ἐπαναστάσεως καθιερώνει τήν ὑποχρεωτική δημόσια παιδεία μόνον γιά τά ἀγόρια. Ἄς μήν βλέπουμε, λοιπόν, μέ σύμπλεγμα κατωτερότητος τόν δυτικό πολιτισμό. Τόν σεβόμεθα, ὅπως καί κάθε ἄλλο πολιτισμό, ἀλλά φροντίζουμε πρωτίστως νά γνωρίσουμε καί νά ἀξιοποιήσουμε τήν δική μας κληρονομιά.
2) Οἰκουμενικότητα καί Πατρίδα. Ἡ Ρωμηοσύνη ἀπορρίπτει τόν ἐθνοφυλετισμό, τόν ρατσισμό, τόν ἰμπεριαλισμό καί τήν ἀποικιοκρατία. Ἀπορρίπτει, ὅμως, ἐξ ἴσου καί τόν ἄπατρι κοσμοπολιτισμό, τόν ὑλιστικό διεθνισμό καί τήν ἡττοπάθεια. Δέν ἔχει οὔτε ξενομανία οὔτε ξενοφοβία. Καταφάσκει τόν ὑγιῆ πατριωτισμό καί τήν καλλιέργεια μιᾶς ἀφανάτιστης ἱστορικῆς συνειδήσεως. Δέν χρησιμοποιεῖ πολεμοχαρῆ συνθήματα οὔτε ὅμως δέχεται στό ὄνομα μιᾶς δῆθεν εἰρηνικῆς συνυπάρξεως νά σβήνεται ἡ Ἱστορία, νά παραγράφονται γενοκτονίες, νά συκοφαντεῖται ὁ ρόλος τῆς Ἐκκλησίας καί νά σπιλώνεται ἡ μνήμη Νεομαρτύρων, ἡρώων καί ἀγωνιστῶν. Ἡ Ρωμηοσύνη ἔχει πάντα κατά νοῦν ὅτι τά Πρεσβυγενῆ Πατριαρχεῖα της ζοῦν καί συνυπάρχουν μέ μεγάλες ὁμάδες Μουσουλμανικοῦ θρησκεύνματος. Δέν δέχεται νά γίνει ὁ πολιορκητικός κριός μιᾶς ἀντιισλαμικῆς σταυροφορίας οὔτε ὅμως ἀποδέχεται τόν ἰσλαμικό φανατισμό. Προωθεῖ τόν διάλογο καί ὄχι τήν σύγκρουση τῶν Πολιτισμῶν καί ἔχει τήν ἀπαίτηση ἀπό τούς ἄλλους λαούς νά σέβονται τήν Πίστη της, την Ἱστορία της καί τά ἐδάφη της.
Ἡ Ρωμηοσύνη πιστεύει ὅτι ἡ Ὀρθόδοξη Πίστη εἶναι Οἰκουμενική καί τό μήνυμα τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ εἶναι παναθρώπινο. Κατανοεῖ, πάντως, ὅτι ἡ Οἰκουμενικότητα συνυπάρχει καί δέν ἀντιφάσκει μέ τόν ὑγιῆ πατριωτισμό. Ὁ Ἅγιος Δημήτριος π.χ. τιμᾶται ἀπό τήν Ἐκκλησία μας ὡς «Ὑπέρμαχος τῆς Οἰκουμένης» (Ἀπολυτίκιο) καί εἶναι πράγματι Οἰκουμενικός, διότι τόν σέβονται καί τόν προσκυνοῦν οἱ Ὀρθόδοξοι Σλάβοι καί οἱ Ἀραβόφωνοι Ρωμηοί. Ταυτοχρόνως δέ εἶναι καί πατριωτικός Ἅγιος. Ἔσωζε καί διεφύλαττε , ὅπως μᾶς καταγράφουν τά βυζαντινά κείμενα, τήν πόλη του, τήν Θεσσαλονίκη, ἀπό ἐπιβουλές καί εἰσβολές καί ἔτσι ὑμνεῖται ὡς «σωσίπατρις καί φιλόπολις» καί «Θεσσαλονίκης μέγας φρουρός». Ἄλλο χαρακτηριστικό παράδειγμα συνυπάρξεως τοῦ Οἰκουμενικοῦ μέ τό πατριωτικό στοιχεῖο εἶναι ὁ Ἀκάθιστος Ὕμνος. Ψάλλεται μέ σεβασμό πρός τήν Παναγία ἀπό ὅλους τούς Ρωμηούς οἰκουμενικά. ἀλλά περιέχει καί τό πατριωτικό περιεχόμενο:Τήν εὐχαριστία πρός τήν Ὑπέρμαχο Στρατηγό γιά τήν σωτηρία τῆς Βασιλευούσης ἀπό τούς Ἀβάρους. Ἀκριβῶς αὐτόν τόν ὑγιῆ πατριωτισμό, ὁ ὁποῖος γνωρίζει νά σέβεται καί τόν πατριωτισμό τῶν ἄλλων λαῶν, περιγράφει ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος στήν 37η Ἐπιστολή του: «Μητέρα τιμᾶν τῶν ὁσίων. Μήτηρ δέ ἄλλη μέν ἄλλου, κοινή δέ πάντων πατρίς».
3) Ἑλληνορθόδοξη Παιδεία. Ἡ ἀπάντηση τῆς Ρωμηοσύνης στό ἐρώτημα περί Παιδείας φυσικά λαμβάνει ὑπ’ ὄψιν της τίς σύγχρονες συνθῆκες, ἀνάγκες καί ἐξελίξεις, εἶναι ὅμως βαθειά ριζωμένη στίς αἰώνιες καί πάντοτε ἐπίκαιρες διδαχές τῶν Ἁγίων μας. Εἶναι ἡ Παιδεία τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν, τό σχολεῖο τοῦ Πατροκοσμᾶ, τό ὁποῖο πρέπει νά μᾶς μαθαίνει γιά τόν Θεό καί τήν Παναγία, εἶναι ἡ ἑλληνορθόδοξη παιδεία πού μᾶς κράτησε πνευματικά ζωντανούς ἐπί Τουρκοκρατίας, εἶναι τά γράμμτα πού ἔμαθε ὁ Ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης, ὁ ὁποῖος χειριζόταν ἄριστα καί τήν Ὁμηρική καί τήν ἀττική καί τή νεοελληνική μορφή τῆς ἑλληνικῆς γλώσσας. Ἡ Παιδεία, τήν ὁποία πρεσβεύει ἡ Ρωμηοσύνη, ἀπαντᾶ πρωτίστως στό ἐρώτημα: Τί ἄνθρωπο θέλουμε νά πλάσουμε; Πῶς θά μορφώσουμε, δηλαδή θά δια-μορφώσουμε χαρακτῆρες, πῶς θά μεταδώσουμε ἦθος καί ὄχι μόνον ξερές γνώσεις. Ἡ Παιδεία εἶναι ἔννοια εὐρύτερη τῆς Ἐκπαιδεύσεως. Ἡ Ἐκπαίδευση ἀναφέρεται στήν παροχή γνώσεων γιά νά βροῦν οἱ νέοι ἕνα ἐπάγγελμα. Ἡ Παιδεία δέν θέλει ἀνθρώπους ρομπότ, γεμάτους πληροφορίες, ἀλλά ἀνθρώπους μέ συνείδηση εὐθύνης πρός τόν Θεό, τήν Πατρίδα, τήν Δημοκρατία, τόν συνάνθρωπο. Ἡ Παιδεία τῆς Ρωμηοσύνης ἀποδέχεται καί τήν τεχνολογία καί τούς ἠλεκτρονικούς ὑπολγιστές καί τό Διαδίκτυο καί τίς ξένες γλῶσσες, ἀλλά τά ἀξιοποιεῖ ὅλα αὐτά γιά τήν προώθηση τῶν στόχων της γιά τήν προβολή τοῦ ἑλληνορθοδόξου πολιτισμοῦ καί γιά τήν κοινωνικοποίηση τῶν παιδιῶν μας. Ἡ Ρωμηοσύνη σήμερα δέν διδάσκει στούς νέους νά εἶναι κλεισμένοι στό καβοῦκι τους. Τούς διδάσκει ἤ μᾶλλον προσπαθεῖ νά τούς διδάξει τήν οὐσιαστική κοινωνικότητα πού δέν ταυτίζεται μέ τήν ἀργόσχολη κοσμικότητα , ἀλλά μέ τήν αἴσθηση προσφορᾶς, συμμετοχῆς καί ἀνθρωπιᾶς.
Ἡ Παιδεία τῆς Ρωμηοσύνης πιστεύει στήν ἀνάγκη τονώσεως τῶν Ἀνθρωπιστικῶν Σπουδῶν καί στήν σωστή διδασκαλία τῆς Ἀρχαίας Ἑλληνικῆς καί τῆς Πατερικῆς Γραμματείας καί τῆς Ὀρθόδοξης Χριστιανικῆς Ἀγωγῆς. Διαφωνεῖ μέ τήν γλωσσική παρακμή τῶν νέων μας καί μέ τίς τάσεις ὑποβαθμίσεως τοῦ μαθήματος τῶν Ὀρθοδόξων Θρησκευτικῶν. Γιά τους Ρωμηούς σήμερα ἰσχύει ἡ συμβουλή τῆς Α.Θ.Π. τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κ. Βαρθολομαίου, ὁ ὁποῖες ὁμιλῶν τόν Σεπτέμβριο τοῦ 2005 στήν Φλώρινα τόνισε ὅτι ἡ Ὀρθόδοξη Χριστιανική Ἀγωγή πρέπει νά ἀρχίζει ἀπό τό Νηπιαγωγεῖο. Παραλλήλως ἡ Παιδεία τῆς Ρωμηοσύνης δέν ὑποτιμᾶ τίς πρακτικές καί ἐμπορικές ἐπιστῆμες, διότι ἔχει κατά νοῦν ὅτι ἡ πρώτρη Σχολή Δοικήσεως Ἐπιχειρήσεων στή Ρωμαίικη Ἀνατολή ἱδρύθηκε τό 1850 ἀπό τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο. Ἦταν ἡ Ἐμπορική Σχολή τῆς Χάλκης μέ πρῶτο Σχολάρχη ἕνα μοναχό: Τόν Βαρθολομαῖο Κουτλουμουσιανό. Ἡ Ρωμηοσύνη σέβωεται τήν προσφορά ὅλων τῶν ἐπιστημῶν καί τῶν ἐπαγγελμάτων, ἀλλά ἐνδιαφέρεται κυρίως γιά τόν χαρακτῆρα καί τήν προσωπικότητα τοῦ ἀνθρώπου, ὁ ὁποῖος θά ἀσκήσει τήν κάθε τέχνη, τό κάθε ἐπάγγελμα.
4) Κοινωνία καί Κοινοτισμός: Ὁ Ρωμηός ἔχει ὡς θεμέλιο τῆς κοινωνικῆς του συνειδήσεως τήν ἀλληλεγγύη καί τήν φιλανθρωπία. Θυμᾶται τήν προτροπή τῶν Αὐτοκρατόρων τῆς Βυζαντινῆς Ρωμανίας «ἔνδυσε πένητα γυμνόν, χόρτασε πεινασμένον, θλιμμένους παρηγόρησον, ἀρρώστους ἐπισκέπτου». Θυμᾶται ἐπίσης ὅτι ἡ Βυζαντινή Ρωμηοσύνη ἀνέδειξε ὡς ὑποχρέωση τῆς Πολιτείας τήν φιλανθρωπία καί καθιέρωσε ὡς ἀξίωμα τόν Μέγαν Ὀρφανοτρόφον. Ἡ Ρωμηοσύνη μπροστά στό σύγχρονο γίγνεσθαι ἐμπνέεεται ἀπό τίς κοινότητες τῶν Ρωμηῶν ἐπί Τουρκοκρατίας, οἱ ὁποῖες ἀποτελοῦσαν τήν προέκταση τῆς Ὀρθόδοξης ἐνορίας καί καλλιεργοῦσαν τό πνεῦμα συνεργασίας καί ἀλληλεγγύης. Ἐνώπιον τῆς σημερινῆς διεθνοῦς καταστάσεως ἡ Ρωμηοσύνη ἀπορρίπτει τόν καταναγκαστικό κολλεκτιβισμό καί τήν βιαία κρατικοποίηση τῶν ἀγαθῶν πού ὁδήγησε σέ ἀνθρώπινες τραγωδίες καί στρατόπεδα συγκεντρώσεως, ἀλλά ἀπορρίπτει καί τόν ἄκρατο ἀτομοκεντρισμό, τήν ὑλοφροσύνη, τόν καταναλωτισμό καί τήν ἀδιαφορία γιά τήν κοινωνική πρόνοια. Προτείνει τόν Κοινοτισμό ὡς τήν ἑλληνορθόδοξη λύση ἀντί τῶν διαφόρων κοινωνικῶν συστημάτων, τά ὁποῖα ἀγνοοῦν τόν ἄνθρωπο, ἀποθεώνουν τήν ὕλη καί διχάζουν τίς κοινωνίες.
Ἔγραφε τό 1908 στό περιοδικό ΝΟΥΜΑΣ ὁ Ἴων Δραγούμης: «Ὅταν βρεθοῦν δέκα Ρωμηοί φτειάνουν κοινότητα. Συνάζουν πρῶτα χρήματα γιά τήν Ἐκκλησία. Ἄμα τήν χτίσουν φέρνουν παπᾶ.Ἔπειτα καί τίς γυναῖκες τους. Ὕστερα μέ τούς δίσκους τῆς Ἐκκλησίας συνάζουν χρήματα καί φτειάνουνε σχολειό. Τέλος φέρνουνε δάσκαλο γιά τά παιδιά τους καί νά την ἡ κοινότητα.... Ὁ Ἑλληνισμός εἶναι μία οἰκογένεια ἀπό ἑλληνικές κοινότητες.... Τό ἔθνος μας ὁλάκερο πάλι, μέ κοινότητες πρέπει νά κυβερνηθεῖ καί μόνο μέ κοινότητες θά προκόψῃ».
5) Παγκοσμιότητα ἤ ὑλιστική Παγκοσμιοποίηση; Στό βιβλίο του «Παγκοσμιότητα καί Ὀρθοδοξία» (ἐκδ. ΑΚΡΙΤΑΣ, Ἀθήνα 2000) ὁ Μακαριώτατος Ἀρχιεπίσκοπος Ἀλβανίας κ. Ἀναστάσιος ἐπισημαίνει: «Ἡ οἰκουμενικότητα εἶναι μέσα στό αἷμα τῶν ὀρθοδόξων, τό ὁποῖο ἀδιάκοπα καθαίρεται ἀπό τό αἶμα τοῦ Χριστοῦ, τοῦ Λυτρωτοῦ τοῦ κόσμου. Στή θέση μιᾶς παγκοσμιοποιήσεως πού μετατρέπει λαούς καί ἀνθρώπους σέ πολτό χρήσιμο γιά τούς οἰκονομικούς σκοπούς μιᾶς ἀνώνυμης ὀλιγαρχίας, τό ὀρθόδοξο βίωμα καί ὅραμα προτείνει καί καλεῖ σέ προσπάθεια γιά κοινωνία ἀγάπης..... Ἡ θέση τῆς Ὀρθοδοξίας δέν εἶναι στό περιθώριο τῆς ἱστορίας, ἀλλά στό κέντρο τῶν κοινωνικῶν ζυμώσεων, στήν πρωτοπορία τῆς προόδου». Καί ἐμεῖς συμπληρώνουμε ὅτι ἡ Ρωμηοσύνη σήμερα ἀντιπροτείνει ἀπέναντι στήν ἰσοπεδωτική παγκοσμιοποίηση τήν Παγκοσμιότητα τῆς Ὀρθοδοξίας καί τήν Οἰκουμενικότητα τοῦ Ἑλληνικοῦ Πνεύματος. Διαφωνεῖ μέ τή νομοτελειακή ἀντίληψη ὁρισμένων ὅτι ἡ παγκοσμιοποίηση θά προχωρήσει πάσῃ θυσίᾳ μέ τή σημερινή ὑλιστική μορφή της. Ἐμεῖς οἱ Ρωμηοί γνωρίζουμε καλά ὅτι νομοτέλειες δέν καθορίζονται ἀπό ἀνθρώπους ἤ ἀπό πολιτικές καί κοινωνικές ἰδεολογίες. Ὅσοι τό πίστευσαν αὐτό αἱματοκύλισαν τήν Ἀνθρωπότητα. Τίς νομοτέλειες τίς καθορίζει μόνον ὁ Θεός. Ὁ Θεός τῆς ἀγάπης καί τῆς εἰρήνης. Ὁ Θεός πού καλεῖ κάθε Ὀρθόδοξο Ρωμηό νά συνυπάρχει μέ τούς ἄλλους ἀνθρώπους καί τούς ἄλλους πολιτισμούς χωρίς νά ἀπεμπολεῖ τήν Ρωμηοσύνη του. Ἡ Ρωμηοσύνη εἶναι ἡ Ὀρθόδοξη ἀντιπρόταση στίς ἀρνητικές συνέπειες μιᾶς παγκοσμιοπιήσεως, ἡ ὁποία ἰσοπεδώνει τίς ἐθνικές καί πολιτιστικές ταυτότητες καί προωθεῖ τήν ἐπικράτηση τῶν ἰσχυρῶν, τίς παραθρησκεῖες καί τόν θρησκευτικό συγκρητισμό. Τό χρέος μας ὡς Ρωμηῶν μᾶς καλεῖ νά ἀντισταθοῦμε στήν ἰσοπέδωση ὄχι μέ τάσεις ἀπομονωτισμοῦ, ἀλλά μέ δημιουργικό πνεῦμα καί μέ διάθεση νά διαδραματίσουμε ἕναν Οἰκουμενικό ρόλο: Νά διαδώσουμε σέ ὅλη τήν ἀνθρωπότητα τόν πολιτισμό καί τίς ἀξίες τῆς Ἑλληνορθόδοξης Ρωμηοσύνης. Γι’ αὐτό ἐπικαλούμεθα τήν βοήθεια τοῦ Θεοῦ καί τήν εὐλογία τοῦ Παναγίου Τάφου!
πηγή: Ζωηφόρος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου