Γράφει ο Αρχιμανδρίτης Ιωήλ Κωνστάνταρος,
Ιεροκήρυξ της Ιεράς Μητροπόλεως Δρυϊνουπόλεως, Πωγωνιανής και Κονίτσης
Όσο κι αν θέλουν ορισμένοι να αρνηθούν την πραγματικότητα, δεν κατορθώνουν ποτέ να την κάνουν αυτή να μην υφίσταται. Και όσο κι αν προσπαθούν κάποιοι να αρνηθούν την δίψα του Θεού στην ανθρώπινη ψυχή, το μόνο που κατορθώνουν είναι να φέρουν στην επιφάνεια, έτι πλέον την λαχτάρα αυτή για επικοινωνία με τον προσωπικό Θεό.
Αλλ’ ας ξεκινήσουμε από εκεί που είχαμε σταματήσει.
Όλα τα Έθνη και όλοι οι άνθρωποι, στο βάθος της υπάρξεώς τους έτρεφαν μια μεγάλη λαχτάρα. Μια μεγάλη προσδοκία. Αυτή την προσδοκία του Λυτρωτού, ο οποίος, αφ’ ενός μεν θα καθάριζε την ενοχή που όλοι ένιωθαν βαθειά στη συνείδησή τους, αφ’ ετέρου δε θα τους πρόσφερε και πάλι την πραγματικότητα του γλυκασμού της παραδεισένιας αναμνήσεως που από γενιά σε γενιά κρατούσαν μέσα στη συνείδησή τους.....
Το χαρακτηριστικό μάλιστα της προσδοκίας αυτής που συγκλονίζει, είναι ότι όλοι οι άνθρωποι, ανέμεναν Αυτόν τον Λυτρωτή, ο οποίος θα είχε τα χαρακτηριστικά τόσο Θεού, όσο και ανθρώπου.
Η βαθύτερη μελέτη του θέματος αποδεικνύει ότι οι λαοί, μέσα στις παραδόσεις τους, δεν περίμεναν ούτε μόνο Θεό που θα τους έσωζε, ούτε μόνο άνθρωπο που θα τους έφερνε το περιεχόμενο της προσδοκίας.
Στην θρησκεία των αρχαίων Ελλήνων η εξοικείωσις θεών και ανθρώπων είναι χαρακτηριστική εκδήλωση της «θεανθρωπικής» αυτής προσδοκίας στις ψυχές των πονεμένων ανθρώπων. Έτσι ακριβώς εξηγείται και η πίστη των προγόνων μας στις θεοφάνειες. Είναι μάλιστα πολύ χαρακτηριστικές περιπτώσεις των όσων λέμε, οι εκδηλώσεις θεανθρωπικής προσδοκίας των Ελλήνων κατά τους χρόνους της Καινής Διαθήκης.
Το καταπληκτικό θεόπνευστο βιβλίο των Πράξεων των Αποστόλων (έργο του Έλληνος Ευαγγελιστού Λουκά) σε δύο κεφάλαια (ΙΔ΄ 8-18 και ΚΗ΄ 6), μας περιγράφει αυτήν ακριβώς την συνείδηση των προγόνων μας.
Ας τις παρακολουθήσουμε και τις 2 περιπτώσεις με προσοχή και συγκίνηση.
Α) Όταν οι Απόστολοι Παύλος και Βαρνάβας επισκέφτηκαν τα Λύστρα της Λυκαονίας, για να κηρύξουν το Ευαγγέλιο και να ιδρύσουν και στο μέρος εκείνο Χριστιανική Εκκλησία, εκτός του λόγου του Θεού, πραγματοποίησαν και ένα θαύμα. Ο Παύλος, θεράπευσε έναν εκ γενετής χωλόν. «Οι όχλοι ιδόντες, ο εποίησεν ο Παύλος», δηλ. την θαυματουργική ίαση του εκ γενετής χωλού, «επήραν την φωνήν αυτών Λυκαονιστί λέγοντες, οι θεοί ομοιωθέντες ανθρώποις, κατέβησαν προς ημάς» Δηλ. τα πλήθη του λαού, όταν είδαν αυτό, που έκανε ο Παύλος, εσήκωσαν την φωνή τους και έλεγαν στην Λυκαονική γλώσσα: «Οι θεοί έγιναν όμοιοι προς τους ανθρώπους και κατέβηκαν σ’ εμάς».
Και μας αναφέρει στη συνέχεια το ιερό κείμενο ότι ονόμαζαν τον Βαρνάβα Δία και τον Παύλο Ερμή γιατί αυτός κυρίως ομιλούσε. Είναι μάλιστα πολύ χαρακτηριστικό ότι ο ιερέας στο ναό του Δία, που ήταν μπροστά στην πόλη τους, έφερε στην πύλη της πόλεως ταύρους και στεφάνια και ήθελε μαζί με το πλήθος να τους προσφέρει θυσία...
Φυσικά οι Απόστολοι όταν είδαν τι ήθελαν να κάνουν, διέρρηξαν τα ιμάτιά τους με αποτροπιασμό και μόλις και μετά βίας κατόρθωσαν να τους συγκρατήσουν και να τους δώσουν να καταλάβουν ποιά είναι η πραγματικότητα...
Β) Ο Παύλος, βρίσκεται ναυαγός τώρα στη Μελίτη και από κει προετοιμάζεται για τη Ρώμη. Εκεί λοιπόν στην Μελίτη, καθώς ο Παύλος μάζεψε σε δεμάτι φρύγανα και τα έριξε πάνω στη φωτιά, μια οχιά, που ζεστάθηκε από τη θερμότητα, πετάχτηκε και του δάγκωσε το χέρι. Οι κάτοικοι της περιοχής, καθώς είδαν το «θηρίον» να κρέμεται από το χέρι του, έλεγαν μεταξύ τους. Σίγουρα ο άνθρωπος αυτός είναι φονιάς, ο οποίος γλίτωσε από την θάλασσα, αλλ’ η θεία δίκη δεν τον άφησε να ζήσει.
Και ο μεν Παύλος τίναξε απ’ επάνω του το φίδι στην φωτιά και δεν έπαθε κανένα κακό.
Εκείνοι δε, περίμεναν ότι θα πρηζόταν ή ότι θα έπεφτε ξαφνικά κάτω νεκρός. Αλλ’ αφού περίμεναν για πολλή ώρα και έβλεπαν ότι κανένα κακό δεν τους συνέβη, «...μεταβαλλόμενοι έλεγον θεόν αυτόν είναι» (Πράξ. ΚΗ΄ 6).
Βλέπουμε λοιπόν σ’ αυτόν τον λόγο του Θεού, στην Καινή Διαθήκη, να φαίνεται ξεκάθαρα η προσμονή του Λυτρωτού. Μόνο έτσι ερμηνεύονται τέτοια φαινόμενα και μόνο κατ’ αυτόν τον τρόπο γίνεται κατανοητή η αποδοχή του ενανθρωπίσαντος Θεού από τους ανθρώπους.
Αλλά στους αρχαίους Έλληνες, δεν υπήρχε μόνο αόριστη θεανθρωπική προσδοκία, αλλά υπήρχε και συγκεκριμένη αναμονή του ενός πραγματικού Λυτρωτού!
Χαρακτηριστικός είναι εν προκειμένω ο μύθος του Προμηθέως, όπως τον παρουσιάζει αυτόν ο Αισχύλος στην τριλογία «Προμηθεύς πυρφόρος, Προμηθεύς δεσμώτης και Προμηθεύς λυόμενος». Ο Προμηθεάς, θέλησε να κλέψει το μυστικό της θεότητας και αφού επαναστάτησε κατά της κυριαρχίας του Δία, δηλ. αφού αμάρτησε, καταδικάστηκε στην τρομερή τιμωρία «της επί βράχου προσπασσαλεύσεως». Εκεί κατέτρωγε το ήπαρ του ο γύπας του κακού, που είχε γεννηθεί από την τερατώδη Έχιδνα η οποία, κατά το ήμισυ ήταν γυναίκα, και τα το ήμισυ όφις. Ο λυτρωτής του Προμηθέα, όπως λέγει αυτός στην παρθένο Ιώ, θα είναι ένας των «εκγόνων» αυτής. Από αυτή και μόνη θα προέλθει ο Θείος Ελευθερωτής, του οποίου η γέννησις θα είναι υπερφυσική. Έτσι θα είναι επομένως, ο λυτρωτής, υιός Θεού και υιός Παρθένου. Ο παρθενογέννητος αυτός θεάνθρωπος θα καταλύσει το κράτος των παλαιών θεών και θ’ αφανίσει αυτούς και τη δύναμή τους.
Κατά τον μύθο και ο Ερμής προλέγει στον Προμηθέα, ότι δεν πρέπει να περιμένει το τέλος των δεινών του, πριν φανεί ένας Θεός, ο οποίος θα τον διαδεχθεί στο μαρτύριο και ο οποίος εκουσίως θα κατέλθει στον σκοτεινό Άδη και στα ζοφερά βάθη του Ταρτάρου, γινόμενος κατ’ αυτό τον τρόπο, εκούσιο ιλαστήριο θύμα προς λύτρωση του συμβολίζοντος την ανθρωπότητα Προμηθέως!
Σχολιάζοντας τον καταπληκτικό αυτό μύθο σε σχέση με την προσδοκία των Εθνών, ο αείμνηστος καθηγητής της «Ιστορίας των Θρησκευμάτων», του πανεπιστημίου Αθηνών, Λεωνίδας Φιλιππίδης έγραψε χαρακτηριστικά: «Αρκεί η απλή παραβολή της μεγαλειώδους ταύτης εικόνος και προρρήσεως προς το 53ον κεφάλαιον του Ησαϊου, ίνα καταπλαγή τις από του θάμβους της διακυβερνώσης τα σύμπαντα θείας Προνοίας, της ούτω θαυμαστώς προεξαγγελούσης τα θαυμάσια της λυτρώσεως του ανθρώπου υπό του Θεανθρώπου Λυτρωτού».
Επομένως, βλέπουμε πολύ εναργώς, αφ’ ενός την κοινή παράδοση η οποία διατρέχει τις γενεές των ανθρώπων, και αφ’ ετέρου την δίψα για λύτρωση και την προσδοκία του Θεανθρώπου Λυτρωτού και στους προγόνους μας Έλληνες!
Το email (ηλεκτρονικό ταχυδρομείο) του π. Ιωήλ είναι: p.ioil@freemail.gr
Ιεροκήρυξ της Ιεράς Μητροπόλεως Δρυϊνουπόλεως, Πωγωνιανής και Κονίτσης
Όσο κι αν θέλουν ορισμένοι να αρνηθούν την πραγματικότητα, δεν κατορθώνουν ποτέ να την κάνουν αυτή να μην υφίσταται. Και όσο κι αν προσπαθούν κάποιοι να αρνηθούν την δίψα του Θεού στην ανθρώπινη ψυχή, το μόνο που κατορθώνουν είναι να φέρουν στην επιφάνεια, έτι πλέον την λαχτάρα αυτή για επικοινωνία με τον προσωπικό Θεό.
Αλλ’ ας ξεκινήσουμε από εκεί που είχαμε σταματήσει.
Όλα τα Έθνη και όλοι οι άνθρωποι, στο βάθος της υπάρξεώς τους έτρεφαν μια μεγάλη λαχτάρα. Μια μεγάλη προσδοκία. Αυτή την προσδοκία του Λυτρωτού, ο οποίος, αφ’ ενός μεν θα καθάριζε την ενοχή που όλοι ένιωθαν βαθειά στη συνείδησή τους, αφ’ ετέρου δε θα τους πρόσφερε και πάλι την πραγματικότητα του γλυκασμού της παραδεισένιας αναμνήσεως που από γενιά σε γενιά κρατούσαν μέσα στη συνείδησή τους.....
Το χαρακτηριστικό μάλιστα της προσδοκίας αυτής που συγκλονίζει, είναι ότι όλοι οι άνθρωποι, ανέμεναν Αυτόν τον Λυτρωτή, ο οποίος θα είχε τα χαρακτηριστικά τόσο Θεού, όσο και ανθρώπου.
Η βαθύτερη μελέτη του θέματος αποδεικνύει ότι οι λαοί, μέσα στις παραδόσεις τους, δεν περίμεναν ούτε μόνο Θεό που θα τους έσωζε, ούτε μόνο άνθρωπο που θα τους έφερνε το περιεχόμενο της προσδοκίας.
Στην θρησκεία των αρχαίων Ελλήνων η εξοικείωσις θεών και ανθρώπων είναι χαρακτηριστική εκδήλωση της «θεανθρωπικής» αυτής προσδοκίας στις ψυχές των πονεμένων ανθρώπων. Έτσι ακριβώς εξηγείται και η πίστη των προγόνων μας στις θεοφάνειες. Είναι μάλιστα πολύ χαρακτηριστικές περιπτώσεις των όσων λέμε, οι εκδηλώσεις θεανθρωπικής προσδοκίας των Ελλήνων κατά τους χρόνους της Καινής Διαθήκης.
Το καταπληκτικό θεόπνευστο βιβλίο των Πράξεων των Αποστόλων (έργο του Έλληνος Ευαγγελιστού Λουκά) σε δύο κεφάλαια (ΙΔ΄ 8-18 και ΚΗ΄ 6), μας περιγράφει αυτήν ακριβώς την συνείδηση των προγόνων μας.
Ας τις παρακολουθήσουμε και τις 2 περιπτώσεις με προσοχή και συγκίνηση.
Α) Όταν οι Απόστολοι Παύλος και Βαρνάβας επισκέφτηκαν τα Λύστρα της Λυκαονίας, για να κηρύξουν το Ευαγγέλιο και να ιδρύσουν και στο μέρος εκείνο Χριστιανική Εκκλησία, εκτός του λόγου του Θεού, πραγματοποίησαν και ένα θαύμα. Ο Παύλος, θεράπευσε έναν εκ γενετής χωλόν. «Οι όχλοι ιδόντες, ο εποίησεν ο Παύλος», δηλ. την θαυματουργική ίαση του εκ γενετής χωλού, «επήραν την φωνήν αυτών Λυκαονιστί λέγοντες, οι θεοί ομοιωθέντες ανθρώποις, κατέβησαν προς ημάς» Δηλ. τα πλήθη του λαού, όταν είδαν αυτό, που έκανε ο Παύλος, εσήκωσαν την φωνή τους και έλεγαν στην Λυκαονική γλώσσα: «Οι θεοί έγιναν όμοιοι προς τους ανθρώπους και κατέβηκαν σ’ εμάς».
Και μας αναφέρει στη συνέχεια το ιερό κείμενο ότι ονόμαζαν τον Βαρνάβα Δία και τον Παύλο Ερμή γιατί αυτός κυρίως ομιλούσε. Είναι μάλιστα πολύ χαρακτηριστικό ότι ο ιερέας στο ναό του Δία, που ήταν μπροστά στην πόλη τους, έφερε στην πύλη της πόλεως ταύρους και στεφάνια και ήθελε μαζί με το πλήθος να τους προσφέρει θυσία...
Φυσικά οι Απόστολοι όταν είδαν τι ήθελαν να κάνουν, διέρρηξαν τα ιμάτιά τους με αποτροπιασμό και μόλις και μετά βίας κατόρθωσαν να τους συγκρατήσουν και να τους δώσουν να καταλάβουν ποιά είναι η πραγματικότητα...
Β) Ο Παύλος, βρίσκεται ναυαγός τώρα στη Μελίτη και από κει προετοιμάζεται για τη Ρώμη. Εκεί λοιπόν στην Μελίτη, καθώς ο Παύλος μάζεψε σε δεμάτι φρύγανα και τα έριξε πάνω στη φωτιά, μια οχιά, που ζεστάθηκε από τη θερμότητα, πετάχτηκε και του δάγκωσε το χέρι. Οι κάτοικοι της περιοχής, καθώς είδαν το «θηρίον» να κρέμεται από το χέρι του, έλεγαν μεταξύ τους. Σίγουρα ο άνθρωπος αυτός είναι φονιάς, ο οποίος γλίτωσε από την θάλασσα, αλλ’ η θεία δίκη δεν τον άφησε να ζήσει.
Και ο μεν Παύλος τίναξε απ’ επάνω του το φίδι στην φωτιά και δεν έπαθε κανένα κακό.
Εκείνοι δε, περίμεναν ότι θα πρηζόταν ή ότι θα έπεφτε ξαφνικά κάτω νεκρός. Αλλ’ αφού περίμεναν για πολλή ώρα και έβλεπαν ότι κανένα κακό δεν τους συνέβη, «...μεταβαλλόμενοι έλεγον θεόν αυτόν είναι» (Πράξ. ΚΗ΄ 6).
Βλέπουμε λοιπόν σ’ αυτόν τον λόγο του Θεού, στην Καινή Διαθήκη, να φαίνεται ξεκάθαρα η προσμονή του Λυτρωτού. Μόνο έτσι ερμηνεύονται τέτοια φαινόμενα και μόνο κατ’ αυτόν τον τρόπο γίνεται κατανοητή η αποδοχή του ενανθρωπίσαντος Θεού από τους ανθρώπους.
Αλλά στους αρχαίους Έλληνες, δεν υπήρχε μόνο αόριστη θεανθρωπική προσδοκία, αλλά υπήρχε και συγκεκριμένη αναμονή του ενός πραγματικού Λυτρωτού!
Χαρακτηριστικός είναι εν προκειμένω ο μύθος του Προμηθέως, όπως τον παρουσιάζει αυτόν ο Αισχύλος στην τριλογία «Προμηθεύς πυρφόρος, Προμηθεύς δεσμώτης και Προμηθεύς λυόμενος». Ο Προμηθεάς, θέλησε να κλέψει το μυστικό της θεότητας και αφού επαναστάτησε κατά της κυριαρχίας του Δία, δηλ. αφού αμάρτησε, καταδικάστηκε στην τρομερή τιμωρία «της επί βράχου προσπασσαλεύσεως». Εκεί κατέτρωγε το ήπαρ του ο γύπας του κακού, που είχε γεννηθεί από την τερατώδη Έχιδνα η οποία, κατά το ήμισυ ήταν γυναίκα, και τα το ήμισυ όφις. Ο λυτρωτής του Προμηθέα, όπως λέγει αυτός στην παρθένο Ιώ, θα είναι ένας των «εκγόνων» αυτής. Από αυτή και μόνη θα προέλθει ο Θείος Ελευθερωτής, του οποίου η γέννησις θα είναι υπερφυσική. Έτσι θα είναι επομένως, ο λυτρωτής, υιός Θεού και υιός Παρθένου. Ο παρθενογέννητος αυτός θεάνθρωπος θα καταλύσει το κράτος των παλαιών θεών και θ’ αφανίσει αυτούς και τη δύναμή τους.
Κατά τον μύθο και ο Ερμής προλέγει στον Προμηθέα, ότι δεν πρέπει να περιμένει το τέλος των δεινών του, πριν φανεί ένας Θεός, ο οποίος θα τον διαδεχθεί στο μαρτύριο και ο οποίος εκουσίως θα κατέλθει στον σκοτεινό Άδη και στα ζοφερά βάθη του Ταρτάρου, γινόμενος κατ’ αυτό τον τρόπο, εκούσιο ιλαστήριο θύμα προς λύτρωση του συμβολίζοντος την ανθρωπότητα Προμηθέως!
Σχολιάζοντας τον καταπληκτικό αυτό μύθο σε σχέση με την προσδοκία των Εθνών, ο αείμνηστος καθηγητής της «Ιστορίας των Θρησκευμάτων», του πανεπιστημίου Αθηνών, Λεωνίδας Φιλιππίδης έγραψε χαρακτηριστικά: «Αρκεί η απλή παραβολή της μεγαλειώδους ταύτης εικόνος και προρρήσεως προς το 53ον κεφάλαιον του Ησαϊου, ίνα καταπλαγή τις από του θάμβους της διακυβερνώσης τα σύμπαντα θείας Προνοίας, της ούτω θαυμαστώς προεξαγγελούσης τα θαυμάσια της λυτρώσεως του ανθρώπου υπό του Θεανθρώπου Λυτρωτού».
Επομένως, βλέπουμε πολύ εναργώς, αφ’ ενός την κοινή παράδοση η οποία διατρέχει τις γενεές των ανθρώπων, και αφ’ ετέρου την δίψα για λύτρωση και την προσδοκία του Θεανθρώπου Λυτρωτού και στους προγόνους μας Έλληνες!
Το email (ηλεκτρονικό ταχυδρομείο) του π. Ιωήλ είναι: p.ioil@freemail.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου