Θρησκευτικά
Η γραπτή προαγωγική εξέταση στα «Θρησκευτικά» περιλαμβάνει δύο ομάδες θεμάτων:
α) Η πρώτη ομάδα αποτελείται από δύο θέματα με ερωτήσεις διαφόρων τύπων, με τις οποίες ελέγχεται τόσο η κατοχή των αναγκαίων γνωστικών στοιχείων όσο και η κατανόησή τους. Κάθε ένα από τα δύο θέματα περιέχει ερωτήσεις διαβαθμισμένης δυσκολίας.
Το πρώτο θέμα περιλαμβάνει πέντε (5) ερωτήσεις αντικειμενικού τύπου και βαθμολογείται με είκοσι πέντε (25) μονάδες (5×5=25).
Το δεύτερο θέμα περιλαμβάνει δύο (2) ερωτήσεις σύντομης απάντησης και βαθμολογείται με είκοσι πέντε (25) μονάδες. Η πρώτη ερώτηση βαθμολογείται με δεκατρείς (13) μονάδες και η δεύτερη με δώδεκα (12) μονάδες.
β) Η δεύτερη ομάδα περιλαμβάνει δύο θέματα με αντίστοιχες ερωτήσεις ευρύτερης ανάπτυξης, με τις οποίες ελέγχεται η ικανότητα συνθετικής και κριτικής ανάλυσης αλλά και διασύνδεσης γνώσεων, γεγονότων και διαδικασιών που απέκτησαν οι μαθητές.
Το πρώτο θέμα περιλαμβάνει μία (1) ερώτηση και βαθμολογείται με είκοσι πέντε (25) μονάδες.
Το δεύτερο θέμα περιλαμβάνει επίσης μία (1) ερώτηση και βαθμολογείται με είκοσι πέντε (25) μονάδες.
Τα θέματα ορίζονται κατά 50% με κλήρωση από τράπεζα θεμάτων διαβαθμισμένης δυσκολίας και κατά 50% από τον διδάσκοντα. Συγκεκριμένα: το πρώτο θέμα από την πρώτη ομάδα και το πρώτο θέμα από τη δεύτερη ομάδα ορίζονται από την τράπεζα θεμάτων. Το δεύτερο θέμα από την πρώτη ομάδα και το δεύτερο θέμα από τη δεύτερη ομάδα ορίζονται από τον εκπαιδευτικό της τάξης.
Δείτε σχετικά: Εξεταστέα ύλη Θρησκευτικών Α΄ τάξης ΕΠΑΛ
Παρέμβαση για την αξιολόγηση των εκπαιδευτικών και τα Επιμορφωτικά Σεμινάρια , κάνουν δέκα Σχολικοί Σύμβουλοι, μεταξύ των οποίων και ο π. Ειδικός Γραμματέας του υπουργείου Παιδείας Μ. Κοντογιάννης. Ειδικότερα το κείμενο , έχει ως εξής:
ΑπάντησηΔιαγραφή"Ως δημόσιοι λειτουργοί της εκπαίδευσης με πρωτεύοντα ρόλο την παιδαγωγική καθοδήγηση έχουμε χρέος να στηρίξουμε βασικές αξίες και αρχές της λειτουργίας του εκπαιδευτικού συστήματος της χώρας, ιδιαίτερα στη δύσκολη αυτή περίοδο.
Πρωτίστως οφείλουμε να εφαρμόζουμε τους νόμους και να υπηρετούμε τη δημόσια εκπαίδευση προς όφελος των μαθητών και της κοινωνίας. Στο πλαίσιο αυτό εντάσσεται και η στάση μας σχετικά με την εφαρμογή του 152 ΠΔ για την αξιολόγηση των εκπαιδευτικών.
Ταυτόχρονα όμως οφείλουμε με κριτικό τρόπο να προσεγγίσουμε σειρά σημείων του θεσμικού πλαισίου που αφορά την αξιολόγηση και τη σύνδεσή της με το μισθολόγιο/βαθμολόγιο και να επισημάνουμε την ανάγκη άμεσης επανεξέτασής τους.
Α. Το ΠΔ 152, αν και προέρχεται από μια σχετικά τεκμηριωμένη πρόταση:
• Δεν συνδέει την αξιολόγηση με ένα σύστημα συνεχούς ενδοϋπηρεσιακής επιμόρφωσης/μετεκπαίδευσης των εκπαιδευτικών
• Δεν είναι ευέλικτο και ευπροσάρμοστο ώστε να μην απορροφά το ανθρώπινο δυναμικό σε γραφειοκρατικές και χρονοβόρες διαδικασίες
• Δεν επικεντρώνεται στην τρέχουσα επαγγελματική δυνατότητα του κάθε εκπαιδευτικού στην τάξη, αλλά δίνει μεγάλη έμφαση στα τυπικά προσόντα και σε ποικίλης προέλευσης “χαρτιά”
• Διαμορφώνει την τελική αξιολόγηση αποσπασματικά και ερήμην της συνεχούς διαμορφωτικής αυτοαξιολόγησης του εκπαιδευτικού έργου της σχολικής μονάδας
Β. Κυρίως θέλουμε να τονίσουμε ότι η αξιολόγηση των εκπαιδευτικών χάνει τον διαμορφωτικό χαρακτήρα της και φαλκιδεύεται από την εργαλειακή αξιοποίησή της στο πλαίσιο της προκαθορισμένης ποσόστωσης (ν.4024). Το σύστημα των προαγωγών του ν.4024, το οποίο συνδέεται με την ποσόστωση, δεν μπορεί να έχει εφαρμογή στο χώρο της εκπαίδευσης, γιατί:
• το εκπαιδευτικό έργο πραγματώνεται με διαφορετικές προϋποθέσεις, με διαφορετικό τρόπο, από διαφορετικούς ανθρώπους (εκπαιδευτικούς και μαθητές), σε διαφορετικά σχολεία της χώρας και παράγει διαφορετικά αποτελέσματα. Οι ιδιαιτερότητες και οι διαφορές πρέπει να λαμβάνονται υπόψη, ενώ η ποσόστωση τις αγνοεί,
• οι εκπαιδευτικοί ασκούν το ίδιο έργο (επιστημονικό και παιδαγωγικό), δηλαδή διδάσκουν και παιδαγωγούν από την αρχή ως το τέλος της επαγγελματικής τους ζωής, ανεξαρτήτως ετών υπηρεσίας (αναπληρωτής, πρωτοδιορισμένος, με 30ετή υπηρεσία),
• η διατήρηση αυτής της ποσόστωσης θα διαμορφώσει συνθήκες διάσπασης της συνοχής της σχολικής κοινότητας, θα φαλκιδεύσει την αποδοχή του συστήματος αξιολόγησης, θα τορπιλίσει την εφαρμογή της αυτοαξιολόγησης του εκπαιδευτικού έργου και θα οδηγήσει σε πελατειακές σχέσεις, αφού στο ποσοστό των προακτέων μπορεί να είναι οι “γνωστοί και φίλοι” ή όσοι αξιολογηθούν από “επιεικείς” αξιολογητές που θα βαθμολογούν υψηλά κτο.
Πέραν της έκφρασης της αγωνίας μας για τα όσα διακυβεύονται στο ζήτημα της αξιολόγησης, θέλουμε εμφατικά να τονίσουμε ότι το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα χρειάζεται βαθιές μεταρρυθμιστικές τομές, οι οποίες απαιτούν συναινέσεις και χρόνο. Σε αυτήν την κατεύθυνση θεωρούμε ότι τα φαινόμενα βίας απ' όπου κι αν προέρχονται δεν έχουν θέση στο χώρο της εκπαίδευσης".
Οι Σχολικοί Σύμβουλοι
Αλεξοπούλου Μαρία
Γαβαλάς Τηλέμαχος
Γαληνέας Ιωάννης
Ζυγούρη Έλενα
Καλτσάς Κωνσταντίνος
Κατσαρός Γιάννης
Κελεσίδης Γιώργος
Κοντογιάννης Μιχάλης
Μπούντα Ελένη
Σκλαβενίτη Σπυριδούλα