Η ΑΜΒΛΩΣΗ
ΚΑΙ ΤΑ ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΑ ΤΗΣ ΕΞΑΜΒΛΩΜΑΤΑ
Ἡ ἄµβλωση εἶναι ἕνα κοινωνικὸ φαινόµενο ποὺ τὰ τελευταῖα
χρόνια ἔχει λάβει διαστάσεις ἐπιδηµίας. Σύµφωνα µὲ ἔρευνα τῆς Ἐθνικῆς Στατιστικῆς
Ὑπηρεσίας τῆς Ἱσπανίας, στὴν Εὐρώπη πραγµατοποιεῖται µία ἄµβλωση κάθε ἕντεκα
δευτερόλεπτα καὶ προκαλεῖται ἔτσι ὁ θάνατος 2.725.820 ἐµβρύων ἐτησίως!
Στὴν Ἑλλάδα
οἱ διακοπὲς ἀνεπιθύµητων κυήσεων ποὺ πραγµατοποιοῦνται στὰ δηµόσια νοσοκοµεῖα
ξεπερνοῦν τὶς 70.000 ἐτησίως! Ἂν ὑπολογίσουµε καὶ τὶς ἀµβλώσεις ποὺ δὲν
δηλώνονται, καθὼς πραγµατοποιοῦνται σὲ ἰδιωτικὲς κλινικές, φτάνουµε στὸν ἀριθµὸ
τῶν 200.000(!) ἀµβλώσεων κάθε χρόνο, τὴ στιγµὴ ποὺ οἱ γεννήσεις µόλις ποὺ ἀγγίζουν
τὶς 100.000!
Ἡ τεχνητὴ διακοπὴ τῆς ἐγκυµοσύνης, ὅπως ὀνοµάζεται στὸν
ποινικὸ κώδικα ἡ ἄµβλωση, ἀποτελεῖ κατ’ ἀρχὴν ποινικὰ ἄδικη πράξη, εἴτε γίνεται ἀπὸ τὴν ἴδια τὴν ἐγκυµονούσα, εἴτε
ἀπὸ κάποιο τρίτο πρόσωπο µὲ ἢ χωρὶς τὴ συναίνεση τῆς ἐγκυµονούσης. Ὁ νοµοθέτης ἔχει
ὅµως θεσπίσει στὸ ἄρθρο 304 παράγραφος 4, τέσσερεις περιπτώσεις, ἡ συνδροµὴ τῶν
ὁποίων καθιστᾶ τὴν τεχνητὴ διακοπὴ τῆς ἐγκυµοσύνης ἐπιτρεπτή, αἴροντας τὸν ἄδικο
χαρακτήρα της. Ὁ µελετητὴς τοῦ ποινικοῦ δικαίου εὔλογα προβληµατίζεται γιὰ τὸ πῶς
ἡ νοµοθετικὴ πρόβλεψη περιπτώσεων κατὰ τὶς ὁποῖες δὲν εἶναι ἄδικη θανάτωση τοῦ ἐµβρύου
συµβιβάζεται µὲ τὴ διδασκαλία τοῦ
ποινικοῦ δικαίου σχετικὰ µὲ τὸν ἀπόλυτο χαρακτήρα τῆς ποινικῆς προστασίας τῆς ἀνθρώπινης
ζωῆς.
«Ἀπόλυτη προστασία τῆς ἀνθρώπινης ζωῆς» σηµαίνει ὅτι ἡ ζωὴ
τοῦ ἀνθρώπου προστατεύεται ποινικὰ ἄνευ ὅρων, ὑπὸ ὁποιαδήποτε µορφὴ καὶ ἂν ἀπαντᾶ
αὐτὴ καὶ ὑπὸ ὁποιεσδήποτε συνθῆκες. Τὸ Ποινικὸ Δίκαιο, ὅµως, τοποθετεῖ τὴν ἔναρξη
τῆς ἀνθρώπινης ζωῆς, ὄχι στὴ σύλληψη ἀλλὰ στὴν ἀντικειµενικὴ ἔναρξη τοῦ τοκετοῦ!
Ἡ ἔναρξη τῆς
διαδικασίας τοῦ τοκετοῦ εἶναι διαφορετικὴ ἀνάλογα µὲ τὸ εἶδος τοῦ τοκετοῦ. Ἐὰν ὁ
τοκετὸς εἶναι φυσιολογικός, ἡ ἔναρξη αὐτοῦ καὶ ἑποµένως ἡ ἔναρξη τῆς ἀνθρώπινης
ζωῆς εἶναι τὸ χρονικὸ σηµεῖο κατὰ τὰ τὸ ὁποῖο, εἴτε «σπᾶνε τὰ νερά», εἴτε
λαµβάνει χώρα διαστολὴ τῆς µήτρας τῆς ἐπιτόκου. Ἐὰν ὁ τοκετὸς γίνεται µὲ
καισαρικὴ τοµή, τότε ἡ ἔναρξή του τοποθετεῖται στὴν πρώτη ἐνέργεια τοῦ ἰατροῦ, ἡ
ὁποία συνιστᾶ τµῆµα τῆς σχετικῆς ἐπέµβασης (λ.χ. νάρκωση τῆς ἐπιτόκου).
Σὲ κάθε περίπτωση ὁ κυοφορούµενος δὲν θεωρεῖται ἀνθρώπινη
ζωή! Δὲν θεωρεῖται βέβαια, λένε, οὔτε καὶ τµῆµα τοῦ σώµατος τῆς ἐγκύου, τὸ ὁποῖο
µπορεῖ αὐτὴ νὰ διαθέτει ἐλεύθερα. Τὸ
κυοφορούµενο -ὑποστηρίζει ἡ ποινικὴ ἐπιστήµη- εἶναι φορέας ἀνθρώπινης οὐσίας, ὅµως ἡ ζωή
του δὲν ἐνδιαφέρει καθ’ ἐαυτήν, παρὰ µόνο ὡς δυνάµει ζωή, ὡς ζωὴ ἐν γενέσει. Ἡ
«ἐν γενέσει ζωὴ» δὲν εἶναι βέβαια κάτι οὐσιωδῶς διαφορετικό, ἀλλὰ κάτι, σύµφωνα
µὲ τὴ διατύπωση τοῦ Ἀνδρουλάκη, «προσωρινῶς ἔλασσον» σὲ σχέση µὲ τὴν ἤδη
γεννηµένη ζωή. Γιὰ αὐτὸ καὶ δὲν ἔχει, λέει ἡ ποινικὴ ἐπιστήµη, ἀπόλυτη ἀξία, ἀλλὰ
σχετική, ἑποµένως σχετικὴ εἶναι καὶ ἡ προστασία της ἀπὸ τὸ ποινικὸ δίκαιο.
Σχετικὴ προστασία τῆς ἐν γενέσει ζωῆς σηµαίνει, ὅτι ὁ ἄδικος χαρακτῆρας τῆς προσβολῆς τῆς ζωῆς τοῦ
κυοφορούµενου εἶναι δυνατὸν νὰ αἵρεται, ὅταν ἡ προσβολὴ γίνεται χάριν σωτηρίας ἀγαθοῦ,
τὸ ὁποῖο ἀξιολογεῖται ἀπὸ τὴν ἔννοµη τάξη ὡς σπουδαιότερο. Ἐὰν ἡ προστασία τῆς
ζωῆς τοῦ κυοφορούµενου ἦταν ἀπόλυτη, τοῦτο θὰ σήµαινε ὅτι δὲν µποροῦν νὰ προβλέπονται στὸ νόµο περιπτώσεις, ὅπου ἡ ἄµβλωση εἶναι ἐπιτρεπτή.
Οἱ περιπτώσεις αὐτὲς καλοῦνται στὴν ἐπιστηµονικὴ θεωρία «ἐνδείξεις»
καὶ εἶναι οἱ ἑξῆς:
α) Ἂν δὲν ἔχουν συµπληρωθεῖ δώδεκα ἑβδοµάδες ἐγκυµοσύνης
(«γενικὴ ἔνδειξη»). Ἡ δικαιολόγηση τῆς νοµοθετικῆς αὐτῆς ρύθµισης ἀνάγεται στὸν
Ἀριστοτέλη καὶ τὴ διδασκαλία τοῦ περὶ τοῦ «θύραθεν νοός». Κατ’ ἐπιρροὴν τῆς
διδασκαλίας αὐτῆς γινόταν περίπου ὡς τὶς ἀρχὲς τοῦ 19ου αἰῶνα δεκτὸ ἀπὸ τὴν
Παπικὴ Ἐκκλησία καὶ ἀπὸ τὸ κοσµικὸ ποινικὸ δίκαιο τῶν Παπικῶν χωρῶν τῆς Δυτικῆς
Εὐρώπης, ὅτι τὸ ἔµβρυο εἶναι ἄξιο ποινικῆς προστασίας µόνο ἀπὸ τὴ στιγµὴ ποὺ θὰ
ἐµψυχωθεῖ διὰ τῆς ἀνθρώπινης «λογικῆς ψυχῆς», ἡ ὁποία «εἰσέρχεται», ὅπως
πίστευαν, στὸ ἔµβρυο κατὰ τὸν τρίτο µῆνα µετὰ τὴ σύλληψη. Ὁ νοµοθέτης ἀκολουθεῖ,
δηλαδή, ἐν γνώσει τοῦ µία, παρωχηµένη µάλιστα, διδασκαλία τῆς αἱρετικῆς Παπικῆς Ἐκκλησίας.
Στὴν οὐσία ἡ «γενικὴ ἔνδειξη» εἶναι ἡ ἀπονοµὴ ἀπὸ τὸ νόµο
στὴν ἐγκυµονοῦσα γυναίκα τοῦ δικαιώµατος νὰ διακόπτει ἐλεύθερα τὴν ἐγκυµοσύνη
της, χωρὶς καµµία ἔνδειξη καὶ δικαιολογία, µόνο καὶ µόνο ἐπειδὴ δὲν θέλει νὰ
γεννήσει τὸ παιδί. Ποῦ στηρίζεται ἀλήθεια τὸ δικαίωµα αὐτό, ἀπὸ τὴ στιγµὴ πού, ὅπως
παραπάνω σηµειώσαµε, τὸ κυοφορούµενο δὲν εἶναι µέρος τοῦ σώµατος τῆς ἐγκύου, ἀλλὰ
“µετέχει, ὅπως λέγεται, τῆς ἱερότητας τῆς ἀνθρώπινης ζωῆς”;
β) Ἂν ἔχουν διαπιστωθεῖ, µὲ τὰ σύγχρονα µέσα προγεννητικῆς
διάγνωσης, ἐνδείξεις σοβαρῆς ἀνωµαλίας τοῦ ἐµβρύου ποὺ ἐπάγονται τὴ γέννηση
παθολογικοῦ νεογνοῦ («εὐγονικὴ ἔνδειξη»). Ἡ ἐγκυµοσύνη σὲ αὐτὴ τὴν περίπτωση, δὲν
θὰ πρέπει νὰ ἔχει διάρκεια περισσότερο ἀπὸ εἴκοσι τέσσερις ἑβδοµάδες, δηλαδὴ ἕξι
µῆνες. Ὡς δικαιολογητικὸς λόγος τῆς νοµοθετικῆς αὐτῆς πρόβλεψης ἀναφέρεται στὴν
ἐπιστηµονικὴ βιβλιογραφία τὸ ὅτι καµία ἔννοµη τάξη δὲν ἐπιτρέπεται νὰ εἶναι
τόσο σκληρή, ὥστε νὰ ἐπιβάλλει, καὶ µάλιστα µὲ τὴν ἀπειλὴ ποινῆς, σὲ ἕνα ἢ δύο ἀνθρώπους
νὰ ὑποστοῦν τὸ ἄλγος καὶ τὶς δυσβάσταχτες δυσκολίες ποὺ συνεπάγεται ἡ ἀπόκτηση
καὶ ἡ ἀνατροφὴ ἑνὸς βαριὰ παθολογικοῦ παιδιοῦ!
Ἐντύπωση προξενεῖ ἡ ἐπιµονὴ µὲ τὴν ὁποία οἱ ἐπιστήµονες
τοῦ Ποινικοῦ Δικαίου τονίζουν, πὼς ἡ ὁρολογία «εὐγονικὴ ἔνδειξη» δὲν ἔχει
καµµία σχέση µὲ τὴ ναζιστικὴ θεωρία περὶ τῆς «ἀνάξιας νὰ ζεῖ ζωῆς», οὔτε µὲ τὶς
ἐπεµβάσεις ποὺ γίνονταν στὴ Ναζιστικὴ Γερµανία, γιὰ τὴ διατήρηση τῆς καθαρότητα
τῆς Ἀρίας φυλῆς!
γ) Ἂν ὑπάρχει ἀναπότρεπτος κίνδυνος γιὰ τὴ ζωὴ τῆς ἐγκύου
ἢ κίνδυνος σοβαρῆς καὶ διαρκοῦς βλάβης τῆς σωµατικῆς ἢ ψυχικῆς ὑγείας της («ἰατρικὴ
ἔνδειξη»), ὁ ὁποῖος κίνδυνος θὰ πρέπει νὰ βεβαιώνεται καὶ ἀπὸ τὸν κατὰ
περίπτωση ἁρµόδιο ἰατρό.
Ὁ νόµος δίνει µὲ τὴ ρύθµιση αὐτὴ προτεραιότητα στὴ ζωὴ καὶ
τὴν ὑγεία τῆς ἐγκύου γυναίκας ἔναντι τῆς (ἐν γενέσει) ζωῆς τοῦ κυοφορούµενου. Ἐπιτρέπει
µάλιστα τὴ διακοπὴ τῆς ἐγκυµοσύνης, σὲ ὁποιοδήποτε στάδιο καὶ ἂν αὐτὴ
βρίσκεται. Ἁπλῶς ὅσο πιὸ προχωρηµένη εἶναι ἡ ἐγκυµοσύνη, τόσο µεγαλύτερος θὰ
πρέπει νὰ εἶναι ὁ κίνδυνος γιὰ τὴ ζωὴ ἢ τὴν ὑγεία τῆς ἐγκύου, προκειµένου νὰ ἀρθεῖ
τὸ ἄδικο τῆς διακοπῆς της.
δ) Ἂν ἡ ἐγκυµοσύνη εἶναι ἀποτέλεσµα βιασµοῦ, ἀποπλάνησης ἀνήλικης,
αἱµοµιξίας ἢ κατάχρησης γυναίκας ἀνίκανης νὰ ἀντισταθεῖ, ἐφόσον δὲν ἔχουν
συµπληρωθεῖ δεκαεννέα ἑβδοµάδες ἐγκυµοσύνης («ἠθικὴ ἔνδειξη»). Τὸ ὑπέρτερο ἔννοµο
ἀγαθὸ χάριν προστασίας τοῦ ὁποίου καθίσταται ἐπιτρεπτὴ ἡ τεχνητὴ διακοπὴ τῆς ἐγκυµοσύνης
στὴν ἐξεταζόµενη περίπτωση εἶναι ἡ ἀξιοπρέπεια καὶ ἡ ἐλευθερία τοῦ θύµατος, ἡ ὁποία
προσβάλλεται ἀφόρητα ἀπὸ τὴ συνέχιση τῆς κύησης. Εἰδικὰ γιὰ τὴν περίπτωση τῆς αἱµοµιξίας
προστατευόµενη ἀξία εἶναι ἡ οἰκογένεια, ἐνῶ λαµβάνονται ὑπόψιν καὶ οἱ δυσµενεῖς
προβλέψεις γιὰ τὴ µελλοντικὴ ὑγεία τοῦ κυοφορούµενου. Ἡ συνδροµὴ τῆς «ἠθικῆς ἔνδειξης»
θὰ πρέπει νὰ γίνεται δεκτὴ µὲ προσοχὴ καὶ φειδώ, καθὼς προσφέρεται ὡς µέσο
καταστρατήγησης τῶν διατάξεων γιὰ τὸ ἀξιόποινο τῆς ἄµβλωσης.
Θὰ πρέπει στὸ σηµεῖο αὐτὸ νὰ τονιστεῖ, ὅτι προκειµένου νὰ
δικαιολογεῖται τελικὰ ἡ ἄµβλωση ἀπαιτεῖται νὰ συντρέχουν καὶ ὁρισµένες ἐπιπλέον προϋποθέσεις, κοινὲς
γιὰ ὅλες τὶς «ἐνδείξεις». Αὐτὲς εἶναι ἐπιγραµµατικά: Πρώτον, ἡ (προηγούµενη)
συναίνεση τῆς ἐγκύου. Δεύτερον, ἡ διενέργεια τῆς ἄµβλωσης ἀπὸ ἰατρὸ
µαιευτήρα-γυναικολόγο. Τρίτον, ἡ συµµετοχὴ στὴν ἐπέµβαση ἀναισθησιολόγου. Καὶ
τέταρτον, ἡ διενέργεια τῆς ἄµβλωσης σὲ ὀργανωµένη νοσηλευτικὴ µονάδα. Ἐὰν
λείπει ἔστω καὶ µία ἀπὸ τὶς τέσσερεις αὐτὲς προϋποθέσεις ἡ ἄµβλωση τιµωρεῖται
ποινικά, ἀκόµα καὶ ἂν συντρέχει κάποια ἀπὸ τὶς προβλεπόµενες στὸ νόµο «ἐνδείξεις».
Διαβάζοντας τὰ παραπάνω δὲν µπορεῖ νὰ µὴν παρατηρήσει
κανεὶς ὅτι ἡ προστασία τοῦ κυοφορούµενου εἶναι σηµαντικὰ µειωµένη σὲ σχέση µὲ τὴν
προστασία τοῦ γεννηµένου ἀνθρώπου, ἕως µηδαµινή, ἀφοῦ µπορεῖ αὐτὸς νὰ θανατωθεῖ
κατὰ τὸ πρῶτο τρίµηνο τῆς κύησης! Ἡ ὑποβάθµιση αὐτὴ τοῦ κυοφορούµενου ἔρχεται σὲ
πλήρη ἀντίθεση µὲ τὴ διδασκαλία τῆς Ὀρθοδοξίας µας, σύµφωνα µὲ τὴν ὁποία ὁ ἄνθρωπος
ὑπάρχει ἐξ ἄκρας συλλήψεως.
Ἂς δοῦµε τώρα ποιὰ προστασία παρέχει στὸ κυοφορούµενο τὸ Ἀστικὸ
Δίκαιο, δηλαδὴ τὸ γενικὸ Δίκαιο, ποὺ ρυθµίζει τὶς σχέσεις τῶν ἰδιωτῶν.
Μὲ τὸ ἄρθρο 36 τοῦ
Ἀστικοῦ Κώδικα ἀπονέµεται σὲ αὐτὸν ἱκανότητα Δικαίου. Ἱκανότητα Δικαίου εἶναι ἡ
ἱκανότητα κάθε προσώπου νὰ εἶναι ὑποκείµενο δικαιωµάτων, ὑποχρεώσεων, ἔννοµων
σχέσεων (δηλαδὴ σχέσεων τοῦ προσώπου πρὸς ἄλλα πρόσωπα ἢ πράγµατα, οἱ ὁποῖες
ρυθµίζονται ἀπὸ τὸ δίκαιο, ὅπως εἶναι λ.χ. ἡ συγγένεια) καὶ ἔννοµων καταστάσεων
(λ.χ. ἰθαγένεια, κατοικία). Σὲ τελευταία ἀνάλυση ἡ ἱκανότητα Δικαίου εἶναι ἔννοια
ταυτόσηµη µὲ τὴν προσωπικότητα. Γιὰ αὐτὸ
τὸ λόγο προστατεύεται ἀπὸ τὶς διατάξεις τῶν ἄρθρων 2 καὶ 5 παράγραφος 1 τοῦ
Συντάγµατος καὶ εἶναι ἀναπαλλοτρίωτη, δὲν µπορεῖ δηλαδὴ νὰ περιορισθεῖ µὲ νόµο ἢ
νὰ λάβει χώρα παραίτηση ἀπὸ αὐτήν.
Ἡ ἱκανότητα Δικαίου προϋποθέτει κατ’ ἀρχὴν τὴν ὕπαρξη
προσώπου. Σύµφωνα µὲ τὸ ἄρθρο 35 τοῦ Ἀστικοῦ Κώδικα « τὸ πρόσωπο ἀρχίζει νὰ ὑπάρχει
µόλις γεννηθεῖ ζωντανό». Τὸ ἔµβρυο δηλαδὴ θεωρεῖται ἀνύπαρκτο γιὰ τὸ Ἀστικὸ
Δίκαιο µέχρι νὰ ἀποχωρισθεῖ ζωντανὸ ἀπὸ τὸ µητρικὸ σῶµα, ἀνεξάρτητα ἀπὸ τὸ ἂν εἶναι
ἢ ὄχι βιώσιµο. Ἡ ρύθµιση αὐτὴ εἶναι ἐξαιρετικὰ ἀνεπιεικὴς γιὰ τὸ κυοφορούµενο,
γιὰ αὐτὸ καὶ κρίθηκε σκόπιµη γιὰ τὴν προστασία του ἡ συµπλήρωσή της µὲ τὸν
κανόνα τοῦ ἄρθρου 36, ποὺ ὁρίζει ὅτι: «ὡς πρὸς τὰ δικαιώµατα ποὺ τοῦ ἐπάγονται,
τὸ κυοφορούµενο θεωρεῖται γεννηµένο, ἂν γεννηθεῖ ζωντανό»!
Πολλὲς φορὲς κατὰ τὴ διάρκεια τῆς ἐγκυµοσύνης λαµβάνουν
χώρα περιστατικὰ ἀπὸ τὰ ὁποῖα τὸ κυοφορούµενο θὰ ἀντλοῦσε δυνάµει τοῦ νόµου
δικαιώµατα ἂν ἦταν ζωντανό, ὅπως λ.χ. ὁ θάνατος ἑνὸς συγγενικοῦ του προσώπου. Ἡ
διάταξη τοῦ ἄρθρου 36 τοῦ Ἀστικοῦ Κώδικα δίνει στὸ κυοφορούµενο τὴν ἱκανότητα νὰ
ἀποκτήσει τὰ δικαιώµατα αὐτά, ἤδη ἀπὸ τὸ χρόνο τῆς ἐγκυµοσύνης, ὑπὸ τὴν
προϋπόθεση ὅµως, ὅτι θὰ γεννηθεῖ ζωντανός! Ἡ κτήση δικαιωµάτων ἀπὸ τὸ
κυοφορούµενο εἶναι, δηλαδή, προσωρινὴ καὶ µετέωρη µέχρι νὰ γεννηθεῖ αὐτὸ
ζωντανό! Μὲ τὴ γέννησή του ἀποκτᾶ τὰ δικαιώµατα ἀναδροµικά(!) ἀπὸ τὸ χρόνο ἐπαγωγῆς
τους. Ἂν τὸ κυοφορούµενο δὲν γεννηθεῖ ζωντανό, θεωρεῖται ὅτι ποτὲ δὲν ἀπέκτησε
κανένα δικαίωµα.
Βλέπουµε λοιπόν, ὅτι ὁ νοµοθέτης καταφεύγει σὲ µία
κατασκευὴ περίπλοκη καὶ ἄδικη γιὰ τὸ κυοφορούµενο, ποὺ θὰ εἶχε ἀποφευχθεῖ ἂν
γινόταν δεκτὴ ἡ ὕπαρξη τοῦ προσώπου ἐξ ἄκρας συλλήψεως, σύµφωνα µὲ τὴ
διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας µας καὶ ἔτσι ἀπὸ Δίκαιο καταντᾶ ὑψίστη ἀδικία, ἡ ὁποία
ὑπαγορεύθηκε στὴ Νοµικὴ ἐπιστήµη γιὰ νὰ ἐπιτευχθεῖ ἡ πολιτικὴ σκοπιµότητα καὶ νὰ
ὑπηρετηθεῖ ἡ κοινωνικὴ δολοφονικὴ ἀγριότητα τῆς ἐποχῆς µας!
Γιὰ νὰ γίνει κατανοητὴ ἡ κατασκευὴ αὐτὴ –τὸ «πλάσµα
δικαίου» ὅπως λέγεται- χρήσιµο θὰ ἦταν νὰ δοῦµε ἕνα παράδειγµα:
Ὁ Α εἶναι παντρεµένος µὲ τὴ Β, ποὺ εἶναι ἔγκυος. Κατὰ τὸν
τρίτο µήνα τῆς ἐγκυµοσύνης τῆς Β ὁ Α σκοτώνεται σὲ αὐτοκινητιστικὸ δυστύχηµα, ἀπὸ
ὑπαιτιότητα τοῦ ὁδηγοῦ Γ. Ἤδη ἀπὸ τὸ χρόνο θανάτου τοῦ Α, ποὺ εἶναι σύµφωνα µὲ
τὸ Ἀστικὸ Δίκαιο πατέρας τοῦ κυοφορούµενου, ὁ τελευταῖος ἀποκτᾶ δικαίωµα νὰ
κληρονοµήσει τὸν πατέρα του. Ἀναλαµβάνει δὲ καὶ τὶς ὑποχρεώσεις τῆς
κληρονοµίας, λ.χ. τὰ χρέη της, µὲ βάσει τὸ ἄρθρο 1711 τοῦ Ἀστικοῦ Κώδικα. Ἀποκτᾶ ἐπίσης τὸ κυοφορούµενο δικαίωµα νὰ
ζητήσει ἀπὸ τὸν Γ ἀποζηµίωση γιὰ τὴ µελλοντικὴ διατροφή του καὶ ἀποκατάσταση τῆς
ψυχικῆς ὀδύνης του. Ἐὰν ὁ Α εἶχε ἀνοίξει κατὰ τὴ διάρκεια τῆς ἐγκυµοσύνης
τραπεζικὸ λογαριασµὸ ὑπὲρ τοῦ παιδιοῦ, τὸ παιδὶ γίνεται δικαιοῦχος τοῦ
λογαριασµοῦ ἤδη ἀπὸ τὸ ἄνοιγµά του. Σὲ περίπτωση δὲ ποὺ κάποιος τραυµατίσει τὴ
Β κατὰ τὴ διάρκεια τῆς ἐγκυµοσύνης της, µὲ συνέπεια νὰ γεννηθεῖ τὸ παιδὶ µὲ
σωµατικὸ ἐλάττωµα, τὸ κυοφορούµενο ἀποκτᾶ δικαίωµα νὰ ζητήσει ἀποκατάσταση τῆς
ζηµιᾶς του αὐτῆς ἀπὸ τὸ χρόνο τοῦ τραυµατισµοῦ!
Ἐλλείψει τῶν ἄρθρων 36 καὶ 1711 τοῦ Ἀστικοῦ Κώδικα, τὸ
παιδὶ δὲν θὰ µποροῦσε νὰ κληρονοµήσει τὸν πατέρα του, οὔτε νὰ ἀποκτήσει κανένα ἄλλο
ἀπὸ τὰ δικαιώµατα ποὺ παραπάνω ἀναφέραµε. Χάριν τῶν ρυθµίσεων τῶν ἄρθρων αὐτῶν, ἐὰν τὸ παιδὶ γεννηθεῖ ζωντανό, ἀποκτᾶ τὰ
παραπάνω δικαιώµατα καὶ τὶς ὑποχρεώσεις τῆς κληρονοµίας-καθὼς καὶ κάθε ἄλλο
δικαίωµα ποὺ τυχὸν ἐπαχθεῖ κατὰ τὴ διάρκεια τῆς ἐγκυµοσύνης- ἀναδροµικὰ ἀπὸ τὸ
χρόνο ἐπαγωγῆς τους, δηλαδὴ τὸ θάνατο τοῦ Α, τὸ ἄνοιγµα τοῦ τραπεζικοῦ
λογαριασµοῦ ἢ τὸν τραυµατισµὸ τῆς Β. Ἐὰν τὸ ἔµβρυο ἀποβληθεῖ ἢ τὸ παιδὶ γεννηθεῖ
νεκρό, τότε θεωρεῖται ὅτι δὲν ἀπέκτησε ποτὲ ἱκανότητα δικαίου, οὔτε δικαιώµατα,
οὔτε κληρονοµικὲς ὑποχρεώσεις. Ὁµοίως, ἂν ἡ Β διακόψει τὴν ἐγκυµοσύνη της ἐντὸς
τοῦ πρώτου τριµήνου αὐτῆς, ἀσκῶντας τὸ δικαίωµα ποὺ τῆς δίνει ὁ Ποινικὸς Νόµος,
ἀναιροῦνται ἀναδροµικὰ ὅλα τὰ δικαιώµατα τοῦ κυοφορούµενου.
Ἡ Β ἀπὸ τὴν ἄλλη µεριὰ δὲν χάνει οὔτε τὴν προσωπική της ἐλευθερία,
ἀφοῦ δὲν φυλακίζεται, οὔτε καὶ κανένα ἀπὸ τὰ ἰδιωτικά της δικαιώµατα. Δὲ στερεῖται
κἂν τοῦ δικαιώµατός της νὰ κληρονοµήσει τὸν σύζυγό της, ἀφοῦ ἡ θανάτωση τοῦ ἐµβρύου
µὲ διακοπὴ τῆς ἐγκυµοσύνης δὲ συνιστᾶ λόγο κληρονοµικῆς ἀναξιότητας!
Κληρονοµικὴ ἀναξιότητα ὀνοµάζεται ἡ µὲ δικαστικὴ ἀπόφαση ἔκπτωση
τοῦ κληρονόµου ἀπὸ τὸ κληρονοµικό του δικαίωµα, ἐξαιτίας ὁρισµένων ἀδίκων
πράξεών του. Οἱ πράξεις ποὺ ἐπιφέρουν ἀναξιότητα προβλέπονται περιοριστικὰ στὸ ἄρθρο
1860 τοῦ Ἀστικοῦ Κώδικα, ὅπου µεταξὺ ἄλλων ἀναφέρεται: «Ἀνάξιος νὰ κληρονοµήσει
εἶναι α) Ἐκεῖνος ποὺ ἀπὸ πρόθεση θανάτωσε ἢ ἀποπειράθηκε νὰ θανατώσει τὸν
κληρονοµούµενο, τὰ τέκνα, τοὺς γονεῖς ἢ τὸν σύζυγο τοῦ κληρονοµούµενου (…)» Τὰ
κίνητρα τῆς πράξης θανάτωσης εἶναι ἀδιάφορα. Ἡ ἄµβλωση ὅµως, ἐπιτρεπτὴ ἢ ἀνεπίτρεπτη,
δὲν θεωρεῖται ὡς πράξη θανάτωσης, ἀφοῦ ὁ κυοφορούµενος –κατὰ τὸν Νοµοθέτη τῆς ἀδικίας–
δὲν εἶναι ἄνθρωπος! Ἡ µητέρα, ἑποµένως, ποὺ χωρὶς τὴ σύµφωνη γνώµη τοῦ πατέρα,
συναινεῖ στὴ διακοπὴ τῆς ἐγκυµοσύνης της, θανατώνοντας τὸ ἔµβρυο, κληρονοµεῖ τὸν
θανόντα σύζυγό της!
Ἤδη τὸ 1974, ὁ Νικόλαος Ἀνδρουλάκης ἀναρωτιόταν: «Εἶναι ὀρθὸν
ἡ ποινικὴ προστασία τοῦ παιδὸς νὰ ἐξαρτᾶται ἐκ τοῦ κατὰ τὸ µᾶλλον ἢ ἧττον
τυχαίου γεγονότος, ἂν εὑρίσκεται εἰσέτι ἐν τῷ µητρικῷ σώµατι ἢ ἂν ἔχει ἤδη
γεννηθεῖ;» Εἶναι ὀρθόν, προσθέτουµε σήµερα, τόσο ἡ ποινικὴ ὅσο καὶ ἡ ἀστικὴ
προστασία τοῦ παιδιοῦ νὰ ἐξαρτᾶται ἀπὸ τὸ ἂν ἄλλοι ἄνθρωποι, καὶ µάλιστα οἱ ἴδιοι
του οἱ γονεῖς, ἀποφάσισαν ὅτι θὰ γεννηθεῖ ἢ δὲν θὰ γεννηθεῖ;
Οὐσιαστικά, στὶς περιπτώσεις τῆς ἐπιτρεπόµενης κατὰ τὸ
Ποινικὸ Δίκαιο διακοπῆς τῆς ἐγκυµοσύνης, ποὺ παραπάνω ἀναλύσαµε, ὁ θάνατος τοῦ ἐµβρύου
κατὰ Θεία παραχώρηση ἐξοµοιώνεται νοµικὰ µὲ τὴ θανάτωσή του µὲ ἀνθρώπινη
σκόπιµη δολοφονικὴ ἐνέργεια! Ὁ ἄνθρωπος ὅµως δὲν εἶναι Θεός. Ἀπὸ ποῦ ἀντλεῖ τὸ
δικαίωµα νὰ ἀποφασίζει- καὶ µάλιστα ἐλεύθερα, χωρὶς νὰ ὑφίσταται καµία ἔννοµη
συνέπεια- γιὰ τὸ ποιὸς θὰ ζήσει καὶ ποιὸς θὰ πεθάνει, στερῶντας ἀπὸ ἑκατοµµύρια
παιδιὰ κάθε χρόνο τὸ θεόσδοτο δικαίωµα νὰ δοῦν τὸν Ἥλιο τῆς Ζωῆς;
Ἀγγελικὴ Εὐθ. Ζώη
Νοµικὸς
«ΕΝΟΡΙΑΚΗ ΕΥΛΟΓΙΑ» Ἀρ.
Τεύχους 152
Ἀπρίλιος 2015
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου