Του
Γιώργου Ν. Παπαθανασόπουλου
Σε δυσχερή θέση βρίσκεται ο Αρχιεπίσκοπος κ.
Ιερώνυμος έναντι της Κυβερνήσεως και των μελών της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της
Ελλάδος. Η Κυβέρνηση Μητσοτάκη εφαρμόζει το πρόγραμμά της και υλοποιεί τις
υποσχέσεις προς την Εκκλησία και
ειδικότερα προς τους κληρικούς της και τον πιστό λαό.
Ο Αρχιεπίσκοπος με την
κυβέρνηση Μητσοτάκη επιχειρεί νέα κυβίστηση, ώστε να αποκαταστήσει, κατά το
δυνατόν, τη σχέση του μαζί της. Παρά τις ικανότητές του στην επικοινωνία,
φαίνεται πως η αποκατάσταση αυτή είναι δύσκολη. Ο Κυρ. Μητσοτάκης έχει
πληροφορηθεί τα εκκλησιαστικά δρώμενα και γνωρίζει πρόσωπα και πράγματα.
Η
δυσκολία του κ. Ιερωνύμου φαίνεται και από το δελτίο Τύπου, που κυκλοφορήθηκε
από την Αρχιεπισκοπή Αθηνών μετά τη συνάντησή του με τον πρωθυπουργό. Λιτό, δεν
αναφέρει τίποτε για τα όσα είχε συμφωνήσει με τον Αλ. Τσίπρα και τώρα τα
απαρνείται. Γράφεται σε αυτό:
«Εθιμοτυπική
επίσκεψη στον Πρωθυπουργό κ. Κυριάκο Μητσοτάκη στο Μέγαρο Μαξίμου πραγματοποίησε
σήμερα (Σημ. 16/7/2019) το πρωί ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ.
Ιερώνυμος. Ο κ. Μητσοτάκης καλωσόρισε τον Αρχιεπίσκοπο σημειώνοντας πως
προσβλέπει σε μια ουσιαστική συνεργασία, ενώ συμπλήρωσε πως δεν πρόκειται να
υπάρξει καμία αλλαγή στα άρθρα 3 και 13 του Συντάγματος, που αφορούν στις
σχέσεις Εκκλησίας – Πολιτείας. Ο Αρχιεπίσκοπος ευχήθηκε στον Πρωθυπουργό δύναμη
και κουράγιο υπογραμμίζοντας πως η πατρίδα έχει πολλές ανάγκες, ενώ έκανε λόγο
για στενή συνεργασία, ώστε να βρεθούν λύσεις». Δεν
διευκρινίζεται σε ποια ζητήματα να βρεθούν λύσεις... Ούτε γράφει οτιδήποτε το
ουσιαστικό. Αοριστίες και ευχές μόνο...
Αντίθετα το δελτίο Τύπου από το
Πρωθυπουργικό Γραφείο αναφέρει πιο
συγκεκριμένα τα ζητήματα, που ετέθησαν κατά τη συνάντηση των δύο ανδρών.
Γράφει, μεταξύ άλλων:
«...Συμφωνήσαμε
ότι πρέπει να γίνει μια νέα αρχή στις σχέσεις Πολιτείας-Εκκλησίας βασισμένη στην ειλικρίνεια και το σεβασμό
των διακριτών ρόλων των δύο θεσμών, μακριά από κάθε μικροκομματική εκμετάλλευση.
Στο πλαίσιο αυτό συμφωνήθηκε η ανάγκη άμεσης επαναλειτουργίας της Επιτροπής διαλόγου Πολιτείας – Εκκλησίας, με στόχο
την διευθέτηση όλων των ζητημάτων που αφορούν τους δύο θεσμούς, όπως η
διδασκαλία του μαθήματος των θρησκευτικών και η αξιοποίηση της εκκλησιαστικής
περιουσίας.
Ο πρωθυπουργός από την πλευρά
του εγγυήθηκε πλήρως τη διασφάλιση των υφισταμένων μισθολογικών, ασφαλιστικών
και συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων των κληρικών, ενώ ο
Αρχιεπίσκοπος υπογράμμισε ότι για την Ιερά Σύνοδο της Ιεραρχίας η γνωστή
πρόταση συμφωνίας – Εκκλησίας του προηγουμένου Νοεμβρίου θεωρείται ως μη
γενομένη. Στη
συνάντηση συζητήθηκε, τέλος, και το ζήτημα της έγκρισης των σχετικών πιστώσεων για την
κατανομή θέσεων κληρικών στις Μητροπόλεις της Εκκλησίας της Ελλάδος για το έτος
2019».
Υπενθυμίζεται ότι με τη
συμφωνία της 6ης Νοεμβρίου
2018 μεταξύ Αρχιεπισκόπου και Αλ. Τσίπρα, η Νέα Δημοκρατία, με επίσημη
ανακοίνωσή της, διαφώνησε, υποστηρίζοντας τα δίκαια της Εκκλησίας και των
κληρικών της. Τότε ο κ. Ιερώνυμος και ο Αλ. Τσίπρας συμφώνησαν:
- Να απολυθούν οι 10.000 κληρικοί από το Δημόσιο
και να χρηματοδοτούνται από ταμείο της Εκκλησίας, το οποίο θα επιχορηγείται -
επιδοτείται από το Δημόσιο.
- Να λάβει δωρεάν το Δημόσιο το μισό της
απομένουσας Εκκλησιαστικής περιουσίας, με αντάλλαγμα την συμβολή του στην
αξιοποίησή της.
- Να αλλάξει το άρθρο 3 του Συντάγματος και να
καταστεί το ελληνικό κράτος «ουδετερόθρησκο».
Σημειώνεται ότι τη συμφωνία του
με τον Αλ. Τσίπρα, την οποία κατά τη συνάντησή του με τον Κυρ. Μητσοτάκη ο
Αρχιεπίσκοπος αποκήρυξε, την υποστήριζε ενθέρμως έως και πρόσφατα. Τον Νοέμβριο
του 2018 και στην κοινή, με τον Αλ. Τσίπρα, τηλεοπτική τους επικοινωνία με τον
ελληνικό λαό ο κ. Ιερώνυμος εξέφρασε στον
τέως πρωθυπουργό «την ευγνωμοσύνη της Εκκλησίας» καθώς, όπως είπε, «είναι ο
συντελεστής σε αυτή την ιστορική στιγμή». Επίσης λίγες ημέρες μετά την ομόφωνη
απόρριψη της συμφωνίας του με τον Αλ. Τσίπρα από την Ιεραρχία ο κ. Ιερώνυμος
υπεραμύνθηκε αυτής λέγοντας ότι για την αξία της «θα μιλήσει τελευταίος».
Στις
19 Ιουνίου 2019 και στην προεκλογική περίοδο, σε χαιρετισμό του κατά την
παρουσίαση βιβλίου, στην οποία παρέστη, υπεραμύνθηκε πάλι της συμφωνίας του με
τον Αλ. Τσίπρα και επιχείρησε να δικαιολογήσει την συμφωνία του να απολυθούν
από το Δημόσιο οι 10.000 κληρικοί. Για τον Αλ. Τσίπρα είπε ότι είναι ο πρώτος πρωθυπουργός,
που παραδέχθηκε ότι το Δημόσιο πήρε την εκκλησιαστική περιουσία και δεν
αποζημίωσε την Εκκλησία!
Η αρχιεπισκοπική δήλωση
ελέγχεται ως προς την ιστορική της ακρίβεια. Πολλές Κυβερνήσεις, με τελευταία
αυτή του Αντ. Σαμαρά, είχαν αποδεχθεί να πληρώνονται οι κληρικοί από το
Δημόσιο, σε ανταπόδοση της εκκλησιαστικής περιουσίας που κατασχέθηκε και των υπηρεσιών
του κλήρου προς τον λαό. Όμως ο Αλ. Τσίπρας ήταν πράγματι ο πρώτος που πέτυχε
να πείσει τον Αρχιεπίσκοπο να προτείνει στην Ιεραρχία να δοθεί δωρεάν στο
Δημόσιο η μισή εκκλησιαστική περιουσία, σε αντάλλαγμα της συμμετοχής του στην
αξιοποίησή της! Πράγματι παγκοσμίως πρωτοφανές το «ντίλ».... Ο κ. Ιερώνυμος
δικαιολόγησε εξάλλου την απόλυση των ιερέων από το Δημόσιο, υποστηρίζοντας ότι
«δεν θα μπορούσαν ποτέ κατά την ουσία αλλά και κατά τον νόμο να είναι δημόσιοι
υπάλληλοι». Δηλαδή η ΝΔ εξήγγειλε ότι θα
διατηρήσει στο Δημόσιο τους κληρικούς και ο Αρχιεπίσκοπος δικαιολόγησε την
απόφαση του Αλ. Τσίπρα να απολυθούν!
Τώρα ο κ. Ιερώνυμος
υποχρεώνεται να απαρνηθεί την «ιστορική στιγμή» της συμφωνίας του με τον Αλ.
Τσίπρα, να ξεχάσει ότι θα μιλήσει τελευταίος, να αποδεχθεί να μην καταστεί η
Ελλάδα «ουδετερόθρησκο κράτος», να ομολογήσει ότι έκανε λάθος όταν υποστήριζε
ότι οι κληρικοί δεν μπορούν να μείνουν στο Δημόσιο, να παρακολουθήσει αμήχανα
την αλλαγή της μετανεωτερικής μεταλλαγής του μαθήματος των θρησκευτικών, την
οποία είχε, δια της σιωπής και αδράνειάς του,
αποδεχθεί, και να συμφωνήσει να
αρχίσει ένας ειλικρινής διάλογος με την Πολιτεία για την αξιοποίηση της
εκκλησιαστικής περιουσίας.
Η ένθερμη υποστήριξη του
Αρχιεπισκόπου προς τον Αλ. Τσίπρα σε όσα σε βάρος της Εκκλησίας και των Ελλήνων
πολιτών διέπραξε είναι πληγή στη σχέση του με την σημερινή κυβέρνηση, που
δύσκολα επουλώνεται. Αυτή η πληγή συζητείται ότι θα επεκταθεί στον Κων. Δήμτσα,
ο οποίος επελέγη για Διοικητής του Αγίου Όρους, όχι με βάση τα τυπικά του
προσόντα, αλλά λόγω της σχέσεως του με τον κ. Ιερώνυμο, και της γνωριμίας του
με τον αδελφό του Αλ. Τσίπρα. Ο διορισμός πραγματοποιήθηκε μάλιστα χωρίς να ερωτηθεί το Οικ. Πατριαρχείο,
υπό την πνευματική δικαιοδοσία του οποίου είναι το Άγιον Όρος και το οποίο φυσικά
δεν συμφώνησε με τον εν λόγω διορισμό.-
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου