ΜΕΓΑΛΟΜΑΝΕΙΣ ΚΑΙ ΟΡΑΜΑΤΙΣΤΑΙ
Τοῦ Πρωτοπρεσβυτέρου Διονυσίου Τάτση
TΟΥΣ ἀνθρώπους τῆς ἐποχῆς μας μποροῦμε νὰ τοὺς διακρίνουμε σὲ δύο κατηγορίες, ἀνάλογα μὲ τὶς προτιμήσεις τους καὶ τὸν τρόπο ζωῆς. Ἡ πρώτη κατηγορία εἶναι οἱ μεγαλομανεῖς, οἱ ὁποῖοι ἔχουν πάντα στὸ νοῦ τους νὰ αὐξήσουν τὴν περιουσία τους, νὰ ἀπολαύσουν πολλά, νὰ ἐντυπωσιάσουν τοὺς ἄλλους πὼς τάχα εἶναι εὐτυχισμένοι, ἐνῶ ποτὲ δὲν ἔχουν γευθεῖ στιγμὲς εὐτυχίας. Σὲ αὐτοὺς τὰ συναισθήματα εἶναι ἐλάχιστα καὶ δὲν συγκινοῦνται ἀπὸ τοὺς ἄλλους. Στὴ ζωὴ τους βαδίζουν δίχως ὁράματα καὶ εὐγενικοὺς σκοπούς. Προσωπικὰ αὐτοὺς τοὺς ἀνθρώπους ὄχι μόνο δὲν τοὺς ζηλεύω, ἀλλὰ τοὺς λυπᾶμαι, γιατί βρίσκονται σὲ μία πνευματικὴ ἔρημο, ὅπου ὑποφέρουν ἀπὸ τὸν ἥλιο, μακριὰ ἀπὸ κάθε ὄαση καὶ ἀπομονωμένοι ἀπὸ τοὺς συνανθρώπους τους. Ἡ ἔντονη δραστηριότητά τους δὲν μὲ συγκινεῖ, γιατί δὲν ὑπηρετεῖ ἀνάγκες ἀνθρώπων οὔτε καὶ συμβάλλει στὴ διαμόρφωση κάποιας καλύτερης νοοτροπίας ἢ στὴν ὁλοκλήρωση κάποιας εὐγενικῆς προσπάθειας...
Ἡ δεύτερη κατηγορία εἶναι οἱ ἄνθρωποι ποὺ δὲν ἔχουν πολλὰ μέσα, ποὺ δὲν ἐπιδιώκουν τὰ μεγάλα καὶ ἐντυπωσιακὰ, ἀλλὰ περιορίζονται στὰ ἀναγκαῖα, ἐνῶ στὴν καρδιὰ τους ἔχουν μία ἀξιοθαύμαστη καλοσύνη καὶ στὴ συμπεριφορὰ τους μία ἀξιομίμητη ἁπλότητα. Στὸ πρόσωπό τους λάμπει ἡ ἠρεμία καὶ φανερώνεται ἡ ἐλευθερία τους ἀπὸ τὰ ἐφήμερα καὶ μάταια τῆς ζωῆς. Δὲν ἐπιλέγουν τὸ σύγχρονο τρόπο ζωῆς, ὅπου ὅλοι τρέχουν, συνωθοῦνται, ἀλληλοπαραμερίζονται, δὲν γνωρίζονται μεταξύ τους καὶ δὲν συμμετέχει ὁ ἕνας στὴ χαρὰ καὶ τὴ λύπη τοῦ ἄλλου. Τοὺς θαυμάζω αὐτοὺς τοὺς ἀνθρώπους, γιατί δὲν εἶναι κλεισμένοι στὸν ἑαυτό τους, ἀλλὰ μαθαίνουν τί συμβαίνει στὴν κοινωνία καὶ πρόθυμα βάζουν ἕνα λιθαράκι, γιὰ νὰ καλυτερέψει, παρόλο ποὺ οἱ ἄνθρωποι ἔχουν ἀγριέψει καὶ τὴν ἔχουν μεταβάλει σὲ ζούγκλα.
Ἡ ἐλπίδα γιὰ κάτι καλύτερο στὴν κοινωνία μπορεῖ νὰ στηριχθεῖ στοὺς ἀνθρώπους αὐτῆς τῆς κατηγορίας, γιατί ἔχουν καλὴ προαίρεση καὶ ὑπηρετοῦν μὲ συνέπεια τοὺς εὐγενικοὺς στόχους, ποὺ θέτουν. Ἔχουν σταθερὸ βηματισμὸ στὴ ζωή τους καὶ ὁδηγὸς τους εἶναι οἱ ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ. Μπορεῖ νὰ μὴ ἔχουν πολλὲς δυνατότητες, ἔχουν ὅμως πολὺ ζῆλο. Ἀναφέρομαι στοὺς ἀληθινοὺς χριστιανοὺς καὶ ὄχι στοὺς συμβιβασμένους μὲ τὸν κόσμο, οἱ ὁποῖοι εἶναι μισοναρκωμένοι, ὅπως τὰ ζῶα ποὺ ξυπνοῦν ἀπὸ τὴ χειμερία νάρκη καὶ ἔχουν περιορισμένη δραστηριότητα. Στοὺς ζηλωτὲς, ποὺ δὲν παραπατοῦν καὶ δὲν ρίχνουν νερὸ στὸ κρασί τους.
Ὁ Φώτης Κόντογλου, ἀνήσυχο πνεῦμα ὅπως ἦταν, παρατηροῦσε τὰ ὅσα συνέβαιναν στὴν κοινωνία καὶ ἰδιαίτερα τὶς ἐπιλογὲς τῶν συγχρόνων ἀνθρώπων καὶ ἔγραφε μὲ πόνο καὶ πάθος, προκειμένου νὰ ἀλλάξουν τὰ πράγματα. Ὁ λόγος του εἶναι πάντα ἐπίκαιρος καὶ χρήσιμος. Ἔγραφε: «Τί μεγαλομανία σʼ ἔχει πιάσει, ἀδελφέ μου, καὶ δὲν βρίσκεις ἡσυχία καὶ χτίζεις πατώματα ἀπάνω στὰ πατώματα, κʼ ἔχεις δύο-τρία αὐτοκίνητα, καὶ κότερακαὶ κάθε λογῆς μάταια πράγματα! Γύρισε καὶ κοίταξε καὶ τὸν ἀδελφό σου, νὰ δροσιστεῖ ἡ ψυχή σου μὲ τὴν εὐλογημένη καλωσύνη, ποὺ τὴν ξεράνανε τὰ τσιμέντα, οἱ ψεύτικες κουβέντες, οἱ συμφεροντολογικὲς παρέες, οἱ συνοφρυωμένες ἀξιοπρέπειες. Ἂν δὲν μπορεῖς νὰ κάνεις θυσίες, τουλάχιστον νὰ σιχαθεῖς τὴν ἀδικία. Μὴ ἀδικεῖς. Ἡ ἀδικία εἶναι σιχαμερὴ στρίγγλα, χωρίστρα τῶν ἀνθρώπων, ἀνθρωποκτόνα σὰν τὸν πατέρα της τὸν σατανᾶ.
» Τί θὰ δίνανε πολλοὶ ἀπʼ αὐτούς, ποὺ κερδίσανε τὸν κόσμο καὶ χάσανε τὴν ψυχή τους, γιὰ νὰ νοιώσουνε ὅ,τι νοιώθουνε οἱ ἄλλοι ποὺ δὲν χάσανε τὴν ψυχή τους! Ἂν τύχει νὰ ξεκόψει κανένας τέτοιος ἀπὸ τὴν ψεύτικη παρέα του καὶ βρεθεῖ στὴ συντροφιὰ τῶν ἁπλῶν, τῶν ἀχάλαστων νοιώθει πὼς ζεῖ ἀληθινά• καὶ σὰν ἀπογευθεῖ τὰ ἁγνὰ συναισθήματα ὕστερα ἀπὸ τὴν ψευτιά, καταλαβαίνει τέτοια χαρά, ποὺ κάνει σὰν τὸν ἄνθρωπο ποὺ ξαναγεννήθηκε, σὰν τυφλὸς ποὺ εἶδε τὸ φῶς του. Κάτι τέτοιοι δὲν ξεκολλᾶνε πιὰ οἱ κακόμοιροι ἀπὸ τὴ συντροφιὰ τῶν ἁπλῶν, τῶν γκαρδιακῶν ἀνθρώπων. Ἀλλὰ γιὰ νὰ ξεμακρύνει ἀπὸ τὰ ψεύτικα, πρέπει νὰ ᾽χει λίγη ψυχή. Ἀλλοιῶς δὲν μπορεῖ νὰ ζήσει χωρὶς ψευτιά. Ὁ ἄμμος τῆς Σαχάρας, ὅση βροχὴ κι ἂν πέσει ἀπάνω του, δὲν φυτρώνει τίποτα».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου