10/1/14

Ο Μητροπολίτης Πειραιώς Σεραφείμ προς τον Πατριάρχη Μόσχας Κύριλλο για το πρωτείο

Πειραιεύς 9 Ἰανουαρίου 2014
Α Ν Α Κ Ο Ι Ν Ω Θ Ε Ν
Σεβ. Μητροπολίτης Πειραις κ. ΣΕΡΑΦΕΙΜ πέστειλε τήν κάτωθι πιστολήν πρός τόν Μακαριώτατον Πατριάρχην Μόσχας καί πάσης Ρωσίας κ.κ. ΚΥΡΙΛΛΟΝ:
                                        Ἀριθμ. Πρωτ. 50
Ἐν Πειραιεῖ τῇ 9ῃ Ἰανουαρίου 2014
Τῷ Μακαριωτάτῳ & Ἁγιωτάτῳ
Πατριάρχῃ Μόσχας
καί πάσης Ρωσίας
Κυρίῳ κ. ΚΥΡΙΛΛΩι
καί τῇ περί Αὐτῷ Ἱερᾷ Συνόδῳ
Ε ς  Μ Ο Σ Χ Α Ν
Μακαριώτατε καί γιώτατε Πάτερ καί Δέσποτα,
                                         Σεβασμιώτατοι γιοι δελφοί,
Πάνυ ελαβς, μετά βαθυτάτων ασθημάτων εγνωμοσύνης κ προσώπου το εαγος Κλήρου καί το φιλοχρίστου λαο
τς καθ’ μς γιωτάτης Μητροπόλεως τς ναυλόχου πόλεως το Πειραις καί πρώτου λιμένος τς λλάδος προάγομαι πως ποβάλω θερμάς συγχαρητηρίους προσρήσεις καί ελικρινες εχαριστίας διά τό υοθετηθέν φ’ μν κατά τήν συνεδρίαν τς 25-26 Δεκεμβρίου 2013 (Πρακτικά Νο157) κπονηθέν κείμενον πό τς Συνοδικς Θεολογικς πιτροπς περί «Πρωτείου πί παγκοσμίου πιπέδου ντός τς κκλησίας» καταθέτων ν τατ καί μίαν οσιώδην νστασι ν τ τέλει.
Α μέτεραι θέσεις κφράζουν πολύτως τήν στορικοκανονικήν θεώρησιν το πολιτεύματος τς Μις, γίας, Καθολικς καί ποστολικς κκλησίας καί κατακεραυνώνουν τήν  κακοδοξίαν καί αρεσι το πικαιροποιημένου ριγενισμο καί «ποτακτικισμο» πού ζουν Μοναρχιανισμό καί πού εσάγουν διαβάθμισι τν Τριαδικν Προσώπων, συνείδητον νδεχομένως πομείωσι το μοουσίου Ατν καί στρέβλωσι τν θείων διωμάτων διά νά κανοποιηθ τό κοσμοείδωλον μις δθεν παγκοσμίου «εροκρατικς ξουσίας» κατ’ ντιστοιχίαν πρός τήν «μοναρχίαν καί πρωτεον ξουσίας» το Θεο καί Πατρός. Εναι κατεγνωσμένη τοιαύτη κακοδοξία καί αρεσις το ριγένους καταδικασθέντος πό τς γίας Ε΄ Οκουμενικς Συνόδου καί διά τάς ς ερηται τραγικάς ατο θέσεις διά τν ποίων « Λόγος εναι δεύτερος Θεός» (Ες ωάννην τόμ. 5, 39), «ατός δέ καί Πατήρ εναι δύο Θεοί, δύναμις μία» (Διαλ. πρός ρακλείδαν Β.Ε.Π ΙΣΤ 367), δέν δύναται νά συγκριθ πρός τόν Πατέρα διότι εναι μέν εκών λλ΄ εκών τς γαθότητος το Πατρός καί οχί ατοαγαθόν (Περί ρχν 1,2 καί 13) καί δέν εναι φυσικόν καί ναγκαον γέννημα το Πατρός λλά προϊόν τς θελήσεως ατο (Περί ρχν 4,4,1).

διαίρετος ρθόδοξος Καθολική κκλησία ξαίρουσα τό θεον, πνευματικόν, μυστικόν καί όρατον στοιχεον δέν προσέδωσε ες τήν διοργάνωσιν Ατς κοσμικόν καί νομικόν καί ξωτερικόν χαρακτρα λλά πνευματικόν καί μυστικόν, ς ασθητή μως καί ρατή κοινωνία ζώντων νθρώπων διεμορφώθη πό το Θείου Δομήτορος Ατς εραρχικς καί χι εροκρατικς. ν ρχ τήν κκλησιαστικήν εραρχίαν πετέλεσαν ο πόστολοι ο ποοι λαβον τήν ψίστην κκλησιαστικήν αθεντίαν. Πρός τοτο Κύριος «ποίησε δώδεκα να σι μετ’ Ατο καί να ποστέλλη ατούς κηρύσσειν καί χειν ξουσίαν θεραπεύειν τάς νόσους» (Μάρκ. γ14) κολούθως δέ «νέδειξε καί τέρους βδομήκοντα καί πέστειλε ατούς νά δύο» (Λουκ. ι1). πευθυνόμενος πρός ατούς κατά τήν πρώτην μετά τήν νάστασι μφάνισι επε: «Καθώς πέσταλκέ με Πατήρ κγώ πέμπω μς...λάβετε Πνεμα γιον, ν τινων φίετε τάς μαρτίας φίενται ατος, ν τινων κραττε κεκράτηνται» (ω. κ21) φοδιάσας ατούς διά τς πνευματικς δυνάμεως λέγων:«δόθη μοι πάσα ξουσία ν οραν καί πί γς, πορευθέντες ον μαθητεύσατε πάντα τά θνη βαπτίζοντες ατούς ες τό νομα το Πατρός καί το Υο καί το γίου Πνεύματος διδάσκοντες ατούς τηρεν πάντα σα νετειλάμην μν» (Ματθ. κη18-20) διαβεβαιώσας:« κούων μν μο κούει καί θετν μς μέ θετε, δ μέ θετν θετε τόν ποστείλαντά με» (Λουκ. ι16). Οτως ατός Κύριος κατέστησε ν τ κκλησί τούς ποστόλους καί δι΄ ατν μετέδωκε τήν διδασκαλίαν καί τά μυστήριά Της καί τήν πνευματικήν ξουσίαν. λλά ατή ξουσία δέν το προσωπική τν ποστόλων λλά μεταδοτή καί ες τούς διαδόχους των. Τοιουτοτρόπως ο πόστολοι καί γενικς κκλησία λαβον παρά το Κυρίου τήν ξουσίαν «χειροτονεν ρχοντας (πισκόπους) πί πσαν τήν γν» (Μ. Βασίλειος PG 29,413. ω. Χρυσοστ. PG 52,777) λαμβάνοντας «διά τς πιθέσεως τν χειρν τήν χάριν το γ. Πνεύματος» Μ. Βασίλειος (PG 32,669) κατόπιν δέ δι’ ατν τούς Πρεσβυτέρους καί Διακόνους. κκλησία πομένως πετελέσθη κ δύο τάξεων τς εραρχίας καί τν λαϊκν ς πνευματική κοινωνία συντεθειμένη κ ποιμένων καί ποιμαινομένων πιστν καθ’ σον «τάξις ν τας κκλησίαις τό μέν εναι τί ποίμνιον, τό δέ ποιμένας διώρισεν» (Γρηγορ. Ναζ. PG 36,185) μφότεραι α τάξεις αταί, εναι συστατικά στοιχεα τς κκλησίας πολύτως ναγκαα καί παραίτητα νωμένα καί χώριστα.

θεν ελόγως ο γιοι Πατέρες, ποδοκιμάζουν  καί τήν κληρικοκρατίαν καί τήν λαϊκοκρατίαν καί τόν χωρισμόν τν δύο τάξεων τς κκλησίας καί διδάσκουν τήν νότητα τήν σότητα καί τήν γάπην, ς μελν νός καί το ατο σώματος, στε νά εναι «ες ν Κυρί, ο μέν καθηγούμενοι πρός τό γαθόν, ο δέ φεπόμενοι μετά συμπνοίας» (Μ. Βασιλ. PG 32,820) πάντες ο πιστοί μέλη το σώματος τς κκλησίας εναι σοι πρός λλήλους διότι «πάντες τς ατς ξίωνται τιμς» καί τά «πάντων κεφαλαιοδέστερα κοινά πάντων στί, τό βάπτισμα, τό διά πίστεως σωθναι, τό τόν Θεόν χειν πατέρα , τόν το ατο Πνεύματος παντας μετέχειν» (ω. Χρυσοστ. PG 59,75. 62,81). κατανομή τν διαφόρων χαρισμάτων δέν αρει τήν σοτιμίαν τν μελν το σώματος τς κκλησίας λλά τοναντίον συμβάλλει ες τήν διαμόρφωσι καί λοκλήρωσι το νός σώματος. Κατά τόν μεγαλειώδη Γρηγόριον τόν Θεολόγον «ο γάρ πάντες ν σμα σμέν ν Χριστ δέ καθ’ να Χριστο καί λλήλων μέλη. Τό μέν γάρ ρχει καί προκαθέζεται τό δέν γεται καί εθύνεται καί οτε τυτόν μφότερα νεργε, επερ μή τατόν ρχειν ρχεσθαι καί γίνεται μφότερα ν, ες να Χριστόν πό το ατο συναρμολογούμενα καί συντιθέμενα Πνεύματος» (PG 36,185).

Διά τς πό τν ποστόλων Συνοδικς ποφάνσεως, εσάγεται ες τήν χωρίαν των, Ματθίας καί κλέγονται ο πρτοι Διάκονοι καθώς καί εσάγονται ες τήν ποστολικήν διακονίαν ο Παλος καί Βαρνάβας (Πραξ. α15-26, στ1-7, ιγ1-4) καί πιλύεται πό τς ποστολικς Συνόδου διαφωνία περί το τρόπου εσαγωγς ες τήν κκλησίαν τν ξ θνικν προερχομένων (Πράξ. ιγ1-4) καί τοιουτοτρόπως ες τήν Μίαν, γίαν, Καθολικήν καί ποστολικήν κκλησίαν εσήχθη τό εραρχικόν συνοδικόν σύστημα διοικήσεως κατά τό ποον οδείς πίσκοπος εναι μοναδικός φορεύς το συνόλου τς πισκοπικς ξουσίας λλά Σύνοδος πάντων τν πισκόπων τς κκλησίας πί τό ατό συνερχομένων. περάνω τς ξωτερικς καί προσκαίρου ατς ρχς, ς ληθής ρχή καί Κεφαλή τς κκλησίας ναγνωρίζεται Θεάνθρωπος Κύριος διότι «Ατός, στίν κεφαλή το σώματος τς κκλησίας, ς στίν ρχή πρωτότοκος κ τν νεκρν, να γένηται ν πσι Ατός πρωτεύων» (Κολοσ. α΄18). πό τήν ψίστην κεφαλήν τόν Χριστόν, ς ρατή κεφαλή τς κκλησίας σταται Οκουμενική Σύνοδος μή φισταμένου μοναρχικο πρωτείου ξουσίας μοναρχικο διοικητικο συστήματος, στηριζομένου πί πολυταρχικο πρωτείου ξουσίας ες οδένα τν προέδρων τν κατά τόπους ερν Συνόδων τν Ατοκεφάλων κκλησιν. ν ναντί περιπτώσει ς στορικς ποδεικνύεται θά το καί δύνατος καθαίρεσις αρεσιαρχν Πρωθιεραρχν ς ο Μακεδόνιος, Νεστόριος, Διόσκορος, Σεβρος, νώριος κ..

ξαιρέτως θεν προβάλλεται διά το κειμένου, 34ος κανών τν γίων ποστόλων ς γνώμων καί σύνταγμα το Συνοδικο Πολιτεύματος ν τ κκλησί διά το ποίου διακρατεται νότης τς πίστεως καί κρίβεια το δόγματος. λλωστε τραγική στορική πορεία το κπεσόντος πάλαι ποτέ πρεσβυγενος Πατριαρχείου τς παλαις Ρώμης καί τς Δύσεως, το καταστίκτου πό αρετικά φληναφήματα, πολυειδ γκλήματα, ασχιστες πλαστογραφήσεις, ς τό «Πέτρειον» δόγμα, ψευδοΚωνσταντίνειος δωρεά, ο ψευδοΙσιδώρειες διατάξεις, τά ψευδοκλημέντεια, ψευδοπιπίνειος δωρεά ποτελον κφαντορικόν παράδειγμα στρεβλώσεως το ποστολικοπαραδότου καί το πό τν γίων καί Οκουμενικν Συνόδων θεσπισθέντος πολιτεύματος τς κκλησίας.

σον φορ ες τήν πόπειραν θεμελιώσεως Πρωτείου παγκοσμίου δικαιοδοσίας καί ξουσίας ν τ Μι, γί Καθολικ καί ποστολικ κκλησί κατ’ ντιστοιχίαν πρός τήν Ρωμαιοκαθολικήν κτροπήν φείλω νά πισημειώσω τι διά τήν ργάνωσι τν κκλησιαστικν πραγμάτων σχυσεν ρχικς σύστημα συγγενές πρός τήν πολιτικήν διοίκησι διά τς δημιουργίας κκλησιαστικν παρχιν. Α μεγάλαι περιφέρειαι ργανώθησαν κατά τόν 34ον ποστολικόν Κανόνα, ς ερέα κκλησιαστικά τμήματα, πί κεφαλς χοντα τόν «Πρτον» διά τάς διοικήσεις νατολς (ντιόχεια), Αγύπτου (λεξάνδρεια), Καππαδοκίας-Πόντου (Καισάρεια), σίας (φεσος) ο πρτοι κλήθησαν ξαρχοι. Περί τν ξάρχων λόγος γίνεται ες τούς Κανόνας θ΄ καί ιζ΄ τς ν Χαλκηδόνι Δ΄ Οκουμενικς Συνόδου. Ο ξαρχοι λεξανδρείας καί ντιοχείας νομάσθησαν ργότερα Πατριάρχαι, τίτλος πεξετάθη καί πί τούς Κωνστατινουπόλεως καί εροσολύμων. Ες τήν 126 Νεαράν το ουστινιανο ποκαλονται «Μακαριώτατοι ρχιεπίσκοποι καί Πατριάρχαι Ρώμης, Κωνσταντινουπόλεως, λεξανδρείας, Θεουπόλεως (ντιοχείας) καί εροσολύμων». πό το 6ου α. Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως ποκαλεται Οκουμενικός καί δή ες τήν Σύνοδον Κωνσταντινουπόλεως το τους 587 νομάσθη Οκουμενικός Πατριάρχης γιος ωάννης Νηστευτής. Τό πίθετον Οκουμενικός δέν ταν καί προηγουμένως γνωστον ες τήν κκλησιαστικήν φρασεολογίαν. Ο λέξεις οκουμένη καί προσφιλής καί κφραστική το καί τίτλος δέν το χηρός οτε γωϊστικός καί κατά καιρούς χρησιμοποιήθη ς διακοσμητικόν πίθετον ποδοθέν πρός διαφόρους πισκόπους καί Πάπας κόμη καί μοναχούς. Περιέχεται ες Νεαράς το ουστινιανο καί ες Συνοδικά γγραφα. Δέν πεδήλωνε ποτέ τήν πωσδήποτε σκησι παγκοσμίου καθολικς ξουσίας, ν δέ τ περιπτώσει το Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως φανέρωνε ντιστοιχίαν πρός τήν πολιτικήν ξουσίαν το Βυζαντινο Κράτους καί πίστιν θεμελιωθεσαν ες τό πέρασμα τν καιρν τι ποτελε θρόνος τς Κωνσταντινουπόλεως τήν σφαλ γγύησιν τς νέτου καί γιος πικρατήσεως τς διδασκαλίας το Χριστο πό τήν ρθόδοξον ατς μορφήν. Μέ ατό λλωστε τό πνεμα μνογραφία τς κκλησίας ποκαλε τούς μεγάλους τς κκλησίας Πατέρας φωστήρας τς Οκουμένης καί Οκουμενικούς διδασκάλους.

Εναι ποδεικτικά τν νωτέρω τά παρατιθέμενα πό το μακαριστο ρχιεπισκόπου θηνν κυρο Χρυσοστόμου Παπαδοπούλου, Καθηγητο το Πανεπιστημίου θηνν ες τό περισπούδαστον ργον του: «κκλησιαστική στορία» σελ. 96 πομ. διά τν ποίων: «Καταπολεμν Πάπας Γρηγόριος Α΄ τήν πό το Πατριάρχου Κων/πόλεως ωάννου το Νηστευτο χρσιν το τίτλου «Οκουμενικός» (ν χρσις το τίτλου τούτου γέ­νετο πό τν Πατριαρχν Κωνσταντινουπόλεως πολύ προη­γουμένως), πέστειλε πρός ατόν πιστολάς διαμαρτυρίας, ν τ πρώ­τη τν ποίων κατά τάς ρχάς το 595 μεταξύ λλων περιέχονται καί τά ξς:

«... τι ωάννης θά μείν ναπολόγητος κατά τήν Β΄ παρουσίαν νώπιον το Κυρίου, τς κεφαλς τς κκλησίας, διότι διά τς προσηγο­ρίας το «Οκουμενικο» προσπαθε νά πόταξ λα τά μέλη ατς. τι διά τς διεφθαρμένης λέξεως μιμεται τόν ωσφόρον, διότι τί λλο δι' α­τς λέγει, εμή ναβήσομαι ες τόν ορανόν καί θήσω τόν θρόνον μου πε­ράνω τν στέρων; στέρες δέ εναι ο πίσκοποι τς οκουμενικς κκλησίας, ος πάντας ζητε νά περβ ωάν­νης. ταν μετά θλίψεως σκεφθ περί πάντων τούτων, γραφε, καί μετά φόβου πίδω τάς νεξε­ρευνήτους βουλάς το Θεο, πνίγομαι πό δακρύων, ναστέλλονται ο παλ­μοί τς καρδίας μου πί τ σκέψει, τι τοιοτος γιώτατος νήρ πέτρεψεν ες κόλακας γλώσσας νά παρασυρθ ες τοιαύτην παρσιν, στε, οκειωθείς διεφθαρμένον νομα, γωνίζεται νά μιμηθ τόν ωσφόρον, στις, θελήσας νά ξισωθ πρός τόν Θεόν, πώλεσε καί τήν δόξαν τς μοιότητος. τι ληθς π. Πέτρος εναι τό πρτον μέλος τς γίας καί Οκουμενικς κκλησίας, δέ Παλος, νδρέας, ωάννης τί λλο εσίν κεφαλαί πί μέρους λαν; Καί μως πό μίαν κεφαλήν εσίν πάντα τά μέλη τς κκλησίας, καί γιοι πρό το νόμου, γιοι μετά τόν νόμον, γιοι πό χά­ριν, παντες οτοι, πληροντες δι' αυτν τό σμα το Κυρίου, συναριθ­μονται μετά τν μελν τς κκλησίας, καί οδείς ατν οδέποτε θέλησε νά καλται οκουμενικός».

σαύτως, πρός τόν ατοκράτορα Μαυρίκιον καί τούς Πατριάρχας λεξανδρείας Ελόγιον καί ντιοχείας ναστά­σιον γραψε κατά τό 597, σύν λλοις, τι «....θεωρε πρόδρο­μον το ντιχρίστου μλλον νώτερον το ντιχρίστου τόν τολμν­τα νά νομάζη αυτόν «Οκουμενικόν Πατριάρχην»∙ τι ο μό­νον ατός, λλ' πασα κκλησία σκανδαλίσθη κ το πε­ρηφάνου τίτλου, το ντιμαχομένου πρός τούς Κανόνας τν συνόδων καί πρός ατάς τάς ντολάς το Κ. . . Χρι­στοτι οκειοποιούμενος τόν νέον τίτλον, παρά τάς ντο­λάς το Εαγγελίου καί τάς διατάξεις τν συνόδων, δύναται νά εναι πρτος χωρίς νά ταπεινώσ τούς λοιπούς; τι, άν τις τς κκλησίας Κων/πόλεως προσλάβ τοιοτον νομα, δι' ο μελλε νά γίν δικαστής πάντων, οκου­μενική κκλησία μελλε νά σαλευθ ν τας βάσεσιν ατς. τι ποκαλν αυτόν Οκουμενικόν Πατριάρχην καταργε τήν πατριαρχικήν ξίαν τν λλων Πατριαρχν. διαιτέρως δέ παρεκάλει τούς Πατριάρχας νά προσεύχωνται ες τόν Θεόν, να μή διά το δηλητηρίου τς λέξεως δηλητηριασθσι τά ζντα μέλη το σώματος το Χριστο καί πως μή δια­βολική ατη πινόησις το τίτλου προσβάλ καί τούς λοι­πούς Πατριάρχας, οτινες φειλον οτε νά δίδουν, οτε νά δέχωνται τόν τίτλον, λλά νά προσέχωσιν, πως καί ο π' ατούς πίσκοποι προφυλάσσωνται πό τς μιάνσεως τς λέξεως ταύτης. άν δέ συμβ τό ντίθετον, μες μένοντες λόψυχοι φείλομεν νά ντιστ­μεν μέχρι θανάτου, πως καταδικάζοντες τήν οκουμενικό­τητα μή παρασυρθμεν πό διοτελείας τινός».

κ τν πιστολν τούτων το Πάπα Γρηγορίου σαφς διακηρύσσε­ται, ς ρθς παρατηρε οίδιμος ρχιεπίσκο­πος Χρυσόστομος Παπαδόπουλος ν τ ατ συγγράμματί του (σελ. 105-108 καί 320), τι Πάπας Γρηγόριος νι­διοτελς κατέκρινε τόν τίτλον «Οκουμενικός» φοβούμενος μήπως Πα­τριάρχης Κωνσταντι­νουπόλεως θελήσ νά κυριαρχήσ φ' λοκλήρου τς κκλησίας καί διαταράξ τήν μεταξύ τν Πατριαρχν πικρατοσαν σό­τητα. ποκρούων οονδήποτε πρωτεον ν τ διοικήσει τς κκλησίας, ναπτύσσει λα­μπρς τήν σότητα ταύτην καί γωνίζεται πέρ ατς. Πολε­με τόν τίτλον «Οκουμενικός», οχί διότι θεωρε αυτόν Ο­κουμενικόν Πατριάρχην, λλά διότι οδείς τν Πατριαρχν δύναται νά ξιώσ, πως ρχ τν λοιπν. ποκρούει δηλονότι πσαν δέαν διοικητικο «πρωτεί­ου» καί μοναρχι­κς ξουσίας ν τ κκλησί. Τούς Πατριάρχας λεξαν­δρείας καί ντιοχείας θεωρε ξ σου πρός αυτόν διαδόχους το π. Πέ­τρου, χωρίς νά ποκρού καί τήν πατριαρχικήν ξίαν το Κων/πόλεως. Ες διαιτέραν δέ πιστολήν του πρός τόν λε­ξανδρείας Ελόγιον, γράψαντα πρός ατόν τι συμφώνως πρός τήν ντολήν του δέν μετεχειρίσθη πλέ­ον τήν λέξιν «Ο­κουμενικός» διά τόν Πατριάρχην Κωνσταντινουπόλεως καί νομάσαντα ατόν «Οκουμενικόν Πάπαν», ντως γιος κενος εράρχης παρετήρησε: «...παρακαλ πως μή μιλς περί διαταγς, διότι γιγνώσκω τίς εμαι γώ καί τίς εσαι σύ, κατά τό ξίωμα δελφός, κατά τήν γιότητα πατήρ μου. Δέν διέταξα, λλ' πλς πέδειξα τό τί δέον γενέσθαι. Λέγω, τι δέον νά μή πονέμς μοι τόν τίτλον «Οκουμενικός Πάπας», διότι δέν θέλω νά μοί πονεμηθ ξία ες βάρος τν δελ­φν μου... άν μετέρα γιότης μέ νομάζ «Οκουμενι­κόν Πάπαν», φαιρε φ' αυτς τήν διότητα το πισκόπου, πειδή ποτίθησιν, τι εμί «Οκουμενικός». Μή γένοιτο! Μακράν μν λέξεις ποθάλπουσαι τήν ματαιότητα καί πλη­γώνουσα τήν γάπην».
ν κατακλείδι πιτραπήτω νά ποβάλω οσιώδη νστασιν πί το ν χωρί 3 το μετέρου κειμένου ναφερομένου τι «σέ πίπεδο οκουμενικς κκλησίας ς κοινότητας τν κατά τόπους Ατοκεφάλων κκλησιν... τό πρωτεον καθορίζεται συμφώνως πρός τήν παράδοσι τν ερν Διπτύχων...» διότι τό πρωτεον τιμς τν πέντε Πρεσβυγενν Θρόνων τς κκλησίας δέν ποτελε παράδοσι τν ερν Διπτύχων λλά νομοκανονικήν πόφανσι καί πιταγήν τν γίων Οκουμενικν Συνόδων ο ποες διά το γ΄ Κανόνος τς ν Κωνσταντινουπόλει Β΄ Οκουμενικς Συνόδου το τους 381 πιτάσσουν «τόν μέντοι Κωνσταντινουπόλεως πίσκοπον χει τά πρεσβεα τιμς μετά τόν ώμης πίσκοπον διά τό εναι ατήν Νέαν ώμην», διά το κη΄ Κανόνος τς Δ΄ Οκουμενικς Συνόδου πικυρώνουν τόν προηγούμενον . Κανόνα: «Πανταχο τος τν γίων Πατέρων ροις πόμενοι, κα τν ρτίως ναγνωσθέντα κανόνα τν κατν πεντήκοντα θεοφιλεστάτων πισκόπων, τν συναχθέντων π  το τς εσεβος μνήμης Μεγάλου Θεοδοσίου, το γενομένου βασιλέως ν τ βασιλίδι Κωνσταντινουπόλεως  Νέας ώμης, γνωρίζοντες, τ ατ κα μες ρίζομέν τε κα ψηφιζόμεθα περ τν πρεσβείων τς γιωτάτης κκλησίας τς ατς Κωνσταντινουπόλεως Νέας ώμης·  κα γρ τ θρόν τς πρεσβυτέρας ώμης, δι τ βασιλεύειν τν πόλιν κείνην, ο Πατέρες εκότως ποδεδώκασι τ πρεσβεα. Κα τ ατ σκοπ κινούμενοι ο κατν πεντήκοντα θεοφιλέστατοι πίσκοποι, τ σα πρεσβεα πένειμαν τ τς Νέας ώμης γιωτάτ θρόν, ελόγως κρίναντες, τν βασιλεί κα συγκλήτ τιμηθεσαν πόλιν, κα τν σων πολαύουσαν πρεσβείων τ πρεσβυτέρ βασιλίδι ώμ, κα ν τος κκλησιαστικος ς κείνην πάρχουσαν. Κα στε τος τς Ποντικς, κα τς σιανς, κα τς Θρκικς διοικήσεως μητροπολίτας μόνους, τι δ κα τος ν τος βαρβαρικος πισκόπους τν προειρημένων διοικήσεων χειροτονεσθαι π το προειρημένου γιωτάτου θρόνου τς κατ Κωνσταντινούπολιν γιωτάτης κκλησίας· δηλαδ κάστου μητροπολίτου τν προειρημένων διοικήσεων μετ τν τς παρχίας πισκόπων χειροτονοντος τος τς παρχίας πισκόπους, καθς τος θείοις κανόσι διηγόρευται· χειροτονεσθαι δέ, καθς ερηται τος μητροπολίτας τν προειρημένων διοικήσεων παρ το Κωνσταντινουπόλεως ρχιεπισκόπου, ψηφισμάτων συμφώνων κατ τ θος γινομένων, κα π’ ατν ναφερομένων», καί διά το λς΄ τς ΣΤ΄Οκουμενικς Συνόδου ρίζουν: «νανεούμενοι τ παρ τν κατν πεντήκοντα γίων Πατέρων, τν ν τ θεοφυλάκτ ταύτ κα βασιλίδι πόλει συνελθόντων, κα τν ξακοσίων τριάκοντα, τν ν Χαλκηδόνι συναθροισθέντων νομοθετηθέντα, ρίζομεν, στε τν Κωνσταντινουπόλεως θρόνον τν σων πολαύειν πρεσβείων το τς πρεσβυτέρας ώμης θρόνου, κα ν τος κκλησιαστικος, ς κενον, μεγαλύνεσθαι πράγμασι, δεύτερον μετ' κενον πάρχοντα, μεθ' ν τς λεξανδρέων μεγαλοπόλεως ριθμείσθω θρόνος, ετα ντιοχείας, κα μετ τοτον, τς  εροσολυμιτν πόλεως».

πομένως σον φορ ες τούς πρεσβυγενες Θρόνους τό Πρωτεον τιμς δέν καθορίζεται «συμφώνως πρός τήν παράδοσιν τν ερν Διπτύχων» λλά δυνάμει τς θεόθεν ποφάνσεως τν γίων Οκουμενικν Συνόδων καί διά τόν λόγον ατόν εναι ναλλοίωτον, αώνιον, φθιτον καί παρασάλευτον.

πί δέ τας ορτας το γίου Δωδεκαημέρου καί τ πιτολ το νέου νιαυτο 2014 ταπεινς εχομαι τη πολλά καρποβριθ καί εφρόσυνα!

+ ὁ Πειραιῶς ΣΕΡΑΦΕΙΜ


(Ἐκ τῆς Ἱ. Μητροπόλεως)

1 σχόλιο:

Ανώνυμος είπε...

Πρόκειται, αναντιλέκτως, για σπουδαία θεολογική-εκκλησιολογική ανάλυση του όλου ζητήματος απ την πλευρά του μητροπολίτη Πειραιώς, που επιστομίζει όσους, ελαφρά τη καρδία και χωρίς να φεισθούν και αυτού του Τριαδικού Δόγματος, επιχειρούν να θεμελιώσουν παπικής-εξουσιαστικής χροιάς πρωτείο στον πανίερο χώρο της Ορθοδοξίας!
Λ.Ν.

Μπορείτε να δείτε τις προηγούμενες δημοσιεύσεις του ιστολογίου μας πατώντας το Παλαιότερες αναρτήσεις (δείτε δεξιά)