10/5/15

Αρχιμ. Παύλος Δημητρακόπουλος, Ερμηνευτικά σχόλια στην ευαγγελική περικοπή της Κυριακής της Σαμαρείτιδος (1)

Εν Πειραιεί τη 10η Μαΐου 2015
Ερμηνευτικά σχόλια στην ευαγγελική περικοπή της Κυριακής της Σαμαρείτιδος
Αρχ. Παύλου Δημητρακοπούλου
Πρ. Ιερού Ναού Τιμίου Σταυρού Πειραιώς
(1ον)
Η ευαγγελική περικοπή της Κυριακής της Σαμαρείτιδος είναι μια περικοπή από το 4ο κεφάλαιο του κατά Ιωάννην ευαγγελίου, στίχοι 5-42. Αναφέρεται στο διάλογο που είχε ο Κύριος με μια γυναίκα Σαμαρείτιδα στην πόλη της Σαμαρείας Συχάρ.
Μέσα από τον διάλογο αυτό, τον οποίο ο ευαγγελιστής περιγράφει με πολλές λεπτομέρειες, ο Κύριος οδήγησε την γυναίκα αυτή στην αληθινή θεογνωσία και σε ριζική μεταστροφή της ζωής της. Στις γραμμές που ακολουθούν προχωρούμε σε σύντομη ερμηνευτική ανάλυση της περικοπής. 
«Έρχεται ουν εις πόλιν της Σαμαρείας λεγομένην Συχάρ, πλησίον του χωρίου ο έδωκεν Ιακώβ Ιωσήφ τω υιώ αυτού» (4, 5 ). Ο Κύριος για μια ακόμη φορά ξεκινάει μαζί με τους μαθητές του ένα κοπιαστικό και πολύωρο ταξείδι από την Ιουδαία στην Γαλιλαία. Στο ταξείδι αυτό προτίμησε τον συντομώτερο δρόμο, ο οποίος περνούσε διά μέσου της Σαμάρειας. Η Σαμάρεια είναι επαρχία της Παλαιστίνης μεταξύ της Ιουδαίας και της Γαλιλαίας. Οι κάτοικοί της δεν ήσαν γνήσιοι Ιουδαίοι, αλλά μίγμα πέντε ειδωλολατρικών εθνοτήτων, που τούς εγκατέστησαν οι Ασύριοι όταν κατέστρεψαν το κράτος του Ισραήλ και πήραν αιχμαλώτους στην Βαβυλώνα τούς κατοίκους της. Αργότερα, μαζί με την λατρεία των ειδώλων, πρόσθεσαν και την πίστη στον αληθινό Θεό του Ισραήλ. Από την Παλαιά Διαθήκη δέχθηκαν μόνο την Πεντάτευχο. Καυχόταν ότι είναι απόγονοι του Αβραάμ και Ιακώβ.
 Μετά λοιπόν από μια μακρά και κοπιαστική οδοιπορία έφθασε ο Κύριος στην πόλη Συχάρ. Εβάδιζε πολλές ώρες μέσα στην έρημο κάτω από τον καυστικό ήλιο, διότι τότε δεν υπήρχαν τα μεταφορικά μέσα που διαθέτουμε σήμερα, όπου μπορούμε να διανύουμε με άνεση και χωρίς κόπο μεγάλες αποστάσεις μέσα σε ελάχιστο χρόνο. Γενικότερα η ζωή του Κυρίου ήταν γεμάτη κόπους, στερήσεις, κακουχίες.  Έζησε πάμπτωχος πάνω στη γη μη έχων «που την κεφαλήν κλίνη» (Ματθ.8,20), όπως μας βεβαιώνει ο Ίδιος. 
«Ην δε εκεί πηγή του Ιακώβ, ο ουν Ιησούς κεκοπιακώς εκ της οδοιπορίας εκαθέζετο ούτως επί τη πηγή, ώρα ην ωσεί έκτη. έρχεται γυνή εκ της Σαμαρείας αντλήσαι ύδωρ, λέγει αυτή ο Ιησούς, δος μοι πιείν» ( 4, 6-7).  Εκεί κοντά στην πόλη Συχάρ υπήρχε ένα πηγάδι, που το άνοιξε ο Ιακώβ για να πίνει νερό αυτός και η οικογένειά του και τα ζώα του. Δίπλα σ’ αυτό το πηγάδι ήρθε και κάθισε ο Ιησούς κουρασμένος και ιδρωμένος καθώς ήταν από τη μακρά οδοιπορία. Εκάθισε, έτσι όπως ήταν στο πηγάδι, χωρίς να δεχθή κάποια ιδιαίτερη περιποίηση από τούς μαθητές του. Η ώρα ήταν περίπου η έκτη, δηλαδή δώδεκα το μεσημέρι. Εκείνη την ώρα που ο Χριστός καθόταν στο πηγάδι, ήρθε μια Σαμαρείτιδα γυναίκα από την πόλη, για να αντλήσει νερό από το πηγάδι και να γεμίσει τη στάμνα της. Το πηγάδι βρισκόταν λίγο έξω από την πόλη. Ο Χριστός θέλοντας να ελκύσει την ψυχή της γυναίκας στη σωτηρία, σαν σοφός αλιεύς των ψυχών, βρίσκει μια αφορμή για να ανοίξει διάλογο ζητώντας από αυτή νερό, για να σβήσει τη δίψα του.  Πολύ πιθανόν και λόγω της προηγηθείσης οδοιπορίας να αισθανόταν τη φυσική ανάγκη της δίψας.  Πολύ περισσότερο όμως η αγία ψυχή Του κατεχόταν από την πνευματική δίψα να οδηγήσει προς την θεογνωσία και σωτηρία την ψυχή αυτή, που ήταν βυθισμένη μέσα στην αμαρτία και την απώλεια. Οι Ιουδαίοι δεν ερχόταν σε καμιά σχέση και επικοινωνία με τούς Σαμαρείτες, γιατί τούς θεωρούσαν ως εθνικούς ειδωλολάτρες και τούς συχαινόταν ως ακαθάρτους. Όμως για τον Ιησού και οι Σαμαρείτες είναι και αυτοί πλάσματά του, όπως και οι Εβραίοι. Δεν ήρθε στον κόσμο μόνο για τούς Εβραίους αλλά για όλη την ανθρωπότητα.
   «Οι γαρ μαθηταί αυτού απεληλύθησαν εις την πόλιν ίνα τροφάς αγοράσωσι» (4, 8).  Όταν πλησίαζαν να φθάσουν στην πόλη, ο μεν Ιησούς παρέμεινε έξω από αυτήν στο πηγάδι, οι δε μαθητές πήγαν  στην πόλη  να αγοράσουν τρόφιμα και να επιστρέψουν πίσω στο πηγάδι, όπου θα γευμάτιζαν. Αυτό σημαίνει ότι δεν είχαν μαζί τους αποθέματα τροφίμων. Το θέμα του φαγητού το αντιμετώπιζαν σαν ένα πάρεργο και δευτερεύον θέμα. Δεν ελάμβαναν ιδιαίτερη μέριμνα και φροντίδα γι’ αυτό.  Γι’ αυτούς ήταν μέσον συντηρήσεως και όχι μέσον ηδονής και απολαύσεως. Με την διαγωγή τους αυτή μας διδάσκουν το πνεύμα της εγκράτειας και της ασκήσεως, το οποίο είναι ένα από τα χαρακτηριστικότερα γνωρίσματα της εν Χριστώ ζωής. Η εγκράτεια είναι γενικά για τον κάθε πιστό σπουδαιότατο όπλο με το οποίο χαλιναγωγεί και τελικά υπερνικά τα πάθη του παλαιού ανθρώπου, γυμνάζεται στην αρετή και τη σωφροσύνη, μαθαίνει να αρκείται στα αναγκαία και απαραίτητα και να αποφεύγει τα περιττά. Παράλληλα συνηγορεί και υποβοηθεί και στην σωματική υγεία, διότι πάρα πολλές αρρώστιες σήμερα οφείλονται στην κατάχρηση των τροφών. Ο κίνδυνος είναι σήμερα ιδιαίτερα μεγάλος λόγω της αφθονίας των υλικών αγαθών της σύγχρονης καταναλωτικής κοινωνίας. Εάν οι αθλητές, όταν πρόκειται να λάβουν μέρος σε αθλητικά αγωνίσματα, κάνουν δίαιτα και δεν παραφορτώνουν την κοιλιά τους με τροφές, για να βρίσκονται σε καλή φόρμα, πόσο μάλλον ο αθλητής της πίστεως και της αρετής πρέπει να γυμνάζει την ψυχή του με την εγκράτεια;
 «Λέγει ουν αυτώ η γυνή η Σαμαρείτις. πως συ Ιουδαίος ων παρ’ εμού πιείν αιτείς, ούσης γυναικός Σαμαρείτιδος; ου γαρ συγχρώνται Ιουδαίοι Σαμαρείταις» (4,9). Στην παράκληση του Κυρίου να του δώσει νερό, η γυναίκα, όπως ήταν επόμενο, απορεί και  εκπλήσσεται, αφού οι δύο λαοί δεν είχαν καμία σχέση και δεν έρχονταν σε καμιά επικοινωνία μεταξύ τους.  Ένα διαχωριστικό τείχος μίσους υψωνόταν ανάμεσά τους. Ένας Ιουδαίος  δηλαδή αν βρισκόταν στη θέση του Ιησού, θα προτιμούσε να πεθάνει από τη δίψα παρά να πιή νερό από τη στάμνα μιας Σαμαρείτισας, διότι ο νόμος το απηγόρευε αυτό.  Ούτε καν θα καταδεχόταν να την χαιρετήσει. Ήδη όμως ο Κύριος με την παρουσία του και το έργο του έρχεται να εγκαινιάσει μια νέα εποχή στην ιστορία της ανθρωπότητας. Έρχεται να καταργήσει το τείχος της έχθρας που χώριζε τον Θεό από τούς ανθρώπους, αλλά και τούς Ιουδαίους από τούς άλλους λαούς και να τούς ενώσει όλους σε μια νέα κοινωνία αγάπης και ενότητος, που αποτελεί την Εκκλησία του, αδιακρίτως φυλής, έθνους, γλώσσης και χρώματος. Έτσι εξηγείται το ότι ο Κύριος με πολλή φυσικότητα και άνεση όχι μόνο συζητεί, αλλά και ζητάει νερό από την γυναίκα. Ο σκοπός του είναι  πως θα τραβήξει στην σωτηρία την ψυχή αυτή. Αλλά και η γυναίκα, παρ’ όλο που εκπλήσσεται και απορεί, δεν αρνείται να ανοίξει διάλογο μαζί του. Θα μπορούσε να κόψει την συζήτηση και να φύγει. Ή θα μπορούσε να του απαντήσει με περιφρόνηση: Δεν πρόκειται να  δώσω νερό ποτέ σε σένα, που είσαι εχθρός του έθνους μου.
   «Απεκρίθη Ιησούς και είπεν αυτή. ει ήδεις την δωρεάν του Θεού, και τις εστιν ο λέγων σοι, δος μοι πιείν, συ αν ήτησας αυτόν και έδωκεν αν σοι ύδωρ ζων» ( 4,10). Με την απάντησή του ο Κύριος στρέφει αλλού την συζήτηση. Δεν τον ενδιαφέρει να σχολιάσει τις σχέσεις Ιουδαίων και Σαμαρειτών. Τον ενδιαφέρει να μεταδώσει στην ψυχή της την δωρεά του αγίου Πνεύματος. Με τα λόγια του: «αν ήξερες ποιός είναι αυτός που σου μιλάει και τι μεγάλη δωρεά μπορεί να σου δώση,  θα του ζητούσες και θα σου έδινε ζωντανό νερό», προσπαθεί να κεντρίσει την περιέργεια και το ενδιαφέρον της γυναίκας,  αφ’ ενός μεν να έρθει σε βαθύτερη γνωριμία με το πρόσωπό του και αφ’ ετέρου να ποθήσει και να του ζητήσει αυτό το ζωντανό νερό, με το οποίο παρομοιάζει την Χάρη του αγίου Πνεύματος.  Είναι σαν να της λέγει: Εγώ έχω στη διάθεσή μου κάποιο άλλο ζωντανό νερό ασυγκρίτως ανώτερο από αυτό που έρχεσαι και παίρνεις από αυτό εδώ το πηγάδι. Και αν μου το ζητήσεις, εγώ θα σου το δώσω.
Θέλει να δώσει την Χάρη του στην γυναίκα, όπως θέλει να την δώσει και σε κάθε πιστό. Από την ζωοποιό ενέργεια της θείας Χάριτος, προ πάντων και κυρίως, έχει ανάγκη ο κάθε ένας μας, διότι αυτή κατεργάζεται προοδευτικά τον αγιασμό στην κάθε ψυχή, και αυτήν μεταδίδει ο Θεός δια μέσου των μυστηρίων. Πόσοι όμως είναι άξιοι να την λάβουν και πόσοι τελικά την κατέχουν σαν μόνιμο κτήμα τους; Βέβαια κατ’ ακρίβειαν κανείς δεν είναι άξιος να την λάβει, να την απαιτήσει δικαιωματικά από τον Θεό με βάση τα έργα του, διότι αυτή απορρέει από τον σταυρό. Γι’ αυτό άλλωστε λέγεται και Χάρις, που σημαίνει χάρισμα, δωρεά. Δωρεά, που την δίδει ο Θεός στον άνθρωπο, χωρίς αυτός να την αξίζει. Και ακριβώς ο Θεός τελικά δίδει αυτήν την δωρεά σε εκείνους, που συναισθάνονται την αναξιότητά τους και που μπορούν να εκτιμήσουν την αξία της.
«Λέγει αυτώ η γυνή, Κύριε, ούτε άντλημα έχεις, και το φρέαρ εστί βαθύ. πόθεν ουν έχεις το ύδωρ το ζων; Μη συ μείζων ει του πατρός ημών Ιακώβ, ος έδωκεν ημίν το φρέαρ, και αυτός εξ αυτού έπιε και οι υιοί αυτού και τα θρέμματα αυτού;» (4, 11-12). Ο Χριστός με την φράση «ύδωρ ζων» εννοούσε βέβαια την Χάρη του αγίου Πνεύματος, που ζωοποιεί και ευφραίνει τις ψυχές, η γυναίκα όμως, όπως ήταν φυσικό, δεν κατάλαβε το βαθύτερο νόημα  των λόγων του.  Νομίζει ότι ο Κύριος της ομιλεί για κάποιο υλικό νερό, ζωντανό και τρεχούμενο, ανώτερης ποιότητας από το νερό του πηγαδιού του Ιακώβ.  Γι’ αυτό και με μια παιδική αφέλεια διατυπώνει την ερώτηση: Από που το έχεις το νερό αφού δεν έχεις ούτε κουβά να το αντλήσεις και το πηγάδι είναι βαθύ; Δείχνει τον σεβασμό της στο πρόσωπό του γι’ αυτό και τον προσφωνεί Κύριο.  Δεν απορρίπτει τα λόγια του, αλλά δίνει προσοχή σ’ αυτά, προσπαθώντας να συλλάβει το νόημά τους. Κάποιος άλλος στη θέση της θα μπορούσε να τον αποκρούσει λέγοντας: Μου λες ψέματα, διότι αν είχες τέτοιο νερό, που υπόσχεσαι, θα το έδινες πρώτα στον εαυτό σου και δεν θα ζητούσες από εμένα νερό.  Μου μιλάς για νερό και πηγή, χωρίς να μου δείχνεις τίποτε από όλα αυτά και θέλεις να με εξαπατήσεις με φουσκωμένα λόγια. Τίποτε από αυτά δεν λέγει, αλλά με πολλή υπομονή μέσα στον καύσωνα του καλοκαιριού, με ανοιχτή καρδιά ακούει, όσα της λέγει ο Χριστός. Δεν είναι παράξενο το ότι η απλοϊκή αυτή γυναίκα της υπαίθρου έχει αμφιβολίες και απορίες, αφού ούτε ο Νικόδημος, ο νομοδιδάσκαλος του Ισραήλ, μπορούσε να συλλάβει το ύψος των νοημάτων της διδασκαλίας του Κυρίου. Ο πατέρας μας Ιακώβ, λέγει, ό,τι καλύτερο είχε να μας δώσει, ήταν αυτό το πηγάδι, που μας άφησε σαν κληρονομιά. Γιατί αν γνώριζε κάποια άλλη πηγή, ανώτερη από αυτήν, δεν θα έπινε νερό από αυτό το πηγάδι  αυτός και τα παιδιά του, αλλά από την άλλη πηγή.  Αφού λοιπόν ισχυρίζεσαι ότι γνωρίζεις κάποιο άλλο νερό τρεχούμενο, που προέρχεται από κάποια άλλη πηγή, μήπως πιστεύεις ότι είσαι ανώτερος από τον Ιακώβ;
«Απεκρίθη Ιησούς και είπεν αυτή. πας ο πίνων εκ του ύδατος τούτου διψήσει πάλιν. ος δ’ άν πίη εκ του ύδατος ου εγώ δώσω αυτώ ου μη διψήση εις τον αιώνα, αλλά το ύδωρ ο δώσω αυτώ, γενήσεται εν αυτώ πηγή ύδατος αλλομένου εις ζωήν αιώνιον» (4,13-14). Αυτό το ζων ύδωρ, της απαντά ο Κύριος, για το οποίο σου ομιλώ δεν είναι κοινό νερό, ούτε έχει καμιά σχέση με το νερό αυτού του πηγαδιού. Είναι ασυγκρίτως ανώτερο, διότι έχει ορισμένες υπερφυσικές ιδιότητες. Εκείνος που θα πιή από το νερό του πηγαδιού, πάλι θα διψάσει, ενώ εκείνος που θα πιή από το νερό που θα του δώσω εγώ, όχι μόνο δεν θα διψάσει ποτέ, αλλά το νερό αυτό θα γίνει μέσα του πηγή, που θα αναβλύζει συνεχώς και ακατάπαυστα, για να ξεδιψά και τούς άλλους ανθρώπους.  Μέσα στην αγία Γραφή το άγιο Πνεύμα άλλοτε ονομάζεται πυρ, και άλλοτε ύδωρ, όχι γιατί από τη φύση του είναι κάτι από αυτά, αλλά για να δηλώσει τούς τρόπους με τούς οποίους ενεργεί μέσα στις ψυχές των ανθρώπων.  Λέγεται πυρ, γιατί θερμαίνει τις ψυχές με ζήλο και θερμή προαίρεση και αυταπάρνηση. Λέγεται ύδωρ, γιατί δροσίζει και παρηγορεί και γαληνεύει την ψυχή. Την γεμίζει με χαρά και ευφροσύνη.  Με την απάντησή του ο Κύριος έμμεσα απαντά στο ερώτημα της γυναικός, αν είναι ανώτερος από τον Ιακώβ. Είναι ωσάν να της λέει: Το ότι είμαι ασυγκρίτως ανώτερος, φαίνεται από την διαφορά της δωρεάς που παρέχω εγώ και της δωρεάς του Ιακώβ. Αυτός το μόνο που μπορούσε να σας δώσει ήταν το φθαρτό αυτό νερό. Εγώ σας παρέχω την Χάρη του αγίου Πνεύματος, που είναι πρόξενος της αληθινής και αιωνίου ζωής και μπορεί να πληρώσει τις βαθύτερες εφέσεις και πόθους της ανθρωπίνης ψυχής.

 Αυτός ο λόγος του Κυρίου είναι άξιος πολλής προσοχής, ιδιαίτερα για τον σύγχρονο άνθρωπο, που διψά για χαρά και ειρήνη και ζητά να δώσει νόημα στη ζωή του. Μόνο που, δυστυχώς, ζητά να  σβήσει τη δίψα του σε άλλα νερά και όχι στο «ύδωρ το ζων». Οι χαρές του κόσμου αυτού είναι πρόσκαιρες και δεν μπορούν να σβήσουν τη δίψα της ψυχής. Μόνον η Χάρις του  αγίου Πνεύματος γεμίζει την ψυχή με την εσωτερική πληρότητα και την βεβαιότητα της αιωνίου ζωής. Εν όσω λοιπόν μένουμε προσκολλημένοι στα άλλα ύδατα δεν θα μπορέσουμε να γευθούμε ποτέ την Χάρη του αγίου Πνεύματος. (Συνεχίζεται).

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Μπορείτε να δείτε τις προηγούμενες δημοσιεύσεις του ιστολογίου μας πατώντας το Παλαιότερες αναρτήσεις (δείτε δεξιά)