Τό μάθημα πού διδάσκεται στά Σχολεῖα λέγεται Θρησκευτικά καί παραπέμπει στήν γνώση τῶν Θρησκειῶν. Δέν λέγεται μάθημα ἐκκλησιολογικό, γιά νά ἀναφέρεται στήν Ἐκκλησία καί τήν διδασκαλία της. Ὑπάρχει δέ διαφορά μεταξύ Ἐκκλησίας καί Θρησκείας, ἀφοῦ ἄλλη ἔννοια ἔχει ἡ λέξη Ἐκκλησία καί ἄλλη ἔννοια ἔχει ἡ λέξη Θρησκεία.
Ἔτσι, ἀπό τήν φύση του τό μάθημα δέν εἶναι κατηχητικό-ὁμολογιακό. Γνωρίζουμε ὅτι ὑπάρχει διαφορά μεταξύ κατήχησης καί θρησκευτικοῦ μαθήματος.
Ἡ πρώτη εἶναι μύηση στήν ζωή καί τήν διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας μέ τά Κατηχητικά Σχολεῖα, πράγμα τό ὁποῖο εἶναι ἔργο καί σκοπός τῆς Ἐκκλησίας, ἐνῶ τό δεύτερο εἶναι γνωσιολογικό μάθημα, πού εἶναι σκοπός τῶν Θρησκευτικῶν στά Σχολεῖα. Ἡ πρώτη εἶναι βίωμα πού δέν βαθμολογεῖται, ἐνῶ τό δεύτερο εἶναι γνώση πού βαθμολογεῖται.
Ἔτσι, τό μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν πού διδασκόταν πολλά χρόνια στά Σχολεῖα τῆς Ἑλληνικῆς Ἐπικρατείας εἶχε γνωσιολογικό χαρακτήρα καί δέν εἶχε καμμιά σχέση μέ τήν κατήχηση τῆς Ἐκκλησίας. Καί, ὅμως, τό τελευταῖο διάστημα ἀκουγόταν ἀπό ἐπίσημα χείλη ὅτι πρέπει νά ἀποδεσμευθοῦμε ἀπό τό κατηχητικό-ὁμολογιακό μάθημα πού γινόταν στά Σχολεῖα καί νά πᾶμε στό θρησκειολογικό μάθημα.
Διαβάζοντας τό νέο Πρόγραμμα Σπουδῶν παρατηροῦμε ὅτι διακρίνεται ἀπό τήν θεματική παρουσίαση τῶν θεμάτων καί μέ αὐτόν τόν τρόπο γίνεται σύγχυση μεταξύ τῶν Θρησκειῶν. Εἶναι κυρίως διαθρησκειακό καί μερικοί τό χαρακτηρίζουν καί συγκρητιστικό.
Μέσα σέ αὐτήν τήν προοπτική χρησιμοποιοῦνται δύο μέθοδοι, ἡ μία εἶναι ἡ «διερευνητική» καί ἡ ἄλλη εἶναι ἡ «βιωματική». Ἡ τελευταία μέθοδος, ἡ «βιωματική» εἶναι κάτι πού μᾶς θυμίζει «κατηχητικό» τῶν Θρησκειῶν!
Τί θά πῆ βίωμα; Κατά τόν Μπαμπινιώτη, βίωμα εἶναι «ἡ προσωπική ἐμπειρία ἀπό κάτι καί ἡ ἐπίδρασή της στή ζωή τοῦ ἀνθρώπου καί στή διαμόρφωση τῆς συμπεριφορᾶς του».
Πάντως, ἐνῶ τό προηγούμενο Ἀναλυτικό Πρόγραμμα ἔκανε λόγο γιά γνωσιολογική μέθοδο, δηλαδή προσέφερε γνώσεις, τό νέο Πρόγραμμα Σπουδῶν κάνει λόγο γιά «βιωματική μέθοδο», προσφέροντας βιώματα.
Γιά νά γίνη αὐτό ἀντιληπτό θά χρησιμοποιήσω ἕνα παράδειγμα ἀπό τό πρόγραμμα Σπουδῶν τοῦ Λυκείου: «Μέ ἀφορμή ἕνα κομποσχοίνι καί μιά ἱστορία ἀπό τό γεροντικό (Ἀντώνιος Σουρόζ, 1996), οἱ μαθητές/μαθήτριες μελετοῦν τήν προσευχή ὡς ἐπικοινωνία καί τήν ἀδιάλειπτο προσευχή. Ἄν χρειάζεται, παρέχεται πληροφοριακό ὑλικό (π.χ. λ. «"κομποσχοίνι" στή Βικιπαίδεια, κ.ἄ.)».
Βεβαίως, αὐτό εἶναι σημαντικό, ἀλλά αὐτό θυμίζει τήν κατήχηση πού εἶναι ἔργο τῆς Ἐκκλησίας.
Τελικά τό νέο πρόγραμμα Σπουδῶν ἔχει πολλά μειονεκτήματα. Ἕνα ἀπό αὐτά εἶναι ἡ «βιωματική» μέθοδος, ἡ ὁποία στό θέμα τῶν Θρησκευτικῶν συνίσταται στό «κατηχητικό» τῶν διαφόρων Θρησκειῶν. Χωρίς νά γίνη ἀντιληπτό ἀπό τούς πρωτεργάτες, ἡ ὕλη τοῦ μαθήματος σέ μερικά σημεῖα ἀπό γνωσιολογική γίνεται βιωματική, δηλαδή προσφέρεται ἕνα κατηχητικό μάθημα!
Δέν εἶναι ἀντιφατικό, τό θά θέλης νά ἀποφύγης κάτι καί νά τό ὑποστηρίζης μέ θερμότητα;
Ν.Ι.
2 σχόλια:
Η σύγκριση μεταξύ ανόμοιων πραγμάτων είναι ανέφικτη. Άλλο η «βιωματικότητα» και το «βίωμα» στη θεολογική ή την καθημερινή γλώσσα και άλλη η χρήση των όρων στα παιδαγωγικά. Πολύ περισσότερο, τελείως διαφορετικό πράγμα είναι η «βιωματική μέθοδος» στη διδακτική. Στην πρώτη περίπτωση οι όροι δηλώνουν μια διαδικασία επίδρασης στον εσωτερικό κόσμο, την αισθαντικότητα ή την εμπειρικότητα, όπως δηλώνεται και από την παραπομπή στον έγκριτο Μπαμπινιώτη. Στη διδακτική είναι μέθοδος διδασκαλίας και μάθησης, με συγκεκριμένα στάδια επαφής με δεδομένα, διερεύνησης και έκφρασης.
Στην εκκλησιαστική ή την καθομιλούμενη γλώσσα ακόμη και ένα κήρυγμα ή μια διάλεξη μπορούν να χαρακτηριστούν ως «βιωματικά» εάν λ.χ. «ακουμπήσουν» την καρδιά των ακροατών, ενώ στην παιδαγωγική γλώσσα δεν θεωρούνται «βιωματικά», αφού ο μονόλογος δεν εμπλέκει ενεργά όλους τους ακροατές σε κάποια δραστηριότητα μάθησης, απλώς ακούνε. Με την έννοια αυτή, η βιωματική μέθοδος ούτε με το Κατηχητικό ταυτίζεται, μολονότι μπορεί να αξιοποιηθεί σε αυτό, ούτε αποκλειστικά με τα Θρησκευτικά. Χρησιμοποιείται σε όλα τα μαθήματα, ενώ στα Θρησκευτικά χρησιμοποιούνται και άλλες μέθοδοι εκτός από αυτή, ακόμη και η παραδοσιακή αφήγηση.
Η επαφή με δεδομένα (π.χ. ένα κείμενο, ένα κομποσκοίνι κλπ.) μπορεί να είναι μία φάση ή διαδικασία της βιωματικής μεθόδου αλλά δεν είναι ολόκληρη η μέθοδος. Επιπλέον, η μέθοδος δεν είναι αυτοσκοπός, είναι εργαλείο. Το κρίσιμο ερώτημα στη διδασκαλία είναι πώς θα υλοποιήσουν οι μαθητές τη μελέτη τους (μέθοδος) και κυρίως «γιατί» καλούνται να το κάνουν αυτό (διδακτικός στόχος – προσδοκώμενη μάθηση). Η αποτελεσματική διδασκαλία κρίνεται από την επίτευξη αυτής της μάθησης και όχι απλώς από τα εργαλεία που χρησιμοποιεί.
Ευχαριστώ για τη φιλοξενία.
Σεβασμιώτατε η βιωματική μέθοδος δεν είναι αποκλειστικότητα του κατηχητικού μαθήματος θρησκευτικών αλλά είναι μέθοδος για ΟΛΑ τα μαθήματα του σχολείου. Άρα και μέθοδος για την ενασχόληση των μαθητών και με το θρησκευτικό φαινόμενο γενικά. Επιπροσθέτως έχω να παρατηρήσω ότι αδίκως στρέφεται μέρος της θεολογικής κοινότητος εναντίον της ενασχόλησης των μικρών μαθητών και με τις άλλες θρησκείες. Ήδη από τη νηπιακή τους ηλικία δέχονται πλήθος εικόνων και επιδράσεων από ανατολίζουσες κυρίως θρησκείες μέσω της τηλεόρασης κ.α. πηγών, κι αν λάβουμε υπόψη μας την αδιαφορία περί της πίστεως όλο και περισσότερων νεοελλήνων τα παιδιά έρχονται με μια "σούπα" στο κεφάλι τους. Το σχολείο οφείλει να αποκαταστήσει τα πράγματα κατά το δυνατόν. Έτσι ο μαθητής της Γ΄ Δημοτικού θα έχει την ευκαιρία στην ανάλογη θεματική ενότητα να δει ότι σύμβολα άλλων θρησκειών ή λατρευτικές συνήθειες που έχει συναντήσει ή θα συναντήσει ΔΕΝ ανήκουν στη δική του παράδοση,στην Εκκλησία (σωστά διαχωρίζετε την Εκκλησία από τη θρησκεία), στην πίστη και τη ζωή. Μέχρι εκεί θα ασχοληθεί ο μικρός μαθητής και τίποτα παραπάνω. Σε καμία περίπτωση δεν θα του γίνει συστηματική εκμάθηση άλλων θρησκειών και μάλιστα με δόγματά τους και βαθύτερες έννοιες γι αυτές γιατί τότε πράγματι θα είναι καταστροφικό και για το μάθημα των Θρησκευτικών αλλά και για τα ίδια τα παιδιά που θα τα οδηγήσει σε σύγχυση. Όλα χρειάζονται προσοχή και τον κατάλληλο τρόπο.
Δημοσίευση σχολίου