Χρειάζεται το Μάθημα των Θρησκευτικών άλλη μια Ένωσι Θεολόγων;
του Δρ. Ιωάννη Κ. Αγγελόπουλου
Θεολόγου – Διευθυντή Λυκείου
Μὲ τὴν ἔναρξι τῆς τρεχούσης σχολικῆς χρονιᾶς ἐξεκίνησε μία κίνησις ἀπὸ ὁμάδα θεολόγων γιὰ τὴν ἵδρυσι ἑνὸς νέου Συλλόγου Θεολόγων. Ἡ ἰδέα ἐκυοφορεῖτο ἀπὸ τὴν περυσινὴ χρονιά, κατὰ τὴν ὁποία μὲ τὶς ἀτυχεῖς ἐγκυκλίους τοῦ Ὑπουργείου Παιδείας εἶχε παρουσιασθῆ ἔντονο τὸ πρόβλημα τῶν ἀπαλλαγῶν ἀπὸ τὸ μάθημα τῶν θρησκευτικῶν καὶ ἐφαίνετο ὅτι θὰ μετετρέπετο ἀπὸ ὑποχρεωτικὸ σὲ προαιρετικὸ μάθημα τοῦ προγράμματος σπουδῶν, ἰδίως στὰ Λύκεια. Ἐκεῖ, φαίνεται, ὅτι ἐξεκολάφθη ἡ ἰδέα τῆς ἱδρύσεως ἑνὸς νέου Συλλόγου Θεολόγων, ἀφοῦ ἡ στᾶσις καὶ οἱ ἐνέργειες τῆς Π.Ε.Θ. (Πανελληνίου Ἑνώσεως Θεολόγων) δὲν ἔγιναν ἀποδεκτὲς ὡς οἱ πλέον ἐνδεδειγμένες ἀπὸ πλειάδα συναδέλφων......
Μετὰ ἀπὸ κάποιες διερευνητικὲς συναντήσεις, οἱ ὁποῖες ἔγιναν στὴν ἀρχὴ τῆς τρεχούσης σχολικῆς χρονιᾶς στὸ Διορθόδοξο Κέντρο τῆς Ἐκκλησίας στὴν Πεντέλη, ἡ ὁμὰς πρωτοβουλίας προχώρησε σὲ μία Διακήρυξι Ἀρχῶν , σὲ ἐγγραφὲς ἱδρυτικῶν μελῶν καὶ σὲ καταστατικὴ Συνέλευσι στὸ Ἀριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης στὶς 6.2.2010, ὅπου ἐνεκρίθη τὸ Καταστατικὸ τοῦ Συλλόγου καὶ ἐξελέγη ἡ Διοικοῦσα Ἐπιτροπή. Ἀπομένει ἡ κατάθεσις τοῦ Καταστατικοῦ στὰ ἁρμόδια δικαστήρια, ὥστε καὶ ἐπισήμως νὰ συσταθῆ ὁ νέος Σύλλογος, ὁ ὁποῖος ὠνομάσθη: «Πανελλήνιος Θεολογικὸς Σύνδεσμος: Καιρὸς γιὰ τὴν ἀναβάθμιση τῆς θρησκευτικῆς ἐκπαίδευσης».
Ἐξ ἀφορμῆς τῆς δημιουργίας ἑνὸς νέου Θεολογικοῦ Συνδέσμου καὶ μὲ τὴν ἐμπειρία τὴν ὁποία ἔχω ἐπὶ σειρὰ ἐτῶν ὡς μάχιμος θεολόγος στὴν ἐκπαίδευσι, χρηματίσας μέλος τοῦ Δ.Σ. τῆς Π.Ε.Θ., μέλος καὶ ὑπεύθυνος τοῦ Τομέως Παιδείας αὐτῆς, ἐκφράζω μερικὲς ἀπορίες καὶ ἐρωτήματα πρὸς τοὺς συναδέλφους, οἱ ὁποῖοι ἵδρυσαν τὸν νέο Θεολογικὸ Σύνδεσμο:
1. Ἐχρειάζετο πράγματι μία καινούργια Ἕνωσις Θεολόγων; Ἡ Π.Ε.Θ. δὲν ἀρκοῦσε γιὰ τὴν ἀναβάθμισι καὶ ὑπεράσπισι τῆς παρεχομένης ἀπὸ τὸ κράτος θρησκευτικῆς ἐκπαιδεύσεως; Ἀκόμη κι ἂν δεχθοῦμε ὅτι ἡ Π.Ε.Θ. διοικεῖτο τὰ τελευταῖα χρόνια ἀπὸ πρόσωπα, τὰ ὁποῖα ἴσως νὰ μὴ ἐπέδειξαν τὸν ἀπαιτούμενο ζῆλο ἢ νὰ μὴ προέβησαν στὶς ἐνδεδειγμένες ἐνέργειες γιὰ τὴν ἀναβάθμισι καὶ προάσπισι τοῦ μαθήματος τῶν θρησκευτικῶν, ποιὸ θὰ ἦταν ὀρθότερο: ἡ ἵδρυσις νέου Συνδέσμου ἢ ἡ ἀνανέωσις τοῦ ἤδη ὑπάρχοντος; Ἐὰν συνεκεντρώθησαν ἀρκετοὶ θεολόγοι γιὰ νὰ ἱδρύσουν τὸν νέο Σύνδεσμο, αὐτοὶ οἱ ἴδιοι, συμφώνως μὲ τὰ ἀποτελέσματα τῶν ἀρχαιρεσιῶν τοῦ παρελθόντος Νοεμβρίου στὴν Π.Ε.Θ, δὲν θὰ ἔκαναν ριζικὴ ἀνανέωσι τοῦ Διοικητικοῦ Συμβουλίου της καὶ δὲν θὰ ἔδιναν τὸν τόνο καὶ τὸ πνεῦμα ποὺ ἐπιθυμοῦσαν στὴν Π.Ε.Θ.;
2. Τὸ μεγαλύτερο πρόβλημα, τὸ ὁποῖο θὰ ἐπιφέρει ὁ νέος Θεολογικὸς Σύνδεσμος, θὰ εἶναι ἡ ὑποβαθμισμένη πλέον ἐκπροσώπησις τοῦ θεολογικοῦ κόσμου τόσο ἀπέναντι στὴν Διοικοῦσα Ἐκκλησία ὅσο καὶ στὰ ἁρμόδια ὄργανα τῆς Πολιτείας. Ποιὰ ἄποψις θὰ θεωρεῖται αὐθεντικώτερη μετὰ τὴν ὕπαρξι δύο (ἢ περισσοτέρων ἐὰν συμπεριλάβωμε τὴν Ἕνωσι Θεολόγων Βορείου Ἑλλάδος καὶ τὸν Παγκρήτιο Σύνδεσμο Θεολόγων) ἐπιστημονικῶν ἑνώσεων Θεολόγων; Σὲ ποίας Ἑνώσεως πρότασι ἢ εἰσήγησι θὰ στηρίζονται οἱ ἀλλαγὲς στὰ ἀναλυτικὰ προγράμματα σπουδῶν καὶ στὰ νέα ἀνὰ ἐποχὴ βιβλία; Ποιὰ Ἕνωσις Θεολόγων θὰ καλεῖται σὲ συσκέψεις καὶ διαβουλεύσεις μὲ τὴν Διοικοῦσα Ἐκκλησία καὶ τὴν Πολιτεία;
Οἱ ὑπόλοιπες ἐπιστημονικὲς ἑνώσεις τῶν καθηγητῶν τῆς δευτεροβαθμίου ἐκπαιδεύσεως εἶναι στὴν πλειοψηφία τους μία ἀνὰ κλάδο (Πανελλήνια Ἕνωση Φιλολόγων, Ἕνωση Ἑλλήνων Φυσικῶν, Ἑλληνικὴ Μαθηματικὴ Ἑταιρεία, Ἕνωση Ἑλλήνων Χημικῶν). Ὑπάρχει διασπασμένος ὁ Σύλλογος τῶν καθηγητῶν γαλλικῆς γλώσσης κι αὐτὸ δὲν εἶναι ἄμοιρο καὶ τῆς θέσεως τοῦ μαθήματος στὰ Λύκεια μὲ τὴν μετατροπή του σὲ προαιρετικό. Ἡ διάσπασις ἑνὸς ἐπιστημονικοῦ Συλλόγου καθιστᾶ τὸν λόγο του ὀλιγώτερο ἀξιόπιστο καὶ τὶς ἐνέργειές του ὀλιγώτερο ἀποδοτικές. Αὐτὸ μᾶς διδάσκει ἡ κοινὴ λογικὴ καὶ ἡ πεῖρα ἀπὸ ἄλλες ἐπιστημονικὲς ἑνώσεις.
Σὲ ὅλους τοὺς χώρους ὑπάρχουν ρεύματα, ἀπόψεις καὶ τάσεις. Ἀρκετὲς φορές, στὸ παρελθόν, ἐπρότεινα σὲ συναδέλφους, οἱ ὁποῖοι ἡγοῦνται ἢ ἐκπροσωποῦν τέτοια ρεύματα νὰ συμμετάσχουν στὶς ἀρχαιρεσίες τῆς Π.Ε.Θ. οὕτως ὥστε μὲ τὴν ἐκλογή τους νὰ ἐκπροσωποῦνται αὐτὲς οἱ τάσεις καὶ στὸ Διοικητικὸ Συμβούλιο. Ὡρισμένοι ἐξ αὐτῶν ἐθεώρησαν ὅτι θὰ τοὺς ἦταν εὐκολώτερο νὰ ἡγηθοῦν ἑνὸς νέου Θεολογικοῦ Συνδέσμου, μὲ ὅλες τὶς παρενέργειες, τὶς ὁποῖες ἀνέφερα ἀνωτέρω, παρὰ νὰ ἐνταχθοῦν σὲ μία Ἕνωσι, ἀναβαθμίζοντες καὶ ἀνανεοῦντες τὴν δρᾶσι της μὲ τὴν ἐνεργὸ παρουσία τους.
Στὶς ἡμέρες μας, θεωρῶ, ὅτι δὲν ὑπάρχει ἡ πολυτέλεια τῆς διασπάσεως τοῦ θεολογικοῦ κόσμου. Οἱ διπλὲς ἀπόψεις καὶ ἡ διγλωσσία εἶναι σίγουρο ὅτι τὸ μόνο ποὺ δὲν θὰ ὠφελήσουν εἶναι τὴν θέσι καὶ τὴν ἀποστολὴ τοῦ μαθήματος τῶν θρησκευτικῶν στὸ ἑλληνικὸ σχολεῖο. Ἐκτὸς κι ἂν, ἂς μοῦ συγχωρέσουν τὴν ὑποψία, ὁ Σύνδεσμος δημιουργεῖται γι’ αὐτὸν ἀκριβῶς τὸν στόχο: τὴν ἀλλαγὴ τῆς φυσιογνωμίας καὶ τοῦ χαρακτῆρος τοῦ μαθήματος ἀπὸ ὀρθόδοξο θεολογικὸ μάθημα σὲ κάτι ἄλλο.
3. Ἐπ’ αὐτοῦ πρέπει νὰ σημειωθῆ ὅτι καὶ κατὰ τὴν γνώμη κι ἄλλου συναδέλφου «τὸ βασικὸ καὶ μοναδικὸ κίνητρο γιὰ τὴν ἵδρυση τοῦ νέου Συνδέσμου δὲν εἶναι ἡ ἀδυναμία τῆς Π.Ε.Θ. νὰ ἐκπροσωπήσει τὸν κλάδο ἀλλὰ ἡ ὀργανωμένη ὑποστήριξη τῆς προσπάθειας γιὰ ἀλλαγὴ τοῦ χαρακτήρα τοῦ μαθήματος. Αὐτὸ προκύπτει ἀπὸ τὴ διακήρυξή του, ποὺ ἀσχολεῖται ἀποκλειστικὰ μὲ τὸ θέμα αὐτὸ καὶ δὲν ἀναφέρεται καθόλου στὶς ἀδυναμίες τῆς Π.Ε.Θ.».
Ἀντιθέτως, θιασώτης τοῦ νέου Συνδέσμου ὑποστηρίζει ὅτι «οἱ ἀναφορὲς γιὰ τὸ στίγμα τοῦ μαθήματος μέσα ἀπὸ τὴν ὀπτικὴ τῆς ὀρθόδοξης θεολογίας εἶναι σαφεῖς». Πρὸς ἀνατροπὴ αὐτοῦ ἀντιγράφομε ἀπὸ τὴν Διακήρυξι Ἀρχῶν καὶ σχολιάζομε τὰ ἀκόλουθα:
α. «Ο ευαίσθητος χώρος της εκπαίδευσης έχει ανάγκη από μια Θεολογία ‘ανοιχτών οριζόντων’: διαλεκτική με τον Άλλο και τίμια με τον Εαυτό της. Μια Θεολογία, που μέσα από τη μελέτη της ιστορίας του θρησκευτικού φαινομένου, των πηγών της ορθόδοξης παράδοσης και της εν γένει πνευματικής κληρονομιάς του πολιτισμού μας διακρίνει, αλλά δεν διαιρεί». Συμφώνως μὲ αὐτὰ ἡ θεολογία μελετᾶ ἐξ ἴσου τὴν ἱστορία τοῦ θρησκευτικοῦ φαινομένου, τὶς πηγὲς τῆς ὀρθόδοξης παράδοσης καὶ τὴν ἐν γένει πνευματικὴ κληρονομιὰ τοῦ πολιτισμοῦ μας. Μία τέτοια θεολογία δὲν ταυτίζεται μὲ τὴν ὀρθόδοξο θεολογία.
β. «Το Μ[άθημα] τ[ῶν] Θ[ρησκευτικῶν] έχει το προνόμιο, αλλά και το χρέος να εκφέρει λόγο που να συγκροτεί την ύπαρξη και να ιχνηλατεί πρόταση συνεκτική της ζωής, είτε μέσα από τη μελέτη, την ερμηνεία και την ανάδειξη του οικουμενικού και επίκαιρου λόγου της ορθόδοξης θεολογίας και των άλλων χριστιανικών παραδόσεων, είτε μέσα από τη σπουδή και την κατανόηση των άλλων θρησκειών και των φιλοσοφικών συστημάτων». Κι ἐδῶ τονίζεται ὅτι ἡ μελέτη δὲν περιορίζεται στὴν ὀρθόδοξο θεολογία, ἀλλὰ (ἐπὶ ἴσοις ὅροις;) καὶ στὶς ἄλλες χριστιανικὲς παραδόσεις (ὑπονοεῖται τοῦ Δυτικοῦ Χριστιανισμοῦ), ἀλλὰ καὶ στὴν μελέτη τῶν ἄλλων θρησκειῶν καὶ φιλοσοφικῶν συστημάτων. Ἀπὸ ἀσυνταξία (;) ὁ οἰκουμενικὸς καὶ ἐπίκαιρος λόγος δὲν περιορίζεται ὡς λόγος τῆς ὀρθοδόξου θεολογίας, ἀλλὰ ἐπεκτείνεται καὶ στὶς ἄλλες χριστιανικὲς παραδόσεις. Δέχονται, δηλ. οἱ συντάκτες τῆς Διακηρύξεως ὅτι οἰκουμενικὸ καὶ ἐπίκαιρο λόγο ἔχουν μαζὶ μὲ τοὺς ὀρθοδόξους καὶ οἱ ὑπόλοιποι χριστιανοί.
γ. «Στην προοπτική αναμόρφωσης της Θ[ρησκευτικῆς] Ε[κπαίδευσης], οφείλουμε να αξιοποιήσουμε δημιουργικά τις προτάσεις που κατά καιρούς έχουν διατυπωθεί για το χαρακτήρα του ΜτΘ (Πολιτιστικό, Βιβλικό, Ιστορικό, Θρησκειολογικό κ.ά.), να εργαστούμε συντονισμένα και μεθοδικά, ώστε να κατατεθεί πρόταση τεκμηριωμένη παιδαγωγικά, που θα βασίζεται στη δυναμική της σύνθεσης. Ανάμεσα σε μια εκτός χρόνου αντίληψη, που υπεραμύνεται πεισματικά ενός ΜτΘ μονοδιάστατου και παρωχημένου, και σε μιαν άλλη, εκτός τόπου αυτή, που ισοπεδώνει αδιάκριτα στο όνομα της ουδετερότητας την ιδιαιτερότητα, προβάλλει η ανάγκη για μια τρίτη πρόταση εντός τόπου και χρόνου, γόνιμη και συνθετική». Ἐδῶ οἱ συντάκτες τῆς Διακηρύξεως ἀποσιωποῦν τὴν πρότασι, ἀλλὰ καὶ πρακτική, τὴν ὁποία ἀκολουθοῦν ἑκατοντάδες μάχιμοι θεολόγοι νὰ διδάσκουν «ὀρθόδοξο θεολογικὸ μάθημα» . Θεωροῦν ὅτι ὁτιδήποτε δὲν ἐντάσσεται στὰ νέα «μοντέλλα» γιὰ τὴν ἀλλαγὴ τοῦ χαρακτῆρος τοῦ μαθήματος εἶναι αὐτόχρημα «μονοδιάστατο, παρωχημένο καὶ ἐκτὸς χρόνου».
4. Ἐξ ἀφορμῆς τῶν ἐγκυκλίων γιὰ τὴν ἀπαλλαγὴ ἀπὸ τὸ μάθημα τῶν θρησκευτικῶν (Αὔγουστος 2008), κατέστη σαφὲς ὅτι ἀπὸ ὁποιουδήποτε χαρακτῆρος μάθημα θρησκευτικῶν, (ἀπὸ τὴν στιγμὴ ποὺ προσβάλλεται ἀπὸ αὐτὸ τὸ ἔννομο δικαίωμα τῆς αὐτοπροσδιοριστίας τῶν γονέων τοῦ μαθητοῦ), δικαστικῶς θὰ ὑπάρχη ἡ δυνατότης τῆς ἀπαλλαγῆς ἀπὸ αὐτό. Ὅταν ὁμιλοῦν στὴν Διακήρυξι γιὰ ὑποχρεωτικὸ μάθημα τῶν θρησκευτικῶν μὲ τὴν ἀλλαγὴ τοῦ χαρακτῆρος του εἴτε βαυκαλίζονται ὅτι αὐτὸ μπορεῖ νὰ θεμελιωθῆ νομικῶς, εἴτε ἀποσκοποῦν ἁπλῶς καὶ μόνο στὴν ἀλλαγὴ τοῦ χαρακτῆρος τοῦ μαθήματος, ἐπισείοντες ὡς φόβητρο τὴν δυνατότητα τῆς ἀπαλλαγῆς ἀπὸ τὸ «παρωχημένο καὶ μονοδιάστατο» μάθημα καὶ τὴν σταδιακὴ μετατροπή του ἐν τέλει σὲ προαιρετικό.
Σὲ παλαιοτέρα εἰσήγησί μου εἶχα τονίση ὅτι ποσῶς μᾶς ἐνδιαφέρει τὸ ὄνομα τοῦ χαρακτῆρος καὶ τῆς φυσιογνωμίας τοῦ μαθήματος τῶν θρησκευτικῶν (ἐὰν θὰ ὀνομάζεται βιβλικό, πολιστιστικό, θρησκειολογικό, κ.λπ.), ἀλλὰ τὸ πρᾶγμα, ἡ οὐσία, δηλ. ἐὰν καὶ ἐφ’ ὅσον θὰ παραμένει ὀρθόδοξο θεολογικὸ μάθημα καὶ θὰ διδάσκεται ἀπὸ ὀρθοδόξους θεολόγους . Τὸ ἴδιο ἐπαναλαμβάνω καὶ τώρα ὑπενθυμίζων τὴν ρῆσι τοῦ ἁγίου Βασιλείου: «Νῦν δέ, οὐ περὶ συλλαβῶν οὐδὲ περὶ τοιοῦδε ἢ τοιοῦδε φωνῆς ἤχου ὁ λόγος αὐτοῖς, ἀλλὰ περὶ πραγμάτων ἐν δυνάμει καὶ ἀληθείᾳ μεγίστην ἐχόντων διαφοράν» . Ἐὰν ὁ Πανελλήνιος Θεολογικὸς Σύνδεσμος κοπιάση γιὰ τὴν ἀναβάθμισι καὶ βελτίωσι τοῦ ὀρθοδόξου θεολογικοῦ μαθήματος ἔχει καλῶς, διαφορετικὰ οἱ ἔχοντες αἴσθησι τοῦ χρέους καὶ τῆς εὐθύνης μας διδάσκαλοι τοῦ ὀρθοδόξου θεολογικοῦ μαθήματος θὰ ἀντιμετωπίσωμε ἄλλη μία ἐκ τῶν ἔνδον ἀπειλή. Καὶ ὁ Θεὸς βοηθός!
26.2.2010
Θεολόγου – Διευθυντή Λυκείου
Μὲ τὴν ἔναρξι τῆς τρεχούσης σχολικῆς χρονιᾶς ἐξεκίνησε μία κίνησις ἀπὸ ὁμάδα θεολόγων γιὰ τὴν ἵδρυσι ἑνὸς νέου Συλλόγου Θεολόγων. Ἡ ἰδέα ἐκυοφορεῖτο ἀπὸ τὴν περυσινὴ χρονιά, κατὰ τὴν ὁποία μὲ τὶς ἀτυχεῖς ἐγκυκλίους τοῦ Ὑπουργείου Παιδείας εἶχε παρουσιασθῆ ἔντονο τὸ πρόβλημα τῶν ἀπαλλαγῶν ἀπὸ τὸ μάθημα τῶν θρησκευτικῶν καὶ ἐφαίνετο ὅτι θὰ μετετρέπετο ἀπὸ ὑποχρεωτικὸ σὲ προαιρετικὸ μάθημα τοῦ προγράμματος σπουδῶν, ἰδίως στὰ Λύκεια. Ἐκεῖ, φαίνεται, ὅτι ἐξεκολάφθη ἡ ἰδέα τῆς ἱδρύσεως ἑνὸς νέου Συλλόγου Θεολόγων, ἀφοῦ ἡ στᾶσις καὶ οἱ ἐνέργειες τῆς Π.Ε.Θ. (Πανελληνίου Ἑνώσεως Θεολόγων) δὲν ἔγιναν ἀποδεκτὲς ὡς οἱ πλέον ἐνδεδειγμένες ἀπὸ πλειάδα συναδέλφων......
Μετὰ ἀπὸ κάποιες διερευνητικὲς συναντήσεις, οἱ ὁποῖες ἔγιναν στὴν ἀρχὴ τῆς τρεχούσης σχολικῆς χρονιᾶς στὸ Διορθόδοξο Κέντρο τῆς Ἐκκλησίας στὴν Πεντέλη, ἡ ὁμὰς πρωτοβουλίας προχώρησε σὲ μία Διακήρυξι Ἀρχῶν , σὲ ἐγγραφὲς ἱδρυτικῶν μελῶν καὶ σὲ καταστατικὴ Συνέλευσι στὸ Ἀριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης στὶς 6.2.2010, ὅπου ἐνεκρίθη τὸ Καταστατικὸ τοῦ Συλλόγου καὶ ἐξελέγη ἡ Διοικοῦσα Ἐπιτροπή. Ἀπομένει ἡ κατάθεσις τοῦ Καταστατικοῦ στὰ ἁρμόδια δικαστήρια, ὥστε καὶ ἐπισήμως νὰ συσταθῆ ὁ νέος Σύλλογος, ὁ ὁποῖος ὠνομάσθη: «Πανελλήνιος Θεολογικὸς Σύνδεσμος: Καιρὸς γιὰ τὴν ἀναβάθμιση τῆς θρησκευτικῆς ἐκπαίδευσης».
Ἐξ ἀφορμῆς τῆς δημιουργίας ἑνὸς νέου Θεολογικοῦ Συνδέσμου καὶ μὲ τὴν ἐμπειρία τὴν ὁποία ἔχω ἐπὶ σειρὰ ἐτῶν ὡς μάχιμος θεολόγος στὴν ἐκπαίδευσι, χρηματίσας μέλος τοῦ Δ.Σ. τῆς Π.Ε.Θ., μέλος καὶ ὑπεύθυνος τοῦ Τομέως Παιδείας αὐτῆς, ἐκφράζω μερικὲς ἀπορίες καὶ ἐρωτήματα πρὸς τοὺς συναδέλφους, οἱ ὁποῖοι ἵδρυσαν τὸν νέο Θεολογικὸ Σύνδεσμο:
1. Ἐχρειάζετο πράγματι μία καινούργια Ἕνωσις Θεολόγων; Ἡ Π.Ε.Θ. δὲν ἀρκοῦσε γιὰ τὴν ἀναβάθμισι καὶ ὑπεράσπισι τῆς παρεχομένης ἀπὸ τὸ κράτος θρησκευτικῆς ἐκπαιδεύσεως; Ἀκόμη κι ἂν δεχθοῦμε ὅτι ἡ Π.Ε.Θ. διοικεῖτο τὰ τελευταῖα χρόνια ἀπὸ πρόσωπα, τὰ ὁποῖα ἴσως νὰ μὴ ἐπέδειξαν τὸν ἀπαιτούμενο ζῆλο ἢ νὰ μὴ προέβησαν στὶς ἐνδεδειγμένες ἐνέργειες γιὰ τὴν ἀναβάθμισι καὶ προάσπισι τοῦ μαθήματος τῶν θρησκευτικῶν, ποιὸ θὰ ἦταν ὀρθότερο: ἡ ἵδρυσις νέου Συνδέσμου ἢ ἡ ἀνανέωσις τοῦ ἤδη ὑπάρχοντος; Ἐὰν συνεκεντρώθησαν ἀρκετοὶ θεολόγοι γιὰ νὰ ἱδρύσουν τὸν νέο Σύνδεσμο, αὐτοὶ οἱ ἴδιοι, συμφώνως μὲ τὰ ἀποτελέσματα τῶν ἀρχαιρεσιῶν τοῦ παρελθόντος Νοεμβρίου στὴν Π.Ε.Θ, δὲν θὰ ἔκαναν ριζικὴ ἀνανέωσι τοῦ Διοικητικοῦ Συμβουλίου της καὶ δὲν θὰ ἔδιναν τὸν τόνο καὶ τὸ πνεῦμα ποὺ ἐπιθυμοῦσαν στὴν Π.Ε.Θ.;
2. Τὸ μεγαλύτερο πρόβλημα, τὸ ὁποῖο θὰ ἐπιφέρει ὁ νέος Θεολογικὸς Σύνδεσμος, θὰ εἶναι ἡ ὑποβαθμισμένη πλέον ἐκπροσώπησις τοῦ θεολογικοῦ κόσμου τόσο ἀπέναντι στὴν Διοικοῦσα Ἐκκλησία ὅσο καὶ στὰ ἁρμόδια ὄργανα τῆς Πολιτείας. Ποιὰ ἄποψις θὰ θεωρεῖται αὐθεντικώτερη μετὰ τὴν ὕπαρξι δύο (ἢ περισσοτέρων ἐὰν συμπεριλάβωμε τὴν Ἕνωσι Θεολόγων Βορείου Ἑλλάδος καὶ τὸν Παγκρήτιο Σύνδεσμο Θεολόγων) ἐπιστημονικῶν ἑνώσεων Θεολόγων; Σὲ ποίας Ἑνώσεως πρότασι ἢ εἰσήγησι θὰ στηρίζονται οἱ ἀλλαγὲς στὰ ἀναλυτικὰ προγράμματα σπουδῶν καὶ στὰ νέα ἀνὰ ἐποχὴ βιβλία; Ποιὰ Ἕνωσις Θεολόγων θὰ καλεῖται σὲ συσκέψεις καὶ διαβουλεύσεις μὲ τὴν Διοικοῦσα Ἐκκλησία καὶ τὴν Πολιτεία;
Οἱ ὑπόλοιπες ἐπιστημονικὲς ἑνώσεις τῶν καθηγητῶν τῆς δευτεροβαθμίου ἐκπαιδεύσεως εἶναι στὴν πλειοψηφία τους μία ἀνὰ κλάδο (Πανελλήνια Ἕνωση Φιλολόγων, Ἕνωση Ἑλλήνων Φυσικῶν, Ἑλληνικὴ Μαθηματικὴ Ἑταιρεία, Ἕνωση Ἑλλήνων Χημικῶν). Ὑπάρχει διασπασμένος ὁ Σύλλογος τῶν καθηγητῶν γαλλικῆς γλώσσης κι αὐτὸ δὲν εἶναι ἄμοιρο καὶ τῆς θέσεως τοῦ μαθήματος στὰ Λύκεια μὲ τὴν μετατροπή του σὲ προαιρετικό. Ἡ διάσπασις ἑνὸς ἐπιστημονικοῦ Συλλόγου καθιστᾶ τὸν λόγο του ὀλιγώτερο ἀξιόπιστο καὶ τὶς ἐνέργειές του ὀλιγώτερο ἀποδοτικές. Αὐτὸ μᾶς διδάσκει ἡ κοινὴ λογικὴ καὶ ἡ πεῖρα ἀπὸ ἄλλες ἐπιστημονικὲς ἑνώσεις.
Σὲ ὅλους τοὺς χώρους ὑπάρχουν ρεύματα, ἀπόψεις καὶ τάσεις. Ἀρκετὲς φορές, στὸ παρελθόν, ἐπρότεινα σὲ συναδέλφους, οἱ ὁποῖοι ἡγοῦνται ἢ ἐκπροσωποῦν τέτοια ρεύματα νὰ συμμετάσχουν στὶς ἀρχαιρεσίες τῆς Π.Ε.Θ. οὕτως ὥστε μὲ τὴν ἐκλογή τους νὰ ἐκπροσωποῦνται αὐτὲς οἱ τάσεις καὶ στὸ Διοικητικὸ Συμβούλιο. Ὡρισμένοι ἐξ αὐτῶν ἐθεώρησαν ὅτι θὰ τοὺς ἦταν εὐκολώτερο νὰ ἡγηθοῦν ἑνὸς νέου Θεολογικοῦ Συνδέσμου, μὲ ὅλες τὶς παρενέργειες, τὶς ὁποῖες ἀνέφερα ἀνωτέρω, παρὰ νὰ ἐνταχθοῦν σὲ μία Ἕνωσι, ἀναβαθμίζοντες καὶ ἀνανεοῦντες τὴν δρᾶσι της μὲ τὴν ἐνεργὸ παρουσία τους.
Στὶς ἡμέρες μας, θεωρῶ, ὅτι δὲν ὑπάρχει ἡ πολυτέλεια τῆς διασπάσεως τοῦ θεολογικοῦ κόσμου. Οἱ διπλὲς ἀπόψεις καὶ ἡ διγλωσσία εἶναι σίγουρο ὅτι τὸ μόνο ποὺ δὲν θὰ ὠφελήσουν εἶναι τὴν θέσι καὶ τὴν ἀποστολὴ τοῦ μαθήματος τῶν θρησκευτικῶν στὸ ἑλληνικὸ σχολεῖο. Ἐκτὸς κι ἂν, ἂς μοῦ συγχωρέσουν τὴν ὑποψία, ὁ Σύνδεσμος δημιουργεῖται γι’ αὐτὸν ἀκριβῶς τὸν στόχο: τὴν ἀλλαγὴ τῆς φυσιογνωμίας καὶ τοῦ χαρακτῆρος τοῦ μαθήματος ἀπὸ ὀρθόδοξο θεολογικὸ μάθημα σὲ κάτι ἄλλο.
3. Ἐπ’ αὐτοῦ πρέπει νὰ σημειωθῆ ὅτι καὶ κατὰ τὴν γνώμη κι ἄλλου συναδέλφου «τὸ βασικὸ καὶ μοναδικὸ κίνητρο γιὰ τὴν ἵδρυση τοῦ νέου Συνδέσμου δὲν εἶναι ἡ ἀδυναμία τῆς Π.Ε.Θ. νὰ ἐκπροσωπήσει τὸν κλάδο ἀλλὰ ἡ ὀργανωμένη ὑποστήριξη τῆς προσπάθειας γιὰ ἀλλαγὴ τοῦ χαρακτήρα τοῦ μαθήματος. Αὐτὸ προκύπτει ἀπὸ τὴ διακήρυξή του, ποὺ ἀσχολεῖται ἀποκλειστικὰ μὲ τὸ θέμα αὐτὸ καὶ δὲν ἀναφέρεται καθόλου στὶς ἀδυναμίες τῆς Π.Ε.Θ.».
Ἀντιθέτως, θιασώτης τοῦ νέου Συνδέσμου ὑποστηρίζει ὅτι «οἱ ἀναφορὲς γιὰ τὸ στίγμα τοῦ μαθήματος μέσα ἀπὸ τὴν ὀπτικὴ τῆς ὀρθόδοξης θεολογίας εἶναι σαφεῖς». Πρὸς ἀνατροπὴ αὐτοῦ ἀντιγράφομε ἀπὸ τὴν Διακήρυξι Ἀρχῶν καὶ σχολιάζομε τὰ ἀκόλουθα:
α. «Ο ευαίσθητος χώρος της εκπαίδευσης έχει ανάγκη από μια Θεολογία ‘ανοιχτών οριζόντων’: διαλεκτική με τον Άλλο και τίμια με τον Εαυτό της. Μια Θεολογία, που μέσα από τη μελέτη της ιστορίας του θρησκευτικού φαινομένου, των πηγών της ορθόδοξης παράδοσης και της εν γένει πνευματικής κληρονομιάς του πολιτισμού μας διακρίνει, αλλά δεν διαιρεί». Συμφώνως μὲ αὐτὰ ἡ θεολογία μελετᾶ ἐξ ἴσου τὴν ἱστορία τοῦ θρησκευτικοῦ φαινομένου, τὶς πηγὲς τῆς ὀρθόδοξης παράδοσης καὶ τὴν ἐν γένει πνευματικὴ κληρονομιὰ τοῦ πολιτισμοῦ μας. Μία τέτοια θεολογία δὲν ταυτίζεται μὲ τὴν ὀρθόδοξο θεολογία.
β. «Το Μ[άθημα] τ[ῶν] Θ[ρησκευτικῶν] έχει το προνόμιο, αλλά και το χρέος να εκφέρει λόγο που να συγκροτεί την ύπαρξη και να ιχνηλατεί πρόταση συνεκτική της ζωής, είτε μέσα από τη μελέτη, την ερμηνεία και την ανάδειξη του οικουμενικού και επίκαιρου λόγου της ορθόδοξης θεολογίας και των άλλων χριστιανικών παραδόσεων, είτε μέσα από τη σπουδή και την κατανόηση των άλλων θρησκειών και των φιλοσοφικών συστημάτων». Κι ἐδῶ τονίζεται ὅτι ἡ μελέτη δὲν περιορίζεται στὴν ὀρθόδοξο θεολογία, ἀλλὰ (ἐπὶ ἴσοις ὅροις;) καὶ στὶς ἄλλες χριστιανικὲς παραδόσεις (ὑπονοεῖται τοῦ Δυτικοῦ Χριστιανισμοῦ), ἀλλὰ καὶ στὴν μελέτη τῶν ἄλλων θρησκειῶν καὶ φιλοσοφικῶν συστημάτων. Ἀπὸ ἀσυνταξία (;) ὁ οἰκουμενικὸς καὶ ἐπίκαιρος λόγος δὲν περιορίζεται ὡς λόγος τῆς ὀρθοδόξου θεολογίας, ἀλλὰ ἐπεκτείνεται καὶ στὶς ἄλλες χριστιανικὲς παραδόσεις. Δέχονται, δηλ. οἱ συντάκτες τῆς Διακηρύξεως ὅτι οἰκουμενικὸ καὶ ἐπίκαιρο λόγο ἔχουν μαζὶ μὲ τοὺς ὀρθοδόξους καὶ οἱ ὑπόλοιποι χριστιανοί.
γ. «Στην προοπτική αναμόρφωσης της Θ[ρησκευτικῆς] Ε[κπαίδευσης], οφείλουμε να αξιοποιήσουμε δημιουργικά τις προτάσεις που κατά καιρούς έχουν διατυπωθεί για το χαρακτήρα του ΜτΘ (Πολιτιστικό, Βιβλικό, Ιστορικό, Θρησκειολογικό κ.ά.), να εργαστούμε συντονισμένα και μεθοδικά, ώστε να κατατεθεί πρόταση τεκμηριωμένη παιδαγωγικά, που θα βασίζεται στη δυναμική της σύνθεσης. Ανάμεσα σε μια εκτός χρόνου αντίληψη, που υπεραμύνεται πεισματικά ενός ΜτΘ μονοδιάστατου και παρωχημένου, και σε μιαν άλλη, εκτός τόπου αυτή, που ισοπεδώνει αδιάκριτα στο όνομα της ουδετερότητας την ιδιαιτερότητα, προβάλλει η ανάγκη για μια τρίτη πρόταση εντός τόπου και χρόνου, γόνιμη και συνθετική». Ἐδῶ οἱ συντάκτες τῆς Διακηρύξεως ἀποσιωποῦν τὴν πρότασι, ἀλλὰ καὶ πρακτική, τὴν ὁποία ἀκολουθοῦν ἑκατοντάδες μάχιμοι θεολόγοι νὰ διδάσκουν «ὀρθόδοξο θεολογικὸ μάθημα» . Θεωροῦν ὅτι ὁτιδήποτε δὲν ἐντάσσεται στὰ νέα «μοντέλλα» γιὰ τὴν ἀλλαγὴ τοῦ χαρακτῆρος τοῦ μαθήματος εἶναι αὐτόχρημα «μονοδιάστατο, παρωχημένο καὶ ἐκτὸς χρόνου».
4. Ἐξ ἀφορμῆς τῶν ἐγκυκλίων γιὰ τὴν ἀπαλλαγὴ ἀπὸ τὸ μάθημα τῶν θρησκευτικῶν (Αὔγουστος 2008), κατέστη σαφὲς ὅτι ἀπὸ ὁποιουδήποτε χαρακτῆρος μάθημα θρησκευτικῶν, (ἀπὸ τὴν στιγμὴ ποὺ προσβάλλεται ἀπὸ αὐτὸ τὸ ἔννομο δικαίωμα τῆς αὐτοπροσδιοριστίας τῶν γονέων τοῦ μαθητοῦ), δικαστικῶς θὰ ὑπάρχη ἡ δυνατότης τῆς ἀπαλλαγῆς ἀπὸ αὐτό. Ὅταν ὁμιλοῦν στὴν Διακήρυξι γιὰ ὑποχρεωτικὸ μάθημα τῶν θρησκευτικῶν μὲ τὴν ἀλλαγὴ τοῦ χαρακτῆρος του εἴτε βαυκαλίζονται ὅτι αὐτὸ μπορεῖ νὰ θεμελιωθῆ νομικῶς, εἴτε ἀποσκοποῦν ἁπλῶς καὶ μόνο στὴν ἀλλαγὴ τοῦ χαρακτῆρος τοῦ μαθήματος, ἐπισείοντες ὡς φόβητρο τὴν δυνατότητα τῆς ἀπαλλαγῆς ἀπὸ τὸ «παρωχημένο καὶ μονοδιάστατο» μάθημα καὶ τὴν σταδιακὴ μετατροπή του ἐν τέλει σὲ προαιρετικό.
Σὲ παλαιοτέρα εἰσήγησί μου εἶχα τονίση ὅτι ποσῶς μᾶς ἐνδιαφέρει τὸ ὄνομα τοῦ χαρακτῆρος καὶ τῆς φυσιογνωμίας τοῦ μαθήματος τῶν θρησκευτικῶν (ἐὰν θὰ ὀνομάζεται βιβλικό, πολιστιστικό, θρησκειολογικό, κ.λπ.), ἀλλὰ τὸ πρᾶγμα, ἡ οὐσία, δηλ. ἐὰν καὶ ἐφ’ ὅσον θὰ παραμένει ὀρθόδοξο θεολογικὸ μάθημα καὶ θὰ διδάσκεται ἀπὸ ὀρθοδόξους θεολόγους . Τὸ ἴδιο ἐπαναλαμβάνω καὶ τώρα ὑπενθυμίζων τὴν ρῆσι τοῦ ἁγίου Βασιλείου: «Νῦν δέ, οὐ περὶ συλλαβῶν οὐδὲ περὶ τοιοῦδε ἢ τοιοῦδε φωνῆς ἤχου ὁ λόγος αὐτοῖς, ἀλλὰ περὶ πραγμάτων ἐν δυνάμει καὶ ἀληθείᾳ μεγίστην ἐχόντων διαφοράν» . Ἐὰν ὁ Πανελλήνιος Θεολογικὸς Σύνδεσμος κοπιάση γιὰ τὴν ἀναβάθμισι καὶ βελτίωσι τοῦ ὀρθοδόξου θεολογικοῦ μαθήματος ἔχει καλῶς, διαφορετικὰ οἱ ἔχοντες αἴσθησι τοῦ χρέους καὶ τῆς εὐθύνης μας διδάσκαλοι τοῦ ὀρθοδόξου θεολογικοῦ μαθήματος θὰ ἀντιμετωπίσωμε ἄλλη μία ἐκ τῶν ἔνδον ἀπειλή. Καὶ ὁ Θεὸς βοηθός!
26.2.2010
2 σχόλια:
ὁ Σύνδεσμος δημιουργεῖται γι’ αὐτὸν ἀκριβῶς τὸν στόχο: τὴν ἀλλαγὴ τῆς φυσιογνωμίας καὶ τοῦ χαρακτῆρος τοῦ μαθήματος ἀπὸ ὀρθόδοξο θεολογικὸ μάθημα σὲ κάτι ἄλλο.
Ὅταν ὁμιλοῦν στὴν Διακήρυξι γιὰ ὑποχρεωτικὸ μάθημα τῶν θρησκευτικῶν μὲ τὴν ἀλλαγὴ τοῦ χαρακτῆρος του εἴτε βαυκαλίζονται ὅτι αὐτὸ μπορεῖ νὰ θεμελιωθῆ νομικῶς, εἴτε ἀποσκοποῦν ἁπλῶς καὶ μόνο στὴν ἀλλαγὴ τοῦ χαρακτῆρος τοῦ μαθήματος, ἐπισείοντες ὡς φόβητρο τὴν δυνατότητα τῆς ἀπαλλαγῆς ἀπὸ τὸ «παρωχημένο καὶ μονοδιάστατο» μάθημα καὶ τὴν σταδιακὴ μετατροπή του ἐν τέλει σὲ προαιρετικό.
ΑΝΤΕΓΡΑΨΑ ΤΑ ΠΑΡΑΠΑΝΩ ΔΥΟ ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΑ ΤΟΥ ΕΚΠΛΗΚΤΙΚΟΥ ΑΥΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ ΓΙΑΤΙ ΠΙΣΤΕΥΩ ΟΤΙ ΑΥΤΑ ΠΕΡΙΕΧΟΥΝ ΟΛΗ ΤΗΝ ΑΛΗΘΕΙΑ ΓΙΑ ΤΟΝ "ΚΑΙΡΟ"
Για την σημερινή κατάντια του μαθήματος, ο Δρ. Ιωάνης Κ. Αγγελόπουλος δεν μας λέει ποιός φταίει, ποιός έχει ευθύνες, ποιός παρακολουθούσε τόσα χρόνια τον κατήφορο χωρίς να πράττει κάτι ουσιαστικό;
Μήπως ο "Καιρός";....
Δημοσίευση σχολίου