28/7/22

Το κείμενο της απόφασης ΣτΕ Ολομ. 1478/2022 για τις απαλλαγές από τα Θρησκευτικά

Αριθμός 1478/2022

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ
ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 8 Οκτωβρίου 2021, με την εξής σύνθεση: Δ. Σκαλτσούνης, Πρόεδρος, Μ. Πικραμένος, Π. Ευστρατίου, Αντιπρόεδροι του Συμβουλίου της Επικρατείας, Π. Καρλή, Β. Αραβαντινός, Ά. Καλογεροπούλου, Κ. Φιλοπούλου, Δ. Μακρής, Π. Μπραΐμη, Α. Μίντζια, Μ. Τριπολιτσιώτη, Ν. Σκαρβέλης, Β. Ανδρουλάκης, Φρ. Γιαννακού, Ε. Σκούρα, Κ. Λαζαράκη, Αικ. Ρωξάνα, Κ. Μαρίνου, Ελ. Γεωργούτσου, Σύμβουλοι, Ελ. Μουργιά, Θ. Ζιάμου, Ζ. Θεοδωρικάκου, Πάρεδροι. Από τους ανωτέρω οι Σύμβουλοι Α. Μίντζια και Ν. Σκαρβέλης, καθώς και η Πάρεδρος Ελ. Μουργιά, μετέχουν ως αναπληρωματικά μέλη, σύμφωνα με το άρθρο 26 παρ. 2 του ν. 3719/2008. Γραμματέας η Ελ. Γκίκα.

Για να δικάσει την από 23 Ιουνίου 2021 αίτηση:

των: 1. Ρ. Α. του Ε., ατομικά και ως ασκούσας τη γονική μέριμνα του ανήλικου τέκνου της Σ. Ρ., 2. Σ. Ρ., ανήλικης, νομίμως εκπροσωπούμενης από τη μητέρα της Ρ. Α. και ήδη 1η αιτούσα, κατοίκων Αθηνών Αττικής (…………..), 3. Σ. Ζ. του Ι., ατομικά και ως ασκούσας τη γονική μέριμνα του ανήλικου τέκνου της Δ. Χ. και 4. Δ. Χ., ανήλικου, νομίμως εκπροσωπούμενου από τη μητέρα του Σ. Ζ. και ήδη 3η αιτούσα, κατοίκων Γέρακα Αττικής (…………..), οι οποίοι παρέστησαν με τον δικηγόρο Βασίλειο Σωτηρόπουλο (Α.Μ. 27027), που τον διόρισαν με πληρεξούσια,

κατά της Υπουργού Παιδείας και Θρησκευμάτων, η οποία παρέστη με τη Βασιλική Παπαθεοδώρου, Νομική Σύμβουλο του Κράτους.

Η πιο πάνω αίτηση εισάγεται στην Ολομέλεια του Δικαστηρίου, κατόπιν της από 25ης Ιουνίου 2021 πράξης της Προέδρου του Συμβουλίου της Επικρατείας, λόγω της σπουδαιότητάς της, σύμφωνα με τα άρθρα 14 παρ. 2 εδαφ. γ΄ (όπως ισχύει), 20 και 21 του Π.Δ. 18/1989.

Με την αίτηση αυτή οι αιτούντες επιδιώκουν να ακυρωθεί η υπ’ αριθμ. 61178/ΓΔ4/28.5.2021 (ΦΕΚ Β΄ 2286/1.6.2021) κοινή απόφαση της Υπουργού και της Υφυπουργού Παιδείας και Θρησκευμάτων και κάθε άλλη σχετική πράξη ή παράλειψη της Διοικήσεως.

Η εκδίκαση άρχισε με την ανάγνωση της εκθέσεως της εισηγήτριας, Συμβούλου Π. Μπραΐμη.

Κατόπιν το δικαστήριο άκουσε τον πληρεξούσιο των αιτούντων, ο οποίος ανέπτυξε και προφορικά τους προβαλλόμενους λόγους ακυρώσεως και ζήτησε να γίνει δεκτή η αίτηση και την αντιπρόσωπο της Υπουργού, η οποία ζήτησε την απόρριψή της.

Μετά τη δημόσια συνεδρίαση το δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη σε αίθουσα του δικαστηρίου κ α ι

Α φ ο ύ μ ε λ έ τ η σ ε τ α σ χ ε τ ι κ ά έ γ γ ρ α φ α

Σ κ έ φ θ η κ ε κ α τ ά τ ο ν Ν ό μ ο

1. Επειδή, κατόπιν παραιτήσεως του Αντιπροέδρου του Συμβουλίου της Επικρατείας Παναγιώτη Ευστρατίου (βλ. το περί αποδοχής παραιτήσεως π.δ. της 6.12.2021, Γ΄ 2997/7.12.2021 και την ΔΥ 135/9.12.2021 έκθεση αποχωρήσεώς του από την υπηρεσία), τακτικού μέλους της συνθέσεως που εκδίκασε την υπόθεση, έλαβε μέρος αντ’ αυτού, σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 8 του π.δ. 18/1989 (Α΄ 8), όπως τροποποιήθηκε με την παράγραφο 2 του άρθρου 26 του ν. 3719/2008 (Α΄ 241), ως τακτικό μέλος στη διάσκεψη της 16.5.2022 και στην ψηφοφορία επί του ζητήματος που αφορούσε την ερμηνεία του άρθρου 36 παρ. 4 του «Γενικoύ Κανονισμού για την Προστασία Δεδομένων», η Σύμβουλος Α. Μίντζια, αναπληρωματικό έως τότε μέλος της συνθέσεως (βλ. πρακτικό διασκέψεως της Ολομελείας 54/2022 – βλ. και ΣτΕ 378/2014 Ολομ., 1135/2016 Ολομ., 1167/2017 Ολομ., 358/2020 Ολομ.).

2. Επειδή, για την άσκηση της κρινόμενης αιτήσεως έχει καταβληθεί το νόμιμο παράβολο (κωδικός πληρωμής ηλεκτρονικού παραβόλου 385868323951 0823 0088/23.6.2021).

3. Επειδή, με την αίτηση αυτή ζητείται η ακύρωση της 61178/ΓΔ4/28.5.2021 κοινής αποφάσεως της Υπουργού και της Υφυπουργού Παιδείας και Θρησκευμάτων (Β΄ 2286) με τίτλο “Τροποποίηση της υπό στοιχεία 79942/ΓΔ4/21.05.2019 υπουργικής απόφασης «Εγγραφές, μετεγγραφές, φοίτηση και θέματα οργάνωσης της σχολικής ζωής στα σχολεία της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης» (Β΄ 2005)”, κατά το μέρος που με αυτήν ρυθμίζεται η απαλλαγή των μαθητών/ μαθητριών από το μάθημα των θρησκευτικών. Ειδικότερα, με την αίτηση αυτή ζητείται η ακύρωση της προσβαλλόμενης αποφάσεως: α) καθ’ ο μέρος αφορά τις προϋποθέσεις απαλλαγής των μαθητών και μαθητριών από το μάθημα των θρησκευτικών (αναγνώριση δικαιώματος απαλλαγής μόνο για τους μη Ορθόδοξους Χριστιανούς μαθητές και επίκληση λόγων «θρησκευτικής συνείδησης» και όχι «συνείδησης» στην αίτηση περί απαλλαγής) και την διαδικασία συλλογής και επεξεργασίας προσωπικών δεδομένων και β) καθ’ ο μέρος με αυτήν προβλέπεται η εναλλακτική απασχόληση των απαλλασσόμενων από το μάθημα των θρησκευτικών μαθητών και μαθητριών αντί να προβλέπεται η διδασκαλία ισότιμου μαθήματος συναφούς περιεχομένου με το μάθημα των θρησκευτικών.

4. Επειδή, η υπόθεση εισάγεται προς συζήτηση στην Ολομέλεια του Δικαστηρίου λόγω σπουδαιότητας, κατόπιν της από 25.6.2021 πράξεως της Προέδρου του, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 14 παρ. 2 εδ. γ΄ (όπως ισχύει), 20 και 21 του π. δ. 18/1989.

5. Επειδή, η προσβαλλόμενη απόφαση, η οποία έχει κανονιστικό χαρακτήρα, δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως την 1.6.2021. Συνεπώς, η κρινόμενη αίτηση, η οποία κατατέθηκε στην Γραμματεία του Δικαστηρίου στις 23.6.2021, ασκείται εμπροθέσμως.

6. Επειδή, η πρώτη αιτούσα, μητέρα της δεύτερης αιτούσας, καθώς και η δεύτερη αιτούσα, μαθήτρια της Α΄ Τάξης του …….ου Γυμνασίου Αθηνών κατά το σχολικό έτος 2020-2021, που σκοπεύει να εγγραφεί στην Β΄ Τάξη του Γυμνασίου κατά το προσεχές σχολικό έτος 2021-2022 (βλ. την από 30.9.2021 βεβαίωση φοίτησης της δεύτερης αιτούσας στην Β΄ Τάξη του προαναφερθέντος Γυμνασίου), προβάλλουν ότι επιθυμούν την απαλλαγή της δεύτερης αιτούσας από το μάθημα των θρησκευτικών για το σχολικό έτος 2021-2022, απαλλαγή την οποία είχαν λάβει και κατά το προηγούμενο σχολικό έτος (βλ. την από 15.9.2021 αίτηση - υπεύθυνη δήλωση της πρώτης αιτούσας για την απαλλαγή της δεύτερης αιτούσας από τη διδασκαλία του μαθήματος των θρησκευτικών για το σχολικό έτος 2021-2022). Αντίστοιχα, η τρίτη αιτούσα, μητέρα του τέταρτου των αιτούντων, καθώς και ο τέταρτος των αιτούντων, μαθητής της Β΄ Τάξης του …...΄ Γενικού Λυκείου ……..…... κατά το σχολικό έτος 2020-2021 που σκοπεύει να εγγραφεί στην Γ΄ Τάξη του ίδιου Λυκείου για το σχολικό έτος 2021-2022 (βλ. την από 6.9.2021 βεβαίωση φοίτησης του τέταρτου αιτούντος στην Γ΄ Τάξη του προαναφερθέντος Γενικού Λυκείου), προβάλλουν ότι ο τέταρτος αιτών σε όλη την μαθητική του πορεία απαλλασσόταν από το μάθημα των θρησκευτικών και επιθυμεί να λάβει σχετική απαλλαγή και για το προσεχές σχολικό έτος (βλ. την από 13.9.2021 αίτηση - υπεύθυνη δήλωση της τρίτης αιτούσας για την απαλλαγή του τέταρτου αιτούντος από τη διδασκαλία του μαθήματος των θρησκευτικών για το σχολικό έτος 2021-2022). Ειδικότερα, για τη θεμελίωση εννόμου συμφέροντος οι αιτούντες προβάλλουν ότι η υποχρέωση επικλήσεως στην υπεύθυνη δήλωση για την απαλλαγή από τη διδασκαλία του μαθήματος των θρησκευτικών λόγων θρησκευτικής συνειδήσεως σύμφωνα με την προσβαλλόμενη πράξη παραβιάζει τα συνταγματικά τους δικαιώματα στην θρησκευτική ελευθερία καθώς και στην προστασία των προσωπικών τους δεδομένων και της ιδιωτικότητάς τους. Εξάλλου, η πρώτη και τρίτη από τους αιτούντες ασκούν την κρινόμενη αίτηση ατομικώς αλλά και για λογαριασμό των ανήλικων τέκνων τους (δεύτερης και τέταρτου από τους αιτούντες). Η πρώτη αιτούσα ασκεί μόνη τη γονική μέριμνα του ανήλικου τέκνου της (δεύτερης αιτούσας) λόγω θανάτου του συζύγου της και πατέρα του τέκνου της, κατά το άρθρο 1510 ΑΚ (βλ. την από ……………. ληξιαρχική πράξη θανάτου - βλ. ΣτΕ 1362/2021 Ολομ.). Μόνη επίσης ασκεί τη γονική μέριμνα του ανήλικου τέκνου της (τέταρτου αιτούντος) για τον ίδιο λόγο και η τρίτη αιτούσα (βλ. την από ………….. ληξιαρχική πράξη θανάτου του συζύγου αυτής). Συνεπώς, κατόπιν των ανωτέρω, οι αιτούντες ασκούν με έννομο συμφέρον την κρινόμενη αίτηση, παραδεκτώς δε ομοδικούν προβάλλοντας κοινούς λόγους ακυρώσεως που στηρίζονται στην ίδια νομική και πραγματική βάση (βλ. ΣτΕ 1362/2021 Ολομ.).

7. Επειδή, με τις 1749-50/2019 αποφάσεις της μείζονος Ολομελείας του Δικαστηρίου έχει κριθεί, καθ’ ερμηνεία των διατάξεων των άρθρων 16 παρ. 2 και 13 παρ. 1 και 2 του Συντάγματος και 2 του Πρώτου Προσθέτου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ, ότι «το μάθημα των θρησκευτικών, το οποίο αποβλέπει στην ανάπτυξη της ορθόδοξης χριστιανικής συνειδήσεως, απευθύνεται αποκλειστικά, ως εκ του περιεχομένου του, στους μαθητές που ασπάζονται το ορθόδοξο χριστιανικό δόγμα και όχι στους ετερόδοξους, αλλόθρησκους ή άθεους μαθητές. Οι τελευταίοι έχουν ευθέως βάσει της συνταγματικής διατάξεως του άρθρου 13 παρ. 1 του Συντάγματος δικαίωμα πλήρους απαλλαγής από το μάθημα των θρησκευτικών, χωρίς καμία δυσμενή συνέπεια, εφ’ όσον οι γονείς τους, ή οι ίδιοι αν είναι ενήλικοι, υποβάλουν δήλωση ότι δεν επιθυμούν, για λόγους θρησκευτικής συνειδήσεως, να παρακολουθήσουν τα τέκνα τους τη διδασκαλία του μαθήματος των θρησκευτικών. Η δήλωση, εξάλλου, αυτή, που θα μπορούσε να έχει το εξής περιεχόμενο: “Λόγοι θρησκευτικής συνείδησης δεν επιτρέπουν τη συμμετοχή (μου ή του παιδιού μου) στο μάθημα των θρησκευτικών”, δεν παραβιάζει τη διάταξη της παρ. 1 του άρθρου 13 του Συντάγματος, εφ’ όσον γίνεται χάριν απαλλαγής των μαθητών αυτών από την, επιβαλλόμενη κατ’ αρχήν από το Σύνταγμα και το νόμο, υποχρέωση παρακολουθήσεως του μαθήματος αυτού. Για τους μαθητές, όμως, αυτούς που απαλλάσσονται από τη διδασκαλία του μαθήματος των θρησκευτικών, και προκειμένου να αποτραπεί η δημιουργία “ελεύθερης ώρας” και, εντεύθεν, ο κίνδυνος απομακρύνσεως των μαθητών από το ανωτέρω συνταγματικώς επιβαλλόμενο μάθημα χωρίς αποχρώντα λόγο, η Πολιτεία οφείλει να προβλέψει τη διδασκαλία ισότιμου μαθήματος, συναφούς κατά την αντίληψή της περιεχομένου (π.χ. μαθήματος ηθικής), εφόσον βεβαίως συγκεντρώνεται ικανός αριθμός μαθητών, κατά την αντίληψη πάντοτε της Πολιτείας. Περαιτέρω, εφ’ όσον διασφαλίζεται η συνταγματική υποχρέωση του Κράτους για την ανάπτυξη, κατά τα άνω, της ορθόδοξης χριστιανικής συνειδήσεως των μαθητών εκείνων, οι οποίοι ανήκοντες στην πλειοψηφία του ελληνικού λαού ασπάζονται το ορθόδοξο χριστιανικό δόγμα, δεν εμποδίζεται η Πολιτεία να περιλαμβάνει στα σχολικά προγράμματα του μαθήματος των θρησκευτικών και εκπαίδευση “θρησκειολογικού” χαρακτήρα με πληροφορίες και γνώσεις και για άλλες, πέραν της Ορθοδοξίας, θρησκείες και δόγματα».

8. Επειδή, στο άρθρο 37 του ν. 4777/2021 «Εισαγωγή στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση, προστασία της ακαδημαϊκής ελευθερίας, αναβάθμιση του ακαδημαϊκού περιβάλλοντος και άλλες διατάξεις» (Α΄ 25) ορίζεται ότι: «Με απόφαση του Υπουργού Παιδείας και Θρησκευμάτων καθορίζονται η διαδικασία και οι προϋποθέσεις απαλλαγής μαθητών, οι οποίοι φοιτούν στην πρωτοβάθμια ή δευτεροβάθμια Εκπαίδευση, από τη συμμετοχή στα μαθήματα της Φυσικής Αγωγής, της Μουσικής και των Θρησκευτικών, και ρυθμίζεται κάθε άλλο συναφές ειδικότερο θέμα, όπως ιδίως οι λόγοι που δικαιολογούν τη χορήγηση και τη διάρκεια της απαλλαγής, ο τύπος, το περιεχόμενο, η προθεσμία υποβολής της αίτησης απαλλαγής καθώς και τα απαραίτητα δικαιολογητικά έγγραφα, το όργανο της σχολικής μονάδας στο οποίο υποβάλλονται η αίτηση και τα δικαιολογητικά, καθώς και η διάρκεια και ο τρόπος τήρησης, φύλαξης και επεξεργασίας αυτών, η διαδικασία και τα όργανα αξιολόγησης της αίτησης, οι σχετικές εγγραφές που γίνονται σε υπηρεσιακά βιβλία της σχολικής μονάδας και ο τρόπος και το είδος της απασχόλησης των μαθητών κατά τη διάρκεια της διδασκαλίας του μαθήματος από την υποχρέωση παρακολούθησης του οποίου έχουν απαλλαγεί». Κατ’ εξουσιοδότηση της προαναφερθείσας διατάξεως εκδόθηκε η 61178/ΓΔ4/ 28.5.2021 κοινή υπουργική απόφαση της Υπουργού και της Υφυπουργού Παιδείας και Θρησκευμάτων, με την οποία αντικαταστάθηκε το άρθρο 25 με τίτλο «Απαλλαγή μαθητών/τριών από την ενεργό συμμετοχή σε μαθήματα» της υπό στοιχεία 79942/ΓΔ4/21.05.2019 υπουργικής αποφάσεως «Εγγραφές, μετεγγραφές, φοίτηση και θέματα οργάνωσης της σχολικής ζωής στα σχολεία της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης (Β΄ 2005)». Η κοινή αυτή υπουργική απόφαση προσβάλλεται με την κρινόμενη αίτηση κατά το μέρος που με αυτήν ρυθμίζεται η απαλλαγή από το μάθημα των θρησκευτικών. Ειδικότερα, με την προσβαλλόμενη απόφαση στο άρθρο 25 ορίζονται τα ακόλουθα: «1) … 2) … 
3) Θρησκευτικά α) Μαθητές/τριες οι οποίοι/ες δεν είναι Χριστιανοί Ορθόδοξοι (δηλαδή αλλόθρησκοι, ετερόδοξοι άθρησκοι, άθεοι, αγνωστικιστές), δύνανται, εφόσον το επιθυμούν, να απαλλαγούν από την υποχρέωση παρακολούθησης του μαθήματος των Θρησκευτικών, υποβάλλοντας σχετική αίτηση στον/στη Διευθυντή/ντρια της σχολικής μονάδας στην οποία θα αναφέρεται το εξής: «Λόγοι θρησκευτικής συνείδησης δεν επιτρέπουν τη συμμετοχή (μου ή του παιδιού μου) στο μάθημα των Θρησκευτικών». Η αίτηση υπογράφεται από τον ίδιο/ίδια τον/τη μαθητή/τρια, εάν είναι ενήλικος/η, ή και από τους δύο γονείς/κηδεμόνες του/της, εάν είναι ανήλικος/η. Μόνον στην περίπτωση που η γονική μέριμνα ασκείται από τον ένα γονέα, αρκεί η υπογραφή του/της ασκούντος/ούσης τη γονική μέριμνα. β) Η ως άνω αίτηση, με βεβαιωμένο το γνήσιο της υπογραφής του/της ίδιου/ας μαθητή/τριας (αν είναι ενήλικος/η) ή και των δύο γονέων του/της (αν είναι ανήλικος/η), παραλαμβάνεται από τον/τη Διευθυντή/ντρια του σχολείου εντός αποκλειστικής χρονικής προθεσμίας που διαρκεί από την 1η Σεπτεμβρίου έως και την πέμπτη ημέρα μετά την έναρξη των μαθημάτων κάθε σχολικού έτους. Το γνήσιο της υπογραφής δύναται να βεβαιώνει κατά την παρ. 1 του άρθρου 11 του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας (ν. 2690/1999, Α΄ 45) και ο/η Διευθυντής/ντρια της σχολικής μονάδας κατά την υποβολή της αίτησης, η οποία υπογράφεται ενώπιόν του/της. Ο/Η Διευθυντής/ντρια ενημερώνει για την υποβολή της σχετικής αίτησης τον/την καθηγητή/τρια που διδάσκει το μάθημα των Θρησκευτικών στο τμήμα στο οποίο φοιτά ο/η απαλλασσόμενος/η μαθητής/τρια, ώστε να γνωρίζει ποιοι/ποιες μαθητές/τριες θα βρίσκονται στην τάξη του/της κατά τη διάρκεια διεξαγωγής του μαθήματος. Οι μαθητές/τριες που απαλλάσσονται από το μάθημα των Θρησκευτικών δεν επιτρέπεται να περιφέρονται εντός ή εκτός της σχολικής μονάδας ή να απουσιάζουν αδικαιολόγητα. Ο/Η Διευθυντής/ντρια της σχολικής μονάδας σε συνεργασία με τον Σύλλογο των διδασκόντων/ουσών, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 1566/1985 (Α΄ 167) και της υπό στοιχεία Φ.353.1/324/105657/Δ1/8-10-2002 (Β΄ 1340) υπουργικής απόφασης, αποφασίζουν κατά περίπτωση για τον τρόπο που απασχολούνται υποχρεωτικά οι απαλλασσόμενοι/ες μαθητές/τριες, συντάσσοντας σχετική πράξη στο Βιβλίο Πράξεων του Συλλόγου Διδασκόντων/ουσών (όπως ενδεικτικά διαφορετικό διδακτικό αντικείμενο σε άλλο τμήμα της ίδιας τάξης ή ερευνητική δημιουργική δραστηριότητα), και έχοντας την πλήρη ευθύνη. Σε περίπτωση που η τάξη στην οποία φοιτούν οι απαλλασσόμενοι/ες μαθητές/τριες λειτουργεί μόνο με ένα τμήμα, οι μαθητές/τριες αυτοί/ές παρακολουθούν εκπαιδευτικό πρόγραμμα που καθορίζεται από τον Σύλλογο Διδασκόντων/ουσών. γ) Η απαλλαγή αρχίζει από την έναρξη των μαθημάτων, αφορά ολόκληρο το σχολικό έτος και δύναται να ανανεωθεί για κάθε επόμενο σχολικό έτος με την ίδια διαδικασία. Ο Σύλλογος Διδασκόντων/ουσών συντάσσει σχετική πράξη στο Βιβλίο Πράξεων του Συλλόγου Διδασκόντων/ουσών, στην οποία καταγράφονται οι δραστηριότητες στις οποίες συμμετέχει ο/η απαλλασσόμενος/η μαθητής/τρια την ώρα διεξαγωγής του μαθήματος των Θρησκευτικών. δ) Οι μαθητές/τριες που απαλλάσσονται από το μάθημα των Θρησκευτικών απαλλάσσονται και από την προσευχή και τον εκκλησιασμό, εφόσον το έχουν δηλώσει στην αίτησή τους για την απαλλαγή από το μάθημα των Θρησκευτικών. Την ώρα της προσευχής και του εκκλησιασμού παραμένουν στο σχολείο και εφαρμόζεται αναλόγως το τέταρτο εδάφιο της ανωτέρω περ. β΄ της παρούσας παραγράφου. 4) Αιτήσεις, υπεύθυνες δηλώσεις, ιατρικές βεβαιώσεις και γνωματεύσεις και λοιπά δικαιολογητικά που υποβάλλονται στον/στη Διευθυντή/ντρια της σχολικής μονάδας από τους μαθητές/τριες και/ή από τους γονείς/κηδεμόνες τους στο πλαίσιο εφαρμογής του παρόντος άρθρου, φυλάσσονται με ευθύνη του Διευθυντή/ντριας εντός κλειστών φακέλων σε σημείο του γραφείου του/της στο οποίο έχει πρόσβαση μόνο εκείνος/η και καταστρέφονται από εκείνον/εκείνη μετά την πάροδο τριών (3) μηνών από το τέλος του σχολικού έτους το οποίο αφορούν, συντασσομένου σχετικού πρωτοκόλλου καταστροφής. 5) Ενημέρωση για την επεξεργασία των προσωπικών δεδομένων των υποκειμένων. α) Στο πλαίσιο της εφαρμογής του παρόντος άρθρου υποβάλλονται σε επεξεργασία τα προσωπικά δεδομένα που περιλαμβάνονται στις αιτήσεις για την απαλλαγή από τα ανωτέρω μαθήματα και στα λοιπά συνυποβαλλόμενα δικαιολογητικά. β) Υπεύθυνος επεξεργασίας των προσωπικών δεδομένων που υποβάλλονται σε επεξεργασία για την εφαρμογή της παρούσας είναι: i) για όλες τις εκπαιδευτικές δομές της πρωτοβάθμιας και της δευτεροβάθμιας δημόσιας εκπαίδευσης το Υπουργείο Παιδείας και Θρησκευμάτων δια της εκάστοτε σχολικής μονάδας και ii) για όλες τις εκπαιδευτικές δομές της πρωτοβάθμιας και της δευτεροβάθμιας ιδιωτικής εκπαίδευσης το πρόσωπο, φυσικό ή νομικό, ή άλλου είδους νομική οντότητα ανεξαρτήτως νομικής προσωπικότητας, στο οποίο έχει χορηγηθεί η άδεια λειτουργίας της αντίστοιχης ιδιωτικής εκπαιδευτικής δομής. γ) Σκοπός της επεξεργασίας των προσωπικών δεδομένων είναι ο έλεγχος της συνδρομής των προϋποθέσεων για τη χορήγηση της αιτούμενης απαλλαγής από την ενεργό συμμετοχή στα ανωτέρω μαθήματα. δ) Νομική βάση της επεξεργασίας είναι η περ. γ΄ της παρ. 1 του άρθρου 6 του Κανονισμού (ΕΕ) 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 27ης Απριλίου 2016 (Γενικός Κανονισμός για την Προστασία Δεδομένων, «Γ.Κ.Π.Δ.») συνδυαστικά με την περ. ε΄ της παρ. 1 του άρθρου 6 του Γ.Κ.Π.Δ. (η έκδοση της πράξης χορήγησης ή μη της απαλλαγής λαμβάνει χώρα κατ’ ενάσκηση δημόσιας εξουσίας). Όσον αφορά στα προσωπικά δεδομένα ειδικών κατηγοριών, νομική βάση της επεξεργασίας είναι η περ. στ΄ της παρ. 2 του άρθρου 9 του Γ.Κ.Π.Δ. ε) Η χορήγηση της απαλλαγής από την ενεργό συμμετοχή από τα ανωτέρω μαθήματα καταχωρίζεται στο βιβλίο Πράξεων Συλλόγου Διδασκόντων/ουσών της σχολικής μονάδας και στο πληροφοριακό σύστημα «myschool», επομένως αποδέκτης αυτής της πληροφορίας είναι και το νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα με την επωνυμία «Ινστιτούτο Τεχνολογίας Υπολογιστών και Εκδόσεων "Διόφαντος"», το οποίο έχει αναπτύξει και διαχειρίζεται το ως άνω πληροφοριακό σύστημα για λογαριασμό του Υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων. στ) Τα προσωπικά δεδομένα που περιλαμβάνονται στις αιτήσεις για την απαλλαγή από τα ανωτέρω μαθήματα και στα λοιπά συνυποβαλλόμενα δικαιολογητικά διαγράφονται μετά την πάροδο τριών (3) μηνών από το τέλος του σχολικού έτους το οποίο αφορούν, συντασσομένου σχετικού πρωτοκόλλου καταστροφής, των ως άνω αιτήσεων και λοιπών συνυποβληθέντων δικαιολογητικών. ζ) Τα υποκείμενα των δεδομένων έχουν δικαίωμα να λάβουν επιβεβαίωση από τον Υπεύθυνο επεξεργασίας για το αν και κατά πόσον προσωπικά δεδομένα που τους αφορούν υφίστανται επεξεργασία (δικαίωμα πρόσβασης). Επιπλέον, μπορούν να ασκούν τα δικαιώματα διόρθωσης ανακριβών δεδομένων που τα αφορούν, διαγραφής, περιορισμού της επεξεργασίας και εναντίωσης στην επεξεργασία».

9. Επειδή, στο προοίμιο της προσβαλλόμενης πράξεως μνημονεύεται το 37/23.7.2020 πρακτικό του Ινστιτούτου Εκπαιδευτικής Πολιτικής (ΙΕΠ), με το οποίο εγκρίθηκε η εισήγηση της Επιστημονικής Επιτροπής για το μάθημα των θρησκευτικών. Στην εισήγηση αυτή η Επιτροπή, αφού ανέλυσε τη νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας και του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου σχετικά με την απασχόληση των μαθητών που απαλλάσσονται από το μάθημα των θρησκευτικών, εξέτασε τα προβλήματα που δημιουργούνται από την εισαγωγή άλλου μαθήματος για τους μαθητές που απαλλάσσονται από το μάθημα των θρησκευτικών [διαφοροποίηση του τύπου της εκπαιδευτικής διαδικασίας ανάλογα με τον μαθητικό πληθυσμό κάθε σχολείου που απαλλάσσεται από το μάθημα των θρησκευτικών (π.χ. σε ένα σχολείο διδάσκεται ένα μάθημα σε αντικατάσταση του μαθήματος των θρησκευτικών γιατί υπάρχουν ένδεκα μη Χριστιανοί Ορθόδοξοι μαθητές ενώ σε ένα άλλο δεν διδάσκεται γιατί οι μαθητές είναι πέντε)] και διατύπωσε προτάσεις. Η Επιστημονική Επιτροπή εκτίμησε ότι «είναι ορθό η Πολιτεία να προβλέψει για νομικούς και παιδαγωγικούς λόγους εκπαιδευτική και δημιουργική δραστηριότητα για κάθε απαλλασσόμενο μαθητή χωρίς να στερεί τη θρησκευτική εκπαίδευση που οφείλει να προσφέρει σε όλους ανεξαιρέτως με απόλυτο σεβασμό στις θρησκευτικές ή φιλοσοφικές πεποιθήσεις αλλά και με ένα πλουραλιστικό και αντικειμενικό τρόπο» και πρότεινε για τους μαθητές που απαλλάσσονται τη συμμετοχή σε «Ερευνητική Δημιουργική Δραστηριότητα με θέμα τη Θρησκεία». Συγκεκριμένα, προτάθηκε οι απαλλασσόμενοι μαθητές/τριες να βρίσκονται τις ώρες διδασκαλίας των θρησκευτικών σε άλλο κατάλληλο χώρο με τον εκπαιδευτικό που του έχει ανατεθεί η διδασκαλία και να εκπονούν εργασία με θέμα είτε σχετικό με τη θρησκεία τους, εφ’ όσον την έχουν δηλώσει στο πληροφοριακό σύστημα myschool, είτε με τη μελέτη των θρησκειών ως φιλοσοφικού, κοινωνιολογικού, ιστορικού, πολιτιστικού κ.λπ. φαινομένου. Όμως, και η πρόταση αυτή, κατά τη γνώμη της Επιτροπής, μπορεί να αποδειχθεί οργανωτικά και παιδαγωγικά δυσχερής, διότι α) τίθεται ζήτημα υπάρξεως υλικοτεχνικής υποδομής στα σχολεία που θα μπορούσε να υποστηρίξει ουσιαστικά αυτήν την επιλογή, β) απαιτούνται Αναλυτικά Προγράμματα Σπουδών (ΑΠΣ) για κάθε βαθμίδα ώστε να προβλεφθούν οι ανάλογες προσαρμογές της Ερευνητικής Δημιουργικής Δραστηριότητας στη βαθμίδα και την αναπτυξιακή ηλικία των μαθητών, γ) αυξάνονται οι ώρες διδασκαλίας εφ’ όσον δημιουργούνται παράλληλα τμήματα θρησκευτικών ανά τάξη όταν εμφανίζονται απαλλαγές, ενώ, τέλος, δ) εγείρεται θέμα ισότιμης μεταχειρίσεως των μαθητών, καθώς οι μεν Χριστιανοί Ορθόδοξοι δεν έχουν την δυνατότητα να αναπτύξουν τις ερευνητικές και συνθετικές δεξιότητές τους μέσω της εκπονήσεως ερευνητικής εργασίας ενώ οι μη Χριστιανοί Ορθόδοξοι δεν λαμβάνουν γενικές γνώσεις μέσω της παραδοσιακής διδασκαλίας. Περαιτέρω, κατά την εκτίμηση της Επιτροπής, ναι μεν η παρακολούθηση από μαθητές που απαλλάσσονται από το μάθημα των θρησκευτικών άλλου μαθήματος που ήδη αποτελεί αντικείμενο διδασκαλίας δεν πρέπει να αποτελεί πρώτη επιλογή, εφ’ όσον όμως αντικειμενικοί λόγοι δεν επιτρέπουν άλλη λύση, τότε με απόφαση του Συλλόγου Διδασκόντων θα μπορούσε να εξεταστεί η παρακολούθηση άλλων μαθημάτων, σύμφωνα με το ημερήσιο πρόγραμμα του σχολείου και την ευθύνη των διδασκόντων (παρουσιολόγιο κ.λπ.). Τέλος, η Επιτροπή δέχθηκε ότι «Η δυνατότητα εισαγωγής της “Ερευνητικής Δημιουργικής Δραστηριότητας με θέμα τη Θρησκεία” προϋποθέτει ενδελεχή μελέτη, ήτοι ικανό χρονικό διάστημα, και, συνεπώς, δεν απαντά στην ανάγκη για άμεση εύρεση λύσεων εν όψει της ενάρξεως του επόμενου σχολικού έτους. Καθίσταται αναγκαία η εξεύρεση μιας μεταβατικής λύσεως που θα ισχύει από την επόμενη σχολική χρονιά και μέχρι την ολοκλήρωση της προαναφερόμενης ενδελεχούς μελέτης η οποία πρέπει να λάβει υπ’ όψιν της ιδίως: τα αριθμητικά στοιχεία για τις απαλλαγές των μαθητών των τελευταίων πέντε ετών, τις οικονομικές πτυχές του σχετικού εγχειρήματος και τις παιδαγωγικές συνέπειες».

10. Επειδή, όπως εκτέθηκε στην προηγούμενη σκέψη, η Πολιτεία λαμβάνοντας υπόψη τις συνταγματικές διατάξεις και τις διατάξεις της ΕΣΔΑ, όπως ερμηνεύτηκαν με τις ως άνω αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας, εξέτασε ενδελεχώς το ζήτημα της θεσπίσεως ισότιμου μαθήματος συναφούς περιεχομένου για τους μαθητές που απαλλάσσονται από το υποχρεωτικό μάθημα των θρησκευτικών και κατέληξε, λόγω των δυσχερειών που παρατέθηκαν ανωτέρω στην εισήγηση της Επιστημονικής Επιτροπής για την άμεση ρύθμιση του θέματος, σε μία μεταβατική ρύθμιση που αποτυπώνεται στην προσβαλλόμενη απόφαση και θα ισχύει μέχρι την ολοκλήρωση της μελέτης για την οριστική ρύθμιση του ζητήματος. Ενόψει αυτών, η προσβαλλόμενη ρύθμιση, σύμφωνα με την οποία ο Διευθυντής ή η Διευθύντρια της σχολικής μονάδας σε συνεργασία με τον Σύλλογο των διδασκόντων αποφασίζουν κατά περίπτωση για τον τρόπο που απασχολούνται υποχρεωτικά οι απαλλασσόμενοι/ες μαθητές/τριες (ενδεικτικά διαφορετικό διδακτικό αντικείμενο σε άλλο τμήμα της ίδιας τάξης ή ερευνητική δημιουργική δραστηριότητα), είναι συνταγματικώς ανεκτή, ως μεταβατική, μέχρι την οριστική ρύθμιση του θέματος εντός ευλόγου χρόνου. Ως εύλογος δε χρόνος κρίνεται το τέλος του σχολικού έτους 2022-2023, δοθέντος ότι, πέραν των δυσχερειών που ήδη εκτέθηκαν, η Πολιτεία καλείται για πρώτη φορά να ρυθμίσει το ζήτημα αυτό, δηλαδή να θεσπίσει ένα ισότιμο μάθημα συναφούς περιεχομένου για τους μαθητές που απαλλάσσονται από το υποχρεωτικό μάθημα των θρησκευτικών, σύμφωνα με την ερμηνεία των συνταγματικών και υπερνομοθετικών διατάξεων της ΕΣΔΑ που δόθηκε με τις προαναφερθείσες αποφάσεις του Δικαστηρίου. Ενόψει τούτων, είναι απορριπτέος ως αβάσιμος ο λόγος ακυρώσεως, με τον οποίο οι αιτούντες προβάλλουν παραβίαση του άρθρου 13 παρ. 1 του Συντάγματος και του άρθρου 2 του Π.Π.Π. της ΕΣΔΑ, ερμηνευομένου υπό το φως του άρθρου 9 της ΕΣΔΑ, διότι δεν εκπληρώνεται, κατά τους ισχυρισμούς τους, η υποχρέωση της πολιτείας για τη διδασκαλία ισότιμου μαθήματος συναφούς περιεχομένου με το μάθημα των θρησκευτικών, από το οποίο απαλλάσσονται.

11. Επειδή, το άρθρο 9Α του Συντάγματος, το οποίο προστέθηκε με το από 6.4.2001 Ψήφισμα της Ζ΄ Αναθεωρητικής Βουλής (Α΄ 84), ορίζει ότι: «Καθένας έχει δικαίωμα προστασίας από τη συλλογή, επεξεργασία και χρήση, ιδίως με ηλεκτρονικά μέσα, των προσωπικών του δεδομένων, όπως νόμος ορίζει ...».

12. Επειδή, περαιτέρω, ο Κανονισμός (ΕΕ) 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου «για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών και την κατάργηση της οδηγίας 95/46/ΕΚ («Γενικός Κανονισμός για την Προστασία Δεδομένων») (L 119/4.5.2016), τέθηκε σε εφαρμογή από 25.5.2018 (άρθρο 99 παρ. 2), αντικαθιστώντας την Οδηγία 95/46/ΕΚ «για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών» (L 281/1995) (άρθρο 94 παρ. 1). Με τον Κανονισμό αυτόν ορίζεται στο άρθρο 1 ότι: «1. Ο παρών κανονισμός θεσπίζει κανόνες που αφορούν την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και κανόνες που αφορούν την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. 2. Ο παρών κανονισμός προστατεύει θεμελιώδη δικαιώματα και ελευθερίες των φυσικών προσώπων και ειδικότερα το δικαίωμά τους στην προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. 3. ...» και στο άρθρο 2 ότι: «1. Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται στην, εν όλω ή εν μέρει, αυτοματοποιημένη επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, καθώς και στη μη αυτοματοποιημένη επεξεργασία τέτοιων δεδομένων τα οποία περιλαμβάνονται ή πρόκειται να περιληφθούν σε σύστημα αρχειοθέτησης. 2. ....». Περαιτέρω, στο άρθρο 4 του ίδιου Κανονισμού αναφέρονται τα ακόλουθα: «Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού νοούνται ως: 1) "δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα": κάθε πληροφορία που αφορά ταυτοποιημένο ή ταυτοποιήσιμο φυσικό πρόσωπο ("υποκείμενο των δεδομένων")· το ταυτοποιήσιμο φυσικό πρόσωπο είναι εκείνο του οποίου η ταυτότητα μπορεί να εξακριβωθεί, άμεσα ή έμμεσα, ιδίως μέσω αναφοράς σε αναγνωριστικό στοιχείο ταυτότητας, όπως όνομα, σε αριθμό ταυτότητας, σε δεδομένα θέσης, σε επιγραμμικό αναγνωριστικό ταυτότητας ή σε έναν ή περισσότερους παράγοντες που προσιδιάζουν στη σωματική, φυσιολογική, γενετική, ψυχολογική, οικονομική, πολιτιστική ή κοινωνική ταυτότητα του εν λόγω φυσικού προσώπου, 2) "επεξεργασία": κάθε πράξη ή σειρά πράξεων που πραγματοποιείται με ή χωρίς τη χρήση αυτοματοποιημένων μέσων, σε δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα ή σε σύνολα δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, όπως η συλλογή, η καταχώριση, η οργάνωση, η διάρθρωση, η αποθήκευση, η προσαρμογή ή η μεταβολή, η ανάκτηση, η αναζήτηση πληροφοριών, η χρήση, η κοινολόγηση με διαβίβαση, η διάδοση ή κάθε άλλη μορφή διάθεσης, η συσχέτιση ή ο συνδυασμός, ο περιορισμός, η διαγραφή ή η καταστροφή, 3) ... 11)... 12) ...». Ακολούθως, στο άρθρο 9 του Κανονισμού με τίτλο “Επεξεργασία ειδικών κατηγοριών δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα” προβλέπονται τα εξής: «1. Απαγορεύεται η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που αποκαλύπτουν τη φυλετική ή εθνοτική καταγωγή, τα πολιτικά φρονήματα, τις θρησκευτικές ή φιλοσοφικές πεποιθήσεις ή τη συμμετοχή σε συνδικαλιστική οργάνωση, καθώς και η επεξεργασία γενετικών δεδομένων, βιομετρικών δεδομένων με σκοπό την αδιαμφισβήτητη ταυτοποίηση προσώπου, δεδομένων που αφορούν την υγεία ή δεδομένων που αφορούν τη σεξουαλική ζωή φυσικού προσώπου ή τον γενετήσιο προσανατολισμό. 2. Η παράγραφος 1 δεν εφαρμόζεται στις ακόλουθες περιπτώσεις: α) το υποκείμενο των δεδομένων έχει παράσχει ρητή συγκατάθεση για την επεξεργασία αυτών των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα για έναν ή περισσότερους συγκεκριμένους σκοπούς, εκτός εάν το δίκαιο της Ένωσης ή κράτους μέλους προβλέπει ότι η απαγόρευση που αναφέρεται στην παράγραφο 1 δεν μπορεί να αρθεί από το υποκείμενο των δεδομένων, β) η επεξεργασία είναι απαραίτητη για την εκτέλεση των υποχρεώσεων και την άσκηση συγκεκριμένων δικαιωμάτων του υπευθύνου επεξεργασίας ή του υποκειμένου των δεδομένων στον τομέα του εργατικού δικαίου και του δικαίου κοινωνικής ασφάλισης και κοινωνικής προστασίας, εφόσον επιτρέπεται από το δίκαιο της Ένωσης ή κράτους μέλους ή από συλλογική συμφωνία σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο παρέχοντας κατάλληλες εγγυήσεις για τα θεμελιώδη δικαιώματα και τα συμφέροντα του υποκειμένου των δεδομένων, γ) η επεξεργασία είναι απαραίτητη για την προστασία των ζωτικών συμφερόντων του υποκειμένου των δεδομένων ή άλλου φυσικού προσώπου, εάν το υποκείμενο των δεδομένων είναι σωματικά ή νομικά ανίκανο να συγκατατεθεί, δ) η επεξεργασία διενεργείται, με κατάλληλες εγγυήσεις, στο πλαίσιο των νόμιμων δραστηριοτήτων ιδρύματος, οργάνωσης ή άλλου μη κερδοσκοπικού φορέα με πολιτικό, φιλοσοφικό, θρησκευτικό ή συνδικαλιστικό στόχο και υπό την προϋπόθεση ότι η επεξεργασία αφορά αποκλειστικά τα μέλη ή τα πρώην μέλη του φορέα ή πρόσωπα τα οποία έχουν τακτική επικοινωνία μαζί του σε σχέση με τους σκοπούς του και ότι τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα δεν κοινοποιούνται εκτός του συγκεκριμένου φορέα χωρίς τη συγκατάθεση των υποκειμένων των δεδομένων, ε) η επεξεργασία αφορά δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα τα οποία έχουν προδήλως δημοσιοποιηθεί από το υποκείμενο των δεδομένων, στ) η επεξεργασία είναι απαραίτητη για τη θεμελίωση, άσκηση ή υποστήριξη νομικών αξιώσεων ή όταν τα δικαστήρια ενεργούν υπό τη δικαιοδοτική τους ιδιότητα, ζ) η επεξεργασία είναι απαραίτητη για λόγους ουσιαστικού δημόσιου συμφέροντος, βάσει του δικαίου της Ένωσης ή κράτους μέλους, το οποίο είναι ανάλογο προς τον επιδιωκόμενο στόχο, σέβεται την ουσία του δικαιώματος στην προστασία των δεδομένων και προβλέπει κατάλληλα και συγκεκριμένα μέτρα για τη διασφάλιση των θεμελιωδών δικαιωμάτων και των συμφερόντων του υποκειμένου των δεδομένων, η) η επεξεργασία είναι απαραίτητη για σκοπούς προληπτικής ή επαγγελματικής ιατρικής, εκτίμησης της ικανότητας προς εργασία του εργαζομένου, ιατρικής διάγνωσης, παροχής υγειονομικής ή κοινωνικής περίθαλψης ή θεραπείας ή διαχείρισης υγειονομικών και κοινωνικών συστημάτων και υπηρεσιών βάσει του ενωσιακού δικαίου ή του δικαίου κράτους μέλους ή δυνάμει σύμβασης με επαγγελματία του τομέα της υγείας και με την επιφύλαξη των προϋποθέσεων και των εγγυήσεων που αναφέρονται στην παράγραφο 3, θ) η επεξεργασία είναι απαραίτητη για λόγους δημόσιου συμφέροντος στον τομέα της δημόσιας υγείας, όπως η προστασία έναντι σοβαρών διασυνοριακών απειλών κατά της υγείας ή η διασφάλιση υψηλών προτύπων ποιότητας και ασφάλειας της υγειονομικής περίθαλψης και των φαρμάκων ή των ιατροτεχνολογικών προϊόντων, βάσει του δικαίου της Ένωσης ή του δικαίου κράτους μέλους, το οποίο προβλέπει κατάλληλα και συγκεκριμένα μέτρα για την προστασία των δικαιωμάτων και ελευθεριών του υποκειμένου των δεδομένων, ειδικότερα δε του επαγγελματικού απορρήτου, ή ι) η επεξεργασία είναι απαραίτητη για σκοπούς αρχειοθέτησης προς το δημόσιο συμφέρον, για σκοπούς επιστημονικής ή ιστορικής έρευνας ή για στατιστικούς σκοπούς σύμφωνα με το άρθρο 89 παράγραφος 1 βάσει του δικαίου της Ένωσης ή κράτους μέλους, οι οποίοι είναι ανάλογοι προς τον επιδιωκόμενο στόχο, σέβονται την ουσία του δικαιώματος στην προστασία των δεδομένων και προβλέπουν κατάλληλα και συγκεκριμένα μέτρα για τη διασφάλιση των θεμελιωδών δικαιωμάτων και των συμφερόντων του υποκειμένου των δεδομένων. 3. ...».

13. Επειδή, ακολούθως, με τον ν. 4624/2019 «Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα, μέτρα εφαρμογής του Κανονισμού (ΕΕ) 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 27ης Απριλίου 2016 για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και ενσωμάτωση στην εθνική νομοθεσία της Οδηγίας (ΕΕ) 2016/680 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 27ης Απριλίου 2016 και άλλες διατάξεις» (Α΄137) αντικαταστάθηκε, μεταξύ άλλων, το νομοθετικό πλαίσιο που ρυθμίζει τη συγκρότηση και λειτουργία της Αρχής Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα και υιοθετήθηκαν μέτρα εφαρμογής του προαναφερθέντος Κανονισμού (άρθρο 1). Ειδικότερα, στο άρθρο 2 του νόμου αυτού ορίζεται ότι: «Οι διατάξεις του παρόντος εφαρμόζονται στην, εν όλω ή εν μέρει, αυτοματοποιημένη επεξεργασία δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα, καθώς και στη μη αυτοματοποιημένη επεξεργασία τέτοιων δεδομένων, τα οποία περιλαμβάνονται ή πρόκειται να περιληφθούν σε σύστημα αρχειοθέτησης από: α) δημόσιους φορείς ή β) ιδιωτικούς φορείς, εκτός και εάν η επεξεργασία πραγματοποιείται από φυσικό πρόσωπο στο πλαίσιο αποκλειστικά προσωπικής ή οικιακής δραστηριότητας». Περαιτέρω, στο άρθρο 22 του ίδιου νόμου τιτλοφορούμενο “Επεξεργασία ειδικών κατηγοριών δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα” ορίζεται ότι: «1. Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 9 παράγραφος 1 του Κανονισμού η επεξεργασία ειδικών κατηγοριών δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα με την έννοια του άρθρου 9 παράγραφος 1 του Κανονισμού από δημόσιους και ιδιωτικούς φορείς επιτρέπεται, εφόσον είναι απαραίτητη: α) για την άσκηση δικαιωμάτων που απορρέουν από το δικαίωμα κοινωνικής ασφάλισης και κοινωνικής προστασίας και για την εκπλήρωση των συναφών υποχρεώσεων· β) για λόγους προληπτικής ιατρικής, για την εκτίμηση της ικανότητας προς εργασία του εργαζομένου, για ιατρική διάγνωση, για την παροχή υγείας ή κοινωνικής περίθαλψης ή για τη διαχείριση των συστημάτων και υπηρεσιών υγείας ή κοινωνικής περίθαλψης ή δυνάμει σύμβασης με επαγγελματία του τομέα υγείας ή άλλου προσώπου που δεσμεύεται από το επαγγελματικό απόρρητο ή είναι υπό την εποπτεία του·ή γ) για λόγους δημοσίου συμφέροντος στον τομέα της δημόσιας υγείας, όπως σοβαρών διασυνοριακών απειλών κατά της υγείας ή για την εξασφάλιση υψηλών προδιαγραφών ποιότητας και ασφάλειας της υγειονομικής περίθαλψης και των φαρμάκων ή των ιατροτεχνολογικών προϊόντων, επιπλέον των μέτρων που αναφέρονται στο δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 3, πρέπει να τηρούνται ιδίως οι διατάξεις που εξασφαλίζουν το επαγγελματικό απόρρητο που προβλέπει νόμος ή κώδικας δεοντολογίας. 2. Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 9 παράγραφος 1 του Κανονισμού η επεξεργασία ειδικών κατηγοριών δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα με την έννοια του άρθρου 9 παράγραφος 1 του Κανονισμού από δημόσιους φορείς επιτρέπεται, εφόσον είναι: α) απολύτως απαραίτητη για λόγους ουσιώδους δημοσίου συμφέροντος· β) απαραίτητη για την αποτροπή σημαντικής απειλής για την εθνική ασφάλεια ή τη δημόσια ασφάλεια· ή γ) είναι απαραίτητη για τη λήψη ανθρωπιστικών μέτρων, και στις περιπτώσεις αυτές το συμφέρον για την επεξεργασία είναι υπέρτερο του συμφέροντος του υποκειμένου των δεδομένων. 3. Στις περιπτώσεις των προηγούμενων παραγράφων, λαμβάνονται όλα τα κατάλληλα και ειδικά μέτρα για τη διαφύλαξη των συμφερόντων του υποκειμένου των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Λαμβάνοντας υπόψη την κατάσταση της τεχνολογίας, το κόστος εφαρμογής και τη φύση, την έκταση, το πλαίσιο και τους σκοπούς της επεξεργασίας, καθώς και τους κινδύνους που θέτει, ανάλογα με τη σοβαρότητά τους στα δικαιώματα και στις ελευθερίες των φυσικών προσώπων η επεξεργασία αυτή, στα μέτρα αυτά μπορούν να περιλαμβάνονται ιδίως: α) τεχνικά και οργανωτικά μέτρα που διασφαλίζουν ότι η επεξεργασία είναι σύμφωνη με τον Κανονισμό· β) μέτρα για να διασφαλιστεί ότι είναι δυνατή η εκ των υστέρων επαλήθευση και ο προσδιορισμός του εάν και από ποιον έχουν εισαχθεί, τροποποιηθεί ή αφαιρεθεί τα προσωπικά δεδομένα· γ) μέτρα για την ενδυνάμωση της ευαισθητοποίησης του προσωπικού που ασχολείται με την επεξεργασία· δ) περιορισμοί πρόσβασης από τους υπεύθυνους επεξεργασίας και εκτελούντες την επεξεργασία· ε) η ψευδωνυμοποίηση των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα· στ) η κρυπτογράφηση των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα· ζ) μέτρα για τη διασφάλιση της ικανότητας, της εμπιστευτικότητας, της ακεραιότητας, της διαθεσιμότητας και της ανθεκτικότητας των συστημάτων και υπηρεσιών επεξεργασίας που σχετίζονται με την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, συμπεριλαμβανομένης της δυνατότητας ταχείας αποκατάστασης της διαθεσιμότητας και της πρόσβασης σε περίπτωση φυσικού ή τεχνικού συμβάντος· η) διαδικασίες για την τακτική δοκιμή, εκτίμηση και αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας των τεχνικών και οργανωτικών μέτρων για τη διασφάλιση της ασφάλειας της επεξεργασίας·  θ) ειδικοί κανόνες διασφάλισης της συμμόρφωσης με τον παρόντα νόμο και τον Κανονισμό σε περίπτωση διαβίβασης ή επεξεργασίας για άλλους σκοπούς· ι) ο ορισμός ΥΠΔ».

14. Επειδή, στην παρ. 4 του άρθρου 36 του προαναφερθέντος Γενικού Κανονισμού για την Προστασία Δεδομένων με τίτλο “Προηγούμενη διαβούλευση” ορίζεται ότι: «Τα κράτη μέλη ζητούν τη γνώμη της εποπτικής αρχής κατά την εκπόνηση προτάσεων νομοθετικών μέτρων προς θέσπιση από τα εθνικά κοινοβούλια ή κανονιστικών μέτρων που βασίζονται σε τέτοια νομοθετικά μέτρα, τα οποία αφορούν την επεξεργασία». Περαιτέρω, στην περ. κβ της παρ. 1 του άρθρου 57 του ίδιου ως άνω Κανονισμού με τίτλο “Καθήκοντα” ορίζεται ότι: « Με την επιφύλαξη των άλλων καθηκόντων που ορίζονται στον παρόντα κανονισμό, κάθε εποπτική αρχή στο έδαφός της: α) ... ... κβ) εκπληρώνει κάθε άλλο καθήκον σχετικό με την προστασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα» και στις περ. α και β της παρ. 3 του άρθρου 58 του ίδιου Κανονισμού με τίτλο “Εξουσίες” ότι: «Κάθε αρχή ελέγχου διαθέτει όλες τις ακόλουθες αδειοδοτικές και συμβουλευτικές εξουσίες: α) να παρέχει συμβουλές στον υπεύθυνο επεξεργασίας σύμφωνα με τη διαδικασία προηγούμενης διαβούλευσης που αναφέρεται στο άρθρο 36, β) να εκδίδει, με δική της πρωτοβουλία ή κατόπιν αιτήματος, γνώμες προς το εθνικό κοινοβούλιο, την κυβέρνηση του κράτους μέλους ή, σύμφωνα με το δίκαιο του κράτους μέλους, προς άλλα όργανα και οργανισμούς, καθώς και προς το κοινό, για κάθε θέμα το οποίο σχετίζεται με την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, γ) ...» . Στην αιτιολογική σκέψη 96 του Κανονισμού αναφέρεται ότι «διαβούλευση με την εποπτική αρχή θα πρέπει επίσης να πραγματοποιείται κατά την εκπόνηση ενός νομοθετικού ή κανονιστικού μέτρου που προβλέπει την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, προκειμένου να διασφαλίζεται η συμμόρφωση της σχεδιαζόμενης επεξεργασίας προς τον παρόντα κανονισμό και, ιδίως, να μετριάζονται οι κίνδυνοι για το υποκείμενο των δεδομένων». Εξάλλου, με το άρθρο 15 του ν. 2472/1997 (Α΄ 50) συστάθηκε η Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα (Αρχή), με αποστολή την εποπτεία της εφαρμογής του παρόντος νόμου και άλλων ρυθμίσεων που αφορούν την προστασία του ατόμου από την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα καθώς και την ενάσκηση των αρμοδιοτήτων που της ανατίθενται κάθε φορά. Ακολούθως, στον προαναφερθέντα ν. 4624/2019, στο άρθρο 9 αυτού διαλαμβάνεται ότι: «Η εποπτεία της εφαρμογής των διατάξεων του ΓΚΠΔ, του παρόντος και άλλων ρυθμίσεων που αφορούν την προστασία του ατόμου έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στην Ελληνική Επικράτεια ασκείται από την Αρχή που έχει συσταθεί με τον ν. 2472/1997 (Α' 50). Η Αρχή αποτελεί ανεξάρτητη δημόσια αρχή κατά το άρθρο 9Α του Συντάγματος και εδρεύει στην Αθήνα» και στο άρθρο 13 με τον τίτλο “Καθήκοντα της αρχής” ότι: «1. Επιπλέον των καθηκόντων της δυνάμει του άρθρου 57 του ΓΚΠΔ, η Αρχή: α) ... γ) παρέχει γνώμη για κάθε ρύθμιση που πρόκειται να περιληφθεί σε νόμο ή σε κανονιστική πράξη, η οποία αφορά επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Η διαβούλευση πραγματοποιείται κατά το στάδιο εκπόνησης της ρύθμισης σε χρόνο και με τρόπο που καθιστά εφικτή την έγκαιρη διατύπωση γνώμης από την Αρχή και τη σχετική διαβούλευση επί του περιεχομένου του σχεδίου ρύθμισης, δ) ...».

15. Επειδή, κατά την έννοια του άρθρου 36 παρ. 4 του προαναφερθέντος Κανονισμού, στην προκειμένη περίπτωση που προσβάλλεται κανονιστική πράξη με περιεχόμενο την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα ειδικής κατηγορίας κατά το άρθρο 9 παρ. 1 του Κανονισμού, τα οποία συνδέονται με την άσκηση του συνταγματικού δικαιώματος της ελευθερίας της θρησκευτικής συνειδήσεως σύμφωνα με το άρθρο 13 παρ. 1 του Συντάγματος, απαιτείται ως ουσιώδης τύπος, η έλλειψη του οποίου οδηγεί σε ακύρωση της πράξεως, η παροχή γνώμης της εποπτικής αρχής πριν από την έκδοσή της.

16. Επειδή, ενόψει των εκτεθέντων στην προηγούμενη σκέψη, πριν από την έκδοση της προσβαλλόμενης πράξεως απαιτείτο, ως ουσιώδης τύπος, η παροχή γνώμης της Αρχής Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα, η οποία όμως, όπως προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου, δεν υπάρχει. Για τον λόγο αυτόν, βασίμως προβαλλόμενο, πρέπει να ακυρωθεί η προσβαλλόμενη πράξη ως προς όλες τις διατάξεις της που αφορούν την απαλλαγή από το μάθημα των θρησκευτικών (άρθρο 25 παρ. 3 και οι παρ. 4 και 5 του ίδιου άρθρου κατά το μέρος που αφορούν το ζήτημα αυτό). Και τούτο, αφενός λόγω της αλληλουχίας και της αλληλεξαρτήσεως των διατάξεων που αφορούν το ζήτημα αυτό και τελούν σε οργανική ενότητα μεταξύ τους και αφετέρου λόγω του ότι η διαπιστούμενη πλημμέλεια αφορά το σύνολο των διατάξεων της προσβαλλόμενης πράξεως που αναφέρονται στο ζήτημα της απαλλαγής από το μάθημα των θρησκευτικών (πρβλ. ΣτΕ 434/1984,1443/2007).

Δ ι ά τ α ύ τ α

Δέχεται την αίτηση.

Ακυρώνει την 61178/ΓΔ4/28.5.2021 κοινή απόφαση της Υπουργού και της Υφυπουργού Παιδείας και Θρησκευμάτων, ως προς όλες τις διατάξεις της που αφορούν την απαλλαγή από το μάθημα των θρησκευτικών, σύμφωνα με το αιτιολογικό.

Διατάσσει την απόδοση του παραβόλου.

Επιβάλλει στο Δημόσιο τη δικαστική δαπάνη των αιτούντων που ανέρχεται σε εννιακόσια είκοσι (920) ευρώ.

Η διάσκεψη έγινε στην Αθήνα στις 10 Νοεμβρίου 2021 και στις 16 Μαΐου 2022

Ο ΠρόεδροςΗ Γραμματέας

Δ. Σκαλτσούνης Ελ. Γκίκα

και η απόφαση δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση της 7ης Ιουλίου 2022.

Ο Προεδρεύων ΑντιπρόεδροςΗ Γραμματέας

Ι. Β. ΓράβαρηςΕλ. Γκίκα

./.

Στοιχεία Απόφασης

Συμβούλιο της Επικρατείας
Ολομέλεια
Απόφαση
Α1478/2022
07/07/2022
Αίτηση ακυρώσεως
Ε1355/2021
Ολομέλεια
ECLI:EL:COS:2022:0707A1478.21E1355
*** *** κ.λπ. (4)
ΥΠ. ΠΑΙΔΕΙΑΣ & ΘΡΗΣΚΕΥΜΑΤΩΝ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Μπορείτε να δείτε τις προηγούμενες δημοσιεύσεις του ιστολογίου μας πατώντας το Παλαιότερες αναρτήσεις (δείτε δεξιά)