Έκφρασις θεολογικής αγωνίας
Με πολλάς αναγνώσεις και πολλούς αποδέκτας
του Ηλία Δ. Μπάκου
Από την εφημερίδα «Ορθόδοξος Τύπος», 1/10 και 8/10 2010
Είναι γνωστό στην εκπαιδευτική κοινωνία και ιδιαίτερα στους θεολόγους εκπαιδευτικούς και μη ότι το Υπουργείον Παιδείας από το 1982 και εντεύθεν αρνείται το διάλογο για το Μάθημα των Θρησκευτικών και τα συναφή προς αυτό ζητήματα με την Πανελλήνια Ένωση Θεολόγων. Εμείς όμως επιμένουμε κρούοντες την θύρα της Πολιτείας και συνεχώς υποβάλλουμε στην πολιτική ηγεσία του Υπουργειου Παιδείας τα Υπομνήματά μας, κατά περίπτωση, για θέματα που αφορούν το Μάθημα των Θρησκευτικών, τη Θρησκευτική και εθνική αγωγή των νέων μας και της κοινωνίας γενικώτερον.
Τα δύο τελευταία χρόνια κατ᾽ επανάληψη και επιμόνως, παρακαλούμε προφορικώς και εγγράφως τον Μακαριώτατο Αρχιεπίκοπο Αθηνων και πάσης Ελλάδος κ. Ιερώνυμο να δεχθεί το Δ.Σ. της ΠΕΘ για θέματα που έχουν σχέση με τη θρησκευτική Αγωγή των νέων στην Πρωτοβάθμια και Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση και τα σχολικά Βιβλία των Θρησκευτικών, χωρίς όμως το αίτημά μας να ικανοποιείται......
Επειδή, ως Γενικός Γραμματέας της ΠΕΘ και Αρχισυντάκτης του Περιοδικού «Κοινωνία», στο οποίο δημοσιεύονται οι Δραστηριότητες της ΠΕΘ και η όλη αλληλογραφία της για την οποία είμαι και υπεύθυνος κατά το Καταστατικό της Ενώσεως, γνωρίζω τα παραπάνω. Και επειδή δεν έχω το δικαίωμα της σιωπής ή της παραιτήσεως των αιτημάτων του Θεολογικού Κλαδου, αυτή τη φορά απευθύνομαι ως απλός θεολόγος πρωτίστως στον Μακαριώτατο Αρχιεπίσκοπο κ. Ιερώνυμο, στα μέλη της Δ. Ι. Συνόδου και στους Σεπτούς Ιεράρχες της Εκκλησίας, στη θεολογική κοινότητα και δευτερευόντως στην Πολιτειακή και Πνευματική ηγεσία του Έθνους μας.
Μακαριώτατε,
Άγιοι Αρχιερείς της Εκκλησίας της Ελλάδος,
Η επιστολή μου αυτή: «έκφραση θεολογικής αγωνίας με πολλές αναγνώσεις και πολλούς αποδέκτες» έχει προσωπικό χαρακτήρα.
Εκφράζω τον εαυτό μου και μόνον, ακόμη και στα σημεία που επικαλούμαι μαρτυρίες άλλων, κρισεις και απόψεις. Αυτό γίνεται για να καταστήσω σαφέστερο το λόγο μου με την αναφορά σε γνωστά θεματα-κοινά σε όλους μας. Αναμφισβήτητα η προσωπική έκφραση θεολογικής αγωνίας και πικρίας αυτομάτως, λόγω της σοβαρότητος του θέματος, απηχεί και εκφράζει μια καθολικότητα, και έχει γενικώτερη αποδοχή.
1. Το Μάθημα των Θρησκευτικών και οι παρενέργειες
Με αφορμή τη συνάντηση της ΠΕΘ με τη Συνοδική Επιτροπή για τη νεότητα και την Παιδεία στις 11Μαρτίου 2010 σχετικά με το μάθημα των Θρησκευτικών, συντάχθηκε το παρακάτω κείμενο για το μαθημα των θρησκευτικών.
Με τις εγκυκλίους του Υπουργείου Παιδείας, Δια βίου μάθησης και Θρησκευμάτων περί απαλλαγής των ετεροδόξων η αλλοθρήσκων μαθητών από το μάθημα των Θρησκευτικών το 2008, ανεφύη, κατά παράδοξον τρόπον από κάποιους κύκλους, και θέμα αλλαγής του χαρακτήρος του Μαθήματος των Θρησκευτικών. Το θέμα πρωτοεμφανίστηκε σε Υπόμνημα των θεολόγων του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου, προς τον τότε Υπουργό Εθνικης Παιδείας κ. Ευριπίδη Στυλιανίδη(Σεπτέμβριοςτού 2008). Το υπόμνημα των τριών θεολόγων εντελώς άτυπον: δεν υπεβλήθη στο Συμβούλιο του Π.Ι., ούτε διεβιβάσθη με αριθμό πρωτοκόλλου του Π.Ι και ασφαλώς δεν εστάλη ιεραρχικώς.
Δεν γνωρίζουμε την αντίδραση του κ. Υπουργού τόσον προς το περιεχόμενο του Υπομνήματος, όσον και ως προς την καθ᾽ υπέρβαση της ιεραρχίας και της υπηρεσιακής ταξεως αποστολή αυτού. Ως προς το περιεχόμενό του επισημαίνουμε περιληπτικώς τα εξής: Ζητείται ανάκληση της υπουργικής Εγκυκλίου περί απαλλαγής των μαθητών από το μάθημα των Θρησκευτικών, β) προτείνεται όμως αλλαγή του χαρακτήρος του Μαθήματος, αποκοπη αυτού από την Εκκλησίαν και για την υλοποίηση των προτάσεών τους προτείνουν: «νέα νομιμοποιητική βάση»! Δηλαδή τροποποίηση του Συντάγματος και κατάργηση της Νομοθεσίας που προβλέπει την διάπλαση ορθοδόξου χριστιανικής συνειδήσεως των μαθητών (άρθρο 16 του Συντάγματος, Νόμος 1566/85 και 590/77, ώστε το μάθημα να γίνει γνωστικό, Θρησκειολογικό κ.λπ. Το μήνυμα του υπομνήματος αυτού απηχούν και θεολόγοι της περιοχής των Πατρων, 14 τον αριθμό, σε σχετικό Κείμενό τους, με το οποίο και αυτοί ζητούν «νέα νομιμοποιητική βάση».
Η ενορχήστρωση κατά του μαθήματος των θρησκευτικών γίνεται τραγική σε κείμενο, υπογραφόμενο από 44 θεολόγους, απευθυνόμενο στον Μακαριώτατο Αρχεπίσκοπο Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ.κ. Ιερώνυμο. Οι παραπάνω συνάδελφοι διαμαρτύρονται προς τον Μακαριώτατο και την Ιεράν Σύνοδον, διότι σε Ημερίδα που έγινε την 22 Νοεμβρίου στο Διορθόδοξο Κεντρο της Ιεράς Μονής Κοιμήσεως της Θεοτόκου Πεντέλης με πρωτοβουλία της ΠΕΘ και των Θεολογικών Σχολών Αθηνών και Θεσσαλονίκης και υπό την αιγίδα του Μακαριωτάτου Αρχιεπισκόπου και της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος η ΠΕΘ εισηγήθηκε τον διορισμό θεολόγων στη Δημοτική εκπαίδευση και την διεύρυνση και στήριξη του Μαθήματος των θρησκευτικών στην Πρωτοβάθμια και Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση και στην Επαγγελματική και Τεχνολογική Εκπαίδευση!
Οι συνάδελφοι αυτοί χαρακτηρίζουν την πρωτοβουλία της ΠΕΘ «συντεχνιακή» και αρνούνται την αύξηση των ωρών διδασκαλίας του μαθήματος, τον διορισμό των θεολόγων στη Δημοτική εκπαίδευση, την αξιοποίηση των αδιορίστων θεολόγων από την Εκκλησία, καθώς και τον Ορθόδοξο χριστιανικό χαρακτήρα του μαθήματος. Απορίας άξιον είναι και το γεγονός ότι ενώ το έγγραφο των 44 συναδέλφων θεολόγων είχε παραλήπτη τον Μακαριώτατο Αρχιεπίσκοπο Αθηνών κ. Ιερώνυμο, το Γραφείο του Μακαριωτάτου κοινοποίησε το εν λόγω έγγραφο στο Υπουργείο Παιδείας.
Αλλη ομάδα μη θεολόγων, επιστημόνων διαφόρων ειδικοτήτων με πρωτοβουλία του κ. Νικήτα Αλιπράντη οργάνωσε ομιλία στην Αθήνα καί στη Θεσσαλονίκη ερήμην της Εκκλησίας καί της Πανελληνίου Ενώσεως Θεολόγων, η οποία ασχολήθηκε με το χαρακτήρα του Μαθήματος των Θρησκευτικών καί πρότεινε το μάθημα να χαρακτηρίζεται αρχικώς ως «χριστιανικός πολιτισμός», καί αργότερα: «Μάθημα χριστιανικής Κληρονομιάς». Στό ίδιο, σχεδόν ακριβώς πνεύμα των 44 περί «συντεχνίας» των Θεολόγων κινείται καί η Ομάδα Αλιπράντη, οι όποιοι δικαιολογούν τον αποκλεισμό των Θεολόγων στην Ομάδα τους ως έξης: «Ο λόγος αυτής της εξαίρεσης έγκειται στο ότι η συμμετοχή των Θεολόγων θα μπορούσε ενδεχομένως να θεωρηθεί ότι οφείλεται σε λόγους προάσπισης επαγγελματικών συμφερόντων» (Βλ. Σύναξη, τεύχος 111 (2009) 85 ύποσημ. 1). Την προσωνυμία «Μάθημα Χριστιανικής Κληρονομιάς» στηρίζει στην εξής επιχειρηματολογία: «Ας σημειωθεί ότι το επιστημονικό περιοδικό του Οικουμενικού Πατριαρχείου Κληρονομιά (εκδίδεται στη Θεσσαλονίκη), όπως καί η Ακαδημία Αθηνών εστιάζει την προσοχήν της στην «γλωσσική μας κληρονομιά» (Βλ. Σύναξη 111 (2009) 92, ύποσημ. 17). Δεν σχολιάζουμε τα επιχειρήματα αυτά. Οφείλουν όμως να τα σχολιάσουν οι υπογράφοντες το Υπόμνημα Αλιπράντη καί ας εξετάσουν εάν όλα αυτά συνάδουν με την επιστημονική καί πνευματική ιδιότητα τους.
Συνεπίκουρος αυτών έρχεται η καλύτερα στην ίδια γραμμή κινείται καί η λεγόμενη θεολογική Ακαδημία Βόλου, η οποία καταλήγει δια γραφίδας του Σεβασμιωτάτου κ. Ιγνατίου, όπως παρουσιάζεται στην εισήγηση του σε Ημερίδα του Περιοδικού Σύναξη: «ότι το μάθημα των Θρησκευτικών πρέπει να είναι μάθημα για όλους», δηλ. Θρησκειολογικό, το όποιο θα παρακολουθούν ετερόδοξοι καί αλλόδοξοι μαθητές.
Τέλος η Υπουργός Παιδείας, Δια βίου Μάθησης καί Θρησκευμάτων ευρισκόμενη στην Κύπρο προ μηνός δήλωσε ότι «το Μάθημα των Θρησκευτικών μπορεί να γίνει προαιρετικό» (Καθημερινή 7-2-2010 Λευκωσίας). Ενώ βάσει του Συντάγματος καί της κείμενης Νομοθεσίας το Μάθημα είναι υποχρεωτικό καί χριστιανικό ορθόδοξο για να διαπλάθει ορθόδοξο χριστιανική συνείδηση.
Το Ραδιόφωνο της Εκκλησίας της Ελλάδος για όλα αυτά καί για τα εθνικά θέματα σιωπά.
Ευτυχώς για τα εθνικά μίλησε ο Μίκης Θεοδωράκης καί για τα εθνικά καί θρησκευτικά ο πρ. Υπουργός Παιδείας καί ακαδημαϊκός Κων. Δεσποτόπουλος.
Για το μάθημα των Θρησκευτικών ποιος θα μιλήσει καί από ποιο βήμα;
Τούτων ούτως εχόντων αδυνατούμε να κατανοήσουμε τίς παραπάνω πρωτοβουλίες για «νέα νομιμοποιητική βάση» καί για αλλαγή του χαρακτήρας του μαθήματος, δηλ. να γίνει Θρησκειολογικό, γνωστικό, κ.λπ. καί να μη παραμείνει ως έχει με όλα τα γνωρίσματα ενός Ορθοδόξου χριστιανικού μαθήματος. Ο χαρακτήρας και η υποχρεωτικότητα αλλά και οι ελάχιστες ώρες διδασκαλίας (δύο την εβδομάδα) είναι καθορισμένα από το Σύνταγμα άρθρα 3 καί 16 καί 2) από το Νόμο 1566/85,3) από το Νόμο 590/77, 4) από τις αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας 3356/1995 και 2076/1998, το όποιον δέχεται κατηγορηματικά «ότι το μάθημα των Θρησκευτικών πρέπει να διδάσκεται σύμφωνα με το ορθόδοξο χριστιανικό δόγμα και οι μαθηταί οι όποιοι είναι ετερόδοξοι, αλλόθρησκοι ή άθεοι δικαιούνται να απέχουν αζημίως της παρακολουθήσεως του Μαθήματος αυτού, ώστε να διαφυλάσσεται η ελευθερία της θρησκευτικής τους ελευθερίας». Αλλά και η ευρωπαϊκή Σύμβαση ανθρωπίνων δικαιωμάτων (ΕΣΔΑ) στο άρθρο 2 του πρώτου προσθέτου Πρωτοκόλλου αναφέρει ότι κάθε ευρωπαϊκό κράτος οφείλει να παρέχει εκπαίδευση εις τους μαθητάς σύμφωνη με τις θρησκευτικές πεποιθήσεις των γονέων. Αλλά καί «τα Γερμανικά δικαστήρια έχουν δεχθεί ότι η αρνητική Θρησκευτική ελευθερία δεν είναι δυνατόν να κατισχύσει της θετικής θρησκευτικής ελευθερίας, υπό την έννοιαν ότι η αρνητική θρησκευτική ελευθερία της μειοψηφίας προστατεύεται μεν όχι όμως εις βάρος της θετικής θρησκευτικής ελευθερίας της πλειοψηφίας» (Αν. Μαρίνου, Δρ. Ν. Αντιπροέδρου του Συμβουλίου της Έπκρατείας έπτ., Εστία 29-1-2010). Η θέση του Οικουμενικού Πατριαρχείου για το μάθημα των Θρησκευτικών, όπως αυτή εκφράζεται δια του Πατριάρχου Βαρθολομαίου είναι σύμφωνος με τα παραπάνω και δεν αφήνει περιθώρια για θρησκειολογία ή κάτι άλλο, όπως κάποιοι άλλοι προτείνουν. Ο λόγος του στο Παιδαγωγικό Τμήμα Δημοτικής Εκπαιδεύσεως του Πανεπιστημίου Δυτικής Μακεδονίας-Φλώρινα 17-9-2005-είναι καταλυτικός για όσους επιχειρούν αλλοτρίωση, περιορισμό ή και κατάργηση(!) της Ορθοδόξου Χριστιανικής Αγωγής, (βλ. Εκκλησία, Οκτώβριος 2005, αριθμ. 10). Η δε θέση της Εκκλησίας της Ελλάδος για τον χαρακτήρα του Μαθήματος των Θρησκευτικών και τα σχολικά Βιβλία εκφράζεται στο ύπ' αριθμ. πρωτ. 5080/27-11-06 υπόμνημα της προς το Υπουργείο Παιδείας. Για το ίδιο θέμα η ΠΕΘ διατύπωσε τις θέσεις της σε υπόμνημα της επίσης προς το Υπουργείο Παιδείας (αριθμ Πρωτ. 210/10-7-07).
Από τους προαναφερθέντες κύκλους -θεολόγων καί μη- μας προέκυψε ο «Πανελλήνιος Σύνδεσμος Θεολόγων Ο ΚΑΙΡΟΣ». Τα πρόσωπα καί η διακήρυξη τους είναι γνωστά. Ελπίζουμε, επειδή κάποιοι από τους πρωτεργάτες των ανωτέρω πρωτοβουλιών τελευταίως έγιναν καί συνεργάτες της Εκκλησίας της Ελλάδος καί των Συνοδικών Επιτροπών, των Εκκλησιαστικών περιοδικών καί του Ραδιοφωνικού Σταθμού, ότι θα αναθεωρήσουν τίς θέσεις των υπομνημάτων τους καί τις άλλες συναφείς δραστηριότητες τους προς το συμφέρον της Ορθοδόξου Πίστεως της Εκκλησίας, της Παιδείας καί των φορέων της.
Επίσης ελπίζουμε και αγωνιζόμαστε προς την κατεύθυνση να αλλάξουν τα σχολικά βιβλία, τα όποια εγράφησαν σύμφωνα με τα Αναλυτικά προγράμματα (ΦΕΚ 303, τ.Β΄ 13-3-2003) καί το Νόμο 2929/2001 καί να συνταχθούν νέα Αναλυτικά Προγράμματα καί να εκπονηθούν σχολικά βιβλία με παιδαγωγικό χαρακτήρα, ελληνική συνείδηση και με ορθόδοξο χριστιανικο περιεχόμενο στην πληρότητά του.
Από τα όσα εκθέσαμε παραπάνω καθίσταται φανερόν ότι η Συνοδική Επιτροπή για το μάθημα των Θρησκευτικών οφείλει να στηριχθεί στο Σύνταγμα καί τους Νόμους του Κράτους καί της Ευρωπαϊκής Ένωσης προκειμένου να προστατεύσει αφ ενός μεν τον χαρακτήρα καί την υποχρεωτικότητα του Μαθήματος των Θρησκευτικών καί αφ ετέρου τίς σχέσεις της με την Πολιτεία. Ευχόμαστε η Συνοδική επιτροπή Παιδείας, της οποίας προεδρεύει ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Δημητριάδος κ. Ιγνάτιος με εμπεριστατωμένο υπόμνημα της προς το Υπουργείο Παιδείας να αναιρέσει με παιδαγωγική, θεολογική και εκκλησιολογική τεκμηρίωση τα Υπομνήματα: 1) Γιαγκάζογλου κ.ά. 2) Αλιπράντη καί 3) των 44 θεολόγων, καί 4) να ζητήσει νέα Αναλυτικά προγράμματα καί σχολικά βιβλία σύμφωνα με το πνεύμα του υπ΄ αριθμ. 5080/27-11-2006 υπομνήματος της Εκκλησίας της Ελλάδος προς το τότε Υπουργείο Εθνικής Παιδείας καί Θρησκευμάτων. Ισως τότε να μη έχουμε βιβλία Θρησκευτικών, όπως για παράδειγμα τα Θρησκευτικά της ΣΤ' Δημοτικού, με το έμβλημα της παγκοσμιοποιήσεως στο εξώφυλλο (Ο Χριστός στο μέσον των ιδρυτών διαφόρων θρησκειών και ο Δίας να κεραυνοβολεί στο κεφάλι τον Θεάνθρωπο Ιησού)· επίτευγμα καί αυτό κάποιων θεολόγων, πού προαναφέραμε. Το θέμα όμως είναι τόσο σοβαρό πού θα πρέπει να παραπεμφθεί στην Ιεραρχία της Εκκλησίας της Ελλάδος.
Στή φαρέτρα μας, εκτός από την Ορθόδοξο πίστη της Εκκλησίας μας, έχουμε το Σύνταγμα της Ελλάδος, τους Νόμους του Κράτους καί της Ευρωπαϊκής Ένωσης προκειμένου να υπερασπίσουμε το μάθημα των Θρησκευτικών και την Ελληνορθόδοξη παιδεία μας με θεανθρωποκεντρική θεώρηση.
Επειδή, ως Γενικός Γραμματέας της ΠΕΘ και Αρχισυντάκτης του Περιοδικού «Κοινωνία», στο οποίο δημοσιεύονται οι Δραστηριότητες της ΠΕΘ και η όλη αλληλογραφία της για την οποία είμαι και υπεύθυνος κατά το Καταστατικό της Ενώσεως, γνωρίζω τα παραπάνω. Και επειδή δεν έχω το δικαίωμα της σιωπής ή της παραιτήσεως των αιτημάτων του Θεολογικού Κλαδου, αυτή τη φορά απευθύνομαι ως απλός θεολόγος πρωτίστως στον Μακαριώτατο Αρχιεπίσκοπο κ. Ιερώνυμο, στα μέλη της Δ. Ι. Συνόδου και στους Σεπτούς Ιεράρχες της Εκκλησίας, στη θεολογική κοινότητα και δευτερευόντως στην Πολιτειακή και Πνευματική ηγεσία του Έθνους μας.
Μακαριώτατε,
Άγιοι Αρχιερείς της Εκκλησίας της Ελλάδος,
Η επιστολή μου αυτή: «έκφραση θεολογικής αγωνίας με πολλές αναγνώσεις και πολλούς αποδέκτες» έχει προσωπικό χαρακτήρα.
Εκφράζω τον εαυτό μου και μόνον, ακόμη και στα σημεία που επικαλούμαι μαρτυρίες άλλων, κρισεις και απόψεις. Αυτό γίνεται για να καταστήσω σαφέστερο το λόγο μου με την αναφορά σε γνωστά θεματα-κοινά σε όλους μας. Αναμφισβήτητα η προσωπική έκφραση θεολογικής αγωνίας και πικρίας αυτομάτως, λόγω της σοβαρότητος του θέματος, απηχεί και εκφράζει μια καθολικότητα, και έχει γενικώτερη αποδοχή.
1. Το Μάθημα των Θρησκευτικών και οι παρενέργειες
Με αφορμή τη συνάντηση της ΠΕΘ με τη Συνοδική Επιτροπή για τη νεότητα και την Παιδεία στις 11Μαρτίου 2010 σχετικά με το μάθημα των Θρησκευτικών, συντάχθηκε το παρακάτω κείμενο για το μαθημα των θρησκευτικών.
Με τις εγκυκλίους του Υπουργείου Παιδείας, Δια βίου μάθησης και Θρησκευμάτων περί απαλλαγής των ετεροδόξων η αλλοθρήσκων μαθητών από το μάθημα των Θρησκευτικών το 2008, ανεφύη, κατά παράδοξον τρόπον από κάποιους κύκλους, και θέμα αλλαγής του χαρακτήρος του Μαθήματος των Θρησκευτικών. Το θέμα πρωτοεμφανίστηκε σε Υπόμνημα των θεολόγων του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου, προς τον τότε Υπουργό Εθνικης Παιδείας κ. Ευριπίδη Στυλιανίδη(Σεπτέμβριοςτού 2008). Το υπόμνημα των τριών θεολόγων εντελώς άτυπον: δεν υπεβλήθη στο Συμβούλιο του Π.Ι., ούτε διεβιβάσθη με αριθμό πρωτοκόλλου του Π.Ι και ασφαλώς δεν εστάλη ιεραρχικώς.
Δεν γνωρίζουμε την αντίδραση του κ. Υπουργού τόσον προς το περιεχόμενο του Υπομνήματος, όσον και ως προς την καθ᾽ υπέρβαση της ιεραρχίας και της υπηρεσιακής ταξεως αποστολή αυτού. Ως προς το περιεχόμενό του επισημαίνουμε περιληπτικώς τα εξής: Ζητείται ανάκληση της υπουργικής Εγκυκλίου περί απαλλαγής των μαθητών από το μάθημα των Θρησκευτικών, β) προτείνεται όμως αλλαγή του χαρακτήρος του Μαθήματος, αποκοπη αυτού από την Εκκλησίαν και για την υλοποίηση των προτάσεών τους προτείνουν: «νέα νομιμοποιητική βάση»! Δηλαδή τροποποίηση του Συντάγματος και κατάργηση της Νομοθεσίας που προβλέπει την διάπλαση ορθοδόξου χριστιανικής συνειδήσεως των μαθητών (άρθρο 16 του Συντάγματος, Νόμος 1566/85 και 590/77, ώστε το μάθημα να γίνει γνωστικό, Θρησκειολογικό κ.λπ. Το μήνυμα του υπομνήματος αυτού απηχούν και θεολόγοι της περιοχής των Πατρων, 14 τον αριθμό, σε σχετικό Κείμενό τους, με το οποίο και αυτοί ζητούν «νέα νομιμοποιητική βάση».
Η ενορχήστρωση κατά του μαθήματος των θρησκευτικών γίνεται τραγική σε κείμενο, υπογραφόμενο από 44 θεολόγους, απευθυνόμενο στον Μακαριώτατο Αρχεπίσκοπο Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ.κ. Ιερώνυμο. Οι παραπάνω συνάδελφοι διαμαρτύρονται προς τον Μακαριώτατο και την Ιεράν Σύνοδον, διότι σε Ημερίδα που έγινε την 22 Νοεμβρίου στο Διορθόδοξο Κεντρο της Ιεράς Μονής Κοιμήσεως της Θεοτόκου Πεντέλης με πρωτοβουλία της ΠΕΘ και των Θεολογικών Σχολών Αθηνών και Θεσσαλονίκης και υπό την αιγίδα του Μακαριωτάτου Αρχιεπισκόπου και της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος η ΠΕΘ εισηγήθηκε τον διορισμό θεολόγων στη Δημοτική εκπαίδευση και την διεύρυνση και στήριξη του Μαθήματος των θρησκευτικών στην Πρωτοβάθμια και Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση και στην Επαγγελματική και Τεχνολογική Εκπαίδευση!
Οι συνάδελφοι αυτοί χαρακτηρίζουν την πρωτοβουλία της ΠΕΘ «συντεχνιακή» και αρνούνται την αύξηση των ωρών διδασκαλίας του μαθήματος, τον διορισμό των θεολόγων στη Δημοτική εκπαίδευση, την αξιοποίηση των αδιορίστων θεολόγων από την Εκκλησία, καθώς και τον Ορθόδοξο χριστιανικό χαρακτήρα του μαθήματος. Απορίας άξιον είναι και το γεγονός ότι ενώ το έγγραφο των 44 συναδέλφων θεολόγων είχε παραλήπτη τον Μακαριώτατο Αρχιεπίσκοπο Αθηνών κ. Ιερώνυμο, το Γραφείο του Μακαριωτάτου κοινοποίησε το εν λόγω έγγραφο στο Υπουργείο Παιδείας.
Αλλη ομάδα μη θεολόγων, επιστημόνων διαφόρων ειδικοτήτων με πρωτοβουλία του κ. Νικήτα Αλιπράντη οργάνωσε ομιλία στην Αθήνα καί στη Θεσσαλονίκη ερήμην της Εκκλησίας καί της Πανελληνίου Ενώσεως Θεολόγων, η οποία ασχολήθηκε με το χαρακτήρα του Μαθήματος των Θρησκευτικών καί πρότεινε το μάθημα να χαρακτηρίζεται αρχικώς ως «χριστιανικός πολιτισμός», καί αργότερα: «Μάθημα χριστιανικής Κληρονομιάς». Στό ίδιο, σχεδόν ακριβώς πνεύμα των 44 περί «συντεχνίας» των Θεολόγων κινείται καί η Ομάδα Αλιπράντη, οι όποιοι δικαιολογούν τον αποκλεισμό των Θεολόγων στην Ομάδα τους ως έξης: «Ο λόγος αυτής της εξαίρεσης έγκειται στο ότι η συμμετοχή των Θεολόγων θα μπορούσε ενδεχομένως να θεωρηθεί ότι οφείλεται σε λόγους προάσπισης επαγγελματικών συμφερόντων» (Βλ. Σύναξη, τεύχος 111 (2009) 85 ύποσημ. 1). Την προσωνυμία «Μάθημα Χριστιανικής Κληρονομιάς» στηρίζει στην εξής επιχειρηματολογία: «Ας σημειωθεί ότι το επιστημονικό περιοδικό του Οικουμενικού Πατριαρχείου Κληρονομιά (εκδίδεται στη Θεσσαλονίκη), όπως καί η Ακαδημία Αθηνών εστιάζει την προσοχήν της στην «γλωσσική μας κληρονομιά» (Βλ. Σύναξη 111 (2009) 92, ύποσημ. 17). Δεν σχολιάζουμε τα επιχειρήματα αυτά. Οφείλουν όμως να τα σχολιάσουν οι υπογράφοντες το Υπόμνημα Αλιπράντη καί ας εξετάσουν εάν όλα αυτά συνάδουν με την επιστημονική καί πνευματική ιδιότητα τους.
Συνεπίκουρος αυτών έρχεται η καλύτερα στην ίδια γραμμή κινείται καί η λεγόμενη θεολογική Ακαδημία Βόλου, η οποία καταλήγει δια γραφίδας του Σεβασμιωτάτου κ. Ιγνατίου, όπως παρουσιάζεται στην εισήγηση του σε Ημερίδα του Περιοδικού Σύναξη: «ότι το μάθημα των Θρησκευτικών πρέπει να είναι μάθημα για όλους», δηλ. Θρησκειολογικό, το όποιο θα παρακολουθούν ετερόδοξοι καί αλλόδοξοι μαθητές.
Τέλος η Υπουργός Παιδείας, Δια βίου Μάθησης καί Θρησκευμάτων ευρισκόμενη στην Κύπρο προ μηνός δήλωσε ότι «το Μάθημα των Θρησκευτικών μπορεί να γίνει προαιρετικό» (Καθημερινή 7-2-2010 Λευκωσίας). Ενώ βάσει του Συντάγματος καί της κείμενης Νομοθεσίας το Μάθημα είναι υποχρεωτικό καί χριστιανικό ορθόδοξο για να διαπλάθει ορθόδοξο χριστιανική συνείδηση.
Το Ραδιόφωνο της Εκκλησίας της Ελλάδος για όλα αυτά καί για τα εθνικά θέματα σιωπά.
Ευτυχώς για τα εθνικά μίλησε ο Μίκης Θεοδωράκης καί για τα εθνικά καί θρησκευτικά ο πρ. Υπουργός Παιδείας καί ακαδημαϊκός Κων. Δεσποτόπουλος.
Για το μάθημα των Θρησκευτικών ποιος θα μιλήσει καί από ποιο βήμα;
Τούτων ούτως εχόντων αδυνατούμε να κατανοήσουμε τίς παραπάνω πρωτοβουλίες για «νέα νομιμοποιητική βάση» καί για αλλαγή του χαρακτήρας του μαθήματος, δηλ. να γίνει Θρησκειολογικό, γνωστικό, κ.λπ. καί να μη παραμείνει ως έχει με όλα τα γνωρίσματα ενός Ορθοδόξου χριστιανικού μαθήματος. Ο χαρακτήρας και η υποχρεωτικότητα αλλά και οι ελάχιστες ώρες διδασκαλίας (δύο την εβδομάδα) είναι καθορισμένα από το Σύνταγμα άρθρα 3 καί 16 καί 2) από το Νόμο 1566/85,3) από το Νόμο 590/77, 4) από τις αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας 3356/1995 και 2076/1998, το όποιον δέχεται κατηγορηματικά «ότι το μάθημα των Θρησκευτικών πρέπει να διδάσκεται σύμφωνα με το ορθόδοξο χριστιανικό δόγμα και οι μαθηταί οι όποιοι είναι ετερόδοξοι, αλλόθρησκοι ή άθεοι δικαιούνται να απέχουν αζημίως της παρακολουθήσεως του Μαθήματος αυτού, ώστε να διαφυλάσσεται η ελευθερία της θρησκευτικής τους ελευθερίας». Αλλά και η ευρωπαϊκή Σύμβαση ανθρωπίνων δικαιωμάτων (ΕΣΔΑ) στο άρθρο 2 του πρώτου προσθέτου Πρωτοκόλλου αναφέρει ότι κάθε ευρωπαϊκό κράτος οφείλει να παρέχει εκπαίδευση εις τους μαθητάς σύμφωνη με τις θρησκευτικές πεποιθήσεις των γονέων. Αλλά καί «τα Γερμανικά δικαστήρια έχουν δεχθεί ότι η αρνητική Θρησκευτική ελευθερία δεν είναι δυνατόν να κατισχύσει της θετικής θρησκευτικής ελευθερίας, υπό την έννοιαν ότι η αρνητική θρησκευτική ελευθερία της μειοψηφίας προστατεύεται μεν όχι όμως εις βάρος της θετικής θρησκευτικής ελευθερίας της πλειοψηφίας» (Αν. Μαρίνου, Δρ. Ν. Αντιπροέδρου του Συμβουλίου της Έπκρατείας έπτ., Εστία 29-1-2010). Η θέση του Οικουμενικού Πατριαρχείου για το μάθημα των Θρησκευτικών, όπως αυτή εκφράζεται δια του Πατριάρχου Βαρθολομαίου είναι σύμφωνος με τα παραπάνω και δεν αφήνει περιθώρια για θρησκειολογία ή κάτι άλλο, όπως κάποιοι άλλοι προτείνουν. Ο λόγος του στο Παιδαγωγικό Τμήμα Δημοτικής Εκπαιδεύσεως του Πανεπιστημίου Δυτικής Μακεδονίας-Φλώρινα 17-9-2005-είναι καταλυτικός για όσους επιχειρούν αλλοτρίωση, περιορισμό ή και κατάργηση(!) της Ορθοδόξου Χριστιανικής Αγωγής, (βλ. Εκκλησία, Οκτώβριος 2005, αριθμ. 10). Η δε θέση της Εκκλησίας της Ελλάδος για τον χαρακτήρα του Μαθήματος των Θρησκευτικών και τα σχολικά Βιβλία εκφράζεται στο ύπ' αριθμ. πρωτ. 5080/27-11-06 υπόμνημα της προς το Υπουργείο Παιδείας. Για το ίδιο θέμα η ΠΕΘ διατύπωσε τις θέσεις της σε υπόμνημα της επίσης προς το Υπουργείο Παιδείας (αριθμ Πρωτ. 210/10-7-07).
Από τους προαναφερθέντες κύκλους -θεολόγων καί μη- μας προέκυψε ο «Πανελλήνιος Σύνδεσμος Θεολόγων Ο ΚΑΙΡΟΣ». Τα πρόσωπα καί η διακήρυξη τους είναι γνωστά. Ελπίζουμε, επειδή κάποιοι από τους πρωτεργάτες των ανωτέρω πρωτοβουλιών τελευταίως έγιναν καί συνεργάτες της Εκκλησίας της Ελλάδος καί των Συνοδικών Επιτροπών, των Εκκλησιαστικών περιοδικών καί του Ραδιοφωνικού Σταθμού, ότι θα αναθεωρήσουν τίς θέσεις των υπομνημάτων τους καί τις άλλες συναφείς δραστηριότητες τους προς το συμφέρον της Ορθοδόξου Πίστεως της Εκκλησίας, της Παιδείας καί των φορέων της.
Επίσης ελπίζουμε και αγωνιζόμαστε προς την κατεύθυνση να αλλάξουν τα σχολικά βιβλία, τα όποια εγράφησαν σύμφωνα με τα Αναλυτικά προγράμματα (ΦΕΚ 303, τ.Β΄ 13-3-2003) καί το Νόμο 2929/2001 καί να συνταχθούν νέα Αναλυτικά Προγράμματα καί να εκπονηθούν σχολικά βιβλία με παιδαγωγικό χαρακτήρα, ελληνική συνείδηση και με ορθόδοξο χριστιανικο περιεχόμενο στην πληρότητά του.
Από τα όσα εκθέσαμε παραπάνω καθίσταται φανερόν ότι η Συνοδική Επιτροπή για το μάθημα των Θρησκευτικών οφείλει να στηριχθεί στο Σύνταγμα καί τους Νόμους του Κράτους καί της Ευρωπαϊκής Ένωσης προκειμένου να προστατεύσει αφ ενός μεν τον χαρακτήρα καί την υποχρεωτικότητα του Μαθήματος των Θρησκευτικών καί αφ ετέρου τίς σχέσεις της με την Πολιτεία. Ευχόμαστε η Συνοδική επιτροπή Παιδείας, της οποίας προεδρεύει ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Δημητριάδος κ. Ιγνάτιος με εμπεριστατωμένο υπόμνημα της προς το Υπουργείο Παιδείας να αναιρέσει με παιδαγωγική, θεολογική και εκκλησιολογική τεκμηρίωση τα Υπομνήματα: 1) Γιαγκάζογλου κ.ά. 2) Αλιπράντη καί 3) των 44 θεολόγων, καί 4) να ζητήσει νέα Αναλυτικά προγράμματα καί σχολικά βιβλία σύμφωνα με το πνεύμα του υπ΄ αριθμ. 5080/27-11-2006 υπομνήματος της Εκκλησίας της Ελλάδος προς το τότε Υπουργείο Εθνικής Παιδείας καί Θρησκευμάτων. Ισως τότε να μη έχουμε βιβλία Θρησκευτικών, όπως για παράδειγμα τα Θρησκευτικά της ΣΤ' Δημοτικού, με το έμβλημα της παγκοσμιοποιήσεως στο εξώφυλλο (Ο Χριστός στο μέσον των ιδρυτών διαφόρων θρησκειών και ο Δίας να κεραυνοβολεί στο κεφάλι τον Θεάνθρωπο Ιησού)· επίτευγμα καί αυτό κάποιων θεολόγων, πού προαναφέραμε. Το θέμα όμως είναι τόσο σοβαρό πού θα πρέπει να παραπεμφθεί στην Ιεραρχία της Εκκλησίας της Ελλάδος.
Στή φαρέτρα μας, εκτός από την Ορθόδοξο πίστη της Εκκλησίας μας, έχουμε το Σύνταγμα της Ελλάδος, τους Νόμους του Κράτους καί της Ευρωπαϊκής Ένωσης προκειμένου να υπερασπίσουμε το μάθημα των Θρησκευτικών και την Ελληνορθόδοξη παιδεία μας με θεανθρωποκεντρική θεώρηση.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου