πηγή: Εξαγόρευσις
Η νεοδιαφωτιστική ορολογική αστοχία σχετικά με το χαρακτήρα του μαθήματος των Θρησκευτικών
Γράφει ο κ. Σπυρίδων Παπακωστόπουλος
Θεολόγος Καθηγητής 1ου Γυμνασίου Βούλας με απόσπαση στο 1ο Γυμνάσιο Βάρης
Οι, κατά καιρούς, πολέμιοι ή αντιφρονούντες του μαθήματος των Θρησκευτικών προβάλλουν, σε ορολογικό επίπεδο, δύο βασικά επιχειρήματα, προκειμένου να αιτιολογήσουν γιατί είναι αντίθετοι τόσο με το περιεχόμενο όσο (ορισμένοι) και με την ίδια την ύπαρξη του μαθήματος εντός της ελληνικής σχολικής εκπαιδεύσεως. Οι όροι, λοιπόν, που χρησιμοποιούν σε επίπεδο επιχειρημάτων είναι οι εξής:
1. το μάθημα των Θρησκευτικών, όπως διδάσκεται μέχρι και σήμερα στα σχολεία της Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης, είναι ΟΜΟΛΟΓΙΑΚΟ.
2. Η διδασκαλία του εν λόγω μαθήματος, λόγω της μ ο ν ο θ ε μ α τ ι κ ή ς παράθεσης στοιχείων της Ορθοδόξου Χριστιανικής Διδασκαλίας, εγγίζει τα όρια του ΠΡΟΣΗΛΥΤΙΣΜΟΥ.
Όμως, είναι έτσι;.....Από πού αντλούν τα επιχειρήματα αυτά; Μήπως μόνο απ' αυτά πού ακούν; μόνο από τα βιβλία Θρησκευτικών, ίσως, των παιδιών τους; βρίσκονται οι ίδιοι μέσα στις τάξεις, ώστε να διαπιστώσουν εμπειρικά - βιωματικά, ότι οι Θεολόγοι Καθηγητές, όντως, διδάσκουν ομολογιακά και προσηλυτιστικά;
Μια από τις έννοιες της ΟΜΟΛΟΓΙΑΣ είναι η έκθεση από κάποιον της θρησκευτικής ή ιδεολογικής πίστης του.
ΕΡΩΤΗΣΗ: Ποιός, ανά την Ελλάδα, μάχιμος Καθηγητής Θεολόγος απαίτησε ταύτιση απόψεων ή αξιολόγησε τους μαθητές του με το κατά πόσον αυτοί (οι μαθητές) υιοθέτησαν όσα τους δίδαξε; Ποιός Θεολόγος βαθμολόγησε αρνητικά, ίσως, κάποιο γραπτό, στο οποίο, ενδεχομένως, να καταγράφηκε μια αντίθετη από το θρησκευτικό δόγμα άποψη ή αποτέλεσε αυτό κριτήριο δυσμενούς μεταχειρίσεως, από πλευράς Θεολόγου Καθηγητή, του εν λόγω μαθητή; Ποιός συνάδελφος πίεσε, ασκώντας ψυχολογική βία (βλέπε το φόβο της απουσίας), για υποχρεωτική συμμετοχή των μαθητών του σε εκκλησιασμό ή στην πρωινή προσευχή;
Συνεπώς, νομίζω ότι, πριν διατυπώσουμε παρόμοιες απόψεις περί ομολογιακού χαρακτήρα του μαθήματος, καλό θα ήταν να είχαμε γνώση για τα συμβαίνοντα εντός των σχολικών τάξεων, δηλαδή να είμαστε εντός και όχι εκτός της σχολικής πραγματικότητας.
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ: Κανείς Θεολόγος Καθηγητής δεν παραβιάζει την θρησκευτική συνείδηση και ελευθερία των μαθητών του. Το μάθημα είναι βασικά ΔΙΑΛΟΓΙΚΟ και αποσκοπεί, κυρίως, στην καλλιέργεια θρησκευτικού προβληματισμού στους μαθητές.
Απορριπτέο, κατά μείζονα λόγο, είναι ο περί προσηλυτισμού ισχυρισμός ορισμένων, που εύκολα, αβασάνιστα και άκαιρα εκφέρουν γνώμη (κακόβουλη), λόγω άγνοιας εννοιών ή εύκολης "ρητορικής" καταφυγής.
Με βάση, λοιπόν, τη Νομολογία των ελληνικών δικαστηρίων και τη διάταξη του άρθρου 4 του ΑΝ 1363/1938, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 2 του ΑΝ 1672/1939, σαφώς συνάγεται ότι για τη στοιχειοθέτηση του αδικήματος του προσηλυτισμού απαιτείται προσπάθεια προς διείσδυση στην θρησκευτική συνείδηση ετεροδόξου, με σκοπό την μεταβολή του περιεχομένου αυτής, εφόσον επιχειρείται με τα ενδεικτικώς στη διάταξη αυτή μέσα. Δηλαδή κάθε φύσεως παροχές ή υποσχέσεις τέτοιων παροχών ή άλλης ηθικής ή υλικής περιθάλψεως, με μέσα απατηλά, με κατάχρηση της απειρίας ή εμπιστοσύνης, με εκμετάλλευση της ανάγκης, της πνευματικής αδυναμίας ή της κουφότητας, άμεση ή έμμεση προσπάθεια κατευθυνόμενη προς τον προαναφερθέντα σκοπό.
Συνεπώς, ο προσηλυτισμός διαπράττεται με κάθε μέσο, αρκεί να γίνεται με τον προαναφερθέντα σκοπό.
Ο προσηλυτισμός είναι έγκλημα τυπικό και η απόπειρα προσηλυτισμού έχει αναχθεί σε αυτοτελές έγκλημα. Έτσι, το έγκλημα αυτό θεωρείται τετελεσμένο, ανεξαρτήτως αν η προσπάθεια διεισδύσεως ολοκληρωθεί ή όχι και εάν επήλθε ή όχι το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα. Ο σκοπός του δράστη πρέπει να κατευθύνεται στην μεταβολή του περιεχομένου της θρησκευτικής συνείδησης του προσηλυτιζόμενου. Η έννοια είναι ευρεία και δεν περιορίζεται μόνο στην μεταβολή των θρησκευτικών πεποιθήσεων.
Συνεπώς, ο προσηλυτισμός θεωρείται όχι μόνο η προσπάθεια προσχωρήσεως του ετεροδόξου σε άλλη θρησκεία, δόγμα ή αίρεση, αλλά γενικώς και κάθε προσπάθεια που δεν αποσκοπεί σε τέτοιο σκοπό, αλλά στην μεταβολή ορισμένων μόνο δοξασιών ή δογμάτων της ίδιας του προσηλυτιζόμενου θρησκείας.
Βάσει δε της Απόφασης του ΤριμΕφΑθ 3551/1986, δεν στοιχειοθετείται η αξιόποινη πράξη του προσηλυτισμού, όταν απλώς γίνεται διάδοση δοξασιών και δεν υπάρχει χρήση δόλιων μέσων ή πιέσεων προς ανώριμα άτομα για να εισδύσουν οι κατηγορούμενοι στη θρησκευτική τους συνείδηση και να την μεταβάλουν.
Κατόπιν των ανωτέρω σαφώς και απορρίπτεται η σύγχρονη νεοδιαφωτιστική ορολογία κατά του μαθήματος των Θρησκευτικών. Μάλιστα δε, προϊόντος του χρόνου αποκαλύπτεται, ολοένα και περισσότερο, το πραγματικό πρόσωπο της εν λόγω ορολογίας, η οποία ουσιαστικά θα επιθυμούσε (και εκεί ακριβώς στοχεύει) την κατάργηση του μαθήματος (προς απογοήτευση και όσων εκ των Ελλήνων Θεολόγων οραματίζονται το μάθημα ως υποχρεωτικό και μόνο θρησκειολογικό).
Άρα, η αποκάλυψη των προθέσεων της σύγχρονης νεοδιαφωτιστικής ιδεολογίας έχει ως κύριο μέλημα, χρησιμοποιώντας ως επικάλυμμα επιχειρηματολογία όρων που σχετίζονται με το χαρακτήρα του μαθήματος, να πλήξει τη ίδια την υπόσταση των Θρησκευτικών στο ελληνικό σχολείο.
Μια από τις έννοιες της ΟΜΟΛΟΓΙΑΣ είναι η έκθεση από κάποιον της θρησκευτικής ή ιδεολογικής πίστης του.
ΕΡΩΤΗΣΗ: Ποιός, ανά την Ελλάδα, μάχιμος Καθηγητής Θεολόγος απαίτησε ταύτιση απόψεων ή αξιολόγησε τους μαθητές του με το κατά πόσον αυτοί (οι μαθητές) υιοθέτησαν όσα τους δίδαξε; Ποιός Θεολόγος βαθμολόγησε αρνητικά, ίσως, κάποιο γραπτό, στο οποίο, ενδεχομένως, να καταγράφηκε μια αντίθετη από το θρησκευτικό δόγμα άποψη ή αποτέλεσε αυτό κριτήριο δυσμενούς μεταχειρίσεως, από πλευράς Θεολόγου Καθηγητή, του εν λόγω μαθητή; Ποιός συνάδελφος πίεσε, ασκώντας ψυχολογική βία (βλέπε το φόβο της απουσίας), για υποχρεωτική συμμετοχή των μαθητών του σε εκκλησιασμό ή στην πρωινή προσευχή;
Συνεπώς, νομίζω ότι, πριν διατυπώσουμε παρόμοιες απόψεις περί ομολογιακού χαρακτήρα του μαθήματος, καλό θα ήταν να είχαμε γνώση για τα συμβαίνοντα εντός των σχολικών τάξεων, δηλαδή να είμαστε εντός και όχι εκτός της σχολικής πραγματικότητας.
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ: Κανείς Θεολόγος Καθηγητής δεν παραβιάζει την θρησκευτική συνείδηση και ελευθερία των μαθητών του. Το μάθημα είναι βασικά ΔΙΑΛΟΓΙΚΟ και αποσκοπεί, κυρίως, στην καλλιέργεια θρησκευτικού προβληματισμού στους μαθητές.
Απορριπτέο, κατά μείζονα λόγο, είναι ο περί προσηλυτισμού ισχυρισμός ορισμένων, που εύκολα, αβασάνιστα και άκαιρα εκφέρουν γνώμη (κακόβουλη), λόγω άγνοιας εννοιών ή εύκολης "ρητορικής" καταφυγής.
Με βάση, λοιπόν, τη Νομολογία των ελληνικών δικαστηρίων και τη διάταξη του άρθρου 4 του ΑΝ 1363/1938, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 2 του ΑΝ 1672/1939, σαφώς συνάγεται ότι για τη στοιχειοθέτηση του αδικήματος του προσηλυτισμού απαιτείται προσπάθεια προς διείσδυση στην θρησκευτική συνείδηση ετεροδόξου, με σκοπό την μεταβολή του περιεχομένου αυτής, εφόσον επιχειρείται με τα ενδεικτικώς στη διάταξη αυτή μέσα. Δηλαδή κάθε φύσεως παροχές ή υποσχέσεις τέτοιων παροχών ή άλλης ηθικής ή υλικής περιθάλψεως, με μέσα απατηλά, με κατάχρηση της απειρίας ή εμπιστοσύνης, με εκμετάλλευση της ανάγκης, της πνευματικής αδυναμίας ή της κουφότητας, άμεση ή έμμεση προσπάθεια κατευθυνόμενη προς τον προαναφερθέντα σκοπό.
Συνεπώς, ο προσηλυτισμός διαπράττεται με κάθε μέσο, αρκεί να γίνεται με τον προαναφερθέντα σκοπό.
Ο προσηλυτισμός είναι έγκλημα τυπικό και η απόπειρα προσηλυτισμού έχει αναχθεί σε αυτοτελές έγκλημα. Έτσι, το έγκλημα αυτό θεωρείται τετελεσμένο, ανεξαρτήτως αν η προσπάθεια διεισδύσεως ολοκληρωθεί ή όχι και εάν επήλθε ή όχι το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα. Ο σκοπός του δράστη πρέπει να κατευθύνεται στην μεταβολή του περιεχομένου της θρησκευτικής συνείδησης του προσηλυτιζόμενου. Η έννοια είναι ευρεία και δεν περιορίζεται μόνο στην μεταβολή των θρησκευτικών πεποιθήσεων.
Συνεπώς, ο προσηλυτισμός θεωρείται όχι μόνο η προσπάθεια προσχωρήσεως του ετεροδόξου σε άλλη θρησκεία, δόγμα ή αίρεση, αλλά γενικώς και κάθε προσπάθεια που δεν αποσκοπεί σε τέτοιο σκοπό, αλλά στην μεταβολή ορισμένων μόνο δοξασιών ή δογμάτων της ίδιας του προσηλυτιζόμενου θρησκείας.
Βάσει δε της Απόφασης του ΤριμΕφΑθ 3551/1986, δεν στοιχειοθετείται η αξιόποινη πράξη του προσηλυτισμού, όταν απλώς γίνεται διάδοση δοξασιών και δεν υπάρχει χρήση δόλιων μέσων ή πιέσεων προς ανώριμα άτομα για να εισδύσουν οι κατηγορούμενοι στη θρησκευτική τους συνείδηση και να την μεταβάλουν.
Κατόπιν των ανωτέρω σαφώς και απορρίπτεται η σύγχρονη νεοδιαφωτιστική ορολογία κατά του μαθήματος των Θρησκευτικών. Μάλιστα δε, προϊόντος του χρόνου αποκαλύπτεται, ολοένα και περισσότερο, το πραγματικό πρόσωπο της εν λόγω ορολογίας, η οποία ουσιαστικά θα επιθυμούσε (και εκεί ακριβώς στοχεύει) την κατάργηση του μαθήματος (προς απογοήτευση και όσων εκ των Ελλήνων Θεολόγων οραματίζονται το μάθημα ως υποχρεωτικό και μόνο θρησκειολογικό).
Άρα, η αποκάλυψη των προθέσεων της σύγχρονης νεοδιαφωτιστικής ιδεολογίας έχει ως κύριο μέλημα, χρησιμοποιώντας ως επικάλυμμα επιχειρηματολογία όρων που σχετίζονται με το χαρακτήρα του μαθήματος, να πλήξει τη ίδια την υπόσταση των Θρησκευτικών στο ελληνικό σχολείο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου