Του Γιώργου Ν. Παπαθανασόπουλου
Όσοι αποτελούν το πολιτισμικό εποικοδόμημα της χώρας, που σε άλλες χώρες και εποχές ονομαζόταν «ιντελιγκέντσια», αποδεικνύονται κατώτεροι των περιστάσεων στην παρούσα πρωτοφανή οικονομική, πολιτική, κοινωνική και ηθική κρίση που βιώνουμε ως Έλληνες. Αντί να πουν την αλήθεια στο λαό και να μιλήσουν για τις Αξίες που απαρνηθήκαμε και τις Αρχές που προδώσαμε μίλησαν ορισμένοι ως ερασιτέχνες τεχνοκράτες και άλλοι ως εκπρόσωποι συγκεκριμένης ιδεολογίας. Υπάρχουν και οι περισσότεροι, που για διάφορους, ωφελιμιστικούς πάντως, λόγους, σιωπούν και έτσι αυτοκαταργούνται ως πνευματικές οντότητες...
Σε όλους αυτούς απευθύνεται ο Αλεξάντρ Σολζενίτσιν, με την ομιλία που έγραψε μετά την απονομή σ’ αυτόν του βραβείου Νόμπελ λογοτεχνίας*. Ο μεγάλος Ρώσος λογοτέχνης τονίζει, μεταξύ των άλλων, ότι οι συγγραφείς είναι οι πλέον κατάλληλοι να καταγγείλουν ευθέως τους αποτυχημένους κυβερνήτες και να κατακρίνουν την ίδια την κοινωνία τους «για τον επαίσχυντο εξευτελισμό ή για την αυτάρεσκη αδυναμία της». Και στη συνέχεια υπογραμμίζει: «Το απλό βήμα του γενναίου ανθρώπου είναι να μη συμμετέχει στο ψεύδος, να μην υποστηρίζει απατηλές ενέργειες. Ας περάσει το ψέμμα στον κόσμο, ας κυριαρχήσει στον κόσμο, όμως ο γενναίος άνθρωπος με τη στάση και τις ενέργεις του δείχνει ότι δεν το αποδέχεται, δεν το εγκρίνει». Και προσθέτει: « Οι συγγραφείς και οι καλλιτέχνες μπορούν να κάνουν πολύ περισσότερα από αυτά που μπορεί ο απλός άνθρωπος. Αυτοί μπορούν να νικήσουν το ψέμμα! Στη μάχη με το ψέμμα η τέχνη νικούσε πάντα, θα νικάει πάντα! – αυτό το ξέρουν όλοι και κανείς δεν το αρνείται! Το ψέμμα μπορεί να τα βάλει με πολλά στον κόσμο – δεν μπορεί να τα βάλει με την τέχνη». Ο Σολζενίτσιν προφανώς μιλά για όσους είναι άξιοι λογοτέχνες και για όσους υπηρετούν με αφοσίωση και ανιδιοτέλεια την Τέχνη.
Η ελληνική διανόηση (προ)κλήθηκε να εκφραστεί για την τρέχουσα κρίση. Εκπρόσωποι μιας ομάδας της, αποτελούμενη από γνωστούς ανθρώπους της Τέχνης και της Επιστήμης, τάχθηκαν υπέρ του Μνημονίου και υπέρ της εκ μέρους των Ελλήνων εφαρμογής των οδηγιών της Τρόϊκας. Έγραψαν και σχετική διακήρυξη, στην οποία δεν λένε ούτε λέξη διαμαρτυρίας για την υποβάθμιση του πολιτισμού μας, ούτε για την ανύπαρκτη επιστημονική έρευνα στη χώρα μας, ούτε για την ταλαιπωρούμενη Παιδεία μας, ούτε για τις χαμένες αξίες μας, ούτε για το μαζοχιστικό αυτομαστίγωμα ή την ανικανότητα της πολιτικής μας ηγεσίας. Και δείχνουν να μην ενοχλούνται από την πολλές φορές άδικη διεθνή υποβάθμιση της αξιοπρέπειας του λαού μας. Αντί τέτοιων καταγγελιών υπογράφουν μια διακήρυξη ως ερασιτέχνες τεχνοκράτες κάνοντας έκκληση να ακολουθήσουν οι Έλληνες τις επιταγές της Τρόϊκας, χωρίς να εκφράζουν τουλάχιστον την ανησυχία τους, ότι και οι Ευρωπαίοι εταίροι μας δείχνουν να μην ξέρουν να αντιμετωπίσουν αποτελεσματικά την κρίση και τους ιδιωτικούς οίκους αξιολόγησης.
Στο τέλος της διακήρυξης τους μιλάνε για κατακτήσεις της σημερινής Ελλάδας, που «στηρίχθηκαν σε κόπους και θυσίες γενεών» και «δεν έχουμε το δικαίωμα να υποθηκεύσουμε το μέλλον και τα όνειρα των νέων και των επερχομένων γενεών». Στο σημείο αυτό οι εκπρόσωποι της Τέχνης και της Επιστήμης που είναι υπέρ της εφαρμογής του Μνημονίου χαϊδεύουν αυτιά και δεν λένε πλήρη την αλήθεια. Οι «κατακτήσεις» δεν ήσαν μόνο «με κόπους και θυσίες γενεών», αλλά και με δάνεια, πολλά δάνεια και με παροχές, πολλές παροχές. Και τώρα τους ήρθε να σκεφθούν την υποθήκευση του μέλλοντος των επερχόμενων γενεών; Τη σημερινή νέα γενιά γιατί δεν την σκέφτηκαν; Από τη δεκαετία του 1980, που πολλοί φώναζαν γι΄αυτή την υποθήκευση, τί έπρατταν; Που ήσαν τότε και έως σήμερα; Για τη στάση τους επί δεκαετίες δεν υπάρχει ούτε μια λέξη αυτοκριτικής, ούτε μία συγγνώμη. Γιατί η κρίση είναι πρώτα και κυρίως ηθική και πνευματική, για την οποία έχουν πλήρη την ευθύνη, και ύστερα οικονομική και πολιτική.
Η δεύτερη ομάδα είναι κατά του Μνημονίου. Στο κείμενο της γράφει πολλά και σωστά, όμως είναι εμφανές ότι είναι προσανατολισμένη ιδεολογικά προς καθεστωτικές καταστάσεις, που ιστορικά έχουν ξεπεραστεί. Υπενθυμίζεται ότι το 90% των Πολωνών εργαζομένων στη δεκαετία του 1980 είχε ξεσηκωθεί κατά του ολοκληρωτικού καθεστώτος που είχε εγκαθιδρυθεί στη χώρα και που ενώ επαγγελλόταν πως είναι των εργατών ουσιαστικά τους καταπίεζε και τους είχε οδηγήσει στην οικονομική και ηθική εξαθλίωση.
Η τρίτη ομάδα είναι η ανέκφραστη, που αυτή κι αν είναι λίγη για τις περιστάσεις. Αποτελείται από τους ανθρώπους της διανόησης και της επιστήμης που ανησυχούν από τον καναπέ, που συζητάνε μόνο σε επίπεδο σαλονιών, ή, προς το λαϊκότερο, καφενείων, ταβερνών και ζαχαροπλαστείων. Είναι οι βολεμένοι και δεν θέλουν να βγουν από το καβούκι τους και να χάσουν την ησυχία τους, ούτε «να τραβήξουν το κάρο» για μια νέα πορεία του Έθνους. Αφήνουν να βρεθούν, αν βρεθούν, τα «κορόϊδα», που θα αγωνιστούν γι’ αυτούς και αν μεν αποτύχουν αυτοί δεν θα έχουν κάποιο κόστος να πληρώσουν, ενώ αν επιτύχουν γνωρίζουν τους τρόπους για να καταλάβουν τους θώκους της εξουσίας...
Στην Ελλάδα της δεκαετίας του 1930 οι λογοτέχνες και οι άνθρωποι των άλλων Τεχνών ήσαν το απαύγασμα της τότε φτωχής αλλά με ιδανικά κοινωνίας και με τη βοήθεια τους ο λαός απέκτησε υψηλό φρόνημα και επίγνωση της ιδιοπροσωπίας και της παράδοσης του. Αποτέλεσμα το έπος του 1940. Δυστυχώς σήμερα λείπουν τα ανάλογα αναστήματα, που θα ενέπνεαν το λαό μας.-
*Ο Σολζενίτσιν τιμήθηκε με το βραβείο Νόμπελ τον Οκτώβριο του 1970, δεν ταξίδεψε όμως στη Στοκχόλμη για να το παραλάβει, γιατί φοβήθηκε ότι οι σοβιετικές αρχές δεν θα του επέτρεπαν την επιστροφή. Η διάλεξη γράφτηκε στα τέλη του 1971 και στις αρχές του 1972 στάλθηκε λαθραία στη Σουηδία, όπου και εκτυπώθηκε ρωσικά, αγγλικά και σουηδικά. Στη Ρωσία δημοσιεύτηκε το 1989, στο περιοδικό Νόβι Μιρ.
Σε όλους αυτούς απευθύνεται ο Αλεξάντρ Σολζενίτσιν, με την ομιλία που έγραψε μετά την απονομή σ’ αυτόν του βραβείου Νόμπελ λογοτεχνίας*. Ο μεγάλος Ρώσος λογοτέχνης τονίζει, μεταξύ των άλλων, ότι οι συγγραφείς είναι οι πλέον κατάλληλοι να καταγγείλουν ευθέως τους αποτυχημένους κυβερνήτες και να κατακρίνουν την ίδια την κοινωνία τους «για τον επαίσχυντο εξευτελισμό ή για την αυτάρεσκη αδυναμία της». Και στη συνέχεια υπογραμμίζει: «Το απλό βήμα του γενναίου ανθρώπου είναι να μη συμμετέχει στο ψεύδος, να μην υποστηρίζει απατηλές ενέργειες. Ας περάσει το ψέμμα στον κόσμο, ας κυριαρχήσει στον κόσμο, όμως ο γενναίος άνθρωπος με τη στάση και τις ενέργεις του δείχνει ότι δεν το αποδέχεται, δεν το εγκρίνει». Και προσθέτει: « Οι συγγραφείς και οι καλλιτέχνες μπορούν να κάνουν πολύ περισσότερα από αυτά που μπορεί ο απλός άνθρωπος. Αυτοί μπορούν να νικήσουν το ψέμμα! Στη μάχη με το ψέμμα η τέχνη νικούσε πάντα, θα νικάει πάντα! – αυτό το ξέρουν όλοι και κανείς δεν το αρνείται! Το ψέμμα μπορεί να τα βάλει με πολλά στον κόσμο – δεν μπορεί να τα βάλει με την τέχνη». Ο Σολζενίτσιν προφανώς μιλά για όσους είναι άξιοι λογοτέχνες και για όσους υπηρετούν με αφοσίωση και ανιδιοτέλεια την Τέχνη.
Η ελληνική διανόηση (προ)κλήθηκε να εκφραστεί για την τρέχουσα κρίση. Εκπρόσωποι μιας ομάδας της, αποτελούμενη από γνωστούς ανθρώπους της Τέχνης και της Επιστήμης, τάχθηκαν υπέρ του Μνημονίου και υπέρ της εκ μέρους των Ελλήνων εφαρμογής των οδηγιών της Τρόϊκας. Έγραψαν και σχετική διακήρυξη, στην οποία δεν λένε ούτε λέξη διαμαρτυρίας για την υποβάθμιση του πολιτισμού μας, ούτε για την ανύπαρκτη επιστημονική έρευνα στη χώρα μας, ούτε για την ταλαιπωρούμενη Παιδεία μας, ούτε για τις χαμένες αξίες μας, ούτε για το μαζοχιστικό αυτομαστίγωμα ή την ανικανότητα της πολιτικής μας ηγεσίας. Και δείχνουν να μην ενοχλούνται από την πολλές φορές άδικη διεθνή υποβάθμιση της αξιοπρέπειας του λαού μας. Αντί τέτοιων καταγγελιών υπογράφουν μια διακήρυξη ως ερασιτέχνες τεχνοκράτες κάνοντας έκκληση να ακολουθήσουν οι Έλληνες τις επιταγές της Τρόϊκας, χωρίς να εκφράζουν τουλάχιστον την ανησυχία τους, ότι και οι Ευρωπαίοι εταίροι μας δείχνουν να μην ξέρουν να αντιμετωπίσουν αποτελεσματικά την κρίση και τους ιδιωτικούς οίκους αξιολόγησης.
Στο τέλος της διακήρυξης τους μιλάνε για κατακτήσεις της σημερινής Ελλάδας, που «στηρίχθηκαν σε κόπους και θυσίες γενεών» και «δεν έχουμε το δικαίωμα να υποθηκεύσουμε το μέλλον και τα όνειρα των νέων και των επερχομένων γενεών». Στο σημείο αυτό οι εκπρόσωποι της Τέχνης και της Επιστήμης που είναι υπέρ της εφαρμογής του Μνημονίου χαϊδεύουν αυτιά και δεν λένε πλήρη την αλήθεια. Οι «κατακτήσεις» δεν ήσαν μόνο «με κόπους και θυσίες γενεών», αλλά και με δάνεια, πολλά δάνεια και με παροχές, πολλές παροχές. Και τώρα τους ήρθε να σκεφθούν την υποθήκευση του μέλλοντος των επερχόμενων γενεών; Τη σημερινή νέα γενιά γιατί δεν την σκέφτηκαν; Από τη δεκαετία του 1980, που πολλοί φώναζαν γι΄αυτή την υποθήκευση, τί έπρατταν; Που ήσαν τότε και έως σήμερα; Για τη στάση τους επί δεκαετίες δεν υπάρχει ούτε μια λέξη αυτοκριτικής, ούτε μία συγγνώμη. Γιατί η κρίση είναι πρώτα και κυρίως ηθική και πνευματική, για την οποία έχουν πλήρη την ευθύνη, και ύστερα οικονομική και πολιτική.
Η δεύτερη ομάδα είναι κατά του Μνημονίου. Στο κείμενο της γράφει πολλά και σωστά, όμως είναι εμφανές ότι είναι προσανατολισμένη ιδεολογικά προς καθεστωτικές καταστάσεις, που ιστορικά έχουν ξεπεραστεί. Υπενθυμίζεται ότι το 90% των Πολωνών εργαζομένων στη δεκαετία του 1980 είχε ξεσηκωθεί κατά του ολοκληρωτικού καθεστώτος που είχε εγκαθιδρυθεί στη χώρα και που ενώ επαγγελλόταν πως είναι των εργατών ουσιαστικά τους καταπίεζε και τους είχε οδηγήσει στην οικονομική και ηθική εξαθλίωση.
Η τρίτη ομάδα είναι η ανέκφραστη, που αυτή κι αν είναι λίγη για τις περιστάσεις. Αποτελείται από τους ανθρώπους της διανόησης και της επιστήμης που ανησυχούν από τον καναπέ, που συζητάνε μόνο σε επίπεδο σαλονιών, ή, προς το λαϊκότερο, καφενείων, ταβερνών και ζαχαροπλαστείων. Είναι οι βολεμένοι και δεν θέλουν να βγουν από το καβούκι τους και να χάσουν την ησυχία τους, ούτε «να τραβήξουν το κάρο» για μια νέα πορεία του Έθνους. Αφήνουν να βρεθούν, αν βρεθούν, τα «κορόϊδα», που θα αγωνιστούν γι’ αυτούς και αν μεν αποτύχουν αυτοί δεν θα έχουν κάποιο κόστος να πληρώσουν, ενώ αν επιτύχουν γνωρίζουν τους τρόπους για να καταλάβουν τους θώκους της εξουσίας...
Στην Ελλάδα της δεκαετίας του 1930 οι λογοτέχνες και οι άνθρωποι των άλλων Τεχνών ήσαν το απαύγασμα της τότε φτωχής αλλά με ιδανικά κοινωνίας και με τη βοήθεια τους ο λαός απέκτησε υψηλό φρόνημα και επίγνωση της ιδιοπροσωπίας και της παράδοσης του. Αποτέλεσμα το έπος του 1940. Δυστυχώς σήμερα λείπουν τα ανάλογα αναστήματα, που θα ενέπνεαν το λαό μας.-
*Ο Σολζενίτσιν τιμήθηκε με το βραβείο Νόμπελ τον Οκτώβριο του 1970, δεν ταξίδεψε όμως στη Στοκχόλμη για να το παραλάβει, γιατί φοβήθηκε ότι οι σοβιετικές αρχές δεν θα του επέτρεπαν την επιστροφή. Η διάλεξη γράφτηκε στα τέλη του 1971 και στις αρχές του 1972 στάλθηκε λαθραία στη Σουηδία, όπου και εκτυπώθηκε ρωσικά, αγγλικά και σουηδικά. Στη Ρωσία δημοσιεύτηκε το 1989, στο περιοδικό Νόβι Μιρ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου