Χαλκοκονδύλη 37
Ἀθῆναι
τηλ. 2105224180
Πρός τήν Ἀνεξάρτητη Ἀρχή Συνήγορος τοῦ Πολίτη
Θέμα: Προβλήματα τά ὁποῖα προκύπτουν ἀπό τήν ἔκθεση τοῦ Σύνηγόρου τοῦ Πολίτη (ἔτους 2012) πρός τήν Ἐπιτροπή ∆ικαιωµάτων τοῦ Παιδιοῦ τοῦ Ὀργανισµοῦ Ἡνωµένων Ἐθνῶν.
Ἀξιότιμοι κυρίες καί κύριοι,
στίς 30/5/2012 ἀποστείλατε πρός τήν Ἐπιτροπή ∆ικαιωμάτων τοῦ Παιδιοῦ τοῦ Ὀργανισμοῦ Ἡνωμένων Ἐθνῶν ἔκθεση
γιά τά δικαιώματα τοῦ παιδιοῦ στήν Ἑλλάδα ἀπό τό 2003 ἕως τό 2011.
Ἡ ἔκθεση αὐτή περιλαμβάνει σημεῖα, ἐκ τῶν ὁποίων ἄλλα μέν διακρίνονται ἀπό ἀσάφεια, ἄλλα δέ κρίναμε ὅτι θίγουν τά ἀνθρώπινα δικαιώματα τῶν ὑπογραφόντων οἱ ὁποῖοι τυγχάνουν ὀρθόδοξοι χριστιανοί καί γονεῖς ὀρθοδόξων χριστιανῶν μαθητῶν, ὅπως ἐπίσης θίγουν καί τά ἀνθρώπινα δικαιώματα ὁποιουδήποτε χριστιανοῦ ὀρθοδόξου, γονέως ὀρθοδόξου χριστιανοῦ μαθητῆ, ὁ ὁποῖος κατοικεῖ καί φοιτᾶ σέ σχολεῖα τῆς Ἑλληνικῆς Δημοκρατίας:
1. Ἀναφέρεται στήν ἐν λόγῳ ἔκθεση, ὅτι «πρόβλημα ωστόσο δημιουργείται όταν η απαλλαγή ζητείται για μαθητές που δεν είναι δηλωμένοι ως αλλόθρησκοι ή ως ετερόδοξοι». Συναφῶς προτείνεται στήν ἔκθεση ὅπως «η άσκηση του δικαιώματος της απαλλαγής να μην τίθεται υπό τον όρο της δήλωσης ότι ο μαθητής είναι αλλόθρησκος ή ετερόδοξος, δήλωση η οποία παραβιάζει το δικαίωμα της θρησκευτικής ελευθερίας».
Ἐπιθυμοῦμε κατ΄ ἀρχήν διευκρίνιση, ἐπί τῆς παρατηρήσεώς σας ὅτι ἡ δήλωση ὅτι «ο μαθητής είναι αλλόθρησκος ή ετερόδοξος» «παραβιάζει το δικαίωμα της θρησκευτικής ελευθερίας». Ἐπειδή δέν ἀναφέρετε κατά ποῖο τρόπο παραβιάζει ἡ ἐν λόγῳ δήλωση τό δικαίωμα αὐτό, παρακαλοῦμε νά διατυπώσετε διευκρινίσεις ἐπί τοῦ ζητήματος.
Ἐπιθυμοῦμε περαιτέρω νά σᾶς διευκρινίσουμε, ὅτι οἱ ἀπαλλασσόμενοι ἀπό το ὀρθόδοξο χριστιανικό μάθημα θρησκευτικῶν τυγχάνουν ἤδη ἑτερόδοξοι, ἑτερόθρησκοι ἤ ἄθρησκοι καί δέν ἀποκτοῦν κάποια ἀπό τίς ὡς ἄνω ἰδιότητες λόγῳ τῆς δηλώσεως. Καί αὐτή μόνη ἡ δήλωση ἐπιθυμίας ἀπαλλαγῆς τοῦ/τῆς μαθητῆ/ριας ἀπό τό ὀρθόδοξο χριστιανικό μάθημα θρησκευτικῶν φανερώνει ὅτι ὁ δηλῶν δεν εἶναι χριστιανός ὀρθόδοξος καί γι΄ αὐτό ζητεῖ νά ἀπαλλαγεῖ ἀπό τό μάθημα αὐτό. Ἑπομένως τό τυχόν δεύτερο σκέλος τῆς δηλώσεως, ἡ δήλωση ὅτι ὁ ἀπαλλασσόμενος δέν εἶναι χριστιανός ὀρθόδοξος, δέν λειτουργεῖ ὡς τρόπον τινά καταναγκασμός προς μεταβολή τῆς θρησκείας τοῦ δηλοῦντος, οὔτε καθιστᾶ ἐμφανές ὅτι ὁ μαθητής δεν εἶναι χριστιανός ὀρθόδοξος, πράγμα τό ὁποῖο ἤδη διά τῆς δηλώσεως ἀπαλλαγῆς ἀπό τό ὀρθόδοξο χριστιανικό μάθημα θρησκευτικῶν ἔχει γίνει ἀντιληπτό, οὔτε τον βλάπτει κατά κανένα τρόπο, ἀλλά κατοχυρώνει τήν διεύθυνση τοῦ σχολείου, ὅτι ὀρθῶς ἔπραξε καί δέν ἀπάλλαξε λόγῳ δικῆς της ἀβλεψίας ὀρθόδοξο χριστιανό μαθητή, ὁ ὁποῖος δέν δικαιοῦται νά ἀπαλλαγεῖ ἀπό τό μάθημα αὐτό, διότι ἀντιστοιχεῖ πλήρως πρός τήν ἤδη ὑπάρχουσα θρησκευτική του συνείδηση, τήν ὁποία καί ἀναπτύσσει. Ὅταν ὅμως ὁ μαθητής δέν δικαιοῦται να ἀπαλλαγεῖ ἀπό τό μάθημα αὐτό, διότι δέν ἀνήκει σέ ἄλλη θρησκεία ἤ δέν εἶναι ἄθρησκος, ἀλλά εἶναι χριστιανός ὀρθόδοξος, δέν θίγονται κατά κανένα τρόπο τά ἀνθρώπινα δικαιώματά του. Ὅπως δέν θίγονται τά ἀνθρώπινα δικαιώματα ἐκείνου τοῦ μαθητῆ, ὁ ὁποῖος δέν δικαιοῦται νά ἀπαλλαγεῖ ἀπό τό μάθημα τῆς γυμναστικῆς ἐπειδή δέν ἔχει πρόβλημα ὑγείας δυνάμενο νά δικαιολογήσει τήν ἀπαλλαγή αὐτή.
Οἱ λοιποί ἄρα μαθητές οἱ ὁποῖοι παρακολουθοῦν κανονικά τό μάθημα καί δεν ἀπαλλάσσονται ἀπό αὐτό, εἶναι χριστιανοί ὀρθόδοξοι καί καμμία κρατική ἀρχή δεν δικαιοῦται νά ἀσκεῖ ψυχολογικές πιέσεις εἰς βάρος τους ἤ ἁπλῶς νά τούς προτρέπει κατά κανένα τρόπο νά ἀπαλλαγοῦν ἀπό τό μάθημα αὐτό. Ἑπομένως, ἐάν δέν τίθεται ὡς προϋπόθεση ἀπαλλαγῆς ἀπό τό ὀρθόδοξο χριστιανικό μάθημα θρησκευτικῶν ἡ διαφορά θρησκείας ἤ ἡ παντελῆς ἔλλειψη συμμετοχῆς σέ θρησκεία, ἤ ἐάν τά ὡς ἄνω γεγονότα παρασιωπῶνται, τότε ἡ ὁποιαδήποτε τυχόν ὑπουργική ἐγκύκλιος, ἤ ὁποιοδήποτε ἄλλο κρατικό ἔγγραφο δέν προβαίνει σέ τέτοια πρόβλεψη, λειτουργεῖ ὡς προτροπή προς ἀνηλίκους νά πράξουν παρά συνείδηση, δηλαδή να παραβλέψουν τήν ὀρθόδοξη χριστιανική συνείδησή τους.
Διότι στό ἰσχύον Σύνταγμα (1975/2001) τῆς Ἑλληνικῆς Δημοκρατίας, ἄρθρο 16, παράγραφος 2 ὁρίζεται ὅτι: «Η παιδεία αποτελεί βασική αποστολή του Κράτους και έχει σκοπό την ηθική, πνευματική, επαγγελματική και φυσική αγωγή των Ελλήνων, την ανάπτυξη της εθνικής και θρησκευτικής συνείδησης και τη διάπλασή τους σε ελεύθερους και υπεύθυνους πολίτες.»
Εἶναι ἐμφανέστατο τό γεγονός ὅτι ὁ συντακτικός νομοθέτης συνδέει τήν ἐθνικότητα και τήν θρησκευτικότητα μέ τήν συνείδηση τοῦ ἀνθρώπου. Ὀφείλουμε να ἐπισημάνουμε, ὅτι τό παιδί τό ὁποῖο ἔχει ἑλληνική ἰθαγένεια ἔχει συνείδηση ὅτι εἶναι Ἕλληνας, καί το παιδί τό ὁποῖο ἔχει λάβει τό ὀρθόδοξο χριστιανικό βάπτισμα ἔχει συνείδηση ὅτι εἶναι ὀρθόδοξος χριστιανός καί ἡ κρατική παιδεία, ἀλλά καί ἡ ἰδιωτική ἡ ὁποία χορηγεῖ ἀπολυτήρια ἰσότιμα μέ τά κρατικά, ὑποχρεοῦται κατά το Σύνταγμα νά τοῦ ἀναπτύσσει τήν συνείδησή του αὐτή. Ἑπομένως κατά τό Σύνταγμα δέν ἐπιτρέπεται ἡ κρατική παιδεία, ἀλλά καί τό κράτος ἐν γένει μέ ὁποιαδήποτε ἐνέργεια ὁποιασδήποτε ὑπηρεσίας του, νά ἀφαιρεῖ, ναρκώνει, παραποιεῖ, στρεβλώνει, κατευθύνει κατά ἀνοίκειο τρόπο τη συνείδηση αὐτή τοῦ παιδιοῦ.
Τό ὀρθόδοξο χριστιανικό μάθημα θρησκευτικῶν δέν χορηγεῖ ἁπλῶς ἐγκυκλοπαιδικές γνώσεις, οὔτε ὁδηγεῖ σέ ἐπαγγελματική κατάρτιση, ἀλλά καλλιεργεῖ καί ἀναπτύσσει την ἤδη ὑπάρχουσα χριστιανική συνείδηση τοῦ ὀρθοδόξου χριστιανοῦ μαθητῆ. Κατά συνέπεια, οὔτε τό Ὑπουργεῖο Παιδείας, οὔτε ὁποιαδήποτε ἄλλη κρατική ἀρχή δικαιοῦται νά ἀποπειρᾶται νά κατευθύνει ἀνηλίκους μαθητές να πράξουν παρά συνείδηση, ἐνῷ ἔχουν τή συνείδηση ὅτι εἶναι ὀρθόδοξοι χριστιανοί. Τέτοιου εἴδους προτροπή εἶναι πράξη ἀγωγῆς, στρεβλή καί ἐσφαλμένη μέν, ἀλλά δεν παύει νά εἶναι πράξη ἀγωγῆς. Κατ΄ οὐσίαν τό κράτος θά προτρέπει τόν ἀνήλικο μαθητή: «ναί μέν ἔχεις τή συνείδηση ὅτι εἶσαι χριστιανός ὀρθόδοξος, ἀλλά ἐγώ σέ προτρέπω νά πράξεις παρά συνείδηση.»
Ἐάν ὁ μαθητής καί ἡ οἰκογένειά του ἀποφασίσουν π.χ. νά ἀλλάξουν θρησκευτική συνείδηση, δηλαδή νά ἀλλαξοπιστήσουν, τότε πλέον τό ὀρθόδοξο χριστιανικό μάθημα θρησκευτικῶν δέν θά τούς ἀφορᾶ. Ὅμως ἡ ἀπόφαση αὐτή θά εἶναι ἀπολύτως δική τους, καί κατά κανένα τρόπο δέν ἐμπίπτει στή δικαιοδοσία τοῦ Ὑπουργείου Παιδείας ἤ ὁποιασδήποτε ἄλλης κρατικῆς ἀρχῆς νά προτρέπει ὀρθοδόξους χριστιανούς να ἀποποιηθοῦν τήν θρησκευτική τους συνείδηση, διότι κατ΄ αὐτόν τόν τρόπο παραβιάζεται τό Σύνταγμα.
Ἐάν διατυπωθεῖ ἀπό κρατική ἀρχή τυχόν ἰσχυρισμός, ὅτι ναί μέν τό κράτος εἶναι ὑποχρεωμένο νά παρέχει παιδεία ἡ ὁποία νά «έχει σκοπό την ηθική, πνευματική, επαγγελματική και φυσική αγωγή των Ελλήνων, την ανάπτυξη της εθνικής και θρησκευτικής συνείδησης και τη διάπλασή τους σε ελεύθερους και υπεύθυνους πολίτες», ἀλλά ὁ χριστιανός ὀρθόδοξος δέν εἶναι ὑποχρεωμένος καί νά τή δέχεται ἤ ἐάν διατυπωθεῖ ὁ ἰσχυρισμός ὅτι ἐάν ὁ ὀρθόδοξος χριστιανός λαμβάνει ἐπαρκῆ ὀρθόδοξη χριστιανική παιδεία ἀπό ἄλλες πηγές τότε δικαιοῦται νά ἀρνεῖται την ὀρθόδοξη χριστιανική παιδεία στό σχολείο του, τότε θά ἔχουμε καί στίς δύο περιπτώσεις προτροπή πρός χριστιανούς ὀρθοδόξους, ἀνήλικα τέκνα ὀρθοδόξων χριστιανῶν, νά πράξουν παρά συνείδηση, πράγμα τό ὁποῖο ἀποτελεῖ παραβίαση τοῦ ὡς ἄνω ἄρθρου τοῦ Συντάγματος, ὅπως ἔχουμε ἤδη ἐξηγήσει.
2. Ἀναφέρεται στήν ἐν λόγῳ ἔκθεση, ὅτι «Στα σχολεία δεν θα πρέπει να τηρούνται στοιχεία σχετικά με το θρήσκευμα των μαθητών, παρά μόνο εφόσον αυτά απαιτούνται για την άσκηση δικαιώματός τους, ενώ το θρήσκευμα δεν θα πρέπει να αναγράφεται στους απολυτήριους τίτλους, καθώς αυτό μπορεί να αποτελέσει αφορμή μελλοντικής διακριτικής τους μεταχείρισης.» Ὀφείλουμε νά ἐπισημάνουμε, ὅτι ἡ τήρηση στοιχείων σχετικά μέ τό θρήσκευμα τῶν μαθητῶν στά σχολεῖα χρησιμεύει σε ἄσκηση δικαιώματός τους. Διότι ἐάν τό Ὑπουργεῖο Παιδείας δέν γνωρίζει πόσοι χριστιανοί ὀρθόδοξοι μαθητές ὑπάρχουν, δέν εἶναι δυνατόν νά διορίσει, ἤ ἔστω ἁπλῶς νά μεταθέσει, σέ σχολεῖα ἀνάλογο ἀριθμό ὀρθοδόξων χριστιανῶν θεολόγων, ἄρα ἀφαιρεῖ ἀπό ὀρθοδόξους χριστιανούς μαθητές τό δικαίωμα νά ἀπολαμβάνουν ὀρθόδοξο χριστιανικό μάθημα θρησκευτικῶν, τό ὁποῖο βάσει τοῦ Συντάγματος, καθώς καί βάσει τῆς Διεθνοῦς Συμβάσεως γιά τά δικαιώματα τοῦ παιδιοῦ, καθώς ἐπίσης καί βάσει τῆς Διεθνοῦς Συμβάσεως τῆς Ρώμης τῆς 4ης Νοεμβρίου 1950 «περί προασπίσεως τῶν δικαιωμάτων τοῦ ἀνθρώπου καί τῶν θεμελιωδῶν ἐλευθεριῶν» δικαιοῦνται να ἀπολαμβάνουν ἀκώλυτα, ὅπως θά ἀναλύσουμε στο κεφάλαιο ὑπ΄ ἀριθμόν 3 τοῦ παρόντος.
Ἐξ ἄλλου, σύμφωνα μέ τήν παράγραφο 3 τοῦ ἄρθρου 14 τῆς Διεθνοῦς Συμβάσεως γιά τά δικαιώματα τοῦ παιδιοῦ «Ἡ ἐλευθερία τῆς δήλωσης τῆς θρησκείας του ἤ τῶν πεποιθήσεών του μπορεῖ νά ὑπόκειται μόνο στούς περιορισμούς πού ὁρίζονται ἀπό τό νόμο καί πού εἶναι ἀναγκαῖοι γιά τή διαφύλαξη τῆς δημόσιας ἀσφάλειας, τῆς δημόσιας τάξης, τῆς δημόσιας ὑγείας καί τῶν δημοσίων ἠθῶν, ἤ τῶν ἐλευθεριῶν τῶν θεμελιωδῶν δικαιωμάτων τῶν ἄλλων.» Τέτοιου εἴδους περιορισμοί δεν ὑφίστανται προκειμένου περί τῆς δηλώσεως στό σχολικό ἀρχεῖο τῆς θρησκείας στην ὁποία ἀνήκει ὁ μαθητής.
Οὔτε εἶναι δυνατόν νά εὐσταθήσει ἰσχυρισμός, ὅτι ἡ συμμετοχή σέ θρησκεία ἀνήκει στά λεγόμενα «εὐαίσθητα προσωπικά δεδομένα», καί ὅτι συνεπῶς δεν δικαιοῦται τάχα τό κράτος νά ζητεῖ δήλωση περί αὐτῆς. Διότι ὅλες οἱ θρησκεῖες παγκοσμίως ἔχουν το κοινό χαρακτηριστικό τῆς δημόσιας λατρείας, κατά τήν ὁποία γίνεται γνωστό ποιοι μετέχουν σέ κάθε θρησκεία. Χωρίς δέ τό χαρακτηριστικό τῆς δημόσιας λατρείας δεν ὑφίσταται καμμία θρησκεία, καταργοῦνται ὅλες οἱ θρησκεῖες παγκοσμίως, καταργεῖται δέ ταυτοχρόνως ἡ νομική ἔννοια τῆς «γνωστῆς θρησκείας» καί μετατρέπονται ὅλες οἱ θρησκεῖες σέ σωματεῖα ἀγνώστου σκοποῦ, ἀγνώστων μελῶν καί μεθόδων.
3. Προτείνετε ἐπίσης στήν ἐν λόγῳ ἔκθεση, «να ενισχυθεί ο θρησκειολογικός χαρακτήρας του μαθήματος των Θρησκευτικών, ώστε να μην τίθενται ζητήματα παραβίασης της θρησκευτικής ελευθερίας των μαθητών». Πιθανή «ἐνίσχυση» τοῦ «θρησκειολογικοῦ χαρακτήρα τοῦ μαθήματος τῶν θρησκευτικῶν» συνεπάγεται ταυτόχρονη προκλητή ἐξασθένηση τοῦ ὀρθοδόξου χριστιανικοῦ χαρακτήρα τοῦ μαθήματος αὐτοῦ. Κατ΄ οὐσίαν δηλαδή εἰσηγεῖσθε παραβίαση τῆς θρησκευτικῆς ἐλευθερίας τῶν ὀρθοδόξων χριστιανῶν μαθητῶν, οἱ ὁποῖοι δέν θά ἔχουν πλέον το δικαίωμα νά ἀπολαμβάνουν τό ὀρθόδοξο χριστιανικό μάθημα θρησκευτικῶν στα ἑλληνικά σχολεῖα.
Ὁδηγεῖ κατά συνέπεια ἡ πρότασή σας αὐτή σέ παραβίαση τοῦ ἄρθρου 14 τῆς Διεθνοῦς Συμβάσεως γιά τά δικαιώματα τοῦ παιδιοῦ. Ἡ ἐν λόγῳ σύμβαση ὁρίζει:
«1. Τά Συμβαλλόμενα Κράτη σέβονται τό δικαίωμα τοῦ παιδιοῦ γιά ἐλευθερία σκέψης, συνείδησης καί θρησκείας.
2. Τά Συμβαλλόμενα Κράτη σέβονται τό δικαίωμα καί τό καθῆκον τῶν γονέων ἤ, κατά περίπτωση, τῶν νομίμων ἐκπροσώπων τοῦ παιδιοῦ, νά τό καθοδηγήσουν στην ἄσκηση τοῦ παραπάνω δικαιώματος κατά τρόπο πού νά ἀνταποκρίνεται στην ἀνάπτυξη τῶν ἰκανοτήτων του.»
Ἡ μή ὕπαρξη ὀρθοδόξου χριστιανικοῦ μαθήματος θρησκευτικῶν παραβιάζει το δικαίωμα τοῦ ὀρθοδόξου χριστιανοῦ μαθητῆ γιά ἐλευθερία σκέψης, συνείδησης, θρησκείας, ὅπως καί τό δικαίωμα τῶν γονέων του νά τόν καθοδηγήσουν στην ἄσκηση τοῦ παραπάνω δικαιώματός του κατά τρόπο πού νά ἀνταποκρίνεται στην ἀνάπτυξη τῶν ἰκανοτήτων του. Ὁ χριστιανός ὀρθόδοξος, ἐπειδή θά εἶναι ὑποχρεωμένος σύμφωνα με τήν δική σας πρόταση νά ὑφίσταται μάθημα θρησκευτικῶν μέ «ἐνισχυμένο θρησκειολογικό χαρακτήρα», δέν θά εἶναι πλέον ἐλεύθερος νά διαπαιδαγωγεῖται ὡς χριστιανός ὀρθόδοξος.
Ἡ ἐν λόγῳ πρόταση ὁδηγεῖ ἐπίσης σέ παραβίαση τῆς Διεθνοῦς Συμβάσεως τῆς Ρώμης τῆς 4ης Νοεμβρίου 1950 «περί προασπίσεως τῶν δικαιωμάτων τοῦ ἀνθρώπου καί τῶν θεμελιωδῶν ἐλευθεριῶν», τήν ὁποία ἔχει ἐπικυρώσει ἡ Ἑλληνική Δημοκρατία διά τοῦ νόμου 2329/1953 καί διά τοῦ Ν.Δ. 53/1974. Ἡ ἐν λόγῳ Σύμβαση κατοχυρώνει διά τοῦ 9ου ἄρθρου της τό ἀτομικό δικαίωμα τῆς θρησκευτικῆς ἐλευθερίας. Στό δέ ἄρθρο 2 τοῦ Α προσθέτου πρωτοκόλλου της ὁρίζει ὅτι: «οὐδείς δύναται νά στερηθεῖ τοῦ δικαιώματος ὅπως ἐκπαιδευθῇ. Πᾶν Κράτος ἐν τῇ ἀσκήσει τῶν ἀναλαμβανομένων ὑπ΄ αὐτοῦ καθηκόντων ἐπί τοῦ πεδίου τῆς μορφώσεως καί τῆς ἐκπαιδεύσεως θά σέβεται το δικαίωμα τῶν γονέων ὅπως ἐξασφαλίζωσιν τήν μόρφωσιν καί ἐκπαίδευσιν ταύτην συμφώνως πρός τάς ἰδίας αὐτῶν θρησκευτικάς καί φιλοσοφικάς πεποιθήσεις». Ἐφ΄ ὅσον λοιπόν ὁ ὁποιοσδήποτε γονέας ἔχει σύμφωνα μέ τήν Σύμβαση τό δικαίωμα να ἐξασφαλίζει τή μόρφωση καί ἐκπαίδευση τοῦ παιδιοῦ του σύμφωνα μέ τίς δικές του θρησκευτικές καί φιλοσοφικές πεποιθήσεις, ἄρα καί ὁ χριστιανός ὀρθόδοξος διατηρεῖ στό ἀκέραιο τό δικαίωμα νά ἐξασφαλίζει τήν ὀρθόδοξη χριστιανική μόρφωση καί ἐκπαίδευση τοῦ παιδιοῦ του χωρίς ἀλλότριες καί ἐπικίνδυνες γιά τήν πνευματική ἀνάπτυξη καί τό μέλλον του προσμείξεις.
Ἐξ ἄλλου μάθημα μέ ἐνισχυμένο θρησκειολογικό χαρακτήρα καί ἐξασθενημένο ὀρθόδοξο χριστιανικό χαρακτήρα, ἐπιβαλλόμενο σέ ὀρθοδόξους χριστιανούς εἶναι σαφῶς ἀντισυνταγματικό, διότι σύμφωνα μέ τό προαναφερθέν 16ο ἄρθρο τοῦ ἰσχύοντος Συντάγματος ἡ παιδεία ἔχει ὡς σκοπό «την ανάπτυξη της εθνικής και θρησκευτικής συνείδησης». Ὅπως προηγουμένως ἐπισημάναμε, ἡ θρησκευτική συνείδηση τοῦ ὀρθοδόξου χριστιανοῦ μαθητῆ ὑπάρχει ἤδη, ἀκριβῶς ὅπως καί ἡ ἐθνική συνείδηση σε ἕναν Ἕλληνα, τό δέ ὀρθόδοξο χριστιανικό μάθημα θρησκευτικῶν τήν ἀναπτύσσει. Το θρησκειολογικό μάθημα δέν ἀποσκοπεῖ στην ἀνάπτυξη τῆς ἤδη διαμορφωμένης ἀπό την οἰκογένεια τοῦ μαθητῆ συνειδήσεως, ἀλλά παραθέτει μέ οὐδέτερο τρόπο πληροφοριακά στοιχεῖα περί ὅλων τῶν θρησκειῶν, τελετουργικῶν καί δοξασιῶν τῆς γῆς. Το περιεχόμενο καί ὁ τρόπος διδασκαλίας τοῦ λεγομένου θρησκειολογικοῦ μαθήματος ἐνέχουν τόν κίνδυνο διασαλεύσεως τῆς ἤδη διαμορφωμένης θρησκευτικῆς συνειδήσεως τοῦ παιδιοῦ, διότι παρουσιάζουν τήν δική του θρησκεία ὡς κάτι τό οὐδέτερο καί ὄχι ὡς κάτι στό ὁποῖο τό παιδί καί ἡ οἰκογένειά του ἤδη μετέχουν καί ἀπό τό ὁποῖο προσδοκοῦν παιδεία ἡ ὁποία θά ἀναπτύξει τόν χαρακτήρα καί θά βελτιώσει τήν ζωή τους.
Ἡ δέ πιθανή θεσμοθέτηση μαθήματος θρησκευτικῶν μέ ἐνισχυμένο θρησκειολογικό χαρακτήρα καί ἐξασθενημένο ὀρθόδοξο χριστιανικό χαρακτήρα, καί πιθανή ἐπιβολή του σέ ὀρθοδόξους χριστιανούς ὁδηγεῖ καί σέ παραβίαση τοῦ 13ου ἄρθρου τοῦ Συντάγματος τό ὁποῖο ὁρίζει στήν πρώτη του παράγραφο ὅτι «Η ελευθερία της θρησκευτικής συνείδησης είναι απαραβίαστη». Ἐάν καταργηθεῖ τό δικαίωμα τῶν ὀρθοδόξων χριστιανῶν νά ἀπολαμβάνουν τό ὀρθόδοξο χριστιανικό μάθημα θρησκευτικῶν ἀκώλυτα καί χωρίς ἀλλότριες προσμείξεις ἐπικίνδυνες γιά την ἀνάπτυξη τῆς θρησκευτικῆς τοῦς συνειδήσεως, παραβιάζεται ἡ ἐλευθερία τῆς θρησκευτικῆς τους συνειδήσεως.
Ἡ δέ ἔννομη ἄσκηση τοῦ ἀνθρωπίνου δικαιώματος τῆς συμμετοχῆς στό σχολικό ὀρθόδοξο χριστιανικό μάθημα θρησκευτικῶν δέν δύναται νά περιορισθεῖ λόγῳ τυχόν ὑπάρξεως στό αὐτό σχολικό τμῆμα ἑτεροδόξων, ἑτεροθρήσκων ἤ ἀθρήσκων μαθητῶν. Παγκοσμίως δέν ἔχει μέχρι σήμερα ἀκουσθεῖ, ὅτι ὁ ἐννόμως ἀσκῶν το ὁποιοδήποτε δικαίωμά του (π.χ. τό δικαίωμα τῆς ζωῆς, τῆς ἐργασίας, τῆς οἰκογένειας, τῆς παιδείας), ἀδικεῖ τόν ὁποιονδήποτε καί γι΄ αὐτό θά πρέπει το δικαίωμά του αὐτό νά περιορισθεῖ.
Ὁ δέ ὅρος «ὑποχρεωτικό μάθημα» δέν δηλώνει κατά κανένα τρόπο καταναγκασμό εἰς βάρος τοῦ μαθητῆ. Διότι εἶναι ἀδύνατoν νά ἀποτελεῖ καταναγκασμό το ὀρθόδοξο χριστιανικό μάθημα γιά ὀρθοδόξους χριστιανούς. Ὅσο εἶναι καταναγκασμός γιά τον Ἕλληνα ἡ ὑποχρεωτική διδασκαλία τῆς ἑλληνικῆς γλώσσας, λογοτεχνίας, ἱστορίας, πολιτισμοῦ, ὅσο εἶναι δηλαδή καταναγκασμός ἡ καλλιέργεια τῆς ἑλληνικῆς ἐθνικῆς συνειδήσεως σέ ἕνα ἑλληνόπουλο, τόσο θά ἦταν καταναγκασμός καί ἡ καλλιέργεια τῆς χριστιανικῆς συνειδήσεως σέ ἕνα χριστιανόπουλο μέσῳ τοῦ ὀρθοδόξου χριστιανικοῦ μαθήματος θρησκευτικῶν.
Ἐάν κάποιοι ἐπιμείνουν νά διαδίδουν τέτοιου εἴδους ἰδέες, ὅτι δηλαδή καί οἱ ὀρθόδοξοι χριστιανοί πρέπει νά ἀπαλλάσσονται ἀπό τό ὀρθόδοξο χριστιανικό μάθημα θρησκευτικῶν, ἡ ἐμμονή αὐτή θά σημαίνει πλέον προπαγάνδα και ψυχολογική πίεση εἰς βάρος ἀνηλίκων, γι΄ αὐτό παρακαλοῦμε ὡς κρατική ἀρχή να διαφυλάξετε τά παιδιά μας ἀπό τέτοιου εἴδους ἐνέργειες.
Μετά τιμῆς
Γιά τό διοικητικό συμβούλιο
τῆς Πανελληνίου Ἑνώσεως Θεολόγων
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου