Ἀγαπητοί ἐν Χριστῷ ἀδελφοί,
ἑορτάζει σήμερα, πρώτη Κυριακή τῶν νηστειῶν, ἡ Ἐκκλησία μας τήν ἀναστήλωση τῶν ἱερῶν εἰκόνων, τήν ὁποία ἔχει ὁρίσει ὡς ἑορτή τῆς Ὀρθοδοξίας, τῆς Ὀρθοδοξίας πού ἀπειλήθηκε ἀπό τήν εἰκονομαχία, τῆς Ὀρθοδοξίας πού βρῆκε ἄξιους ὑπερασπιστές στα πρόσωπα τῶν ἁγίων μαρτύρων και ὁμολογητῶν τῶν ὁποίων τή μνήμη διαιωνίζει σήμερα ἡ Ἐκκλησία μας στό συνοδικό τῆς ἁγίας καί οἰκουμενικῆς Ζ΄ συνόδου, στά πρόσωπα τῶν ἁγίων πατριαρχῶν Γερμανοῦ, Ταρασίου, Νικηφόρου καί Μεθοδίου «τῶν ὡς ἀληθῶς ἀρχιερέων Θεοῦ καί τῆς Ὀρθοδοξίας προμάχων καί διδασκάλων»,
στά πρόσωπα τῶν μεγάλων πατέρων, τῶν θεολόγων συγγραφέων Ἰωάννου τοῦ Δαμασκηνοῦ καί Θεοδώρου Στουδίτου. Βρῆκε τέλος, θείᾳ χάριτι, ἄξιους ὑπερασπιστές στά πρόσωπα τῶν ἁπλοϊκῶν ἀλλά πιστῶν μοναχῶν καί λαϊκῶν πού δέν δέχονταν νά ἀλλάξουν ἕνα γράμμα ἤ μία κεραία ἀπό τήν παράδοση τῆς Ἐκκλησίας μας. Γνώριζαν ὅλοι ἐκεῖνοι, αὐτό το ὁποῖο ἀναφέρει τό σημερινό εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα, τή φράση την ὁποίαν ἀπηύθυνε ὁ μαθητής τοῦ Κυρίου ἀπόστολος Φίλιππος στον μέλλοντα μαθητή καί ἀπόστολο Ναθαναήλ: «ὅν ἔγραψε Μωυσῆς ἐν τῷ νόμῳ καί οἱ προφῆται, εὑρήκαμεν, Ἰησοῦν τόν υἱόν τοῦ Ἰωσήφ τόν ἀπό Ναζαρέτ». Τόν εἶδαν οἱ ἀπόστολοι τόν Κύριο ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστό, τόν βλέπουν μέχρι καί σήμερα «οἱ καθαροί τῇ καρδίᾳ». Κι ἀφοῦ ἐνηνθρωπήσθη, δύναται και νά ἐξεικονισθεῖ. Ἄν ἀμφισβητεῖται ἡ δυνατότητα ἐξεικονίσεως τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, τότε ἀμφισβητεῖται καί τό ἀληθές τοῦ μυστηρίου τῆς σαρκώσεως τοῦ Υἱοῦ καί Λόγου τοῦ Θεοῦ. Τοῦτο ἐγνώριζαν οἱ ὁμολογητές τῆς πίστεως κατά τόν 8ο καί 9ο αἰώνα, κατά τούς φρικτούς χρόνους τῆς εἰκονομαχίας. Γι΄ αὐτό ἀρνήθηκαν οἱ ἅγιοι νά ὑπηρετήσουν τά θελήματα τῶν τυράννων, τῶν αὐτοκρατόρων οἱ ὁποῖοι εἶχαν αὐτοανακηρυχθεῖ καί θεολόγοι καί κατέστρεφαν εἰκόνες ἀνεκτίμητης ἀξίας, μοναστήρια καί ζωές ἀνθρώπων καί μέ ὅλες αὐτές τους τίς πράξεις προκάλεσαν ἐπαναστάσεις και ἀπεμάκρυναν ἀπό τήν Ἐκκλησία τῆς Κωνσταντινουπόλεως την Ἐκκλησία τῆς Ρώμης, ἡ ὁποία τότε ἀκόμη δέν εἶχε διαβρωθεῖ. Διώχθηκαν οἱ προφῆτες τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης καί ὑπέστησαν μύρια βάσανα, λέγει τό σημερινό ἀποστολικό ἀνάγνωσμα ἀπό την πρός Ἑβραίους ἐπιστολή τοῦ ἀποστόλου Παύλου: «ἐμπαιγμῶν και μαστίγων πεῖραν ἔλαβον, ἔτι δε δεσμῶν καί φυλακῆς· ἐλιθάσθησαν, ἐπρίσθησαν, ἐπειράσθησαν, ἐν φόνῳ μαχαίρας ἀπέθανον, περιῆλθον ἐν μηλωταῖς, ἐν αἰγείοις δέρμασιν, ὑστερούμενοι, θλιβόμενοι, κακουχούμενοι». Διώχθηκαν μέ πανομοιότυπους τρόπους ἀπό τούς εἰκονομάχους κάπου δεκαπέντε αἰῶνες ἀργότερα ἀπό την ἐποχή τῶν προφητῶν καί οἱ ὑπερασπιστές τῆς ὀρθοδοξίας. Πρός τί; Θά ἐρωτήσει κανείς. «Μείζονα πλοῦτον ἡγησάμενοι τόν ὀνειδισμόν Χριστοῦ» εἶναι ἡ ἀπάντηση κατά τόν ἅγιο ἀπόστολο Παῦλο.
Κάποιοι ὁπωσδήποτε θά ἀντείπουν: «ὅμως συνέβαινε καί παράχρηση τῶν εἰκόνων». Ναί, θά ἀπαντήσουμε, τύχαιναν καί περιπτώσεις παραχρήσεως, γίνονταν κάποτε καί πράξεις οἱ ὁποῖες σήμερα θά μᾶς φαίνονταν κωμικές, ὅμως ἄν μᾶς πονεῖ τό ἕνα χέρι, δέν κόβουμε τήν κεφαλή μας, γιά νά μᾶς περάσει ὁ πόνος! Ἔπρεπε λοιπόν, σέ ὅσους ἔκαμαν παράχρηση, να διδαχθεῖ ἡ σωστή χρήση κι ὄχι να ἐπιχειρηθεῖ μέ βίαιο τρόπο ἡ ἀπαγόρευση τῶν εἰκόνων.
Ἀγαπητοί ἐν Χριστῷ ἀδελφοί,
Ἄς ἀναστηλώσουμε τήν εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ μέσα μας ἀξιοποιοῦντες τίς δωρεές τῆς θείας χάριτος, ἔτσι θά μπορέσουμε να ἀνταπεξέλθουμε στίς προκλήσεις καί στίς δοκιμασίες, τίς ὁποῖες ἐκτοξεύει σήμερα ὁ ἄκοσμος κόσμος. Διότι σήμερα ἐπιχειρεῖται με ποικίλα τεχνάσματα νέα φάση τῆς εἰκονομαχίας. Ἐπιχειροῦν κάποιοι τήν ἔξωση τῆς εἰκόνας τοῦ Χριστοῦ μας ἀπό τά κτήρια τοῦ ἑλληνικοῦ κράτους, σχολεῖα, δημόσιες ὑπηρεσίες καί δικαστήρια, τοῦ κράτους, πού δημιουργήθηκε με ἀγώνα «ὑπέρ πίστεως καί πατρίδος», δέν πρέπει νά τό ξεχνοῦμε αὐτό, μιά καί αὔριο θά τό γιορτάσουμε γιά ἄλλη μιά φορά. Ἐπιχειρεῖται ἐπίσης καί νόθευση τῆς εἰκόνας τοῦ Χριστοῦ μας μέσῳ ἀμφιλεγόμενων σχολικῶν προγραμμάτων σπουδῶν, τά ὁποῖα διαφημίζονται ὡς «ἀνανέωση», ἀλλά στήν πραγματικότητα εἶναι καταστροφή.
Χρέος τοῦ κάθε θεολόγου, κληρικοῦ καί λαϊκοῦ, τοῦ κάθε πιστοῦ, ὅσο ἁπλός κι ἄν εἶναι, χρέος ὅλων μας εἶναι νά ἀντισταθοῦμε, νά ἀντισταθοῦμε ἀκολουθώντας τό παράδειγμα τῶν μαρτύρων καί τῶν ὁμολογητῶν τῆς περιόδου τῆς εἰκονομαχίας, νά ἀγωνισθοῦμε νουθετώντας τά παιδιά μας, νά ἀγωνισθοῦμε μή δεχόμενοι τέτοιου εἴδους ἐγχειρήματα. Ἔτσι θά λέμε ἀλήθεια, ὅταν τήν κάθε Κυριακή τῆς Ὀρθοδοξίας, ὅπως σήμερα θά ψάλλουμε: «θεσμούς Ἐκκλησίας πατρικούς, διαφυλάττοντες, εἰκόνας γράφομεν, καί ἀσπαζόμεθα στόμασι, και καρδίᾳ καί θελήματι, τῶν τοῦ Χριστοῦ καί τῶν αὐτοῦ Ἁγίων κράζοντες· Εὐλογεῖτε πάντα τά ἔργα Κυρίου τόν Κύριον».
* * *
Ὁ Ὀρθόδοξος Χριστιανισμός προσέλαβε τόν πεπερασμένο ὀρθό λόγο τῶν Ἑλλήνων καί τόν ὑπερέβη μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ καί τήν πίστη τῆς Θείας Ἀποκαλύψεως. Και ἀσφαλῶς δέν ἔχουμε “ἐξελληνισμένο Χριστιανισμό”, ὅπως ἰσχυρίστηκε ὁ Harnack οὔτε “ἐκχριστιανισμένο Ἑλληνισμό” “οὐ μείγνυται τά ἄμικτα”, τό ἀπόλυτο, τό θεῖον μέ το ὀθνεῖον καί σχετικόν. Μέ αὐτήν τήν ἔννοια παρέλαβε καί ἀνέδειξε τόν Σωκράτη, τόν Πλάτωνα, τόν Ἀριστοτέλη καί πολλούς ἄλλους σέ πρό Χριστοῦ χριστιανούς καί μάλιστα τούς ἀπεικόνισε μέ τόν χρωστήρα τοῦ ἁγιογράφου στούς νάρθηκες ἱερῶν ναῶν και καθολικῶν μοναστηρίων. Ἀσφαλῶς, ὅμως, καταδίκασε τά περί ψυχῆς καί μετεμψυχώσεως και ἄλλες εἰδωλολατρικές θεωρίες, ἀντικείμενες στή χριστιανική διδασκαλία, ἀμφισβήτησε τό θεσμό τῆς δουλείας πού ὑποστηρίζει ὁ Ἀριστοτέλης, καθώς καί κάθε εἰδωλολατρική ἐκδήλωση τῆς ζωῆς. Αὐτή ἡ κάθαρση τοῦ ἑλληνικοῦ πνεύματος ἀπό τό Χριστιανισμό σέ καμμιά περίπτωση δέν δύναται νά χαρακτηριστεῖ ὡς ἀρνητική. Ἡ Ἐκκλησία προσέλαβε διακριτικά καί ἐπιλεκτικά ἀπό τόν ἑλληνισμό ὅ,τι ὠφέλιμο καί ἀπέρριψε τά εἰδωλολατρικά πιστεύματα καί μυθεύματα τῆς ἑλληνοειδωλολατρίας. Ὅσον ἀφορᾶ, γενικώτερα, στή σχέση Ελληνισμοῦ καί Χριστιανισμοῦ τόν ὁρισμό τόν δίδει ὁ Θεόδωρος Στουδίτης. Ὁ χριστιανισμός ὡς θρησκεία τῆς Ἀποκαλύψεως δέν ἔχει ἀνάγκη ἀπό τήν Ὁμηρική φιλοσοφία: “οὐ δεόμενοι τῆς Ὁμήρου φλυαρίας”, ὁ χριστιανισμός διακριτικῶς καί ἐπιλεκτικῶς παραλαμβάνει “τό ὠφέλιμον”, διαχωρίζει καί διαστέλλει “το περιττόν”, διακρίνει τό ἦθος τῶν χριστιανῶν ἀπό ἐκεῖνο τῶν ʻΕλλήνων καί μάλιστα τῶν ρητόρων και ἀπορρίπτει “τό μυθῶδες ἀλλά το ὠφέλιμον κατασχών, τό περιττόν διεῖδε και κατεφώρασεν... οὐ κατά ρητόρων δεῖν ὤετο ἔχειν τό ἦθος”. (Μιχαήλου μοναχοῦ, Βίος καί πολιτεία Θεοδώρου Στουδίτου…” βλ. καί Ἠλία Μπάκου, Βυζαντινή ποίησις καί εἰκονομαχικαί ἔριδες, Ἀθῆναι 1992, σσ. 312-348).
Ορθόδοξος Τύπος, 5/4/2013
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου