20/12/13

Πρωτοπρ. Άγγελος Αγγελακόπουλος, Θεολογική και ιστορική κριτική της εισηγήσεως του Μητροπολίτου Δημητριάδος Ιγνατίου στην παπική ημερίδα (ΣΤ΄-τελευταίον)

Ἐν Πειραιεῖ 20-12-2013
ΘΕΟΛΟΓΙΚΗ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΚΡΙΤΙΚΗ ΤΗΣ ΕΙΣΗΓΗΣΕΩΣ ΤΟΥ ΣΕΒ. ΜΗΤΡ. ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΣ ΚΑΙ ΑΛΜΥΡΟΥ κ. ΙΓΝΑΤΙΟΥ ΣΤΗΝ ΠΑΠΙΚΗ ΗΜΕΡΙΔΑ ΓΙΑ ΤΗΝ Β΄ ΒΑΤΙΚΑΝΕΙΟ ΣΥΝΟΔΟ
(ΜΕΡΟΣ ΣΤ΄- τελευταίον)
Γράφει ο Πρωτοπρεσβ. π. Ἄγγελος Ἀγγελακόπουλος,
ἐφημ. Ἱ. Ν. Ἁγίας Παρασκευῆς Νέας Καλλιπόλεως Πειραιῶς

ΙΖ) Οἱ σχέσεις τοῦ παπισμοῦ μέ τίς ἐξωχριστιανικές θρησκεῖες
Σύμφωνα μέ τόν Σεβ. κ. Ἰγνάτιο, «τό θέμα τῆς σχέσεως τῆς Ἐκκλησίας μέ τίς ἄλλες θρησκεῖες ἀντιμετωπίζεται σέ ἄλλα κείμενα τῆς Συνόδου, ἀλλά καί αὐτό διέπεται ἀπό τό πνεῦμα εἰρηνικῆς προσεγγίσεως καί διαλόγου, μακριά ἀπό διάθεση συγκρούσεως καί πολεμικῆς».

Ὄντως, μεγάλη θηση δωσε Β΄ Σύνοδος το Βατικανο στή διαθρηκειακή «κατανόηση» καλύτερα στήν πανθρησκειακή νότητα. Γράφει σύνοδος γιά τίς σχέσεις το παπισμο πρός τίς μή χριστιανικές κοινότητες στή διακήρυξη Nostra Aetate, ποία θέλει νά προωθήσει τό διάλογο καί τή συνεργασία μεταξύ τν μεγάλων θρησκειν γιά τή δικαιοσύνη καί τήν ερήνη στόν κόσμο : «Μέ κτίμηση τενίζει κκλησία καί τούς Μουσουλμάνους, ο ποοι λατρεύουν τόν να καί μοναδικό Θεό, τόν ζντα..., τόν εσπλαχνο καί παντοδύναμο, τόν δημιουργό ορανο καί γς, πού μίλησε στούς νθρώπους. Αυτοί προσπαθον νά ποταχθον μ’ λη τους τήν ψυχή κόμη καί στίς κρυμμένες Του βουλές, πως εχε ποταχθε στό Θεό καί βραάμ, στόν ποο εχαρίστως ναφέρεται σλαμική πίστη. Τόν ησο, μολονότι δέν τόν ναγνωρίζουν ς Θεό, τόν σέβονται ς προφήτη, καί τιμον τήν μητέρα το Παρθένο Μαρία, τήν ποία καί πικαλονται κάποτε μέ ελάβεια. πιπλέον περιμένουν τήν μέρα τς κρίσης, γιά τήν ποία Θεός θά ναστήσει λους τους νθρώπους καί θά τούς νταποδώσει. Γι’ ατό ποδίδουν σημασία στή θική στάση ζως καί κφράζουν τό σεβασμό τους στό Θεό διαίτερα μέ προσευχή, λεημοσύνη καί νηστεία»[1].
Τό Διάταγμα «Unitatis Redintegratio» τς Β΄ Βατικάνειας Συνόδου νοίγει τίς πόρτες στή συνεργασία καί στό διάλογο μέ τίς λλες θρησκεες, διαίτερα πρός τόν ουδαϊσμό, παρά τήν ντονη ντίδραση μίας μειοψηφίας στή Σύνοδο[2]. Στήν τέταρτη φάση τς Συνόδου τό 1965 ψηφίστηκαν καί ο διακηρύξεις σχετικά μέ τήν λευθερία τς συνείδησης καί τή θρησκευτική λευθερία, καθώς καί τίς σχέσεις μέ τίς λλες θρησκεες, δίως μέ τόν ουδαϊσμό. Ατές προκάλεσαν ντονες συζητήσεις, γιατί νέτρεπαν πολύ παλιές καί βαθιά ριζωμένες νοοτροπίες ντός της κκλησίας. Εδικότερα, Σύνοδος ζητοσε νά λλάξει ρνητική χθρική στάση το παπισμο πέναντι στούς βραίους[3].
Ὁ Σέβ. κ. Ἰγνάτιος δέν τόλμησε νά ἀναλύσει σέ πλήρη ἔκταση τό «διάταγμα περί οἰκουμενισμοῦ» (Unitatis Redintegratio), τό ὁποῖο δέν στέκεται ἁπλά καί μόνο στό «διαχριστιανικό ἄνοιγμα», ἀλλά ὅτι τό ἄνοιγμα αὐτό καί ὁ διάλογος ἐπεκτάθηκε καί πρός τίς ἄλλες θρησκεῖες, «διαθρησκειακό ἄνοιγμα», ὅπως τόν Ἰνδουισμό, τόν Βουδδισμό, τόν Μασσωνισμό, τόν κομμουνισμό, τόν ἀθεϊσμό, ἰδιαίτερα τόν Ἰουδαϊσμό καί τόν Μουσουλμανισμό[4], παρά τήν ἔντονη ἀντίδραση μίας μειοψηφίας στή Σύνοδο, ὅπως ἀναφέραμε. Τό ἄνοιγμα αὐτό ἀπό ὀρθοδόξου ἐπόψεως εἶναι ἐντελῶς ἀπαράδεκτο καί ἀσυμβίβαστο, διότι «τίς κοινωνία φωτί πρός σκότος, Χριστῷ πρός Βελίαλ»[5]; Πρακτικά αὐτό σημαίνει πώς στή συγκεκριμένη σύνοδο, τό Βατικανό ἔθεσε ἐπισήμως καί γιά πρώτη φορά τά θεμέλια πρός ἕνα «πανθρησκειακό μοντέλο», ὅπου κάθε χριστιανική «ὁμολογία» καί θρησκεία θά κρατήσει τά δικά της (unity in diversity), μέ τήν ἕνωση νά περιορίζεται μόνο στήν ἀναγνώριση τοῦ πάπα, ὡς πνευματικοῦ ἡγέτη αὐτῆς τῆς διαθρησκειακῆς πυραμίδας. Τό σχῆμα αὐτό θυμίζει ἐπακριβῶς τίς προφητεῖες τῶν Ἁγίων Πατέρων, πού ὁμιλοῦν γιά τόν Ἀντίχριστο, ὁ ὁποῖος θά ἐπιτρέψει μία φαινομενική θρησκευτική ἐλευθερία, ὁ καθένας νά κρατήσει τά δικά του, ἀρκεῖ νά προσκυνηθεῖ ἀπό τήν ἀνθρωπότητα[6]!
ΙΗ) Ὁ Δούρειος Ἵππος τοῦ παπισμοῦ : Ἡ δαιμονική καί ἐπάρατος Οὐνία
Σύμφωνα μέ τόν Σεβ. κ. Ἰγνάτιο, «εἶναι ἄξιο σημειώσεως ὅτι τό περί Οἰκουμενισμοῦ Διάταγμα τῆς Συνόδου ἀναφέρει ρητά ὅτι οἱ Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες ἔχουν πλῆρες τό δικαίωμα τῆς αὐτοδιοικήσεώς τους, σύμφωνα μέ τό δικό τους Κανονικό Δίκαιο. Δέν εἶναι δηλαδή ὑποχρεωμένες νά ὑπόκεινται διοικητικά στή Ρώμη, ὀφείλουν ὅμως πάντοτε νά λαμβάνουν ὑπόψη τους τήν ἑνότητα τῆς ὅλης Ἐκκλησίας (ὑπονοεῖται ἡ κοινωνία μέ τήν Ἐκκλησία τῆς Ρώμης)». Πιό κάτω λέει ὅτι στό περί Οἰκουμενισμοῦ Διάταγμα «ἀποδίδεται ἰδιαίτερος σεβασμός στόν πλοῦτο τῆς θεολογίας, τῆς λατρείας καί τῆς πνευματικῆς ζωῆς τῆς Ὀρθοδοξίας» καί ὅτι «καταβάλλεται προσπάθεια ἀμβλύνσεως τοῦ ζητήματος τῶν ἑλληνορρύθμων καθολικῶν (οὐνίας), χωρίς, δυστυχῶς, νά προσφέρεται καμμιά ἱκανοποιητική γιά τούς ὀρθοδόξους λύση – πράγμα πού ἐξακολουθεῖ νά ἀποτελεῖ τροχοπέδη στίς σχέσεις τῶν δύο Ἐκκλησιῶν, Ὀρθοδόξου καί Ρωμαιοκαθολοικής, καί πού πρέπει νά ἀντιμετωπιστεῖ ὁπωσδήποτε».
Δέν καταλαβαίνει ὁ Σεβ. κ. Ἰγνάτιος ὅτι αὐτά, πού περιγράφει, εἶναι ἀκριβῶς ἡ οὐνιτικοῦ τύπου ἕνωση; Ποῦ εἶδε ὁ κ. Ἰγνάτιος τήν «προσπάθεια ἀμβλύνσεως τοῦ ζητήματος τῶν ἑλληνορρύθμων καθολικῶν»; Ἀκριβῶς τό ἀντίθετο συμβαίνει. Διότι, ἀναπόσπαστο μέρος τῶν ἀποφάσεων τῆς Β΄ Βατικανῆς Συνόδου ἀποτελεῖ καί τό Διάταγμα «Orientalium Ecclesiarum», τό «Διάταγμα γιά τίς νατολικές Καθολικές κκλησίες», τίς ουνιτικές δηλαδή, τίς ποες ναγνωρίζει καί προασπίζεται μέ κάθε πισημότητα, μέ πρόθεση νά ναβαθμίσει τό ρόλο τούς μέσα στήν «Καθολική κκλησία»[7]. Πρόκειται γιά τήν γνωστή ονιτικο τύπου «νότητα», μέ τόν μοιβαο μπλουτισμό τν δύο παραδόσεων, τήν νότητα ν τ ποικιλία, ποία προπαγανδίζεται κατά κόρον καί στίς μέρες μας. νότητα δηλ., χι στήν πίστη καί τήν λήθεια, λλά μία συγκρητιστικού τύπου συγχώνευση, μία πορρόφηση, οσιαστικά, τς ρθοδοξίας στόν παπισμό, χωρίς ατός νά ποβάλει καμμία πό τίς αρετικές πλάνες του. Μέ βάση τήν οὐνιτική αὐτή ἕνωση κάθε «ὁμολογία» θά κρατήσει τά δικά της ἤθη καί ἔθιμα, τόν τρόπο διοικήσεώς της, τήν λατρεία της, τήν πνευματικότητά της καί ὅλα ὅσα τήν χαρακτηρίζουν, μέ μόνη προϋπόθεση τήν ἀναγνώριση τοῦ πρωτείου ἐξουσίας ἐφ’ὅλης τῆς Ἐκκλησίας τοῦ πάπα Ρώμης.
Στό σημεο ατό πρέπει νά τονισθε τι Ονία χει καταδικαστε περίφραστα σέ «συνοδικές ποφάσεις πασν νεξαιρέτως τν ρθοδόξων κκλησιν,… ς εναι μόφωνος πόφασις τς Γ΄ Προσυνοδικς Πανορθοδόξου Διασκέψεως (1986)», λλά καί στό Freising το Μονάχου τό 1990 μέ τίς πογραφές μάλιστα καί παπικν θεολόγων[8]. ποιαδήποτε θώωση το Δούρειου ππου τοῦ παπισμοῦ, τς παράτου καί δαιμονικς Ονίας καί πόδοση κκλησιαστικς ναγνωρίσεως σ’ ατή (κείμενο το Balamand 1993), δέν ποτελε πανορθόδοξη πόφαση καί συνιστ μή περιφρόνηση τν μοφώνων Πανορθοδόξων ποφάσεων, πού ρητά καταδικάζουν τήν Ονία.
Δέν μπορε, βεβαίως, κανείς νά ξεχάσει τά βάρβαρα γκλήματα τν παπικν στήν Σερβία κατά τόν Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο καί τήν ξολόθρευση χιλιάδων Σέρβων ρθοδόξων, στήν ποία συμμετεχαν παπικοί ονίτες Οστάσι κληρικοί, μοναχοί κ.λπ, ο ποοι δρασαν πό τήν καθοδήγηση το «γίου» τοῦ Βατικανο «ρχιεπισκόπου τς γενοκτονίας» τν Σέρβων Στέπινατς. Οτε μπορε νά λησμονηθε τό γεγονός τι τό Βατικανό συμμετεχε, ετε εθέως ετε μμέσως, στίς πολεμικές πιχειρήσεις (1990-1992 καί 1998) ναντίον τς διαλύσεως τς Γιουγκοσλαβίας καί τς Σερβίας.
νέντιμος καί προκλητική συμμετοχή το Ονίτου ψευδοδιακόνου καί τν Ονιτν ψευδεπισκόπων, νάγνωση το Εαγγελίου στά λληνικά πό ονίτη «κληρικό», παρουσία τν ονιτν στήν κατακόμβη τς βασιλικς το γίου Πέτρου[9], κατά τήν «νθρόνιση»  του κλαμπροτάτου κ. Φραγκίσκου, πού γιά μία εσέτι φορά πέρρωσαν τό διαρκές γκλημα τς Ονίας καί τόν ντίχριστο βιασμό τς μωμήτου μν κκλησίας[10] καί πιμονή το Βατικανο στήν Ονία, τήν πιό παίσχυντη δηλαδή μορφή προσηλυτισμο καί πολεμικς κατά τς ρθοδόξου κκλησίας, ποκαλύπτει τόσο τό ληθινό του πρόσωπο σο καί τόν βαθμό τς διγλωσσίας, μέ τήν ποία δέν παύει νά συμπεριφέρεται ναντι τν ρθοδόξων.
Τό παραπάνω γεγονός εἶναι μέρος νός πικοινωνιακο σχεδίου το Βατικανο, γιά νά λλάξει τό ρνητικό κλμα ες βάρος του καί νά ντυπωσιάσει τόν μύητο πιστό ρθόδοξο λαό περί τά δογματικά. Πραγματικός στόχος τς νεργείας του κλαμπροτάτου κ. Φραγκίσκου ατς ταν νά νισχύσει τήν ν λλάδι Ονία, τήν ποία ναβάθμισε παραιτηθείς κλαμπρότατος κ. Βενέδικτος ΙΣΤ΄ μέ τήν γκατάσταση το «ρχιεπισκόπου» τν Ονιτν στήν θήνα (δός χαρνν) κ. Δημητρίου Σαλάχα το 2008.
Εἶναι πάντως ἀξιοσημείωτο τό γεγονός, πώς στήν εἰσήγησή του ὁ Σεβ. κ. Ἰγνάτιος, ἐμφανίζεται σέ ἀρκετά σημεῖα νά ἐπιτίθεται στό ἀρχέγονο ζήτημα τῆς Οὐνίας (unia=ἕνωση), ἀναγνωρίζοντας πώς «ἀποτελεῖ τροχοπέδη στίς σχέσεις τῶν δύο Ἐκκλησιῶν, Ὀρθοδόξου καί Ρωμαιοκαθολικῆς, καί πού πρέπει νά ἀντιμετωπισθεῖ ὁπωσδήποτε» καί ξεγελώντας πολλούς ἀδαεῖς νά ὑποστηρίξουν ὅτι στό συγκεκριμένο θέμα ἀκολουθεῖ τήν παραδοσιακή καί ἐπικριτική γραμμή παλαιοτέρων, ὅπως τοῦ Ἰωάννου Καρμίρη καί τοῦ καθηγητῆ ἀρχιμ. Παντελεήμονος Ροδοπούλου[11]. Ἐν πολλοῖς, δέν θά ὑπῆρχε διαφωνία ὡς πρός τήν ἀνωτέρω θέση, ἐφόσον ὁ Σεβ. κ. Ἰγνάτιος καί ἀρκετοί ὁμόφρονές του στήν Ἱερά Σύνοδο, δέν ἀναγνώριζαν τό κράτος τοῦ Βατικανοῦ ὡς κανονική ἐκκλησία. Ἀπό τήν στιγμή, ὅμως, πού ὁ παπισμός, ὁ ὁποῖος ἀποτελεῖ τή μήτρα ὅλων τῶν δυτικῶν αἱρέσεων, ἀναγνωρίζεται ὡς ἐκκλησία, ἡ παραπάνω θέση τοῦ Σεβ. κ. Ἰγνατίου «περί διευθετήσεως τοῦ ζητήματος τῆς Οὐνίας» ἀποτελεῖ πλεονασμό, καθότι οὐσιαστικά ἡ οὐνιτοποίηση διεξάγεται νομοτελειακά, μέσω τῆς ἀποδοχῆς τῶν πορισμάτων τῆς Β΄ Βατικανῆς Συνόδου καί τῆς ἐμφυτεύσεως αὐτῆς τῆς καινοτόμου, πλήν ὅμως αἱρετικῆς, ἐκκλησιολογίας στόν ἑλλαδικό Ὀρθόδοξο χῶρο, μέ πρωτοβουλία τοῦ ἰδίου τοῦ Σεβ.                                κ. Ἰγνατίου. Οὐσιαστικά, ὁ Σεβ. κ. Ἰγνάτιος ἐνεργεῖ ὡς οὐνίτης στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος. Μέ αὐτή τήν θεολογική «τέχνη τῆς πανουργίας», καλλιεργεῖται ἐπισταμένως στά ὑψηλά κλιμάκια τῆς Ἑλλαδικῆς Ἐκκλησίας ἡ αἴσθηση τῆς «ἑνότητας μέσα ἀπό τή διαφορετικότητα», μέ συνέπεια τό πράγμα νά ἀποκτᾶ θεσμική ὑπόσταση. Σέ μία τέτοια περίπτωση, ὁ κίνδυνος γιά τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία εἶναι ἀπείρως μεγαλύτερος ἀπό τόν κίνδυνο τῆς Οὐνίας, καί τό μόνο πλέον πού θά ἀπομένει εἶναι ὁ τρόπος, πού θά σερβιριστεῖ αὐτοῦ του εἴδους ἡ «ἑνότητα» στόν λαό[12].
ΙΘ) Ἡ συλλογικότητα τῶν παπικῶν «ἐπισκόπων» ἐν σχέση μέ τήν ὀρθόδοξη συνοδικότητα
Ἀναφερόμενος ὁ Σεβ. κ. Ἰγνάτιος στήν συλλογικότητα τῶν παπικῶν «ἐπισκόπων», τονίζει ὅτι «ἀξιοσημείωτη εἶναι ἡ περί συλλογικότητας τῶν ἐπισκόπων στήν περί Ἐκκλησίας διάταξη. Ἡ ἰδέα αὐτή, ἡ ὁποῖα γιά πρώτη φορά εἰσάγεται στήν ἐπίσημη διδασκαλία τῆς Ρωμαιοκαθολικῆς Ἐκκλησίας, ἄν καί δέν εἶναι πλήρως ἱκανοποιητική ἀπό Ὀρθοδόξου ἀπόψεως (βλ. κριτική τοῦ Ἰωάννου Ζηζιούλα, Μητρ. Περγάμου, στήν διδακτορική διατριβή τοῦ περί Ἑνότητος τῆς Ἐκκλησίας), ἐνισχύει τήν ἔννοια τῆς συνοδικότητας, ἡ ὁποία εἶναι καίριας σημασίας γιά τήν προσέγγιση Ὀρθοδοξίας καί Ρωμαιοκαθολικισμοῦ».
Στό σημεῖο αὐτό διακρίνεται μία προσπάθεια τοῦ Σεβ. κ. Ἰγνατίου νά συμβιβάσει τά ἀσυμβίβαστα, ἀκολουθώντας κατά πόδας τήν τακτική της διμεροῦς ἐπιτροπῆς τοῦ θεολογικοῦ διαλόγου μεταξύ Ὀρθοδόξων καί παπικῶν, ἡ ὁποία αὐτή τήν περίοδο συζητᾶ τό θέμα «πρωτεῖο καί συνοδικότητα», ἀναζητώντας μία μεσοβέζικη λύση μεταξύ του πρωτείου τοῦ πάπα Ρώμης καί τοῦ Συνοδικοῦ συστήματος τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Θεωρεῖται «ἐπίτευγμα» τῆς Β΄ Βατικανῆς, κατά τόν Σεβ.                        κ. Ἰγνάτιο, ἡ ἐνίσχυση τῆς «συλλογικότητας τῶν ἐπισκόπων», διότι σάν ὅρος πλησιάζει στή συνοδικότητα. Βεβαίως καί ἐδῶ ἀποκρύπτεται εὐσχήμως ἀπό τόν Σεβ. κ. Ἰγνάτιο τό ἀδιαμφισβήτητο γεγονός πώς ὅλοι αὐτοί οἱ ὄροι πού «ἐνίσχυσε» ἡ σύνοδος εἶναι λεκτικά πυροτεχνήματα, ἀφοῦ πάντοτε τόν τελευταῖο λόγο στήν παπική παρασυναγωγή τόν ἔχει ὁ πάπας μέ τό πρωτεῖο του, κάτι πού δέν ἀμφισβητεῖται ποτέ κι ἀπό κανένα στόν παπικό κόσμο[13].
πό τίς ποφάσεις τς Β’ Βατικανείου Συνόδου διαπιστώνουμε τι, κτός πό κάποια νώδυνα καί πιφανειακά νοίγματα το Βατικανο πρός τούς ρθοδόξους, τό πρωτεο καί τό λάθητο χι μόνο δέν περιορίζονται τουλάχιστον ποσιωπονται, λλά νισχύονται ναντι τς Α’ Βατικανείου Συνόδου.     «Η Β’ Βατικάνειος Σύνοδος... δέν παρέλειψε νά ξάρη καί νισχύση κόμη περισσότερον καί τό παπικόν ξίωμα, μέχρι το σημείου μάλιστα στε πό τινν μνητν ατο ν τ Συνόδω δημιουργήθη πόνοια τι κεφαλή τς κκλησίας δέν εναι πλέον Χριστός, λλ’ Πέτρος καί μέσω ατο Πάπας»[14]. σον φορ τά νοίγματά της, «πρόκειται περί μεταβολς τς ξωτερικς πολιτικς καί μφανίσεως τς «κκλησίας» τς Ρώμης, οχί δέ περί σωτερικς μεταβολς ν τ διδασκαλία ατς»[15]. Τήν μετακίνητη μμονή το παπισμο στά δόγματά του βεβαιώνουν κατά καιρούς ο «πάπες» τς Ρώμης. πρωτεργάτης καί μπνευστής τς Β΄ Βατικανείου Συνόδου «πάπας» ωάννης ΚΓ΄ στήν γκύκλιο πιστολή του «Ad Petri Cathedram» δίνει τόν σκοπό τς Συνόδου καί λέει : «σφαλς θά ποτελέσει θαυμαστήν μαρτυρίαν πηθείας, νότητος καί γάπης, ς λπίζομεν, διά σους διατελον ν διαστάσει μετά τς ποστολικς δρας, τς Ρώμης, καί θά εναι εχάριστος πρόσκλησις πρός ναζήτησιν τς νότητος πέρ τς ποίας Κύριος μν ησος Χριστός πέτεινε θερμήν εχήν πρός τόν Οράνιόν του Πατέρα»[16]. πάπας Παλος ΣΤ’ μέ τήν πρώτη, μετά τήν κλογή του, γκύκλιο «Ecclesi amsuam» (6-8-1965) διαρκούσης τς Β’ Βατικανείου δήλωνε : «πατνται σοι πιστεύουσιν, τι μες θά ποστμεν τν προνομίων μν, τά ποία θεόθεν δόθησαν διά το ποστόλου Πέτρου»[17]. Καί πάπας ωάννης Παλος Β’ μέ τήν γκύκλιό του «Lumen Orientalis» (25-3-1995) κινεται στήν δια γραμμή, πως σχολιάζει μακαριστός καθηγητής ωάννης Παναγόπουλος« γκύκλιος πανέρχεται μέ διαλλαξία καί καμψία στίς διακηρύξεις περί Οκουμενισμο τς Β’ Βατικανς Συνόδου... Κάθε συζήτηση γιά τήν κκλησιαστική νότητα προϋποθέτει τήν νευ ρων ποδοχή το παπικο πρωτείου, τό ποο Θεός δρυσε “ς παντοτεινή καί ρατή ρχή καί θεμέλιο νότητας’’»[18]. Παρόμοιες θέσεις διατυπώνονται καί στήν παπική γκύκλιο «Ut Unum Sint» (να σιν ν).
Ἰωάννης Καρμίρης, ἀναφερόμενος στή νέα παπική ἐπισκοπική σύνοδο, γράφει : «Καθ’ἡμᾶς θά πρόκειται περί συμβουλίου τινός καί οὐχί περί ἀληθοῦς ἐν ὀρθοδόξω ἐννοία συνόδου, ἥτις δέν θά παρουσιάση πραγματικόν τί καί ἀληθές Signum Collegialitatis (=σημεῖο συλλογικότητος), ἐφ’ ὅσον ὁ πάπας μόνος θά ὁρίζει, ἐάν καί πότε θά συγκροτῆται ἡ σύνοδος αὕτη, ποία θά εἶναι ἡ ἡμερησία διάταξις αὐτῆς ἑκάστοτε καί μέχρι τινός ποῖαι ἴσως θά εἶναι καί αἵ ἀποφάσεις αὐτῆς, αἵτινες ἄλλως τε θά ἔχωσι συμβουλευτικόν μόνον χαρακτήρα, ἐνῶ ὁ πάπας συγκεντροί εἰς χείρας του πάσας τάς ἐξουσίας καί εἶναι φορεύς καί ὄργανον ἐκφράσεως τοῦ ἀλαθήτου τῆς Ρωμαιοκαθολικῆς Ἐκκλησίας»[19]. Ἡ θεσπισθεῖσα ἀρχή τῆς συλλογικότητος τῶν ἐπισκόπων ἀπό τήν Β΄ Βατικανή καθόλου δέν μείωσε τήν ἰσχύ τοῦ παπικοῦ πρωτείου. Ὁ ἴδιος ὁ Καρμίρης ἐπισημαίνει ἐπ’αὐτοῦ : «Τό παπικόν πρωτεῖον οὐ μόνον δέν μειοῦται διά τοῦ ἐπιχειρουμένου δογματικοῦ περί τῶν ἐπισκόπων καθορισμοῦ, ἀλλ’ἀπεναντίας ἐνισχύεται καί ἐξυψοῦται περισσότερον, μέχρι τοῦ σημείου μάλιστα, ὥστε ὑπό τινῶν ὑμνητῶν ἐν τή Συνόδω τοῦ παπικοῦ ἀξιώματος ἀφίνετο, ὡς ἐλέχθη, νά δημιουργηθῆ ἡ ὑπόνοια ὅτι κεφαλή τῆς Ἐκκλησίας δέν εἶναι πλέον ὁ Χριστός, ἀλλ’ὁ Πέτρος καί μέσω αὐτοῦ ὁ πάπας»[20]!
 Γιά μς, ὅμως, τούς ρθοδόξους Οκουμενική Σύνοδος εναι τό νώτερο κριτήριο τς κκλησιαστικότητος καί ἡ ψίστη μορφή κκλησιαστικο πολιτεύματος. Κορυφή μας δέν εναι νας νθρωπος, νας πάπας. δ εναι οσιαστική διαφορά μας μέ τόν παπισμό. Ο προτεστάντες τά κατήργησαν λα, καί εναι πιό ντιμοι πό Σας, τούς παπικούς. Εναι πιό ντιμοι, γιατί δέ θέλησαν νά κρατήσουν τίποτε πό τήν παράδοση τς κκλησίας καί νά τό διαστρεβλώνουν. παπισμός, μως, ποκατέστησε τήν Οκουμενική Σύνοδο μέ τόν «πάπα» καί τήν κανε ργανο το παπισμο, θεραπαινίδα τν παπικν σχεδίων. Στήν ρθοδοξία πάρχει καί θά πάρχει μέχρι τέλους τς στορίας, ς ψιστος θεσμός στή ζωήν της, Οκουμενική Σύνοδος. Οκουμενική σημαίνει Σύνοδος λου του κράτους. Κατά τόν ρο το Ξενοφντος καί στό λληνικό Βυζάντιο, στήν λληνική, δηλαδή, Ρωμανία, λέξη Οκουμένη, σημαίνει κατ' οσίαν τό κράτος, οκουμενικός διδάσκαλος, οκουμενικοί πατέρες κ.ο.κ. Οκουμενική Σύνοδος, λοιπόν, εναι Σύνοδος λου του κράτους καί ντιμετωπίζει τά μεγάλα προβλήματα τς πίστεως καί τάξεως τς κκλησίας. Ο Οκουμενικές Σύνοδοι προϋποθέτουν κρίσεις στό σμα τς κκλησίας, πού σημαίνει τι πειλεται σωτηρία. Καί τότε ρχεται ς στόμα τς κκλησίας Οκουμενική Σύνοδος, γιά νά διακηρύξει, σέ κάθε περίπτωση, τήν σώζουσα λήθεια, σύμφωνα μέ τούς γίους Προφτες, τούς γίους ποστόλους, τούς γίους Πατέρες καί τίς γίες Μητέρες λων τν αώνων[21].
Τά ἀνωτέρω, τηρουμένων τῶν ἀναλογιῶν, ἰσχύουν καί γιά ὅσα εἶπε ὁ Σεβ. κ. Ἰγνάτιος περί τῆς ἰδέας τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ («Μέ τήν περί Ἐκκλησίας Διάταξη Lumen gentium, ἡ Β΄ Σύνοδος τοῦ Βατικανοῦ εἰσήγαγε στήν ἐκκλησιολογία τήν ἰδέα τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ. Σύμφωνα μέ τήν ἰδέα αὐτή, ἡ Ἐκκλησία δέν ὁρίζεται ἀπό τό ἱερατεῖο, οὔτε κἄν ἀπό τόν ἐπίσκοπο Ρώμης ὡς ἄτομο, ἀλλά ἀπό ὁλόκληρο τό σῶμα τῆς Ἐκκλησίας, δηλαδή ἀπό τούς βαπτισμένους στό ὄνομα τῆς Ἁγίας Τριάδος πιστούς. Ἡ ἰδέα αὐτή εἶχε δύο βασικές συνέπειες. Πρῶτον, ἐξαίρει τή σπουδαιότητα τῶν λαϊκῶν στό σῶμα τῆς Ἐκκλησίας…») καί περί τοπικῆς Ἐκκλησίας («Η Β΄ Βατικανῆ καλεῖ τήν τοπική Ἐκκλησία πλήρη καί καθολική Ἐκκλησία»). Τά πάντα ἐπισκιάζει τό πρωτεῖο καί τό ἀλάθητο τοῦ πάπα.
Κ) Τό κείμενο τῆς Ραβέννας
Ὁ Σεβ. κ. Ἰγνάτιος ἐξαίρει καί τήν σημασία τοῦ κειμένου τῆς Ραβέννας. Λέει χαρακτηριστικά : «Στό σημεῖο αὐτό πρέπει νά ἐξαρθεῖ ἡ σημασία τῆς ἀποδοχῆς καί ἐκ μέρους τῶν Ρωμαιοκαθολικῶν στό κοινό κείμενο τῆς Ραβέννας ὅτι τό πρωτεῖο στήν Ἐκκλησία ἀσκεῖται μόνο στό πλαίσιο τῆς Συνοδικότητας».
Σχετικά μέ τό παίσχυντο κείμενο τς Ραβέννας, στό ποο ναφέρθηκε κ. γνάτιος, γιος Καθηγούμενος τς . Μ. σίου Γρηγορίου γίου ρους πανοσιολογιώτατος ρχιμανδρίτης                                π. Γεώργιος Καψάνης ναφέρει τι « συμφωνία τς Ραβέννας περί συνοδικότητος καί αθεντίας δέν πληρο τά ρθόδοξα κκλησιολογικά κριτήρια, στε νά ποτελέσει σφαλ βάση περαιτέρω συζητήσεως περί το παπικο πρωτείου. ν τούτοις, ν κολουθήσει συζήτηση περί το πς ρμηνεύθηκε τό παπικό πρωτεο κατά τήν δευτέρα χιλιετία καί πό τίς Α’ καί Β’ Βατικάνειες Συνόδους, ατή φείλει νά γίνει κ μέρους τν ρθοδόξων ντιπροσώπων μέ γνώμονα τήν ρθοδοξία τν γίων Πατέρων καί χι τήν συμβιβαστική νοοτροπία τν καιρν τήν γεμονική διάθεση το Βατικανο. ναγνώριση κάποιου πό τά νωτέρω «προνόμια» το πάπα συμφωνία σέ κάποιο παρόμοιο, πού ντίκειται στήν ρθόδοξη κκλησιολογία, ναμφίβολα σημαίνει ονιτική νωση, μέ τήν ποία δέν θά συμφωνήσουμε. Καί ατό πειδή φείλουμε νά διαφυλάξουμε τόν αυτό μας καί τόν ρθόδοξο λαό πό να σύγχρονης μορφς ξουνιτισμό, πού πέραν τν λλων συνεπειν εναι διακινδύνευση τς αωνίου σωτηρίας μας. Καί πειδή φείλουμε παραλλήλως νά βοηθήσουμε, ν εναι δυνατόν, καί σς, τούς «ρχοντες τς δυτικς «κκλησίας», νά λθωσιν ες ασθησιν», πως λεγε οίδιμος πατριάρχης εροσολύμων Χρύσανθος, καί νά ποβάλουν τόν παπισμό τους πί σωτηρί τν δίων καί το λαο των, ποος γνοε τήν ρθοδοξία»[22]. δέ καθηγητής τς Δογματικς της Θεολογικς Σχολς το Α.Π.Θ. κ. Δημήτριος Τσελεγγίδης πογραμμίζει τι «στό κοι­νό Κεί­με­νο (της Ραβέννας) ρ­θό­δο­ξη κ­κλη­σι­ο­λο­γί­α ­πε­κτεί­νε­ται καί ­φαρ­μό­ζε­ται ­νε­πί­τρε­πτα καί στούς ­τε­ρο­δό­ξους. Α­τό γί­νε­ται ­προ­ϋ­πό­θε­τα, χω­ρίς δη­λα­δή νά λαμ­βά­νον­ται ­πό­ψιν ο ­φι­στά­με­νες δογματικές δι­α­φο­ρές, πράγ­μα πού νο­μι­μο­ποι­ε κ­κλη­σι­ο­λο­γι­κά τήν ­τε­ρο­δο­ξί­α καί τήν ­ξι­σώ­νει μέ τήν ρ­θο­δο­ξί­α. κ­κλη­σι­ο­λο­γι­κός α­τός νε­ω­τε­ρι­σμός δι­α­πο­τί­ζει ­λο τό κοι­νό Κεί­με­νο καί κ­βάλ­λει σέ πιμέρους κ­κλη­σι­ο­λο­γι­κές πα­ρα­δο­ξό­τη­τες[23], ο ­πο­ες λ­λοι­ώ­νουν τήν ­ως τώ­ρα α­το­συ­νει­δη­σί­α τς ρθο­δο­ξί­ας. Τό κοι­νό Κεί­με­νο δη­λα­δή φαί­νε­ται νά προ­ϋ­πο­θέ­τει σα­φς ­τι ρ­θό­δο­ξοι καί παπι­κοί νή­κουν στή «Μί­α κ­κλη­σί­α» καί ­τι ο παπι­κοί ­χουν κοι­νή μέ μς ­πο­στο­λι­κή πί­στη, πα­ρά τήν ταύτι­ση  ο­σί­ας καί ­νέρ­γει­ας στό Θε­ό, πα­ρά τό F­i­l­i­o­q­ue, πα­ρά τήν ­σφαλ­μέ­νη δογ­μα­τι­κή δι­δα­σκα­λί­α τους γι­ά τόν κτι­στό χα­ρα­κτή­ρα τς κτί­στου καί θε­ο­ποι­ο Χά­ρι­τος. ­λα τά πα­ρα­πά­νω, στά ­πο­α παρα­μέ­νουν στα­θε­ρά μέ­χρι σή­με­ρα ο παπι­κοί, ­κυ­ρώ­νουν στήν πρά­ξη τό χα­ρα­κτή­ρα τς κ­κλη­σί­ας ς «κοι­νω­νί­ας θε­ώ­σε­ως»[24], μέ τήν ν­το­λο­γι­κή ση­μα­σί­α το ­ρου, πραγ­μα­τι­κή δη­λα­δή καί ­χι συμ­βο­λι­κή με­το­χή το ν­θρώ­που στή θεί­α ζω­ή. ­κυ­ρώ­νουν, ­μως, ταυ­τό­χρο­να καί τόν ο­σι­α­στι­κό χα­ρα­κτή­ρα τν μυ­στη­ρί­ων της. Στη­ρι­ζό­με­νοι στή διατύπω­ση το κοι­νο κει­μέ­νου - καί χω­ρίς νά ­πε­κτα­θο­με στίς λλες δογ­μα­τι­κές δι­α­φο­ρο­ποι­ή­σεις τν παπι­κν, ο ­πο­ες ­να­φέ­ρον­ται στό πρω­τε­ο, τό ­λά­θη­το, τό κα­θαρ­τή­ρι­ο πρ, τήν ­σπι­λη σύλ­λη­ψη κ.λπ. - μπο­ρο­με ­σφα­λς νά ­πο­στη­ρί­ξου­με ­τι βά­ση το διαλό­γου, θε­ο­λο­γι­κς κρι­νό­με­νη, ε­ναι, δυ­στυ­χς, τε­λεί­ως ­σφαλ­μέ­νη. Καί το­το, γι­α­τί πα­ρα­με­ρί­στη­καν θε­με­λι­ώ­δεις βι­βλι­κές καί πα­τε­ρι­κές προ­διαγραφές-προ­ϋ­πο­θέ­σεις. Γι’ α­τό καί ο­σι­α­στι­κή  ­πο­τυ­χί­α το πραγ­μα­τι­κο Θε­ο­λο­γι­κο Δι­α­λό­γου εναι προ­δι­κα­σμέ­νη. Θε­ο­λο­γι­κός Δι­ά­λο­γος ­δή­γη­σε ­δη τή Μι­κτή Δι­ε­θν ­πι­τρο­πή σέ κα­τά­θε­ση δέκα κοι­νν κει­μέ­νων χω­ρίς τίς πα­ρα­πά­νω προ­ϋ­πο­θέ­σεις, ­φο σέ κα­νέ­να κοι­νό κεί­με­νο δέν γί­νε­ται λό­γος γι­ά σα­φ κα­τα­δί­κη τν και­νο­φα­νν δογ­μά­των το παπι­σμο, ­πως λ.χ. το F­i­l­i­o­q­ue. Τήν πρα­κτι­κή α­τή βλέπον­τας μέ κ­δη­λη πνευ­μα­τι­κή ­νη­συ­χί­α μα­κα­ρι­στός Γέ­ρον­τας π. Πα­ΐ­σι­ος ­γι­ο­ρεί­της, πα­ρα­τή­ρη­σε ε­στο­χα καί προ­φη­τι­κά : «Γι­ά λ­λο ξεκινή­σα­με καί λ­λο πη­γαί­νου­με, χω­ρίς νά τό κα­τα­λα­βαί­νου­με, ταν δέν ­κο­λου­θο­με τά χνά­ρι­α τν ­γί­ων Πα­τέ­ρων». ­πό τίς ρ­χές το 20ο α­ώ­να, μέ τή γνω­στή Πατρι­αρ­χι­κή γ­κύ­κλιο το 1920, ρχισε νά παραμερίζεται ο­σι­α­στι­κά σύ­στα­ση το ­γί­ου Γρη­γο­ρί­ου Παλα­μ πρός τούς παπι­κούς, τι θεολογικός διάλογος μέ τούς παπικούς μπορε νά γίνει μόνο μετά τήν φαίρεση το κακς προστεθέντος στό Σύμβολο τῆς Πίστεως Filioque[25], καί νά υοθετον­ται λ­λες προϋποθέ­σεις γι­ά τό Θε­ο­λο­γι­κό Δι­ά­λο­γο μέ τούς ­τε­ρο­δό­ξους. τ­σι, γ­και­νι­ά­στη­κε μι­ά λ­λη μή Πα­τε­ρι­κή πο­ρεί­α, μέ ­να­πό­φευ­κτη συ­νέ­πει­α τώ­ρα «νά πη­γαί­νου­με λ­λο, χω­ρίς (­σως) νά τό καταλαβαί­νου­με». Τό κεί­με­νο τς Ραβέννας πα­ρου­σι­ά­ζει ε­γλω­ττα τίς ρ­νη­τι­κές συ­νέ­πει­ες τν ­σφαλ­μέ­νων προ­ϋ­πο­θέ­σε­ων το Θε­ο­λο­γι­κο Δι­α­λό­γου καί προ­δι­α­γρά­φει τό ποι­όν, ­κτός καί ν στό με­τα­ξύ λλάξουν ο προ­ϋ­πο­θέ­σεις το Δι­α­λό­γου»[26].
ΚΑ) Ἡ ρετσινιά τῆς ψυχοπαθολογίας καί τῆς ἀκρότητος γιά τούς ἀντιφρονούντες
Ὁ Σεβ. κ. Ἰγνάτιος ἀναφέρθηκε καί σέ ὅσους, ἀκολουθώντας τήν Ὀρθόδοξη δογματική, θεολογική καί ἁγιοπατερική παράδοση τῆς Ἐκκλησίας μας, χαρακτηρίζουν τόν παπισμό ὡς αἵρεση καί ἀνήκουν στήν ἀντιοικουμενιστική γραμμή, χαρακτηρίζοντάς τους ὡς ψυχοπαθεῖς, ἀκραίους, φανατικούς καί φονταμενταλιστές. Εἶπε συγκεκριμένως ὅτι «πίσω ἀπό τέτοιες συμπεριφορές ὑπάρχουν ψυχικά τραύματα, πού ἴσως τά ξέρει μόνο αὐτός, πού φτάνει σέ ἀκραῖες ἐκδηλώσεις, καί ὁ Θεός». Ὁ Σεβ.                             κ. Ἰγνάτιος, μή μπορώντας νά ἀντιμετωπίσει τούς ἀντιφρονοῦντας μέ ἐπιστημονικά καί θεολογικά ἐπιχειρήματα, καταφεύγει στήν γνωστή τακτική τῶν οἰκουμενιστῶν τῆς σπιλώσεως διά τῆς συκοφαντίας προσώπων. Ἀπό πότε ὁ κ. Ἰγνάτιος ἔγινε ψυχίατρος καί βγάζει ψυχιατρικές γνωμοδοτήσεις γιά τούς ἄλλους; Δηλ., κατά τόν Σεβ. κ. Ἰγνάτιο, ὅλοι οἱ μεγάλοι ἅγιοι Πατέρες τῆς Ὀρθοδοξίας ἀπό τόν 9ο αἰώνα καί ἐντεῦθεν, μέ πρῶτο τόν Μέγα Φώτιο, τόν Ἅγιο Γρηγόριο τόν Παλαμά, τόν Ἅγιο Μάρκο τόν Εὐγενικό, τόν Ἅγιο Κοσμᾶ τόν Αἰτωλό, τόν Ἅγιο Νικόδημο τόν Ἁγιορείτη καί ὅλους τους Ἁγίους Κολλυβάδες Πατέρες, τόν Ἅγιο Νεκτάριο, τόν Ἅγιο Ἰουστίνο Πόποβιτς καί πολλούς ἄλλους, ἀλλά καί οἱ σημερινοί πραγματικοί Ἱεράρχες τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, ὅπως οἱ Σέβ. Μητρ. Πειραιῶς, Γόρτυνος, Κυθήρων, Κονίτσης κ.ἄ εἶναι ψυχοπαθεῖς καί ἀκραῖοι; Ἄς προσέξει ὁ Σεβ. κ. Ἰγνάτιος μήπως ἡ μομφή αὐτή, πού διατυπώνει, γυρίσει πίσω στόν ἴδιο ὡς μπούμερανγκ καί αὐτεπίστροφον βλῆμα. Ἀπό τήν τοποθέτηση αὐτή τοῦ Σεβ. κ. Ἰγνάτιου ἀποδεικνύεται γιά μία ἀκόμη φορᾶ ἡ ἀμετανοησία καί ἡ ἑωσφορική ἐπιμονή του στήν αἵρεση τῆς πατρομαχίας, στό καινοφανές αἱρετικό δόγμα τῆς μεταπατερικῆς καί νεοπατερικῆς αἱρέσεως, πού πρῶτος ὁ ἴδιος μέσω τῆς ΑΘΣ εἰσήγαγε στόν ἑλληνικό χῶρο.
Διοχετεύθηκε ὡς πληροφορία ὅτι κατά τήν ἡμερίδα οἱ παπικοί ἔδωσαν τά εὔσημά τους στόν Σεβ.                    κ. Ἰγνάτιο γιά τήν λειτουργική ἀνανέωση/ἀναγέννηση, πού προωθεῖ στήν Ἱ. Μ. Δημητριάδος, μέ τήν μετάφραση τῶν λειτουργικῶν μας κειμένων καί τῶν εὐχῶν τῆς Θείας Λειτουργίας, τήν συντόμευση τοῦ χρόνου τῆς Θείας Λειτουργίας καί τήν τέλεσή της ὄχι τίς πρωινές ὧρες, ἀλλά ἀργότερα, τό ξεφόρτωμα τοῦ βαρέως βυζαντινοῦ τελετουργικοῦ τυπικοῦ κ.ἄ. Εἶναι, πλέον, προφανές ἀπό ποῦ «ἐμπνέεται» ὁ Σεβ. Στήν Ἱ. Μ. Δημητριάδος ἐφαρμόζει κατά γράμμα τίς ἀποφάσεις περί λειτουργικῆς ἀνανεώσεως τῆς Β΄ Βατικάνειας Συνόδου. Ποιές σκοπιμότητες ἐξυπηρετεῖ μέ τήν στάση του αὐτή ὁ Σεβ. κ. Ἰγνάτιος; Ἴσως τό ἀδηφάγο πάθος τῆς φιλοδοξίας καί τῆς φιλαρχίας, μέ ὄνειρα γιά ἀναρρίχιση στόν ἀρχιεπισκοπικό θρόνο τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος ἤ σέ κάποια ἀρχιεπισκοπή ἤ μητρόπολη τοῦ ἐξωτερικοῦ, νά δίνει μία πρώτη ἀπάντηση.    
ΕΠΙΛΟΓΟΣ
Οἱ μέγιστες εὐθύνες τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Ἱεραρχίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος
Τό τραγελαφικό γιά τόν Σεβ. κ. Ἰγνάτιο, εἶναι ὅτι, ἐνῶ ἀποδίδει τίτλους ἐκκλησιαστικότητας στούς πρόδηλα κακοδόξους αἱρετικούς παπικούς, δέν τολμᾶ, συνεπῆς πρός τίς διακηρύξεις του, νά κηρύξει ἐνώπιον τοῦ ὀρθοδόξου πιστοῦ λαοῦ αὐτά, πού πιστεύει γιά τούς παπικούς, οὔτε τολμᾶ νά ἔλθει σέ μυστηριακή διακοινωνία μέ τούς παπικούς, διότι γνωρίζει ὅτι ἀπό ἐκείνη τήν στιγμή θά ἀπολέσει ἀμέσως τήν ἐκκλησιαστική του ἰδιότητα. Αὐτό, ὅμως, δέν ἀποτελεῖ τήν πλέον κραυγαλέα ἀπόδειξη τῆς κακοδοξίας τοῦ παπισμοῦ; Ἄν πράγματι πιστεύει τίς ἀπαράδεκτες καί προκλητικές διακηρύξεις του, ἄς τό τολμήσει, λοιπόν, διότι ἀλλιῶς ἀποδεικνύει τήν ἀνυπαρξία ἐκκλησιαστικότητας στούς κακοδόξους καί αἱρετικούς παπικούς.
Πέραν τῶν ἀνωτέρω λεχθέντων καί πραχθέντων τοῦ Σεβ. κ. Ἰγνατίου, τό μεῖζον ἐν προκειμένω ζήτημα, εἶναι ἡ στάση, πού τήρησαν καί τηροῦν ὁ Μακ. Ἀρχιεπίσκοπος καί οἱ συνεπίσκοποί του, οἱ συγκροτοῦντες τήν Ἱερά Σύνοδο τῆς Ἱεραρχίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, ἀπέναντι στόν Σεβ.                                κ. Ἰγνάτιο καί τίς ἐνέργειές του. Δυστυχῶς, δεν ὑπῆρξε σχεδόν καμμία ἀντίδραση ἐκ μέρους τους, οὔτε ἔσπευσαν νά ἀνακαλέσουν στήν τάξη τόν τολμητία τοῦ Βόλου, οὔτε εὐαισθητοποιήθηκαν, αἰτῶντας τήν ἀφαρμογή τῶν ὅσων διακελεύουν σχετικῶς οἱ Θεῖοι καί Ἱεροί Κανόνες. Δέν θά ἔπρεπε νά συγκληθεῖ ἡ Ἱερά Σύνοδος τῆς Ἱεραρχίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος καί νά ἐπιβάλλει τίς προβλεπόμενες κυρώσεις; Ἀντιθέτως, κυριάρχησε γιά μία ἀκόμη φορᾶ τό ἐπαίσχυντο «φιλάδελφο», μέ συνέπεια ὁ ἐν λόγω δεσπότης νά καταλείπεται ἀσύδοτος, προκειμένου νά συνεχίσει νά προβαίνει σέ παρόμοιες ἀσχημοσύνες. Αὐτό ἀποδεικνύεται ἀπό τό γεγονός ὅτι λίγες ἡμέρες μετά τήν παπική ἡμερίδα, ὁ Σεβ. κ. Ἰγνάτιος συμμετεῖχε καί κήρυξε στην ἑορτή τῶν Εἰσοδίων τῆς Θεοτόκου στόν ὁμώνυμο Ἱερό Ναό τῶν Θηβῶν, παρουσία τοῦ Μακ. Ἀρχιεπισκόπου κ. Ἱερωνύμου Β΄ καί ἄλλων Ἱεραρχῶν, σά νά μήν συμβαίνει τίποτα[27] καί ἀπό τό γεγονός ὅτι ὁ Μακ. Ἀρχιεπίσκοπος, κατά τήν πρόσφατη ἐπίσκεψή του στήν Ἱ. Μ. Σύρου, «κάλυψε» τόν Σεβ. κ. Ἰγνάτιο καί «ἄδειασε» τούς Σεβ. Μητροπολίτες Πειραιῶς κ. Σεραφείμ καί Γόρτυνος κ. Ἱερεμία, μέ τούς ἐναγκαλισμούς, τίς προσφωνήσεις καί τήν τοποθέτηση στό παραθρόνιο τοῦ τοπικοῦ παπικοῦ «ἀρχιεπισκόπου»[28].
Ἄς ἀναλογισθοῦν, ὅμως, ὅτι μ’αὐτόν τόν τρόπο ἀπαμβλύνουν και ἀπομειώνουν τό ὀρθόδοξο αἰσθητήριο τοῦ ποιμνίου καί πυροδοτοῦν διαιρέσεις καί σχίσματα, γιά τά ὁποία εὐθύνονται τά μέγιστα μόνο οἱ ἴδιοι[29].



[1] Διατάγματα Β΄ Συνόδου Βατικανοῦ, τεῦχος 7, ἔκδ. «Γραφείου Καλοῦ Τύπου», Ἁθήνα, σσ. 43-44.
[2] π. ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΚΟΝΤΙΔΗΣ, «Ἡ Β’ Σύνοδος τοῦ Βατικανοῦ ἀνοίγει τήν Ἐκκλησία στό μέλλον. Β΄ Βατικανή Σύνοδος - Ἐποχή συμφιλίωσης καί διαλόγου», περιοδικό Ἀνοιχτοί Ὀρίζοντες, τεῦχος 1028, Δεκέμβριος 2005, http://ao.cen.gr/anoriz1028/AnOriz1028_19.htm
[3] Τοῦ ἰδίου, Β΄ Σύνοδος τοῦ Βατικανοῦ : μια γενική ἄποψη, http://www.typosmaroniton.com/cgibin/hweb?-A=13524&-V=social 15/10/2012
[4] ΑΡΧΙΜ. ΣΠΥΡΙΔΩΝ ΜΠΙΛΑΛΗΣ, Ὀρθοδοξία καί Παπισμός. Κριτική τοῦ Παπισμοῦ, τ. Α΄, ἔκδ. Ὀρθοδόξου Τύπου, Ἀθήναι 1969, σσ.  383-389.
[5] Β΄ Κορ. 6, 14.
[6] http://katanixis.blogspot.gr/2013/11/blog-post_9742.html 
[7] π. ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΚΟΝΤΙΔΗΣ, «Ἡ Β’ Σύνοδος τοῦ Βατικανοῦ ἀνοίγει τήν Ἐκκλησία στό μέλλον. Β΄ Βατικανή Σύνοδος - Ἐποχή συμφιλίωσης καί διαλόγου», περιοδικό Ἀνοιχτοί Ὀρίζοντες, τεῦχος 1028, Δεκέμβριος 2005, http://ao.cen.gr/anoriz1028/AnOriz1028_19.htm
[8] ΠΡΩΤΟΠΡΕΣΒ. ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΖΗΣΗΣ, Οὐνία˙ ἡ καταδίκη καί ἡ ἀθώωση, ἐκδ. Βρυέννιος, Θεσσαλονίκη 2002.
[9] Ἡ οὐνιτική παρουσία καί συμμετοχή στήν ἐνθρόνιση τοῦ Πάπα Φραγκίσκου δείχνει τί ἀκριβῶς ἐπιθυμεῖ ὁ Παπισμός, http://aktines.blogspot.gr/2013/03/blog-post_27.html
[10] ΣΕΒ. ΜΗΤΡ. ΠΕΙΡΑΙΩΣ κ. ΣΕΡΑΦΕΙΜ, Ἀνακοινωθέν, Οἱ σχέσεις τοῦ Πάπα μέ τήν Δικτατορία τῆς Ἀργεντινῆς, 22-3-2013.
[11] ΑΡΧΙΜ. ΣΠΥΡΙΔΩΝ ΜΠΙΛΑΛΗΣ, Ὀρθοδοξία καί Παπισμός. Κριτική τοῦ Παπισμοῦ, τ. Α΄, ἔκδ. Ὀρθοδόξου Τύπου, Ἀθήναι 1969, σσ. 377-383.
[12] http://katanixis.blogspot.gr/2013/11/blog-post_9742.html 
[13] http://katanixis.blogspot.gr/2013/11/blog-post_9742.html 
[14] ΙΩΑΝΝΗΣ ΚΑΡΜΙΡΗΣ, Ὀρθοδοξία καί Ρωμαιοκαθολικισμός, τόμ. Ι, Ἀθήναι 1964, σ. 25.
[15] Ἔνθ’ ἀνωτ., τόμ. ΙΙ, Ἀθήναι 1965, σ. 170.
[16] ΠΑΠΑΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΚΓ΄, Ἐγκύκλιος Ἐπιστολή «AD PETRI CATHEDRAM», 29.6.59, Acta Ap. Sedis, Vol. LI, 22.7.1959, σσ. 497-531
[17] ΙΩΑΝΝΗΣ ΚΑΡΜΙΡΗΣ, ἔνθ’ἀνωτ., σ. 171.
[18] ΙΩΑΝΝΗΣ ΠΑΝΑΓΟΠΟΥΛΟΣ, «Τό Βατικανό καί ἡ Ἕνωση τῶν Χριστιανικῶν Ἐκκλησιῶν», ἐφημ. ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, 30-7-1995. ΑΡΧΙΜ. ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΚΑΨΑΝΗΣ, Ἀνησυχία γιά τήν προετοιμαζομένη ἀπό τό Βατικανό ἕνωση Ὀρθοδόξων - Ρωμαιοκαθολικῶν http://www.orthodoxnet.gr/print.php?sid=155
[19] ΑΡΧΙΜ. ΣΠΥΡΙΔΩΝ ΜΠΙΛΑΛΗΣ, Ὀρθοδοξία καί Παπισμός. Κριτική τοῦ Παπισμοῦ, τ. Α΄, ἔκδ. Ὀρθοδόξου Τύπου, Ἀθήναι 1969, σσ. 402-403.
[20] ΑΡΧΙΜ. ΣΠΥΡΙΔΩΝ ΜΠΙΛΑΛΗΣ, Ὀρθοδοξία καί Παπισμός. Κριτική τοῦ Παπισμοῦ, τ. Α΄, ἔκδ. Ὀρθοδόξου Τύπου, Ἀθήναι 1969, σσ. 403, 399-404, 328-338.
[21] ΠΡΩΤΟΠΡΕΣΒ. ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΜΕΤΑΛΛΗΝΟΣ, Ὁ ἅγιος Γρηγόριος Παλαμᾶς Πατέρας τῆς Θ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, ἔκδ. Ἱ. Μ. Μεγάλου Μετεώρου, Ἅγια Μετέωρα 2009, σσ. 13-14.
[22] ΑΡΧΙΜ. ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΚΑΨΑΝΗΣ, «Τό κείμενο τῆς Ραβέννας καί τό πρωτεῖο τοῦ Πάπα», Ἅγιον Ὄρος 30-12-2007, Ἐν Συνειδήσει. Οἰκουμενισμός. Ἱστορική καί κριτική προσέγγιση, ἐκδ. Ἱ. Μ. Μ. Μετεώρου, Ἅγια Μετέωρα, Ἰούνιος 2009, σσ. 90-99, http://aktines.blogspot.gr/2013/08/blog-post_663.html
[23] Λ.χ. συ­νο­δι­κό­τη­τα μέ ρ­θο­δό­ξους καί ­τε­ρο­δό­ξους ­σό­τι­μα - ταυ­τό­τη­τα μυ­στη­ρί­ων ρ­θο­δό­ξων καί ­τε­ρο­δό­ξων -­πέ­κτα­ση τς δογ­μα­τι­κς συνει­δή­σε­ως στούς ­τε­ρο­δό­ξους - «τραυ­μα­τι­σμός» τς κα­θο­λι­κό­τη­τας τς κ­κλη­σί­ας, ­ξαι­τί­ας δι­α­κο­πς τς ε­χα­ρι­στι­α­κς κοι­νω­νί­ας - ποστο­λι­κή δι­α­δο­χή - δι­η­ρη­μέ­νη Μί­α κ­κλη­σί­α.
[24] Γι­ά τούς ρ­θο­δό­ξους κ­κλη­σί­α ε­ναι τό μυ­στη­ρι­α­κό σ­μα το Χρι­στο, πού τό συ­νι­στον λα­ός το Θε­ο μέ τήν ­γε­σί­α του ς «κοι­νω­νί­α θε­ώ­σε­ως». κ­κλη­σί­α, ­ταν παύ­ει νά λει­τουρ­γε ς «κοι­νω­νί­α θε­ώ­σε­ως», παύ­ει νά ­πάρ­χει καί ς κ­κλη­σί­α. ν­θρω­πος σώ­ζε­ται, ­ταν λευ­θε­ρώ­νε­ται ­πό τή φθο­ρά καί τό θά­να­το. Καί α­τό πραγ­μα­το­ποι­ε­ται μό­νο μέ τήν προ­σω­πι­κή με­το­χή στήν ­κτι­στη θεί­α ζω­ή, πού παρέχεται μό­νο στήν κ­κλη­σί­α ς «κοι­νω­νί­ας θε­ώ­σε­ως». Σχ. βλ. Γ. ΜΑΝΤΖΑΡΙΔΗΣ, « γιος Γρηγόριος Παλαμς στήν στορία καί τό παρόν», στό συλλογικό τόμο τς ερς Μονς Βατοπαιδίου, Πρακτικά Διεθνν πιστημονικν Συνεδρίων θηνν καί Λεμεσο, γιον ρος 2000, σ. 59.
[25] ΑΓΙΟΣ ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ ΠΑΛΑΜΑΣ, Πε­ρί τς κ­πο­ρεύ­σε­ως το ­γί­ου Πνεύ­μα­τος, Λό­γος Α΄, 4, 27-31, Π. Χρή­στου, τ. Α΄, σ. 31: «ν ον ­ρα τν δικαι­ο­τά­των μη­δέ λό­γον ­ξι­ον ­μς, ε μή το προ­στι­θέ­ναι τ ­ε­ρ συμ­βό­λ παύ­ση­σθε, τς δέ πα­ρ’ ­μν προ­σθή­κης πα­ρ’ ­μν κβεβλημένης πρό­τε­ρον, ­πει­τα ζη­τεν, ε καί κ το υ­ο ο­χί καί κ το υ­ο τό πνε­μα τό ­γι­ον, καί τό ­να­φέν τος θε­ο­φό­ροις συν­δο­κον κυ­ρον».
[26] ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΤΣΕΛΕΓΓΙΔΗΣ, Ὀρθόδοξοι προβληματισμοί μέ ἀφορμή τό κείμενο τῆς Ραβέννας, Θεσ/κη 20-5-2009, Ἐν Συνειδήσει. Οἰκουμενισμός. Ἱστορική καί κριτική προσέγγιση, ἐκδ. Ἱ. Μ. Μ. Μετεώρου, Ἅγια Μετέωρα, Ἰούνιος 2009, σσ. 100-111, http://thriskeftika.blogspot.gr/2009/06/blog-post_5339.html
[27] http://www.agioritikovima.gr/eklisia-elados/32948-dimitriados-gia
[28] http://www.agioritikovima.gr/eklisia-elados/34046-f%CE%BFtografies-apo
[29] ΛΥΚΟΥΡΓΟΣ ΝΑΝΗΣ, Ὁ ἀσχημονών Δημητριάδος καί ἡ ἀπάθεια τῶν συνεπισκόπων του, 19-11-2013, http://aktines.blogspot.gr/2013/11/blog-post_2680.html

Διαβάστε και το Μέρος Α΄Μέρος Β΄Μέρος Γ΄ , Μέρος Δ΄ και Μέρος Ε΄

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Μπορείτε να δείτε τις προηγούμενες δημοσιεύσεις του ιστολογίου μας πατώντας το Παλαιότερες αναρτήσεις (δείτε δεξιά)