15/12/14

Αρχιμ. Αρσένιος Κατερέλος, Ο Γέροντας μου Ισαάκ ο Λιβανέζος (Α΄)

Γέροντας Ισαάκ ο Λιβανέζος
Ο ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΜΟΥ ΙΣΑΑΚ Ο ΛΙΒΑΝΕΖΟΣ - ΜΕΡΟΣ Α
ΡΑΔΙΟΦΩΝΙΚΗ ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΙΣ ΕΙΣ ΤΟΝ ΡΑΔΙΟΦΩΝΙΚΟΝ ΣΤΑΘΜΟΝ ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΣ ΔΡΥΙΝΟΥΠΟΛΕΩΣ, ΠΩΓΩΝΙΑΝΗΣ ΚΑΙ ΚΟΝΙΤΣΗΣ
ΜΕΡΟΣ Α
Π. ΙΩΗΛ - ΕΡΩΤΗΣΙΣ ΠΡΩΤΗ: Φίλοι κροατές, χαίρετε ν Κυρίῳ πάντοτε.
Σήμερα χομε πολύ μεγάλη χαρά, διότι πανοσιολογιώτατος Ἀρχιμανδρίτης Ἀρσένιος Κατερέλος, ἡγούμενος τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Ἁγίου Νικολάου Δίβρης Φθιώτιδος, ερίσκεται νάμεσά μας στό Ράδιο-Δρυϊνούπολις.
χαρά μας μάλιστα διπλασιάζεται, καθότι εχαρίστως ἐδέχθη νά μᾶς ὁμιλήση γιά τόν μακαριστό Γέροντά του σαάκ τόν γιορείτη, τόν Λιβανέζο.
Π. Ἀρσένιε, σᾶς εχαριστομε κ μέσης καρδίας, καί ἐκ μέρους τν κροατν φυσικά, καί μέ δέος καί συγκίνησι ναμένομε νά ἀκούσωμε ὅ,τι κ τοπερισσεύματος τῆς ἀγαπώσης καρδίας σας ἐπιτρέπεται νά μᾶς πτε περί τοπνευματικοσας πατρός
δεδομένου τι ρκετοί κάτοικοι τῆς Μητροπόλεώς μας εχαν τήν ελογία νά συνομιλήσουν, νά λάβουν τήν εχή του καί νά ἐξομολογηθον, τόσον εἰς τό Ἱερόν Κελλίον τῆς Ἀναστάσεως τοΧριστοεἰς τήν Καψάλα τοῦ Ἁγίου ρους, ὅσον καί ἐδεἰς τήν εράν Μονήν Μολυβδοσκεπάστου, πού, ὅπως ἐνθυμούμεθα, ὅταν Γέροντάς σας ἐρχόταν κάποιες φορές, ἐσεῖς ὁ ἴδιος τόν συνωδεύατε καί τόν διακονούσατε.
Τώρα, γιά ἐμέ, π. Ἀρσένιε, εναι καιρός τοσιγν.   
Καί εθύς ἀμέσως θά σᾶς θέσωμε τήν πρώτη ρώτησι.
Μπορετε νά μᾶς πτε γιατί ὁ σεβαστός σας Γέροντας ἔλαβε τό προσωνύμιο ''Λιβανέζος''; Δέν ταν λληνικῆς καταγωγῆς; Διότι καί ἐγώ πού τόν εχα γνωρίσει ὡς φοιτητής, εχα παρατηρήσει τι μιλοσε τέλεια τά Ἑλληνικά ὡς πρός τήν προφορά καί ὁ λόγος του το πολύτως συγκροτημένος καί ἅλατι ρτημένος.
Π. ΑΡΣΕΝΙΟΣ: Κατ᾽ ἀρχάς, σεβαστέ μου π. Ἰωήλ, θά ἤθελα νά ἐκφράσω τίς θερμές μου εχαριστίες στόν Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Δρυϊνουπόλεως, Πωγωνιανῆς καί Κονίτσης κ. κ. Ἀνδρέαν γιά τήν ελογία πού μᾶς παρέχει γιατήν τήν συνέντευξι καί ἐπικαλομαι τίς εχές του. Καί τώρα εθύς ἀμέσως εσερχόμεθα εἰς τό θέμα.
Γέροντας Ἰσαάκ λαβε ατό τό προσωνύμιο καθότι γεννήθη καί ἐμεγάλωσε στόν Λίβανο. Ογονεῖς του, Νεμέρ καί Μάρθα, ἦσαν Λιβανέζοι καί διέμεναν σέ ἕνα χωριό δέκα πέντε περίπου χιλιόμετρα βορειοανατολικά τῆς Βηρυττοῦ. Τό πιό σημαντικό ἀπ᾽ ὅλα εναι τι τότε μικρός Φαρές, δηλαδή στά Ἑλληνικά Φίλιππος, ἀνετράφη μέσα σέ μία ρθοδοξωτάτη χριστιανική οκογένεια. Ἐπειδή δέ ὁ ἴδιος ἦτο γκαλή κγαθή ἐρουφοσε χόρταγα τό γάλα τῆς Ὀρθοδοξίας.
πό μικρόν τόν κατηύθυνε τό Ἅγιον Πνεμα καί ἀγαποσε χι πλτήν προσευχή, ἀλλά καί διάφορες πνευματικές ἀσκήσεις, ὅπως μόνωσι, ἡσυχία, μελέτη, προσευχή, νηστεία, κλπ.
Σημειωτέον τι τό ὄνομα Φίλιππος τό εχε καί ὡς ρασοφόρος, ἕως ὅτου γινε μεγαλόσχημος ἀπό τόν Γέροντα Παΐσιο μέ τό ὄνομα τοῦ Ἁγίου σαάκ τοΣύρου.
Τώρα, π. Ἰωήλ, ἡ ἀπορία σας καί ὁ θαυμασμός σας γιά τόν ριστο χειρισμό τῆς Ἑλληνικῆς γλώσσης ἐκ μέρους τοΓέροντος Ἰσαάκ εναι πέρα γιά πέρα δικαιολογημένος. Μιλοσε πράγματι πταιστα λληνικά, τόσο καλά, πού ἤξερε χι μόνο τά Νέα λληνικά, ἀλλά καί τά Ἀρχαα. Τόσο, πού ἔλεγε μάλιστα βίαστα πολλές εχές τν διαφόρων κολουθιν π᾽ ἔξω χωρίς νά κάνη καθόλου γραμματικά ἤ συντακτικά λάθη
νθυμομαι χαρακτηριστικά τήν εχή τῆς Ἐνάτης Ὥρας «Δέσποτα Κύριε Θεός ἡμν, ὁ μακροθυμήσας ἐπί τοῖς ἡμν πλημμελήμασι, κλπ.», πού εναι καί σχετικά μεγάλη, πῶς τήν λεγε π᾽ ἔξω πό τό ''Γεροντικό'' στασίδι τοπαρεκκλησίου τοΚελλίου τῆς Ἀναστάσεως τοΚυρίου.
κόμη βέβαια πιό θαυμαστό πργμα εναι τι προφορά του το τέλεια λληνική. Καί νά σοῦ ἔλεγε κάποιος ὅτι το Λιβανέζος, ἐάν δέν ξερες πιό πολλά στοιχεα γιατόν, ἤ ἀποροσες, ἀκόμη καί ἠμποροσες νά δυσπιστήσης γιά τήν καταγωγή του, μέ τήν καλή ἔννοια. Ατό, χωρίς ὑπερβολή, εναι νεξήγητο καθότι λθε στήν λλάδα τό 1968 γιά πρώτη φορά, μεγάλος σέ ἡλικία, δηλαδή τράντα νός ἐτν.
ξ ατίας ατοῦ, κάποιος ἑλληνομαθής Ἄραβας πού δέν ξερε τήν καταγωγή του, ὅταν τόν κουσε νά μιλάη καί Ἑλληνικά καί Ἀραβικά, νομίζοντας ὅτι ταν λληνας πού μιλοσε ραβικά, τοεπε: «Μπράβο πάτερ, δέν περίμενα ποτέ ἕνας Ἕλληνας νά μπορνά μιλάη τόσο τέλεια τά Ἀραβικά!» Καί μετά τοεπε π. Ἰσαάκ: «Ἄραβας εμαι ελογημένε, ὅπως κι σύ».
Γέροντας μιλοσε τά Ἑλληνικά χωρίς καθόλου νά χρειάζεται νά σκέφτεται, δηλαδή ἄπταιστα. Εχε στήν οσία δύο μητρικές γλσσες. ῎Ηξερε λους τούς ἰδιωματισμούς καί τίς λεπτές ἔννοιες καί ἀποχρώσεις τῆς Ἑλληνικῆς γλώσσας. Ἀλλά ἐκτός ατν, τό διαπιστώναμε καθημερινά ἀπό τίς διορθώσεις πού μᾶς ἔκανε, ὅταν χρειάζετο, στίς δικές μας διατυπώσεις. Μᾶς ἔλεγε ''ατή ἡ διατύπωσις εναι πιό ταπεινή, πιό εστοχη, δείχνει πιό σύνεσι, εγένεια, πιό καλογερικό φρόνημα'', ἤ ''δέν ταιράζει γιατό τό θέμα, δέν ρμόζει σέ μοναχό, κλπ.''
κανε δέ, σάν ζεστός ἄνθρωπος πού ἦτο, καί διάφορα σοφά, ὠφέλιμα καί εθυμα λογοπαίγνια γιά νά μᾶς ξεκουράζη καί νά μᾶς ὠφελῆ.
Μία φορά, ἐπί παραδείγματι, ἐνθυμομαι, πού θά πηγαίναμε γιά κάποιες δουλειές ἐκτός Κελλιοῦ, ἦλθε στό κελλί μου καί μοεπε: «Σήμερα χει συννεφόκαμπο». Καί τοεπα αθόρμητα: «Τί θά πατό, ΓέρονταΚαί μοτό ἐξήγησε...
Μία λλη φορά μέ ἐρώτησε: «Πότε γεννήθηκες;» Τοεπα: «Γέροντα, τό 1962». Καί μοπροσέθεσε: «Κι γώ τότε γεννήθηκα»! Τοξαναλέω: «Γέροντα, ἀσφαλῶς καί μέ πειράζετε». Μολέει: «Ὄχι, κι γώ τότε γεννήθηκα...». Τότε, ἐνατό μοῦ ἐφαίνετο στεο, ταυτόχρονα μως διέκρινα καί μία συγκίνησι στά μάτια τοΓέροντα....
Ατή συγκίνησις ετυχς γιά μένα πετέλεσε φραγμό στόν νεανικό τότε αθορμητισμό μου καί δέν το ξαναεπα, καί μάλιστα πιό ντονα ''Γέροντα, μέ πειράζετε'', λλά τόν ρώτησα μέ πορία: «Γέροντα, μήπως πονοτε κάτι λλοΚαί κενος τότε μο επε: «ταν σύ γεννήθηκες καί λθες στήν ζωή, τότε, κείνη τήν ποχή, καί γώ πραγματικά ασθάνομαι τι γεννήθηκα. γεννήθηκα νωθεν, πειδή γινα μοναχός». Δεγμα καί ατό τό πόσο πετυχημένος καί νάρετος μοναχός το καί πόσο δοξολογοσε κ καρδίας τόν Θεό γιά τίς μεγάλες ελογίες πού δικαίως το χάριζε.
Σέ διάφορα βιβλία, συλλογές, μερολόγια, κατά γενική μολογία, συγκαταλέγεται στούς πολύ ναρέτους γιορετες μοναχούς.
πίσης, γιά τό ν λόγ θέμα τς γλώσσης, άν μέ ρωτήσετε ποιά π λες τίς τοπικές λληνικές διαλέκτους μιλοσε, θά σς παντοσα περίφραστα ''τήν γιορείτικη''. Ατό δέ πειδή ασθανόταν πραγματική πατρίδα του καί τόπο του τό γιον ρος.
Ταπεινά νομίζω τι ατή κριβς ν γί Πνεύματι κόρεστη δίψα του γιά τήν ρθοδοξία, ποία ξεφράζετο στόν καλύτερο βαθμό μέσ τς λληνορθοδόξου Παραδόσεως καί Γραμματολογίας, το γενεσιουργός ατία καί δύναμις στε νά καταφέρη νά πιτύχη Γέροντας λα τά προαναφερθέντα.
Τό πιό μως ξιοσημείωτο π λα το τι Γέροντας εχε πλήρως γκληματισθ στό λληνορθόδοξο καί ταυτόχρονα οκουμενικό ''κλμα'' καί ποστολή το γίου ρους.
Εχε νταχθ πλήρως στήν θωνική κοινωνία, εχε σπασθ ντελς τήν γνήσια γιορείτικη νοοτροπία καί ασθανόταν, στό γιον ρος, στήν πνευματική του πατρίδα, ντελς νετα. Χωρίς νά ρνται τίς ρίζες του τόν ασθανόσουν λον λληνα-Ρωμηό καί κυρίως λον Πανορθόδοξον. Φυσικά, στό γιον ρος, οτε διος ασθανόταν ξένος. συμπεριφορά του, καλογερική του, συχασμός του, ποιμαντική του, ο πνευματικές διασυνδέσεις του, δημοτικότης του, κλπ., ποδεικνύουν μέ τό παραπάνω το λόγου τό ληθές.
Τώρα, τό τι λόγος του το λατι ρτημένος, πως πολύ σωστά προαναφέρατε, το συνέπεια τς λης πνευματικς συγκροτήσεώς του, τν πλουσίων γιοπνευματικν μπειριν του, ο ποες τι καί τι ξεφράζοντο εστοχα λόγ καί τς καδημαϊκς του ν γένει καταρτίσεως.
Ατά, π. ωήλ, ς πάντησι στήν πρώτη ρώτησι.
Π. ΙΩΗΛ - ΔΕΥΤΕΡΑ ΕΡΩΤΗΣΙΣ: Πολύ κατατοπιστικά ατά πού μς επατε π. ρσένιε. Καί πειδή δη κάπως μς χετε προϊδεάσει γιά τόν χαρακτρα το Γέροντος σαάκ, παρακαλομε πολύ πτε μας κάποια πί πλέον στοιχεα γιά τήν προσωπικότητά του. Ατό, ς κληφθ ς δευτέρα ρώτησις.
Ο προσκυνητές νοιωθαν κοντά του νετα; διος κρατοσε ποστάσεις; το αστηρός, μέτριος, πλός σύνθετος;
Π. ΑΡΣΕΝΙΟΣ: Γέροντας σαάκ εχε μία πλ σύνθεσι καί μία σύνθετη πλότητα. Καί ξηγούμεθα:
συμπεριφορά του, στάσις του, ο νέργειές του σαν συνισταμένη πολλν πί μέρους συνιστωσν. λες ατές μως ο παράμετροι εχαν να ρμονικό δέσιμο καί συνοχή πού τελικά, ναλόγως μέ τήν περίπτωσι, παιρναν μία συγκεκριμένη, πεύθυνη, ταλάντευτη, ριμη καί τελικά πλ μορφή, πού ντιστοιχοσε σέ νάλογη τακτική καί στάσι.
Γέροντας, πό τήν φύσι του, το ζεστός, πηγαος, πικοινωνιακός, αθόρμητος, προσεκτικός, διακριτικός. Συνεδίαζε σοβαρότητα μέ ριμότητα, λλά ταυτόχρονα το  καί πολύ εχάριστος στούς λλους. φήρμοζε τό ''τος πσι χρόνος καί καιρός παντί πράγματι'' (κκλ. γ, 1). ποτε πρεπε νά εναι παρακλητικός, ταν τσι, ποτε πρεπε κάποιον νά τόν νασύρη πό τήν πελπισία, καί τά τοιατα, τό πραττε ναλόγως.
Εχε πολλή γάπη καί θελε παντί τρόπ νά βοηθ νιδιοτελς, κόμη καί σους εχαν, ετε λλο φρόνημα, ετε φέροντο χάριστα, κλπ. Μάλιστα, χωρίς ντροπή καί φόβο, δέν δίσταζε νά κάνη κόμη καί τολμηρές πισκέψεις προκειμένου νά τούς παναφέρη στόν γι πνευματικά δρόμο χωρίς νά πολογίζη τυχόν πιπτώσεις καί κόπους.
το πέρα γιά πέρα ελικρινής, αθόρμητος καί εθύς.
Συνήθως το πολύ προσιτός, λλες φορές μως κρατοσε καί ποστάσεις. το πόμακρος ναλόγως τν περιστάσεων. Ετε γιατί κρινε τι δέν πρεπε νά εχε στενές σχέσεις μέ κάποιους, ετε γιατί δέν θελε νά δώση έρα σέ λλους, πειδή θά τό κμεταλλεύωντο χι γιά τό καλό, ετε πειδή πλ δέν φελοσε, δέν βγαινε πνευματικό κέρδος, ετε πειδή φήρμοζε κάποιο καλογερικό τυπικό, κλπ.
πάνω π λα εχε διάκρισι. Γι ατό εχε καί πολυσύνθετη συμπεριφορά, πάντα μως μέσα στά μοναχικά πλαίσια καί πρός οκοδομήν. Νά σς ναφέρω διάφορα παραδείγματα:
Π. ΙΩΗΛ: Βεβαίως σς κομε γιατί ατά μς βοηθον καλύτερα νά ννοήσωμε τά το Γέροντος.
Π. ΑΡΣΕΝΙΟΣ: ταν μέ στελνε στίς Καρυές γιά τό ταχυδρομεο, ψώνια καί διάφορες λλες δουλειές, μο λεγε συνήθως νά χω λαφρά σκυμμένο τό κεφάλι, νά λέω τήν εχή μυστικς καί νά μή πιάνω κουβέντες καί συζητήσεις, κτός πό τά ναγκαα γιά τίς ργασίες πού πρεπε νά διεκπεραιώσω. Μάλιστα, μο λεγε νά πηγαίνω στίς Καρυές χι πό τόν κεντρικό δρόμο, λλά μέσ τν μονοπατιν. Μο τόνιζε: «Στίς Καρυές, χι νοίγματα καί οκειότητες. Νά εσαι εγενής καί σοβαρός».
λλες φορές μως, ταν μέ στελνε σέ κάποια Κελλιά, σέ κάποια ελογημένα νήμπορα γεροντάκια, μο πέτρεπε καί μάλιστα χαίρετο καί διος νά μαθαίνω διάφορες ψυχωφέλιμες στορίες πό τήν πλούσια θωνική μοναχική περα τους.
Κάποιες φορές, στό Κελλί τς ναστάσεως στήν Καψάλα, μο λεγε: «Σήμερα, ως τήν νάτη ρα νά φαρμόσωμε πλήρη σιωπή». Κάτι νάλογο γίνετο μερικές φορές, ταν πηγαίναμε γιά κολουθίες σέ κάποια λλα Κελλιά Μοναστήρια. λλες φορές μως συζητούσαμε διάφορα νδιαφέροντα θέματα καθ δόν.
σέβετο πολύ τά τυπικά τν διαφόρων Μονν καί ερν Κελλίων ταν πήγαινε γιά γρυπνίες καί προσαρμοζόταν σ ατά. ν τούτοις, ταν συγκυρία τό πέβαλε, κόμη καί τό παιτοσε, λεγε καί τήν γνώμη του.
Μία φορά πήγαμε σέ κάποια γρυπνία σέ να Μοναστήρι. το Κυριακή τν Βαΐων. πειδή κείνη τήν χρονιά τό Πάσχα πεφτε νωρίς, κανε κρύο στό Καθολικό τς Μονς. Τότε κάποιοι πατέρες τς Μονς επαν στόν παπα-σαάκ: «Γέροντα, ξυλιάσαμε. Στήν γρυπνία κανε κρύο». Τότε Γέροντας, φο τούς επε τι κι κενος κρύωνε, τούς ρώτησε: «Μά, γιατί δέν νάψατε λίγο τήν σόμπα γιά νά σπάση τό κρύοΚι κενοι πήντησαν: «Τό τυπικό τς Μονς μας κ παραδόσεως συνηθίζει, ρίζει πό τήν Κυριακή τν Βαΐων καί μετά νά μήν νάβωμε σόμπα». Τότε καί Γέρων σαάκ τούς επε: «Ελογημένοι, ατά εναι σκουριασμένα τυπικά».
Επε γιά τόν τρόπο πού ψαλλε νας μοναχός, μπειρος στά ψαλτικά: «λα καλά, λλά φωνή του θέλει λίγο ''λιμάρισμα''». ννοοσε γιά νά γίνη κόμη πιό κατανυκτική ψαλμωδία.
Σέ λλες περιπτώσεις μως δέν μιλοσε δέν πενέβαινε καθόλου.
Πονοσε πολύ γιά τίς μαρτίες καί τά προβλήματα τν νθρώπων. θελε πολύ νά τούς βοηθήση, κτός πό τήν προσευχή, καί μέ πολλούς λλους τρόπους (μέ διδαχές, μέ τήν γάπη του, στοργή του, κλπ.), πότε εχε καί νάλογες ποιμαντικές συμπεριφορές.
θελε πάσ θυσί ο μοναχοί καί διαίτερα ο γιορετες νά στέκωνται στό ψος τν περιστάσεων σέ λα τά θέματα. ς κ τούτου, δέν συμφωνοσε μέ τά νοίγματα δρόμων στό γιον ρος, τήν αξησι τν ατοκινήτων, κλπ. Μάλιστα, στενοχωρετο κόμη πιό πολύ ταν διάφορα τριαξονικά φορτηγά κινοντο τήν νύκτα στούς κεντρικούς δρόμους το γίου ρους.
θελε μοναχός νά εναι χωρίς πολλούς περισπασμούς, φοσιωμένος στήν προσευχή καί στά λοιπά μοναχικά του καθήκοντα. Γι ατόν τόν λόγο, γωνίζετο γιά τήν πικράτησι ατο το πνεύματος.
πίσης, σέ ,τιδήποτε λλοίωνε γενικώτερα τήν ζωή τν Χριστιανν ντιδροσε δυναμικά.
Γενικς, σέ θέματα πίστεως, ρθοδόξου πνευματικότητος καί κκλησιολογίας το νυποχώρητος. Στά γενικά θέματα πού πειλοσαν τό δόγμα, τήν διδασκαλία τς κκλησίας καί σαν μεσα-μμεσα χθροί τς πνευματικς προόδου εχε γρυπνο διορατικό βλέμμα, το συμβίβαστος καί διετράνωνε τίς ναφυόμενες παγίδες καί τίς ναμενόμενες συνέπειες πρός κάθε κατεύθυνσι. Ατό τό κανε χωρίς συμβιβασμούς, συγκαταβάσεις καί μαρτωλές γαπολογίες.
π. σαάκ δέν ξερε νά προσποιται, νά χη διάφορα πρόσωπα καί συχνότητες. Δέν βαζε νερό στό κρασί του ,τι κι ν ατό κάποιες φορές στοίχιζε.
Ατά π. ωήλ. ς συνεχίσωμε στήν πόμενη ρώτησί σας.     
Π. ΙΩΗΛ - ΕΡΩΤΗΣΙΣ ΤΡΙΤΗ: Π. ρσένιε, πτε μας κάτι γιά τίς ψαλτικές δεινές κανότητες το Γέροντος σαάκ.
Π. ΑΡΣΕΝΙΟΣ: ς γνωστόν, το καλλιφωνότατος εροψάλτης, βαθύς γνώστης καί διδάσκαλος τς Βυζαντινς Μουσικς, μέ φος κρως εροπρεπές, γλυκό καί κατανυκτικό. φησε ποχή ς καλλικέλαδος ηδών σέ διαφόρους ναούς τς Θεσσαλονίκης (γία Βαρβάρα, γιο Δημήτριο, κλπ.), που πηρετοσε κυρίως ταν σπούδαζε Θεολογία. πίσης, ξέχαστες θά μείνουν πολλές γρυπνίες σέ ερές Μονές καί Κελλιά ν γί ρει καί λλαχο.
Μο κανε μεγάλη ντύπωσι σεβασμός καί καϋμός τν γιορειτν ψαλτν, πού χαίροντο σφόδρα καί συνεχς τόν παρώτρυναν νά συμμετέχη Γέρων σαάκ πιό νεργά στούς χορούς τν ψαλτν στίς διάφορες μακρόσυρτες γιορείτικες γρυπνίες.
καϋμός καί τό λευκό παράπονο τς μουσικς γιορείτικης φρόκρεμας ηξανε καθ τι Γέρων σαάκ σύν τ χρόν πέφευγε νά ψάλλη σέ πίσημες γρυπνίες. Προτιμοσε τήν προσευχή, τήν νοερά εχή, τήν φάνεια. Προσεποιετο τι πρχαν λλοι νώτεροι καί καλύτεροι εροψάλτες καί τά τοιατα.
Μία φορά μο επε: «Παλαιότερα ψαλλα πολύ χωρίς νά καταλαβαίνω τι πρχε καί γωϊσμός». Φυσικά, λόγος ατός το Γέροντα το προϊόν τς ταπεινώσεώς του καί τς αξητικς δολεσχίας του μέ τήν νοερά προσευχή.
Γέροντας, μέχρι τέλους τς ζως του, πάντα, που πρχε νάγκη, ψαλλε. Δέν κρυβε τό τάλαντό του. Θά μς μείνουν ξέχαστες ο πολλές κελλιώτικες γρυπνίες, συνήθως ξη-κτώ ρν, πού κάναμε τακτικά στά γύρω Κελλιά μέ τόν Γέροντα Παΐσιο.
χω μία σπάνια χογράφησι το π. σαάκ πό τήν νεανική του λικία. Τότε φωνή του το κόμη πιό γγελική, γλυκειά πό τήν γνωστή-γοητευτική καί λκυστική φωνή πού σαγήνευε στό γιον ρος στίς προαναφερθεσες γνωστές γρυπνίες.
Μεταξύ τν λλων, θά μο μείνη ξέχαστη ξς συγκινητική σκηνή, πού συνέβη κατ πανάληψιν. Στό Κελλί τς ναστάσεως πού κάναμε τήν κολουθία, ξεκινοσε π. σαάκ νά ψάλλη, κατά τόν ρθρο τς Μεγάλης Τετάρτης, σέ ργό μέλος, τό γνωστό τροπάριο τς Κασσιανς. Καί ν ψαλλε πολύ κατανυκτικά, περίπου στήν μέση, δέν ντεχε, ξεσποσε σέ λυγμούς κατανύξεως, μετανοίας καί εγνωμοσύνης στόν Θεό. Το ταν δύνατον νά τούς λέγξη, παρά τό δυναμικό το χαρακτρος του. φευγε πό τό Ψαλτρι, πήγαινε στό ερό καί ρραινε τόν χρο μέ δάκρυα... Τό μόνο πού προλάβαινε νά μς π μονολεκτικά, ν μέσ λυγμν, ταν ''συνεχστε''. Νά συνεχίσωμε δηλαδή μες ο πόλοιποι. Δέν νθυμομαι καμμία φορά νά κατάφερε Γέρων σαάκ νά τελειώση τό τροπάριο τς Κασσιανς, λόγ δακρύων, καί κάθε χρόνο μς λεγε πρίν τήν κολουθία: «Σήμερα τό βράδυ (δηλαδή τρες ρα τήν νύκτα), θά ψάλλω γώ τό τροπάριο τς Κασσιανς, πού εναι δύσκολο, καί κανένα-δυό λλα, καί λα τά πόλοιπα σες». 
ταν κουγα ατήν τήν φρσι, μέσα μου μονολογοσα καί λεγα «άν τό τελειώσης, Γέροντα...», «καλά, δέν νθυμεται τί παθε πέρυσιδινα μως μέσως τήν ξήγησι, τι Γέροντας πολλές φορές συνεκινετο καί κλαιγε ταν ταν στό κελλί του, ταν ψαλλε, λειτουργοσε, προσηύχετο, κλπ., καί γι ατόν τόν λόγο χανε τόν λογαριασμό.
Καί ς κλείσωμε τήν πάντησι στήν ρώτησί σας ατή μέ τό ξς πού λεγε καί βίωνε Γέροντας: «Τήν ψαλμωδία τήν χρησιμοποιομε, χι γιά νά κανοποιηθομε νά εχαριστηθομε μες, λλά γιά να δοξάσωμε τόν Κύριο». 

ρχιμανδρίτης ρσένιος Κατερέλος
γούμενος . Μονς γίου Νικολάου Δίβρης Φθιώτιδος

( συνέντευξις δόθη στόν πρωτοσύγγελο π. ωήλ Κωνστάνταρο στόν ραδιοφωνικό σταθμό τς . Μητροπόλεως Δρυϊνουπόλεως, Πωγωνιανς & Κονίτσης τήν 14 – 07 – 2014)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Μπορείτε να δείτε τις προηγούμενες δημοσιεύσεις του ιστολογίου μας πατώντας το Παλαιότερες αναρτήσεις (δείτε δεξιά)