Κυριακή της Σαμαρείτιδος
(Ιωάννου Δ΄ 5-42)
(Ιωάννου Δ΄ 5-42)
Γράφει ο Αρχιμ. Ιωήλ Κωνστάνταρος,
Ιεροκήρυξ της Ι. Μητρ. Δρυϊνουπόλεως, Πωγωνιανής και Κονίτσης
Μια από τις πλέον συγκινητικές και περισσότερο αποκαλυπτικές περικοπές του λόγου του Θεού, είναι και ο διάλογος του Κυρίου Ιησού με τη Σαμαρείτιδα, που θα ακούσουμε την Κυριακή στους Ιερούς μας Ναούς.
Η γυναίκα αυτή, παρά την άστατη ζωή της, στο βάθος της καρδιάς της ζητούσε τον Θεό και διψούσε την αλήθεια. Από τον διάλογο της με τον Ιησού, φαίνεται καθαρά πως περίμενε και αυτή τον Μεσσία, ο οποίος θα αποκάλυπτε την αλήθεια και θα έσωζε τον κόσμο.
Τελικώς η Σαμαρείτιδα πείθεται ότι ο «άνθρωπος» που συνάντησε «παρά το φρέαρ του Ιακώβου», δεν ήταν ένας απλός άνθρωπος, όπως θα περίμενε κανείς, γι’ αυτό και τελικώς δίνει τα πάντα για την αγάπη και την δόξα του Χριστού.
Από σκοτεινή ψυχή που ήταν μέχρι εκείνη τη στιγμή, ανακαινίζεται και καθίσταται μια από τις πλέον φωτεινές προσωπικότητες, που με τη ζωή της και την ιεραποστολική της δράση διδάσκει ότι ο αναμενόμενος Μεσσίας ήρθε, και δεν είναι άλλος από αυτόν τον Κύριο Ιησού Χριστό.
Τελικώς, η Αγία Φωτεινή, διότι περί αυτής της Αγίας πρόκειται, αυτή είναι η Σαμαρείτιδα, μαζί με τα μέλη της οικογένειάς της, υπογράφει με το ίδιο το αίμα της τον αποκαλυπτικό και σωστικό λόγο του Θεού.
Σε καμμία πάντως των περιπτώσεων δεν θα κατορθώσει ο πιστός να γευτεί από της «πηγής του ύδατος» του Ευαγγελίου, αν ο ίδιος δεν ενσκήψει στο Ιερό κείμενο. Αποτελεί και αυτό μια αλήθεια η οποία δεν θα πρέπει ποτέ να ξεφεύγει από το οπτικό πεδίο της συνειδήσεως μας. Ότι δηλ. είναι ανάγκη να μελετούμε την Αγία Γραφή.
Από τα τόσα διαμάντια που περιέχει η συγκεκριμένη περικοπή, εμείς να σταθούμε σε δύο, αφήνοντας λίγες δέσμες από το Βιβλικό φως να καταυγάσει τη σκέψη μας και να οδηγήσει τον στοχασμό μας.
I. Στην θέση που προβάλει η Σαμαρείτιδα, ότι ο αναμενόμενος Μεσσίας, που στα Ελληνικά μεταφράζεται Χριστός, θα αποκαλύψει τα πάντα, λαμβάνει άμεσα την απάντηση από τον ίδιο, ότι αυτός ο ίδιος ο Ιησούς είναι ο Μεσσίας. «Λέγει αυτή ο Ιησούς, εγώ ειμί, ο λαλών σοι» (Ιωάννου Δ΄ 26) (δηλ.: λέγει σ’ αυτή ο Ιησούς. Ο Μεσσίας είμαι εγώ, που την στιγμή αυτή σου ομιλώ).
Προξενεί εντύπωση μεγάλη το γεγονός. Ενώ σε άλλες περιπτώσεις ο Ιησούς συγκάλυπτε αυτή την αλήθεια, και μάλιστα συνιστούσε τόσο στους μαθητές του, όσο και σ’ αυτούς που θεράπευε να μη αναγγέλλουν τίποτε, εδώ τώρα, μπροστά σε μια γυναίκα και μάλιστα που έχει διαφορετική τοποθέτηση στην Ιουδαϊκή πίστη, αποκαλύπτει ξεκάθαρα την μεγάλη αλήθεια. «εγώ ειμί, ο λαλών σοι».
Ναι, ο Χριστός είναι «το σπέρμα της γυναικός» (Γένεσις Γ΄ 15), που ως πρώτο Ευαγγέλιο είχε υποσχεθεί ο ίδιος ο Θεός στο ανθρώπινο γένος μέσα στον Παράδεισο, αμέσως μετά το δράμα της παρακοής. Είναι αυτός που είχαν προφητεύσει και προκαταγγείλει οι προφήτες. Είναι ο Θεάνθρωπος Κύριος Ιησούς Χριστός, ο οποίος και μόνο σώζει τον άνθρωπο. Αναγκαία βέβαια προϋπόθεση, ο ίδιος ο άνθρωπος να τον πιστεύσει και να αποδεχτεί απολύτως το Ευαγγέλιο του, και ως λόγο αλλά και ως τρόπο ζωής, όπως αυτό διασώζεται και ερμηνεύεται εντός της Εκκλησίας .
Είναι τόσο ξεκάθαρος ο λόγος του Θεού και στο σημείο αυτό, ότι δηλαδή ο Χριστός είναι ο Μεσσίας που σώζει τον άνθρωπο, ώστε μόνο συνειδητά τυφλωμένες και διεστραμμένες συνειδήσεις μπορούν να επιμένουν για το αντίθετο...
Ας προσέξουν και στο σημείο αυτό οι αυτοαποκαλούμενοι «Μάρτυρες του Ιεχωβά», οι οποίοι πεισματικώς αρνούνται την Θεότητα του Χριστού.
II. Όταν ο Ιησούς είπε στην Σαμαρείτιδα «ύπαγε φώνησον τον άνδρα σου και ελθέ ενθάδε» (Ιωάννου Δ΄ 16) (δηλ.: πήγαινε φώναξε τον άνδρα σου και έλα εδώ μαζί με αυτόν), η Σαμαρείτιδα αποκρίθηκε με κάθε ειλικρίνεια «ουκ έχω άνδρα» (Ιωάννου Δ΄ 17) (δηλ.: δεν έχω άνδρα). Προς επίρρωσιν του λόγου της, ακούει από τον ίδιο τον Κύριο «καλώς είπας ότι άνδρα ουκ έχω. Πέντε γαρ άνδρας έσχες, και νυν ον έχεις ουκ έστι σου ανήρ, τούτο αληθές είρηκας» (Ιωάννου Δ΄ 17-18) (δηλ.: καλά είπες ότι δεν έχω άνδρα. Διότι έχεις πάρει πέντε άνδρες, τον ένα ύστερα από τον άλλον. Και αυτός, που έχεις τώρα, δεν είναι άνδρας σου. Σ’ αυτό είπες αλήθεια).
Δεν γνωρίζω φίλοι μου αν έχουμε συνειδητοποιήσει το γεγονός στο επίπεδο που είναι ανάγκη να το κατέχουμε.
Ισχυρίζονται αρκετοί, παντελώς άσχετοι με το Ευαγγελικό ήθος και το ορθόδοξο δόγμα, ακόμα και «άνθρωποι της Εκκλησίας»; ότι πορνεία είναι η σαρκική μείξης μόνο όταν γίνεται «επί χρήμασι». Όταν όμως η βδελυρή αυτή πράξη γίνεται από «αγάπη» και «ελεύθερα», τότε δεν μπορούμε να κάνουμε λόγο περί πορνείας.
Φυσικά το μόνο που κατορθώνουν όσοι «φωστήρες» ισχυρίζονται το παραπάνω γελοίο επιχείρημα, είναι να αποκαλύπτουν την θεολογική τους κενότητα και την ξεπεσμένη «Νικολαϊτική» τους συνείδηση... Και αυτά μεν για όσους, λόγω θέσεως και γνώσεως, θα έπρεπε να ορθοτομούν τον λόγον της αληθείας.
Για όσους όμως, λόγω διαφόρων καταστάσεων δεν γνωρίζουν τα πράγματα στη σωστή τους διάσταση, ισχύει από τη στιγμή που θα διαφωτιστούν γενικώς αλλά και ειδικώς επάνω στο θέμα αυτό, ο λόγος του Αποστόλου Παύλου στους Αθηναίους «τους μεν ουν χρόνους της αγνοίας υπεριδών ο Θεός, τανύν παραγγέλει τοις ανθρώποις πάσι πανταχού μετανοείν» (Πράξεις των Αποστόλων, κεφ. 17 στ. 30) (δηλ. Ο Θεός παρέβλεψε τους χρόνους της αγνοίας, και τώρα παραγγέλει σ’ όλους τους ανθρώπους σε κάθε τόπο να μετανοούν).
Δόξα τω Θεώ, και το θέμα τούτο τακτοποιείται οριστικά και αμετάκλητα από τον αιώνιο λόγο του Θεού.
Η Σαμαρείτιδα είναι ξεκάθαρη «ουκ έχω άνδρα».
Μα πως δεν έχεις άνδρα; Αφού συγκατοικείς με άνδρα, και φυσικά όχι «επί χρήμασι».
Συγκατοικείτε και συζείτε «από αγάπη», «ολοκληρώνετε την σχέση σας» μέσα σ’ ένα πλαίσιο «ελεύθερης συμβίωσης», θα λέγαμε με σημερινούς σύγχρονους όρους που εφεύραμε για να καλύπτουμε την σκληρή πραγματικότητα...
Αλλά παρά τις «σοφίες» και τις «αθεολόγητες θεολογίες» φίλοι μου, η Σαμαρείτιδα τοποθετεί τα πράγματα στην σωστή τους βάση και φωνάζει από τα βάθη των αιώνων. Εσείς μπορεί να απομυθοποιείτε τα «πάθη της ατιμίας», είστε ελεύθεροι να ισχυρίζεστε ό,τι θέλετε, μπορείτε να καλύπτεστε ακόμα και πίσω από τους νόμους που ψηφίζετε στη Βουλή, αλλά εγώ «άνδρα ουκ έχω» καίτοι συγκατοικώ μαζί του....
Αλήθεια πως θα περιφρονήσουμε την ρεαλιστική και συνάμα δραματική της φωνή που μιλάει εξ ιδίας εμπειρίας;
Και ακριβώς επάνω στην ορθή αυτή τοποθέτηση της Σαμαρείτιδας, ο ίδιος ο Ιησούς κλείνει το θέμα «τούτο αληθές είρηκας».
Φυσικά κλείνει το θέμα για όσους διαθέτουν «νουν Χριστού». Για όσους όμως ο ηγεμόνας νους έχει υποστεί εμπλοκή, και οι ιοί της σαρκολατρείας έχουν απενεργοποιήσει την συνείδηση, δυστυχώς το θέμα παραμένει ανοικτό, με ό,τι αυτό συνεπάγεται...
Αλλ’ επιτέλους αν θέλουμε να είμαστε σοβαροί, ας παραδεχτούμε πως ο,τιδήποτε βρίσκεται εκτός του ευλογημένου μυστηρίου του Γάμου, αποτελεί παράνομη κατά Θεόν σχέση. Κι αν θέλουμε να λέμε τα πράγματα με τ’ όνομά τους, όπως δηλαδή τα χαρακτηρίζει ο λόγος του Θεού, οι εκτός του Γάμου σχέσεις είναι ή πορνεία ή μοιχεία. Όλα τ’ άλλα, τα περί σχέσεων επί χρήμασι κ.τ.τ. αποτελούν «προπέτασμα καπνού» για να γελάει ο διάβολος και για να παίζονται φοβερά υπαρξιακά δράματα...
Αδελφοί μου,
δεν χρειάζεται ιδιαίτερη ικανότητα για να εννοήσουμε ότι ζούμε σε μια αλλοπρόσαλλη εποχή. Πολλοί προσπαθούν να καλύψουν τα πάθη τους με μια νομική ή φιλοσοφική επένδυση, ή αλλοίμονο με ένα «χριστιανικό» κάλυμμα. Αγωνιούν να επενδύσουν στην άγνοια των πολλών ή στο ότι «κόρακας κοράκου μάτι δεν βγάζει».
Δεν έχουμε παρά να κλείνουμε την ακοή μας στις βέβηλες και ανήθικες διδασκαλίες και ταυτοχρόνως να ανοίγουμε τους οφθαλμούς μας και την ψυχή μας στην μελέτη του αυθεντικού λόγου του Θεού.
Είθε ο Κύριος μας Ιησούς Χριστός, να μας αξιώνει να πίνουμε εκ του ύδατος του Αγίου Πνεύματος, το οποίο στις καλοπροαίρετες καρδιές «γενήσεται πηγή ύδατος αλλομένου εις ζωήν αιώνιον» (Ιωάννου Δ΄ 14).
Αμήν.
1 σχόλιο:
ΕΠΩΝΥΜΟΣ
Πολύ μεστό από νοήματα το παραπάνω κείμενο και επίκαιρο.
Ο Μ. Βασίλειος, αναφερόμενος σε περιπτώσεις φιλοσοφούντων θεολόγων της εποχής του, περίπου ομοίων με μερικούς ακαδημαϊκούς θεολόγους της εποχής μας, έλεγε ότι τεχνολογούσι και ου θεολογούσι.
Επίσης, σχετικά με την υπερτιμημένη αξία της κοσμικής γνώσης, ο Αββάς Παφνούτιος είπε : Δεν πρέπει να περιφρονούμε κανέναν σ' αυτόν τον κόσμο, είτε είναι αγρότης, είτε έμπορος ή οτιδή¬ποτε άλλο, γιατί δεν υπάρχει απολύτως καμία συνθή¬κη ζωής κάτω από την οποία ο άνθρωπος να μη μπο¬ρέσει να συναντήσει το Θεό. Φτάνει μόνο, βαθιά μέσα του, να πιστεύει και να κάνει, «εν τω κρυπτώ», πράξεις ευάρεστες στο Θεό. Έτσι, λοιπόν, καταλαβαίνουμε ό¬τι δεν είναι τόσο η απασχόληση, το επάγγελμα, ή η μορφή ζωής που ο καθένας έχει διαλέξει, ούτε αυτό που βλέπει σαν τον πιο τέλειο τρόπο προσωπικής του ζωής, αρεστής στα μάτια του Θεού, αλλά η ειλικρίνεια και η διάθεση της ψυχής του να πράττει το αγαθό.
Δημοσίευση σχολίου