Αντιδράσεις των θεολόγων προς το υπουργείο Παιδείας για το μάθημα των Θρησκευτικών
Αδιαφορία του υπουργείου και απουσία διάλογου καταγγέλλουν οι θεολόγοι
Συντάκτης:Θωμάς Σταμούλης
…Οι προθέσεις της ηγεσίας του υπουργείου παιδείας (για το μάθημα των Θρησκευτικών), όπως έχουν εκφραστεί πολλάκις στο παρελθόν, θέλουν την τροποποίηση της ύλης του βιβλίου των θρησκευτικών, αλλά και τον ορισμό του ως προαιρετικά διδασκόμενο μάθημα. Όπως είναι φυσικό, από διάφορους χριστιανικούς κύκλους, μεταξύ των οποίων και από τους θεολόγους, οι αντιδράσεις είναι σφοδρές σε αυτό το ζήτημα. Μιλώντας στον ΠτΘ, ο καθηγητής Παιδαγωγικής της Θεολογικής Σχολής ΑΠΘ και μέλος του Συνδέσμου Θεολόγων Μακεδονίας-Θράκης, κ. Ηρακλής Ρεράκης, εξήγησε εκτενώς τα σημεία διαφοροποίησης των θεολόγων από τις προθέσεις του υπουργείου Παιδείας και, αποφεύγοντας τα άκρα, μας επισήμανε τη σπουδαιότητα του ρόλου του μαθήματος των Θρησκευτικών και στην ένταξή του στο σχολικό πρόγραμμα ως μάθημα βασικό.
«Διαχωρισμός των πολιτών με την προαιρετικότητα των Θρησκευτικών»
«Θεωρήσαμε ως υποτίμηση του μαθήματος», έσπευσε να σημειώσει ο κ. Ρεράκης, «τις προθέσεις του υπουργείου Παιδείας να κάνει το μάθημα των Θρησκευτικών προαιρετικό»....Έκανε δε λόγο για έναν διαχωρισμό των πολιτών με βάση τη ρύθμιση αυτή, υπογραμμίζοντας ότι «δε μπορεί να έχουμε δυο κατηγορίες πολιτών, οι οποίοι κοινωνικοποιούνται μέσα από το σχολείο με διαφορετικούς τρόπους». «Γιατί κάποιοι μαθητές», εξήγησε, «δεν επιλέγουν το μάθημα ποτέ και μένουν αναλφάβητοι από θρησκευτικής άποψης, ενώ κάποιοι το επιλέγουν. Έτσι λοιπόν βγάζουμε δυο κατηγορίες πολιτών, αυτοί που είναι κοινωνικοποιημένοι και από πλευράς θεολογικής και θρησκευτικής». Εξέφρασε δε την άποψη ότι απαιτείται μια τέτοιου είδους κοινωνικοποίηση για το σύνολο των ανθρώπων, τονίζοντας ότι «είναι ανάγκη, κατά τη γνώμη μας, να γίνεται, επειδή ο δικός μας πολιτισμός έχει άμεση σχέση με την ορθόδοξη παράδοση». «Είναι μακροχρόνιοι οι δεσμοί και οι σχέσεις», συνέχισε, «με την εκκλησία και αυτά όλα για να κατανοηθούν ως ιστορικό περιβάλλον και ως πολιτισμικό περιβάλλον, για να τα κατανοήσει ο σύγχρονος νέος, είναι δεμένα με την πίστη και την ορθοδοξία. Για να κατανοεί δηλαδή κανείς τα έθιμα και στοιχεία του περιβάλλοντος, πρέπει να τα μαθαίνει στο σχολείο. Πιστεύουμε ότι δεν πρέπει να είναι προαιρετικό το μάθημα, γιατί είναι ένα βασικό μάθημα. Και γιατί έχει όλους αυτούς τους πολιτισμικούς σκοπούς, αλλά και γιατί έχει τους θεολογικούς σκοπούς με την έννοια ότι κάθε άνθρωπος έχει σχέση με την πίστη, κάτι που είναι και αποδεδειγμένο επιστημονικά». Επικαλέστηκε μάλιστα και όσα ορίζει το Σύνταγμα για την ανάπτυξη της θρησκευτικής συνείδησης των παιδιών στο σχολείο. «Πώς θα την αναπτύξουμε με την προαιρετικότητα;», αναρωτήθηκε. «Δε γίνεται ανάπτυξη έτσι», συνέχισε, «αλλά πρέπει όλα τα παιδιά να συμμετέχουν σε αυτές τις γνώσεις. Αν αρχίσουμε τις εκπτώσεις και λίγο ξεφεύγουμε από την ιστορία, λίγο ξεφεύγουμε από τη γλώσσα, λίγο από τη θρησκεία, τότε με ποια ταυτότητα θα βγουν τα παιδιά μας; Με τι πολιτισμό θα βγουν; Διότι το μεγαλύτερο κομμάτι του πολιτισμού διεθνώς αφορά η θρησκεία. Αυτό το κομμάτι δεν πρέπει να το γνωρίσουμε; Γιατί πρέπει να ξεφεύγουμε δηλαδή και να υποβαθμίζουμε σιγά-σιγά και να παραμελούμε το θέμα της θρησκευτικότητας;».
«Αν μετατρέψουμε το μάθημα των Θρησκευτικών σε θρησκειολογία τα παιδιά θα πάθουν θρησκευτική σύγχυση»Αποκαλυπτικός ως προς τις θέσεις των θεολόγων και τη συλλογιστική, την οποία ακολουθούν, ήταν και στην απάντηση του σε αιτιάσεις, κατά τις οποίες με την παρούσα κατάσταση δεν είναι ικανοποιητική η διδασκαλία των υπολοίπων θρησκειών, πέραν του χριστιανισμού. «Εμείς υποστηρίζουμε», τόνισε, «ότι μπορούν να διανθιστούν όλα τα βιβλία για όλες τις τάξεις και με αλλά θρησκειολογικά στοιχεία». «Όμως υπάρχει το εξής πρόβλημα», διέκρινε, «ότι αν μετατρέψουμε το μάθημα των θρησκευτικών σε θρησκειολογία, να αρχίσουμε δηλαδή από το δημοτικό να διδάσκουμε σε κάθε τάξη από μια θρησκεία, τα παιδιά, που είναι μικρά ακόμα, θα πάθουν θρησκευτική σύγχυση». «Η παιδαγωγική επιστήμη», συνέχισε, «έπ’ αυτού ορίζει ότι το κάθε γνωστικό αντικείμενο, για να γίνει πλήρως κατανοητό, απαιτεί να υπάρχει ένα υπόβαθρο γνώσεων και εμπειριών στον ίδιο το μαθητή. Το υπόβαθρο, που έχουν οι έλληνες ορθόδοξοι μαθητές, ως προς τη θρησκεία, είναι η ορθόδοξη παράδοση. Αυτό, που λέμε, λοιπόν, είναι να μάθουν τα παιδιά τώρα τα γενικά για την ορθόδοξη παράδοση, προκειμένου να μην πάθουν σύγχυση. Κι αφού τη μάθουν αυτή, μπορούν σε μεγαλύτερες ηλικίες, όπου θα έχουν και την κρίση, να μάθουν και τις άλλες θρησκείες. Αυτό δε γίνεται χωρίς βάσεις, χωρίς την εμπειρία, που είναι η βάση κάθε γνώσης. Το ίδιο συμβαίνει και με κάθε γνωστικό αντικείμενο. Για να μάθουν δηλαδή τα παιδιά γενικά για τη θρησκεία, θα πρέπει να ξεκινήσουν από αυτό, που γνωρίζουν εμπειρικά και βιωματικά. Κι αυτό, που γνωρίζουν οι έλληνες μαθητές δεν είναι ο βουδισμός, δεν είναι ο ινδουισμός, είναι η δικιά μας θρησκεία. Και μετά, που τα παιδιά θα είναι πιο μεγάλα και θα καταλαβαίνουν, θα διακρίνουν, θα συγκρίνουν, προχωράμε τότε και στις άλλες θρησκείες». «Εμείς δε λέμε να μη μάθουν τις υπόλοιπες θρησκείες», κατέληξε, «αλλά να τις μάθουν στην κατάλληλη ηλικία».
«Από τα Θρησκευτικά γίνεται η δόμηση ενός ηθικοκοινωνικού χαρακτήρα»Αναφερόμενος δε και στην ευρεία παρουσία αλλοδαπών στη χώρα μας, που στο μεγαλύτερο μέρος τους είναι και αλλόθρησκοι, έσπευσε να υπογραμμίσει τη στήριξη του στους ίδιους και στα δικαιώματά τους, αλλά και το ρόλο της χριστιανικής θρησκείας προκειμένου για τον σεβασμό των θρησκευτικών τους δικαιωμάτων από τους ίδιους τους πολίτες. «Η θρησκευτικότητα βοηθάει και στο θέμα του ηθικοκοινωνικού τομέα», δήλωσε ο κ. Ρεράκης, «στην προσπάθεια εμπέδωσης της έννοιας σεβασμού των ανθρώπων». «Για να ξέρει ο καθένας», συνέχισε, «τι είναι ο άνθρωπος και με ποιο σεβασμό πρέπει να στέκεται απέναντί του. Αυτό, λοιπόν, αναφέρεται και στους ξένους, στο πώς, δηλαδή, βλέπουμε τους ξένους. Αυτή τη δόμηση του χαρακτήρα, για να είναι ένας ηθικοκοινωνικός χαρακτήρας και να σέβεται τους άλλους, την παίρνει και μέσα από τα Θρησκευτικά. Βοηθάει επομένως και η θρησκευτικότητα στην κοινωνική ανάπτυξη του παιδιού. Θέτοντας στη βάση την χριστιανική θρησκεία και προσθέτοντας σε μεγαλύτερες ηλικίες τις άλλες θρησκείες, προσφέρει στο παιδί την ευκαιρία να τις συνειδητοποιήσει και να σέβεται και το συμμαθητή του, που είναι τυχόν αλλόθρησκος».
«Δεν είναι ανάγκη να κάνουμε ένα μείγμα θρησκειών εδώ στην Ελλάδα, για να αποκτήσουμε το σεβασμό για τον άλλο»Δεν παρέλειψε δε να εστιάσει και να απαντήσει σε ορισμένες φωνές, που θέτουν επιτακτικές ανατροπές στο μάθημα των θρησκευτικών, λόγω της παρουσίας πολλών αλλοδαπών στη χώρα μας. «Υπάρχουν ορισμένοι προοδευτικοί εδώ στην Ελλάδα», παρατήρησε, «οι οποίοι υποστηρίζουν πως, επειδή στη χώρα μας έχουμε πολλούς ξένους, θα πρέπει να αλλάξουμε το μάθημα των θρησκευτικών, για να σεβαστούμε τους ξένους και για να μπορέσουμε να τους κατανοούμε εδώ». «Μα οι ίδιοι οι ξένοι», εκτίμησε, «δεν απαίτησαν ποτέ από εμάς να αλλάξουμε τη θρησκεία μας και τη διδασκαλία των θρησκειών, προκειμένου να τους υποδεχτούμε. Με την ίδια τη θρησκεία μας εμείς έχουμε υποδεχτεί αιώνες τώρα άλλες θρησκείες με αγάπη. Η ορθόδοξη παράδοση διαθέτει την αγάπη και το σεβασμό και προς τον ξένο, που είναι άλλης εθνικότητας και άλλης θρησκείας και αλλού πολιτισμού. Δεν είναι ανάγκη να κάνουμε ένα μείγμα θρησκειών εδώ στην Ελλάδα, για να αποκτήσουμε το σεβασμό για τον άλλο. Γιατί το έχουμε μέσα στην πίστη μας». «Δεν εξηγείται ο λόγος της θρησκειολογίας», υπογράμμισε καταλήγοντας.
«Ούτε που ζήτησαν τις απόψεις μας, αλλά μόνοι τους το αποφάσισαν»Τέλος, όσον αφορά τις επαφές με το υπουργείο Παιδείας, προκείμενου για τη συζήτηση των ζητημάτων, που απασχολούν τα μέλη θρησκευτικών ενώσεων, ο κ. Ρερακης ήταν απόλυτος. «Ούτε που ζήτησαν τις απόψεις μας, αλλά μόνοι τους το αποφάσισαν», τόνισε. «Ούτε τις θεολογικές σχολές», συνέχισε, «ούτε την εκκλησία καλέσανε, ούτε τις ενώσεις των θεολόγων». «Όταν μας φέρνει ένα νομοσχέδιο», αναρωτήθηκε στη συνέχεια, «και το αφήνει πέντε μέρες για διαβούλευση, πώς θα προλάβουν οι ενώσεις να κάνουν συνελεύσεις, για να αποφασίσουν και να αντιδράσουν;». «Δηλαδή πάνε να φτιάξουν», συνέχισε, «μια σοβαρή παιδεία με αυτές τις πρακτικές; Κάθε υπουργός παιδείας θα κάνει ένα δικό του πρόγραμμα για το εκπαιδευτικό σύστημα, με δικά του βιβλία, δικές του κατευθύνσεις;». «Κάνουμε παιδεία έτσι;», αναρωτήθηκε στο τέλος, με έκδηλη την αγανάκτηση.
(Σημείωση του ιστολογίου μας: Το άρθρο του «Παρατηρητή της Θράκης» ξεκινάει με το παρακάτω κείμενο, το οποίο όμως αφαιρέσαμε γιατί όπως ανακοίνωσε ο Σύνδεσμος Θεολόγων Μακεδονίας – Θράκης η γενική συνέλευση αναβλήθηκε: «Σε γενική συνέλευση συγκαλεί ο Σύνδεσμος Θεολόγων Μακεδονίας-Θράκης τα μέλη του, αλλά και θεολόγους μη μέλη, που θα πραγματοποιηθεί το ερχόμενο Σάββατο 22 Ιανουαρίου στις εγκαταστάσεις της Θεολογικής Σχολής του Αριστοτέλειου Πανεπιστήμιου Θεσσαλονίκης. Ανάμεσα στα ζητήματα, που θα συζητηθούν από τους θεολόγους, βαρύνουσα θέση κατέχει και αυτό των εξελίξεων, που σχετίζονται με τη θέση και το χαρακτήρα του μαθήματος των Θρησκευτικών στα σχολεία».)
«Από τα Θρησκευτικά γίνεται η δόμηση ενός ηθικοκοινωνικού χαρακτήρα»Αναφερόμενος δε και στην ευρεία παρουσία αλλοδαπών στη χώρα μας, που στο μεγαλύτερο μέρος τους είναι και αλλόθρησκοι, έσπευσε να υπογραμμίσει τη στήριξη του στους ίδιους και στα δικαιώματά τους, αλλά και το ρόλο της χριστιανικής θρησκείας προκειμένου για τον σεβασμό των θρησκευτικών τους δικαιωμάτων από τους ίδιους τους πολίτες. «Η θρησκευτικότητα βοηθάει και στο θέμα του ηθικοκοινωνικού τομέα», δήλωσε ο κ. Ρεράκης, «στην προσπάθεια εμπέδωσης της έννοιας σεβασμού των ανθρώπων». «Για να ξέρει ο καθένας», συνέχισε, «τι είναι ο άνθρωπος και με ποιο σεβασμό πρέπει να στέκεται απέναντί του. Αυτό, λοιπόν, αναφέρεται και στους ξένους, στο πώς, δηλαδή, βλέπουμε τους ξένους. Αυτή τη δόμηση του χαρακτήρα, για να είναι ένας ηθικοκοινωνικός χαρακτήρας και να σέβεται τους άλλους, την παίρνει και μέσα από τα Θρησκευτικά. Βοηθάει επομένως και η θρησκευτικότητα στην κοινωνική ανάπτυξη του παιδιού. Θέτοντας στη βάση την χριστιανική θρησκεία και προσθέτοντας σε μεγαλύτερες ηλικίες τις άλλες θρησκείες, προσφέρει στο παιδί την ευκαιρία να τις συνειδητοποιήσει και να σέβεται και το συμμαθητή του, που είναι τυχόν αλλόθρησκος».
«Δεν είναι ανάγκη να κάνουμε ένα μείγμα θρησκειών εδώ στην Ελλάδα, για να αποκτήσουμε το σεβασμό για τον άλλο»Δεν παρέλειψε δε να εστιάσει και να απαντήσει σε ορισμένες φωνές, που θέτουν επιτακτικές ανατροπές στο μάθημα των θρησκευτικών, λόγω της παρουσίας πολλών αλλοδαπών στη χώρα μας. «Υπάρχουν ορισμένοι προοδευτικοί εδώ στην Ελλάδα», παρατήρησε, «οι οποίοι υποστηρίζουν πως, επειδή στη χώρα μας έχουμε πολλούς ξένους, θα πρέπει να αλλάξουμε το μάθημα των θρησκευτικών, για να σεβαστούμε τους ξένους και για να μπορέσουμε να τους κατανοούμε εδώ». «Μα οι ίδιοι οι ξένοι», εκτίμησε, «δεν απαίτησαν ποτέ από εμάς να αλλάξουμε τη θρησκεία μας και τη διδασκαλία των θρησκειών, προκειμένου να τους υποδεχτούμε. Με την ίδια τη θρησκεία μας εμείς έχουμε υποδεχτεί αιώνες τώρα άλλες θρησκείες με αγάπη. Η ορθόδοξη παράδοση διαθέτει την αγάπη και το σεβασμό και προς τον ξένο, που είναι άλλης εθνικότητας και άλλης θρησκείας και αλλού πολιτισμού. Δεν είναι ανάγκη να κάνουμε ένα μείγμα θρησκειών εδώ στην Ελλάδα, για να αποκτήσουμε το σεβασμό για τον άλλο. Γιατί το έχουμε μέσα στην πίστη μας». «Δεν εξηγείται ο λόγος της θρησκειολογίας», υπογράμμισε καταλήγοντας.
«Ούτε που ζήτησαν τις απόψεις μας, αλλά μόνοι τους το αποφάσισαν»Τέλος, όσον αφορά τις επαφές με το υπουργείο Παιδείας, προκείμενου για τη συζήτηση των ζητημάτων, που απασχολούν τα μέλη θρησκευτικών ενώσεων, ο κ. Ρερακης ήταν απόλυτος. «Ούτε που ζήτησαν τις απόψεις μας, αλλά μόνοι τους το αποφάσισαν», τόνισε. «Ούτε τις θεολογικές σχολές», συνέχισε, «ούτε την εκκλησία καλέσανε, ούτε τις ενώσεις των θεολόγων». «Όταν μας φέρνει ένα νομοσχέδιο», αναρωτήθηκε στη συνέχεια, «και το αφήνει πέντε μέρες για διαβούλευση, πώς θα προλάβουν οι ενώσεις να κάνουν συνελεύσεις, για να αποφασίσουν και να αντιδράσουν;». «Δηλαδή πάνε να φτιάξουν», συνέχισε, «μια σοβαρή παιδεία με αυτές τις πρακτικές; Κάθε υπουργός παιδείας θα κάνει ένα δικό του πρόγραμμα για το εκπαιδευτικό σύστημα, με δικά του βιβλία, δικές του κατευθύνσεις;». «Κάνουμε παιδεία έτσι;», αναρωτήθηκε στο τέλος, με έκδηλη την αγανάκτηση.
(Σημείωση του ιστολογίου μας: Το άρθρο του «Παρατηρητή της Θράκης» ξεκινάει με το παρακάτω κείμενο, το οποίο όμως αφαιρέσαμε γιατί όπως ανακοίνωσε ο Σύνδεσμος Θεολόγων Μακεδονίας – Θράκης η γενική συνέλευση αναβλήθηκε: «Σε γενική συνέλευση συγκαλεί ο Σύνδεσμος Θεολόγων Μακεδονίας-Θράκης τα μέλη του, αλλά και θεολόγους μη μέλη, που θα πραγματοποιηθεί το ερχόμενο Σάββατο 22 Ιανουαρίου στις εγκαταστάσεις της Θεολογικής Σχολής του Αριστοτέλειου Πανεπιστήμιου Θεσσαλονίκης. Ανάμεσα στα ζητήματα, που θα συζητηθούν από τους θεολόγους, βαρύνουσα θέση κατέχει και αυτό των εξελίξεων, που σχετίζονται με τη θέση και το χαρακτήρα του μαθήματος των Θρησκευτικών στα σχολεία».)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου