Ο π. ΜΑΡΚΟΣ, ΠΑΡΟΥΣΙΑ ΘΕΟΥ ΩΣ «ΑΥΡΑΣ ΛΕΠΤΗΣ»!
Γράφει ο Πρωτοπρεσβύτερος Βασίλειος Βολουδάκης
ΣΕ ΛΙΓΕΣ μέρες συμπληρώνεται ἕνας χρόνος ἀπὸ τῆς ἐκδημίας τοῦ π. Μάρκου. Ἕνας ὁλόκληρος χρόνος πού, παρ ὅτι γνωρίζαμε ἐξ ἀρχῆς ὅτι θὰ κυλοῦσε δύσκολα, λόγω τῆς ἀπουσίας του,αὐτὸς κύλησε πολὺ πιὸ ὀδυνηρὰ ἀπὸ τὸ ἀναμενόμενο καὶ ἀπέδειξε μὲ τὸν πιὸ κατηγορηματικὸ τρόπο, ὄχι μόνο τὴ δική μας ἀνεπάρκεια καὶ ἀδυναμία στὸ νὰ συνεχίσουμε ἐπάξια τό λειτούργημα τῆς κατὰ Θεὸν δημοσιογραφίας, ποὺ αὐτὸς ἀνέδειξε μὲ μοναδικὸ τρόπο, μαρτύρησε γιʼ αὐτὸ καὶ τὸ καθιέρωσε, ἀλλὰ καὶ τὴν ἐν γένει ἐκκλησιαστικὴ γυμνότητα, μαλθακότητα καὶ ἀτολμία σὲ ἕνα κόσμο θεολογικῆς καὶ ἰδεολογικῆς συγχύσεως, φανατισμοῦ, μάχης ἐναντίον τοῦ Θεοῦ, μάχης ἐναντίον τῆς Ἀληθείας καὶ τῆς σωφροσύνης...
Ἡ ἀναφορά μας, λοιπόν, στὸ πρόσωπό του ἔχει τὸν χαρακτήρα τῆς ἀπολογίας, τῆς ἐξομολογήσεως καὶ τῆς ἱκεσίας. Νοιώθουμε τὴν ἀνάγκη νὰ τοῦ ὁμολογήσουμε καὶ νὰ ἐξομολογηθοῦμε ὅτι τελικά, δὲν ἤμασταν ἕτοιμοι, γιὰ νὰ βαστάσουμε τὴν ἀπουσία του καὶ αὐτὸ μαρτυρεῖ τὴν πνευματική μας ὀκνηρία καὶ τὸ ὅτι ὀλιγωρήσαμε νὰ ἐργασθοῦμε, γιὰ νὰ ἀφομοιώσουμε ἐγκαίρως καὶ στὸ βαθμὸ ποὺ ἔπρεπε τὰ ὅσα ἐκεῖνος μᾶς ἔδειξε μὲ τὴ ζωή του, μὲ τὰ πλούσια ἔργα καὶ τὰ λόγια του. Ἡ ἀναχώρηση τοῦ π.Μάρκου ἀπὸ τὸν μάταιο καὶ φθαρτὸ κόσμο μας ἦταν γιὰ μᾶς ἀναπάντεχη. Ἦταν μιὰ ἐπιτιμητικὴ ἐπίσκεψη τοῦ Θεοῦ στὴ δική μας ἀμέλεια καὶ ἀγνωμοσύνη. Ἦρθε «ὡς παγὶς» καὶ μᾶς συνέλαβε ἀνέτοιμους. Ἦταν σὰν μιὰ ἀπὸ τὶς Παρουσίες τοῦ Θεοῦ, ποὺ γίνονται αἰφνδιαστικὰ κατὰ διαστήματα στὴν ἐπίγεια ζωὴ τοῦ καθενός μας γιὰ νὰ ἐξετασθοῦμε, ἐὰν καὶ κατὰ πόσον ἔχουμε ἑτοιμασθῆ, γιὰ νὰ μᾶς πάρη κοντά Του.
Τὸ ὅτι νοιώθουμε βαρύ τό ἐπιτίμιο αὐτῆς τῆς ἐπισκέψεως τοῦ Θεοῦ, αὐτὸ δὲν βαρύνει τὸν Θεὸ ἀλλὰ ἐπιβαρύνει τὴ θέση μας, ἀφοῦ δὲν ἔχουμε καμιὰ ἀπολύτως ἀπογία γιʼ αὐτὴν αὐτὴν μας τὴν ἔνδεια καὶ ἀνετοιμότητα…
Παρὰ ταῦτα, μᾶς παρηγορεῖ καὶ μᾶς ἐνισχύη τό νὰ ἀναπολοῦμε τὴν παρουσία τοῦ π. Μάρκου, ὡς Παρουσία τοῦ Θεοῦ μὲ τὴ μορφὴ «αὔρας λεπτῆς», ὡς παρουσία ποὺ«ἐβάδισε στὸ χιόνι χωρὶς νὰ ἀφήνη ἴχνη», γιὰ νὰ κάνη ἐμφανῆ σὲ ἐμᾶς μόνο τά ἴχνη Ἐκείνου! Γιὰ νὰ «ἐπακολουθήσωμεν τοῖς ἴχνεσιν αὐτοῦ».
Εἴμαστε εὐγνώμονες καὶ μαρτυροῦμε ὅτι ὁ Ἐπίσκοπος τῶν ψυχῶν μας, π. Μᾶρκος, ἔκαμε τὰ πάντα, ὥστε νὰ μὴ μᾶς λείψη τίποτε ἀπὸ τὴν προσωπικὴ πνευματική μας ζωὴ, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τὴν πνευματικὴ ζωὴ τῆς Πατρίδος μας. Ἀξιοποίησε στὸ ἔπακρον κάθε ἄνθρωπο, πού βρέθηκε στὸ δρόμο τῆς ποιμαντικῆς του διακονίας, ὅσο στρεβλὸς κιʼ ἂν ἦταν ὁ ἄνθρωπος. Ἀξιοποίησε καὶ μεταμόρφωσε ἀνθρώπους, πού ἦσαν ἀποδιοπομπαῖοι ἀπὸ ὅλα τά περιβάλλοντα. Ἦταν αὐτὸς ποὺ μᾶς ἔδειξε ἀνάγλυφα ὅτι σκοπὸς τῆς Ἐκκλησίας καὶ τῆς Πίστεώς μας εἶναι τό νὰ ἀποκτήση ὁ καθένας ἀπὸ μᾶς πραγματικὴ σχέση μὲ τὸν Θεὸ καὶ τοὺς ἀνθρώπους. Μᾶς ἐξήγησε στὴν πράξη τὰ λόγια τοῦ Θεοῦ: «Ὁ ἐξάγων ἄξιον ἐξ ἀναξίου ὡς τὸ στόμα μου ἔσται»! Ἔγινε «στόμα Θεοῦ» ὁ π. Μᾶρκος γιατί ἀπὸ ὅπου κι ἂν πέρασε δὲν ἄφησε ἀναξιοποίητο ἄνθρωπο! Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος μᾶς εἶπε: «εἰ δυνατόν, μετὰ πάντων εἰρηνεύετε». Ὁ π. Μᾶρκος ἔκαμε καὶ τὰ ἀδύνατα δυνατὰ καὶ ἐπέτυχε νὰ εἰρηνεύη μὲ τοὺς πάντες καὶ νὰ εὐεργετῆ τοὺς πολεμίους του περισσότερο ἀπὸ τοὺς συνεργούς του στὴν ἱερά του Διακονία!
Αὐτὸ τὸ σπάνιο πνευματικὸ κατόρθωμα τὸ ἐπέτυχε ὄχι ἀπὸ καθέδρας, ἀλλὰ γενόμενος – αὐτὸς ὁ ὄντως σοφὸς καὶ θεολόγος νοῦς– μαθητὴς καὶ ὑποτακτικὸς ὅλων τῶν ἀνθρώπων, μικρῶν καὶ μεγάλων, σοφῶν καὶ ἰδιωτῶν, πλουσίων καὶ πτωχῶν, ἁμαρτωλῶν καὶ δικαίων. Ἡ ἀπουσία τῆς μορφῆς του ἀπὸ τὴν στρατευομένη Ἐκκλησία μας γίνεται κάθε μέρα καὶ περισσότερο αἰσθητὴ καὶ ὅσο περνοῦν οἱ μέρες θὰ γίνεται ἐντονώτερη. Ὡστόσο ὑπάρχει καὶ κινεῖται κοντά μας. Δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ ἀφήση τώρα τὸ ἱερὸ ἔργο, ποὺ μὲ τόσο θεῖο ἔρωτα ἄσκησε μὲ τὸ ὀστράκινο σκεῦος του, περικείμενος τὴν ἀνθρωπίνη ἀσθένεια. Δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ παύση τώρα, ποὺ εἶναι ὅλος Θεία Ἐνέργεια, τὴ σχέση του μέ μᾶς, ἂν καὶ παντελῶς ἀναξίους του. Γιατί ποτέ, ὅσο ζοῦσε, δὲν ἀγάπησε τοὺς ἀνθρώπους ἀνάλογα μὲ τὴν ἀξία τους, ἀλλὰ ἀγάπησε «τοὺς πάντας ἐκτενῶς». Αὐτή του ἡ ἀγάπη εἶναι ποὺ μᾶς συγκροτεῖ καὶ μᾶς συγκρατεῖ καὶ πρὸς αὐτήν του τὴν ἀγάπη ἀπευθύνουμε «ἐκ βαθέων» τὴν ἱκεσία μας νὰ μείνη καὶ νὰ μένη «μεθʼ ἡμῶν, ὅτι πρὸς ἑσπέραν ἐστι καὶ κέκλικεν ἡ ἡμέρα». Τώρα τὸν ἔχουμε περισσότερο ἀνάγκη!
Αἰωνία Του ἡ μνήμη καὶ αἰωνία ἡ Παρουσία Του ἀνάμεσά μας!
Ἡ ἀναφορά μας, λοιπόν, στὸ πρόσωπό του ἔχει τὸν χαρακτήρα τῆς ἀπολογίας, τῆς ἐξομολογήσεως καὶ τῆς ἱκεσίας. Νοιώθουμε τὴν ἀνάγκη νὰ τοῦ ὁμολογήσουμε καὶ νὰ ἐξομολογηθοῦμε ὅτι τελικά, δὲν ἤμασταν ἕτοιμοι, γιὰ νὰ βαστάσουμε τὴν ἀπουσία του καὶ αὐτὸ μαρτυρεῖ τὴν πνευματική μας ὀκνηρία καὶ τὸ ὅτι ὀλιγωρήσαμε νὰ ἐργασθοῦμε, γιὰ νὰ ἀφομοιώσουμε ἐγκαίρως καὶ στὸ βαθμὸ ποὺ ἔπρεπε τὰ ὅσα ἐκεῖνος μᾶς ἔδειξε μὲ τὴ ζωή του, μὲ τὰ πλούσια ἔργα καὶ τὰ λόγια του. Ἡ ἀναχώρηση τοῦ π.Μάρκου ἀπὸ τὸν μάταιο καὶ φθαρτὸ κόσμο μας ἦταν γιὰ μᾶς ἀναπάντεχη. Ἦταν μιὰ ἐπιτιμητικὴ ἐπίσκεψη τοῦ Θεοῦ στὴ δική μας ἀμέλεια καὶ ἀγνωμοσύνη. Ἦρθε «ὡς παγὶς» καὶ μᾶς συνέλαβε ἀνέτοιμους. Ἦταν σὰν μιὰ ἀπὸ τὶς Παρουσίες τοῦ Θεοῦ, ποὺ γίνονται αἰφνδιαστικὰ κατὰ διαστήματα στὴν ἐπίγεια ζωὴ τοῦ καθενός μας γιὰ νὰ ἐξετασθοῦμε, ἐὰν καὶ κατὰ πόσον ἔχουμε ἑτοιμασθῆ, γιὰ νὰ μᾶς πάρη κοντά Του.
Τὸ ὅτι νοιώθουμε βαρύ τό ἐπιτίμιο αὐτῆς τῆς ἐπισκέψεως τοῦ Θεοῦ, αὐτὸ δὲν βαρύνει τὸν Θεὸ ἀλλὰ ἐπιβαρύνει τὴ θέση μας, ἀφοῦ δὲν ἔχουμε καμιὰ ἀπολύτως ἀπογία γιʼ αὐτὴν αὐτὴν μας τὴν ἔνδεια καὶ ἀνετοιμότητα…
Παρὰ ταῦτα, μᾶς παρηγορεῖ καὶ μᾶς ἐνισχύη τό νὰ ἀναπολοῦμε τὴν παρουσία τοῦ π. Μάρκου, ὡς Παρουσία τοῦ Θεοῦ μὲ τὴ μορφὴ «αὔρας λεπτῆς», ὡς παρουσία ποὺ«ἐβάδισε στὸ χιόνι χωρὶς νὰ ἀφήνη ἴχνη», γιὰ νὰ κάνη ἐμφανῆ σὲ ἐμᾶς μόνο τά ἴχνη Ἐκείνου! Γιὰ νὰ «ἐπακολουθήσωμεν τοῖς ἴχνεσιν αὐτοῦ».
Εἴμαστε εὐγνώμονες καὶ μαρτυροῦμε ὅτι ὁ Ἐπίσκοπος τῶν ψυχῶν μας, π. Μᾶρκος, ἔκαμε τὰ πάντα, ὥστε νὰ μὴ μᾶς λείψη τίποτε ἀπὸ τὴν προσωπικὴ πνευματική μας ζωὴ, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τὴν πνευματικὴ ζωὴ τῆς Πατρίδος μας. Ἀξιοποίησε στὸ ἔπακρον κάθε ἄνθρωπο, πού βρέθηκε στὸ δρόμο τῆς ποιμαντικῆς του διακονίας, ὅσο στρεβλὸς κιʼ ἂν ἦταν ὁ ἄνθρωπος. Ἀξιοποίησε καὶ μεταμόρφωσε ἀνθρώπους, πού ἦσαν ἀποδιοπομπαῖοι ἀπὸ ὅλα τά περιβάλλοντα. Ἦταν αὐτὸς ποὺ μᾶς ἔδειξε ἀνάγλυφα ὅτι σκοπὸς τῆς Ἐκκλησίας καὶ τῆς Πίστεώς μας εἶναι τό νὰ ἀποκτήση ὁ καθένας ἀπὸ μᾶς πραγματικὴ σχέση μὲ τὸν Θεὸ καὶ τοὺς ἀνθρώπους. Μᾶς ἐξήγησε στὴν πράξη τὰ λόγια τοῦ Θεοῦ: «Ὁ ἐξάγων ἄξιον ἐξ ἀναξίου ὡς τὸ στόμα μου ἔσται»! Ἔγινε «στόμα Θεοῦ» ὁ π. Μᾶρκος γιατί ἀπὸ ὅπου κι ἂν πέρασε δὲν ἄφησε ἀναξιοποίητο ἄνθρωπο! Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος μᾶς εἶπε: «εἰ δυνατόν, μετὰ πάντων εἰρηνεύετε». Ὁ π. Μᾶρκος ἔκαμε καὶ τὰ ἀδύνατα δυνατὰ καὶ ἐπέτυχε νὰ εἰρηνεύη μὲ τοὺς πάντες καὶ νὰ εὐεργετῆ τοὺς πολεμίους του περισσότερο ἀπὸ τοὺς συνεργούς του στὴν ἱερά του Διακονία!
Αὐτὸ τὸ σπάνιο πνευματικὸ κατόρθωμα τὸ ἐπέτυχε ὄχι ἀπὸ καθέδρας, ἀλλὰ γενόμενος – αὐτὸς ὁ ὄντως σοφὸς καὶ θεολόγος νοῦς– μαθητὴς καὶ ὑποτακτικὸς ὅλων τῶν ἀνθρώπων, μικρῶν καὶ μεγάλων, σοφῶν καὶ ἰδιωτῶν, πλουσίων καὶ πτωχῶν, ἁμαρτωλῶν καὶ δικαίων. Ἡ ἀπουσία τῆς μορφῆς του ἀπὸ τὴν στρατευομένη Ἐκκλησία μας γίνεται κάθε μέρα καὶ περισσότερο αἰσθητὴ καὶ ὅσο περνοῦν οἱ μέρες θὰ γίνεται ἐντονώτερη. Ὡστόσο ὑπάρχει καὶ κινεῖται κοντά μας. Δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ ἀφήση τώρα τὸ ἱερὸ ἔργο, ποὺ μὲ τόσο θεῖο ἔρωτα ἄσκησε μὲ τὸ ὀστράκινο σκεῦος του, περικείμενος τὴν ἀνθρωπίνη ἀσθένεια. Δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ παύση τώρα, ποὺ εἶναι ὅλος Θεία Ἐνέργεια, τὴ σχέση του μέ μᾶς, ἂν καὶ παντελῶς ἀναξίους του. Γιατί ποτέ, ὅσο ζοῦσε, δὲν ἀγάπησε τοὺς ἀνθρώπους ἀνάλογα μὲ τὴν ἀξία τους, ἀλλὰ ἀγάπησε «τοὺς πάντας ἐκτενῶς». Αὐτή του ἡ ἀγάπη εἶναι ποὺ μᾶς συγκροτεῖ καὶ μᾶς συγκρατεῖ καὶ πρὸς αὐτήν του τὴν ἀγάπη ἀπευθύνουμε «ἐκ βαθέων» τὴν ἱκεσία μας νὰ μείνη καὶ νὰ μένη «μεθʼ ἡμῶν, ὅτι πρὸς ἑσπέραν ἐστι καὶ κέκλικεν ἡ ἡμέρα». Τώρα τὸν ἔχουμε περισσότερο ἀνάγκη!
Αἰωνία Του ἡ μνήμη καὶ αἰωνία ἡ Παρουσία Του ἀνάμεσά μας!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου