Σ Υ Ν Δ Ε Σ Μ Ο Σ Θ Ε Ο Λ Ο Γ Ω Ν Μ Α Κ Ε Δ Ο Ν Ι Α Σ – Θ Ρ Α Κ Η Σ
Γραφείο 404, Θεολογική Σχολή ΑΠΘ, 54624 Θεσσαλονίκη
Τηλ. Επικ.– fax: 2310 997113, mail: theologoi@gmail.com, http://theologoi.wordpress.com
Θεσσαλονίκη, 2.05.2011
ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ
ΘΕΣΕΙΣ – ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΤΟΥ ΣΥΝΔΕΣΜΟΥ ΓΙΑ ΤΟ ΜΑΘΗΜΑ ΤΩΝ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΩΝ ΣΤΟ ΝΕΟ ΛΥΚΕΙΟ
Κατά τη συνάντηση της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος με εκπροσώπους των Θεολογικών Σχολών και των Θεολογικών Ενώσεων και Συνδέσμων της χώρας την 30η Απριλίου 2011 στο Διορθόδοξο Κέντρο της Εκκλησίας της Ελλάδος (Ι. Μ. Πεντέλης) το σύνδεσμό μας εκπροσώπησν τα μέλη του Συνδέσμου, ο καθηγητής της Παιδαγωγικής του Τμήματος Ποιμαντικής και Κοινωνικής Θεολογίας κ. Ηρακλής Ρεράκης και ο υποψ. Διδάκτωρ του ίδιου Τμήματος θεολόγος Καθηγητής Ευάγγελος Πεπές, οι οποίοι μετέφεραν στη συνάντηση τις παρακάτω θέσεις του Συνδέσμου:
Η Εκκλησία, με βάση τη θεολογική και την ανθρωπολογική της διδασκαλία, έχει μια ολιστική προσέγγιση ως προς την παιδεία του νέου ανθρώπου... Στο σχέδιο για το Νέο Λύκειο γίνεται ένα παιδαγωγικό και ανθρωπολογικό λάθος, αφού υπερτιμάται η οικονομική και επαγγελματική πλευρά της μόρφωσης του νέου και υποβαθμίζεται η πνευματική, ηθική, κοινωνική και συναισθηματική. Είναι παράδοξο να προσπαθούμε να πείσουμε το Υπουργείο της Παιδείας για το τι σημαίνει ολοκληρωμένη παιδεία, μόρφωση και αγωγή ή πώς μορφώνεται στο σχολείο ο μαθητής για να γίνει ένας ολοκληρωμένος άνθρωπος.
Ο ισχύων εκπαιδευτικός νόμος 1566 του 1985 στο 1ο άρθρο και στην 1η παράγραφο, αναφερόμενος στο θέμα αυτό, είναι εντελώς σαφής: «Σκοπός της Εκπαίδευσης είναι να συμβάλλει στην ολόπλευρη, αρμονική και ισόρροπη ανάπτυξη των διανοητικών και ψυχοσωματικών δυνάμεων των μαθητών. Ειδικότερα υποβοηθεί τους μαθητές να γίνονται ελεύθεροι, υπεύθυνοι δημοκρατικοί πολίτες, να εμπνέονται από αγάπη προς τον άνθρωπο, τη ζωή και τη φύση, να διακατέχονται από πίστη προς την πατρίδα και τα γνήσια στοιχεία της ορθόδοξης χριστιανικής παράδοσης και να αποκτούν μέσα από τη σχολική τους αγωγή κοινωνική ταυτότητα και συνείδηση». Το Σύνταγμα επίσης (άρθρ. 16) ορίζει σαφώς ως στόχο της ελληνικής παιδείας την «ανάπτυξη της θρησκευτικής συνείδησης».
Δεν κατανοούμε τους λόγους, που το Υπουργείο παιδείας παραβαίνει το Σύνταγμα και τον ίδιο τον ισχύοντα εκπαιδευτικό νόμο, σύμφωνα με τον οποίο μία από τις κύριες λειτουργίες του σχολείου είναι η κοινωνικοποίηση του μαθητή, που σημαίνει μια εσωτερίκευση τρόπων σκέψης και ζωής, συμπεριφορών, στάσεων, προτύπων, αρετών αξιών, που έχουν κληροδοτηθεί ως ελληνική ταυτότητα, μέσα από τη ζώσα κοινωνικοπολιστισμική και εκκλησιαστική παράδοση.
Το νέο σχέδιο για το Λύκειο, ειδικά σ’ αυτήν την ιστορική συγκυρία, θα έπρεπε, όχι να μειώνει, αλλά να ενισχύει τη γενική ανθρωπιστική κατάρτιση. Είναι αναγκαίο να βλέπουμε προφητικά το μέλλον, οπλίζοντας τους νέους μας, όχι μόνον με προσόντα που προάγουν την παραγωγικότητα, αλλά και με στοιχεία που τους βοηθούν να αντιμετωπίζουν με ανθρώπινο πρόσωπο και με κοινωνική, ηθική και πνευματική ευθύνη τις καταστάσεις, τις δυσκολίες και τα προβλήματα της ζωής, προσβλέποντας στην αιωνιότητα.
Είναι απορίας άξιον πως, ενώ η ίδια η υπουργός τονίζει ότι το νέο Λύκειο στοχεύει σε «αξίες», «συλλογικότητα», «αλληλεγγύη», «σεβασμό στους άλλους», ώστε να μπορεί να γίνει ο μαθητής «συνειδητός Έλληνας πολίτης του κόσμου, γνώστης της ταυτότητάς του στο σύγχρονο ανταγωνιστικό περιβάλλον», στη συνέχεια υποβαθμίζει και αποδυναμώνει το μάθημα των θρησκευτικών, που, εκτός από τον πνευματικό και θεολογικό του προσανατολισμό, αποτελεί, επίσης, ένα βασικότατο ανθρωπιστικό και κοινωνικό μάθημα του σχολικού Προγράμματος, που υπηρετεί σε βάθος τους παραπάνω στόχους που θέτει και η ίδια η Υπουργός.
Γι΄ αυτούς τους λόγους καταλήγουμε στις παρακάτω προτάσεις:
1. Ως προς το θέμα της προαιρετικότητας του θρησκευτικού μαθήματος στη Γ΄ Λυκείου, θεωρούμε ότι η καθιέρωσή της, είναι βέβαιο ότι θα πλήξει κυριολεκτικά το όλον της Γενικής Παιδείας στο Λύκειο. Ο έφηβος στην ηλικία αυτή έχει αναπτύξει την ικανότητα της κριτικής του σκέψης και θα μπορούσε, πλέον, μέσα από ένα δημιουργικό διάλογο και μια πλούσια θεματολογία, όπως αυτή που του προσφερόταν έως τώρα, στο μάθημα της χριστιανικής ηθικής να συνειδητοποιεί και να αφομοιώνει αξίες, πρότυπα και τρόπους ζωής, που απαιτούνται για την ολοκλήρωση της προσωπικότητάς του. Η τοποθέτηση του Θρησκευτικού μαθήματος στο Πρόγραμμα της Γ΄ Λυκείου σε μια θέση που είναι βέβαιο ότι κανείς μαθητής δεν θα το επιλέξει, αφού θα προτιμήσει αναγκαστικά άλλα μαθήματα που σχετίζονται άμεσα με τις πανελλαδικές εξετάσεις και την επιτυχία του σ’ αυτές, στερείται παιδαγωγικής θεμελίωσης.
Υπογραμμίζεται ότι η θεματολογία της διδακτέας ύλης της Γ΄ Λυκείου περιλαμβάνει θέματα ανεκτίμητης σπουδαιότητας για την ολοκλήρωση της διαδικασίας κοινωνικοποίησης του μαθητή όπως: Η ηθική συνείδηση, η ελευθερία, το κοινωνικό πρόβλημα, η ειρήνη, τα δύο φύλα, ο γάμος, η οικογένεια, η αυτοκτονία, τα ναρκωτικά, ο προβληματισμός για την τεχνολογία, το οικολογικό πρόβλημα, η βιοηθική, ο προβληματισμός για την πληροφορική και τα ΜΜΕ, το πρόβλημα του άγχους, η χαρά, η λύπη, το θέμα του θανάτου κ.ά.
Στην πραγματικότητα είναι πλέον εμφανές ότι το θρησκευτικό μάθημα, με αυτή την υποβάθμισή του στο επίπεδο του επιλεγομένου, εντάσσεται μόνον τυπικά στο πρόγραμμα της Γ΄ Λυκείου. Η πρότασή μας είναι να παραμείνει το μάθημα υποχρεωτικό και να γίνει δίωρο στη Γ΄ Λυκείου.
2. Ως προς το θέμα της μονόωρης διδασκαλίας του θρησκευτικού μαθήματος στη Β΄ Λυκείου, θωρούμε θετική την πρόταση για τη διατήρηση της υποχρεωτικότητάς του στη Β΄ Λυκείου. Η εμπειρία μας, όμως, δείχνει ότι η μία ώρα διδασκαλίας είναι ανεπαρκής και μη αποτελεσματική. Η ίδια η Υπουργός ενώ τόνισε στην πρότασή της ότι «η έννοια του μονόωρου μαθήματος δεν υφίσταται στο νέο Λύκειο» στη συνέχεια, εντελώς αυθαίρετα και άνευ αιτιολόγησης καθιστά μόνο το μάθημα των θρησκευτικών μονόωρο σε σχέση με όλα τα μαθήματα του Λυκείου.
Τονίζεται ότι στη Β΄ Λυκείου οι μαθητές έχουν την ευκαιρία να διδαχθούν συστηματικά και με κριτική σκέψη θέματα πίστεως και υπαρξιακά όπως: Δημιουργία του κόσμου και του ανθρώπου, παράδοση, πίστη και πλουραλισμός, φανατισμός και ανεξιθρησκία, θρησκεία και κράτος, ελληνισμός και χριστιανισμός, πίστη και επιστήμη, χριστιανισμός και πολιτισμός. Διδάσκονται ακόμα το φαινόμενο της θρησκείας και βασικά στοιχεία για τα σπουδαιότερα θρησκεύματα και τις πιο διαδεδομένες θρησκευτικές κινήσεις του κόσμου, όπως η αρχαία ελληνική θρησκεία, ο Ιουδαϊσμός, το Ισλάμ, ο Ινδουισμός, ο Βουδισμός, η γιόγκα κ.ά. Είναι βέβαιο ότι ο θεολόγος καθηγητής με μία ώρα μόνον στη Β΄ Λυκείου δεν θα μπορέσει να διεξέλθει τα θέματα αυτά επαρκώς.
Η πρότασή μας είναι να παραμείνει το μάθημα στη Β΄ Λυκείου δίωρο.
3. Ως προς το θέμα της αλλαγής του τίτλου του μαθήματος στη Β΄ και Γ΄ Λυκείου θεωρούμε εντελώς αυθαίρετη την πράξη του Υπουργείου Παιδείας, διότι έτσι επιχειρείται μετατροπή του χαρακτήρα του μαθήματος προς μια θρησκειολογική κατεύθυνση, χωρίς διάλογο και διαβούλευση, χωρίς παιδαγωγική επεξεργασία με όλους τους εμπλεκόμενους θεολογικούς φορείς και κυρίως χωρίς την ενημέρωση και τη γνώμη της Εκκλησίας.
Σε όλες σχεδόν τις ευρωπαϊκές χώρες οι Εκκλησίες έχουν καθοριστικό λόγο και ρόλο για όλα τα θέματα που αφορούν στη θρησκευτική αγωγή και μόνον στη χώρα μας συμβαίνει αυτό το παράδοξο φαινόμενο, κατάλοιπο ίσως μιας ιδεολογικής προκατάληψης και ενός συνδρόμου προοδευτισμού, που διακατέχει διαχρονικά τους εκάστοτε ιθύνοντες του Υπουργείου Παιδείας ως προς τη διδασκαλία του μαθήματος των θρησκευτικών.
Ωστόσο το θέμα αυτό είναι ένα θέμα παιδείας των ελλήνων και όχι θέμα ιδεολογικών συναρτήσεων ή συμβιβασμών και υπολογισμών. Δεν γνωρίζουμε τους λόγους που στρέφει το Υπουργείο το μάθημα σε μια τέτοια θρησκειολογική κατεύθυνση, αντίθετη με τη Νομοθεσία και τη θρησκευτική ταυτότητα και συνείδηση των ορθοδόξων Ελλήνων γονέων και πολιτών. Θεωρούμε ότι το θέμα αυτό είναι πάρα πολύ σπουδαίο και προδιαγράφει προθέσεις μη ειλικρινούς διαλόγου, ελλιπούς συνεργασίας και αλληλοκατανοήσεως της Πολιτείας έναντι της Εκκλησίας. Ελπίζουμε να μην χρησιμοποιηθεί το θέμα των αλλοδαπών μαθητών, που κατά καιρούς χρησιμοποιείται ως επιχείρημα, για τη μετατροπή του μαθήματος σε θρησκειολογικό, χωρίς ουσιαστικά παιδαγωγικά και επιστημονικά ερείσματα.
Για το επιχείρημα αυτό πρέπει να επισημανθούν τα παρακάτω:
Α. Δεν έχει καταστεί έως τώρα εφικτός ο προσδιορισμός του ακριβούς αριθμού των αλλοδαπών, που βρίσκονται στη χώρα, ούτε οι θρησκευτικές τους πεποιθήσεις. Είναι προφανές, από την άλλη πλευρά, ότι η επιτυχία μιας εκπαιδευτικής πολιτικής, ευαισθητοποιημένης σε θέματα αλλοδαπών, εξασφαλίζεται μόνον έπειτα από την καταγραφή των ποσοτικών και ποιοτικών στοιχείων των αλλοδαπών της χώρας καθώς επίσης και του ποσοστού των αλλοδαπών μαθητών που φοιτούν στο Λύκειο.
Β. Οι αλλαγές στο μάθημα των θρησκευτικών γίνονται στο όνομα των αλλοδαπών αλλά όχι με βάση τις εκπεφρασμένες τους πεποιθήσεις και προτάσεις. Οι αλλοδαποί είναι οργανωμένοι σε συλλόγους και συνδέσμους. Η καταγραφή των θέσεών τους, σχετικά με το μάθημα των θρησκευτικών και των πιθανών προτάσεών τους, θα αποτελούσε ασφαλέστερο και αντικειμενικότερο οδηγό από την προσωπική εκτίμηση ειδικών και μη, οι οποίοι κατά καιρούς προτείνουν, στο όνομά τους, αλλαγές για το μάθημα των θρησκευτικών. Πάντως ένα ασφαλές δείγμα των προθέσεων των αλλοδαπών έναντι του μαθήματος των θρησκευτικών, το οποίο, όμως, συστηματικά και μεθοδευμένα δεν λαμβάνει υπόψη το Υπουργείο Παιδείας και όλοι οι άλλοι θρησκειολογούντες, είναι η συμμετοχή της συντριπτικής πλειονοψηφίας των αλλοδαπών μαθητών στη διδασκαλία του μαθήματος στο σχολείο, αν και, με βάση τις Υπουργικές Αποφάσεις, δικαιούνται απαλλαγής.
Πρέπει να σημειωθεί μάλιστα ότι πολλοί από τους αλλοδαπούς αντιμετωπίζουν το μάθημα των θρησκευτικών ως ένα από τα μαθήματα που θα τους βοηθήσουν ουσιαστικά στην πλήρη ένταξή τους στην ελληνική κοινωνία.
Η πρότασή μας είναι να παραμείνουν και για τις δύο τάξεις (Β΄ και Γ΄ Λυκείου) οι μέχρι σήμερα χρησιμοποιούμενοι τίτλοι του μαθήματος των θρησκευτικών, δηλαδή, για τη Β΄ Λυκείου «Χριστιανισμός και Θρησκεύματα» και για τη Γ΄ Λυκείου «Θέματα Χριστιανικής Ηθικής», διότι κατά γνώμη μας δεν υφίστανται αντικειμενικοί και επιστημονικοί λόγοι αλλαγής του χαρακτήρα του μαθήματος στο Λύκειο.
Με βάση τα παραπάνω επισημαίνουμε την αναγκαιότητα βελτιώσεων του σχεδίου που είδε το φως της δημοσιότητας και καλούμε την Υπουργό Παιδείας να τηρήσει τις υποσχέσεις της, σχετικά με τη δυνατότητα διαβούλευσης με όλους τους εμπλεκόμενους φορείς και την Εκκλησία, προκειμένου να ληφθούν υπόψη οι θέσεις, ώστε να προκύψει το τελικό βελτιωμένο Πρόγραμμα του Νέου Λυκείου.
H ΔΙΟΙΚΟΥΣΑ ΕΠΙΤΡΟΠΗ
Ο ισχύων εκπαιδευτικός νόμος 1566 του 1985 στο 1ο άρθρο και στην 1η παράγραφο, αναφερόμενος στο θέμα αυτό, είναι εντελώς σαφής: «Σκοπός της Εκπαίδευσης είναι να συμβάλλει στην ολόπλευρη, αρμονική και ισόρροπη ανάπτυξη των διανοητικών και ψυχοσωματικών δυνάμεων των μαθητών. Ειδικότερα υποβοηθεί τους μαθητές να γίνονται ελεύθεροι, υπεύθυνοι δημοκρατικοί πολίτες, να εμπνέονται από αγάπη προς τον άνθρωπο, τη ζωή και τη φύση, να διακατέχονται από πίστη προς την πατρίδα και τα γνήσια στοιχεία της ορθόδοξης χριστιανικής παράδοσης και να αποκτούν μέσα από τη σχολική τους αγωγή κοινωνική ταυτότητα και συνείδηση». Το Σύνταγμα επίσης (άρθρ. 16) ορίζει σαφώς ως στόχο της ελληνικής παιδείας την «ανάπτυξη της θρησκευτικής συνείδησης».
Δεν κατανοούμε τους λόγους, που το Υπουργείο παιδείας παραβαίνει το Σύνταγμα και τον ίδιο τον ισχύοντα εκπαιδευτικό νόμο, σύμφωνα με τον οποίο μία από τις κύριες λειτουργίες του σχολείου είναι η κοινωνικοποίηση του μαθητή, που σημαίνει μια εσωτερίκευση τρόπων σκέψης και ζωής, συμπεριφορών, στάσεων, προτύπων, αρετών αξιών, που έχουν κληροδοτηθεί ως ελληνική ταυτότητα, μέσα από τη ζώσα κοινωνικοπολιστισμική και εκκλησιαστική παράδοση.
Το νέο σχέδιο για το Λύκειο, ειδικά σ’ αυτήν την ιστορική συγκυρία, θα έπρεπε, όχι να μειώνει, αλλά να ενισχύει τη γενική ανθρωπιστική κατάρτιση. Είναι αναγκαίο να βλέπουμε προφητικά το μέλλον, οπλίζοντας τους νέους μας, όχι μόνον με προσόντα που προάγουν την παραγωγικότητα, αλλά και με στοιχεία που τους βοηθούν να αντιμετωπίζουν με ανθρώπινο πρόσωπο και με κοινωνική, ηθική και πνευματική ευθύνη τις καταστάσεις, τις δυσκολίες και τα προβλήματα της ζωής, προσβλέποντας στην αιωνιότητα.
Είναι απορίας άξιον πως, ενώ η ίδια η υπουργός τονίζει ότι το νέο Λύκειο στοχεύει σε «αξίες», «συλλογικότητα», «αλληλεγγύη», «σεβασμό στους άλλους», ώστε να μπορεί να γίνει ο μαθητής «συνειδητός Έλληνας πολίτης του κόσμου, γνώστης της ταυτότητάς του στο σύγχρονο ανταγωνιστικό περιβάλλον», στη συνέχεια υποβαθμίζει και αποδυναμώνει το μάθημα των θρησκευτικών, που, εκτός από τον πνευματικό και θεολογικό του προσανατολισμό, αποτελεί, επίσης, ένα βασικότατο ανθρωπιστικό και κοινωνικό μάθημα του σχολικού Προγράμματος, που υπηρετεί σε βάθος τους παραπάνω στόχους που θέτει και η ίδια η Υπουργός.
Γι΄ αυτούς τους λόγους καταλήγουμε στις παρακάτω προτάσεις:
1. Ως προς το θέμα της προαιρετικότητας του θρησκευτικού μαθήματος στη Γ΄ Λυκείου, θεωρούμε ότι η καθιέρωσή της, είναι βέβαιο ότι θα πλήξει κυριολεκτικά το όλον της Γενικής Παιδείας στο Λύκειο. Ο έφηβος στην ηλικία αυτή έχει αναπτύξει την ικανότητα της κριτικής του σκέψης και θα μπορούσε, πλέον, μέσα από ένα δημιουργικό διάλογο και μια πλούσια θεματολογία, όπως αυτή που του προσφερόταν έως τώρα, στο μάθημα της χριστιανικής ηθικής να συνειδητοποιεί και να αφομοιώνει αξίες, πρότυπα και τρόπους ζωής, που απαιτούνται για την ολοκλήρωση της προσωπικότητάς του. Η τοποθέτηση του Θρησκευτικού μαθήματος στο Πρόγραμμα της Γ΄ Λυκείου σε μια θέση που είναι βέβαιο ότι κανείς μαθητής δεν θα το επιλέξει, αφού θα προτιμήσει αναγκαστικά άλλα μαθήματα που σχετίζονται άμεσα με τις πανελλαδικές εξετάσεις και την επιτυχία του σ’ αυτές, στερείται παιδαγωγικής θεμελίωσης.
Υπογραμμίζεται ότι η θεματολογία της διδακτέας ύλης της Γ΄ Λυκείου περιλαμβάνει θέματα ανεκτίμητης σπουδαιότητας για την ολοκλήρωση της διαδικασίας κοινωνικοποίησης του μαθητή όπως: Η ηθική συνείδηση, η ελευθερία, το κοινωνικό πρόβλημα, η ειρήνη, τα δύο φύλα, ο γάμος, η οικογένεια, η αυτοκτονία, τα ναρκωτικά, ο προβληματισμός για την τεχνολογία, το οικολογικό πρόβλημα, η βιοηθική, ο προβληματισμός για την πληροφορική και τα ΜΜΕ, το πρόβλημα του άγχους, η χαρά, η λύπη, το θέμα του θανάτου κ.ά.
Στην πραγματικότητα είναι πλέον εμφανές ότι το θρησκευτικό μάθημα, με αυτή την υποβάθμισή του στο επίπεδο του επιλεγομένου, εντάσσεται μόνον τυπικά στο πρόγραμμα της Γ΄ Λυκείου. Η πρότασή μας είναι να παραμείνει το μάθημα υποχρεωτικό και να γίνει δίωρο στη Γ΄ Λυκείου.
2. Ως προς το θέμα της μονόωρης διδασκαλίας του θρησκευτικού μαθήματος στη Β΄ Λυκείου, θωρούμε θετική την πρόταση για τη διατήρηση της υποχρεωτικότητάς του στη Β΄ Λυκείου. Η εμπειρία μας, όμως, δείχνει ότι η μία ώρα διδασκαλίας είναι ανεπαρκής και μη αποτελεσματική. Η ίδια η Υπουργός ενώ τόνισε στην πρότασή της ότι «η έννοια του μονόωρου μαθήματος δεν υφίσταται στο νέο Λύκειο» στη συνέχεια, εντελώς αυθαίρετα και άνευ αιτιολόγησης καθιστά μόνο το μάθημα των θρησκευτικών μονόωρο σε σχέση με όλα τα μαθήματα του Λυκείου.
Τονίζεται ότι στη Β΄ Λυκείου οι μαθητές έχουν την ευκαιρία να διδαχθούν συστηματικά και με κριτική σκέψη θέματα πίστεως και υπαρξιακά όπως: Δημιουργία του κόσμου και του ανθρώπου, παράδοση, πίστη και πλουραλισμός, φανατισμός και ανεξιθρησκία, θρησκεία και κράτος, ελληνισμός και χριστιανισμός, πίστη και επιστήμη, χριστιανισμός και πολιτισμός. Διδάσκονται ακόμα το φαινόμενο της θρησκείας και βασικά στοιχεία για τα σπουδαιότερα θρησκεύματα και τις πιο διαδεδομένες θρησκευτικές κινήσεις του κόσμου, όπως η αρχαία ελληνική θρησκεία, ο Ιουδαϊσμός, το Ισλάμ, ο Ινδουισμός, ο Βουδισμός, η γιόγκα κ.ά. Είναι βέβαιο ότι ο θεολόγος καθηγητής με μία ώρα μόνον στη Β΄ Λυκείου δεν θα μπορέσει να διεξέλθει τα θέματα αυτά επαρκώς.
Η πρότασή μας είναι να παραμείνει το μάθημα στη Β΄ Λυκείου δίωρο.
3. Ως προς το θέμα της αλλαγής του τίτλου του μαθήματος στη Β΄ και Γ΄ Λυκείου θεωρούμε εντελώς αυθαίρετη την πράξη του Υπουργείου Παιδείας, διότι έτσι επιχειρείται μετατροπή του χαρακτήρα του μαθήματος προς μια θρησκειολογική κατεύθυνση, χωρίς διάλογο και διαβούλευση, χωρίς παιδαγωγική επεξεργασία με όλους τους εμπλεκόμενους θεολογικούς φορείς και κυρίως χωρίς την ενημέρωση και τη γνώμη της Εκκλησίας.
Σε όλες σχεδόν τις ευρωπαϊκές χώρες οι Εκκλησίες έχουν καθοριστικό λόγο και ρόλο για όλα τα θέματα που αφορούν στη θρησκευτική αγωγή και μόνον στη χώρα μας συμβαίνει αυτό το παράδοξο φαινόμενο, κατάλοιπο ίσως μιας ιδεολογικής προκατάληψης και ενός συνδρόμου προοδευτισμού, που διακατέχει διαχρονικά τους εκάστοτε ιθύνοντες του Υπουργείου Παιδείας ως προς τη διδασκαλία του μαθήματος των θρησκευτικών.
Ωστόσο το θέμα αυτό είναι ένα θέμα παιδείας των ελλήνων και όχι θέμα ιδεολογικών συναρτήσεων ή συμβιβασμών και υπολογισμών. Δεν γνωρίζουμε τους λόγους που στρέφει το Υπουργείο το μάθημα σε μια τέτοια θρησκειολογική κατεύθυνση, αντίθετη με τη Νομοθεσία και τη θρησκευτική ταυτότητα και συνείδηση των ορθοδόξων Ελλήνων γονέων και πολιτών. Θεωρούμε ότι το θέμα αυτό είναι πάρα πολύ σπουδαίο και προδιαγράφει προθέσεις μη ειλικρινούς διαλόγου, ελλιπούς συνεργασίας και αλληλοκατανοήσεως της Πολιτείας έναντι της Εκκλησίας. Ελπίζουμε να μην χρησιμοποιηθεί το θέμα των αλλοδαπών μαθητών, που κατά καιρούς χρησιμοποιείται ως επιχείρημα, για τη μετατροπή του μαθήματος σε θρησκειολογικό, χωρίς ουσιαστικά παιδαγωγικά και επιστημονικά ερείσματα.
Για το επιχείρημα αυτό πρέπει να επισημανθούν τα παρακάτω:
Α. Δεν έχει καταστεί έως τώρα εφικτός ο προσδιορισμός του ακριβούς αριθμού των αλλοδαπών, που βρίσκονται στη χώρα, ούτε οι θρησκευτικές τους πεποιθήσεις. Είναι προφανές, από την άλλη πλευρά, ότι η επιτυχία μιας εκπαιδευτικής πολιτικής, ευαισθητοποιημένης σε θέματα αλλοδαπών, εξασφαλίζεται μόνον έπειτα από την καταγραφή των ποσοτικών και ποιοτικών στοιχείων των αλλοδαπών της χώρας καθώς επίσης και του ποσοστού των αλλοδαπών μαθητών που φοιτούν στο Λύκειο.
Β. Οι αλλαγές στο μάθημα των θρησκευτικών γίνονται στο όνομα των αλλοδαπών αλλά όχι με βάση τις εκπεφρασμένες τους πεποιθήσεις και προτάσεις. Οι αλλοδαποί είναι οργανωμένοι σε συλλόγους και συνδέσμους. Η καταγραφή των θέσεών τους, σχετικά με το μάθημα των θρησκευτικών και των πιθανών προτάσεών τους, θα αποτελούσε ασφαλέστερο και αντικειμενικότερο οδηγό από την προσωπική εκτίμηση ειδικών και μη, οι οποίοι κατά καιρούς προτείνουν, στο όνομά τους, αλλαγές για το μάθημα των θρησκευτικών. Πάντως ένα ασφαλές δείγμα των προθέσεων των αλλοδαπών έναντι του μαθήματος των θρησκευτικών, το οποίο, όμως, συστηματικά και μεθοδευμένα δεν λαμβάνει υπόψη το Υπουργείο Παιδείας και όλοι οι άλλοι θρησκειολογούντες, είναι η συμμετοχή της συντριπτικής πλειονοψηφίας των αλλοδαπών μαθητών στη διδασκαλία του μαθήματος στο σχολείο, αν και, με βάση τις Υπουργικές Αποφάσεις, δικαιούνται απαλλαγής.
Πρέπει να σημειωθεί μάλιστα ότι πολλοί από τους αλλοδαπούς αντιμετωπίζουν το μάθημα των θρησκευτικών ως ένα από τα μαθήματα που θα τους βοηθήσουν ουσιαστικά στην πλήρη ένταξή τους στην ελληνική κοινωνία.
Η πρότασή μας είναι να παραμείνουν και για τις δύο τάξεις (Β΄ και Γ΄ Λυκείου) οι μέχρι σήμερα χρησιμοποιούμενοι τίτλοι του μαθήματος των θρησκευτικών, δηλαδή, για τη Β΄ Λυκείου «Χριστιανισμός και Θρησκεύματα» και για τη Γ΄ Λυκείου «Θέματα Χριστιανικής Ηθικής», διότι κατά γνώμη μας δεν υφίστανται αντικειμενικοί και επιστημονικοί λόγοι αλλαγής του χαρακτήρα του μαθήματος στο Λύκειο.
Με βάση τα παραπάνω επισημαίνουμε την αναγκαιότητα βελτιώσεων του σχεδίου που είδε το φως της δημοσιότητας και καλούμε την Υπουργό Παιδείας να τηρήσει τις υποσχέσεις της, σχετικά με τη δυνατότητα διαβούλευσης με όλους τους εμπλεκόμενους φορείς και την Εκκλησία, προκειμένου να ληφθούν υπόψη οι θέσεις, ώστε να προκύψει το τελικό βελτιωμένο Πρόγραμμα του Νέου Λυκείου.
H ΔΙΟΙΚΟΥΣΑ ΕΠΙΤΡΟΠΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου