Γράφει ο π. Βασίλειος Ι. Καλλιακμάνης
α) Όταν το 1842 η Σύγκλητος του Πανεπιστημίου Αθηνών όριζε την τριακοστή Ιανουαρίου -ημέρα μνήμης των Τριών Ιεραρχών- ως εορτή των γραμμάτων και της παιδείας, ίσως διέβλεπε προφητικά την πολιτιστική απορία του νέου ελληνισμού.
Στους μεταγενέστερους χρόνους, κάτω από δυσχερείς ιστορικές συγκυρίες και τη βούληση της άρχουσας τάξης, ο ελληνικός λαός βίωνε έναν ιδιότυπο πολιτιστικό διχασμό, ο οποίος αιωρούνταν ανάμεσα στη Μεγάλη Ιδέα και το σύμβολο της Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας, την Αγία Σοφία αφενός, και τα περικαλλή μνημεία του Παρθενώνα και της Ακρόπολης των Αθηνών αφετέρου.
β) Την παράδοξη αυτή πολιτιστική κατάσταση, που έπαιξε σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση της ταυτότητας των Νεοελλήνων, ζούνε και οι μαθητές. Από το ένα μέρος τα παιδιά στο σχολείο σπουδάζουν πληθωρικά την αρχαία ελληνική γνώση μέσω φιλολογικών και ιστορικών μαθημάτων. Από το άλλο, στο σπίτι βρίσκουν αναμμένο το καντήλι, τιμούν τον Χριστό, την Παναγία και τους αγίους, γιορτάζουν τις χριστιανικές γιορτές, βαφτίζονται με χριστιανικά ονόματα και γενικά η καθημερινή τους ζωή συνδέεται με τη ζωντανή ορθόδοξη χριστιανική παράδοση.
γ) Οι ελάχιστες ώρες θρησκευτικών που περιλαμβάνονται στο ωρολόγιο σχολικό πρόγραμμα, και οι οποίες βαθμηδόν καταργούνται, δεν είναι ικανές να αναπληρώσουν το κενό και να γεφυρώσουν το πολιτιστικό χάσμα. Οι Τρεις Ιεράρχες ως άνθρωποι βαθιάς παιδείας, αφού ήταν κάτοχοι της «ευγενεστέρας χριστιανικής αλλά και της έξωθεν παίδευσης», αποτελούν σύμβολα γεφύρωσης του χάσματος αυτού. Ο Βασίλειος και ο Γρηγόριος είχαν σπουδάσει στην Αθήνα, όπου παρακολούθησαν ευρύ πρόγραμμα μαθημάτων ρητορικής, φιλολογίας, ιστορίας, φιλοσοφίας, μαθηματικών και ιατρικής. Ο Χρυσόστομος μαθήτευσε στη Σχολή της Αντιόχειας.
δ) Η ευρυμάθεια και οι άριστες σπουδές προοιωνίζονταν το μέλλον, που διαγραφόταν λαμπρό και για τους τρεις, αφού τα προσόντα τους εναρμονίζονταν με τις απαιτήσεις υψηλών κοσμικών αξιωμάτων. Εκείνοι όμως προτίμησαν τη στενή πύλη και τεθλιμμένη οδό της εκκλησιαστικής διακονίας. Με περίσκεψη που έφθανε μέχρι τη φυγή, βαθιά συναίσθηση του βάρους της αποστολής τους και θείο φόβο έθεσαν τον εαυτό τους στην υπηρεσία του λαού του Θεού.
ε) Πριν όμως αναλάβουν ευθύνες στον κοινωνικό στίβο, ασκήθηκαν να θραύσουν τους εσωτερικούς δεσμούς των παθών και της φιλαυτίας. Μετά τις εγκύκλιες σπουδές τους έζησαν για μεγάλα χρονικά διαστήματα ασκούμενοι στην ησυχία της ερήμου, λαμβάνοντας εκεί άλλου είδους παιδεία, την πνευματική. Ερεύνησαν το εσώτατο είναι του ανθρώπου μέσω της ευαγγελικής σοφίας και της καθημερινής εμπειρίας. Αναδίφησαν τον κόσμο και παράλληλα μελέτησαν την κοινωνία, αποστασιούμενοι όμως από αυτή. Εξάλλου, η εσωτερική ησυχία και «αναχώρηση» είναι χαρακτηριστικό γνώρισμα πολλών μεγάλων ποιητών, μουσικών, επιστημόνων και δημιουργών του πνεύματος όλων των αιώνων.
στ) Οι τρεις ιεράρχες συνδύαζαν άριστα τη μελέτη της αρχαίας ελληνικής σοφίας και τη βίωση του ευαγγελικού μηνύματος της αγάπης και της θυσίας. Ο βίος και οι σοφές συγγραφές τους δείχνουν ότι και ακόμη ένας άνθρωπος ενεργοποιώντας κρυμμένες πνευματικές δυνάμεις μπορεί να αλλάξει τη νοοτροπία της κοινωνίας και να δώσει νέα πνοή και όραμα στις υπνώττουσες συνειδήσεις. Εκείνοι δεν πίστευαν σε συγκεχυμένα κοινωνικά οράματα. Διέθεταν φωτισμένο νου, καθαρή καρδιά και τρέφονταν από το μέλλον. Βίωναν την ανεστιότητα του παρόντος βίου και βρίσκονταν σε εγρήγορση για την έλευση της όγδοης ημέρας, όπου πρώτοι και δεύτεροι θα απολαμβάνουν τον μισθό τους, εγκρατείς και ράθυμοι θα τιμούν την ημέρα, πλούσιοι και πένητες θα χαίρονται μετ’ αλλήλων.
πηγή: ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, 31/1/2012
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου