Το εν λόγω μάθημα χάνει την δροσιά που αναδύει ο ατόφιος Ορθόδοξος Χριστιανικός χαρακτήρας και προσανατολισμός, μέσα στα πλαίσια του οδοστρωτήρα της Παγκοσμιοποίησης, της ισοπέδωσης της Νέας Τάξης, στο όνομα της δήθεν πολυπολιτισμικότητας, του συγκρητισμού και της οικουνικοποίησης.
Σήμερα αναμιγνύονται στοιχεία κυρίως από πέντε Ανατολικές Θρησκείες, Ιουδαϊσμό, Ισλαμισμό, Ινδουισμό, Βουδισμό, Κομφουκιανισμό, με δύο εκδοχές από Χριστιανικές διδασκαλίες, Ρωμαιοκαθολισμό και Προτεσταντισμό και με την μοναδική αλήθεια της Ορθοδοξίας, ακολουθώντας μία αδιανόητη συγκριτική τακτική.
Δεν αποδίδεται πλέον στο προκείμενο μάθημα ο οφειλόμενος σεβασμός από όλους τους παράγοντες που διαπλέκονται στο θέμα. Στις μέρες μας ελλείπει η πίστη, η αναφορά στον Θεό κι η ανατροφοδοτική Του επενέργεια, που φωτίζει τη μάθησή μας με τη Θεία Χάρη Του, καθώς κι η εν Χριστώ θεμελίωση του τρόπου ζωής του ανθρώπου.
Η Ορθόδοξη αλήθεια υποσκελίζεται σε δοξασία, χάρη μιας κακώς εννοούμενης ισότητας, που υποβιβάζει την αδιαφιλονίκητη αυθεντία του Ιησού Χριστού, τον οποίο δαιμονοποιεί. Έτσι ο Κύριος του παντός θεωρείται πια και προβάλλεται στους μαθητές ως ένας απλός διδάσκαλος, όπως ο Μωάμεθ, ο Βούδας κι ο Κομφούκιος και δεν εκλαμβάνεται ως Θεάνθρωπος, Σωτήρας και Λυτρωτής.
Αυτό το μάθημα, όπως καθιερώνεται και καθορίζεται η ύλη του, αλλοιώνει την ουσία της πίστης μας κι οδηγεί τα παιδιά σε θρησκευτικό μηδενισμό, αναπτύσσοντας τον ορθολογισμό κι αποστεώνοντας συνάμα από το σφρίγος της πνευματικότητας, της ιδεατής προσέγγισης κι αναψηλάφησης.
Με την επιβολή μιας αντιπαιδαγωγικής πολυθρησκευτικής διδασκαλίας, αναγκαστικά, αυτοακυρώνει το πρόταγμα του σεβασμού στην ετερότητα, τόσο για τους Χριστιανούς μαθητές, όσο και για τους αλλόθρησκους. Οπότε βλέπουμε ακόμη ότι κι ο απώτερος στόχος που επιδιώκεται από μια τέτοια καθιέρωση, δηλαδή του συμψηφισμού κι ισοσκέλισης δεν επιτυγχάνεται, παρά η αποδόμηση από τους μαθητές της οικογενειακής πίστης, με τις αντιλήψεις του ευρύτερου περιβάλλοντός τους.
Στην πολτοποίηση θρησκευτικών πληροφοριών, που προσφέρονται, μέσα από μια επιφανειακή κι αποσπασματική ταυτόχρονα παράθεση πολλαπλών θρησκευτικών γνώσεων επέρχεται διάσπαση και διασκορπίζονται ακόμη και στοιχεία που συνοδεύουν αναπότρεπτα μια στοιχειώδη και γενικευμένη θρησκευτική ομογενοποίηση.
Προπαντός σήμερα, που η χώρα μας βρίσκεται σε δεινή και βαθύτατη πνευματική απογύμνωση, στην οποία στηρίζεται κι η οικονομική κρίση που μας μαστίζει αλύπητα, υπάρχει ανάγκη της λαϊκής συνοχής, τη σύγκλιση στα στερεότυπα της συντριπτικής πλειοψηφίας κι όχι της διασπάθισης της ζωτικής ικμάδας του τόπου μας, του νεανικού κι αειθαλούς δέντρου της Φυλής μας
Με τον τρόπο της σημερινής διδασκαλίας του μαθήματος των θρησκευτικών, αντί της ομαλοποίησης των θρησκευτικών αντιθέσεων μεταξύ των ετερόθρησκων και των ετεροδόξων, επιβάλλοντας μια κατάσταση αλληλεγγύης κι ανεξιθρησκίας, τίθενται ευθέως ζητήματα άνισης μεταχείρισης και κατάφωρης διάκρισης σε βάρος των Ορθοδόξων, παρόλο που κατέχουν την αναμφισβήτητη Αλήθεια εκ της Θείας Αποκαλύψεως.
Το εν λόγω Πρόγραμμα Σπουδών που υιοθετεί την ήδη εφαρμοσμένη γραμμή για τα θρησκευτικά δεν έχει εισαχτεί ούτε πιλοτικά, ούτε φαίνεται κάποια πιθανότητα εφαρμογής στα σχολεία των Ελλήνων Μουσουλμάνων της Δυτικής Θράκης, ενώ άρχισε να ισχύει, έστω και πιλοτικά τόσο για τους Ορθοδόξους, όσο και για τους ετερόπιστους μαθητές, σε διάφορα σχολεία της χώρας μας.
Ως γνωστόν, θεμελιώδης παράγοντας σε μια σχέση μάθησης, εκτός του μέρος των μαθητών, απαραίτητος όχι μόνον για την διεξαγωγή, αλλά και την επιτυχία κάθε διδασκαλίας, είναι ο δάσκαλος. Ο Οδηγός Εκπαιδευτού προβλέπει σχετικά με τον δάσκαλο στις σελίδες 268-269: «Δεν υφίσταται καμιά ιδιαίτερη θρησκευτικού χαρακτήρα προϋπόθεση για να διδάξει ένας δάσκαλος το μάθημα των θρησκευτικών. Μάλλον απευκταίες θα πρέπει να θεωρούνται τέτοιες προδιαθέσεις».
Με άλλα λόγια βλέπουμε ξεκάθαρα ότι δείγμα της κατεύθυνσης στην οποία οδηγεί ο προσανατολισμός κι η φιλοσοφία του νέου Προγράμματος Σπουδών γι’ αυτό το μάθημα, όπως προκύπτει από την προηγούμενη αναφορά μας στον Οδηγό Εκπαιδευτού, είναι η υποτίμηση της Ορθόδοξης πλευράς, δίνοντας ίση βαρύτητα στην συντριπτική πλειοψηφία των Ορθοδόξων έναντι της συντριπτικής μειοψηφίας στην χώρα μας των αλλόπιστων κι επιτρέποντας για παράδειγμα αβασάνιστα στον Μουσουλμάνο να κατέχει την έδρα διδασκαλίας για όλους τους Ελληνόπαιδες.
Εξάλλου σύμφωνα και με την παραδοχή του παραπάνω Οδηγού Εκπαιδευτού, ένας ζηλωτής θρησκευόμενος δάσκαλος έχει πολλές πιθανότητες για να εξασφαλίσει την αποτυχία της διδασκαλίας του εν λόγω μαθήματος, σε εμφανή αντίθεση με έναν άθρησκο ή αγνωστικιστή ή αδιάφορο, που μπορεί να διδάξει με επιτυχία κι αδιάβλητο τρόπο το αντίστοιχο μάθημα.
Επίσης, ο ίδιος ΟΕ ομολογεί κάτι εντελώς θεωρητικό που απέχει από την πράξη και μάλλον διατυπώνεται μια ευχή ότι οι δάσκαλοι στα σχολεία της σύγχρονης πολυπολιτισμικής κοινωνίας, κατά την διάρκεια της διαδικασίας της εκπαιδευτικής διδασκαλίας, είναι σημαντικό πράγμα να αποφορτίζονται κι αποστασιοποιούνται κατά την ανθρώπινη δυνατότητα από την απαρέγκλιτη προσήλωση στην θρησκεία, στην οποία ενδεχομένως ανήκουν.
Έτσι το μάθημα των θρησκευτικών μετατρέπεται σε μια νεοβαρλααμική, γνωσιολογική και λογοκρατική θρησκευτικότητα, αποστεωμένη από την εκκλησιολογική βιωματική εμπειρία, αποκομμένη από την ζωογόνο πίστη, απογυμνωμένη από τη Θεία Χάρη. Πρόκειται βέβαια για ένα προτεσταντικής έμπνευσης ευφυολόγημα, βρετανικού τύπου συνονθύλευμα θρησκευτικών γνώσεων. Φαίνεται ότι ξεχάσθηκε το αρχαιοελληνικό ρητό «συν Αθηνά και χείρα κίνει».
1 σχόλιο:
ΠΟΛΥ ΩΡΑΙΟ! ΕΥΓΕ! ΕΚΑΤΟ ΕΥΓΕ!
ΧΡ. ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ
Δημοσίευση σχολίου