2/8/14

Αρχιμ. Ιωήλ Κωνστάνταρος, "Λόγος και άρτος αγάπης"

ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ  ΚΥΡΙΑΚΗΣ Η' ΜΑΤΘΑΙΟΥ
(Ματθ. ΙΔ' 14-22)
Γράφει ο Αρχ. Ιωήλ Κωνστάνταρος,
Ιεροκήρυξ Ι. Μ. Δρ. Πωγ. &Κονίτσης
Οπωσδήποτε για την κάθε ψυχή που λαχταρά την αγάπη του Θεού και επιθυμεί το θεανδρικό πρόσωπο του Κυρίου Ιησού, έγραψε ο Δαυίδ περί των διψασμένων ελάφων που διανύουν μεγάλες αποστάσεις για να βρουν την πηγή του γάργαρου νερού.
Αυτό όμως πραγματοποιείται, όπως βλέπουμε και στην περίπτωση της ευαγγελικής περικοπής της Η' Κυριακής του Ματθαίου όπου οι άνθρωποι έτρεχαν διότι εποθούσαν να πλησιάσουν τον Κύριο. Να ακούσουν την μοναδική του διδασκαλία και να λάβουν την ιδιαίτερη ευλογία της θεραπείας όσοι την είχαν ανάγκη.

Πέντε χιλιάδες άνδρες  “χωρίς γυναικών και παίδων” μάς σημειώνει με νόημα ο ιερός Ευαγγελιστής. Τόσος κόσμος εκρέμοντο από τα χείλη του Ιησού, έχοντας λησμονήσει ακόμα και την ανάγκη της πείνας και της αναπαύσεως. Τόσο πλήθος ψυχών διότι αισθάνονταν την υπαρξιακή ανάγκη της θείας διδασκαλίας, εφαρμόζοντας προς τούτο τον λόγο τού προπάτορά τους Δαυίδ: “ως επιποθεί η έλαφος επί τας πηγάς των υδάτων, ούτως επιποθεί η ψυχή μου προς σε ο Θεός”.
Αλλ' εάν συγκινείται η δική μας λίθινη καρδιά από την διάθεση των ανθρώπων αυτών, είναι δυνατόν να μην αισθανθεί την καρδιά του να πλημμυρίζει από ευσπλαχνία και έλεος ο ίδιος ο Χριστός; Και εάν τους πρόσφερε την θεραπεία μαζί με τον ουράνιο άρτο του θείου του λόγου ήταν δυνατόν να παραβλέψει την πείνα του σώματος; “Εσπλαχνίσθη επ' αυτοίς”, σημειώνει ο ευαγγελιστής Ματθαίος και στο τέλος τούς προσφέρει θαυμαστώ τω τρόπω τους άρτους και τους ιχθύς.
Αλλά το ότι ο Ιησούς κινείται πάντοτε προς τους ανθρώπους μέσα από το πέλαγος της θείας ευσπλαχνίας, τούτο το γνωρίζουν όχι μόνο οι απλές ψυχές που προσελκύονται από τον ουράνιο μαγνήτη του Προσώπου του, αλλά το έχουν καταλάβει καλά και αυτοί οι εχθροί του. Αυτός δε είναι και ένας επιπλέον λόγος για να ευρίσκονται συνεχώς σε ταραχή και να ξεχειλίζει ασυγκράτητο το μίσος μέσα από την παθιασμένη τους καρδιά.
Ναι, η ευσπλαχνία αποτελεί και αυτό ένα από τα κύρια χαρακτηριστικά του Θεανθρώπου. Το δε έλεος συγκεφαλαιώνει όλες τις εκφάνσεις της θείας του οικονομίας και εκφράζει την μοναδική και ουράνια αγάπη με την οποία μας “ηγάπησεν προ καταβολής κόσμου”.
Αυτό αποτελεί μια θεολογική – αποκαλυπτική πραγματικότητα που θα πρέπει ιδιαζόντως να επισημανθεί. 
Όχι μόνο οι ιεροί Ευαγγελιστές σε κάθε θαύμα που περιγράφουν και σε κάθε διδασκαλία που καταγράφουν ξεδιπλώνουν τις πτυχές της θείας ευσπλαχνίας, αλλά και στην ιστορική καταγραφή της πορείας του λαού του Θεού, στον χώρο της Παλαιάς Διαθήκης, όπως βεβαίως και σε όλους τους Προφήτες, ακόμα και σ' αυτούς που στα μάτια των αδαών φαίνονται υπέρ άγαν αυστηροί, μεθοδικώς αποκαλύπτεται και οικοδομείται το κεφάλαιον του ελέους της Αγίας Τριάδος.
Εάν τώρα θελήσουμε να περιγράψουμε μέσω μιας Βιβλικής εικόνας, τόσο το κατάντημα του ανθρώπου και την ανάγκη του για έλεος και ευσπλαχνία, όσο και την μοναδική κίνηση του Θεού, εξ' αιτίας της αγάπης του για να σώσει το αγαπημένο του τέκνο, χωρίς αντίρρηση θα επιλέγαμε αυτό που καταγράφει και πάλι ο “τελώνης ευαγγελιστής” και μέσα στην έκφραση ενός στίχου διαζωγραφίζει το δράμα αλλά και την σωτηρία. “Ο Ιησούς ιδών τους όχλους εσπλαγχνίσθη περί αυτών, ότι ήσαν εκλελυμένοι και ερριμμένοι ώς πρόβατα μη έχοντα ποιμένα”!
Δυστυχώς εγκαταλείψαμε φίλοι μου την ύπαιθρον χώραν και έτσι στερούμαστε εικόνων καταπληκτικής χαράς αλλά και ακραίας συμφοράς και δυστυχίας. Και το λέμε τούτο, διότι δεν υπάρχει τίποτε χειρότερο που κάνει τον άνθρωπο να θλιβεί και να πονέσει, από το να συναντήσει στο διάβα του πρόβατα μικρά και μεγάλα, εγκαταλελειμμένα. Πρόκειται περί θεάματος που προξενεί την ανάμειξη πόνου και οικτιρμού, θλίψεως και αγάπης. Στο θέαμα αυτό ξεχνάς οτιδήποτε σε απασχολεί και σπεύδεις να βάλεις στην αγκαλιά σου τους μικρούς αμνούς που δεν έχουν πού να σταθούν και πού να νυχτώσουν. Όταν μάλιστα γνωρίζεις ότι θα κάνουν την εμφάνισή τους και οι λύκοι για να τα κατασπαράξουν, τότε το δράμα ξεπερνά κάθε όριο. Το έρημο και διασκορπισμένο κοπάδι, τώρα βελάζει απεγνωσμένα και αναζητά τον καλό του ποιμένα.
Η συγκλονιστική αυτή Ευαγγελική εικόνα περιγράφει επακριβώς την κατάσταση των ανθρώπων της Ιουδαίας, όταν εκήρυσσε και θαυματουργούσε ο Κύριος, αλλά δυστυχώς περιγράφει και την καταστάση του λογικού ποιμνίου της Εκκλησίας μας όταν, κρίμασιν οις οίδεν Κύριος, παραχωρεί η αγάπη του σε κάποιες των περιπτώσεων, το κατά τόπους πλήρωμα να εγκαταλείπεται και να βασανίζεται από τους “κακούς και μισθωτούς” ποιμένες.
Ο Κύριος όμως δεν σπλαχνίζεται μόνο τους ομοεθνείς του, αλλά κάθε άνθρωπο αφού είναι ο δημιουργός όλων των ανθρώπων. Σπλαχνίζεται και ευεργετεί ομοεθνείς και αλλοεθνείς, μικρούς και μεγάλους, φίλους και εχθρούς. Ολόκληρη η ζωή του αυτό ακριβώς αποδεικνύει. Γι' αυτό και ο Απ. Πέτρος στην ομιλία του στην οικία του Κορνηλίου θα τονίσει με έμφαση: “Διήλθεν ευεργετών και ιώμενος πάντας” (Πραξ. Απ. Ι' 38).
Αυτό το γνωρίζει ολόκληρος ο κόσμος και διαλαλείται υπ' αγγέλων, ανθρώπων και ολοκλήρου της κτίσεως, ότι “εμεγαλύνθη εως των ουρανών το έλεός Σου, Κύριε”!
Χρειάζεται άραγε μετά απ' όλα αυτά να τονίσουμε ότι ο πιστός δεν μπορεί μόνο να δέχεται, αλλά και να προσφέρει ευσπλαχνία και αγάπη προς τους αδελφούς του;
Είναι δύσκολο να κατανοήσουμε ότι το ακένωτο έλεος του Θεού προς εμάς τους ίδιους, μας δημιουργεί ιερές υποχρεώσεις και εξαγιασμένα καθήκοντα προς κάθε εν Χριστώ αδελφό μας, αλλά και προς κάθε απόγονο του Αδάμ; Ο θεϊκός λόγος που αποτελεί εντολή “γίνεσθε οικτίρμονες, καθώς και ο Πατήρ ημών οικτίρμων εστί” (Λουκ. ΣΤ' 36), δεν πρέπει να αφήνομε να ξεθωριάζει ποτέ από τον χώρο της καρδιάς μας. Επιβάλλεται να αποτελεί φωτεινό οδοδείκτη ακόμα και προς τους “εχθρούς” μας. Ακόμα και γι' αυτούς που όταν μας συκοφαντούν ξεγελούν τον εαυτόν τους ότι “δόξη λατρεία προσφέρουν τω Θεώ” (Ιωαν. ΙΣΤ' 2).
Ας δείχνουμε λοιπόν αγάπη και ας είμαστε πονετικοί προς κάθε πρόσωπο, διότι όπως μας πληροφορεί η ίδια η πραγματικότητα η ζωή είναι “ρόδα” που γυρίζει και το κάτω έρχεται επάνω και εκείνο που βρισκόταν πριν στην κορυφή, τώρα βυθίζεται στην λάσπη. Τι θέλουμε να πούμε με αυτό; Ότι τίποτε δεν είναι τόσο άστατο και απρόβλεπτο όσο η ανθρωπίνη αξία και τα πράγματα του κόσμου τούτου. Αυτός είναι και ο λόγος που ο Θεός ακόμα από την Παλαιά διαθήκη προτρέπει: “Ός φράσσει τα ώτα αυτού του μη επακούσαι ασθενούς και αυτός επικαλέσεται και ουκ έσται ο εισακούων...”. “Ο δε επισπλαγχνιζόμενος ελεηθήσεται” (Παρ. ΚΑ' 13 & ΙΖ' 5). Δηλ. Όποιος κλείνει τα αυτιά του, για να μην ακούσει την παράκληση και ικεσία του αδυνάτου και ασθενούς πτωχού, θα έλθει η ώρα που θα παρακαλεί και αυτός, αλλά δεν θα τον ακούει κανείς... Εκείνος όμως που στέκεται με συμπάθεια επάνω από τον πάσχοντα και τον ευσπλαχνίζεται, θα απολαύσει έλεος πολύ.
Η ευσπλαγχνία λοιπόν δεν χαρίζει μόνο την οικειότητα προς τους ανθρώπους, και αυτό βεβαίως είναι κάτι το εντελώς φυσιολογικό και το επόμενο, αλλά χαρίζει και την αγίαν παρρησίαν προς τον ίδιο τον Θεό. Ο άνθρωπος που αγαπά, που συμπονά, που δείχνει σπλάγχνα οικτιρμών, ουδέποτε θα αισθανθεί την αποστροφή του θεϊκού προσώπου. Μάλιστα θα λέγαμε ότι με τη στάση του αυτή ο άνθρωπος, στάση αγάπης προς τον αδελφό, όταν του τείνει χείρα βοηθείας, κατά έναν πνευματικό νόμο της χάριτος “ερεθίζει” έτι πλέον την αγάπη του Θεού, και, όσο περισσότερα προσφέρει, τόσο και περισσότερα λαμβάνει από τον Εύσπλαγχνο και φιλάνθρωπο Ιησού. Η κατάσταση αυτή, ως αποτέλεσμα φέρει ειρήνη, χαρά, γαλήνη και ψυχική ικανοποίηση που είναι αδύνατο να αισθανθεί όλα αυτά όποιος “φοβάται να αγαπήσει”.

Στο ερώτημα τώρα : “τι γίνεται όταν κάποιος επιθυμεί να προσφέρει, αλλά αδυνατεί;” Μα η απάντησις φίλοι μου είναι δεδομένη. Εάν όντως δεν έχει, τότε ας προσφέρει τον λόγο του. Εάν και πάλι δεν διαθέτει λόγο (που λέει ο λόγος), τότε ας χαρίσει το χαμόγελό του που τόσο το έχουμε όλοι ανάγκη (κάποιες δε φορές περισσότερο και από αυτούς τους ρητορικούς και τέλειους λόγους). Εάν πάλι δεν δύναται να βάλει στην χούφτα τού αδελφού ένα κομμάτι άρτου (ένα “αντίδωρον”) ή εάν δεν μπορεί να του δώσει λίγα ψάρια (έστω μια “μαρίδα”), εάν αδυνατεί να επικοινωνήσει καν με τον αδελφό του, επιτέλους τότε, ας στρέψει το πρόσωπό του προς τον ουρανό και ας αναμέλψει μια δέηση. Ένα  “Κύριε ελέησον” που εάν επιθυμεί να φθάσει γρήγορα και να εισακουστεί, ας το παραπέμψει με δύο “συνοδευτικά δάκρυα” που ως φύλακες άγγελοι θα το παραδώσουν “ιδιοχείρως” προς Τον “Πατέρα των οικτιρμών και Θεόν πάσης παρακλήσεως” (Β' Κορ. Α' 3). Αμήν.  

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Μπορείτε να δείτε τις προηγούμενες δημοσιεύσεις του ιστολογίου μας πατώντας το Παλαιότερες αναρτήσεις (δείτε δεξιά)