19/12/08

π.Θεόδωρος Ζήσης, Εδιώξαμεν τον Χριστόν από την Παιδείαν και την Κοινωνίαν

πηγή: Ορθόδοξος Τύπος, 19/12/2008
.


Εδιώξαμεν τον Χριστόν από την Παιδείαν και την Κοινωνίαν
(Ουδεμία αλλαγή πολιτικής θα επιτύχη άνευ της θείας Ηθικής του Ευαγγελίου)

.
του Πρωτοπρεσβυτέρου Θεοδώρου Ζήση,
Ομοτίμου Καθηγητού της Θεολογικής Σχολής του ΑΠΘ
.
1. Νέα Δεκεμβριανά παρ' ολίγον.
Περίλυποι και ανήσυχοι παρακο­λουθήσαμε όλα όσα συνέβησαν στην χώρα μας, την κάποτε ευλο­γημένη, την αγιοτόκο Ελλάδα, με­τά τον φόνο του δεκαπεντάχρονου μαθητή από ειδικό φρουρό της Αστυνομίας το Σάββατο, 6 Δε­κεμβρίου, εορτή του φιλάνθρω­που και πράου Αγίου Νικολάου. Σε μία ηλεκτρισμένη κοινωνικά και πνευματικά άδεια και έρημη ατμό­σφαιρα το γεγονός αυτό λειτούρ­γησε ως σπίθα η και ως αφορμή, για να εκτονωθούν το μίσος, η ορ­γή, η αγανάκτηση, η εκδίκηση, ι­διαίτερα των νέων, εναντίον των κρατούντων, των αρχών και των εξουσιών, των πλουσίων και των ισχυρών, εναντίον του ιδίου του κράτους, που φάνηκε να ξαφνιάζε­ται από αυτήν την έκρηξη. Η Α­θήνα, η Θεσσαλονίκη, η Πάτρα και άλλες πόλεις παραδόθηκαν στις φλόγες μεγάλες, περιουσίες κα­ταστράφηκαν και λεηλατήθηκαν. Παρ' ολίγον να εξελισσόταν η κα­τάσταση σε νέα Δεκεμβριανά, σε εμφύλιο σπαραγμό, να αφαιρεθούν και άλλες ζωές, αν η κυβέρ­νηση και η αστυνομία εκινούντο επιθετικά προς τους καταστρο­φείς και πυρπολητάς.
Και τα παλαιά Δεκεμβριανά του 1944 είχαν περίπου τις ίδιες γενε­σιουργές αιτίες. Κηρύγματα μί­σους, ιδεολογική προβολή και προπαγάνδα της πάλης των τάξεων, με υποδαύλιση του φθόνου των πτωχών και αδυνάτων εναν­τίον των πλουσίων και των δυνα­τών, εδίχασαν επί δεκαετίες τις κοινωνίες με απώλειες εκατομ­μυρίων ανθρώπων στους εμφυλίους πολέμους, στις φυλακές και στις εξορίες. Η κοινωνική αδικία και καταπίεση όμως, η απληστία και η ασπλαχνία των πλουσίων, δεν θεραπεύθηκαν με τις επανα­στάσεις και τις εξεγέρσεις, με την εγκαθίδρυση κομμουνιστικών αθεϊστικών καθεστώτων, που κατεδίωξαν τον Χριστό και την Εκ­κλησία και απαγόρευσαν την διδασκαλία του Ευαγγελίου. Η κοινω­νική καταλλαγή και συμφιλίωση δεν επιτυγχάνονται μόνον με την αλλαγή προσώπων στην άσκηση της εξουσίας· εξαρτώνται από την εσωτερική ηθική ποιότητα και καλ­λιέργεια αρχόντων και αρχομέ­νων, τα οποία αποδεδειγμένως καμμία κοσμική Ηθική, άλλα μόνο η θεία Ηθική του Ευαγγελίου μπο­ρεί να προσφέρει. Ο κατασπαρασσόμενος από πολέμους και κοινω­νικές αναστατώσεις αρχαίος κό­σμος άρχισε να βελτιώνεται, μό­νον όταν εδέχθη τον Χριστό, που τον ευαγγελίσθηκαν οι Άγγελοι ως φορέα και εγγυητή της «επί γης ειρήνης» κατά την νύκτα της Γεννήσεως[1]. Αυτό κατενόησε και εφήρμοσε, θεόθεν κληθείς, ο ισαπόστολος και Μέγας όντως Κων­σταντίνος, για να επιτύχει την ενό­τητα της οικουμενικής αυτοκρα­τορίας του, με το να καταστήσει τον Χριστιανισμό επίσημη θρη­σκεία του κράτους και να αναθέ­σει στην Εκκλησία, την ηθική νι­κήτρια των διωγμών, την πνευμα­τική και ηθική καλλιέργεια των ανθρώπων. Θεμελίωσε πάνω στο Σταυρό και στο Ευαγγέλιο το πρώ­το Χριστιανικό κράτος του Βυζαν­τίου, που παρήγαγε επί χίλια χρό­νια αγίους και σοφούς, μοναδικό παράδειγμα ιστορικής αντοχής και διάρκειας στην παγκόσμια ιστορία. Χωρίς Χριστό η Σοβιετική Αυτο­κρατορία διέψευσε τις προσδο­κίες των ανθρώπων· δεν κράτησε ούτε εκατό χρόνια, γεμάτα από διώξεις, φυλακίσεις, εξορίες, θα­νάτους, γεμάτα από νέους μάρτυ­ρες της πίστεως του Χριστού. Το ίδιο και με την κατ' επίφαση Χριστιανική Αμερική, την υλοκρατούμενη και ηδονοθηρική· πνέει πλέ­ον τα λοίσθια, μόλις πέρασε τους δύο αιώνες πολιτικής ύπαρξης. Όπου εκδιώκεται ο Θεός, είτε ε­πισήμως με συντάγματα και νόμους, είτε ανεπισήμως με την υλόφρονα και σαρκική ζωή, εισ­έρχεται ο Διάβολος, κουβαλώντας το μίσος, την αναρχία, την κοινω­νική αναστάτωση. Είναι αξιωμα­τική και αναντίρρητη η διαπίστωση του Ντοστογιέφσκυ· «Χωρίς Θεό, όλα επιτρέπονται».
.
2. Αγάπη και ασκητικότητα απουσιάζουν από τον Καπιταλισμό και τον Σοσιαλισμό.
Δεν πρόκειται βέβαια εδώ να πα­ρουσιάσουμε την λύση που δίνει ο Χριστιανισμός στο κοινωνικό πρόβλημα της φτώχειας και του πλού­του, όπως την παρουσίασαν και την εφήρμοσαν ο Χριστός, οι Απόστο­λοι και οι Άγιοι Πατέρες. Έχουν γραφή πολλές μελέτες γι' αυτό[2]. Χαρακτηρίζεται πάντως από δύο βασικές αρχές καταλλαγής και ει­ρήνης που απουσιάζουν και από το κεφαλαιοκρατικό και από το σοσια­λιστικό οικονομικό σύστημα, από τις αρχές της αγάπης και της ασκητικότητας. Στερείται αγάπης ο πλούσιος που καταδυναστεύει και δεν βοηθεί τον πτωχό, για να μη μειωθεί ο πλούτος και η καλοπέ­ραση του. Το ίδιο και ο πτωχός που φθονεί τον ξένο πλούτο και κάνει το παν, για να γίνει και αυτός πλού­σιος. Υλισμός και ευδαιμονισμός υπάρχει και στα δύο συστήματα· απουσιάζουν η λιτότητα, η ολιγάρ­κεια, αρχαιοελληνικές αρετές που ενισχύθηκαν από το κήρυγμα του Ευαγγελίου. Όπως το διατυπώνει ωραία ο γνωστός Ρώσος φιλόσο­φος Ν. Μπερδιάγιεφ, «στις κυριαρ­χούσες του μορφές ο σοσιαλισμός τείνει στην απόκτηση αφθονίας αγαθών, θεμελιώνεται στον φθόνο και στην ζηλοτυπία των αποκλήρων προς τους πλουσίους. Και όταν νικήση, οι παλαιοί πτωχοί γίνονται νέοι πλούσιοι και δοκιμάζουν μία κακεντρεχή ευχαρίστηση να κά­νουν φτωχούς τους παλαιούς πλουσίους. Ο ασκητισμός είναι ξένος προς τον σοσιαλισμό».
.
3. Όσο μειώνεται η επί­δραση του Ευαγγελίου στις κοινωνίες, τόσο αυ­ξάνουν οι κακίες και τα πάθη
Αυτό το οποίο επιθυμούμε να διατυπώσουμε και να προβάλουμε είναι ότι το κοινωνικό κακό, οι συγκρούσεις και το μίσος, οι φό­νοι και οι αιματοχυσίες θα αυξά­νουν διαρκώς, όσο μειώνεται αν­τίστοιχα η επίδραση του Ευαγγε­λίου, που κηρύσσει την ειρήνη, την αγάπη, την καταλλαγή, την συγγνώμη, την υπομονή, την ανο­χή, την αποδέσμευση από την μεγάλη αξία που δίνουμε στα υλι­κά αγαθά, την ευπείθεια προς τους άρχοντες, τον σεβασμό προς τους γονείς και διδασκάλους, την αποφυγή της πορνείας, της μοι­χείας, της ομοφυλοφιλίας.
Ψάχνουν αυτές τις ημέρες οι αναλυταί να βρουν την αιτία της εξεγέρσεως των νέων, που δεν είναι μόνον ελλαδικό, αλλά παγ­κόσμιο φαινόμενο· όσα διαπιστώ­νουν είναι παρεπόμενα αίτια της πολύ βαθύτερης αιτίας, του πνευματικού δηλαδή κενού που δη­μιούργησαν οι κρατούντες, για να μεταβάλουν τους ανθρώπους σε καταναλωτικές μηχανές, ώστε να αυξάνουν τα κέρδη τους από τον υπερκαταναλωτισμό και την ηδονοθηρία. Αποθεώνουν συστημα­τικά το σέξ, την σαρκική ηδονή, προβάλλουν τις μοιχείες και τις πορνείες, τις διαλυμένες οικογέ­νειες, τα διαζύγια, τις εξωγαμικές και ελεύθερες συμβιώσεις, την ομοφυλοφιλία, τα γλέντια και τις διασκεδάσεις, τα πανάκριβα εν­δύματα, τα είδη καλλωπισμού, δια­λύουν την παιδεία και τα σχολεία με τον μαθητικό και φοιτητικό συν­δικαλισμό. Ως πρότυπα για τους νέους δεν είναι πλέον οι ηθικοί και ενάρετοι άνθρωποι, αλλά οι καλο­πληρωμένοι ηθοποιοί, τραγου­διστές, δημοσιογράφοι, ποδοσφαιριστές, τεχνοκράτες. Οι λέξεις α­ρετή, τιμιότης, σεβασμός, υπακοή, υπομονή, σεμνότητα, πειθαρχία, ευνομία, τάξη, κόπος, μάθηση, δι­καιοσύνη, εγκράτεια, ολιγάρκεια και πολλές άλλες χάθηκαν από το λεξιλόγιο διδασκόντων και διδα­σκομένων. Και επειδή αδειάσαμε τις ψυχές των νέων από αξίες και τις γεμίσαμε με υλικά σκουπίδια και απόβλητα, με το σεξ, την κα­λοπέραση και τη βία, αγρίεψαν τώρα, δεν υπάρχουν πνευματικά αντισώματα, ηθικές αναστολές, αλλά και ελπίδες. Δεν έμαθαν να υπομένουν, να εγκρατεύονται, να ζουν με ολιγάρκεια και λιτότητα, αν χρειασθεί, όπως έζησαν τόσες γενιές προηγουμένως. Ατίθασοι και ανυπάκουοι επαναστατούν και καταστρέφουν, χωρίς η διαλυμένη και συκοφαντημένη οικογένεια και το αλλοπρόσαλλο σχολείο, που έχει χάσει τον προσανατολισμό του, να μπορούν να βοηθήσουν. Χωρίς την εξημερωτική δύναμη του Ευαγγελίου αγριεύουν οι ψυ­χές των ανθρώπων. Παλαιότερα, βάρβαροι και άγριοι λαοί δέχθηκαν το Ευαγγέλιο και εξημερώθηκαν. Τώρα εξορίζουμε το Ευαγγέλιο, υποβιβάζουμε ή καταργούμε από τα σχολεία τον κατηχητικό, βιωμα­τικό, εξημερωτικό, ανθρωποπλαστικό χαρακτήρα του μαθήματος των Θρησκευτικών, και αφήνουμε να φουντώνουν τα πάθη και οι κακίες στις ψυχές των νέων αν­θρώπων. Οδηγούμε τον κόσμο σε παλιμβαρβάρωση. Το Ευαγγέλιο ενοχλεί όσους ζουν στο σκότος, ό­σους θέλουν να διαπράττουν πο­νηρά έργα· «Το φως ελήλυθεν εις τον κόσμον, και ηγάπησαν οι άν­θρωποι, μάλλον το σκότος ή το φως. ην γάρ πονηρά αυτών τα έργα. Πάς γάρ ο φαύλα πράσσων μισεί το φως και ουκ έρχεται προς το φως, ίνα μή ελεγχθή τα έργα αυτού- ο δε ποιων την αλήθειαν, έρχεται προς το φως, ίνα φανερωθή αυτού τα έργα, ότι εν Θεώ εστίν ειργασμένα»[4].
.
4. Επανερχόμαστε στο σκοτάδι της προς Χρι­στού ανθρωπότητος
Η προ Χριστού ανθρωπότης, εγκαταλείψασα τον αληθή Θεό και προσκολληθείσα στα άψυχα και ανόητα είδωλα, παραδόθηκε σε πάθη ατιμίας, που εξευτέλισαν την αξία του ανθρώπου, όπως διαπι­στώνει ο Απόστολος Παύλος- «Φάσκοντες είναι σοφοί εμωράνθησαν και ήλλαξαν την δόξαν του αφθάρ­του Θεού εν όμοιώματι εικόνος φθαρτού ανθρώπου και πετεινών και τετραπόδων και ερπετών. Διό και παρέδωκεν αυτούς ο Θεός εν ταις επιθυμίαις των καρδιών αυτών εις ακαθαρσίαν του ατιμάζεσθαι τα σώματα αυτών εν αυτοίς»[5]. Η περι­γραφή των μακράν του Θεού αν­θρώπων, περιγράφει και την ευ­θύνη όσων εκδιώκουν τον Θεό από την παιδεία και την κοινωνία και φωτογραφίζει την σημερινή κατά­σταση, όπως την κατήντησαν οι θεομάχοι πολιτικοί και άλλοι, ηγέτες· χωρίς Θεό οι άνθρωποι είναι «πεπληρωμένοι πάσης αδικίας, πορ­νείας, πονηρίας, πλεονεξίας, κακί­ας, μεστοί φθόνου, φόνου, έριδος, δόλου, κακοηθείας, ψιθυρισταί, καταλάλοι, θεοστυγείς, υβρισταί, υπερήφανοι, αλαζόνες, εφευρέται κακών, γονεύσιν απειθείς, ασύνε­τοι, ασύνθετοι, άστοργοι, άσπον­δοι, ανελεήμονες»[6].
Η Γέννηση του Χριστού ανέτει­λε στον κόσμο το φως της γνώσε­ως, όπως θα ψάλουμε σε λίγες ήμερες, και όπως ψάλλουμε κάθε Κυριακή· «Είδομεν το φώς το αληθινόν, ελάβομεν πνεύμα επουράνιον». Αυτό το φως, προσπαθούν να σβήσουν αντίθεες και αντίχρι­στες δυνάμεις, που διακηρύσ­σουν, ότι η τρίτη χιλιετία της Νέας Εποχής και της Παγκοσμιοποίη­σης δεν χρειάζεται τον Χριστό και την Εκκλησία, είναι αντίχριστη και αρνησίχριστη. Προσπαθούν με κάθε τρόπο, με τα σχολεία, με την οικογένεια, με τα Μέσα Ενημέρωσης, ακόμη και με αναξίους κληρι­κούς και μοναχούς, να καταστή­σουν αναξιόπιστη και άχρηστη τη διδασκαλία του Ευαγγελίου. Το επεχείρησαν και επί της εποχής του Χριστού οι Ιουδαίοι συκο­φαντώντας και διαβάλλοντας το πρόσωπο και το έργο του. Τί κατώρθωσαν; Να φανεί περισσότερο η δύναμη του Θεού στην εκμη­δένιση και αχρήστευση της κακίας και της απιστίας τους. Με παράπο­νο ο Ευαγγελιστής Ιωάννης λέγει ότι ο Χριστός «εν τω κόσμω ην, και ο κόσμος δι' αυτού εγένετο, και ο κόσμος αυτόν ουκ έγνω. Εις τα ίδια ήλθε και οι ίδιοι αυτόν ου παρέλαβον»[7]. Ό,τι και αν κάνουν όμως οι δυνάμεις του σκότους δεν πρόκειται να σκοτεινιάσουν, να αμαυρώσουν το αληθινό Φως «ο φωτίζει πάντα άνθρωπον ερχόμενον εις τον κόσμον», διότι «το φως εν τη σκοτία φαίνει και η σκοτία αυτό ου κατέλαβε»[8].
Ιματισμένη και σωφρονούσα η πρώην δαιμονιώσα ανθρωπότητα εκάθητο επί δύο χιλιάδες χρόνια, παρά τους πόδας του ενσαρκωθέντος, εν πτωχική φάτνη και εν σπηλαίω γεννηθέντος, διωχθέντος, σταυρωθέντος και αναστάντος Χριστού, όπως εκάθητο ο αγρίως βασανιζόμενος από τα δαιμόνια προ της θεραπείας του δαιμονισμένος των Γεργεσηνών. Μοιάζουμε δυ­στυχώς οι άνθρωποι σήμερα, και ανάμεσα σ' αυτούς οι φωτισθέντες και φωτίσαντες τον κόσμο Έλλη­νες, με τους κερδοσκόπους και καλοπερασάκηδες κατοίκους των Γεργεσηνών, οι οποίοι ενοχλήθη­καν από την φωτεινή παρουσία του Χριστού, από την θεραπεία ενός εμφανώς και εξωτερικώς δαιμο­νισμένου συμπολίτη τους· ο δικός τους δαιμονισμός ήταν μεγαλύτε­ρος, εσωτερικός και αφανής, σαν τον δαιμονισμό των περισσοτέρων αρχόντων που καθορίζουν σήμερα τις τύχες του κόσμου, που τον πα­ρασύρουν και τον πείθουν να διώ­ξει τον Χριστό, από τον κόσμο, να φύγει από τα δικά τους γεωγραφικά όρια, όπως οι δυστυχείς κάτοικοι των Γεργεσηνών· «και ήρξαντο παρακαλείν αυτόν απελθείν από των ορίων αυτών»[9].
Έργο πάντως όλων μας, κληρι­κών, εκπαιδευτικών, σωφρόνων πολιτικών, γονέων είναι να απο­τρέψουμε την παλιμβαρβάρωση του κόσμου, τον δαιμονισμό των νέων, στρέφοντας και πάλι την παι­δεία, την κοινωνία, τους θεσμούς προς το φως του Ευαγγελίου· που­θενά άλλου δεν υπάρχει σωτηρία, ειρήνη, αγάπη, καταλλαγή· ο Χρι­στός είναι ο άρχων της ειρήνης, ο μόνος που μπορεί να συμφιλιώσει τους ανθρώπους, να ειρηνεύσει τις καρδιές, να καταπαύσει τις φουρτούνες και τους πολέμους μέσα και έξω από τον άνθρωπο. «Κύριε, προς τίνα απελευσόμεθα; Ρήματα ζωής αιωνίου έχεις». «Μείνον μεθ' ημών, ότι προς εσπέραν εστί και κέκλικεν η ημέρα»[10].

______________________________________
1. Λουκά 2,13 - 14· «Και εξαίφνης εγένετο συν τω αγγέλω πλήθος στρα­τιάς ουρανίου αινούντων τον Θεόν και λεγόντων- δόξα εν υψίστους Θεώ και επί γης ειρήνη, εν ανθρώπους ευδοκία».
2. Βλ. ιδικές μας μελέτες, όπου και σχετική βιβλιογραφία· «Ιδιοκτησία και πλούτος κατά τους Τρεις Ιεράρχας», εν Ηθικά Κεφάλαια, έκδ. Βρυέννιος, Θεσσαλονίκη 2002, σελ. 59-71. Επίσης Η σωτηρία τον αν­θρώπου και του κόσμου, Θεσσα­λονίκη 1997, σελ. 146 έ.
3. Ν. Μπερδιάγιεφ, Περί του προ­ορισμού του ανθρώπου, Μετάφρ. μητροπολίτου Σάμου Ειρηναίου, Α­θήναι 1950, σελ. 318.
4. Ίω. 3,19-21.
5. Ρωμ. 1,22-24.
6.Ρωμ. 1,29-31. Βλ. και Β'Τιμ.3,2-5.
7. Ίω. 1,10-11.
8. Ίω. 1,5 και 9.
9. Μάρκ. 5,1 - 20. Ματθ. 8,28 - 33. Λουκά 8,28-34.
10. Ίω. 6,68. Λουκά 24,29.
.
Οι υπογραμμίσεις είναι δικές μας

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Μπορείτε να δείτε τις προηγούμενες δημοσιεύσεις του ιστολογίου μας πατώντας το Παλαιότερες αναρτήσεις (δείτε δεξιά)