19/6/09

Πρωτοπρ. Θεόδωρος Ζήσης, Δύσκολος ο δρόμος της "Θεοδρομίας"

Δύσκολος ο δρόμος της «Θεοδρομίας»

Πηγή: περιοδικό «Θεοδρομία», έτος ΙΑ΄, τεύχος 1, Ιανουάριος - Μάρτιος 2009-06-19

Γράφει ο Πρωτοπρεσβύτερος Θεόδωρος Ζήσης,
Ομότιμος καθηγητής της Θεολογικής Σχολής του ΑΠΘ
και Εκδότης-Διευθυντής της «Θεοδρομίας»


1. ᾿Ακλινεῖς σέ θέματα πίστεως
Κατά τό παρόν ἔτος ἡ “Θεοδρομία” εἰσέρχεται στό ἑνδέκατο ἔτος τῆς κυκλοφορίας της. ᾿Επέρασαν ἤδη δέκα ἔτη (1999-2008) ἀπό τότε πού παρουσιάζαμε στό πρῶτο της τεῦχος (᾿Ιανουάριος-Μάρτιος 1999), στό ἄρθρο τοῦ ἐκδότου μέ τίτλο «Στήν ἀρχή τοῦ δρόμου», τίς σκέψεις, τίς ἐκτιμήσεις, τίς ἐλπίδες, καί τίς προσδοκίες μας. ῾Η ἀνταπόκριση τοῦ πληρώματος τῆς ᾿Εκκλησίας ὅλων τῶν τάξεων, κληρικῶν, μοναχῶν καί λαϊκῶν, ἀκόμη καί πολλῶν ὑψηλόβαθμων, ἀρχιεπισκόπων δηλαδή καί ἐπισκόπων, ὑπῆρξε θετικώτατη, σχεδόν ἐνθουσιώδης. Στούς διαφαινόμενους ἤ καί διαφανέντας δύσκολους καιρούς, ἐκαλεῖτο νά ἐνισχύσει τίς παραδοσιακές ὀρθόδοξες φωνές, ὅπως αὐτή τοῦ «᾿Ορθοδόξου Τύπ
ου», νά ἐκφράσει «λόγον ἀληθείας καί παρρησίας»· μέσα στήν σύγχυση καί στήν θολούρα τῆς συγκρητιστικῆς Παγκοσμιοποίησης καί τοῦ Οἰκουμενισμοῦ ἔπρεπε νά διασαφήσει τά ὅρια τῆς ἀληθείας καί τοῦ ψεύδους, τῆς αἱρέσεως καί τῆς ᾿Ορθοδοξίας· νά μή χαθεῖ μέσα στή σύγχυση τοῦ πολυπολιτισμικοῦ καί πολυθρησκευτικοῦ μοντέλου τῆς «Νέας ᾿Εποχῆς» τοῦ ᾿Αντιχρίστου, ἡ ἀπλανής καί μόνη σωτήρια ὁδός τοῦ Εὐαγγελίου τοῦ Χριστοῦ, ὅπως τήν ἐβάδισαν χωρίς παρεκκλίσεις, προσαρμογές καί ἐκπτώσεις οἱ ῞Αγιοι Πατέρες τῆς ᾿Εκκλησίας, οἱ Μάρτυρες καί οἱ ῾Ομολογηταί.
Γνωρίζαμε ὅτι ὁ δρόμος δέν ἦταν εὔκολος καί ὅτι μόνο μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ θά κατορθώναμε νά συνεχίσουμε τήν πορεία μας. Γράφαμε στό πρῶτο ἐκεῖνο σημείωμα ὅτι «ἀταλάντευτο κριτήριο καί ἀπαράβατη ἀρχή τοῦ περιοδικοῦ, θά εἶναι ἡ ἐμμονή εἰς τά τῆς ᾿Ορθοδοξίας, εἰς τά τῶν Πατέρων τῆς ᾿Εκκλησίας, ἡ κίνηση μέσα εἰς τά ὅρια πού οἱ ῞Αγιοι ἔθεσαν μέ τόν φωτισμό τοῦ ῾Αγίου Πνεύματος. Οἱ ὑπεύθυνοι τοῦ περιοδικοῦ μπορεῖ νά εἶναι οἱ ἁμαρτωλότεροι τῶν ἀνθρώπων, νά κατατρώγονται καί νά κατατυραννοῦνται ἀπό ποικίλα πάθη καί κακίες. Μέ ταπείνωση, καί συναίσθηση τῆς ἀνθρώπινης ἀδυναμίας, γιά τήν ὁποία πάντοτε ὑπάρχει τό ἔλεος καί ἡ φιλανθρωπία τοῦ Θεοῦ, θά παρουσιάζουν ὄχι τή δική τους ζωή, συνήγοροι τῶν παθῶν καί τῶν ἀδυναμιῶν τους, ἀλλά τή ζωή τοῦ Κυρίου ᾿Ιησοῦ, τῆς ῾Υπεραγίας Θεοτόκου καί πάντων τῶν ῾Αγίων. Πρό παντός ὅμως θά φροντίσουν νά παραμείνουν ἀκλινεῖς, αὐστηροί καί ἀνυποχώρητοι σέ θέματα πίστεως καί δόγματος, στά ὁποῖα ἄν παρεκκλίνει κανείς, δέν ὑπάρχει ἔλεος, συγχώρηση καί συγκατάβαση, ἀλλά σίγουρη ἀπώλεια τῆς σωτηρίας. ῾Ο ἁμαρτωλός συγχωρεῖται, ὁ αἱρετικός καταδικάζεται σέ αἰώνια ἀπώλεια. ῾Ο πρῶτος μένει μέσα στήν ᾿Εκκλησία, μετανοεῖ, ἐξομολογεῖται, βελτιώνεται, σώζεται· ὁ δεύτερος, μέ τήν αἵρεση καί τήν πλάνη ἀποκόπτεται ἀπό τήν ᾿Εκκλησία καί χάνεται».

2. ῾Ο ᾿Αθηναγόρας ἀλλάσσει τήν πορεία τῆς ᾿Ορθοδοξίας. ᾿Αντιδρᾶ ἡ ᾿Εκκλησία τῆς ῾Ελλάδος
Δέν σκεπτόμασταν τότε ὅτι πολύ γρήγορα θά καλούμασταν νά ἐνυλώσουμε σέ πράξη ζωῆς αὐτές μας τίς πεποιθήσεις, ὥστε νά μή μείνουν ἁπλῶς «ἔπεα πτερόεντα». Καί δέν τό σκεπτόμασταν, διότι μέχρι τότε ἡ ᾿Εκκλησία τῆς ῾Ελλάδος, τό σύνολο σχεδόν τῶν ἀρχιερέων καί τῶν θεολογικῶν της δυνάμεων, ἦσαν προσανατολισμένοι ὀρθόδοξα καί παραδοσιακά· μέ δισταγμό καί ἐπιφυλακτικότητα ἀντιμετώπιζαν τά τολμηρά οἰκουμενιστικά ἀνοίγματα τοῦ Φαναρίου, μόνο καί μόνο γιά νά στηρίζουν τήν πολύπαθη καί μαρτυρική Μεγάλη ᾿Εκκλησία τῆς Κωνσταντινουπόλεως, ἡ ὁποία, «κρίμασιν οἷς οἶδε Κύριος», ἀπό τῆς ἐποχῆς τοῦ πατριάρχου ᾿Αθηναγόρου μέχρι σήμερα παρεξέκλινε τῆς ὁδοῦ τῶν ῾Αγίων Πατέρων καί συμπορεύεται μέ τήν «Βαβυλῶνα» τήν μεγάλη, μεθύουσα μετά τῶν ἰσχυρῶν τῆς γῆς «ἐκ τοῦ οἴνου τῆς πορνείας αὐτῆς» [1], βραβεύουσα τούς μεθύοντας ἐκ τῶν ἀγαθῶν καί παθῶν τοῦ κόσμου καί βραβευομένη ὑπ’ αὐτῶν.
῾Ο ὄντως μεγάλος προκαθήμενος τῆς ῾Ελλαδικῆς ᾿Εκκλησίας, ἀρχιεπίσκοπος ᾿Αθηνῶν Χρυσόστομος Β´ Χατζησταύρου (1962-1967), διεπίστωσε καί ἔγραψε ὅτι μέ τά ἀνοίγματα τοῦ ᾿Αθηναγόρου πρός τόν πάπα «ἄρχεται μία περίεργος ἐξέλιξις ἐν τοῖς ἐκκλησιαστικοῖς ἡμῶν πράγμασιν, ἀληθῶς ἱστορική, ἥτις ἄδηλον εἶναι ποῦ θά ὁδηγήσει εἰς τό μέλλον»[2]. Μέ ἀπόφαση τῆς Διαρκοῦς ῾Ιερᾶς Συνόδου τόν Σεπτέμβριο τοῦ 1963, τοῦ ἐπεσήμανε συνοδικῶς ὅτι βάσει τῶν ῾Ιερῶν Κανόνων κανένας προκαθήμενος δέν πρέπει νά ἀποφασίζει αὐθαίρετα ὡς μονοκράτωρ
γιά θέματα πίστεως, καί ὅτι, ἄν ἄκουγε τίς συνετές ἀντίθετες πρός τίς δικές του θέσεις τῶν ῾Ιεραρχῶν τῆς ᾿Εκκλησίας τῆς ῾Ελλάδος, θά ἀπέφευγε νά «ἀκολουθήσῃ τήν ἥν ἐν προκειμένῳ ἠκολούθησεν ὀλισθηράν ὁδόν»[3].
Μέ βαριά καρδιά οἱ διάδοχοι τοῦ Χρυσοστόμου Β´ ἀκολούθησαν τό Φανάρι, φρενάροντας καί συγκρατώντας το ἀπό τά ὀλισθήματα, μέχρι καί τοῦ μακαριστοῦ ἀρχιεπισκόπου Σεραφείμ. ῾Η ᾿Εκκλησία τῆς ῾Ελλάδος δέν συμμερίσθηκε ἐπί δεκαετίες τήν οἰκουμενιστική ἐκτροπή τοῦ Φαναρίου· πολλές καί ἰσχυρές φωνές ἱεραρχῶν καί θεολόγων συνιστοῦσαν τήν διακοπή τῶν ἀνωφελῶν διαλόγων πρός τούς ἑτεροδόξους καί τήν ἀποχώρησή μας ἀπό τό «Παγκόσμιο Συμβούλιο ᾿Εκκλησιῶν». ῎Εφθασαν μάλιστα μέχρι τοῦ σημείου τριάς ἀγωνιστῶν καί ὁμολογητῶν ἀρχιερέων (Παραμυθίας Παῦλος, Φλωρίνης Αὐγουστῖνος καί ᾿Ελευθερουπόλεως ᾿Αμβρόσιος), ὡς καί σύνολο τό ῞Αγιον ῎Ορος μέ ἀπόφαση τῆς ῾Ιερᾶς Κοινότητος νά διακόψουν τό μνημόσυνο τοῦ ᾿Αθηναγόρου κατά τήν τέλεση τῶν ἱερῶν ἀκολουθιῶν.

3. Νέος ᾿Αθηναγόρας καί ὄχι νέος Χρυσόστομος ὁ Χριστόδουλος
Δυστυχῶς ὅ,τι ἔκανε ὁ ᾿Αθηναγόρας στήν Κωνσταντινούπολη ἐπεχείρησε νά τό κάνει στήν ᾿Αθήνα ὁ διαδεχθείς τόν Σεραφείμ, ὀλίγον πρό τῆς ἐκδόσεως τῆς «Θεοδρομίας» (1998), ἀρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος ὁ ἀπό Δημητριάδος. Πενήντα ἔτη μετά τήν ἐκλογή τοῦ ᾿Αθηναγόρου ὡς πατριάρχου (1948), κατά τήν διάρκεια τῶν ὁποίων ἡ ᾿Εκκλησία τῆς ῾Ελλάδος ἀπέφυγε τά γοητευτικά κηρύγματα τοῦ Φαναρίου, ἕνας νέος ᾿Αθηναγόρας, ἐξ ἴσου χαρισματικός καί γοητευτικός, θά ἐπι χειροῦσε νά βάλει τήν ᾿Εκκλησία τῆς ῾Ελλάδος στόν μέχρι τότε θεωρούμενο «ὀλισθηρό» δρόμο τοῦ Οἰκουμενισμοῦ. ᾿Επρόκειτο ὄντως περί χαρισματικοῦ καί ταλαντούχου ἀρχιερέως, ρητορικοῦ καί γλυκύτατου, ὁ ὁποῖος κατά τίς προσδοκίες πολλῶν, καί τοῦ γράφοντος, ἐπρόκειτο νά γράψει χρυσές σελίδες στήν ἱστορία τῆς ᾿Εκκλησίας γενικῶς. Συνήγειρε ἀμέσως μέ τήν ζωντάνια καί τήν θέρμη τοῦ λόγου του τόν λαό καί μέ τίς περίφημες λαοσυνάξεις γιά τό θέμα τῆς ἀναγραφῆς τοῦ θρησκεύματος στίς ταυτότητες, ἔδειξε ὅτι διαθέτει ἰσχυρά λαϊκά ἐρείσματα, ὅτι ἔχει δύναμη ἐντυπωσιακή, πού θά μποροῦσε νά χρησιμοποιηθεῖ ἐπ’ ὠφελείᾳ τῆς ᾿Εκκλησίας καί τοῦ Γένους. Τριάμισυ ἑκατομμύρια ὑπογραφῶν (3.500.000) ἦταν σπάνιο κατόρθωμα στά χέρια ἐκκλησιαστικοῦ ἡγέτου. Αὐτό ἐθύμιζε ἐποχές μεγάλων Πατέρων, ὡς πρός τήν ἀπήχηση στόν λαό, ὅπως π.χ. τοῦ ῾Αγίου ᾿Ιωάννου τοῦ Χρυσοστόμου. ῏Ηταν χρυσῆ εὐκαιρία νά ἀναδειχθεῖ ὁ Χριστόδουλος σέ νέο Χρυσόστομο, σέ ὄντως δοῦλο Χριστοῦ, προχωρώντας, ὅπως ὁ Χρυσορρήμων πατήρ, στήν κάθαρση τοῦ ἱεροῦ κλήρου ἀπό ἀναξίους καί ἠθικά διαβεβλημένους κληρικούς, ἐπιβάλλοντας μέ τό δικό του προσωπικό παράδειγμα καί μέ σχετικές ἀποφάσεις τήν λιτοδίαιτη ασκητική ζωή στούς κληρικούς καί ἐκδιώκοντας τήν χλιδή, τήν τρυφή, καί τήν πολυτέλεια· ἀπέναντι δέ στούς ἰσχυρούς τοῦ Οἰκουμενισμοῦ καί τῆς «Νέας ᾿Εποχῆς», στήν ἀρχή μάλιστα τῆς τρίτης χιλιετίας, πού σχεδιάζουν καί κάνουν ὅ,τι θέλουν, ὑποχρεώνοντας ἤ δελεάζοντας καί τίς ἐκ κλησιαστικές ἡγεσίες νά ἐνταχθοῦν στούς σχεδιασμούς, νά ὀρθώσει ἀνυποχώρητο, ὑψηλό, εὐθυτενές, ἄκαμπτο, ἀσυμβίβαστο, θριαμβευτικό, τό ὑγιές φρό νημα τῆς᾿Ορθοδόξου Πίστεως καί ζωῆς, νά ἐκφωνήσει βρον τόφωνα καί δυνατά στούς ἄρχοντες τοῦ Βατικανοῦ καί τοῦ ΠΣΕ(ΥΔΟΥΣ), πού διέστρεψαν τήν εὐαγγελική ἀλήθεια καί οὔτε οἱ ἴδιοι σώζονται οὔτε τούς ἄλλους ἀφήνουν νά σωθοῦν, τά «οὐαί ὑμῖν Γραμματεῖς καί Φαρισαῖοι ὑποκριταί» τοῦ Σωτῆρος καί τό «οὐδέν ᾿Εκκλησίας δυνατώτερον» τοῦ Χρυσοστόμου.
῞Ομως, ὄχι μόνον δέν ἔπραξε αὐτά πού ἔπρεπε νά πράξει, διαψεύδοντας τίς προσδοκίες πολλῶν, ἀλλά ἀντίθετα χρησιμοποίησε τά χαρίσματα τοῦ Θεοῦ καί τήν δύναμη πού τοῦ ἔδωσε ὁ λαός, πρός τήν ἐντελῶς ἀντίθετη κατεύθυνση. ᾿Αντί νά γίνει ἡ κά θαρση τοῦ κλήρου, αὐξήθηκαν καί καλύφθηκαν οἱ διεφθαρμένοι καί οἱ σκανδαλοποιοί. ῎Εσπασαν ρεκόρ ἡ ἐκκοσμίκευση, ἡ διαφθορά καί ἡ πολυτέλεια στή ζωή τῆς ᾿Εκκλησίας. Στίς ἀρχές τοῦ 2005 ἡ ἀποκάλυψη ἐκκλησιαστικῶν σκανδάλων ἐτραυμάτισε σοβαρά τό λαοφιλές πρόσωπο τοῦ ἀρχιεπισκόπου καί ἐκλόνισε τήν ἐμπιστοσύνη τῶν πιστῶν στήν διοικοῦσα ᾿Εκκλησία. ᾿Ακόμη καί τό σκάνδαλο τῆς Μονῆς Βατοπαιδίου, καί ἡ περίπτωση τῆς φυλακίσεως γιά πρώτη φορά ἑνός ἐπισκόπου γιά ποινικά ἀδικήματα ἐντάσσονται στό νοσηρό ἐκκλησιαστικό κλῖμα πού ἐπεκράτησε κατά τήν δεκαετία τῆς ἀρχιεπισκοπικῆς θητείας τοῦ Χριστοδούλου (1998-2008). Στό ὄνομα τοῦ ἐκσυγχρονισμοῦ ἐπιχειρήθηκαν λειτουργικές ἀλλαγές καί ἀνανεώσεις, μέχρι καί μεταφράσεις τῶν βιβλικῶν κειμένων, εὐχῶν καί ὕμνων μέσα στή λατρεία. Καί τό ἀποκορύφωμα ὅλων αὐτῶν, ἡ χειρότερη ἐξέλιξη, τό χειρότερο κατόρθωμα τῆς δεκαετίας τοῦ Χριστοδούλου ἦταν τό ἄνοιγμα τῶν θυρῶν τῆς ᾿Εκκλησίας τῆς ῾Ελλάδος, πού ἦταν μέχρι τότε κλειστές, στόν πάπα καί στό «Παγκόσμιο Συμβούλιο ᾿Εκκλησιῶν». Γιά πρώτη φορά ὁ πάπας ἐπισκέπτεται, τιμώμενος καί ἐκκλησιαστικά, τήν ῾Ελλάδα τόν Μάϊο τοῦ 2001. Καί γιά πρώτη φορά ἡ ᾿Εκκλησία τῆς ῾Ελλάδος φιλοξενεῖ ῾Ιεραποστολικό Συνέδριο τοῦ ΠΣΕ(ΥΔΟΥΣ) τό 2005.

4. Στό στίβο τῶν ἀγώνων καί τῶν διωγμῶν ἡ "Θεοδρομία" κατά τήν δεκαετία τοῦ Χριστοδούλου
Σέ διάφορα ἄρθρα μας στήν Θεοδρομία ἐπισημάναμε καί ἐπικρίναμε καί πολλές ἄλλες παρόμοιες πρωτιές τοῦ ἀρχιεπισκόπου Χριστοδούλου. Εἶναι πάντως εὐνόητο ὅτι, ἐπειδή ἡ δεκαετία τοῦ Χριστοδούλου συμπίπτει μέ τήν δεκαετία τῆς «Θεοδρομίας», οἱ σελίδες τῶν δέκα τόμων της μαζί μέ ἄλλες θεολογικές ἑνότητες, ἀπό τόν χῶρο τῆς πίστεως καί τῆς ζωῆς τῆς ᾿Εκκλησίας, ἀφιερώνουν πολύ χῶρο στίς σχετικές ἐκτιμήσεις ἀλλά καί στίς σχετικές ἐνέργειες πού κάναμε, ἀντιδρώντας καί ἀντιστεκόμενοι στό γκρέμισμα τῶν ὁρίων τῆς Πίστεως. Δέν πρόκειται ἐδῶ νά συνθέσουμε τά εἰς τόν τομέα αὐτό πεπραγμένα τῆς «῾Εταιρίας ᾿Ορθοδόξων Σπουδῶν». ῾Απλῶς ἐπιθυμοῦμε νά καταστήσουμε ἐμφανές ὅτι ὁ δρόμος τῆς «Θεοδρομίας», ὅπως γράφουμε καί εἰς τόν τίτλο, ἦταν δύσκολος κατά τήν διάρκεια αὐτῆς τῆς δεκαετίας.
Παρά λίγο ἡ Συνοδική ᾿Επιτροπή γιά τήν Λειτουργική ᾿Ανανέωση νά μᾶς ἔστελνε σέ συνοδικό δικαστήριο, σέ ἱεροδικεῖο, γιατί ἐπικρίναμε μέ ἄρθρο μας τόν «Νεοβαρλααμισμό τῆς Λειτουργικῆς ᾿Ανανέωσης»[4], κυρίως ὅμως γιατί συγκαλέσαμε στήν Θεσσαλονίκη μεγάλο συνέδριο ἀπό 27 Φεβρουαρίου – 1Μαρτίου τοῦ 2002 μέ τίτλο: «Τό μεγαλεῖο τῆς Θείας Λατρείας. Παράδοση ἤ ᾿Ανανέωση;» στό ὁποῖο εἰδικοί καί ἐμβριθεῖς εἰσηγηταί παρουσίασαν τούς κινδύνους γιά τήν ᾿Ορθοδοξία ἀπό τήν δυτικῆς προελεύσεως, μέ παπική καί προτεσταντική σφραγίδα, λειτουργική καί καταστροφική κίνηση. ῏Ηταν τόσος ὁ πανικός πού προκάλεσε αὐτή ἡ ἐνέργεια, ὥστε ἐξ ᾿Αθηνῶν δινόταν ἡ ἐντολή σέ ὅμορες μητροπόλεις νά μή ἐπιτρέψουν σέ κληρικούς νά παρακολουθήσουν τό Συνέδριο, τοῦ ὁποίου τά θαυμάσια «Πρακτικά» καταλαμβάνουν τά τρία τεύχη τοῦ τόμου Δ´ τῆς Θεοδρομίας τοῦ 2002. ῾Υποστήκαμε, χωρίς νά ἀπαντήσουμε, ἕνα ὑβριστικό καί ἄδικο ἐναντίον μας ξέσπασμα τοῦ προέδρου τῆς σχετικῆς Συνοδικῆς ᾿Επιτροπῆς, μητροπολίτου Καισαριανῆς Δανιήλ, μέσα στίς στῆλες τοῦ ἐπισήμου περιοδικοῦ «᾿Εκκλησία». ῏Ηταν τόσο κραυγαλέως ἄδικη αὐτή ἡ ἐπίθεση, ὥστε νά ἀγανακτήσουν πολλοί γιά τό ὕφος καί τό ἦθος τῶν τότε ἐξουσιαστῶν τῆς ὁμάδος Χριστοδούλου, πού δέν περιορίσθηκε βέβαια μόνον στήν ἐναντίον μας ἐπίθεση, ὥστε ἄγνωστός μας δικαστικός λειτουργός νά ἀναλάβει αὐτόκλητα τήν δικαίωση καί ὑπεράσπισή μας.
Τό ἴδιο θά συνέβαινε καί ἀπό τῆς πλευρᾶς τῶν Δωδεκαθεϊστῶν, πού μέ ἐξώδικες κλήσεις, καί πρός ἐμᾶς καί πρός τόν πρύτανι τοῦ Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, προσπαθοῦσαν μέ ἀπειλές καί πιέσεις νά ματαιώσουν τήν σύγκληση τοῦ συνεδρίου πού συγκαλέσαμε καί πραγματοποιήσαμε στήν Μεγάλη Αἴθουσα Τελετῶν τοῦ Πανεπιστημίου τόν Μάϊο τοῦ 2003 μέ τίτλο: «Φαινόμενα Νεοειδωλολατρίας – Δωδεκαθεϊσμός – ῾Υποτίμηση τῆς Π. Διαθήκης – ᾿Ολυμπιακοί ἀγῶνες», τοῦ ὁποίου ἐπίσηςτά Πρακτικά ἐκυκλοφορήθησαν ἀπό τίς ἐκδόσεις τῆς «Θεοδρομίας»[5]. ᾿Ακόμη καί κατά τήν διάρκεια τοῦ Συνεδρίου ὀργανωμένοι Δωδεκαθεϊστές προσπάθησαν μέ φωνα σκίες καί παρεμβάσεις νά παρεμποδίσουν τίς ἐργασίες τοῦ Συνε δρίου. Καθ’ ὅλην τήν διάρκεια τοῦ καλοκαιριοῦ τοῦ 2003 ὁ γνωστός δημοσιογράφος Σπ. Καρατζαφέρης ἔβγαζε σέ ἐπαναλαμβανόμενη ἐκπομπή του τόν γράφοντα στίς ὀθόνες τῆς τηλεοράσεως μέ ἀρνητικά σχόλια, γιατί τελικῶς, μέλη τοῦ Συνεδρίου ἀντέδρασαν καί ἐξεδίωξαν τούς ταραχοποιούς καί δέν τούς ἄφησαν νά διαλύσουν τό Συνέδριο· πρός ἐκείνη τήν πλευρά ὁ φακός τοῦ Καρατζαφέρη δέν ἔρριξε οὔτε φευγαλέα ματιά, καί ὁ λόγος του ἦταν πικρός μόνον γιά τούς ἀντιδράσαντας στήν ἀντίδραση αυθορμήτως καί ἐν ἀγανακτήσει, χωρίς καμμία παρακίνηση.
Οἱ ἀγῶνες, πολλῶν ἀνησυχούντων πιστῶν, πού ἐκδηλώθηκαν συγκινητικά καί ἐπαινετά μέ ποικίλους τρόπους κατά τήν προετοιμασία καί τήν πραγματοποίηση τῆς ἐπίσκεψης τοῦ πάπα στήν ᾿Αθήνα τόν Μάϊο τοῦ 2001, μέ τή συμμετοχή τότε καί πολλῶν ἀρχιερέων πού τολμοῦσαν ἀκόμη νά ὁμιλοῦν καί νά ἀντιδροῦν - γιατί σέ λίγο θά σιωποῦσαν ὅλοι- ὡς καί μεγάλης ὁμάδος ῾Αγιορειτῶν ἡγουμένων, καθρεπτίζονται ἐπίσης μέσα στά τεύχη τῆς «Θεοδρομίας» τοῦ ἔτους 2001. Σέ λίγο αὐτή ἡ ἀντίδραση ἐναντίον τοῦ Παπισμοῦ καί τοῦ Οἰκουμενισμοῦ προσέλαβε καί πανεπιστημιακή ἀκαδημαϊκή ἔκφραση μέ τό μεγαλειῶδες καί ἱστορικό ὄντως συνέδριο πού ὀργάνωσαν ἀπό κοινοῦ τό «Τμῆμα Ποιμαντικῆς καί Κοινωνικῆς Θεολογίας» τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ ΑΠΘ καί ἡ «῾Εταιρεία ᾿Ορθοδόξων Σπουδῶν» στήν Θεσσαλονίκη ἀπό 20-24 Σεπτεμβρίου τοῦ 2004, στή Μεγάλη Αἴθουσα Τελετῶν τοῦ Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, μέ τίτλο: «Οἰκουμενισμός. Γένεση–Προσδοκίες –Διαψεύσεις». ῾Εξήντα περίπου εἰσηγηταί ἀπό πολλές ὀρθόδοξες αὐτοκέφαλες ἐκκλησίες καί ὀρθόδοξες Θεολογικές Σχολές παρουσίασαν τήν ἱστορία τοῦ Οἰκουμενισμοῦ τά κίνητρα τῆς συμμετοχῆς τῶν ᾿Ορθοδόξων, καί ἰδι αί τερα τίς διαβρωτικές καί ἀλλοτριωτικές του ἐπιδράσεις. Τώρα ὅλα αὐτά φαίνονται στήν ἔκδοση τῶν Πρακτικῶν τοῦ Συνεδρίου σέ δύο ὀγκώδεις καλαίσθητους τό μους ἀπό τίς ἐκδόσεις «Θεοδρομία» , πού χαιρετίσθηκε ὡς ἐκδοτικό γεγονός μεγάλης σημασίας γιά τήν ἀναστολή τῆς πορείας τοῦ Οἰκουμενισμοῦ. Μεταξύ ἄλλων ἐπαινετικῶν χαρακτηρισμῶν γιά τά «Πρακτικά» αὐτοῦ τοῦ σημαντικοῦ Συνεδρίου τό περιοδικό «Σωτήρ» γράφει σέ σχόλιό του ὅτι «ἀποτελεῖ ἐκδοτικό ἄθλο ἡ κυκλοφορία τῶν δύο τόμων (Α´καί Β´) τῶν Πρακτικῶν τοῦ σπουδαιότατου καί ὄντως ἱστορικοῦ Διορθοδόξου ᾿Επιστημονικοῦ Συνεδρίου» καί ὅτι ἐπίσης «Τό περιεχόμενο ὅλων τῶν εἰσηγήσεων ἀπαρτίζει καί μιά ὀρθόδοξη θεολογική ἐγκυκλο παίδεια ἀπαραίτητη σ’ ὅσους ἀσχολοῦνται μέ τούς θεολογικούς διαλόγους, ἀλλά καί πολύ προσιτή στόν πιστό λαό τοῦ Θεοῦ»[6].

5. Κορυφώνονται τά οἰκουμενιστικά ἀνοίγματα. ᾿Εντείνονται οἱ διώξεις ἀπό Φανάρι καί ᾿Αθήνα
῞Ολη αὐτή ἡ δραστηριότης τῶν ὑπευθύνων τῆς «Θεοδρομίας» παρόργισε τούς ἡγέτες τοῦ Οἰκουμενισμοῦ καί στό Φανάρι καί στήν ᾿Αθήνα. Μέ ἀφορμή ἕνα ἄρθρο τοῦ γράφοντος μέ τίτλο «Οἱ ῾Αγιοταφίτες δείχνουν τόν δρόμο στούς ῾Ελλαδίτες ᾿Αρχιερεῖς», πού δημοσιεύθηκε στίς ἐφημερίδες «᾿Απογευματινή» καί «᾿Ορθόδοξος Τύπος» τῶν ᾿Αθηνῶν, ἀσκήθηκε δίωξη ἐναντίον μου. Στό ἄρθρο αὐτό συνιστοῦσα στούς ῾Ελλαδίτες ἐπισκό πους νά ἀναλάβουν τίς εὐθύνες τους μπροστά στό σκηνικό τῶν σκανδάλων, πού ἐπί δύο συνεχῆ ἔτη (2004, 2005), γύρω ἀπό τήν ὑπό θεση Βαβύλη, ἐξευτέλιζε τήν ῾Αγία ῾Ιερωσύνη καί ἔδινε ὅπλα στούς ἐκκλησιομάχους[7]. Παραπέμφθηκα ἀπό τόν ἀρχιεπίσκοπο Χριστόδουλο τόν ᾿Ιούνιο τοῦ 2005 σέ ἐκκλησιαστικό δικαστήριο μέ τό ἐρώτημα τῆς καθαιρέσεως καί μοῦ ἀπαγορεύθηκε προσωρινά τό ἱεροπρακτεῖν, σιωπῶντος καί μᾶλλον ἐπευλογοῦντος τοῦ Φαναρίου σέ μία ἄδικη καί ἀντικανονική δίωξη ἐναντίον κληρικοῦ τῆς δικῆς του δικαιοδοσίας. ᾿Επεδίωξαν μέ τήν ἐνέργεια αὐτή νά ἀποδυναμώσουν τό στρατόπεδο τῶν ἀγωνιζομένων ἐναντίον τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, τόν ὁποῖο προκλητικά καί πάλι συνέχιζαν νά ἐνισχύουν μέ τήν σύγκληση καί φιλοξενία γιά πρώ τη φορά ῾Ιεραποστολικοῦ Συνεδρίου στήν ᾿Αθήνα, τόν μήνα Μάϊο τοῦ 2005. Τόν Μάϊο τοῦ 2005 ὑπο δεχθήκαμε τό «Παγκόσμιο Συμβούλιο ᾿Εκκλησιῶν», μέ θεολογικές καί ἐκκλησιαστικές ἀντιδράσεις ὑπό τήν μορφή θεολογικῶν ἡ μερίδων, πού ὀργάνωσε ἡ ῾Εταιρεία ᾿Ορθοδόξων Σπουδῶν τόν ἴδιο μήνα στήν ᾿Αθήνα σέ συνεργασία μέ τήν «Πανελλήνια ῞Ενωση Θεολόγων» καί στήν Θεσσαλονίκη σέ συνεργασία μέ τήν «῞Ενωση Θεολόγων Βορείου ῾Ελλάδος».
Εἶχε μεσολαβήσει ἐν τῷ μεταξύ ἡ σύγκρουση μεταξύ Βαρθολομαίου καί Χριστοδούλου γιά τό ζήτημα τῆς ἐκκλησιαστικῆς δικαιοδοσίας στίς λεγόμενες "Νέες Χῶρες". ῾Η "Θεοδρομία" δέν παρέλειψε νά τονίσει ὅτι θά προτιμοῦσε ἡ διένεξη νά μή ἀφορᾶ θρόνους, δικαιοδοσίες καί ἐξουσίες, ἀλλά ἐποικοδομητική ἀντίθεση σέ θέματα πίστεως, στό σταμάτημα τῆς διαβρωτικῆς πορείας τοῦ Οἰκουμενισμοῦ μέσα στούς χώρους τῆς ᾿Ορθοδοξίας. Στό θέμα ὅμως αὐτό ἡ ᾿Αθήνα ὄχι μόνο συνοδοιποροῦσε, ἀλλά πολλές φορές καί προέτρεχε τοῦ Φαναρίου.
᾿Αποκορύφωμα ὅλου αὐτοῦ τοῦ οἰκουμενιστικοῦ παροξυσμοῦ καί συν αγωνισμοῦ ἦταν οἱ πρωτοφανεῖς σέ φιλοπαπισμό ἐνέργειες καί ἐκδηλώσεις κατά τήν ἐπίσκεψη τοῦ νέου πάπα Βενεδίκτου στό Φανάρι στίς 30 Νοεμβρίου τοῦ 2006, καί ἡ μετά ἀπό λίγες μόνο ἡμέρες ἐπίσκεψη τοῦ Χριστοδούλου στόν πάπα τόν Δεκέμβριο τοῦ ἰδίου ἔτους, παρά τήν ἀπαγόρευση ἐκ μέρους τῆς ῾Ιεραρχίας τῆς ᾿Εκκλησίας τῆς ῾Ελλάδος. Πολλές ὀρθόδοξες συνειδήσεις εἶχαν πλέον ἐξεγερθῆ, διότι ἔβλεπαν ὅτι ὁ ὀλισθηρός δρόμος τοῦ ᾿Αθηναγόρου ὁδήγησε τήν ᾿Ορθοδοξία στό χεῖλος τοῦ γκρεμοῦ τῆς αἵρεσης καί τοῦ σχίσματος. Τό θέμα τῆς διακοπῆς τοῦ μνημοσύνου τῶν οἰκουμενιστῶν ἐπισκόπων φαινόταν ὡς ἐπιβεβλημένη λύση, ἀφοῦ πλέον ὁ Οἰκουμενισμός "γυμνῇ τῇ κεφαλῇ" ἐκηρύσσετο λόγοις καί ἔργοις ἀπό τήν ἐκκλησιαστική ἡγεσία.
῾Η "Θεοδρομία" δέν ἔπαυσε νά ἡγεῖται στίς ἀντιδράσεις ἐναντίον αὐτῶν τῶν προκλητικῶν ἀνοιγμάτων ἀλλά καί νά προκαλεῖ τήν μῆνιν, καί τήν ὀργήν τῶν Οἰκουμενιστῶν. ᾿Επί δύο συνεχῆ ἔτη ὁ γράφων ὁριζόταν ἀπό τήν Θεολογική Σχολή ὡς ὁμιλητής στίς ἐκδηλώσεις γιά τόν Μ. Φώτιο, πού ὀργανώνει ἡ ῾Ι. Σύνοδος τῆς ᾿Εκκλησίας τῆς ῾Ελλάδος σέ συνεργασία μέ τίς Θεολογικές Σχολές, καί ἡ ᾿Αθήνα ζητοῦσε ἀλλαγή τοῦ ὁμιλητοῦ. ῎Εφθασαν μάλιστα μέχρι τοῦ σημείου τόν Φεβρουάριο τοῦ 2008 νά ἀλλάξουν τό πρόγραμμα καί νά μή ὑπάρχει ὁμιλητής, μόνο καί μόνο γιατί ἦταν ἀνεπιθύμητος ὁ γράφων. ῾Η σχετική ἀλληλογραφία ὑπάρχει στά ἀρχεῖα τῆς Κοσμητείας τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς.
Δέν ὑστέρησε καί τό Φανάρι σέ ἀντιδράσεις, ἰδιαίτερα μάλιστα μετά τήν δημοσίευση στόν "᾿Ορθόδοξο Τύπο" καί στήν "Θεοδρομία" αὐστηρῆς κριτικῆς γιά τήν συνάντηση στό Φανάρι πατριάρχου καί πάπα μέ τίτλο "Συνάντηση Βαρθολομαίου καί Βενεδίκτου. Μακράν τῆς ὁδοῦ τῶν ῾Αγίων Πατέρων” [8] ὅπως ἐπίσης καί μετά ἀπό αὐστηρά κείμενα ῾Αγιορειτῶν Μοναχῶν, ἀκόμη καί τῆς ῾Ιερᾶς Κοινότητος τοῦ ῾Αγίου ῎Ορους. ῎Επρεπε νά ἐκφοβισθοῦν οἱ ἀγωνιῶντες καί ἀγωνιζόμενοι μέ λήψη μέτρων ἐναντίον κάποιων προσώπων. Τόν Μάϊο τοῦ 1994 μέ κατήργησε τό Φανάρι ἀπό μέλος τῆς Μικτῆς Θεολογικῆς ᾿Επιτροπῆς τοῦ Διαλόγου ᾿Ορθοδόξων καί Ρωμαιοκαθολικῶν κατ’ ἀπαίτησιν τῶν Παπικῶν, λόγῳ τῆς συμβολῆς μου στήν καταδίκη τῆς Οὐνίας στό Freising τοῦ Μονάχου τόν ᾿Ιούνιο τοῦ 1990, καί λόγῳ τῆς αὐστηρῆς κριτικῆς πού ἤσκησα γιά τήν ἀθώωση τῆς Οὐνίας μέ τίς ἀποφάσεις στό Balamand τοῦ Λιβάνου τόν ᾿Ιούνιο τοῦ 1993[9]. Τόν Δεκέμβριο τοῦ 2007 "σεπτῇ ἐντολῇ" τοῦ Πατριάρχου Βαρθολομαίου ἐλάμβανα ἐπείγουσα ἐντολή "ὅπως ἄνευ καθυστερήσεως γνωρίσητε τῷ Οἰκουμενικῷ Πατριαρχείῳ Μητρόπολιν τινά ἐν ῾Ελλάδι, εἰς ἥν τοῦτο θά ἀποστείλῃ τό ἀπολυτ ήριον τῆς ὑμετέρας Αἰδεσιμολογιότητος". Εἶχα προβλέψει τό 2003 ὅτι θά ψάχνω νά βρῶ θυσιαστήριο γιά νά ἱερουργῶ καί τό εἶχα γράψει στή "Θεοδρομία"[10]. Μέ τήν ἀπόλυσή μου ἀπό τό Φανάρι παρ’ ὀλίγο νά συνέβαινε καί αὐτό, ἄν δέν βρισκόταν μητροπολίτης νά μέ ἐγγράψει στούς κληρικούς τῆς ἐπαρχίας του.
῎Ισως τήν ἀπόφαση αὐτή τοῦ Φαναρίου νά ἐνίσχυσαν ἐπί πλέον οἱ πληροφορίες πού ἔλαβε ἀπό "καλοθελητάς" ὅτι στά συνέδρια πού ὀργανώθηκαν τό 2007 γιά τήν 1600η ἐπέτειο ἀπό τήν κοίμηση τοῦ ῾Αγίου ᾿Ιωάννου τοῦ Χρυσοστόμου στήν Θεσσαλονίκη καί μάλιστα στό Σικάγο, ἔδαφος τῆς ἐκκλησιαστικῆς δικαιοδοσίας τῆς Κωνσταντινουπόλεως, παρουσίᾳ τοῦ οἰκείου μητροπολίτου, ἐτόλμησα ὁμιλήσας μέ θέμα "Σύγχρονοι ἐκκλησιολογικοί προβληματισμοί μέ βάση τόν ῞Αγιο ᾿Ιωάννη Χρυσόστομο", στήν ᾿Αμερική, τήν καρδιά τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, νά παρουσιάσω ὡς ἀντιπατερική καί ὡς ἀντορθόδοξη τήν συμμετοχή τῶν ᾿Ορθοδόξων στά οἰκουμενιστικά δρώμενα [11].
Τό χειρότερο ὅλων, ἐκτός ἀπό τίς διώξεις, τίς ἀπειλές καί τήν κατασυκοφάντηση τῶν ἀγώνων, ἦταν ὅτι ἐπιδιώχθηκε μέ πιέσεις καί ἐπεμβάσεις, ἀκόμη καί πατριαρχῶν, πρός φίλα προσκειμένους καί τά αὐτά φρονοῦντας ἤ καιροσκοποῦντας καθηγητάς, ἐν ὄψει τῆς ἀποχωρήσεώς μου ἀπό τή Θεολογική Σχολή, λόγῳ συνταξιοδοτήσεως, νά μή προχωρήσουν ἐξελισσόμενοι σέ ἀνώτερες βαθμίδες νέοι ἐπιστήμονες μαθηταί μου ἤ νά μή ἐκλεγοῦν σέ νέες θέσεις πρόσωπα τῆς πατερικῆς γραμμῆς, ὥστε νά ὑποδουλωθεῖ ὁλοκληρωτικά ἡ ἀκαδημαϊκή Θεολογία στόν Οἰκουμενισμό, πρᾶγμα πού δυστυχῶς ἐν πολλοῖς ἐπισυνέβη. ῎Ηδη, ἐνῶ ἤμουν ἀκόμη ἐν ἐνεργείᾳ στή Θεολογική Σχολή, πολλοί νεαροί μαθηταί μου, βλέποντας τήν ἐξέλιξη τῆς καταστάσεως, ἐνσωματώθηκαν στούς κρατοῦντες γιά νά ἐξασφαλίσουν τίς προαγωγές τους· ἰσχύει γι’ αὐτούς τό παράπονο τοῦ ᾿Αποστόλου Παύλου γιά κάποιον μαθητή του, τόν Δημᾶ, πού προτίμησε τά ἀγαθά τοῦ κόσμου ἀπό τίς δυσκολίες τοῦ εὐαγγελικοῦ κηρύγματος. "Δημᾶς γάρ με ἐγκατέλιπεν ἀγαπήσας τόν νῦν αἰῶνα, καί ἐπορεύθη εἰς Θεσσαλονίκην, Κρήσκης εἰς Γαλατίαν, Τίτος εἰς Δαλματίαν· Λουκᾶς ἐστι μόνος μετʼ ἐμοῦ" [12]. Εὐτυχῶς ὑπάρχουν πάντοτε καί οἱ Λουκάδες.

6. Τί μᾶς ἐπιφυλάσσει ἡ νέα δεκαετία μέ τόν νέο Ἀρχιεπίσκοπο;
῎Ετσι περίπου σέ γενικές γραμμές ἐπορεύθη ἡ ≪Θεοδρομία≫ κατά τήν πρώτη της δεκαετία (1999- 2008), ἐν μέσῳ παγίδων πολλῶν, πού ἔκαναν δύσκολο τό δρόμο της, ἀλλά δέν κατόρθωσαν οὔτε νά διακόψουν οὔτε νά ἐκτρέψουν τήν πορεία της στόν εὔκολο, ἀλλά ὀλισθηρό δρόμο τοῦ Οἰκουμενισμοῦ. Καί αὐτό δέν εἶναι δικό μας ἐπίτευγμα, ἀλλά καρπός τῆς Θείας Χάριτος καί τῆς συναντιλήψεως καί μεσιτείας τῶν ἀγωνιστῶν καί ὁμολογητῶν ῾Αγίων Πατέρων. Αὐτή ἡ σταθερότητα στίς ἀρχές τῆς ᾿Ορθοδόξου Πίστεως τελικῶς θά βοηθήσει καί ἄλλους ἀδελφούς μας, κληρικούς καί λαϊκούς, νά ἐπανέλθουν καί νά ξαναβροῦν τόν ὀρθόδοξο δρόμο, μετά τήν περιπλάνησή τους σέ ξένες αὐλές. Μοῦ ἔκανε ἐντύπωση προσωπική ἐκμυστήρευση καί ἐξομολόγηση κληρικοῦ τῆς Θεσ σαλονίκης, πού μοῦ εἶπε σέ τελευταία μας συνάντηση· "Σᾶς συγχαίρω π. Θεόδωρε, ἐσᾶς καί ὅλους τούς ἄλλους πού μείνατε σταθεροί καί ἀμετακίνητοι στήν ᾿Ορθόδοξη Πί στη. Εἶσθε ἄξιοι τῆς κλήσεώς σας. Δυστυχῶς πολλοί ἀπό ἐμᾶς ἐλακίσαμε (=τραπήκαμε σέ φυγή)".
Στήν νέα δεκαετία πού ἄρχισε, μέ νέο ἀρχιεπίσκοπο στήν ᾿Αθήνα, ἔχει ἀλλάξει σημαντικά τό τοπίο, τουλάχιστον ὡς πρός τίς ὁρμητικές οἰκουμενιστικές πρωτοβουλίες καί τήν κυριαρχική ἐπιβολή ἐπί τῶν ἐπισκόπων, πολλοί ἀπό τούς ὁ ποίους ἔχουν ἀρχίσει πλέον νά ἀντι δροῦν στά φιλοπαπικά καί οἰκουμενιστικά ἀνοίγματα τῆς πρώην παραδοσιακῆς καί πατερικῆς ᾿Εκκλησίας τῆς ῾Ελλάδος. Τό Φανάρι ἀκολουθώντας τόν ὀλισθηρό δρόμο τοῦ ᾿Αθηναγόρου βρίσκεται σχεδόν στό χεῖλος τοῦ γκρεμοῦ τῆς αἱρέσεως καί τοῦ σχίσματος. Δέν χρειάζεται ἡ ᾿Αθήνα νά τοῦ κρατάει τό χέρι. Γιατί ὑπάρχει κίνδυνος νά συμπαρασυρθεῖ στήν ἄβυσσο. ῾Η μόνη ἀσφαλής ὁδός εἶναι ἡ ὁδός τοῦ Εὐαγγελίου, τήν ὁποίαν πορευόμεθα "ἑπόμενοι τοῖς ῾Αγίοις Πατράσι", καί ὄχι ἑπόμενοι τῷ πάπᾳ καί τῷ ΠΣΕ(ΥΔΕΙ). Εἶναι βέβαια στενή καί τεθλιμμένη αὐτή ἡ ὁδός, ἀλλά ὁδηγεῖ στήν ζωή· ἡ ἄλλη, ἡ εὐρύχωρη ὁδός τοῦ κόσμου καί τῶν ἀγαθῶν του, τοῦ ἐκκοσμικευμένου Βατικανοῦ καί τοῦ Προτεσταντισμοῦ, ὁδηγεῖ στήν ἀπώλεια.

7. Εὐρύτερη ἡ προσφορά τῆς "Θεοδρομίας"
῾Η προσφορά βέβαια τῆς "Θεοδρομίας" δέν ἐξαντλεῖται στούς ἀ γῶνες ἐναντίον τοῦ Παπισμοῦ καί τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, ἀλλά εἶναι πολύ εὐρύτερη. ῞Οπως μπορεῖ κανείς νά διαπιστώσει στά περιεχόμενα ὅλων τῶν τευχῶν της ὑπάρχουν ἐξαίρετες συμβολές σέ ὅλους τούς κλάδους τῆς Θεολογίας καί σέ ὅλες τίς περιοχές τῆς ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς, οἱ ὁποῖες τήν συναριθμοῦν μεταξύ τῶν ἐγκύρων καί ἐγκρίτων περιοδικῶν στό χῶρο τῆς Θεολογίας, ὅπως φαίνεται ἤδη ἀπό τό πλῆθος τῶν χρήσεων καί παραπομπῶν στά ἄρθρα της ἀπό τόν ἔντυπο καί τόν ἠλεκτρονικό τύπο, ἀλλά καί ἀπό εἰδικές ἐπιστημονικές μελέτες. Μπορεῖ ἡ ὀρθόδοξη γραμμή της νά ἐνοχλεῖ κάποιους "ἀκαδημαϊκούς", πού μέ συκοφαντίες θέλουν νά μειώσουν τό ἐπίπεδο καί τήν προσφορά της, πρέπει ὅμως νά γνωρίζουν ὅτι στήν ἱστορία τῆς ᾿Εκκλησίας καί τῆς Θεολογίας ὑποτιμήθηκαν καί περι φρονήθηκαν ὄχι οἱ αὐθεντικοί καί παραδοσιακοί ᾿Ορθόδοξοι, ἀλ λά οἱ καινοτόμοι καί "προοδευτικοί". Οἱ τεχνολογοῦντες καί ἐπιστη μολογοῦντες θεολόγοι τῶν γρα φείων, μακριά ἀπό τίς ἀγωνίες καί τούς ἀγῶνες τοῦ πληρώματος τῆς ᾿Εκκλησίας, χωρίς ἔργα καί πρά ξη ζωῆς καί ὁμολογίας, θά ἔχουν τήν τύχη τῆς ἀκάρπου συκῆς, μερικοί μάλιστα ἡδονοθηροῦντες καί δικαιολογοῦντες τά τοῦ κόσμου εἶναι κατά τήν ᾿Επιστολή ᾿Ιούδα "νεφέλαι ἄνυδροι ὑπό ἀνέμων παραφερόμεναι, δένδρα φθινοπωρινά, ἄκαρπα, δίς ἀποθανόντα, ἐκριζωθέντα, κύματα ἄγρια θαλάσσης ἐπαφρίζοντα τάς ἑαυτῶν αἰσχύνας, ἀστέρες πλανῆται οἷς ὁ ζόφος τοῦ σκότους εἰς τόν αἰῶνα τετήρηται"[13].
_____________________________________
1. ᾿Αποκ. κεφ. 17 καί 18.
2. Χρυσοστόμου Β´, ᾿Αρχιεπισκόπου ᾿Αθηνῶν καί πάσης ῾Ελλάδος, Τά Πεπραγμένα ἀπό 15-7-1963 μέχρι 15-7-1964, ᾿Αθῆναι 1964, σελ. 13.
3. Αὐτόθι, σελ. 19-20.
4. Βλ. «Θεοδρομία» 4 (2002) 463 ἑ.
5. Θεσσαλονίκη 2004.
6. Τεῦχος 1978, 1η Μαΐου 2009, σελ.204.
7. Βλ. τό ἄρθρο καί στή «Θεοδρομία» 7 (2005) 163–168.
8. Θεοδρομία 8 (2006) 546 – 557.
9. Λεπτομέρειες, γιά ὅλα αὐτά στό βιβλίο μου «Οὐνία. ῾Η καταδίκη καί ἡ ἀθώωση», Θεσσαλονίκη 2002.
10. Θεοδρομία 5 (2003) 282.
11. Βλ. τήν εἰσήγηση στή Θεοδρομία 9 (2007) 404 – 441.
12. Β´ Τιμ. 4, 10.
13. ᾿Ιούδα 12 – 13

1 σχόλιο:

Ανώνυμος είπε...

ΑΘΛΟΣ ΜΕΓΑΣ Η "ΘΕΟΔΡΟΜΙΑ" του π.Θεοδώρου Ζήση, σε τέτοια εποχή εχθρική προς τον Χριστό και την Αλήθειά Του!

Ο ΘΕΟΣ ΝΑ ΤΟΥΣ ΕΥΛΟΓΕΙ!

Μπορείτε να δείτε τις προηγούμενες δημοσιεύσεις του ιστολογίου μας πατώντας το Παλαιότερες αναρτήσεις (δείτε δεξιά)