Γράφει ο Αρχιμ. Ιωήλ Κωνστάνταρος,
Ιεροκήρυξ της Ι. Μητρ. Δρυϊνουπόλεως, Πωγωνιανής και Κονίτσης
Τα πλήθη του λαού που είχαν χορτάσει από το θαύμα του χορτασμού των πεντακισχιλίων, γεμάτα ενθουσιασμό ήταν έτοιμα να ανακηρύξουν τον Ιησού Βασιλέα.
Φυσικά δεν ήταν αυτός ο σκοπός της ελεύσεως του Ιησού στον κόσμο. Γι’ αυτό και ο Κύριος δίνει εντολή στους μαθητές του να φύγουν και να τον περιμένουν στην απέναντι πλευρά της λίμνης, στην Καπερναούμ. Ο ίδιος διαλύει τα πλήθη του λαού και στη συνέχεια «ανέβη στο όρος κατ’ ιδίαν προσεύξασθαι». Αλλ’ ενώ ο Κύριος προσευχόταν, οι μαθητές του που βρίσκονταν μέσα στο πλοίο, έπεσαν σε φοβερή περιπέτεια. Αλλά ας αφήσουμε τώρα τον ίδιο τον Ευαγγελιστή Ματθαίο να μας περιγράψει την συνταρακτική εκείνη νύχτα, μελετώντας την περικοπή σε σύγχρονη μετάφραση: «... Και όταν βράδυασε ήταν εκεί μόνος. Το δε πλοίο ήδη βρισκόταν στο μέσο της λίμνης και πάλευε με τα κύματα, διότι ο άνεμος ήταν αντίθετος. Κατά την τέταρτη βάρδια της νύχτας (ώρα 3-6) πήγε προς αυτούς ο Ιησούς περιπατώντας πάνω στη λίμνη... Και όταν οι μαθητές τον είδαν να περιπατεί πάνω στη λίμνη, ταράχτηκαν νομίζοντας ότι είναι φάντασμα, και από το φόβο τους έβγαλαν κραυγή» (Ματθ. ιδ΄ 23-26).
Το μόνο που δεν θα πρέπει να κάνουμε φίλοι μου, είναι να κατηγορήσουμε τους μαθητές ως δειλούς... Δεν είναι και απλό πράγμα αυτό που αντιμετώπιζαν. Είναι αδιανόητο να βλέπεις μια μορφή να βαδίζει επάνω στη θάλασσα, και επόμενο είναι να τα χάνεις. Γι’αυτό και ο Κύριος, γεμάτος στοργή «ελάλησεν αυτοίς» και τους είπε:«Θαρσείτε, Εγώ ειμί, μη φοβείσθε» (Ματθ. ιδ΄27) « Έχετε θάρρος! Εγώ είμαι. Μη φοβείσθε».......
Μπροστά σε αυτό το απρόσμενο και υπέρλογο γεγονός, λαμβάνει τον λόγο το στόμα των Αποστόλων, δηλ. ο Πέτρος και λέγει: «Κύριε, εάν είσαι Εσύ, διάταξέ με να έλθω σε εσένα (περπατώντας) πάνω στα νερά. Αυτός δε είπε: «Έλα». Τότε ο Πέτρος κατέβηκε από το πλοίο και περπάτησε πάνω στα νερά, για να πάει στον Ιησού...» (Ματθ ιδ΄ 28-29).
Αδελφοί μου, όλοι μας, αρκετές φορές αισθανόμαστε ότι βρισκόμαστε μέσα στο πέλαγος και πολλές φορές βλέπουμε τα κύματα να είναι έτοιμα να μας καταποντίσουν.
Ποικίλα προσωπικά προβλήματα, οικογενειακά, κοινωνικά... Επίσης το σοβαρότατο πρόβλημα της ανεργίας που μαστίζει τη νεολαία μας αλλά και τη μέση ηλικία, τόσα και τόσα που αντιμετωπίζουμε καθημερινώς, και να προσθέσουμε τις τόσες καταρεγμένες ψυχές που έχουν έρθει στην πατρίδα μας για ένα καλύτερο μέλλον (και ας μη ξεχνούμε ότι κανένας δε φεύγει από τον τόπο του, όταν εκεί περνάει καλά...), όλα αυτά και τόσα άλλα ακόμα, πράγματι, μας κάνουν κάποιες φορές να αισθανόμαστε ότι «το τέλος εγγύς».
Σ’ αυτό ακριβώς το «σκοτεινό περιβάλλον» θα πρέπει μέσω της ζωντανής πίστεως, να διακρίνουμε τη φωτεινή μορφή του Ιησού και να ακούμε την γλυκιά του Παντοκρατορική φωνή να μας λέει: «Θαρσείτε, Εγώ ειμί, μη φοβείσθε». Και μόνο η φράση αυτή γεμίζει την ύπαρξή μας ειρήνη και ευλογία. Και πώς θα μπορούσε να συμβαίνει διαφορετικά; Αφού ο Χριστός είναι η «Ειρήνη ημών», πώς είναι δυνατόν να μη γεμίζουμε θάρρος; Πώς είναι δυνατόν να αφήνουμε τις αμφιβολίες να ταράζουν την ψυχική μας γαλήνη και κατ’ επέκταση να μεταδίδουμε και εμείς οι ίδιοι, δυστυχώς, στο περιβάλλον μας την σύγχυση και την ταραχή;
Όταν αισθανόμαστε τον Ιησού μπροστά μας, τότε μπορούμε να βαδίσουμε εντελώς άφοβα επάνω στα κύματα των δυσκολιών και των αντιξοοτήτων.
Πάντως δεν είναι καθόλου τυχαίο το γεγονός ότι ο Πέτρος άρχισε στη συνέχεια να φοβάται και να καταποντίζεται όταν έχασε την επαφή του με το βλέμμα του Κυρίου Ιησού, πράγμα που σημαίνει ότι όχι μόνο θα πρέπει να ξεκινούμε με πίστη και με ζήλο, αλλά είναι ανάγκη να δείχνουμε την καρτερία που πρέπει έως τέλους, έστω κι αν βλέπουμε την απόσταση μεγάλη και ο δρόμος μας δείχνει μακρύς...
Η έλλειψη καρτερίας και εμμονής στον αγώνα της αρετής και της αγιότητας, αποδεικνύει ολιγοπιστία, με όλα τα αρνητικά της επακόλουθα. Αυτό ακριβώς άκουσε ο Πέτρος από τον ίδιος τον Διδάσκαλο όταν «έκραξε, Κύριε σώσον με». Ο ελεγκτικός αυτός λόγος του Κυρίου «Ολιγόπιστε! Εις τί εδίστασας;», προσφέροντάς του ταυτοχρόνως το πανάχραντο χέρι του για να τον σώσει, ο λόγος αυτός δεν απευθύνεται μόνο στον θερμόαιμο μαθητή, με τις τόσες του μεταπτώσεις, αλλά στον καθένα από εμάς.
Ναι. Απευθύνεται στον καθένα μας που ενώ ξεκινούμε με ευλογημένες και ηρωικές αποφάσεις, κάπου στο μέσον της πορείας (πάρα πολλοί οι λόγοι), αντί να έχουμε τα μάτια ολοκληρωτικώς στραμμένα στον Ιησού, κάπου παρουσιάζουμε έναν «πνευματικό αλληθωρισμό», με αποτέλεσμα να κινδυνεύουμε κάποιες φορές ανεπανόρθωτα.
Είθε να δώσει ο Δημιουργός και Κυβερνήτης του σύμπαντος κόσμου, να μένουμε πάντοτε κοντά του, ώστε να διαπεράσουμε το τρικυμισμένο πέλαγος της ζωής μας με βεβαιότητα, σταθερότητα και ολοκληρωτική προσήλωση στην Αγία του μορφή, εφαρμόζοντας φυσικά τις θείες του και σωστικές εντολές.
Αμήν.
Ιεροκήρυξ της Ι. Μητρ. Δρυϊνουπόλεως, Πωγωνιανής και Κονίτσης
Τα πλήθη του λαού που είχαν χορτάσει από το θαύμα του χορτασμού των πεντακισχιλίων, γεμάτα ενθουσιασμό ήταν έτοιμα να ανακηρύξουν τον Ιησού Βασιλέα.
Φυσικά δεν ήταν αυτός ο σκοπός της ελεύσεως του Ιησού στον κόσμο. Γι’ αυτό και ο Κύριος δίνει εντολή στους μαθητές του να φύγουν και να τον περιμένουν στην απέναντι πλευρά της λίμνης, στην Καπερναούμ. Ο ίδιος διαλύει τα πλήθη του λαού και στη συνέχεια «ανέβη στο όρος κατ’ ιδίαν προσεύξασθαι». Αλλ’ ενώ ο Κύριος προσευχόταν, οι μαθητές του που βρίσκονταν μέσα στο πλοίο, έπεσαν σε φοβερή περιπέτεια. Αλλά ας αφήσουμε τώρα τον ίδιο τον Ευαγγελιστή Ματθαίο να μας περιγράψει την συνταρακτική εκείνη νύχτα, μελετώντας την περικοπή σε σύγχρονη μετάφραση: «... Και όταν βράδυασε ήταν εκεί μόνος. Το δε πλοίο ήδη βρισκόταν στο μέσο της λίμνης και πάλευε με τα κύματα, διότι ο άνεμος ήταν αντίθετος. Κατά την τέταρτη βάρδια της νύχτας (ώρα 3-6) πήγε προς αυτούς ο Ιησούς περιπατώντας πάνω στη λίμνη... Και όταν οι μαθητές τον είδαν να περιπατεί πάνω στη λίμνη, ταράχτηκαν νομίζοντας ότι είναι φάντασμα, και από το φόβο τους έβγαλαν κραυγή» (Ματθ. ιδ΄ 23-26).
Το μόνο που δεν θα πρέπει να κάνουμε φίλοι μου, είναι να κατηγορήσουμε τους μαθητές ως δειλούς... Δεν είναι και απλό πράγμα αυτό που αντιμετώπιζαν. Είναι αδιανόητο να βλέπεις μια μορφή να βαδίζει επάνω στη θάλασσα, και επόμενο είναι να τα χάνεις. Γι’αυτό και ο Κύριος, γεμάτος στοργή «ελάλησεν αυτοίς» και τους είπε:«Θαρσείτε, Εγώ ειμί, μη φοβείσθε» (Ματθ. ιδ΄27) « Έχετε θάρρος! Εγώ είμαι. Μη φοβείσθε».......
Μπροστά σε αυτό το απρόσμενο και υπέρλογο γεγονός, λαμβάνει τον λόγο το στόμα των Αποστόλων, δηλ. ο Πέτρος και λέγει: «Κύριε, εάν είσαι Εσύ, διάταξέ με να έλθω σε εσένα (περπατώντας) πάνω στα νερά. Αυτός δε είπε: «Έλα». Τότε ο Πέτρος κατέβηκε από το πλοίο και περπάτησε πάνω στα νερά, για να πάει στον Ιησού...» (Ματθ ιδ΄ 28-29).
Αδελφοί μου, όλοι μας, αρκετές φορές αισθανόμαστε ότι βρισκόμαστε μέσα στο πέλαγος και πολλές φορές βλέπουμε τα κύματα να είναι έτοιμα να μας καταποντίσουν.
Ποικίλα προσωπικά προβλήματα, οικογενειακά, κοινωνικά... Επίσης το σοβαρότατο πρόβλημα της ανεργίας που μαστίζει τη νεολαία μας αλλά και τη μέση ηλικία, τόσα και τόσα που αντιμετωπίζουμε καθημερινώς, και να προσθέσουμε τις τόσες καταρεγμένες ψυχές που έχουν έρθει στην πατρίδα μας για ένα καλύτερο μέλλον (και ας μη ξεχνούμε ότι κανένας δε φεύγει από τον τόπο του, όταν εκεί περνάει καλά...), όλα αυτά και τόσα άλλα ακόμα, πράγματι, μας κάνουν κάποιες φορές να αισθανόμαστε ότι «το τέλος εγγύς».
Σ’ αυτό ακριβώς το «σκοτεινό περιβάλλον» θα πρέπει μέσω της ζωντανής πίστεως, να διακρίνουμε τη φωτεινή μορφή του Ιησού και να ακούμε την γλυκιά του Παντοκρατορική φωνή να μας λέει: «Θαρσείτε, Εγώ ειμί, μη φοβείσθε». Και μόνο η φράση αυτή γεμίζει την ύπαρξή μας ειρήνη και ευλογία. Και πώς θα μπορούσε να συμβαίνει διαφορετικά; Αφού ο Χριστός είναι η «Ειρήνη ημών», πώς είναι δυνατόν να μη γεμίζουμε θάρρος; Πώς είναι δυνατόν να αφήνουμε τις αμφιβολίες να ταράζουν την ψυχική μας γαλήνη και κατ’ επέκταση να μεταδίδουμε και εμείς οι ίδιοι, δυστυχώς, στο περιβάλλον μας την σύγχυση και την ταραχή;
Όταν αισθανόμαστε τον Ιησού μπροστά μας, τότε μπορούμε να βαδίσουμε εντελώς άφοβα επάνω στα κύματα των δυσκολιών και των αντιξοοτήτων.
Πάντως δεν είναι καθόλου τυχαίο το γεγονός ότι ο Πέτρος άρχισε στη συνέχεια να φοβάται και να καταποντίζεται όταν έχασε την επαφή του με το βλέμμα του Κυρίου Ιησού, πράγμα που σημαίνει ότι όχι μόνο θα πρέπει να ξεκινούμε με πίστη και με ζήλο, αλλά είναι ανάγκη να δείχνουμε την καρτερία που πρέπει έως τέλους, έστω κι αν βλέπουμε την απόσταση μεγάλη και ο δρόμος μας δείχνει μακρύς...
Η έλλειψη καρτερίας και εμμονής στον αγώνα της αρετής και της αγιότητας, αποδεικνύει ολιγοπιστία, με όλα τα αρνητικά της επακόλουθα. Αυτό ακριβώς άκουσε ο Πέτρος από τον ίδιος τον Διδάσκαλο όταν «έκραξε, Κύριε σώσον με». Ο ελεγκτικός αυτός λόγος του Κυρίου «Ολιγόπιστε! Εις τί εδίστασας;», προσφέροντάς του ταυτοχρόνως το πανάχραντο χέρι του για να τον σώσει, ο λόγος αυτός δεν απευθύνεται μόνο στον θερμόαιμο μαθητή, με τις τόσες του μεταπτώσεις, αλλά στον καθένα από εμάς.
Ναι. Απευθύνεται στον καθένα μας που ενώ ξεκινούμε με ευλογημένες και ηρωικές αποφάσεις, κάπου στο μέσον της πορείας (πάρα πολλοί οι λόγοι), αντί να έχουμε τα μάτια ολοκληρωτικώς στραμμένα στον Ιησού, κάπου παρουσιάζουμε έναν «πνευματικό αλληθωρισμό», με αποτέλεσμα να κινδυνεύουμε κάποιες φορές ανεπανόρθωτα.
Είθε να δώσει ο Δημιουργός και Κυβερνήτης του σύμπαντος κόσμου, να μένουμε πάντοτε κοντά του, ώστε να διαπεράσουμε το τρικυμισμένο πέλαγος της ζωής μας με βεβαιότητα, σταθερότητα και ολοκληρωτική προσήλωση στην Αγία του μορφή, εφαρμόζοντας φυσικά τις θείες του και σωστικές εντολές.
Αμήν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου