Ο Σταυρός (και άλλα σύμβολα)
Γράφει ο κ. Γεώργιος Ι. Λουπάσης
Φιλόλογος, Υποδιευθυντής Γυμνασίου Νέας Κυδωνίας Χανίων
Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (ΕΔΑΔ) καταδίκασε πρόσφατα την Ιταλία, επειδή στις σχολικές αίθουσες έχει τοποθετηθεί σταυρός. Και στο όνομα της ισονομίας και του σεβασμού της θρησκευτικής ελευθερίας ζήτησε να αφαιρεθεί από τα σημεία αυτά το κορυφαίο σύμβολο του Χριστιανισμού. Όπως ήταν αναμενόμενο, οι αντιδράσεις που προκλήθηκαν ήταν άμεσες και πολύ έντονες......
ενώ σε δημοσκόπηση που διενεργήθηκε με το ερώτημα «πρέπει να εκτίθεται ο σταυρός στις σχολικές αίθουσες;» το 84% των ερωτηθέντων απάντησε «ναι» και το 14% «όχι». Μεταξύ εκείνων που δεν πηγαίνουν ποτέ στην εκκλησία, το 68% τάσσεται υπέρ της παρουσίας του σταυρού. Το ποσοστό είναι 86% για όσους εκκλησιάζονται πολλές φορές το χρόνο και 93% για όσους εκκλησιάζονται τουλάχιστον μια φορά την εβδομάδα.
Μια άλλη είδηση, που έρχεται από τη Γαλλία αυτή τη φορά, μας πληροφορεί ότι οι Γάλλοι αρχίζουν να συζητούν για την έννοια της εθνικής ταυτότητας, για το τι σημαίνει δηλαδή γι’ αυτούς το να είναι Γάλλοι. Η συζήτηση αυτή προωθείται από τον ίδιο τον πρόεδρο της χώρας, κομβικά δε σημεία της θα είναι «ο “κοσμικός χαρακτήρας” της Γαλλικής Δημοκρατίας με τον πλήρη διαχωρισμό κράτους και θρησκείας, η γαλλική γλώσσα και τα σύμβολα: η σημαία και ο εθνικός ύμνος, γνωστός ως “Μαρσεγιέζ”».
Οι δυο αυτές ειδήσεις φαίνονται, με την πρώτη τουλάχιστον ματιά, άσχετες μεταξύ τους. Επισημαίνω όμως ένα κοινό στοιχείο, το ότι δηλαδή αναφέρονται σε θέματα με αξία διαχρονική: όχι μόνον αποτελούν ψηφίδες μεγάλης εμβέλειας του πανανθρώπινου πολιτισμού, αλλά και συμβάλλουν ουσιωδώς στη διαμόρφωση μιας συνολικής εικόνας, αυτής που συνηθίζουμε να αποκαλούμε «ταυτότητα».
Το πράγμα θα ήταν δυνατόν να υποβαθμιστεί και να μη μας απασχολήσει, με το επιχείρημα ότι ενδιαφέρει συγκεκριμένες χώρες και τους λαούς των. Θα ήταν όμως μέγα σφάλμα αυτή η θέση, καθώς σήμερα τα «σύνορα», εκτός από το ότι βάλλονται από διάφορες πλευρές και πάντως θεωρούνται αναχρονιστικό δεδομένο, εύκολα παραβιάζονται και ονειδίζονται – σαν να μην υπάρχουν. Θα ήταν σφάλμα επειδή στις μέρες μας υπάρχουν εκείνοι που με αδημονία περιμένουν να ακούσουν κάτι για νέες «κατακτήσεις» όπου γης, ώστε να συμπράξουν και αυτοί στην προσπάθεια για εγκατάσταση μιας νέας πραγματικότητας. Θα ήταν σφάλμα και για τον επί πλέον λόγο ότι δυνάμεις αόρατες και ορατές έχουν επιβάλει και έχουν θεμελιώσει αυτό που με απροσδιόριστο δέος (και με ικανοποίηση;) ονομάζουμε παγκοσμιοποίηση.
Οι αυτοαποκαλούμενοι «προοδευτικοί» είναι βέβαιο πως πανηγυρίζουν. Το ερώτημα είναι αν στην αιτία των πανηγυρισμών τους περιλαμβάνεται το συστατικό της προόδου. Άλλο δε ερώτημα που προηγείται αφορά την ίδια την έννοια του όρου «πρόοδος». Γιατί μπορεί κάποιος να βρει στα λεξικά τη σημασία της λέξης αυτής, απάντηση όμως για την επί της ουσίας αξία οποιασδήποτε ερμηνείας δύσκολα θα βρει. Όχι τόσο για το λόγο ότι πρόκειται για έννοια με έντονο το υποκειμενικό στοιχείο, αλλά διότι έχει να κάμει με μια «κατάσταση πολέμου» καλά σχεδιασμένη, η οποία έχει διαχυθεί στις κοινωνίες της εποχής μας με πρωτοβουλία αλλά και με δράση εκείνων που νέμονται την κάθε μορφής εξουσία. Ο πόλεμος αυτός, σύμφωνα με εκείνους που τον υποδαυλίζουν, γίνεται εναντίον του παλιού, εναντίον του χθες, εναντίον της «συντήρησης». Όμως, ένας νουνεχής άνθρωπος γνωρίζει ότι ένας πόλεμος σαν κι αυτόν θα έπρεπε να διεξάγεται ανάμεσα στο ωφέλιμο και στο επιζήμιο, ανάμεσα στις δυνάμεις που οικοδομούν και σ’ εκείνες που ισοπεδώνουν. Ο λόγος είναι απλός: κριτήριο δεν μπορεί να είναι η ηλικία και η παλαιότητα αλλά η χρησιμότητα.
Μέσα σ’ αυτό το περιβάλλον εντάσσεται και ο τόπος μας. Εδώ ανήκουμε και κινούμαστε και εμείς. Με λειψή ή στρεβλή πολλές φορές πληροφόρηση (αποτέλεσμα σκόπιμων ενεργειών), παρακολουθούμε την πορεία εαυτών και αλλήλων με απάθεια, σαν να έχουμε αποδεχτεί ότι το «μοιραίο» είναι αναπότρεπτο. Ξεχνάμε όμως δυο έννοιες που λειτουργούν συμπληρωματικά σε σχέση με την πορεία των ανθρώπων. Είναι η διαφορετικότητα και η συλλογικότητα. Η πρώτη προστατεύει το άτομο ή τα επί μέρους εντός της κοινωνίας σύνολα με το να αναδεικνύει καίρια γνωρίσματα της υπόστασης και της ζωής τους και με το να προκαλεί (έτσι πρέπει τουλάχιστον!) το σεβασμό των υπολοίπων. Αν η διαφορετικότητα ισοπεδωθεί, χάνονται οι δυνάμεις εκείνες οι οποίες ως συνιστώσες θα οδηγήσουν σε ισορροπημένο αποτέλεσμα. Μήπως έτσι δεν δημιουργείται π.χ. ένα οικοδόμημα στο οποίο κάθε επί μέρους στοιχείο έχει την αποστολή του επιτελώντας ευδιάκριτο έργο; Όταν δεν συμβαίνει αυτό, μιλάμε για «πλίνθους και κεράμους ατάκτως ερριμμένα»! Η συλλογικότητα, εξ άλλου, θωρακίζει την αρμονική συμβίωση των ανθρώπων, καθώς θεμελιώνεται στη «συμφωνία» για επικράτηση της πλειοψηφίας που υπάρχει σε μια δεδομένη στιγμή. Η ακύρωσή της είναι ταυτόσημη με την ακύρωση της δημοκρατίας: όταν η μειοψηφία βρίσκει τον τρόπο να επιβάλλει βιαίως την άποψή της επί της πλειοψηφίας, καταστρέφεται η κοινωνική συνοχή με ευκόλως εννοούμενα τα επακόλουθα.
Σήμερα τις δύο αυτές έννοιες σε μεγάλο βαθμό τις έχουμε βγάλει από τη ζωή μας, ίσως επειδή οι καιροί είναι πονηροί, ίσως διότι δεν πιστεύουμε πια στην αξία τους, σίγουρα όμως για το λόγο ότι κάποιοι καταφερτζήδες και αδίστακτοι μπόρεσαν να τις «απαλλοτριώσουν». Τις έχουν υπό την εξουσία τους, τις προβάλλουν με οδηγό το συμφέρον τους, τις χρησιμοποιούν και σαν όπλα για να προωθήσουν τις επιδιώξεις τους.
Μπορούμε πλέον να εξηγήσουμε και να καταλάβουμε γιατί, λίγες μόνο μέρες μετά την απόφαση του ΕΔΑΔ, σε νομό της Θεσσαλίας κάποιοι αποφάσισαν να αφαιρέσουν από αίθουσες διδασκαλίας τις εικόνες και το Σταυρό (αυτό τουλάχιστον διάβασα κάπου)! Μπορούμε, επίσης, να εξηγήσουμε αναφορές που γίνονται, πάλι από εκπαιδευτικούς, για τη σκοπιμότητα και τη χρησιμότητα εκδηλώσεων όπως οι μαθητικές παρελάσεις ή συμβόλων όπως είναι η σημαία και ο εθνικός ύμνος. Μπροστάρηδες οι Γάλλοι, πίσω τους κι εμείς, για να χτίσουμε τον καινούργιο κόσμο! Και, ακόμη, καταλαβαίνουμε πώς φτάσαμε στο σημείο να αφαιρούνται και από άλλους δημόσιους χώρους (π. χ. δικαστήρια) παρόμοια σύμβολα.
Δεν έχω καμιά αμφιβολία για το ότι διανύουμε εποχή με πολλούς κινδύνους, περισσότερους από άλλους καιρούς, να ενεδρεύουν στις παρυφές της διαδρομής. Με βάση όσα εξέθεσα στις προηγούμενες παραγράφους, οι σοβαρότεροι από τους κινδύνους αυτούς οφείλονται στο ότι έχουμε υποκύψει μπροστά στη λαίλαπα της παγκοσμιοποίησης. Η δαιμονοποίησή της όμως συνιστά μη ενδεδειγμένη συμπεριφορά που υπονομεύει τις δυνάμεις μας με το να υποβάλλει την (ψευδ)αίσθηση ότι η τύχη μας είναι προδιαγεγραμμένη.
Το παρελθόν διδάσκει ότι και άλλοτε οι άνθρωποι έζησαν μια «παγκόσμια κοινωνία». Ήταν η εποχή της ρωμαϊκής κυριαρχίας, εποχή που σημαδεύτηκε από διαφθορά, από έκλυση των ηθών, από αχαλίνωτη επίδοση σε υλικές απολαύσεις. Το αντίδοτο στην παρακμή που είχε απλωθεί ήρθε από το χώρο του πνεύματος, όπου καταλυτική επίδραση άσκησε η νέα τότε θρησκεία, ο Χριστιανισμός. Οι ομοιότητες ανάμεσα στο τότε και στο σήμερα είναι μεγάλης έκτασης. Έχοντας πνευματική νηφαλιότητα και ευθυκρισία μπορούμε να αντιληφθούμε πόσο μεγάλο θέμα εγείρεται με τις επιθέσεις που εξαπολύονται κατά των συμβόλων. Σταυρός, σημαία, εθνικός ύμνος (και πολλά ακόμη…) υψώνονται εδώ και αιώνες για να συμπυκνώνουν την κοινή πεποίθηση, την κοινή αντίληψη, την κοινή διάθεση. Υψώνονται όχι για να χωρίζουν, αλλά για να φέρνουν κοντά και να ενώνουν τους ανθρώπους. Υψώνονται και για να αποτελούν αντίβαρο στις επιλογές όσων είναι ευάλωτοι από λιποψυχία ή από ατολμία, όσων ενσυνείδητα παραιτούνται. Και ακόμη για να δίνουν απάντηση σε όσους φιλοδοξούν να προσαρμόσουν τον κόσμο στις επιθυμίες και στις επιλογές των ολίγων.
Για όλα αυτά υπάρχει ένας όρος: τα σύμβολα, τα ιερά και τα όσια δεν είναι ούτε δυνατόν ούτε αποδεκτό να χρησιμοποιούνται για ιδιοτελείς σκοπούς. Δεν προσφέρονται για συνθήματα όπως το αλήστου μνήμης «Ελλάς Ελλήνων Χριστιανών». Δεν έχουν σχέση με ανθρώπους οι οποίοι βλέποντας την κακοποίησή τους κόπτονται και αγανακτούν σαν τους Φαρισαίους, ενώ την ίδια στιγμή με τη ζωή τους τα βεβηλώνουν. Η ευθεία και χωρίς μισόλογα, μοναδική δε απάντηση σε κάθε τι που ατιμάζει αυτά τα πολύτιμα συστατικά της ζωής μας είναι πως τη μεγαλύτερη σημασία και αξία έχει η ανάρτησή τους στον ιστό της συνείδησής μας. Από εκεί δεν μπορεί καμιά δύναμη να τα αφαιρέσει και να τα αφανίσει.
Φιλόλογος, Υποδιευθυντής Γυμνασίου Νέας Κυδωνίας Χανίων
Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (ΕΔΑΔ) καταδίκασε πρόσφατα την Ιταλία, επειδή στις σχολικές αίθουσες έχει τοποθετηθεί σταυρός. Και στο όνομα της ισονομίας και του σεβασμού της θρησκευτικής ελευθερίας ζήτησε να αφαιρεθεί από τα σημεία αυτά το κορυφαίο σύμβολο του Χριστιανισμού. Όπως ήταν αναμενόμενο, οι αντιδράσεις που προκλήθηκαν ήταν άμεσες και πολύ έντονες......
ενώ σε δημοσκόπηση που διενεργήθηκε με το ερώτημα «πρέπει να εκτίθεται ο σταυρός στις σχολικές αίθουσες;» το 84% των ερωτηθέντων απάντησε «ναι» και το 14% «όχι». Μεταξύ εκείνων που δεν πηγαίνουν ποτέ στην εκκλησία, το 68% τάσσεται υπέρ της παρουσίας του σταυρού. Το ποσοστό είναι 86% για όσους εκκλησιάζονται πολλές φορές το χρόνο και 93% για όσους εκκλησιάζονται τουλάχιστον μια φορά την εβδομάδα.
Μια άλλη είδηση, που έρχεται από τη Γαλλία αυτή τη φορά, μας πληροφορεί ότι οι Γάλλοι αρχίζουν να συζητούν για την έννοια της εθνικής ταυτότητας, για το τι σημαίνει δηλαδή γι’ αυτούς το να είναι Γάλλοι. Η συζήτηση αυτή προωθείται από τον ίδιο τον πρόεδρο της χώρας, κομβικά δε σημεία της θα είναι «ο “κοσμικός χαρακτήρας” της Γαλλικής Δημοκρατίας με τον πλήρη διαχωρισμό κράτους και θρησκείας, η γαλλική γλώσσα και τα σύμβολα: η σημαία και ο εθνικός ύμνος, γνωστός ως “Μαρσεγιέζ”».
Οι δυο αυτές ειδήσεις φαίνονται, με την πρώτη τουλάχιστον ματιά, άσχετες μεταξύ τους. Επισημαίνω όμως ένα κοινό στοιχείο, το ότι δηλαδή αναφέρονται σε θέματα με αξία διαχρονική: όχι μόνον αποτελούν ψηφίδες μεγάλης εμβέλειας του πανανθρώπινου πολιτισμού, αλλά και συμβάλλουν ουσιωδώς στη διαμόρφωση μιας συνολικής εικόνας, αυτής που συνηθίζουμε να αποκαλούμε «ταυτότητα».
Το πράγμα θα ήταν δυνατόν να υποβαθμιστεί και να μη μας απασχολήσει, με το επιχείρημα ότι ενδιαφέρει συγκεκριμένες χώρες και τους λαούς των. Θα ήταν όμως μέγα σφάλμα αυτή η θέση, καθώς σήμερα τα «σύνορα», εκτός από το ότι βάλλονται από διάφορες πλευρές και πάντως θεωρούνται αναχρονιστικό δεδομένο, εύκολα παραβιάζονται και ονειδίζονται – σαν να μην υπάρχουν. Θα ήταν σφάλμα επειδή στις μέρες μας υπάρχουν εκείνοι που με αδημονία περιμένουν να ακούσουν κάτι για νέες «κατακτήσεις» όπου γης, ώστε να συμπράξουν και αυτοί στην προσπάθεια για εγκατάσταση μιας νέας πραγματικότητας. Θα ήταν σφάλμα και για τον επί πλέον λόγο ότι δυνάμεις αόρατες και ορατές έχουν επιβάλει και έχουν θεμελιώσει αυτό που με απροσδιόριστο δέος (και με ικανοποίηση;) ονομάζουμε παγκοσμιοποίηση.
Οι αυτοαποκαλούμενοι «προοδευτικοί» είναι βέβαιο πως πανηγυρίζουν. Το ερώτημα είναι αν στην αιτία των πανηγυρισμών τους περιλαμβάνεται το συστατικό της προόδου. Άλλο δε ερώτημα που προηγείται αφορά την ίδια την έννοια του όρου «πρόοδος». Γιατί μπορεί κάποιος να βρει στα λεξικά τη σημασία της λέξης αυτής, απάντηση όμως για την επί της ουσίας αξία οποιασδήποτε ερμηνείας δύσκολα θα βρει. Όχι τόσο για το λόγο ότι πρόκειται για έννοια με έντονο το υποκειμενικό στοιχείο, αλλά διότι έχει να κάμει με μια «κατάσταση πολέμου» καλά σχεδιασμένη, η οποία έχει διαχυθεί στις κοινωνίες της εποχής μας με πρωτοβουλία αλλά και με δράση εκείνων που νέμονται την κάθε μορφής εξουσία. Ο πόλεμος αυτός, σύμφωνα με εκείνους που τον υποδαυλίζουν, γίνεται εναντίον του παλιού, εναντίον του χθες, εναντίον της «συντήρησης». Όμως, ένας νουνεχής άνθρωπος γνωρίζει ότι ένας πόλεμος σαν κι αυτόν θα έπρεπε να διεξάγεται ανάμεσα στο ωφέλιμο και στο επιζήμιο, ανάμεσα στις δυνάμεις που οικοδομούν και σ’ εκείνες που ισοπεδώνουν. Ο λόγος είναι απλός: κριτήριο δεν μπορεί να είναι η ηλικία και η παλαιότητα αλλά η χρησιμότητα.
Μέσα σ’ αυτό το περιβάλλον εντάσσεται και ο τόπος μας. Εδώ ανήκουμε και κινούμαστε και εμείς. Με λειψή ή στρεβλή πολλές φορές πληροφόρηση (αποτέλεσμα σκόπιμων ενεργειών), παρακολουθούμε την πορεία εαυτών και αλλήλων με απάθεια, σαν να έχουμε αποδεχτεί ότι το «μοιραίο» είναι αναπότρεπτο. Ξεχνάμε όμως δυο έννοιες που λειτουργούν συμπληρωματικά σε σχέση με την πορεία των ανθρώπων. Είναι η διαφορετικότητα και η συλλογικότητα. Η πρώτη προστατεύει το άτομο ή τα επί μέρους εντός της κοινωνίας σύνολα με το να αναδεικνύει καίρια γνωρίσματα της υπόστασης και της ζωής τους και με το να προκαλεί (έτσι πρέπει τουλάχιστον!) το σεβασμό των υπολοίπων. Αν η διαφορετικότητα ισοπεδωθεί, χάνονται οι δυνάμεις εκείνες οι οποίες ως συνιστώσες θα οδηγήσουν σε ισορροπημένο αποτέλεσμα. Μήπως έτσι δεν δημιουργείται π.χ. ένα οικοδόμημα στο οποίο κάθε επί μέρους στοιχείο έχει την αποστολή του επιτελώντας ευδιάκριτο έργο; Όταν δεν συμβαίνει αυτό, μιλάμε για «πλίνθους και κεράμους ατάκτως ερριμμένα»! Η συλλογικότητα, εξ άλλου, θωρακίζει την αρμονική συμβίωση των ανθρώπων, καθώς θεμελιώνεται στη «συμφωνία» για επικράτηση της πλειοψηφίας που υπάρχει σε μια δεδομένη στιγμή. Η ακύρωσή της είναι ταυτόσημη με την ακύρωση της δημοκρατίας: όταν η μειοψηφία βρίσκει τον τρόπο να επιβάλλει βιαίως την άποψή της επί της πλειοψηφίας, καταστρέφεται η κοινωνική συνοχή με ευκόλως εννοούμενα τα επακόλουθα.
Σήμερα τις δύο αυτές έννοιες σε μεγάλο βαθμό τις έχουμε βγάλει από τη ζωή μας, ίσως επειδή οι καιροί είναι πονηροί, ίσως διότι δεν πιστεύουμε πια στην αξία τους, σίγουρα όμως για το λόγο ότι κάποιοι καταφερτζήδες και αδίστακτοι μπόρεσαν να τις «απαλλοτριώσουν». Τις έχουν υπό την εξουσία τους, τις προβάλλουν με οδηγό το συμφέρον τους, τις χρησιμοποιούν και σαν όπλα για να προωθήσουν τις επιδιώξεις τους.
Μπορούμε πλέον να εξηγήσουμε και να καταλάβουμε γιατί, λίγες μόνο μέρες μετά την απόφαση του ΕΔΑΔ, σε νομό της Θεσσαλίας κάποιοι αποφάσισαν να αφαιρέσουν από αίθουσες διδασκαλίας τις εικόνες και το Σταυρό (αυτό τουλάχιστον διάβασα κάπου)! Μπορούμε, επίσης, να εξηγήσουμε αναφορές που γίνονται, πάλι από εκπαιδευτικούς, για τη σκοπιμότητα και τη χρησιμότητα εκδηλώσεων όπως οι μαθητικές παρελάσεις ή συμβόλων όπως είναι η σημαία και ο εθνικός ύμνος. Μπροστάρηδες οι Γάλλοι, πίσω τους κι εμείς, για να χτίσουμε τον καινούργιο κόσμο! Και, ακόμη, καταλαβαίνουμε πώς φτάσαμε στο σημείο να αφαιρούνται και από άλλους δημόσιους χώρους (π. χ. δικαστήρια) παρόμοια σύμβολα.
Δεν έχω καμιά αμφιβολία για το ότι διανύουμε εποχή με πολλούς κινδύνους, περισσότερους από άλλους καιρούς, να ενεδρεύουν στις παρυφές της διαδρομής. Με βάση όσα εξέθεσα στις προηγούμενες παραγράφους, οι σοβαρότεροι από τους κινδύνους αυτούς οφείλονται στο ότι έχουμε υποκύψει μπροστά στη λαίλαπα της παγκοσμιοποίησης. Η δαιμονοποίησή της όμως συνιστά μη ενδεδειγμένη συμπεριφορά που υπονομεύει τις δυνάμεις μας με το να υποβάλλει την (ψευδ)αίσθηση ότι η τύχη μας είναι προδιαγεγραμμένη.
Το παρελθόν διδάσκει ότι και άλλοτε οι άνθρωποι έζησαν μια «παγκόσμια κοινωνία». Ήταν η εποχή της ρωμαϊκής κυριαρχίας, εποχή που σημαδεύτηκε από διαφθορά, από έκλυση των ηθών, από αχαλίνωτη επίδοση σε υλικές απολαύσεις. Το αντίδοτο στην παρακμή που είχε απλωθεί ήρθε από το χώρο του πνεύματος, όπου καταλυτική επίδραση άσκησε η νέα τότε θρησκεία, ο Χριστιανισμός. Οι ομοιότητες ανάμεσα στο τότε και στο σήμερα είναι μεγάλης έκτασης. Έχοντας πνευματική νηφαλιότητα και ευθυκρισία μπορούμε να αντιληφθούμε πόσο μεγάλο θέμα εγείρεται με τις επιθέσεις που εξαπολύονται κατά των συμβόλων. Σταυρός, σημαία, εθνικός ύμνος (και πολλά ακόμη…) υψώνονται εδώ και αιώνες για να συμπυκνώνουν την κοινή πεποίθηση, την κοινή αντίληψη, την κοινή διάθεση. Υψώνονται όχι για να χωρίζουν, αλλά για να φέρνουν κοντά και να ενώνουν τους ανθρώπους. Υψώνονται και για να αποτελούν αντίβαρο στις επιλογές όσων είναι ευάλωτοι από λιποψυχία ή από ατολμία, όσων ενσυνείδητα παραιτούνται. Και ακόμη για να δίνουν απάντηση σε όσους φιλοδοξούν να προσαρμόσουν τον κόσμο στις επιθυμίες και στις επιλογές των ολίγων.
Για όλα αυτά υπάρχει ένας όρος: τα σύμβολα, τα ιερά και τα όσια δεν είναι ούτε δυνατόν ούτε αποδεκτό να χρησιμοποιούνται για ιδιοτελείς σκοπούς. Δεν προσφέρονται για συνθήματα όπως το αλήστου μνήμης «Ελλάς Ελλήνων Χριστιανών». Δεν έχουν σχέση με ανθρώπους οι οποίοι βλέποντας την κακοποίησή τους κόπτονται και αγανακτούν σαν τους Φαρισαίους, ενώ την ίδια στιγμή με τη ζωή τους τα βεβηλώνουν. Η ευθεία και χωρίς μισόλογα, μοναδική δε απάντηση σε κάθε τι που ατιμάζει αυτά τα πολύτιμα συστατικά της ζωής μας είναι πως τη μεγαλύτερη σημασία και αξία έχει η ανάρτησή τους στον ιστό της συνείδησής μας. Από εκεί δεν μπορεί καμιά δύναμη να τα αφαιρέσει και να τα αφανίσει.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου