Η ΣΥΓΧΡΟΝΟΣ ΑΠΟΣΤΑΣΙΑ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ΚΑΙ ΤΟ ΜΑΘΗΜΑ ΤΩΝ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΩΝ ΕΙΣ ΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΙΝ
Τοῦ κ. Ἠλία Μπάκου, Γεν. Γραμματέα τῆς ΠΕΘ
Ἡ Ἱερά Σύνοδος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, ὕστερα ἀπό εἰσήγηση τοῦ Μακαριωτάτου Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν καί πάσης Ἑλλάδος κ. Ἱερωνύμου, Προέδρου αὐτῆς, ἀποφάσισε γιά τήν 30ή Ἀπριλίου 2011 Πανελλήνια συνάντηση τῶν θεολογικῶν Ἑνώσεων στήν Ἱερά Μονή Πεντέλης γιά τό ὡράριο διδασκαλίας τοῦ Μαθήματος τῶν Θρησκευτικῶν στήν Ἐκπαίδευση.
Τήν διοργάνωση τῆς Ἡμερίδος αὐτῆς ἡ Ἱερά Σύνοδος ἀνέθεσε στη Συνοδική Ἐπιτροπή ἐπί τῆς χριστιανικῆς Ἀγωγῆς καί τῆς Νεότητος, τῆς ὁποίας τήν εὐθύνη και πρωτοβουλία τῶν συζητήσεων εἶχε ὁ Σεβ. Μητροπολίτης Δημητριάδος καί Ἁλμυροῦ κ. Ἰγνάτιος, προεδρεύοντος τοῦ Μακαριωτάτου Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν κ. Ἱερωνύμου, καί μέ τήν παρουσία τῶν Σεβασμιωτάτων Ἀρχιερέων κ. Δανιήλ Καισαριανῆς καί Χρυσοστόμου Μεσσηνίας...
Τή συζήτηση παρακολούθησαν, χωρίς νά λάβουν τό λόγο, κληρικοί τῶν Συνοδικῶν Γραφείων, οἱ Κοσμήτορες τῶν Θεολογικῶν Σχολῶν Ἀθηνῶν καί Θεσσαλονίκης, μετά λόγου, Ἐκπρόσωποι τῶν Θεολογικῶν Ἑνώσεων, καί τῶν Παραρτημάτων ἀνά τήν Ἑλλάδα τῆς Πανελληνίου Ἑνώσεως Θεολόγων (ΠΕΘ) μετά λόγου, καί οἱ ὁποῖοι δέν περιόρισαν τό λόγο τους μόνο στό ὡράριο διδασκαλίας ἀλλά ἀναφέρθηκαν κατηγορηματικά στήν ὑποχρεωτικότητα καί στόν ὀρθόδοξο χαρακτήρα τοῦ Θεολογικοῦ καί ὁμολογιακοῦ μαθήματος, τό περιεχόμενο τοῦ ὁποίου προσδιορίζεται καί κατοχυρώνεται ἀπό τό Σύνταγμα καί τούς νόμους τῆς Πολιτείας. Ἀπό ὅλους τούς ὁμιλητές τονίσθηκε ὁ διορισμός πτυχιούχων θεολόγων στή Δημοτική Ἐκπαίδευση γιά τή διδασκαλία τοῦ ΜτΘ στά Δημοτικά σχολεῖα. Ἐπίσης, ὁμόφωνη ἦταν ἡ θέση νά μή ἀλλάξει ἡ ὀνομασία τοῦ Μαθήματος. Ἡ δέ ὁρολογία-ὀνομασία «Θρησκεία καί κόσμος» γιά τήν Β´ Λυκείου, νά ζητηθεῖ ἀπο τό Ὑπουργεῖο Παιδείας ἡ ἀπόσυρσή της.
Τά ὅσα ἀκολουθοῦν, ἦταν προετοιμασμένα νά ἀνακοινωθοῦν- κατατεθοῦν στη συζήτηση γιά ἕνα εὐρύτερο προβληματισμό καί συμπνευματισμό. Ἀνταποκρινόμενος στήν παράκληση τοῦ Μακαριωτάτου Ἀρχιεπισκόπου νά περιορισθῶ στό χρόνο τῶν πέντε (5) λεπτῶν τῆς ὥρας, ἀναφέρθηκα μόνο στά ὅσα περικλείονται σέ εἰσαγωγικά:
1. «Ἡ θεσμική κατοχύρωση τοῦ θρησκευτικοῦ μαθήματος στην Ἐκπαίδευση.
Τό Μάθημα τῶν θρησκευτικῶν εἶναι θεσμικά κατοχυρωμένο: α) Ὡς πρός τό Ὀρθόδοξο χριστιανικό περιεχόμενο. Δηλαδή ἑρμηνεία τῶν Γραφῶν, πατερική θεολογία- Δόγμα, Λατρεία και Ἐκκλησιαστικό Ἑορτολόγιο, Ἱστορία κατά τή χρονική διαδρομή τῶν γεγονότων-γραμμική πορεία και μέθοδο καί ὄχι θεματική κατά τά Annanes (Παρίσι 1929), οὔτε αἰτιοκρατική-αἴτιο-ἀποτέλεσμα κατά τη σκέψη καί μέθοδο τοῦ ἱστορικοῦ ὑλισμοῦ κ.λ.π. (Βλ. Ἠλία Δ. Μπάκου, Μεθοδολογία λόγου και γραφῆς, Ἀθήνα 1999). β) Τό Σύνταγμα τῆς Ἑλλάδος, ἄρθρο 16 και ἡ κρατοῦσα νομοθεσία- νόμος 1566/85, νόμος 590/77 καί οἱ ἀποφάσεις τοῦ ΣτΕ 3356/1995 και 2076/1998, καθώς καί ἡ σχετική Εὐρωπαϊκή νομοθεσία δέν ἐπιτρέπουν ἀποκλίσεις ἀπό τόν χαρακτήρα τοῦ ΜτΘ, ἀπό την ὑποχρεωτικότητα αὐτοῦ καί προβλέπεται σαφέστατα ὡς ἐλάχιστες ὧρες διδασκαλίας δύο (2) ὧρες τήν ἑβδομάδα γιά κάθε τάξη. Ἑπομένως το δίωρο εἶναι νομίμως ὑποχρεωτικό καί γιά τή Γ´ τάξη Λυκείου. Ἡ Πολιτεία ὀφείλει νά τηρεῖ τή νομιμότητακαί στό συγκεκριμένο θέμα. ἡ δέ Ἐκκλησία ἀξιώνει- πρέπει να ἀξιώνει- τήν τήρηση τῆς νομιμότητας, πολύ περισσότερο γιά το ΜτΘ. Πρός τήν κατεύθυνση αὐτή συνηγοροῦν λόγοι: θεσμικοί, ἐθνικοί, παιδαγωγικοί, κοινωνικοί ,Ἐκκλησιαστικοί, θεολογικοί κ.ἄ», (Βλ. Ἠλία Δ. Μπάκου, Λόγος ἀποδεικτικός…, Ἀθήνα 2011).
2. Γενική ἀποτίμηση–Δεδομένα καί ζητούμενα:
Ἡ πολιτική ἡγεσία τῆς Ἑλλάδος ἐνεργεῖ ἀνθελληνικά καί χριστιανικά ἀντορθόδοξα. Ὁδηγεῖ τό Ἔθνος εἰς ἄθεον Κράτος. Ἄλλοτε μέ τόν ὑλικό εὐδαιμονισμό, καί ἄλλοτε καθαρά με ἀθεϊστικές-ὑλιστικές θεωρίες και πράξεις. Ἀνώτατα θεσμικά πρόσωπα τῆς Πολιτείας ἐμφορούμενα ἀπό ἀθεϊστικές ἰδεοληψίες ἀρνοῦνται ἄκομψα καί ἐπιδεικτικά να ὁρκισθοῦν κατά τήν ἀνάληψη τῶν ὑψηλῶν τους καθηκόντων κατά τά ἱερά θέσμια. Περιφρονοῦν τό ἐθνικό καί θρησκευτικό Ἑορτολόγιο καί πολλοί ἀποφεύγουν προσχηματικά τόν χαιρετισμό: Χριστός Ἀνέστη ἤ τήν ἀνταπόδοση αὐτοῦ: Ἀληθῶς Ἀνέστη τήν ἡμέρα τῆς Αναστάσεως.
Τά σχολικά βιβλία, πού προγραμματίζει καί ἐπιμελεῖται τό Παιδαγωγικό- ἀκριβέστερα Ἀντιπαιδαγωγικό Ἰνστιτοῦτο, μέ τήν ἔγκριση βέβαια τῆς Πολιτικῆς ἡγεσίας τοῦ Ὑπουργείου Παιδείας, προπαγανδίζουν εὐθέως τήν ἀθεΐα καί τον ἀνθελληνισμό. Τό ἴδιο πνεῦμα, σ᾽ αὐτή τή φάση, εἰσέβαλε καί σέ περιορισμένο, εὐτυχῶςχῶρο τῆς Ἐκκλησίας. Ἐφόρμησε ἀπό τό Παιδαγωγικό Ἰνστιτοῦτο, ἀπό τήν περίφημη «Θεολογική Ἀκαδημία τοῦ Βόλου», καί ἀπό ἄλλα ἄδηλα ἤ ἐμφανῆ Κέντρα ἀποδόμησης τῆς Ὀρθοδόξου Χριστιανικῆς Πίστεως καί τοῦ Ἑλληνισμοῦ.
Μέχρι τώρα ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος εἶχε νά ἀντιμετωπίσει τους παραδοσιακούς ἄθεους καί πολέμιους τῆς Πίστεως. Δικαιολογημένος ὁ ἀγώνας αὐτός καί γιά τις δύο πλευρές, ἴσως. Σήμερα πολεμεῖται ὄχι μόνο ἀπό τόν ἀθεϊσμό καί τό πνεῦμα τῆς παγκοσμιοποιήσεως μέ στόχο τόν θρησκευτικό συγκρητισμό καί την ἴδρυση παγκόσμιας οἰκονομικῆς (;) Διακυβέρνησης, τήν ὀποία εὐκαίρως- ἀκαίρως εἰσηγεῖται καί ὁ σημερινός Πρωθυπουργός τῆς Ἑλλάδος, ἀλλά ὑποσκάπτεται καί ἀπό κάποια μέλη της–φορεῖς τῆς Ἐκκλησίας: ἀπό κάποιους ἱερεῖς- ἀρχιερεῖς, ἀπό κάποιους λαϊκούς θεολόγους- ὁμαδοποιημένους ἤ μή, οἱ ὁποῖοι ἄθελά τους καί ἀπό θεολογική ἀγωνία, πιστεύουμε, διακηρύσσουν ἄλλοι «μεταπατερική, συναφειακή θεολογία», ἄλλοι , θρησκειολογικό, γνωστικό, πολιτιστικό μάθημα Θρησκευτικῶν, ἄλλοι τό ἀναβαθμίζουν «μέ ἀνθρωποκεντρική διάσταση» και ἄλλοι ἄλλως.
Ἐνῶ τό ΜτΘ εἶναι καί θά εἶναι για τήν Ἐκκλησία μας θεανθρωποκεντρικό, χριστοκεντρικό Ὀρθόδοξο.Παρατηρεῖται , ἐπί των ἡμερῶν μας, ἔντονο τό φαινόμενο τῆς ἀποδομήσεως τῆς Ὀρθοδόξου Χριστιανικῆς πίστεως καί τῶν ἐθνικῶν ἰδεωδῶν τῆς φυλῆς μας. Ταυτόχρονα ὅμως ἀποδομεῖται και ὑποβαθμίζεται ποικιλοτρόπως και ὁ θεσμός τῆς Ἐκκλησίας. Ἀποδομεῖται, τεχνιέντως καί πολλαπλῶς τό κῦρος θεσμικῶν προσώπων της ἀπό ἐξωγενεῖς καί ἐνδογενεῖς παράγοντες. ἀπό ἄσκοπες δημόσιες ἐνέργειες- ἐμφανίσεις. Γιά παράδειγμα: ἡ παρουσία τοῦ Ἀρχιεπισκόπου στό Ὑπουργικό Συμβούλιο, στό Δημαρχειακό Συμβούλιο Ἀθηνῶν, στίς ἀσύμβατες γιά την Ἐκκλησία καί τόν Ἱερό ναό ἐκδηλώσεις τοῦ ἁγίου Παντελεήμονος Ἀχαρνῶν δέν ἀναβαθμίζουν τον θεσμόν τῆς Ἐκκλησίας, οὔτε προστάτευσαν τό κῦρος τοῦ θεσμικοῦ προτύπου τοῦ Ἀρχιεπισκόπου. Το ἴδιο συμβαίνει καί μέ κάποιες διακηρύξεις-δηλώσεις τοῦ Μακαριωτάτου «περί καλύτερων ἀριστερῶν Χριστιανῶν», γιά τόν «ὄμορφο μοντέρνο ἀθεϊσμό», ὅτι «πρέπει νά διορθωθοῦν ὁ τρόπος με τόν ὁποῖον διδάσκονται τά Θρησκευτικά καί οἱ ἄνθρωποι πού τά διδάσκουν» γιατί «στήν πατρίδα μας ὑπάρχουν πολλά ἀρνητικἀ στόν τρόπο μέ τόν ὁποῖον διδάσκονται τά Θρησκευτικά» (Βλ. Ὀρθόδοξος Τύπος, 18-2-2011. 25-2-2011, 11-3-2011). Ὅλα αὐτά καί πολλά ἄλλα δημιουργοῦν, σέ κάθε πιστό, πικρία και ἀπογοήτευση, ἀλλά καί ἀποδυνάμωση τοῦ Ἐκκλησιαστικοῦ καί θεολογικοῦ λόγου. Ἐπίσης εἶναι ἐντελῶς ἀδικαιολόγητη ἡ σιγή τοῦ Ραδιοφωνικοῦ Σταθμοῦ τῆς Ἐκκλησίας σέ θέματα Πίστεως και Ἑλληνισμοῦ σέ βαθμό πού ἀκυρώνεται ὁ θεσμός καί ἡ ἀποστολή τῆς Ἐκκλησίας. Ἐάν στά παραπάνω ἀθροισθεῖ καί ἡ ἐπιμονή κάποιων Μητροπόλεων νά μεταφράζουν «κατά το δοκοῦν» λατρευτικούς ὕμνους, ἱερές ἀκολουθίεςκαί ἱερά ἀναγνώσματα καί νά τά χρησιμοποιοῦν στή Λατρεία τῆς Ἐκκλησίας, ἀντί τῶν καθιερωμένων ἱερῶν κειμένων, καί μάλιστα χωρίς την ἔγκριση τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Ἐκκλησίας καί ὅπως τά θέσμια και οἱ Ἱεροί κανόνες ὁρίζουν. Γίνεται ἀντιληπτόν ὅτι ὅλα αὐτά δέν παραμένουν ρομαντικά καί δέν εἶναι καί τόσο ἀθῶα. Εἶναι ἱστορικά ἀποδεδειγμένο ὅτι τέτοιες καινοτομίες στή Λατρεία, κατά τό παρελθόν, παραπέμπουν στόν Ἑβραιομασωνισμό, ὁ ὁποῖος δέν ἀνέχεται νά ἀναδεικνύεται διά τῶν λειτουργικῶν ὕμνων καί ἀναγνωσμάτων ἰδιαίτερα τῶν Κυριακῶν καί τῆς Μ. Ἑβδομάδας, ἡ θεοκτονία καί ἡ Χριστοκτονία τῶν Ἑβραίων.Οἱ μεταφράσεις καί οἱ συντομεύσεις ἱ. Ἀκολουθιῶν ἀποσκοποῦν στην ἀποδόμηση τῆς Λατρευτικῆς και μυστηριακῆς ζωῆς καί στήν ἀπομείωση τῆς δυναμικῆς της. Καί γι᾽ αὐτό πρίν γίνει ὁ,τιδήποτε σχετικά μέ τά θέματα τῆς λατρείας καί τις μεταφράσεις γιά Λατρευτική χρήση, καλόν θά εἶναι νά προηγεῖται ἡ ἔγκριση τῆς Ἱερᾶς Συνόδου και τῆς Ἱεραρχίας τῆς Ἐκκλησίας.
«Μακαριώτατε, ἐδῶ και ἀρκετό καιρό, δέν μεταρρυθμίζονται, ἀλλά ἀνατρέπονται τά πάντα κατά γεωμετρική πρόοδο. Ἀρνούμαστε νά παραμείνουμε ὡς ἁπλοί θεατές μιᾶς λαίλαπας, πού ἰσοπεδώνει τά πάντα. Συμπαρατασσόμεθα ὑπό τήν αίγίδα τῆς “μιᾶς ἀποστολικῆς και καθολικῆς Ἐκκλησίας”», και υἱϊκῶς σᾶς παρακαλοῦμε νά ὑψώσετε ἱεραποστολικῶς τό κῦρος τῆς ἀρχιερωσύνης σας και νά προβάλλετε τή λυτρωτική δύναμη και χάρη τῆς Ἐκκλησίας γιά τόν φωτισμό και τήν Κατήχηση τοῦ λαοῦ πρός δόξαν τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ. Ὁ Θεός παρέδωσε στήν Μακαριότητά Σας τόν Σταυρόν τοῦ μαρτυρίου καί νά ἀναβεῖτε στόν νέον Γολγοθᾶ. Και ἡμεῖς Σᾶς διαβεβαιώνουμε πώς ὡς ἄλλοι Σίμωνες Κυρηναῖοι θά κάνουμε ἐλαφρύτερο τό σταυρό σας.
Ἐάν ἡ Πολιτεία ἐπιμένει στην τακτική της καί στή στρατηγική αὐτή κατά τῆς Ἐκκλησίας, τότε Μακαριώτατε ἡ Ἱεραρχία τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος νά συγκροτήσει εἰδική Ἐπιτροπή γιά να μελετήσει τόν χωρισμό τῶν σχέσεων Ἐκκλησίας καί Πολιτείας.Ἐμεῖς ὡς θεολόγοι ἐκπαιδευτικοί δέν ἀντέχομε ἄλλο τόν ἐμπαιγμό, τήν ταπείνωση καί περιφρόνηση καί οὔτε θά παίζουμε κλεφτοπόλεμο μέ τά ἱερά καί Ὅσια. Ὅπως και δέν δεχόμαστε ἡ Ἐκκλησιαστική Δικαιοσύνη νά εἶναι, πολλές φορές στήν ἀπονομή της, κατώτερη τῆς κοσμικῆς.
Μακαριώτατε,
Ἐάν ἡ Πολιτεία θέλει νά ἀλλάξει τό χαρακτήρα τοῦ ΜτΘ καί νά το κάνει «Θρησκεία καί Κόσμος», «Θρησκειολογικό, Γνωστικό, Πολιτιστικό, ἤ “μάθημα γιά ὅλα τά παιδιά”» ἄς τό κάνει μόνη της, ὄχι με τή δική μας συγκατάθεση. Καί ἐάν ἀκόμη, σήμερα, συμφωνηθεῖ ἀπό κάποιους θεολόγους καί ἱερωμένους κάτι τέτοιο, ἐμεῖς δέν τό ἀποδεχόμαστε καί θά παραπέμψουμε τό θέμα στήν Ἱεραρχία τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, μέ τήν παράκληση νά καλέσει «πάντας εἰς ἑνότητα πίστεως» καί «ὁμολογία Χριστοῦ».
Τόσο ὁ Σεβασμιώτατος Δημητριάδος ὅσο καί ὁ Μακαριώτατος Ἀρχιεπίσκοπος ἔθεσαν ὡς θέμα συζητήσεως μόνον τό ὡράριο διδασκαλίας τοῦ ΜτΘ καί κάθε ἀναφορά τῶν ὁμιλητῶν στό περιεχόμενο τοῦ Μαθήματος χαρακτηριζόταν ὡς «ἐκτός θέματος». Τό γεγονός αὐτό καί μόνον φανερώνει ὅτι «ἀκολουθήθηκε τακτική προσώπων συγκεκριμένης κατευθύνσεως τοῦ Παιδαγωγικοῦ ᾽Ινστιτούτου καί τῆς «Θεολογικῆς Ἀκαδημίας» Βόλου καί τῶν δορυφόρων τους για «ἀνοιχτό» “Θρησκειολογικό” μάθημα καί τά συναφῆ πρός αὐτό».
Γιά κάθε θεολόγο εἶναι ἀκατανόητο νά ἀποκλείεται ἡ συζήτηση γιά τό Ὀρθόδοξο χριστιανικό μάθημα σέ Συνοδική Ἐπιτροπή, παρόντος τοῦ Ἀρχιεπισκόπου κ. Ἱερωνύμου. Ὅπως ἐπίσης ἔκπληξη προκάλεσε στούς ἐκπροσώπους τῶν Θεολογικῶν σχολῶν καί Συνδέσμων τό αἴτημα τοῦ Μακαριωτάτου Ἀρχιεπισκόπου καί τοῦ Σεβασμιωτάτου Δημητριάδος γιά συναίνεση καί ἐξουσιοδότηση τῶν ἐκπροσώπων θεολόγων πρός τόν Μακαριώτατο, προκειμένου νά διαπραγματευθεῖ τό θέμα τοῦ Ὡραρίου διδασκαλίας τοῦ ΜτΘ μέ τήν πολιτική ἡγεσία τοῦ Ὑπουργείου Παιδείας.
Ὁ Ἐπίσκοπος κεῖται εἰς τύπον και τόπον Χριστοῦ, θέτει ζήτημα τῆς ἐν Χριστῷ Ἀληθείας καί Πίστεως καί οἱ ἐπίσκοποι ἀποφαίνονται «ὡς νοῦν Χριστοῦ ἔχοντες». Ὑπό την ἔννοιαν αὐτήν οὐδείς θεολόγος λαϊκός ἤ κληρικός, ἀμφισβητεῖ τις προθέσεις τῶν πνευματικῶν του ταγῶν, οἱ ὁποῖοι ἔχουν, πρέπει να ἔχουν, «τήν ἔξωθεν καλήν μαρτυρίαν», καί εἶναι ταγμένοι νά ὀρθοτομοῦν τόν λόγον τῆς ἀληθείας τοῦ Χριστοῦ χωρίς συναινέσεις καί ἐξουσιοδοτήσεις. Τέτοιες ἐνέργειες δέν ὠφελοῦν τόν θεσμό τῆς Ἐκκλησίας καί ἀσφαλῶς δέν προστατεύουν τό κῦρος τῶν θεσμικῶν προσώπων.
Τή συζήτηση παρακολούθησαν, χωρίς νά λάβουν τό λόγο, κληρικοί τῶν Συνοδικῶν Γραφείων, οἱ Κοσμήτορες τῶν Θεολογικῶν Σχολῶν Ἀθηνῶν καί Θεσσαλονίκης, μετά λόγου, Ἐκπρόσωποι τῶν Θεολογικῶν Ἑνώσεων, καί τῶν Παραρτημάτων ἀνά τήν Ἑλλάδα τῆς Πανελληνίου Ἑνώσεως Θεολόγων (ΠΕΘ) μετά λόγου, καί οἱ ὁποῖοι δέν περιόρισαν τό λόγο τους μόνο στό ὡράριο διδασκαλίας ἀλλά ἀναφέρθηκαν κατηγορηματικά στήν ὑποχρεωτικότητα καί στόν ὀρθόδοξο χαρακτήρα τοῦ Θεολογικοῦ καί ὁμολογιακοῦ μαθήματος, τό περιεχόμενο τοῦ ὁποίου προσδιορίζεται καί κατοχυρώνεται ἀπό τό Σύνταγμα καί τούς νόμους τῆς Πολιτείας. Ἀπό ὅλους τούς ὁμιλητές τονίσθηκε ὁ διορισμός πτυχιούχων θεολόγων στή Δημοτική Ἐκπαίδευση γιά τή διδασκαλία τοῦ ΜτΘ στά Δημοτικά σχολεῖα. Ἐπίσης, ὁμόφωνη ἦταν ἡ θέση νά μή ἀλλάξει ἡ ὀνομασία τοῦ Μαθήματος. Ἡ δέ ὁρολογία-ὀνομασία «Θρησκεία καί κόσμος» γιά τήν Β´ Λυκείου, νά ζητηθεῖ ἀπο τό Ὑπουργεῖο Παιδείας ἡ ἀπόσυρσή της.
Τά ὅσα ἀκολουθοῦν, ἦταν προετοιμασμένα νά ἀνακοινωθοῦν- κατατεθοῦν στη συζήτηση γιά ἕνα εὐρύτερο προβληματισμό καί συμπνευματισμό. Ἀνταποκρινόμενος στήν παράκληση τοῦ Μακαριωτάτου Ἀρχιεπισκόπου νά περιορισθῶ στό χρόνο τῶν πέντε (5) λεπτῶν τῆς ὥρας, ἀναφέρθηκα μόνο στά ὅσα περικλείονται σέ εἰσαγωγικά:
1. «Ἡ θεσμική κατοχύρωση τοῦ θρησκευτικοῦ μαθήματος στην Ἐκπαίδευση.
Τό Μάθημα τῶν θρησκευτικῶν εἶναι θεσμικά κατοχυρωμένο: α) Ὡς πρός τό Ὀρθόδοξο χριστιανικό περιεχόμενο. Δηλαδή ἑρμηνεία τῶν Γραφῶν, πατερική θεολογία- Δόγμα, Λατρεία και Ἐκκλησιαστικό Ἑορτολόγιο, Ἱστορία κατά τή χρονική διαδρομή τῶν γεγονότων-γραμμική πορεία και μέθοδο καί ὄχι θεματική κατά τά Annanes (Παρίσι 1929), οὔτε αἰτιοκρατική-αἴτιο-ἀποτέλεσμα κατά τη σκέψη καί μέθοδο τοῦ ἱστορικοῦ ὑλισμοῦ κ.λ.π. (Βλ. Ἠλία Δ. Μπάκου, Μεθοδολογία λόγου και γραφῆς, Ἀθήνα 1999). β) Τό Σύνταγμα τῆς Ἑλλάδος, ἄρθρο 16 και ἡ κρατοῦσα νομοθεσία- νόμος 1566/85, νόμος 590/77 καί οἱ ἀποφάσεις τοῦ ΣτΕ 3356/1995 και 2076/1998, καθώς καί ἡ σχετική Εὐρωπαϊκή νομοθεσία δέν ἐπιτρέπουν ἀποκλίσεις ἀπό τόν χαρακτήρα τοῦ ΜτΘ, ἀπό την ὑποχρεωτικότητα αὐτοῦ καί προβλέπεται σαφέστατα ὡς ἐλάχιστες ὧρες διδασκαλίας δύο (2) ὧρες τήν ἑβδομάδα γιά κάθε τάξη. Ἑπομένως το δίωρο εἶναι νομίμως ὑποχρεωτικό καί γιά τή Γ´ τάξη Λυκείου. Ἡ Πολιτεία ὀφείλει νά τηρεῖ τή νομιμότητακαί στό συγκεκριμένο θέμα. ἡ δέ Ἐκκλησία ἀξιώνει- πρέπει να ἀξιώνει- τήν τήρηση τῆς νομιμότητας, πολύ περισσότερο γιά το ΜτΘ. Πρός τήν κατεύθυνση αὐτή συνηγοροῦν λόγοι: θεσμικοί, ἐθνικοί, παιδαγωγικοί, κοινωνικοί ,Ἐκκλησιαστικοί, θεολογικοί κ.ἄ», (Βλ. Ἠλία Δ. Μπάκου, Λόγος ἀποδεικτικός…, Ἀθήνα 2011).
2. Γενική ἀποτίμηση–Δεδομένα καί ζητούμενα:
Ἡ πολιτική ἡγεσία τῆς Ἑλλάδος ἐνεργεῖ ἀνθελληνικά καί χριστιανικά ἀντορθόδοξα. Ὁδηγεῖ τό Ἔθνος εἰς ἄθεον Κράτος. Ἄλλοτε μέ τόν ὑλικό εὐδαιμονισμό, καί ἄλλοτε καθαρά με ἀθεϊστικές-ὑλιστικές θεωρίες και πράξεις. Ἀνώτατα θεσμικά πρόσωπα τῆς Πολιτείας ἐμφορούμενα ἀπό ἀθεϊστικές ἰδεοληψίες ἀρνοῦνται ἄκομψα καί ἐπιδεικτικά να ὁρκισθοῦν κατά τήν ἀνάληψη τῶν ὑψηλῶν τους καθηκόντων κατά τά ἱερά θέσμια. Περιφρονοῦν τό ἐθνικό καί θρησκευτικό Ἑορτολόγιο καί πολλοί ἀποφεύγουν προσχηματικά τόν χαιρετισμό: Χριστός Ἀνέστη ἤ τήν ἀνταπόδοση αὐτοῦ: Ἀληθῶς Ἀνέστη τήν ἡμέρα τῆς Αναστάσεως.
Τά σχολικά βιβλία, πού προγραμματίζει καί ἐπιμελεῖται τό Παιδαγωγικό- ἀκριβέστερα Ἀντιπαιδαγωγικό Ἰνστιτοῦτο, μέ τήν ἔγκριση βέβαια τῆς Πολιτικῆς ἡγεσίας τοῦ Ὑπουργείου Παιδείας, προπαγανδίζουν εὐθέως τήν ἀθεΐα καί τον ἀνθελληνισμό. Τό ἴδιο πνεῦμα, σ᾽ αὐτή τή φάση, εἰσέβαλε καί σέ περιορισμένο, εὐτυχῶςχῶρο τῆς Ἐκκλησίας. Ἐφόρμησε ἀπό τό Παιδαγωγικό Ἰνστιτοῦτο, ἀπό τήν περίφημη «Θεολογική Ἀκαδημία τοῦ Βόλου», καί ἀπό ἄλλα ἄδηλα ἤ ἐμφανῆ Κέντρα ἀποδόμησης τῆς Ὀρθοδόξου Χριστιανικῆς Πίστεως καί τοῦ Ἑλληνισμοῦ.
Μέχρι τώρα ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος εἶχε νά ἀντιμετωπίσει τους παραδοσιακούς ἄθεους καί πολέμιους τῆς Πίστεως. Δικαιολογημένος ὁ ἀγώνας αὐτός καί γιά τις δύο πλευρές, ἴσως. Σήμερα πολεμεῖται ὄχι μόνο ἀπό τόν ἀθεϊσμό καί τό πνεῦμα τῆς παγκοσμιοποιήσεως μέ στόχο τόν θρησκευτικό συγκρητισμό καί την ἴδρυση παγκόσμιας οἰκονομικῆς (;) Διακυβέρνησης, τήν ὀποία εὐκαίρως- ἀκαίρως εἰσηγεῖται καί ὁ σημερινός Πρωθυπουργός τῆς Ἑλλάδος, ἀλλά ὑποσκάπτεται καί ἀπό κάποια μέλη της–φορεῖς τῆς Ἐκκλησίας: ἀπό κάποιους ἱερεῖς- ἀρχιερεῖς, ἀπό κάποιους λαϊκούς θεολόγους- ὁμαδοποιημένους ἤ μή, οἱ ὁποῖοι ἄθελά τους καί ἀπό θεολογική ἀγωνία, πιστεύουμε, διακηρύσσουν ἄλλοι «μεταπατερική, συναφειακή θεολογία», ἄλλοι , θρησκειολογικό, γνωστικό, πολιτιστικό μάθημα Θρησκευτικῶν, ἄλλοι τό ἀναβαθμίζουν «μέ ἀνθρωποκεντρική διάσταση» και ἄλλοι ἄλλως.
Ἐνῶ τό ΜτΘ εἶναι καί θά εἶναι για τήν Ἐκκλησία μας θεανθρωποκεντρικό, χριστοκεντρικό Ὀρθόδοξο.Παρατηρεῖται , ἐπί των ἡμερῶν μας, ἔντονο τό φαινόμενο τῆς ἀποδομήσεως τῆς Ὀρθοδόξου Χριστιανικῆς πίστεως καί τῶν ἐθνικῶν ἰδεωδῶν τῆς φυλῆς μας. Ταυτόχρονα ὅμως ἀποδομεῖται και ὑποβαθμίζεται ποικιλοτρόπως και ὁ θεσμός τῆς Ἐκκλησίας. Ἀποδομεῖται, τεχνιέντως καί πολλαπλῶς τό κῦρος θεσμικῶν προσώπων της ἀπό ἐξωγενεῖς καί ἐνδογενεῖς παράγοντες. ἀπό ἄσκοπες δημόσιες ἐνέργειες- ἐμφανίσεις. Γιά παράδειγμα: ἡ παρουσία τοῦ Ἀρχιεπισκόπου στό Ὑπουργικό Συμβούλιο, στό Δημαρχειακό Συμβούλιο Ἀθηνῶν, στίς ἀσύμβατες γιά την Ἐκκλησία καί τόν Ἱερό ναό ἐκδηλώσεις τοῦ ἁγίου Παντελεήμονος Ἀχαρνῶν δέν ἀναβαθμίζουν τον θεσμόν τῆς Ἐκκλησίας, οὔτε προστάτευσαν τό κῦρος τοῦ θεσμικοῦ προτύπου τοῦ Ἀρχιεπισκόπου. Το ἴδιο συμβαίνει καί μέ κάποιες διακηρύξεις-δηλώσεις τοῦ Μακαριωτάτου «περί καλύτερων ἀριστερῶν Χριστιανῶν», γιά τόν «ὄμορφο μοντέρνο ἀθεϊσμό», ὅτι «πρέπει νά διορθωθοῦν ὁ τρόπος με τόν ὁποῖον διδάσκονται τά Θρησκευτικά καί οἱ ἄνθρωποι πού τά διδάσκουν» γιατί «στήν πατρίδα μας ὑπάρχουν πολλά ἀρνητικἀ στόν τρόπο μέ τόν ὁποῖον διδάσκονται τά Θρησκευτικά» (Βλ. Ὀρθόδοξος Τύπος, 18-2-2011. 25-2-2011, 11-3-2011). Ὅλα αὐτά καί πολλά ἄλλα δημιουργοῦν, σέ κάθε πιστό, πικρία και ἀπογοήτευση, ἀλλά καί ἀποδυνάμωση τοῦ Ἐκκλησιαστικοῦ καί θεολογικοῦ λόγου. Ἐπίσης εἶναι ἐντελῶς ἀδικαιολόγητη ἡ σιγή τοῦ Ραδιοφωνικοῦ Σταθμοῦ τῆς Ἐκκλησίας σέ θέματα Πίστεως και Ἑλληνισμοῦ σέ βαθμό πού ἀκυρώνεται ὁ θεσμός καί ἡ ἀποστολή τῆς Ἐκκλησίας. Ἐάν στά παραπάνω ἀθροισθεῖ καί ἡ ἐπιμονή κάποιων Μητροπόλεων νά μεταφράζουν «κατά το δοκοῦν» λατρευτικούς ὕμνους, ἱερές ἀκολουθίεςκαί ἱερά ἀναγνώσματα καί νά τά χρησιμοποιοῦν στή Λατρεία τῆς Ἐκκλησίας, ἀντί τῶν καθιερωμένων ἱερῶν κειμένων, καί μάλιστα χωρίς την ἔγκριση τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Ἐκκλησίας καί ὅπως τά θέσμια και οἱ Ἱεροί κανόνες ὁρίζουν. Γίνεται ἀντιληπτόν ὅτι ὅλα αὐτά δέν παραμένουν ρομαντικά καί δέν εἶναι καί τόσο ἀθῶα. Εἶναι ἱστορικά ἀποδεδειγμένο ὅτι τέτοιες καινοτομίες στή Λατρεία, κατά τό παρελθόν, παραπέμπουν στόν Ἑβραιομασωνισμό, ὁ ὁποῖος δέν ἀνέχεται νά ἀναδεικνύεται διά τῶν λειτουργικῶν ὕμνων καί ἀναγνωσμάτων ἰδιαίτερα τῶν Κυριακῶν καί τῆς Μ. Ἑβδομάδας, ἡ θεοκτονία καί ἡ Χριστοκτονία τῶν Ἑβραίων.Οἱ μεταφράσεις καί οἱ συντομεύσεις ἱ. Ἀκολουθιῶν ἀποσκοποῦν στην ἀποδόμηση τῆς Λατρευτικῆς και μυστηριακῆς ζωῆς καί στήν ἀπομείωση τῆς δυναμικῆς της. Καί γι᾽ αὐτό πρίν γίνει ὁ,τιδήποτε σχετικά μέ τά θέματα τῆς λατρείας καί τις μεταφράσεις γιά Λατρευτική χρήση, καλόν θά εἶναι νά προηγεῖται ἡ ἔγκριση τῆς Ἱερᾶς Συνόδου και τῆς Ἱεραρχίας τῆς Ἐκκλησίας.
«Μακαριώτατε, ἐδῶ και ἀρκετό καιρό, δέν μεταρρυθμίζονται, ἀλλά ἀνατρέπονται τά πάντα κατά γεωμετρική πρόοδο. Ἀρνούμαστε νά παραμείνουμε ὡς ἁπλοί θεατές μιᾶς λαίλαπας, πού ἰσοπεδώνει τά πάντα. Συμπαρατασσόμεθα ὑπό τήν αίγίδα τῆς “μιᾶς ἀποστολικῆς και καθολικῆς Ἐκκλησίας”», και υἱϊκῶς σᾶς παρακαλοῦμε νά ὑψώσετε ἱεραποστολικῶς τό κῦρος τῆς ἀρχιερωσύνης σας και νά προβάλλετε τή λυτρωτική δύναμη και χάρη τῆς Ἐκκλησίας γιά τόν φωτισμό και τήν Κατήχηση τοῦ λαοῦ πρός δόξαν τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ. Ὁ Θεός παρέδωσε στήν Μακαριότητά Σας τόν Σταυρόν τοῦ μαρτυρίου καί νά ἀναβεῖτε στόν νέον Γολγοθᾶ. Και ἡμεῖς Σᾶς διαβεβαιώνουμε πώς ὡς ἄλλοι Σίμωνες Κυρηναῖοι θά κάνουμε ἐλαφρύτερο τό σταυρό σας.
Ἐάν ἡ Πολιτεία ἐπιμένει στην τακτική της καί στή στρατηγική αὐτή κατά τῆς Ἐκκλησίας, τότε Μακαριώτατε ἡ Ἱεραρχία τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος νά συγκροτήσει εἰδική Ἐπιτροπή γιά να μελετήσει τόν χωρισμό τῶν σχέσεων Ἐκκλησίας καί Πολιτείας.Ἐμεῖς ὡς θεολόγοι ἐκπαιδευτικοί δέν ἀντέχομε ἄλλο τόν ἐμπαιγμό, τήν ταπείνωση καί περιφρόνηση καί οὔτε θά παίζουμε κλεφτοπόλεμο μέ τά ἱερά καί Ὅσια. Ὅπως και δέν δεχόμαστε ἡ Ἐκκλησιαστική Δικαιοσύνη νά εἶναι, πολλές φορές στήν ἀπονομή της, κατώτερη τῆς κοσμικῆς.
Μακαριώτατε,
Ἐάν ἡ Πολιτεία θέλει νά ἀλλάξει τό χαρακτήρα τοῦ ΜτΘ καί νά το κάνει «Θρησκεία καί Κόσμος», «Θρησκειολογικό, Γνωστικό, Πολιτιστικό, ἤ “μάθημα γιά ὅλα τά παιδιά”» ἄς τό κάνει μόνη της, ὄχι με τή δική μας συγκατάθεση. Καί ἐάν ἀκόμη, σήμερα, συμφωνηθεῖ ἀπό κάποιους θεολόγους καί ἱερωμένους κάτι τέτοιο, ἐμεῖς δέν τό ἀποδεχόμαστε καί θά παραπέμψουμε τό θέμα στήν Ἱεραρχία τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, μέ τήν παράκληση νά καλέσει «πάντας εἰς ἑνότητα πίστεως» καί «ὁμολογία Χριστοῦ».
Τόσο ὁ Σεβασμιώτατος Δημητριάδος ὅσο καί ὁ Μακαριώτατος Ἀρχιεπίσκοπος ἔθεσαν ὡς θέμα συζητήσεως μόνον τό ὡράριο διδασκαλίας τοῦ ΜτΘ καί κάθε ἀναφορά τῶν ὁμιλητῶν στό περιεχόμενο τοῦ Μαθήματος χαρακτηριζόταν ὡς «ἐκτός θέματος». Τό γεγονός αὐτό καί μόνον φανερώνει ὅτι «ἀκολουθήθηκε τακτική προσώπων συγκεκριμένης κατευθύνσεως τοῦ Παιδαγωγικοῦ ᾽Ινστιτούτου καί τῆς «Θεολογικῆς Ἀκαδημίας» Βόλου καί τῶν δορυφόρων τους για «ἀνοιχτό» “Θρησκειολογικό” μάθημα καί τά συναφῆ πρός αὐτό».
Γιά κάθε θεολόγο εἶναι ἀκατανόητο νά ἀποκλείεται ἡ συζήτηση γιά τό Ὀρθόδοξο χριστιανικό μάθημα σέ Συνοδική Ἐπιτροπή, παρόντος τοῦ Ἀρχιεπισκόπου κ. Ἱερωνύμου. Ὅπως ἐπίσης ἔκπληξη προκάλεσε στούς ἐκπροσώπους τῶν Θεολογικῶν σχολῶν καί Συνδέσμων τό αἴτημα τοῦ Μακαριωτάτου Ἀρχιεπισκόπου καί τοῦ Σεβασμιωτάτου Δημητριάδος γιά συναίνεση καί ἐξουσιοδότηση τῶν ἐκπροσώπων θεολόγων πρός τόν Μακαριώτατο, προκειμένου νά διαπραγματευθεῖ τό θέμα τοῦ Ὡραρίου διδασκαλίας τοῦ ΜτΘ μέ τήν πολιτική ἡγεσία τοῦ Ὑπουργείου Παιδείας.
Ὁ Ἐπίσκοπος κεῖται εἰς τύπον και τόπον Χριστοῦ, θέτει ζήτημα τῆς ἐν Χριστῷ Ἀληθείας καί Πίστεως καί οἱ ἐπίσκοποι ἀποφαίνονται «ὡς νοῦν Χριστοῦ ἔχοντες». Ὑπό την ἔννοιαν αὐτήν οὐδείς θεολόγος λαϊκός ἤ κληρικός, ἀμφισβητεῖ τις προθέσεις τῶν πνευματικῶν του ταγῶν, οἱ ὁποῖοι ἔχουν, πρέπει να ἔχουν, «τήν ἔξωθεν καλήν μαρτυρίαν», καί εἶναι ταγμένοι νά ὀρθοτομοῦν τόν λόγον τῆς ἀληθείας τοῦ Χριστοῦ χωρίς συναινέσεις καί ἐξουσιοδοτήσεις. Τέτοιες ἐνέργειες δέν ὠφελοῦν τόν θεσμό τῆς Ἐκκλησίας καί ἀσφαλῶς δέν προστατεύουν τό κῦρος τῶν θεσμικῶν προσώπων.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου