πηγή: Ελεύθερη Ζώνη
Μεταμοσχεύσεις: Αντισυνταγματική η «εικαζόμενη συναίνεση» του δότη
Γράφει ο Προκόπης Παυλόπουλος
Διχάζει βαθύτατα τόσο την, υπό την ευρεία του όρου έννοια, επιστημονική κοινότητα όσο και το κοινωνικό σύνολο γενικότερα ενδεχόμενη θεσμοθέτηση της δυνατότητας αφαίρεσης, μετά θάνατον, οργάνων από υποψήφιο δότη με βάση την «εικαζόμενη συναίνεσή του», όπως προβλέπει, κατ’ αποτέλεσμα, το σχέδιο νόμου «Δωρεά και Μεταμόσχευση Οργάνων και άλλες διατάξεις». Ειδικότερα, σύμφωνα με τις διατάξεις του σχεδίου νόμου, και υπό τις λοιπές καθοριζόμενες προϋποθέσεις, συνάγεται «εικαζόμενη συναίνεση» του θανόντος για δωρεά των οργάνων του εφόσον δεν είχε αντιταχθεί σ’ αυτό όσο ζούσε. Αφήνω κατά μέρος τον προβληματισμό ως προς τις, πραγματικά, τεράστιες κοινωνικές επιπτώσεις –ιδίως δημιουργία κυκλωμάτων, εμπόριο οργάνων κ.λπ- που θα μπορούσε να συνεπάγεται η καθιέρωση μιας τέτοιας «καινοτομίας»... Οι σκέψεις που εκθέτω είναι αφιερωμένες αποκλειστικώς στην, κατά τη γνώμη μου, ευθεία αντίθεση των προαναφερόμενων περί «εικαζόμενης συναίνεσης» ρυθμίσεων προς συγκεκριμένες κορυφαίες -ως μη αναθεωρητέες κατά το άρθρο 110 παρ. 1- διατάξεις του Συντάγματος.
I. Γίνεται καθολικώς δεκτό, τόσο στη θεωρία όσο και στην νομολογία, ότι το Σύνταγμά μας είναι ανθρωποκεντρικό. Δεδομένου ότι το μεγαλύτερο μέρος των διατάξεών του θεσπίζουν, κατά βάθος, εγγυήσεις για την προστασία του ανθρώπου και της ελευθερίας του.
Α. Κορωνίδα προς αυτή την ερμηνευτική κατεύθυνση αποτελούν:
1. Η διάταξη του άρθρου 2 παρ. 1 του Συντάγματος, σύμφωνα με την οποία «ο σεβασμός και η προστασία της αξίας του ανθρώπου αποτελούν την πρωταρχική υποχρέωση της Πολιτείας».
2. Και η διάταξη του άρθρου 5 παρ. 1 του Συντάγματος, σύμφωνα με την οποία «καθένας έχει δικαίωμα να αναπτύσσει ελεύθερα την προσωπικότητά του και να συμμετέχει στην κοινωνική, οικονομική και πολιτική ζωή της Χώρας, εφόσον δεν προσβάλλει τα δικαιώματα των άλλων και δεν παραβιάζει το Σύνταγμα ή τα χρηστά ήθη».
Β. Οι διατάξεις αυτές αρκούν για να καταδείξουν ότι το Σύνταγμά μας είναι το πιο ανθρωποκεντρικό, τουλάχιστον στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Και τούτο ιδίως διότι το άρθρο 2 παρ. 1 κατοχυρώνει την προστασία της αξίας του ανθρώπου –και όχι μόνο της αξιοπρέπειας, όπως προβλέπουν άλλα ευρωπαϊκά συντάγματα –δηλαδή έννοιας εξαιρετικά ευρείας. Αφού υπερκαλύπτει σαφώς την προσωπικότητα και διασφαλίζει πτυχές της οντότητας του ανθρώπου έστω και όταν δεν έχει συναίσθηση των πραττομένων, ακόμη δε και μετά θάνατον.
Γ. Επισημαίνεται ότι οι διατάξεις των άρθρων 2 παρ. 1 και 5 παρ. 1 του Συντάγματος, από την ίδια τους τη διατύπωση και νομική φύση, συνιστούν γενικές ρήτρες οι οποίες διαποτίζουν ερμηνευτικώς όλες τις λοιπές διατάξεις του, κατά το ότι αυτές πρέπει να ερμηνεύονται σύμφωνα με το γράμμα και το πνεύμα των κατά τ’ ανωτέρω άρθρων.
II. Από τα δεδομένα των συνταγματικών ρυθμίσεων προκύπτουν, κατά την εκτίμησή μου, μεταξύ άλλων και τ’ ακόλουθα:
Α. Ουδείς μπορεί ν’ αμφισβητήσει ότι η δωρεά οργάνων, μέθοδος διάσωσης της ζωής με βάση τα σύγχρονα -και ιδίως τα μελλοντικά- επιτεύγματα της επιστήμης, υπηρετεί ευθέως την αξία και την προσωπικότητα του ανθρώπου. Πέραν τούτου αναδεικνύει το περίσσευμα ψυχής του δότη έναντι του λήπτη. Άρα συνιστά έμπρακτη απόδειξη κοινωνικής αλληλεγγύης, η οποία επίσης προβλέπεται από το Σύνταγμα, αφού η διάταξη του άρθρου 25 παρ. 4 ορίζει πως «το Κράτος δικαιούται να αξιώνει από όλους τους πολίτες την εκπλήρωση του χρέους της κοινωνικής και εθνικής αλληλεγγύης».
. Κατά συνέπεια βρισκόμαστε, ως προς την «εικαζόμενη συναίνεση» του προσχεδίου νόμου, μπροστά στην ανάγκη στάθμισης των συνταγματικώς κατοχυρωμένων συμφερόντων μεταξύ δότη και λήπτη, όπως τα συμφέροντα αυτά θωρακίζονται με βάση τις διατάξεις των άρθρων 2 παρ. 1 και 5 παρ. 1. Κατά τη στάθμιση αυτή η ζυγαριά γέρνει σαφώς, όπως πιστεύω, προς την πλευρά του δότη για τους εξής λόγους:
1. Προς μια τέτοια κατεύθυνση συνηγορεί το άρθρο 2 παρ 1 του Συντάγματος λόγω του ότι, όπως ήδη προεκτέθηκε, η αξία του ανθρώπου, έννοια ευρύτερη τόσο της προσωπικότητας όσο και της αξιοπρέπειας ακόμη, καλύπτει, ως ερμηνευτική ρήτρα, πτυχές της ανθρώπινης οντότητας που δεν συνεπάγονται δυνατότητα δήλωσης για την έκφραση βούλησης. Άρα η «εικαζόμενη συναίνεση», όταν συνάγεται απλώς από το γεγονός της παράλειψης δήλωσης, πλήττει τον πυρήνα της αξίας του ανθρώπου μετά θάνατον αλλά και εν ζωή, π.χ. αν ο εικαζόμενος δότης δεν έχει συνείδηση των πραττομένων του. Πολλώ μάλλον που, με τα δεδομένα της σύγχρονης ιατρικής επιστήμης, ο άνθρωπος μπορεί να συντηρείται για μεγάλο χρονικό διάστημα εν ζωή δίχως τέτοια συνείδηση. Πως, λοιπόν, μπορεί κανείς να του καταλογίσει, κατ’ αποτέλεσμα, έλλειψη πρόθεσης για δήλωση δωρεάς οργάνων δίχως να θίγεται ο ίδιος ο πυρήνας του άρθρου 2 παρ. 1 του Συντάγματος; Πέραν τούτου δεν οδηγεί μια τέτοια αποδοχή στην προσβολή και της αρχής της αναλογικότητας, η οποία επίσης κατοχυρώνεται συνταγματικώς από το άρθρο 25 παρ. 1;
2. Προς την ίδια κατεύθυνση συνηγορεί και το άρθρο 5 παρ. 1 του Συντάγματος, δεδομένου ότι:
α) Κατά πρώτο λόγο μια τέτοια «εικαζόμενη συναίνεση» βασίζεται στο, εντελώς έωλο, τεκμήριο ότι ο δότης, εν ζωή, δεν εξέφρασε αντίθετη βούληση. Συμβιβάζεται ένας τέτοιος συλλογισμός με την ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας; Δεν αποτελεί υπέρμετρο καταναγκασμό, ευθέως αντίθετο προς την ελευθερία την οποία κατοχυρώνει το άρθρο 5 παρ. 1 του Συντάγματος; Όταν μάλιστα η δωρεά οργάνων σημαίνει, κατ’ εξοχήν, συνειδητή έκφραση ελευθερίας και έμπρακτη απόδειξη κοινωνικής αλληλεγγύης;
β) Κατά δεύτερο λόγο η υπό τις προϋποθέσεις αυτές καθιέρωση της «εικαζόμενης συναίνεσης» φαίνεται να παραβλέπει και μιαν άλλη πτυχή της κοινωνικοοικονομικής μας ζωής. Και αν ο εικαζόμενος δότης, όσο ζούσε, αγνοούσε το περιεχόμενο των ρυθμίσεων, οι οποίες καθιερώνουν την υποχρέωσή του να δηλώσει στην αρμόδια διοικητική αρχή την αντίθεσή του ως προς τη δωρεά οργάνων; Είναι θεσμικώς δυνατό, κατά τις προαναφερόμενες διατάξεις του Συντάγματος, να του αντιταχθεί μετά θάνατον ότι τέτοιας μορφής άγνοια νόμου δεν επιτρέπεται; Με απλές λέξεις αυτή η ερμηνευτική εκδοχή δεν έρχεται σε ευθεία αντίθεση προς εκείνο το οποίο τονίσθηκε προηγουμένως, ήτοι ότι η δωρεά οργάνων σημαίνει, από τη φύση της, συνειδητή έκφραση ελευθερίας και έμπρακτη απόδειξη κοινής αλληλεγγύης;
Συμπερασματικώς, πιστεύω ότι η «εικαζόμενη συναίνεση» του σχεδίου νόμου για τη δωρεά οργάνων είναι αντίθετη προς τις διατάξεις του Συντάγματος που προανέφερα. Ας μου επιτραπεί όμως και μια τελευταία διαπίστωση, από την πρακτική πλευρά της ζωής. Σε μιαν εποχή όπου οι ελευθερίες του ανθρώπου παραβιάζονται πολλαπλώς ο καταναγκασμός στον οποίο άγεται, κατ’ αποτέλεσμα, ο δότης να δηλώσει την περί του αντιθέτου βούλησή του μπορεί να οδηγήσει στο επίσης αντίθετο αποτέλεσμα: Στην άρνηση δωρεάς οργάνων. Ας εμπιστευθούμε, λοιπόν, τον σύγχρονο άνθρωπο αφήνοντάς τον να εκφράζει και να βιώνει την ελευθερία του. Δηλαδή τη συνειδητή πρόθεσή του να συμπαρασταθεί στον συνάνθρωπό του, όπως εκείνος νομίζει. Όσο επενδύουμε στη συντεταγμένη ελευθερία τόσο στηρίζουμε τη διαχρονική ρήση του Μενάνδρου: «Ως χαρίεν έστ’ άνθρωπος, ότ’ άνθρωπος η».
I. Γίνεται καθολικώς δεκτό, τόσο στη θεωρία όσο και στην νομολογία, ότι το Σύνταγμά μας είναι ανθρωποκεντρικό. Δεδομένου ότι το μεγαλύτερο μέρος των διατάξεών του θεσπίζουν, κατά βάθος, εγγυήσεις για την προστασία του ανθρώπου και της ελευθερίας του.
Α. Κορωνίδα προς αυτή την ερμηνευτική κατεύθυνση αποτελούν:
1. Η διάταξη του άρθρου 2 παρ. 1 του Συντάγματος, σύμφωνα με την οποία «ο σεβασμός και η προστασία της αξίας του ανθρώπου αποτελούν την πρωταρχική υποχρέωση της Πολιτείας».
2. Και η διάταξη του άρθρου 5 παρ. 1 του Συντάγματος, σύμφωνα με την οποία «καθένας έχει δικαίωμα να αναπτύσσει ελεύθερα την προσωπικότητά του και να συμμετέχει στην κοινωνική, οικονομική και πολιτική ζωή της Χώρας, εφόσον δεν προσβάλλει τα δικαιώματα των άλλων και δεν παραβιάζει το Σύνταγμα ή τα χρηστά ήθη».
Β. Οι διατάξεις αυτές αρκούν για να καταδείξουν ότι το Σύνταγμά μας είναι το πιο ανθρωποκεντρικό, τουλάχιστον στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Και τούτο ιδίως διότι το άρθρο 2 παρ. 1 κατοχυρώνει την προστασία της αξίας του ανθρώπου –και όχι μόνο της αξιοπρέπειας, όπως προβλέπουν άλλα ευρωπαϊκά συντάγματα –δηλαδή έννοιας εξαιρετικά ευρείας. Αφού υπερκαλύπτει σαφώς την προσωπικότητα και διασφαλίζει πτυχές της οντότητας του ανθρώπου έστω και όταν δεν έχει συναίσθηση των πραττομένων, ακόμη δε και μετά θάνατον.
Γ. Επισημαίνεται ότι οι διατάξεις των άρθρων 2 παρ. 1 και 5 παρ. 1 του Συντάγματος, από την ίδια τους τη διατύπωση και νομική φύση, συνιστούν γενικές ρήτρες οι οποίες διαποτίζουν ερμηνευτικώς όλες τις λοιπές διατάξεις του, κατά το ότι αυτές πρέπει να ερμηνεύονται σύμφωνα με το γράμμα και το πνεύμα των κατά τ’ ανωτέρω άρθρων.
II. Από τα δεδομένα των συνταγματικών ρυθμίσεων προκύπτουν, κατά την εκτίμησή μου, μεταξύ άλλων και τ’ ακόλουθα:
Α. Ουδείς μπορεί ν’ αμφισβητήσει ότι η δωρεά οργάνων, μέθοδος διάσωσης της ζωής με βάση τα σύγχρονα -και ιδίως τα μελλοντικά- επιτεύγματα της επιστήμης, υπηρετεί ευθέως την αξία και την προσωπικότητα του ανθρώπου. Πέραν τούτου αναδεικνύει το περίσσευμα ψυχής του δότη έναντι του λήπτη. Άρα συνιστά έμπρακτη απόδειξη κοινωνικής αλληλεγγύης, η οποία επίσης προβλέπεται από το Σύνταγμα, αφού η διάταξη του άρθρου 25 παρ. 4 ορίζει πως «το Κράτος δικαιούται να αξιώνει από όλους τους πολίτες την εκπλήρωση του χρέους της κοινωνικής και εθνικής αλληλεγγύης».
. Κατά συνέπεια βρισκόμαστε, ως προς την «εικαζόμενη συναίνεση» του προσχεδίου νόμου, μπροστά στην ανάγκη στάθμισης των συνταγματικώς κατοχυρωμένων συμφερόντων μεταξύ δότη και λήπτη, όπως τα συμφέροντα αυτά θωρακίζονται με βάση τις διατάξεις των άρθρων 2 παρ. 1 και 5 παρ. 1. Κατά τη στάθμιση αυτή η ζυγαριά γέρνει σαφώς, όπως πιστεύω, προς την πλευρά του δότη για τους εξής λόγους:
1. Προς μια τέτοια κατεύθυνση συνηγορεί το άρθρο 2 παρ 1 του Συντάγματος λόγω του ότι, όπως ήδη προεκτέθηκε, η αξία του ανθρώπου, έννοια ευρύτερη τόσο της προσωπικότητας όσο και της αξιοπρέπειας ακόμη, καλύπτει, ως ερμηνευτική ρήτρα, πτυχές της ανθρώπινης οντότητας που δεν συνεπάγονται δυνατότητα δήλωσης για την έκφραση βούλησης. Άρα η «εικαζόμενη συναίνεση», όταν συνάγεται απλώς από το γεγονός της παράλειψης δήλωσης, πλήττει τον πυρήνα της αξίας του ανθρώπου μετά θάνατον αλλά και εν ζωή, π.χ. αν ο εικαζόμενος δότης δεν έχει συνείδηση των πραττομένων του. Πολλώ μάλλον που, με τα δεδομένα της σύγχρονης ιατρικής επιστήμης, ο άνθρωπος μπορεί να συντηρείται για μεγάλο χρονικό διάστημα εν ζωή δίχως τέτοια συνείδηση. Πως, λοιπόν, μπορεί κανείς να του καταλογίσει, κατ’ αποτέλεσμα, έλλειψη πρόθεσης για δήλωση δωρεάς οργάνων δίχως να θίγεται ο ίδιος ο πυρήνας του άρθρου 2 παρ. 1 του Συντάγματος; Πέραν τούτου δεν οδηγεί μια τέτοια αποδοχή στην προσβολή και της αρχής της αναλογικότητας, η οποία επίσης κατοχυρώνεται συνταγματικώς από το άρθρο 25 παρ. 1;
2. Προς την ίδια κατεύθυνση συνηγορεί και το άρθρο 5 παρ. 1 του Συντάγματος, δεδομένου ότι:
α) Κατά πρώτο λόγο μια τέτοια «εικαζόμενη συναίνεση» βασίζεται στο, εντελώς έωλο, τεκμήριο ότι ο δότης, εν ζωή, δεν εξέφρασε αντίθετη βούληση. Συμβιβάζεται ένας τέτοιος συλλογισμός με την ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας; Δεν αποτελεί υπέρμετρο καταναγκασμό, ευθέως αντίθετο προς την ελευθερία την οποία κατοχυρώνει το άρθρο 5 παρ. 1 του Συντάγματος; Όταν μάλιστα η δωρεά οργάνων σημαίνει, κατ’ εξοχήν, συνειδητή έκφραση ελευθερίας και έμπρακτη απόδειξη κοινωνικής αλληλεγγύης;
β) Κατά δεύτερο λόγο η υπό τις προϋποθέσεις αυτές καθιέρωση της «εικαζόμενης συναίνεσης» φαίνεται να παραβλέπει και μιαν άλλη πτυχή της κοινωνικοοικονομικής μας ζωής. Και αν ο εικαζόμενος δότης, όσο ζούσε, αγνοούσε το περιεχόμενο των ρυθμίσεων, οι οποίες καθιερώνουν την υποχρέωσή του να δηλώσει στην αρμόδια διοικητική αρχή την αντίθεσή του ως προς τη δωρεά οργάνων; Είναι θεσμικώς δυνατό, κατά τις προαναφερόμενες διατάξεις του Συντάγματος, να του αντιταχθεί μετά θάνατον ότι τέτοιας μορφής άγνοια νόμου δεν επιτρέπεται; Με απλές λέξεις αυτή η ερμηνευτική εκδοχή δεν έρχεται σε ευθεία αντίθεση προς εκείνο το οποίο τονίσθηκε προηγουμένως, ήτοι ότι η δωρεά οργάνων σημαίνει, από τη φύση της, συνειδητή έκφραση ελευθερίας και έμπρακτη απόδειξη κοινής αλληλεγγύης;
Συμπερασματικώς, πιστεύω ότι η «εικαζόμενη συναίνεση» του σχεδίου νόμου για τη δωρεά οργάνων είναι αντίθετη προς τις διατάξεις του Συντάγματος που προανέφερα. Ας μου επιτραπεί όμως και μια τελευταία διαπίστωση, από την πρακτική πλευρά της ζωής. Σε μιαν εποχή όπου οι ελευθερίες του ανθρώπου παραβιάζονται πολλαπλώς ο καταναγκασμός στον οποίο άγεται, κατ’ αποτέλεσμα, ο δότης να δηλώσει την περί του αντιθέτου βούλησή του μπορεί να οδηγήσει στο επίσης αντίθετο αποτέλεσμα: Στην άρνηση δωρεάς οργάνων. Ας εμπιστευθούμε, λοιπόν, τον σύγχρονο άνθρωπο αφήνοντάς τον να εκφράζει και να βιώνει την ελευθερία του. Δηλαδή τη συνειδητή πρόθεσή του να συμπαρασταθεί στον συνάνθρωπό του, όπως εκείνος νομίζει. Όσο επενδύουμε στη συντεταγμένη ελευθερία τόσο στηρίζουμε τη διαχρονική ρήση του Μενάνδρου: «Ως χαρίεν έστ’ άνθρωπος, ότ’ άνθρωπος η».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου