ΤΟ ΕΡΓΟΝ ΤΗΣ ΔΙΑΚΟΝΙΑΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ
Τοῦ Πρωτοπρεσβυτέρου Διονυσίου Τάτση
ΥΠΑΡΧΕΙ μεγάλη διαφορὰ ἀνάμεσα στὸ ἔργο ποὺ ἐπιτελεῖ ἕνας πρὸς δόξαν Θεοῦ καὶ σ᾽ ἐκεῖνο ποὺ κάνει κάποιος ἄλλος γιὰ τὴ μάταιη δόξα τοῦ κόσμου. Μπορεῖ καὶ οἱ δύο νὰ ἐργάζονται μὲ ζῆλο, ἀλλὰ τὰ ἀποτελέσματα εἶναι ἐντελῶς διαφορετικά. Καὶ εἶναι φυσικό, θὰ ἔλεγα, κάτι τέτοιο, ἀφοῦ ὁ σκοπὸς εἶναι διαφορετικός. Οἱ κοσμικοὶ ἄνθρωποι, ποὺ ἔχουν χαρίσματα, ἐργάζονται ἐντατικά, ὄντως κουράζονται, ἀλλὰ δὲν στοχεύουν ψηλά. Ὑπηρετοῦν τὸ συμφέρον τους καὶ τὴ δόξα τους. Τὸ ἔργο τους δὲν εἶναι προσφορὰ πρὸς τοὺς ἄλλους, ὅπως φαίνεται μὲ τὴν πρώτη ματιά, ἀλλὰ ἔργο, ποὺ τοὺς ἀποδίδει. Αὐτὸ συμβαίνει, γιατὶ οἱ στόχοι εἶναι χαμηλοί, σέρνονται στὸ ἔδαφος καὶ εἶναι ἐφήμεροι. Στὶς περισσότερες περιπτώσεις οἱ ἄνθρωποι αὐτοὶ πετυχαίνουν τοὺς στόχους τους...Ἀποκτοῦν χρήματα, γίνεται λόγος γι᾽αὐτούς, προβάλλονται, δοξάζονται, βραβεύονται, ἀναγορεύονται κ.λπ. Συχνὲς εἶναι καὶ οἱ ἐκδηλώσεις, γιὰ νὰ προβληθεῖ τὸ ἔργο τους καὶ νὰ γίνει φάρος καὶ γιὰ τὶς ἑπόμενες γενιές. Ὅλα αὐτὰ δὲν ἔχουν διάρκεια, παρόλες τὶς προσπάθειες, ποὺ κάνουν οἱ ἴδιοι καὶ οἱ συμπαραστάτες τους. Γρήγορα περνοῦν στὸ περιθώριο.Ὅταν δὲ αὐτοί, οἱ κατὰ κόσμον ἄξιοι δημιουργοί, ἀναχωρήσουν ἀπὸ τὴν παροῦσα μάταιη ζωή, τοὺς ξεχνοῦν οἱ πάντες. Δὲν παραμένει κανένα ἴχνος τους. Στὴ θέση τους ἔρχονται ἄλλοι καὶ ἀρχίζει πάλι τὸ ἴδιο παιχνίδι.
Ἔτσι ζοῦν οἱ κοσμικοί. Κυριαρχοῦνται ἀπὸ μεγάλες ἰδέες, τὶς ὁποῖες ὅμως ἐκφράζουν μὲ μικρὰ καὶ σχεδὸν ἀσήμαντα ἔργα. Τὶς ἐλλείψεις, τὰ κενὰ καὶ τὶς ἀδυναμίες τῶν δημιουργῶν ἔρχονται νὰ καλύψουν οἱ εἰδικοὶ μὲ τὶς βαθυστόχαστες κριτικές τους. Ἀναφέρονται στὰ ἔργα τέχνης, τὰ ὁποῖα συνήθως εἶναι μέτρια καὶ ὅμως, αὐτοὶ τὰ βλέπουν ὡς σπουδαῖα, γιατὶ θέλουν νὰ προβάλουν τὰ πρόσωπα ποὺ συμπαθοῦν. Εὔκολα καταλαβαίνει κανεὶς ὅτι ἡ προβολὴ γίνεται μὲ ὑπερβολή, ἡ ὁποία δὲν εἶναι ἀξιόπιστη καὶ γρήγορα ἐξανεμίζεται. Τὸ ἴδιο διαπιστώνουμε καὶ ὅταν οἱ φιλόλογοι σχολιάζουν τὰ ποιήματα τῶν συγχρόνων ποιητῶν. Ἐνῶ ὑστεροῦν, δὲν ἔχουν εἱρμό, δὲν ἔχουν ἀρχὴ καὶ τέλος καὶ ἡ κατανόησή τους εἶναι ἀδύνατη, αὐτοὶ τὰ χαρακτηρίζουν ὡς ἀριστουρργήματα. Μετὰ ἀπὸ αὐτὰ τὰ ὑπερβολικὰ λόγια τῶν κριτικῶν, οἱ ποιητὲς καλλιεργοῦν μεγάλη ἰδέα γιὰ τὸν ἑαυτό τους καὶ τὸ ἔργο τους καὶ κανεὶς δὲν τολμάει νὰ τοὺς ἀμφισβητήσει. Οἱ ποιητικές τους, ὅμως, συλλογὲς δὲν ἐνδιαφέρουν τοὺς ἀνθρώπους καὶ μόνο πέντε δέκα φίλοι τους τὶς παίρνουν στὰ χέρια τους καὶ τὶς ξεφυλλίζουν.
Ὅλα αὐτὰ ποὺ ἀνέφερα δείχνουν ὅτι καθετί ποὺ στοχεύει στὴ δόξα καὶ τὸν πλοῦτο δὲν διαρκεῖ, παρὰ τὸ θόρυβο ποὺ δημιουργεῖ κατὰ περιόδους, μὲ σκοπὸ τὴν παραπλάνηση τῶν πολλῶν. Στὸ χῶρο τῆς Ἐκκλησίας συμβαίνει ἀκριβῶς τὸ ἀντίθετο. Ἄνθρωποι ταπεινοί, χωρὶς καμμιὰ προβολή, μὲ ἔντονο πνευματικό ἀγώνα, ἐργάζονται σὲ πολλοὺς τομεῖς γιὰτὴ δόξα τοῦ Θεοῦ. Τὸ ἔργο τους ἔχει ποιότητα, διαρκεῖ καὶ ἀναπτύσσεται, καὶ ὅταν οἱ ἴδιοι φεύγουν ἀπὸ τὴν παροῦσα ἐφήμερη ζωή.Ἔχουμε πολλὰ τέτοια παραδείγματα. Ἀναφέρω ἐνδεικτικὰ τοὺς σύγχρονους γέροντες, οἱ ὁποῖοι μετὰ τὴν κοίμησή τους ἔγιναν περισσότερο γνωστοὶ καὶ τὸ πνευματικό τους ἔργο συνεχίζεται μὲ ἱερὸ ζῆλο ἀπὸ πολλοὺς νεώτερους, ποὺ ἔχουν τὶς πνευματικές τους ρίζες σ᾽ ἐκείνους. Ἡ Ἐκκλησία τιμᾶ ἰδιαίτερα τοὺς ἀνθρώπους, ποὺ ἐργάζονται γιὰ τὴ δόξα τοῦ Κυρίου καὶ ἀδιάκοπα ἀναφέρεται στὸ ἔργο τους πρὸς παραδειγματισμὸν καὶ συνέχιση. Ἐπιγραμματικὰ λέω ὅτι ἀξία ἔχει ὁ τρόπος μὲ τὸν ὁποῖο γίνεται αὐτὸ τὸ ἔργο, ἡ πρόθεση τῶν ἀνθρώπων καὶ κυρίως ὁ σκοπός ποὺ ὑπηρετεῖ, δηλαδὴ ἡ δόξα τοῦ Θεοῦ καὶ ὄχι τῶν ἀνθρώπων.
Ὁ θεολόγος καὶ λογοτέχνης Π.Β.Πάσχος, ἀναφερόμενος στὸ θέμα ποὺ μᾶς ἀπασχολεῖ, σημειώνει τὰ ἑξῆς: «Ὁ καθένας μας προσφέρει τὸ καταδύναμη. Ὁ Θεὸς εἶναι ποὺ αὐξάνει κ᾽εὐλογεῖ τὸ ἔργο μας, ἄν εἶναι σύμφωνο μὲ τὸ ἅγιο θέλημά Του καὶ διακονεῖ τὸ ἔργο τῆς Ἐκκλησίας Του. Δὲν εἶναι, λοιπόν, περίεργο, ὅταν ἄνθρωποι, μεγάλοι καὶ τρανοὶ κατὰ κόσμον, σβήνουν καὶ λησμονιοῦνται μόλις κλείσουν τὰ μάτια τους, ἐνῶ ἄλλοι, ἄσημοι καὶ ταπεινοί, ντύνονται δόξα ὅλο καὶ πιὸ ἄφθαρτη καὶ τὸ ὄνομά τους μεγαλώνει καὶ μεγαλύνεται πιότερο μετὰ τὸ θάνατό τους. Τὸ μυστικὸ εἶναι, πὼς οἱ πρῶτοι πέρασαν ἔξω ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία καὶ δούλεψαν τὴ μάταιη δόξα τοῦ κόσμου, ποὺ παρέρχεται δίχως ν᾽ ἀφήσει καὶ τὸ παραμικρὸ ἴχνος. Οἱ ἄλλοι, ὅμως, μπῆκαν μέσα στὴν Ἐκκλησία, ἔβαλαν τὸ μικρὸ ἤ τὸ μεγάλο τάλαντό τους στὴ διακονία τοῦ Θεοῦ, κ᾽ ἔσωσαν ἔτσι καὶ τὸν ἑαυτό τους καὶ τὸ ἔργο τους. Γιατί, ὅταν ἕνα ἔργο συνδέεται μὲ τὴν Ἐκκλησία τοῦ Θεοῦ καὶ τὴ διδασκαλία καὶ τὸ φωτισμὸ τῶν ἀνθρώπων, αὐτὸ τὸ ἔργο ξεπερνάει τὰ ἐμπόδια τοῦ σατανᾶ καὶ τοῦ κόσμου κι ἀντέχει στοὺς πολέμους τῆς ἁμαρτίας, τῆς ἐφήμερης δόξας, τῆς ὁποιασδήποτε μικρόψυχης κριτικῆς ἤ ἀδιαφορίας τῶν κούφιων ἰσχυρῶν».
Ἔτσι ζοῦν οἱ κοσμικοί. Κυριαρχοῦνται ἀπὸ μεγάλες ἰδέες, τὶς ὁποῖες ὅμως ἐκφράζουν μὲ μικρὰ καὶ σχεδὸν ἀσήμαντα ἔργα. Τὶς ἐλλείψεις, τὰ κενὰ καὶ τὶς ἀδυναμίες τῶν δημιουργῶν ἔρχονται νὰ καλύψουν οἱ εἰδικοὶ μὲ τὶς βαθυστόχαστες κριτικές τους. Ἀναφέρονται στὰ ἔργα τέχνης, τὰ ὁποῖα συνήθως εἶναι μέτρια καὶ ὅμως, αὐτοὶ τὰ βλέπουν ὡς σπουδαῖα, γιατὶ θέλουν νὰ προβάλουν τὰ πρόσωπα ποὺ συμπαθοῦν. Εὔκολα καταλαβαίνει κανεὶς ὅτι ἡ προβολὴ γίνεται μὲ ὑπερβολή, ἡ ὁποία δὲν εἶναι ἀξιόπιστη καὶ γρήγορα ἐξανεμίζεται. Τὸ ἴδιο διαπιστώνουμε καὶ ὅταν οἱ φιλόλογοι σχολιάζουν τὰ ποιήματα τῶν συγχρόνων ποιητῶν. Ἐνῶ ὑστεροῦν, δὲν ἔχουν εἱρμό, δὲν ἔχουν ἀρχὴ καὶ τέλος καὶ ἡ κατανόησή τους εἶναι ἀδύνατη, αὐτοὶ τὰ χαρακτηρίζουν ὡς ἀριστουρργήματα. Μετὰ ἀπὸ αὐτὰ τὰ ὑπερβολικὰ λόγια τῶν κριτικῶν, οἱ ποιητὲς καλλιεργοῦν μεγάλη ἰδέα γιὰ τὸν ἑαυτό τους καὶ τὸ ἔργο τους καὶ κανεὶς δὲν τολμάει νὰ τοὺς ἀμφισβητήσει. Οἱ ποιητικές τους, ὅμως, συλλογὲς δὲν ἐνδιαφέρουν τοὺς ἀνθρώπους καὶ μόνο πέντε δέκα φίλοι τους τὶς παίρνουν στὰ χέρια τους καὶ τὶς ξεφυλλίζουν.
Ὅλα αὐτὰ ποὺ ἀνέφερα δείχνουν ὅτι καθετί ποὺ στοχεύει στὴ δόξα καὶ τὸν πλοῦτο δὲν διαρκεῖ, παρὰ τὸ θόρυβο ποὺ δημιουργεῖ κατὰ περιόδους, μὲ σκοπὸ τὴν παραπλάνηση τῶν πολλῶν. Στὸ χῶρο τῆς Ἐκκλησίας συμβαίνει ἀκριβῶς τὸ ἀντίθετο. Ἄνθρωποι ταπεινοί, χωρὶς καμμιὰ προβολή, μὲ ἔντονο πνευματικό ἀγώνα, ἐργάζονται σὲ πολλοὺς τομεῖς γιὰτὴ δόξα τοῦ Θεοῦ. Τὸ ἔργο τους ἔχει ποιότητα, διαρκεῖ καὶ ἀναπτύσσεται, καὶ ὅταν οἱ ἴδιοι φεύγουν ἀπὸ τὴν παροῦσα ἐφήμερη ζωή.Ἔχουμε πολλὰ τέτοια παραδείγματα. Ἀναφέρω ἐνδεικτικὰ τοὺς σύγχρονους γέροντες, οἱ ὁποῖοι μετὰ τὴν κοίμησή τους ἔγιναν περισσότερο γνωστοὶ καὶ τὸ πνευματικό τους ἔργο συνεχίζεται μὲ ἱερὸ ζῆλο ἀπὸ πολλοὺς νεώτερους, ποὺ ἔχουν τὶς πνευματικές τους ρίζες σ᾽ ἐκείνους. Ἡ Ἐκκλησία τιμᾶ ἰδιαίτερα τοὺς ἀνθρώπους, ποὺ ἐργάζονται γιὰ τὴ δόξα τοῦ Κυρίου καὶ ἀδιάκοπα ἀναφέρεται στὸ ἔργο τους πρὸς παραδειγματισμὸν καὶ συνέχιση. Ἐπιγραμματικὰ λέω ὅτι ἀξία ἔχει ὁ τρόπος μὲ τὸν ὁποῖο γίνεται αὐτὸ τὸ ἔργο, ἡ πρόθεση τῶν ἀνθρώπων καὶ κυρίως ὁ σκοπός ποὺ ὑπηρετεῖ, δηλαδὴ ἡ δόξα τοῦ Θεοῦ καὶ ὄχι τῶν ἀνθρώπων.
Ὁ θεολόγος καὶ λογοτέχνης Π.Β.Πάσχος, ἀναφερόμενος στὸ θέμα ποὺ μᾶς ἀπασχολεῖ, σημειώνει τὰ ἑξῆς: «Ὁ καθένας μας προσφέρει τὸ καταδύναμη. Ὁ Θεὸς εἶναι ποὺ αὐξάνει κ᾽εὐλογεῖ τὸ ἔργο μας, ἄν εἶναι σύμφωνο μὲ τὸ ἅγιο θέλημά Του καὶ διακονεῖ τὸ ἔργο τῆς Ἐκκλησίας Του. Δὲν εἶναι, λοιπόν, περίεργο, ὅταν ἄνθρωποι, μεγάλοι καὶ τρανοὶ κατὰ κόσμον, σβήνουν καὶ λησμονιοῦνται μόλις κλείσουν τὰ μάτια τους, ἐνῶ ἄλλοι, ἄσημοι καὶ ταπεινοί, ντύνονται δόξα ὅλο καὶ πιὸ ἄφθαρτη καὶ τὸ ὄνομά τους μεγαλώνει καὶ μεγαλύνεται πιότερο μετὰ τὸ θάνατό τους. Τὸ μυστικὸ εἶναι, πὼς οἱ πρῶτοι πέρασαν ἔξω ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία καὶ δούλεψαν τὴ μάταιη δόξα τοῦ κόσμου, ποὺ παρέρχεται δίχως ν᾽ ἀφήσει καὶ τὸ παραμικρὸ ἴχνος. Οἱ ἄλλοι, ὅμως, μπῆκαν μέσα στὴν Ἐκκλησία, ἔβαλαν τὸ μικρὸ ἤ τὸ μεγάλο τάλαντό τους στὴ διακονία τοῦ Θεοῦ, κ᾽ ἔσωσαν ἔτσι καὶ τὸν ἑαυτό τους καὶ τὸ ἔργο τους. Γιατί, ὅταν ἕνα ἔργο συνδέεται μὲ τὴν Ἐκκλησία τοῦ Θεοῦ καὶ τὴ διδασκαλία καὶ τὸ φωτισμὸ τῶν ἀνθρώπων, αὐτὸ τὸ ἔργο ξεπερνάει τὰ ἐμπόδια τοῦ σατανᾶ καὶ τοῦ κόσμου κι ἀντέχει στοὺς πολέμους τῆς ἁμαρτίας, τῆς ἐφήμερης δόξας, τῆς ὁποιασδήποτε μικρόψυχης κριτικῆς ἤ ἀδιαφορίας τῶν κούφιων ἰσχυρῶν».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου