Τα θρησκευτικά και οι θεολόγοι
του Γιώργου Ν. Παπαθανασόπουλου
Μέσα στο καυτό πρόβλημα επιβίωσης, που αντιμετωπίζουν όλο και περισσότεροι Έλληνες, τα άλλα ζητήματα έχουν περάσει στο περιθώριο και είναι λογικό αυτό. Ένα από αυτά είναι η διδασκαλία των θρησκευτικών στα σχολεία. Συνάδελφος μου παρατήρησε ότι δεν έχω έως τώρα ασχοληθεί με το θέμα και μου είπε ότι είναι ευκαιρία να το κάνω μετά το άρθρο του επ. Αντιπροέδρου του ΣτΕ κ. Αν. Μαρίνου, που δημοσιεύθηκε σε αθηναϊκή εφημερίδα και αναδημοσιεύτηκε σε blogs. Ο κ. Μαρίνος περιέγραψε το πώς αντιμετωπίστηκε το μάθημα των Θρησκευτικών στις Κυβερνήσεις από το 1974 έως σήμερα και τις σχετικές αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας.
Στο πώς πρέπει να διδάσκεται στα σχολεία το μάθημα των Θρησκευτικών δεν είναι εύκολο να απαντήσει κανείς. Είναι ένα δύσκολο θέμα. Χρειάζεται παιδαγωγικό ταλέντο, ικανότητα στα ελληνικά, βαθιά γνώση της Ορθόδοξης Θεολογίας, αντίληψη της σημερινής πραγματικότητας. Είναι η απόδοση του δυσκολότερου μαθήματος, γιατί δεν απευθύνεται στη λογική του μαθητή, αλλά στην ψυχή και στη λογική του...
Το ένα λοιπόν ζήτημα είναι η αντιμετώπιση του μαθήματος των θρησκευτικών από την εκάστοτε κυβέρνηση. Το άλλο ζήτημα είναι η αντιμετώπιση του ζητήματος από τους θεολόγους, είτε είναι οι Θεολογικές σχολές, είτε είναι η Πανελλήνια Ένωση Θεολόγων, είτε είναι οι κατά τόπους Ενώσεις Θεολόγων, είτε είναι ομάδες που εκφράζουν τάσεις ως προς την παρουσία της Θεολογίας στη σύγχρονη κοινωνία. Πριν όμως από το ζήτημα των τάσεων των θεολόγων είναι το τί θεολόγοι βγαίνουν από τα Πανεπιστήμια και ποιο είναι το μέλλον των Θεολογικών Σχολών. Σχετικό είναι το ερώτημα αν οι σημερινοί διδάσκοντες είναι άξιοι συνεχιστές των μεγάλων προσωπικοτήτων που πέρασαν από αυτές και αν οι φοιτητές τους εισήλθαν από πόθο προς την ιερά επιστήμη, ή λόγω του εκπαιδευτικού συστήματος. Δυστυχώς αν εισέλθει κανείς στα ενδότερα των Θεολογικών Σχολών απογοητεύεται.
Στη σημερινή δυσάρεστη κατάσταση για Θεολογικές Σχολές και θεολόγους για το μάθημα των θρησκευτικών έχει προβληθεί η άποψη του κ. Σταύρου Γιαγκάζογλου, ο οποίος ορίστηκε από τον Αρχιεπίσκοπο κ. Ιερώνυμο διευθυντής συντάξεως του επιστημονικού περιοδικού της Εκκλησίας της Ελλάδος "Θεολογία". Από τη θέση αυτή στο παρελθόν έχουν περάσει σπουδαίοι καθηγητές πανεπιστημίου. Οι απόψεις του κ. Γιαγκάζογλου και όσων τις υποστηρίζουν δεν είναι απλή, ούτε πρέπει να αντιμετωπίζεται με αφορισμούς, που δείχνουν αδυναμία επιχειρημάτων. Ο κ. Γιαγκάζογλου και οι άλλοι θεολόγοι του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου υποστηρίζουν ότι στο Δημοτικό και στο Γυμνάσιο πρέπει το μάθημα να γίνει "ανοικτό, πλουραλιστικό, με γνωσιακό και παιδαγωγικό χαρακτήρα, που θα ανοίγεται στις μεγάλες χριστιανικές παραδόσεις (Ρωμαιοκαθολικισμός, Προτεσταντισμός) και στις μεγάλες θρησκείες που μας ενδιαφέρουν για το σήμερα (Ισλάμ, Ιουδαϊσμός) […] Όλα αυτά θα πρέπει να περάσουν στο μαθητή, αλλά με έναν χαρακτήρα παιδαγωγικό και γνωσιακό και όχι χαρακτήρα μύησης στη πίστη, διότι αυτή η υπόθεση είναι πάρα πολύ σοβαρή, αλλά η κατήχηση δεν μπορεί να είναι έργο της πολιτείας και του σχολείου, καθώς ξεκάθαρα αποτελεί υπόθεση και έργο της Εκκλησίας". Είναι σαφές ότι υποστηρίζεται η μετατροπή του μαθήματος σε θρησκειολογικό.
Ως προς το Λύκειο ο κ. Γιαγκάζογλου προτείνει "ένα νέο, εναλλακτικό μάθημα, το οποίο θα λέγεται Φιλοσοφική Ηθική, το οποίο θα βαθμολογείται κανονικά και θα είναι απολύτως ανοικτό στους πάντες και κανένας μαθητής - ακόμη και ετερόδοξος ή αλλόθρησκος - δεν θα μπορεί να έχει επιχειρήματα να μην το παρακολουθήσει". Δηλαδή δέλεαρ ή κίνητρο για την μετατροπή του θρησκευτικού μαθήματος σε φιλοσοφικό αποτελεί ότι αυτό θα είναι υποχρεωτικό για όλους τους μαθητές, ενώ το ομολογιακό είναι προαιρετικό.
Οι απόψεις του κ. Γιαγκάζογλου ταιριάζουν με αυτές του καθηγητού κ. Γ.Χ. Σωτηρέλη, συμβούλου του πρ. Πρωθυπουργού κ. Κ. Σημίτη, και άλλων καθηγητών, όπως των κ.κ. Μιχ. Σταθόπουλου και Νικ. Αλιβιζάτου, με τις οποίες πάντως διαφωνεί ο καθηγητής και αντιπρόεδρος της σημερινής κυβερνήσεως κ. Ευάγγελος Βενιζέλος. Ο κ. Σωτηρέλης θέλοντας να ενισχύσει την άποψη του περί της μετατροπής του μαθήματος των θρησκευτικών σε θρησκειολογικό αναφέρει ότι τέτοιο είναι το μάθημα σε χώρες, όπως η Αγγλία, η Δανία και η Σουηδία, οι οποίες έχουν παρεμφερή δεδομένα ( σ.σ. με την Ελλάδα) τόσο σε συνταγματικό επίπεδο, με την αναγνώριση "επίσημων" θρησκειών, παραδοσιακά και πολλαπλά διασυνδεδεμένων με το κράτος, όσο και σε αριθμητικό επίπεδο, με τη συντριπτική υπεροχή των οπαδών (σ.σ. sic) αυτών των θρησκειών.
Η άποψη των κ.κ. Γιαγκάζογλου, Σωτηρέλη κ.λ.π. είναι, κατά τη γνώμη μου, λανθασμένη από άποψη ουσίας, και δημοκρατικής τάξεως. Από άποψη ουσίας, γιατί δεν είναι δυνατό να μεταφέρονται στην Ελλάδα μοντέλα άλλων χωρών με τελείως διαφορετικές παραδόσεις. Δεν είμαστε ιθαγενείς για να παίρνουμε ως παράδειγμα αυτό των "εκπολιτιστών" μας, αγνοώντας αν ταιριάζει ή όχι στην ιδιοπροσωπία μας. Ο ιδεολογικός φανατισμός και η διάθεση δικαιολόγησης του δημιουργούν χάσματα λογικά. Έτσι λ.χ. η σχέση της Πολιτείας με την Εκκλησία στην Αγγλία δεν έχει καμία σχέση με αυτήν που έχει αναπτυχθεί στην Ελλάδα. Η Αγγλικανική Εκκλησία προέκυψε μετά από πραξικοπηματική ενέργεια του Ερρίκου του Η' κατά του Βατικανού και ανέλαβε ο ίδιος αρχηγός της Εκκλησίας, κάτι που ακολουθούν και οι διάδοχοί του. Στην Ελλάδα μέσα από τη σκλαβιά και τους αγώνες για την ανεξαρτησία και την απελευθέρωση ζυμώθηκε η σχέση και έγινε συστατικό της ταυτότητας μας. Οι ίδιοι οι αγωνιστές για την ελευθερία της χώρας ζήτησαν να υπάρχει αυτή η σχέση και ο πρώτος της Κυβερνήτης την καθιέρωσε. Γράφει σχετικά ο Ευάγγελος Βενιζέλος: " Συζητούμε για τη σχέση ( σ.σ. στην Ελλάδα) του κράτους με μία εκκλησία που δεν προέκυψε ως προϊόν αντίθεσης της κοινωνίας προς μία κατεστημένη εκκλησιαστική τάξη, περιβεβλημένη μάλιστα και με πολιτειακό μανδύα εξουσίας, όπως συνέβη με τις προτεσταντικές εκκλησίες, που προέκυψαν μέσα από την αντίθεση τους με το ρωμαιοκαθολικισμό και επηρεάστηκαν εκ του λόγου τούτου, ως προς τον τρόπο της οργάνωσης τους".
Επί της ουσίας πάλι, αν ο κ. Σωτηρέλης θέλει να ακολουθηθεί οπωσδήποτε ένα ξένο μοντέλο, γιατί να μην είναι αυτό του Βελγίου, της Αλσατίας στη Γαλλία, της Ιταλίας, ή της Γερμανίας; Γιατί κάνει την επιλογή που τον συμφέρει ιδεολογικά; Στο Βέλγιο το μάθημα των θρησκευτικών είναι ομολογιακό. Το Βέλγιο είναι πολυεθνική και πολυπολιτισμική χώρα, αλλά τα παιδιά δεν στερούνται του ομολογιακού τους μαθήματος. Οι μαθήτριες και οι μαθητές έχουν να επιλέξουν τη διδασκαλία του μαθήματος των θρησκευτικών ανάλογα με το πού θρησκευτικά ανήκουν, σε μια από τις γνωστές θρησκείες, Καθολικισμό, Προτεσταντισμό, Ορθοδοξία, Ιουδαϊσμό, Ισλάμ και, αν δηλώνουν ότι δεν ανήκουν σε κάποια από τις θρησκείες αυτές, διδάσκονται γενική ηθική. Στην Αλσατία υποχρεωτικά διδάσκεται το ομολογιακό μάθημα ξεχωριστά στους μαθητές και μαθήτριες στον Καθολικισμό, στον Λουθηρανικό Προτεσταντισμό, στον Μεταρρυθμισμένο Προτεσταντισμό και στον Ιουδαϊσμό. Στην Ιταλία το μάθημα είναι υποχρεωτικά ομολογιακό και παρόμοιες προτάσεις με αυτές του κ. Γιαγκάζογλου και των κ.κ. Σωτηρέλη, Αλιβιζάτου κ.λ.π. δεν έχουν περάσει έως σήμερα. Στη Γερμανία το μάθημα έχει "φιλοσοφικο - θρησκευτική" διάσταση και είναι εγγυημένο από το Σύνταγμα. Από όσα προαναφέρθηκαν το ερώτημα που προκύπτει είναι αν αυτές οι χώρες δεν είναι "δημοκρατικές" και καταπιέζουν τους αθέους και όσους δεν θέλουν να παρακολουθήσουν το μάθημα των θρησκευτικών…
Σημειώνω πως αν το μάθημα καταστεί θρησκειολογικό - φιλοσοφικό θα πρέπει να αλλάξει η δομή και το πρόγραμμα των θεολογικών σχολών. Για να μπορούν οι απόφοιτοι τους να διορίζονται στα σχολεία, μόνη τους επαγγελματική διέξοδο, θα πρέπει να παύσουν να είναι θεολογικές και να καταστούν ανθρωπιστικών και φιλοσοφικών σπουδών, με υπαρκτό πλέον τον κίνδυνο της αυτοκατάργησης και της αφομοίωσης τους από τις φιλοσοφικές σχολές. Αυτή θα είναι η ταφόπλακα των θεολογικών σπουδών στην Ελλάδα. Ίσως αυτό να επιδιώκεται από κάποιους, θεολόγους και μη, που είναι κοντά στην εξουσία.
Ως προς την πρόταση του κ. Γιαγκάζογλου για το θρησκειολογικό και φιλοσοφικό μάθημα, που πιστεύει πως θα είναι υποχρεωτικό και αποδεκτό από τους Ορθοδόξους και τους αθέους, τους Εβραίους και τους Μουσουλμάνους. η άποψη μου είναι πως έχει έλλειψη δημοκρατικής ευαισθησίας και μάλλον ως ουτοπιστική ακούγεται. Περισσότερο πιθανό είναι το μάθημα να αποχρωματιστεί θεολογικά, να καταπιέζονται οι Έλληνες Ορθόδοξοι, να υποχωρήσει η Παράδοση τους και να μετατραπεί σε κάτι που κανένα δεν θα ικανοποιεί, εκτός, ίσως, των αθέων. Αντί για τέτοιους ιδεολογικούς πειραματισμούς και ακροβατισμούς δεν θα ήταν πιο δημοκρατικό να διατηρήσει το μάθημα για τους Ορθοδόξους Έλληνες τον ομολογιακό του χαρακτήρα και να επεκταθεί αυτός ο χαρακτήρας στους μαθητές που δεν είναι Ορθόδοξοι, κάτι που ήδη γίνεται στη Σύρο και στη Θράκη; Δημοκρατική πράξη είναι η επέκταση σε όλους του μαθήματος του θρησκευτικών και όχι η κατάργηση του. Γιατί, πέραν όλων των άλλων, η θρησκεία είναι παράγων πολιτισμού και ιδιαίτερα στην Ελλάδα η Ορθοδοξία αποτελεί την ψυχή και την ανάσα της, ιδιαίτερα στις κρίσιμες τούτες ώρες. Όσοι θέλουν να την περιθωριοποιήσουν θέλουν ο λαός μας να χάσει την ψυχή του.-
Βιβλιογραφία
- Ευάγγελος Βενιζέλος " Οι σχέσεις Κράτους και Εκκλησίας", Εκδ. Παρατηρητής, Θεσσαλονίκη, 2000.
- Γιώργος Χ. Σωτηρέλης " Θρησκεία και Εκπαίδευση", Εκδ. Αντ. Ν. Σάκκουλα, Αθήνα, 1998.
- Παν. Δημητρόπουλος " Κράτος και Εκκλησία: Μια δύσκολη σχέση", Εκδ. Κριτική, Αθήνα, 2001.
- Αντ. Μανιτάκης " Οι σχέσεις της Εκκλησίας με το κράτος - έθνος". Εκδ. Νεφέλη, Αθήνα 2000.
- Μιχ. Σταθόπουλου " Σχέσεις πολιτείας και εκκλησίας", Εκδ. Αντ. Ν. Σάκκουλα, Αθήνα, 1993
- "Τα θρησκευτικά ως μάθημα ταυτότητας και πολιτισμού", Εισηγήσεις σεμιναρίου, Βόλος, 15-17 Μαϊου 2004.
- Mireille Estivalezes " Les religions dans l' enseignement laique", Ed. PUF, Paris, 2005.
- Νικ. Κομνηνός Χλέπας - Παν. Η. Δημητρόπουλος " Ζητήματα θρησκευτικής ελευθερίας στο χώρο της εκπαίδευσης", Εκδ. Αντ. Ν. Σάκκουλα, Αθήνα, 1997.
3 σχόλια:
Διαπιστώνω ότι επιχειρείται από τους θεολόγους της νέας τάξης και εποχής ένας απροκάλυπτος εκβιασμός: επειδή η διδασκαλία των θρησκευτικών είναι ολιγόωρη και οι πτυχιούχοι άνεργοι θεολόγοι είναι πάρα πολλοί, ρίχνεται τεχνηέντως το δόλωμα της καθολικής διδασκαλίας του μαθήματος θρησκειολογίας σε όλους ανεξαιρέτους τους μαθητές. Η απάντηση στο πρόβλημα της διδασκαλίας των θρησκευτικών είναι σχετικά πολύ απλή. Το μάθημα να διδάσκεται ως ομολογιακό - κατηχητικό στους βαπτισμένους Ορθοδόξους Χριστιανούς. Η πολιτεία σοφά έχει αναλάβει το καθήκον να κατηχήσει στην Ορθόδοξη Πίστη τους Χριστιανούς Ορθοδόξους μαθητές κάτι που μέσω της σχολικής εκπαίδευσης γίνεται (δυνητικά) συντεταγμένα και οργανωμένα από το να αναλάμβανε αυτό οποιοσδήποτε άλλος φορέας π.χ. η Εκκλησία. Για τους ετεροδόξους, αλλοδόξους, μαρξιστές, αθεϊστές μπορούν να ακολουθηθούν δύο δρόμοι: εάν συγκροτούν μια ικανή ομάδα μαθητών συγκεκριμένης ομολογίας ή θρησκείας τότε να αναλαμβάνει την διδασκαλία κάποιος από τους θεολόγους της ιδίας ομολογίας ή θρησκείας, όπως πολύ εμπεριστατωμένα μας γράφει ο εκλεκτός κος Παπαθανασόπουλος ότι γίνεται στην Σύρο και στην Θράκη. Για κάθε άλλη περίπτωση που κάποιος δεν εμπίπτει στις παραπάνω κατηγορίες ή ανήκει σε κάποια θρησκεία ή ομολογία, αλλά δεν επιθυμεί να κατηχηθεί στην ομολογία του τότε αυτός να διδάσκεται το μάθημα της θρησκειολογίας ως μάθημα κοινωνικών και ανθρωπιστικών σπουδών. Για ποιο λόγο πρέπει να ακολουθηθεί κάποιο ευρωπαϊκό "μοντέλο" άλλης ευρωπαϊκής ή μη χώρας; Δεν μπορεί η χώρα μας να διαθέτει το δικό της "μοντέλο" διδασκαλίας των θρησκευτικών; Οι ώρες των θρησκευτικών δεν ελαττώνονται από μια πιθανή διαρροή μαθητών εξαιτίας κατάθεσης αιτημάτων για απαλλαγή από το μάθημα θρησκευτικών λόγω "συνειδήσεως". Από την άλλη ο καθένας παίρνει ότι ακριβώς επιθυμεί. Στο κάτω κάτω τα πανεπιστήμια δεν διαθέτουν σχολές θρησκειολογίας, αλλά Ορθόδοξες Θεολογικές Σχολές προκειμένου οι πτυχιούχοι να διδάσκουν στους μαθητές τα της Ορθοδόξου Εκκλησίας. Δυστυχώς οι ανθοταξία και θεοποιείται θεολόγοι φαίνεται ότι προσπαθούν να εφαρμόσουν το δόγμα Κίσινγκερ περί καιρίων χτυπημάτων που πρέπει να δοθούν στις πολιτισμικές ρίζες των Ελλήνων (Θρησκεία - Ιστορία - Γλώσσα). Η νέα τάξη και εποχή δεν έχει χρώμα και πολιτικό χώρο έκφρασης, διότι οι βασικοί υποστηρικτές του δόγματος του ακραία «δεξιού» Κίσσιγκες είναι οι εν ελλάδι εκφραστές οπαδοί του νεομαρξισμού...
Διορθώνω την τελευταία παράγραφο ζητώντας συγνώμη για το λεκτικό σφάλμα: Δυστυχώς οι νεοταξίτες και νεοεποχίτες θεολόγοι φαίνεται ότι προσπαθούν να εφαρμόσουν το δόγμα Κίσινγκερ περί καιρίων χτυπημάτων που πρέπει να δοθούν στις πολιτισμικές ρίζες των Ελλήνων (Θρησκεία - Ιστορία - Γλώσσα). Η νέα τάξη και εποχή δεν έχει χρώμα και πολιτικό χώρο έκφρασης, διότι οι βασικοί υποστηρικτές του δόγματος του ακραία «δεξιού» Κίσιγκερ είναι οι εν ελλάδι εκφραστές οπαδοί του νεομαρξισμού...
Το ορθό είναι να διδάσκονται όλοι την ορθοδοξία -ορθόδοξοι, ετερόδοξοι, αλλόθρησκοι και άθεοι. Διότι μόνο έτσι θα μπορέσουν να γνωρίσουν την ιδιαιτερότητα του λαού μας και θα αποφευχθούν θρησκευτικές συγκρούσεις. Και για να φέρω ένα παράδειγμα από άλλο μάθημα. Δεν μπορεί να καταργηθεί η γνώση πως η γη είναι στρογγυλή επειδή θίγεται όποιος πιστεύει το αντίθετο. Ας μάθει την αλήθεια κι ας πιστεύει ό,τι θέλει.
Δημοσίευση σχολίου