19/11/12

Διαστρεβλώσεις θέσεων Αγίων από τους Οικουμενιστές και τους Αποτειχισμένους Ζηλωτές

ΔΙΑΣΤΡΕΒΛΩΣΕΙΣ ΘΕΣΕΩΝ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΝΕΚΤΑΡΙΟΥ ΠΕΝΤΑΠΟΛΕΩΣ, ΑΡΣΕΝΙΟΥ ΤΟΥ ΚΑΠΠΑΔΟΚΟΥ ΚΑΙ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΤΟΥ ΠΑΛΑΜΑ 
ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΤΕΣ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΑΠΟΤΕΙΧΙΣΜΕΝΟΥΣ ΖΗΛΩΤΕΣ
Εν Πειραιεί 19-11-2012
Γράφει ο Πρωτοπρεσβ. Άγγελος Αγγελακόπουλος,
εφημέριος Ι. Ν. Παναγίας Μυρτιδιωτίσσης Πειραιώς
Τον μήνα Νοέμβριο, που διανύουμε, η Ορθόδοξος Εκκλησία μας, ανάμεσα στους άλλους αγίους, εορτάζει και την μνήμη τριών πολύ μεγάλων αγίων της πίστεώς μας. Του εν αγίοις πατρός ημών Νεκταρίου επισκόπου Πενταπόλεως του θαυματουργού (9-11), του οσίου και θεοφόρου πατρός ημών Αρσενίου του Καππαδόκου (10-11) και του εν αγίοις πατρός ημών Γρηγορίου αρχιεπισκόπου Θεσσαλονίκης του Παλαμά, του κήρυκος της ακτίστου Θείας Χάριτος και θεατού του ακτίστου Φωτός (14-11).

Μετ’αφάτου πόνου και δυσφορήτου θλίψεως, δυστυχώς, διαπιστώνουμε ότι η οικουμενιστική απ’τη μια και η αδιάκριτη και ου κατ’επίγνωσιν ζηλωτική απ’την άλλη λαίλαπα, που μαστίζει στην εποχή μας την Αγία Ορθοδοξία, δεν έχει αφήσει απείραχτους και ανόθευτους ούτε αυτούς τους τρεις αγίους, διαστρεβλώνοντας κατά το δοκούν και κατά τα συμφέροντα την διδασκαλία των μεγάλων αυτών αγίων. Με τον τρόπο, όμως, αυτόν οι Οικουμενιστές και οι Αποτειχισμένοι Ζηλωτές θέτουν τους εαυτούς τους, ηθελημένα ή αθέλητα, εν γνώσει ή εν αγνοία, στο στρατόπεδο των αγιομάχων και πατρομάχων.


Για να καταδειχθεί, λοιπόν, η παραποίηση των λόγων των αγίων, παραθέτουμε στη συνέχεια σχετικά λεχθέντα, γραφέντα και πραχθέντα οικουμενιστών και ζηλωτών με την παράλληλη βεβαίως ανασκευή και αναίρεσή τους. Σημειωτέον ότι η καταγραφή και ανασκευή των θέσεων έχει γίνει κατά το παρελθόν από παραδοσιακές και εξέχουσες προσωπικότητες, στα έργα και άρθρα των οποίων παραπέμπουμε. Η πρωτοτυπία εν προκειμένω έγκειται στην συγκέντρωση όλων αυτών των διεσπαρμένων θέσεων σε ένα κείμενο.    
Α) ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΝΕΚΤΑΡΙΟΥ
1) Τήν θρονικήν εορτήν της Εκκλησίας της Κων/λεως, του Αγίου Αποστόλου Ανδρέου του πρωτοκλήτου (30-11-2011), εξεμεταλλεύθη ο Οικ. Πατριάρχης κ. Βαρθολομαίος, διά νά διακηρύξη τήν προσήλωσίν του εις τούς θεολογικούς διαλόγους μεταξύ Ορθοδόξων καί Παπικών μέ σκοπόν τήν ένωσιν των «εκκλησιών». Μόνον πού η διακήρυξις συνωδεύθη μέ «επιστράτευσιν» κειμένου του αντιπαπικού Αγίου Νεκταρίου Πενταπόλεως του θαυματουργού, μέ τό οποίον εστράφη εναντίον όλων των δυνάμεων, αι οποίαι αντιδρούν εις τούς θεολογικούς διαλόγους καί εις τήν ένωσιν Ορθοδόξων καί Παπικών. Ουσιαστικώς επιστρετεύει τό κείμενον αυτό, διά νά καταδείξη ότι οι αντιδρώντες έχουν εμπάθειαν καί μίσος πρός τούς ετεροδόξους, ενώ είναι ζηλωταί καί ως τοιούτοι είναι καταστρεπτικοί διά τήν ιδίαν τήν Εκκλησίαν, αφού επαναλαμβάνουν τά ίδια καί τά ίδια.
Τό κείμενον αυτό είναι πράγματι υπαρκτόν καί τό ανέσυρεν εκ της «ποιμαντικής» του Αγ. Νεκταρίου ο οικουμενιστής Οικ. Πατριάρχης κ. Βαρθολομαίος, ο οποίος τό ανέγνωσε κατά τήν χειροτονίαν του νέου Μητροπολίτου Αυστρίας κ. Αρσενίου, παρουσία αντιπροσωπείας του Βατικανού, επικεφαλής της οποίας ήτο ο υπεύθυνος διά τήν ενότητα μετά του Βατικανού Καρδινάλιος Κούρτ Κόχ. Ο Οικ. Πατριάρχης προέτρεψε τόν νέον Μητροπολίτην νά έχη ανοικτάς τάς αγκάλας πρός τούς ετεροδόξους, οι οποίοι είναι άνθρωποι καλής θελήσεως – πίστεως[1].
2) Την ίδια τακτική εφήρμοσε παλαιότερα, πριν 11 χρόνια, Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης της Εκκλησίας της Ελλάδος, ο οποίος στις 13-3-2001 σε ομιλία, πού ὀργάνωσε ἡ Πανελλήνιος Ὀρθόδοξος  Ἕνωσις, στήν Ἀθήνα, στήν αἴθουσα τοῦ Φιλολογικοῦ Συλλόγου «Παρνασσός», προσέβαλε τόν Ἅγιο Νεκτάριο, ὅταν ἄρχισε νά διαβάζει κείμενο τοῦ Ἁγίου ἀπό τήν «Ποιμαντική» του, ποῦ ἀναφέρεται στήν ἀγάπη, ποῦ πρέπει νά ἐπιδεικνύει ὁ ἐπίσκοπος πρός τούς ἑτεροδόξους[2].

3) Το ίδιο δυστυχώς έπραξε προσφάτως και μία ομάδα ελλογιμωτάτων καθηγητών του Τμήματος Θεολογίας της Θεολογικής Σχολής του Α.Π.Θ., όταν σε επιστολή τους προς την Ιερά Σύνοδο της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος στις 29-3-2012, έγραψαν : «… Ως αποφθεγματικώς διετύπωσε τούτο ο Άγιος Νεκτάριος, Μητροπολίτης Πενταπόλεως : «Το δόγμα δεν καταπολεμεί την αγάπην. Η δε αγάπη χαρίζεται τω δόγματι» »[3].
Οἱ παραπάνω οικουμενιστές ἐπιστρατεύουν ἀπό τήν «Ποιμαντική» του ἀντιπαπικοῦ καί ἀντιοικουμενιστοῦ ἁγίου Νεκταρίου τή φράση «τό δέ δόγμα δέν καταπολεμεῖ  τήν ἀγάπην˙ ἡ δέ ἀγάπη χαρίζεται τῷ δόγματι», ποῦ ἀναφέρεται στήν ἀγάπη, ποῦ πρέπει νά ἐπιδεικνύει ὁ ἐπίσκοπος πρός τούς ἑτεροδόξους. Στό κείμενο αὐτό ὁ Ἅγιος ὁμιλεῖ γενικῶς γιά τήν ἀγάπη καί ἔχει δίκαιο, διότι καί οἱ ἀποστρεφόμενοι καί ἀποφεύγοντες τούς αἱρετικούς ἀπό ἀγάπη γι΄αὐτούς τό κάνουν. Εἶναι παιδαγωγικό μίσος καί ἀποστροφή ποῦ δέν στρέφεται πρός τά πρόσωπα, ἀλλά πρός τήν αἵρεση καί τήν πλάνη, γιά νά συνεγείρει καί νά ἀφυπνίσει σέ ἐπιστροφή. Ξεχνοῦν, ὅμως, καί ἀποσιωποῦν τελείως τό γεγονός ὅτι ὁ ἅγιος Νεκτάριος εἶναι ἀντιαιρετικός, ἀντιπαπικός, ἀντιπροτεσταντικός καί ἀντιοικουμενιστής ἅγιος Ἱεράρχης. Καί περί τοῦ ἀντιπαπικοῦ καί ἀντιοικουμενιστικού στίγματος, ἀλλά καί ἔργου τοῦ ἁγίου δέν ξεστομίζουν οὔτε λέξη. Ὁ ἅγιος Νεκτάριος ἤλεγξε τόν πάπα γιά τό ἀλάθητο, τό ἀναμάρτητο καί τό πρωτεῖο. Καταδεικνύει ποιά εἶναι ἡ πραγματική αἰτία τοῦ σχίσμτος, δηλ. ἡ αἵρεση τοῦ Filioque. Ἀποδεικνύει τήν διαφορά Παπισμοῦ καί Προτεσταντισμοῦ. Ἀρκεῖ κανείς νά μελετήσει τά μοναδικά ἔργα τοῦ ἁγίου Νεκταρίου «Μελέτη ἱστορική περί τῶν αἰτιῶν τοῦ σχίσματος» καί «Αἱ Οἰκουμενικαί Σύνοδοι» γιά νά τά διαπιστώσει ὄλ΄αὐτά. Ἄλλωστε, ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος μᾶς συμβουλεύει: «Μηδέν νόθον δόγμα τῷ τῆς ἀγάπης προσχήματι παραδέχησθαι»[4].
Αξίζει στο σημείο αυτό να θυμηθούμε τι έγραφε η εφημερίδα ‘Ορθόδοξος Τύπος’ της 9-12-2011, ασκώντας δρυμεία και αυστηροτάτη κριτική στον Οικ. Πατριάρχη γι’αυτήν την κατάφορη και εσκεμμένη διαστρέβλωση του Αγίου Νεκταρίου, η οποία κριτική βεβαίως ισχύει και σήμερα για όλους τους οικουμενιστές : 
«Ο Οικ. Πατριάρχης προβάλλει τὸ κείμενον περὶ ἀγάπης πρὸς τοὺς ἑτεροδόξους τοῦ Ἁγίου, διὰ νὰ ἐμφανίση τοὺς ἀντιπαπικοὺς ὡς ζηλωτὰς καὶ κακοὺς καὶ ἀποσιωπᾶ τὸ ἀντιπαπικὸν ἔργον τοῦ Ἁγίου, ἀπὸ τὸ ὁποῖον προκύπτει ὅτι ὁ Παπισμὸς εἶναι αἵρεσις ἐπικίνδυνος διὰ τὴν Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν καὶ τὸ Ἑλληνικὸν Ἔθνος.
Ὁ Οἰκ. Πατριάρχης «ἐπεστράτευσεν» ἕνα κείμενον τοῦ Ἁγίου, μὲ τὸ ὁποῖον ζητεῖ νὰ ἐπιδεικνύωμεν ἀγάπην πρὸς τοὺς ἑτεροδόξους, διὰ νὰ κτυπήση καὶ νὰ συκοφαντήση τὸ «κίνημα» τῶν ἀνθενωτικῶν δυνάμεων,τὰς ὁποίας ἐμφανίζει ὡς ἐμπαθεῖς, διακατεχομένας ἀπὸ μῖσος πρὸς τοὺς ἑτεροδόξους καὶ μὴ ἐχούσας ἀγάπην, ἐνῶ αἱ ἀντιπαπικαὶ-ἀντιοικουμενιστικαὶ δυνάμεις εἶναι γνωστὸν ὅτι ἔχουν πραγματικὴν ἀγάπην πρὸς τοὺς ἑτεροδόξους καὶ μῖσος πρὸς τὴν αἵρεσιν, ἡ ὁποία καταστρέφει ψυχάς. Μὲ τὴν ἐνέργειάν του αὐτὴν ὁ οἰκουμενιστὴς Οἰκ. Πατριάρχης προσπαθεῖ νὰ ἀποδείξη ὅτι εὑρίσκεται εἰς τὴν «γραμμὴν» τοῦ Ἁγίου, ἀποσιωπῶν ὅτι ὁ Ἅγιος ἦτο ἀντιπαπικὸς καὶ κατήγγειλλετὸν Πάπαν καὶ τὸν Παπισμὸν ὡς αἵρεσιν ἐπικίνδυνον διὰ τὴν Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν καὶ τὸ Ἑλληνικὸν Ἔθνος. Ὁ «Ο.Τ.» παραθέτει ἀντιπαπικὰ κείμενα τοῦ Ἁγίου Νεκταρίου ὡς καὶ κείμενον τοῦ Εὐαγγελιστοῦ Ἰωάννου, ὁ ὁποῖος  ὁμιλεῖ διὰ ἐκείνους, ποὺ θὰ φύγουν ἀπὸ τὴν Ἐκκλησίαν καὶ τοὺς ὁποίους ὡς αἱρετικοὺς ὀφείλομεν νὰ ἀποφεύγωμεν.

Τό μήνυμα, τό οποίον επέρασεν ο οικουμενιστής Οικουμενικός Πα­τριάρχης είναι ότι οί αντιδρώντες εις τούς θεολογικούς διάλογους δεν έχουν αγάπην προς τούς ετεροδόξους, ενώ ό Άγιος Νεκτάριος προέτασσε τήν άγάπην προς αυτούς, ανεξαρτήτως του δόγματος εν τή πίστει. Ο οικουμενιστής Πατριάρχης όμως σφάλλει, διότι αι ανθενωτικαί δυνάμεις δέν έχουν μίσος προς τά πρόσωπα τών ετεροδόξων. Απόδειξις ότι δέν διαδηλώνουν εναντίον των, δέν προβαίνουν εις εκδηλώσεις αποδοκιμασίας καί δέν πολιορκούν τούς «Ναούς» των ή δέν απαιτούν τό κλείσιμόν των. Απεναντίας εις τήν πρώην Γιουγκοσλαβίαν και Κροατίαν ο Αρχιεπίσκοπος των Παπικών Στέπιναντς, τόν οποίον οί Πα­πικοί ανεκήρυξαν άγιον, εδολοφόνησε, εβασάνισε και ετραυμάτισε με τήν μυστικήν υπηρεσίαν, τήν οποίαν ήλεγχε, 800.000 Ορθοδόξους.
Αι ανθενωτικαί δυνάμεις έχουν μίσος προς τήν αίρεσιν, διότι αύτη οδηγεί εις τήν καταστροφήν χιλιάδας ή και εκατομμύρια ψυχών. Κάτι τό οποίον είχεν υποστηρίξει καί ό μα­καριστός Αγιορείτης Μοναχός Θεό­κλητος Διονυσιάτης μέ επιστολήν του προς Οικουμενιστήν Καθηγητήν, υπέρμαχον της γραμμής των μακαριστών Οικουμενιστών Πα­τριαρχών Αθηναγόρου και Δημητρί­ου. Αυτά τά γνωρίζει ο οίκουμενιστής Οικουμενικός Πατριάρχης, αλλά καταφεύγει εις τόν χαρακτηρισμόν «ζηλωταί», διά νά περάση τό μήνυμα εις τήν κοικωνίαν ότι αι αντι-παπικαί δυνάμεις είναι φανατικοί, έχουν μίσος, στερούνται της αγάπης και επαναλαμβάνουν τά «ίδια και τά ίδια» από τήν έποχήν του σχίσματος, μέ αποτέλεσμα νά είναι αναξιόπι­στοι και νά εκφράζουν ελαχίστας μειοψηφίας. Ως εκ τούτου δέν πρέ­πει νά λαμβάνωνται «υπ’όψιν» αι αντιδράσεις των. Όταν όμως αί δυ­νάμεις αύται κατήρτισαν και υπέ­γραψαν την «Ομολογίαν Πίστεως» ο οικουμενιστής Οικουμενικός Πατριάρχης έντρομος έσπευσε νά δή­λωση ότι δέν προδίδει τήν Πίστιν, ετρομοκράτει τούς Σεβ. Μητροπολίτας της Ελλάδος, οι οποίοι την υπέγραψαν και απελογείτο, δηλών ότι τάς αποφάσεις διά τήν πορείαν των διαλόγων δέν τάς λαμβάνει μό­νος του, αλλά αύται είναι συλλογι­κοί των Προκαθημένων των Ορθοδόξων Εκκλησιών.
Ο Οικ. Πατριάρχης «επεστράτευσεν» εκ της «Ποιμαντικής» τό κείμενον του Αγίου Νεκταρίου περί αγάπης προς τούς έτεροδόξους. διά νά κατάδειξη εις τούς Παπικούς, οι οποιοι παρίσταντο εις τήν θρονικήν έορτήν ότι συστρατεύεται μέ τάς αποφάσεις της Β΄ Βατικανής Συνό­δου (περί τό 1965), η οποία ανεκάλυψε τήν διπλωματίαν της αγαπολογίας, διά τής οποίας παραπλανά τούς Χριστιανούς. Ο Οικ. Πατριάρ­χης έθεσεν εις τήν υπηρεσίαν του Παπισμού τό κείμενον του Αγίου Νεκταρίου, διά νά υπηρέτηση τήν «διπλωματίαν της αγαπολογίας και νά συκοφαντήση όσους αντιδρούν εις τούς θεολογικούς διάλογους, οί οποίοι ωδηγήθησαν εις αδιέξοδον και εις ναυάγιον. Ο διάλογος διά τό Πρωτείον του Πάπα εναυάγησεν εις τήν Βιέννην (πριν από μερικούς μήνας - Οκτώβριος 2011) από τήν αδιαλλαξίαν των Παπικών εις τάς κακοδοξίας των και εις τάς αιρέσεις των, αλλά και από τάς πολλάς και διαφορετικάς από­ψεις των εκπροσώπων των Ορθοδόξων Εκκλησιών ως προς τήν θέσιν του Πάπα εντός της Εκκλησίας μας και την Ένωσιν των «εκκλησιών».
Μετά τό ναυάγιον αυτό ο Πα­πισμός ανεκάλυψε τόν Κοινωνικόν και Λαϊκόν Οικουμενισμόν εις μίαν προσπάθειαν νά συγκίνηση κοινω­νικάς ομάδας. Ήδη καθώρισε τούς στόχους, τους οποίους απεδέχθη τό Φανάριον και οί εκπρόσωποί του εις τούς θεολογικούς διάλογους.
Απεσιώπησε τό αντιπαπικόν στίγμα και έργον του Αγ. Νεκταρίου
Ο οικουμενιστής Οικ. Πατριάρχης κ. Βαρθολομαίος επιστρατεύων τό κείμενον του Αγίου Νεκταρίου περί αγάπης πρός τούς έτεροδόξους ηθέ­λησε : 1ον) Νά κτυπήση τό ανθενωτικόν μέτωπον και 2ον) Νά κατάδει­ξη ότι ακολουθεί τήν «γραμμήν» του Αγίου Νεκταρίου. Ο Άγιος, όμως, ήτο αντιπαπικός. Και περί του αντιπαπικού στίγματος, αλλά και έργου του Αγίου ο Οικουμενικός Πατριάρ­χης δέν εξεστόμισε λέξιν. Ο Άγιος ήλεγξε τον Πάπαν διά τό αλάθητον και το αναμάρτητον. Από τό έργον του «Αί οικουμενικαί Σύνοδοι» ανασύρομεν τό ακόλουθον κείμενον, τό οποίον ελέγχει τήν αίρεσιν του Πά­πα διά τό αλάθητον :
«Μεγάλως άρα ήμαρτεν ο Μακαριώτατος Πάπας, κηρύξας εαυ­τόν αλάθητον και αναμάρτητον˙ διότι αφήρεσεν τόν ωραιότατον κόσμον της Εκκλησίας, τήν τιμιωτέραν αρετήν της Νύμφης του Χρι­στού. Διά της αποστερήσεως ταύ­της ο Πάπας εξευτελίζει και ατιμά­ζει τήν του Χριστού Εκκλησίαν˙ διότι αποστερεί αυτής τήν χάριν του Παναγίου Πνεύματος του φωτίζοντος αυτήν και ποδηγετούντος, ην μάλιστα αυτός ο Χριστός υπέσχετο ειπών˙"όπου εισί δύο ή τρεις συνηγμένοι είς τό εμόν όνο­μα, καγώ ειμι εν μέσω αυτών". Δέν δύναται δέ ν' αρνηθή τήν αντίφασιν ταύτην˙ διότι ελέγχεται υπ' αυτής, και διότι δέν είναι δυνατόν νά υφίστανται δύο αλάθητα και αναμαρτητα και συγχρόνως δια­φωνούντα πρός άλληλα.
Η εκκλησία η καθόλου διαφωνεί πρός τόν Πάπαν. Επομένως τό έτε­ρον αυτών απώλεσε τό άλάθητον, τουτέστιν ή η Εκκλησία ή ό Πάπας. Και εάν ή Εκκλησία, τότε ό Πάπας εστί τό αλάθητον, τό αψευδέστατον στόμα του Αγίου Πνεύματος˙ έπαυ­σε τότε νά πραγματοποιήται η υπόσχεσις του Χριστού ότι έσται με­ταξύ των εν τω ονόματι αυτού συναθροιζομένων. Άρα η πράξις αύτη ην αναξία τω μεγάλω τής Δυτικής Εκκλησίας Ποντίφηκι, και υπέδειξεν ούτος διά τρανής μαρτυρίας τό λαθητόν και πρός τήν άμαρτίαν επιρρεπές του ανθρώπου.
Ο σφετερισμός του κόσμου της Εκκλησίας ου μόνον ουδεμίαν πα­ρέχει δόξαν, αλλ’ ουδέ τιμήν αυτώ περιάπτει˙ τουναντίον μάλιστα αδοξίαν και ψόγον αυτώ προσάπτει˙ διότι τόν αλλότριον ουδέν πράγμα κοσμεί παρά τόν ιδιοκτήτην. Σφε­τεριστείς ο Πάπας τόν κόσμον της εκκλησίας δέν εγένετο ενδοξότε­ρος ή πρότερον. Η λαμπρά και ένδοξος του αλάθητου εσθής, δι’ ης περιεκόσμησεν εαυτόν, δέν υπέδειξεν αυτόν λαμπρότερον του Λέοντος και των λοιπών προκατό­χων του των έστερημένων της τοι­αύτης θείας αίγλης και απεκδεχομένων τήν αλήθειαν από μόνων τών Ιερών Συνόδων, ως από του μόνου στόματος της αληθείας, ην ώφειλον να ακολουθήσωσι καί διά παντός τρόπου νά υποστηρίξωσι.
Το αλάθητον καταργεί τάς Συνό­δους, αφαιρεί απ’ αυτών τήν σημασίαν, την σπουδαιότητα, και τό κύρος, και κηρύττει αυτάς αναρ­μόδιους, διασαλεύον τήν πρός αυτάς πεποίθησιν των πιστών. Η ανακήρυξις του αλάθητου του Πά­πα διεσάλευσε τά θεμέλια της Δυ­τικής Εκκλησίας˙ διότι παρέσχε χώραν εις υπονοίας περί της αυ­θεντίας των Συνόδων, καί δεύτε­ρον εξήρτησε αυτήν εκ της νοητι­κής καί πνευματικής αναπτύξεως ενός προσώπου, του Πάπα˙ περί δέ της αναμαρτησίας εκάστου αυτών μάς πιστοποιεί η Ιστορία. Διά του αλάθητου ο Πάπας ουδ’αγιώτερος εγένετο˙ διότι ο τίτλος δέν επιδρά επί του ήθους˙ ουδέ απήλλαξεν αυτόν των ανθρωπίνων αδυνα­μιών˙ διότι καί αυτός εν ανομίαις συνελήφθη καί εν αμαρτίαις εκίσσησεν αυτόν η μήτηρ αυτο».
Αι ειρωνείαι του Αγίου Νεκταρίου διά τό «Πρωτείον»
Ο Οικουμενικός Πατριάρχης κ. Βαρθολομαίος ομως απεσιώπησε πρός χάριν της «αγαπολογίας» του Βατικανού και της «κηρύξεως» των ανθενωτικών δυνάμεων ως δυνάμε­ων μίσους και εμπάθειας πρός τούς ετεροδόξους, τάς ειρωνείας του Αγίου Νεκταρίου πρός τόν Πάπαν διά τό πρωτείον, αλλά καί τούς κιν­δύνους υποδουλώσεως της Ελλη­νικής Ορθοδόξου Εκκλησίας και του Ελληνικού Έθνους εκ της πολι­τικής των Παπών, τούς οποίους (κινδύνους) περιέγραφεν ο Άγιος Νεκτάριος.
Εκ του βιβλίου του Ιδρυτού της Π.Ο.Ε. και του «Ορθοδόξου Τύ­που» μακαριστού Αρχιμανδρίτου Χαραλάμπους Βασιλοπούλου «Ο Άγιος Νεκτάριος» σελ. 90-93 (Εκδόσεις «Ο.Τ.») αντιγράφομεν τά ακόλουθα :
«Όσον αφορά τό περίφημο "Πρωτείον του Πάπα", γράφει ειρω­νικά τά εξής·
"Περί δέ του Ιωάννου του Ευαγγελιστού του επιστήθιου φίλου του Χριστού, του Παρθένου και θε­ολόγου τί πρώτον καί τί ύστερον νά είπωμεν; Ποίον ύμνον ή τίνα ωδήν νά προσάξωμεν; Τίς ήκουσέ ποτε όσα ήκουσε ο Ευαγγελιστής Ιωάν­νης εγκώμια;
Καί όμως, ούτος διά του Πρω­τείου του Πέτρου και της διαδοχής του αξιώματος εις τούς προνο­μιούχους διαδόχους αυτού (Πά­πας) είναι ήττον αυτών! Καί ώφειλε νά υποτάσσηται ζών τω Λίνω, τω Ανικήτω καί τω Κλήμεντι, τοις διαδόχοις του Πέτρου! Είπερ ήσαν τοιούτοι, καί παρ’ αυτών νά δέχηται των δογμάτων τήν αλήθειαν"! (Ίερατ. Εγκόλ. σελ. 81).
Οι Πάπαι απειλούν τήν Ελληνικήν Εκκλησίαν και το Ελληνικόν Έθνος
Η ιστορική ανάπτυξις του ζητή­ματος εφανέρωσε καί εγνώρισεν ημίν τά παντοία μέσα και τάς ποικί­λας ενεργείας των Μακαριωτάτων Παπών της Ρωμαϊκής Επισκοπικής Έδρας, πρός υποδούλωσιν καί καταδυναστείαν της Εκκλησίας.
Η ακάθεκτος φιλαρχία καί φιλο­δοξία τά πάντα εμηχανεύετο. Τά πάντα εσοφίσθησαν, τά πάντα έ­δρασαν, όπως αναδείξωσι τους Πά­πας ηγεμόνας της Εκκλησίας καί τυράννους της Οικουμένης. Η φιλαρχία αυτών υπερπήδησε πάν όριον. Τό πρόγραμμα κατεστρώθη καί η εφαρμογή αυτού επεζητείτο πάση δυνάμει. Πάν τό αντικείμενον έδει νά αίρηται και παν τό αντιπίπτον νά καθαίρηται. Πάν τό κωλύον τήν του προγράμματος ανάπτυξιν κατεδικάσθη ως αμαρτία θανάσιμος.
Και αι αρχαί περί αμαρτίας καί δι­καιοσύνης εχαρακτηρίζοντο ουχί εκ των ηθικών αρχών του Ιερού Ευαγγελίου, αλλά εκ των ηθικών αρχών του παπικού προγράμματος. Αι Ευαγγελικαί αρεταί ηδύναντο να χαρακτηρισθώσι ως θανάσιμα αμαρ­τήματα προσκρούουσαι τω προγράμματι, αι δέ θανάσιμοι κατά τό Ευαγγέλιον αμαρτίαι ως μέγισται δωρεαί υπηρετοΰσαι τω προγράμματι. Τήν ευλάβειαν πρός τόν Θεόν αντικατέστησε η προς τόν Πάπαν ευλάβειαν. Ο δέ ευλαβούμενος τόν Πάπαν ηυλαβειτο και τά θεία. Άρνησις προς τόν Πάπαν ευλαβείας ήτο πρός τόν Θεόν ανευλάβεια, ου επί τής γης ετέλει αντιπρόσωπος. Ο δ’ αναγνωρίζων τόν Πάπαν εδικαιούτο πρός σωτηρίαν.
Η του Πάπα αναγνώρισις υπερ­είχε της του Θεού γνώσεως. Ικανόν δέ τοις βροτοίς τοις αδυνατούσιν γνώναι τόν Θεόν γιγνώσκειν τόν επί τής γης αύτού αντιπρόσωπον, κρα­τούντα τάς κλείς της Βασιλείας των ουρανών καί λίαν ορθώς. Διότι τίς η χρεία της γνώσεως του Οικοδεσπότου, όταν η απλή του αντι­προσώπου αυτού γνωριμία εισάγει υμάς εις τόν Παράδεισον; Όταν ο αντιπρόσωπος κρατή τάς κλείς του Παραδείσου καί εισάγει τόν θε­ράποντά του, τίς η χρεία της γνώσε­ως των θείων εντολών; Οι πρός τάς αρχάς ταύτας ανθιστάμενοι προεγράφοντο. Η Ελληνική Εκκλησία προεγράφη. Ή έδει νά υποταγή ή νά εκλείψη υφισταμένη. Αλλ’ η Ελ­ληνική Εκκλησία ην ψυχή του Ελ­ληνικού Έθνους.
Τότε η τε Ελληνική Εκκλησία καί τό Ελληνικόν Έθνος ώφειλον ή νά υποταγώσιν ή νά καταστραφώσιν. Ό πόλεμος ο κατά τής καθόλου Εκ­κλησίας ήτο ήδη πόλεμος κατά της Ελληνικής Εκκλησίας καί του Ελ­ληνικού Έθνους... ("Περί των αιτιών του σχίσματος", Τόμ. Α', σελ. 207 - 208)».
Παπισμός και Προτεσταντισμός
Ο οικουμενιστής Οικουμενικός Πατριάρχης κ. Βαρθολομαίος απε­σιώπησε και τήν σύγκρισιν, τήν οποί­αν έκανεν ο Άγιος Νεκτάριος διά τήν διαφοράν της «Δυτικής Εκκλησίας και της των Διαμαρτυρομένων Εκκλησίας» εις τό έργον του «Αι οίκουμενικαί σύνοδοι». Μεταφέρομε περιληπτικώς τάς αποψεις του εκ του βιβλίου «Ορθοδοξία και Παπι­σμός˙ η αίρεσις του Παπισμού» του καθηγουμένου της Ι. Μονής Οσίου Γρηγορίου του Αγίου Όρους πατρός Γεωργίου Καψάνη.
Γράφει εις αυτό μεταξύ άλλων :
«... αφού ο κάθε Προτεστάντης θε­ωρείται ότι δύναται νά ερμηνεύη τήν Αγίαν Γραφήν ορθώς, ανεξαρτήτως της παραδόσεως της Εκκλη­σίας. Έτσι ο ανθρωποκεντρισμός του Παπισμού μέ άλλον σχήμα εισήλθεν εις τόν Προτεσταντισμον.
Συγκρίνων τήν Δυτικήν Εκκλη­σίαν πρός τόν Προτεσταντισμόν ο άγιος πατήρ ημών Νεκτάριος Πενταπόλεως ευρίσκει ως κοινόν σημείον τόν ατομικισμόν. "Μόνη δέ διαφορά μεταξύ των δυό αυτών συστημάτων είναι η εξής : Εν μέν τή Δυτική Εκκλησία τό άτομον, ήτοι ο Πάπας, συγκεντροί περί εαυτόν πολλά βωβα καί ανελεύθερα πρό­σωπα συμμορφούμενα εκάστοτε πρός τάς αρχάς και τά φρονήματα του επικαθημένου ατομου. Εν δέ τω Προτεσταντισμώ η Εκκλησία συνέκεντρώθη περί τό άτομον. Όθεν η Δυτική Εκκλησία είναι άτομον καί ουδέν πλέον. Αλλά τίς δύναται νά εγγυηθή ημίν περί της ομοφροσύνης όλων των Παπών; Αφού δέ πάς Πάπας κρίνει περί του ορθού κατά τό δοκούν αυτώ καί ερμηνεύει τήν Γραφήν ως βούλεται, καί αποφθεγματίζεται, ως θεωρεί ορθόν, κατά τί διαφέρει ούτος των παντοίων δογματιστών τής Προτεσταντικής Εκκλησίας; οποία διαφορά των αρ­χόντων; Ίσως εν μέν τη των Προτε­σταντών έκαστον άτομον αποτελεί μίαν Εκκλησίαν, εν δε τη Δυτική όλην τήν Εκκλησίαν αποτελεί εν άτομον, ουχί πάντοτε τό αυτό, αλλ' αείποτε έτερον".
Αλλά καί η Ανατολή δέν εταλαιπωρήθη ολιγώτερον από τόν παπισμόν. Ας ενθυμηθώμεν τάς σταυροφορίας,τους βιαίους προσηλυτισμούς και τας εξοντώσεις Ορθοδόξων λαών, την επαίσχυντον ουνίαν, η οποία διά δολίων μέσων προσηλυτίζει ορθοδόξους εις τον παπισμόν. Όχι προ πολλών ετών η ουνία ιδρύσασα διαφόρων τύπων ουνιτικάς ‘εκκλησίας’ κατέφαγε μέγα μέρος του Πατριαρχείου της Αντιοχείας. Πλήθος δε Σλαύων Ορθοδόξων βιαίως προσηρτώντο εις τον παπισμόν, οσάκις αι πολιτικαί συνθήκαι επέτρεπον τούτο εις το Βατικανόν. Κατά τον Β΄ Παγκόσμιον Πόλεμον 800.000 Ορθοδόξων Σέρβων εθανατώθησαν υπό των παπικών, διότι ηρνήθησαν να προσέλθουν εις τον παπισμόν. Σέρβοι Ορθόδοξοι διασωθέντες από τον θάνατον μού ομίλησαν με φρίκην διά την φοβεράν γενοκτονίαν των Σέρβων Ορθοδόξων. Όλα δε αυτά εν ονόματι του ‘Αλαθήτου Τοποτηρητού’ του Χριστού επί της γης.
Η αθεΐα εξ άλλου, που πλήττει σήμερον τον δυτικόν κόσμον, θεωρείται ως αντίδρασις εις την διεστραμμένην περί Θεού διδασκαλίαν των δυτικών. Αυτός ο ίδιος ο παπισμός ευρίσκεται εις πνευματικόν αδιέξοδον και φοβεράν εσωτερικήν κρίσιν εκδηλουμένην και διά του αυτοαποσχηματισμού πολλών κληρικών του».
Ο Άγιος εσταμάτησε την αλληλογραφίαν με ετεροδόξους
Ο οικουμενιστής Οικουμενικός Πατριάρχης κ. Βαρθολομαίος, ο οποίος «επεστράτευσεν» έν κείμενον του Αγίου Νεκταρίου, διά να καταδείξη ότι ακολουθή την «γραμμήν» του έναντι των ετεροδόξων, απεσιώπησεν ένα ακόμη γεγονός. Ο Άγιος είχεν ανοίξει αλληλογραφίαν με τους Αγγλικανούς Προτεστάντας. Τον εβοήθη εις αυτό η λογία και αγγλομαθής μοναχή Αθανασία Αβέρωφ. Όταν διεπίστωσεν ότι αυτοί δεν είχον διάθεσιν να ασπασθούν την Ορθοδοξίαν και ότι από τον διάλογον δεν προήρχετο ωφέλεια, εσταμάτησε την αλληλογραφίαν. Ο Οικουμενικός Πατριάρχης κάνει το αντίθετον : Συμπροσεύχεται μαζί των, εξισώνει τα μυστήρια της Εκκλησίας με αυτά των αιρετικών, καταφρονεί τους Ιερούς Κανόνας, αναγνωρίζει ως κανονικάς Εκκλησίας τας «Εκκλησίας» των Παπικών, των Μονοφυσιτών κ.λπ. Ο Άγιος διέκοψε την αλληλογραφίαν, εφαρμόζων την εντολήν του Αποστόλου Παύλου : «Αιρετικόν άνθρωπον μετά μίαν και δευτέραν νουθεσίαν παραιτού». Έως σήμερον ο Οικουμενικός Πατριάρχης δεν έχει εφαρμόσει την εντολήν του Αποστόλου Παύλου. Αντιθέτως προβαίνει εις απαραδέκτους συμβιβασμούς, νοθεύων την Πίστιν και το Ορθόδοξον φρόνημα.
Γνήσιον τέκνον του μακαριστού ΑΘηναγόρου
Ο οικουμενιστής Οικουμενικός Πατριάρχης θέτων τό κείμενον του Αγίου Νεκταρίου περί ετεροδόξων εις τήν υπηρεσίαν της «διπλωματίας της αγάπης», τήν οποίαν ανεκάλυψεν η Β΄ Βατικανή Σύνοδος καί εξαφανίζων τό αντιπαπικόν «στίγμα» καί τό έργον του Αγίου, επανέλαβε, εμμέσως πλήν σαφώς, τήν διακήρυξιν του μακαριστού οικουμενιστού Πατριάρχου Αθηναγόρου, ο οποίος τό 1963 είχεν αποφανθή : «Νά βάλωμε τά δόγματα εις τήν αποθήκην». Ως είχεν αναλύσει εις τήν μελέτην του περί Οικουμενισμού ο μακαριστός καθηγητής Κωνσταντίνος Καβαρνός (1997), ο Αθηναγόρας διά της διακηρύξεως αυτής έλεγε : «Θε­ολογία ίσον αγάπη». Καί συνεπλήρωνε : «Ο Αθηναγόρας αφήρεσε τό "Πηδάλιον" από τό Πλοίον της Ορθοδόξου Εκκλησίας, καί τοιουτο­τρόπως άφησεν αυτό νά ωθήται τούδε κακείσε υπό των ανέμων των ετεροδόξων ομολογιών. Ιδιαιτέρως υπό της Ρωμαιοκαθολικής "Εκκλη­σίας", Έτσι παρατηρούμεν κοινάς προσευχάς, αί οποίαι καλούνται "οι­κουμενικαί προσευχαί" μετά των ετεροδόξων, του ιδίου του Πάπα συμπεριλαμβανομένου του Πα­τριάρχου Κωνσταντινουπόλεως».
Ο σημερινός οικουμενιστής Οι­κουμενικός Πατριάρχης είναι «γνή­σιον τέκνον» του μακαριστού Πατριάρχου Αθηναγόρου. Παραθεωρεί τά δόγματα της Εκκλησίας μας, καταφρονεί τούς Ιερούς Κανόνας, υποκριτικώς (όπως και άλλοι οικουμενισταί Αρχιερείς) εκφωνεί τό Σύμβολον της Πίστεως, θυσιάζει τήν Αλήθειαν της Πίστεως πρός χά­ριν της αγαπολογίας. Έφθασεν έως του σημείου διά τήν έπίτευξιν των στόχων του νά επικαλήται τό κείμε­νον του Αγίου Νεκταρίου, αποσιωπών τό αντιπαπικόν του έργον, εις μίαν προσπάθειαν νά πλήξη τάς αντιπαπικάς δυνάμεις και νά κατα­δείξη ότι ακολουθεί τήν «γραμμήν» του Αγίου. Είναι αδίστακτος και δέν σέβεται τίποτα».
Β) ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΟΣΙΟΥ ΑΡΣΕΝΙΟΥ ΤΟΥ ΚΑΠΠΑΔΟΚΟΥ
«Σέ συνέντευξη πού παραχώρησε στήν εφημερίδα «Φιλελεύθερος» (13-11-2011) ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος καί απαντώντας στό ερώτημα «Ποιά πρέπει νά είναι η ποιμαντική της Ορθόδοξης Εκκλησίας απέναντι στούς ετεροδόξους καί στούς αλλοθρήσκους»; απάντησε: «Κατανόησις, διάλογος, αλληλογνωριμία, αγάπη! Αν δέν είμεθα όλοι αδελφοί εν Χριστώ ακόμη, είμεθα όμως αδελφοί κατά τήν αδαμιαίαν φύσιν μας καί τούτο υποχρεούμεθα νά τό ενθυμούμεθα. Η έλλειψις της κοινής πίστεως δέν αίρει τήν υποχρέωσιν της αγάπης. Τουναντίον μάλιστα. Η αποστολική παραγγελία «παρακαλώ υμάς κυρώσαι εις αυτόν αγάπην» (Β΄ Κορ. 2:8) ισχύει όχι μόνον διά τούς οικείους της πίστεως, αλλά διά πάντα άνθρωπον. Άλλωστε, η Εκκλησία είναι μία κρήνη. Η κρήνη ποτίζει αδιακρίτως τούς προσερχομένους χωρίς νά ερωτά ούτε τήν θρησκείαν των ούτε τήν εθνικότητά των. Ο Άγιος Αρσένιος ο Καππαδόκης εδέχετο αδιακρίτως Χριστιανούς καί Μουσουλμάνους ασθενείς, τούς ηυλόγει, προσηύχετο υπέρ αυτών καί τούς εθεράπευε. Πολλαί γυναίκες μουσουλμάνες ετεκνοποίησαν διά των ευχών του. Ούτω τόν εσέβοντο Ρωμηοί καί Τούρκοι καί εδοξάζετο διά της αγάπης του τό όνομα του Θεού. Περαιτέρω : Εάν δέν διαλεχθώμεν μαζί των, πώς θά τούς γνωρίσωμεν; Πώς θά μας γνωρίσουν; Πώς θά ακούσουν λόγον περί της εν ημίν ελπίδος; Μέ τήν διανομήν προπαγανδιστικών φέιγ-βολάν ούτε ο Χριστός φανερούται, ούτε τό ευαγγέλιον της αληθείας αποκαλύπτεται. Χρειάζεται ανθρωπίνη σχέσις καί επικοινωνία»[5]!
Ο καλός θεολόγος κ. Ιωάννης Τάτσης σχολιάζει : «Δύσκολα μπορεί κανείς να παρακολουθήσει την λογική του Πατριάρχη Βαρθολομαίου στην παραπάνω αναφορά του στον άγιο Αρσένιο. Η θεραπεία ασθενών μουσουλμάνων από τον άγιο Αρσένιο τι δείχνει; Ότι οι μουσουλμάνες γυναίκες αναγνώριζαν την αγιότητα και τη «δύναμη» του αγίου ή ότι ο άγιος αποδεχόταν την πίστη των μουσουλμάνων; Προφανώς το πρώτο. Και ενώ ο άγιος Αρσένιος πολλές φορές έκανε θαύματα σε μουσουλμάνους, ουδέποτε όμως ανέπτυξε μετ’αυτών θεολογικούς διαλόγους ή αναζήτησε κοινές θέσεις χριστιανισμού και μουσουλμανισμού απέναντι στα προβλήματα της φτώχειας ή της ειρήνης στον κόσμο.
Για να μάθουν δε οι Οικουμενιστές την απόσταση, που χωρίζει εκείνους από τον άγιο Αρσένιο και όλους τους αγίους Πατέρες, υπενθυμίζουμε ότι : Τόσο ο άγιος Αρσένιος όσο και αργότερα ο Γέροντας Παΐσιος, ο μεν στα Φάρασα ο δε στην Κόνιτσα κατέβαλαν κοπιώδεις προσπάθειες για την εκδίωξη των εκεί κατοικούντων Προτεσταντών και Ευαγγελικών, που προσηλύτιζαν Ορθοδόξους στη δική τους ομολογία. Όχι μόνο δεν συμπροσευχήθηκαν με τους ετεροδόξους, αλλά εργάσθηκαν με κάθε τρόπο, προκειμένου να φυλάξουν τους Ορθοδόξους πιστούς από την κακή επιρροή της κακοδοξίας των ετεροδόξων. Σκοπός τους ήταν πάντοτε να οδηγήσουν στην μόνη αληθινή ορθόδοξη Πίστη στο Χριστό όλους τους ετεροδόξους και αλλοθρήσκους, που ζούσαν στην περιοχή τους.
Είναι δε ξεκάθαρο για όσους μελετούν προσεκτικά τους λόγους και τον βίου του Γέροντος Παϊσίου ότι εκείνος υπήρξε αυστηρότατος κριτής των οικουμενιστικών δράσεων των Πατριαρχών και δεν δίστασε να αποστείλει προς τον Αρχιμανδρίτη Χαράλαμπο Βασιλόπουλο εκτενή επιστολή, στην οποία ήλεγχε τον οικουμενιστικό βηματισμό του πατριάρχη Αθηναγόρα[6]. Τόνιζε στην Επιστολή εκείνη ο Γέροντας Παΐσιος : «Μετά λύπης μου, από όσους φιλενωτικούς έχω γνωρίσει, δεν είδα να έχουν ούτε ψίχα πνευματική ούτε φλοιό. Ξέρουν όμως να ομιλούν για αγάπη και ενότητα, ενώ οι ίδιοι δεν είναι ενωμένοι με τον Θεόν, διότι δεν Τον έχουν αγαπήσει».
Ας φροντίσουν λοιπόν πρώτα οι Οικουμενιστές να αγαπήσουν το Θεό, να εγκαταλείψουν τις συμπροσευχές και τους άνευ προϋποθέσεων διαλόγους και μετά ας μελετήσουν με περισσότερη προσοχή το βίο του αγίου Αρσενίου και όλων των αγίων Πατέρων. Κάθε προσπάθεια να συνταιριάσουν την πατερική ζωή στα δικά τους αμαρτωλά μέτρα και οικουμενιστικά σταθμά, αν δεν αγγίζει τα όρια της βλασφημίας είναι τουλάχιστον ατυχής».
Γ) ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΤΟΥ ΠΑΛΑΜΑ
α) Οικουμενιστές
Ο Οικουμενικός Πατριάρχης κ. Βαρθολομαίος στην ΣΤ΄ Ακαδημαϊκή Συνδιάσκεψη, που πραγματοποιήθηκε στην Αθήνα στις 8/10-9-1994 με θέμα «Παιδεία γιά κατανόηση καί συνεργασία», είχε δηλώσει :
 1) «Εν συναντήσει, λοιπόν, ην ο μέγας Θεολόγος του ΙΔ΄ αιώνος Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς Αρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης έσχε μετ’εξεχουσών προσωπικοτήτων του Ισλάμ, εις τούτων εδήλωσεν αυτώ ότι ‘θά έλθη ποτέ ο χρόνος καθ’ον θά επέλθη η μεταξύ αυτών (Ορθοδόξων και Ισλάμ) αλληλοκατανόησις’, ο Άγιος δέ συνεφώνησε καί εξέφρασε τήν ευχήν όπως ο χρόνος ούτος έλθη ταχέως. Τήν ευχήν ακριβώς ταύτην επαναλαμβάνομεν καί ημείς σήμερον καί εν τω πνεύματι τούτω καταλλαγής, υπερβαίνοντι τήν κατά τό παρελθόν στείραν θρησκευτικήν–θεολογικήν αντιπαράθεσιν, ευλογούμεν τήν καταβαλλομένην εκ νέου καί παρά τούς υφισταμένους πειρασμούς προσπάθειαν των δύο μεγάλων αβρααμικών παραδόσεων»[7].
Στό σημείο αυτό θά θέλαμε νά σημειώσουμε τήν κατάφορη παρερμηνεία πού κάνει ο Παναγιώτατος των λόγων του Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά, η οποία εμφανίζει τόν Άγιο ως προασπιστή αυτής της αλληλοκατανοήσεως πού ο ίδιος ο Παναγιώτατος καί οι των διαθρησκειακών πρεσβεύουν καί μέ τήν οποία παρερμηνεία θεωρούν ότι αυτοί τώρα πραγματοποιούν τά λεγόμενα του Αγίου, αφού ήλθε τώρα η εποχή της αλληλοκατανοήσεως, πράγματα τά οποία αποτελούν ξεκάθαρη βλασφημία πρός αυτό τό πρόσωπο του Αγίου.
Τά λεγόμενα, όμως, του Αγίου είναι εντελώς διαφορετικά. Τό κείμενο έχει ακριβώς ως εξής :
«Εις δέ τις εκείνων των Τούρκων είπεν ως˙ «Έσται ποτέ ότε συμφωνήσομεν αλλήλοις». Καί εγώ συνεθέμην καί επευξάμην τάχιον ήκειν τόν καιρόν εκείνον. Αλλά τί τούτ’ έφην, πρός τούς νυν κατά δόξαν ετέρως ή τότε ζώντας; Συνεθέμην γάρ μνησθείς της του αποστόλου φωνής, ότι επί «τω ονόματι Ιησού Χριστού παν γόνυ κάμψει καί πάσα γλώσσα εξομολογήσεται ότι Κύριος Ιησούς Χριστός εις δόξαν Θεού Πατρός»[8]˙ τούτο δ’ έσται πάντως εν τη δευτέρα παρουσία του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού»[9]. Δηλ. «ένας από εκείνους τότε είπε˙ «Θα έλθει κάποτε ο καιρός που θα συμφωνήσουμε μεταξύ μας». Κι εγώ συμφώνησα και ευχήθηκα να έλθει το ταχύτερο εκείνος ο καιρός. Αλλά, γιατί το είπα αυτό προς αυτούς που τώρα ζουν ετεροδόξως ή προς τους τότε ζώντες; Συμφώνησα, διότι θυμήθηκα τα λόγια του αποστόλου, ότι στο όνομα του Ιησού Χριστού θα κάμψει κάθε γόνατο και κάθε γλώσσα θα διακηρύξει ότι Κύριος είναι ο Ιησούς Χριστός προς δόξα του Θεού Πατρός. Και αυτό θα συμβεί οπωσδήποτε κατά την Δευτέρα Παρουσία του Κυρίου μας Ιησού Χριστού».
Πράγματι ο Άγιος Γρηγόριος συνεφώνησε ότι θά έλθει κάποτε καιρός πού θά συμφωνήσουμε μεταξύ μας οι Χριστιανοί καί οι Τούρκοι, αλλά αυτό τό είπε δίνοντας κατ’ οικονομίαν τόπο στήν οργή των Τούρκων, πού είχε ξεσπάσει εναντίον του καί ασφαλώς χωρίς ποτέ νά πιστεύσει ότι είναι δυνατόν νά συμφωνήσουμε Χριστιανοί καί Μουσουλμάνοι. Διευκρινίζει ότι τήν συμφωνία αυτή μεταξύ Χριστιανισμού και Ισλάμ τήν βλέπει νά πραγματοποιείται όχι στό ιστορικό επίπεδο, σέ κάποια μελλοντική περίοδο της ιστορίας, αλλά σέ υπεριστορικό επίπεδο, μετά τήν Δευτέρα παρουσία του Χριστού[10].                        
2) Ο Οικ. Πατριάρχης σε ομιλία, που εξεφώνησε στην Ιερά Μονή Μεγίστης Λαύρας Αγίου Όρους στις 8-10-2011, είπε μεταξύ άλλων : «Η Ορθόδοξος Εκκλησία ως κατέχουσα τήν αλήθειαν ουδέποτε εφοβήθη τήν συνομιλίαν μετά του άλλου ανθρώπου, ακολουθούσα καί εις αυτό τό παράδειγμα του αρχηγού καί τελειωτού της πίστεως αυτής Κυρίου Ιησού Χριστού, ο Οποίος συνωμίλει μετά της Σαμαρείτιδος γυναικός, γνωρίζων ότι θά προεκάλει τήν απορίαν καί τήν αντίδρασιν των μαθητών Του. Τό αυτό εποίησε καί ο εκ της Ιεράς ταύτης Μονής προερχόμενος μέγας θεολόγος Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, ο οποίος κληθείς συνδιελέχθη μεθ’ετεροδόξων καί δή καί αλλοθρήσκων. Όθεν, λαλούντες καί ημείς «τήν εν ημίν αλήθειαν» διεξάγομεν διάλογον αληθείας εργαζόμενοι διά τήν προσέγγισιν καί τήν κατανόησιν μεταξύ των ανθρώπων καλής προθέσεως άνευ οιασδήποτε εκπτώσεως ή παραχαράξεως της αγίας ημών πίστεως»[11].
Σύμφωνα όμως με την Σύναξη Ορθοδόξων Κληρικών και Μοναχών[12], ο διάλογος τοῦ Κυρίου μὲ τὴ Σαμαρείτιδα εἶναι πλήρης εἰλικρι­νείας, εἶναι δὲ ἐπίσης ἐλεγκτικός, δύο χαρακτηριστικὰ ποὺ δὲν συναν­τοῦμε στοὺς σημερινοὺς οἰκουμενικοὺς διαλόγους, οἱ ὁποῖοι οὔτε εἰλι­κρινεῖς οὔτε ἐλεγκτικοὶ εἶναι, ἀλλὰ ὑποκριτικοὶ καὶ ἀνθρωπά­ρεσκοι. Διὰ τοῦτο εἶναι παντελῶς ἀτυχὴς ἡ ἐπίκληση τοῦ περιστατι­κοῦ ἀπὸ τὸν συντάκτη τῆς πατριαρχικῆς ὁμιλίας. Ὁ Κύριος ὄχι μόνον κατέρ­ριψε τὶς ἀπόψεις τῆς Σαμαρείτιδος περὶ τῆς λατρευτικῆς ἀξίας τοῦ ὄ­ρους Γαριζείν, σημειώνοντας ὅτι ἡ σωτηρία προέρχεται ἀπὸ τοὺς Ἰου­δαίους, ἀλλὰ ἤλεγξε καὶ τὴν ἴδια γιὰ τὴν παράνομη ζωή της[13]. Ἐκτὸς τούτου, οὔτε ὁ Κύριος, ἀλλ’ οὔτε καὶ οἱ ἅγιοι Ἀπόστολοι ὁμι­λοῦντες ἔδειξαν ποτὲ σημεῖα ἀνθρωπαρεσκείας, ἀλλ’ ὁ μὲν Κύριος διεκήρυξε στοὺς ἴσως ἐνοχλουμένους ἀπὸ τὸ κήρυγμά του, «μήτι καὶ ὑμεῖς θέλετε ὑπάγειν»[14]; ὁ δὲ ἅγιος Ἀπόστολος Παῦλος, καθὼς καταδει­κνύει καὶ ἡ γεμάτη διωγμοὺς ζωή του, διεκήρυττεν·  «οὐ γάρ ἐσμεν ὡς οἱ πολλοὶ καπηλεύοντες τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ, ἀλλ’ ὡς ἐξ εἰλικρινείας, ἀλλ’ ὡς ἐκ Θεοῦ κατενώπιον τοῦ Θεοῦ ἐν Χριστῷ λαλοῦμεν» καὶ «λα­λοῦμεν οὐχ ὡς ἀνθρώποις ἀρέσκοντες, ἀλλὰ Θεῷ τῷ δοκιμάζοντι τὰς καρδίας ἡμῶν»[15].
Ἡ ἀναφορὰ στὸν Ἅγιο Γρηγόριο τὸν Παλαμᾶ καὶ στὸ διάλογό του μὲ τοὺς Μουσουλμάνους, ποὺ ἔγινε λόγῳ τῆς αἰχμαλωσίας του καὶ ὄ­χι ἀπὸ ἀφελῆ ἢ διπλωματικὴ διάθεση συνδιαλλαγῆς, ἀποτελεῖ ἐπί­σης «αὐτεπίστροφονβλῆμα» κατὰ τῆς σημερινῆς οἰκουμενιστικῆς πρακτι­κῆς. Ὁ κ. Βαρθολομαῖος σὲ ἐπίσκεψή του στὸν Μουσουλμᾶνο Πρόεδρο τῆς Coca-Cola κ. Μουχτὰρ Κέντ, ἀναφερόμενος στοὺς δια­θρησκεια­κοὺς διαλόγους, ἀφοῦ ἀπαξίωσε τὶς θεολογικὲς διαφωνίες ὡς κατὰ κανόνα ἄκαρπες, εἶπε μεταξὺ ἄλλων: «Ἔχω ἕνα μικρὸ ἐν­θύμιο - μικρὸ ἀλλὰ καὶ μεγάλο· ἐνθύμιο στὴ Δάφνη καὶ τὸν Μουχτάρ. Εἶναι τὸ ἅγιο Κοράνιο, τὸ ἱερὸ βιβλίο τῶν Μουσουλμάνων ἀδελφῶν μας»[16]. Πῶς εἶναι δυνατόν, λοιπόν, νὰ παραβάλλει τὴν ἰδική του δι­πλωματία μὲ τὴν εἰλικρίνεια καὶ τὴν παρρησία τοῦ ἁγίου Παλαμᾶ, ὁ ὁποῖος ὑπῆρξεν ἀπολύτως ἀληθὴς διαλεγόμενος πρὸς τοὺς Μουσουλ­μάνους;
Ἐρώτησαν τὸν Ἅγιο Γρηγόριο γιατί οἱ Χριστιανοὶ δέν δέχονται τὸν Μωάμεθ ὡς προφήτη καὶ δὲν πιστεύουν στὸ Κοράνιο, ποὺ εἶναι καὶ αὐτὸ βιβλίο ἐξ ἀποκαλύψεως, ἐκ τοῦ οὐρανοῦ. Σήμερα ἡ ἐρώτηση αὐτὴ δὲν θὰ εἶχε νόημα, διότι οἱ Οἰκουμενιστὲς θεωροῦν τὸν Μωάμεθ ὡς προφήτη καὶ τὸ Κοράνιο ὡς βιβλίο «ἅγιο», κατὰ τὸν κ. Βαρθολο­μαῖο: «Ὑμεῖς δέ πῶς οὐ δέχεσθε τὸν ἡμέτερον προφήτην, οὐδέ, πιστεύε­τε τῷ τούτῳ βιβλίῳ, ἐξ οὐρανοῦ καὶ αὐτῷ καταβάντι»; Ἡ ἀπάντηση τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου Παλαμᾶ ἐκφράζει τὴν διαχρονικὴ ἐκτίμηση καὶ πίστη τῆς Ἐκκλησίας, ἀπὸ τὴν ὁποία ἔχουν ἀπομακρυνθῆ οἱ Οἰκουμενιστές. Δὲν πιστεύουμε στὸν Μωάμεθ, εἶπε, γιατὶ δὲν ὑπάρχει γι᾽ αὐτὸν καμμία προφητικὴ μαρτυρία, ὅπως γιὰ τὸν Χριστό, καὶ γιατὶ δὲν ἔκανε κάτι θαυμαστὸ καὶ ἀξιόλογο ποὺ ὁδηγεῖ στὴν πίστη. Γι᾽ αὐ­τὸ δὲν πιστεύουμε οὔτε σ᾽ αὐτὸν οὔτε στὸ βιβλίο του, τὸ Κοράνιο: «Τὸν δὲ Μεχούμετ (= Μωάμεθ) οὔτε παρὰ τῶν προφητῶν εὑρίσκομεν μαρτυ­ρούμενον οὔτε τι ξένον εἰργασμένον καὶ ἀξιόλογον πρὸς πίστιν ἐνάγον. Διὰ τοῦτο οὐ πιστεύ­ομεν αὐτῷ, οὐδὲ τῷ παρ᾽ αὐτοῦ βιβλίῳ». Στὴ συνέ­χεια τῆς συζητήσεως ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ἦταν περισσότερο αὐστηρός, μέχρι τοῦ σημείου νὰ συμπεριλάβει τὸν Μωάμεθ μεταξὺ τῶν «ψευδο­χρίστων καὶ ψευδοπρο­φητῶν», γιὰ τοὺς ὁποίους προλέγει τὸ Εὐαγγέ­λιο καὶ συνιστᾶ «Μὴ οὖν πλανηθῆτε ὀπίσω αὐτῶν». Ἡ ἐξάπλωση τοῦ Ἰσλάμ ὀφείλεται, κατὰ τὸν Ἅγιο Γρηγόριο, ὄχι στὴν θεϊκὴ εὐλογία καὶ ἀποδοχή, ὅπως ἰσχυριζό­ταν ὁ συνομιλητής του, ἀλλὰ στὴ χρήση πο­λεμικῆς βίας καὶ στρατιω­τικῆς ἐπιβολῆς, ὅπως καὶ στὸ ὅτι προτείνει ἡ­δονικὸ καὶ ἀνήθικο βίο. Οἱ ἀπαντήσεις αὐτὲς ἐξόργισαν  τόσο πολὺ τοὺς Μουσουλμάνους ποὺ παρακολουθοῦσαν, ὥστε κινήθηκαν μὲ ἄγριες διαθέσεις ἐναντίον του, ἕτοιμοι νὰ τὸν κακοποιήσουν[17]. Ποιά σχέση λοιπὸν ἔχει ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς ποὺ συνωμίλησε, ὄχι μὲ δική του πρωτοβουλία μὲ τοὺς Μουσουλμάνους, ἀλλὰ ὡς αἰχμάλω­τος, μὲ πλήρη ὁμολογία τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως καὶ καταδίκη τῆς πλάνης καὶ μὲ κίνδυνο τῆς ζωῆς του, πρὸς τοὺς σημερινοὺς διοργανω­τὲς τῶν διαλόγων, ποὺ διε­ξάγονται σὲ πολυτελῆ ξενοδοχεῖα καὶ κατα­λύματα, μὲ συνεχεῖς ὑπο­χωρήσεις καὶ συμβιβασμοὺς καὶ προδοσία τῆς ἀληθείας, ὅπως αὐτὲς τὶς ἡμέρες στὴν Ἀσίζη, ὅπου καὶ πάλι οἱ Ὀρθόδοξοι κατεπάτησαν τοὺς Ἱεροὺς Κανόνες καὶ συμπροσευχήθη­καν μὲ ὅλους, ἑτεροθρήσκους καὶ ἑτερο­δόξους, μεταξὺ αὐτῶν καὶ ὁ κ. Βαρθολομαῖος;  Μήπως ὑπάρχει καμμία μαρ­τυρία γιὰ τὸν Ἅγιο Γρη­γόριο Παλαμᾶ ὅτι συμπροσευχήθη­κε μὲ αἱρετικοὺς ἢ ἑτεροθρήσκους; Ἂν δὲν διαβάζουν καὶ δὲν γνωρί­ζουν τὰ κείμενα τῶν Ἁγίων Πατέρων οἱ τῶν διαθρησκειακῶν διαλό­γων, ἂς παύσουν νὰ τοὺς ἐπικαλοῦνται καὶ νὰ τοὺς βλασφη­μοῦν. Διότι, διαφορετικά, διαστρέφουν τὴν ἀλή­θεια.
Καὶ ἐνῷ μάλιστα ὁ ἅγιος Γρηγόριος, εὑρίσκοντας ἀφορμὴ τὸν διάλογο αὐτὸ, παρουσίασε στοὺς συνομιλητές του συνοπτικῶς τὴν Τριαδολογία, τὴ Χριστολογία καὶ τὴν θεολογία τῶν ἱ. Εἰκόνων, βάσει τοῦ Νόμου καὶ τῶν Προφητῶν, ὁ Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης σὲ ὁμιλία του στὴν Ἑβραϊκὴ Park East Synagogue (καὶ μάλιστα σὲ πρωτοφανῆ ἐπίσκεψη Πατριάρχου σὲ Συναγωγὴ) ἀντιπαρῆλθε ἐπιμελῶς ὁποιαδή­ποτε ἀναφορὰ στὴν ἰδιαιτερότητα τοῦ Χριστιανισμοῦ ὡς Ἀποκαλύψε­ως, τονίζοντας μόνο κοινὰ σημεῖα Χριστιανισμοῦ καὶ Ἰουδαϊσμοῦ, γε­μίζοντας φιλοφρονήσεις τοὺς οἰκοδεσπότες καὶ παραβλέ­ποντας ὅσα ἡ πρώτη Ἐκκλησία στὴν Καινὴ Διαθήκη[18] καὶ οἱ μετὰ ταῦτα Πα­τέρες διαπιστώνουν γιὰ τὸ φθοροποιὸ ρόλο τοῦ μεταγενεστέρου, ταλμουδι­κοῦ,  Ἰουδαϊσμοῦ κατὰ τῆς Ἐκκλησίας καὶ τὸ ὅτι, ἄνευ τῆς πίστεως στὸν Ἰησοῦν ὡς Χριστόν, ὁ Ἰουδαϊσμὸς εἶναι ἐστερημένος σωτηρίας[19]·  παρουσίασε τὴ διήγηση τῆς ἐπισκέψεως παρὰ τὴν Δρῦν τοῦ Μαμβρῆ ὄχι ὡς Θεοφάνεια καὶ συμβολισμὸ τῆς Ἁγίας Τριάδος, ἀλλ’ ἀχρώμως ὡς συμβολισμὸ τῆς «ζωῆς τοῦ Θεοῦ»[20]. Δυστυχῶς, ἐδῶ ἴσως φαίνεται ἡ ἐναρμόνιση τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου μὲ τὸ θρησκευτικὸ συγ­κρητισμὸ τῆς Παγκοσμιοποιήσεως, ὅθεν προῆλθε καὶ ἡ ἐκπληκτικὴ δήλωσή του στὸ Ἅγιον Ὄρος, ὅτι «τό χριστιανικόν ὅραμα τῆς ἑνότητος τῆς ἀνθρωπότητος ἐκφράζεται πρός τό παρόν διά τῆς τάσεως πρός παγκοσμιοποίησιν»[21]!
β) Αποτειχισμένοι Ζηλωτές
Οι Αποτειχισμένοι Ζηλωτές από την άλλη ισχυρίζονται ὅτι «ὁ ἅγ . Γρηγόριος, λόγῳ τῶν αἱρετικῶν φρονημάτων τοῦΠατριάρχου Ἰωάννου Καλέκα, διέκοψε τό μνημόσυνό του πρό συνοδικῆς κρίσεως. Αὐτό ἦτο μία ἀπό τίς αἰτίες πού ἐξεδόθη ἐναντίον του ὁ ἀναθεματισμός «...τολμήσαντας ἀκανονίστως καί ἀκρίτως ἀποκόψαι τό μνημόσυνόν μου...». Πρέπει νά σημειωθῆ ὅτι, τότε πού ὁ ἅγιος Γρηγόριος διέκοψε τήν μνημόνευσι τοῦ Πατριάρχου, ὁ Καλέκας δέν εἶχε καταδικασθῆ ἀπό Σύνοδο, ὁ δέ Ἅγιος δέν εἶχε χειροτονηθῆ Ἐπίσκοπος, ἀλλά ἦτο ἁπλός ἱερομόναχος τοῦ ἁγ.Ὄρους. Φαίνεται πώς τήν ἀπόφασι αὐτή τοῦ ἀναθεματισμοῦ τοῦ ἁγίου τήν ὑπέγραψαν καί ἄλλοι Ἐπίσκοποι, μεταξύ τῶν ὁποίων καί ὁ Πατριάρχης Ἀντιοχείας Ἰγνάτιος, ὁ δέ ἅγιος δέν τήν ἐτήρησε, ἀλλά κατ’ἰδίαν συνέχισε νά λειτουργῆ».
Σε άλλο σημείο οι Αποτειχισμένοι Ζηλωτές αναφλερουν : «Εἶναι ἄξιον προσοχῆς καί πρέπει νά τό ἀναφέρωμε, ὅτιἀποτειχισμένοι ἀπό τόν Πατριάρχη Καλέκα καί τούς ὁμόφρονάς του δέν ἦτο μόνο ὁ ἅγ . Γρηγόριος ἀλλά καί οἱ ἀκολουθοῦντες τόν ἅγιο κληρικοί, μοναχοί καί λαϊκοί.Ὅταν ἐπίσης ὁ ἅγ. Γρηγόριος τό ἔτος 1340 συνέταξε καί προσυπέγραψε πρῶτος τόν λεγόμενον «Ἁγιορειτικόν τόμον ὑπέρ τῶν ἱερῶς ἡσυχαζόντων», ὁ ὁποῖος κατέλαβε δεσπόζουσα θέσι στήν μεταγενεστέρα Σύνοδο τοῦ 1341 καί ἐξέφραζε τήν πίστι ὅλων τῶν ὀρθοδόξων δογμάτων πού ὁ ἴδιος ὑπερασπίζετο εἰς τούς ἀγῶνας του κατά τοῦ Βαρλαάμ, τόν προσυπέγραψαν καί ὅλοι οἱ Ἁγιορεῖτες Πατέρες. Οἱ Ἁγιορεῖτες φαίνεται ὅτι πρό συνοδικῆς διαγνώσεως καί κρίσεως τοῦ αἱρετικοῦ Βαρλαάμ καί τῶν μαθητῶν του διέκοψαν τήν ἐκκλησιαστική ἐπικοινωνία μέ κάθε ἕνα πού εἶχε ἀντίθετο φρόνημα ἀπό αὐτά πού ἐδίδασκε ὁ ἅγ. Γρηγόριος καί συμφωνοῦσαν κατά πάντα μέ τίς παραδόσεις τῶν ἁγίων «ἀποδεχθέντες ὡς συμφωνοῦντα ἀκριβῶς πρός τάς παραδόσεις τῶν ἁγίων», διέκοψαν δηλαδή τό μνημόσυνο τοῦ Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως Ἰωάννου Καλέκα, γι’ αὐτό καί ὁ ἅγ. Γρηγόριος θεωροῦσε τόν Τόμον αὐτό ὡς σπουδαιότατο ὅπλο κατά τῆς αἱρέσεως πού παρουσιάσθηκε στήν ἐποχή του»[22].
Σε αντίθεση, όμως, με όσα ισχυρίζονται οι Αποτειχισμένοι Ζηλωτές, ἐπικαλούμενοι τόν Ἁγιορειτικό Τόμο, ο Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, ἀκολουθῶν τήν μακραίωνη Συνοδική Παράδοση τῆς Ἐκκλησίας, δέν διέκοψε τό μνημόσυνο τοῦ Πατριάρχη Καλέκα πρό τῆς Συνόδου τοῦ 1341. Ἐάν ὁ Ἅγιος καί οἱ Ἁγιορεῖτες Πατέρες, πού ὑπογράφουν τόν Τόμο, ἀπετειχίζοντο πρό τῆς Συνόδου τοῦ 1341, θά τό ἔγραφαν αὐτό στόν ἐν λόγω Τόμο μετά πάσης ἐπισημότητος καί ὄχι στόν τόπο τῆς ὑπογραφῆς ἑνός ἐκ τῶν ὑπογραψάντων, τοῦ Ἐπισκόπου Ἱερισσοῦ καί Ἁγίου Ὅρους Ἰακώβου. Τό ὅτι ὁ Ἅγιος μαζί μέ τούς ἀντιπροσώπους τοῦ Ἁγίου Ὅρους ἦλθαν στήν Κωνσταντινούπολη, φέροντες μαζί τους τόν Ἁγιορειτικό Τόμο καί ἐπιζητοῦντες Συνοδική ἐξέταση τῶν αἱρετικῶν διδασκαλιῶν τοῦ Βαρλαάμ, καθ’ ὄν χρόνον Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως ἦταν ὁ Καλέκας, δείχνει ἀκριβῶς, ὅτι τήν ἐποχή ἐκείνη (Ἀπρίλιος 1341), τόσο ὁ Ἅγιος ὅσο καί οἱ Ἁγιορεῖτες ἐξακολουθοῦσαν νά ἔχουν ἐκκλησιαστική κοινωνία μέ τόν Καλέκα. Διότι, ἄν εἶχαν διακόψει τό μνημόσυνό του, δέν θά ἐδέχοντο νά συμμετάσχουν στή Σύνοδο τοῦ 1341, στήν ὁποία πρόεδρος ἦταν ὁ Καλέκας. Ἡ ἀποτείχιση τοῦ Ἁγίου ἔγινε κατά τόν χρόνο τῆς παραμονῆς του στήν φυλακή (1343-1347), δηλαδή μετά τήν Συνοδική καταδίκη της αἱρέσεως. Τοῦτο φαίνεται καί ἀπό τήν μαρτυρία τοῦ ἰδίου τοῦ Καλέκα στήν ἐγκύκλιο ἐπιστολή του, ἡ ὁποία ἐγράφη κατά τήν περίοδο αὐτή: «Τόν Παλαμᾶν καί τούς ὁμόφρονας αὐτοῦ καί πάντα τά ἀσεβῆ αὐτῶν δόγματα, οἰκειότερον δέ εἰπεῖν παραληρήματα, τούς τε ἐκδικούντας καί ἐκλαμβάνοντας καί ἐκδεχομένους τά ἐν τῷ Τόμω (τῷ Ἁγιορειτικῶ) κατά τήν αὐτῶν ἐξήγησιν, μᾶλλον δέ φλυαρίαν καί οὐ κατ’ ἔννοιαν θεοπρεπῆ καί Ὀρθόδοξον… τολμήσαντας ἀκανονίστως καί ἀκρίτως ἀποκόψαι τό μνημόσυνόν μου, τῷ ἀπό τῆς Ζωαρχικῆς καί Ἁγίας Τριάδος δεσμῶ καθυποβάλλομεν καί τῷ ἀναθέματι παραπέμπομεν. Ἡ ὑπογραφή Ἰωάννης ἐλέω Θεοῦ ἀρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως, Νέας Ρώμης καί Οἰκουμενικός Πατριάρχης»[23]. Στό κείμενο αὐτό γίνεται κατ’ ἀρχήν λόγος γιά τόν Ἁγιορειτικό Τόμο, τόν ὁποῖο ὁ Καλέκας ἐδῶ καταδικάζει ὡς περιέχοντα ἀσεβῆ δόγματα, παραληρήματα καί φλυαρίες. Τόν Τόμο, ὅμως, αὐτόν τόν εἶχε ὑπογράψει καί ὁ ἴδιος ὡς Ὀρθόδοξο στήν Σύνοδο τοῦ 1341. Ἄρα, ἡ καταδίκη του Τόμου ἀπό τόν Καλέκα ἔγινε μετά τήν Σύνοδο αὐτή καί ἑπομένως ἡ ἐγκύκλιος αὐτή ἐπιστολή, στήν ὁποία γίνεται μνεία τῆς διακοπῆς τοῦ μνημοσύνου τοῦ Πατριάρχου ἀπό τόν Ἅγιο, ἐγράφη ὁπωσδήποτε μετά τήν Σύνοδο, ὅταν δηλαδή ὁ Ἅγιος βρισκόταν στή φυλακή. Ἐπίσης, στό ἴδιο συμπέρασμα σχετικά μέ τόν χρόνο ἀποτειχίσεως τοῦ Ἁγίου καταλήγουμε καί ἀπό τήν θεολογική πραγματεία τοῦ Ἁγίου : «Ὅτι παρεξήγησίς ἐστι καί ἀνασκευή τοῦ Τόμου σαφής», ἡ ὁποία καί αὐτή ἐγράφη κατά τόν ἴδιο χρόνο : «Οὐκοῦν καί πολυπλασίως καί πολυειδῶς ἐνέχεται καί τοῖς ἐν τούτω τεθειμένοις ἐνδίκως ἀφορισμοῖς τε καί ἀναθεματισμοῖς καί ταῖς φρικώδεσιν ἐκείναις ἀποκηρύξεσι… καί ὡς τά τοῦ Βαρλαάμ φρονῶν καί ταῦτα ἐκθύμως ἐπεκδικῶν καί ταῦτα μεθ’ οὕτω περιφανεῖς τούς ἐλέγχους καί μετεγγράφους οὕτω τάς ἀποφάσεις, ἄς χερσίν οἰκείαις ὑπεσημήνατο καί αὐτός»[24]. Μεταφράζουμε : «Ἑπομένως (καί ὁ Καλέκας) ἐνέχεται (συγκαταριθμεῖται) πολύ περισσότερο καί μέ πολλούς τρόπους καί εἰς τούς εἰς αὐτόν (τόν Βαρλαάμ) τεθειμένους ἐνδίκως ἀφορισμούς (δηλαδή στούς ἀφορισμούς πού ἐξεφωνήθησαν Συνοδικῶς ἐναντίον τοῦ Βαρλαάμ) καί στίς φρικτές ἐκεῖνες ἀποκηρύξεις, πού ἔγιναν ἐναντίον του. Ἰσχύουν δέ ὅλοι αὐτοί οἱ συνοδικοί ἀναθεματισμοί καί εἰς τόν Καλέκα, διότι φρονεῖ  τά τοῦ Βαρλαάμ καί δικαιώνει ἐκθύμως τήν διδασκαλία του καί μάλιστα μετά ἀπό τόσο περιφανεῖς ἐλέγχους καί γραπτάς ἀποφάσεις (πού ἔγιναν κατά τή διάρκεια τῆς Συνόδου), τίς ὁποῖες ἀποφάσεις ὑπέγραψε καί ὁ ἴδιος μέ τά χέρια του». Ὁ Ἅγιος ἐξηγεῖ ὅτι ὁ Καλέκας συγκαταριθμεῖται στούς ἀφορισμούς, πού ἐξεφωνήθησαν ἐναντίον τοῦ Βαρλαάμ, ἐπειδή ἐπεχείρησε νά ἀκυρώσει καί νά ἀνατρέψει τόν Ἁγιορειτικό Τόμο, τόν ὁποῖο ἀπεδέχθη ἡ Σύνοδος ὡς κατά πάντα Ὀρθόδοξο, τόν ὁποῖο ἄλλωστε καί ο ἴδιος ὑπέγραψε. Ἔτσι ἀπέδειξε ὅτι «φρονεῖ τά τοῦ Βαρλαάμ», ἀποδέχεται τίς αἱρετικές διδασκαλίες τοῦ Βαρλαάμ. Ἄρα, ἡ ἀποτείχιση τοῦ Ἁγίου δέν ἔγινε πρό συνοδικῆς κρίσεως, ἀλλά μέ βάση τίς ἀποφάσεις τῆς Συνόδου, τόσο σχετικά μέ τήν αἵρεση ὅσο καί μέ τήν καταδίκη καί τούς ἀφορισμούς τοῦ ἰδίου τοῦ Βαρλαάμ. Προχώρησε δέ στή διακοπή τοῦ μνημοσύνου τοῦ Καλέκα, ἔχοντας ὑπ’ ὄψιν του ὄχι μόνο τίς ἀποφάσεις τῆς Η΄ Οικουμενικής Συνόδου επί Μ. Φωτίου και της Θ΄ Οικουμενικής Συνόδου τοῦ 1341, ἀλλά καί τούς Κανόνες Α΄, Β΄ καί Ζ΄ τῆς Γ΄ Οἰκουμενικῆς. Ἡ ὀνομαστική καταδίκη τοῦ Καλέκα ἔγινε ἀργότερα τό 1347 [25].
            Μετά τα ανωτέρω και κατακλείοντας το παρόν άρθρο, ευχή μας είναι ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός, διά πρεσβειών της Υπεραγίας Θεοτόκου και πάντων των Αγίων, να μας διαφυλάττει από τα δύο άκρα του Οικουμενισμού και του Ζηλωτισμού, που δεν εκφράζουν την ζωή και την πίστη της Ορθοδόξου Θεολογίας και Εκκλησίας, και να μας διατηρεί πάντοτε στην χρυσή μεσότητα της Αγίας Ορθοδοξίας. 



[1] ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΖΕΡΒΟΣ, «Ο Οικ. Πατριάρχης διαστρεβλώνει τό αντιπαπικόν έργον του Αγ. Νεκταρίου πρός χάριν του Παπισμού», Ορθόδοξος Τύπος (9-12-2011) 1,7
[2] ΠΡΩΤΟΠΡΕΣΒ. ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΖΗΣΗΣ, Ἡ Ἱερά Σύνοδος καί ὁ πάπας˙ τά παραλειπόμενα μιᾶς ὁμιλίας, ἐκδ. Βρυέννιος, σειρά ‘Καιρός’, Θέματα ἐκκλησιαστικῆς ἐπικαιρότητος 18, Θεσσαλονίκη 2001, σ. 20.
[3] Επιστολή ομάδας καθηγητών του Τμήματος Θεολογίας του Α.Π.Θ. προς την Ιερά Σύνοδο της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος, Θεσσαλονίκη 29-3-2012.
[4] ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ, Εἰς Φιλιππησίους 2,1, PG 62,191, ΕΠΕ 21,392 καί ΣΤΕΡΓΙΟΣ ΣΑΚΚΟΣ, «Μηδέν νόθον δόγμα τῷ τῆς ἀγάπης προσχήματι παραδέχησθαι» (Ἅγιος Ἰωάννης Χρυσόστομος) (Όρθόδοξος Τύπος 16,23,30-3-2012, 6,13-4-2012.
[5] ΙΩΑΝΝΗΣ ΤΑΤΣΗΣ, «Ο Οικουμ. Πατριάρχης εμπλέκει καί τόν Άγ. Αρσένιον τόν Καππαδόκην εις τά οικουμενιστικά του σχέδια», Ορθόδοξος Τύπος (25-11-2011) 1, 7. 
[6] Η επιστολή δημοσιεύεται στο βιβλίο του ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΖΟΥΡΝΑΤΖΟΓΛΟΥ, Κείμενα – Επιστολές Γέροντος Παϊσίου του Αγιορείτου, 1924-1994. Η επιστολή αυτή γράφτηκε το 1969 και εστάλη στον «Ορθόδοξο Τύπο» για δημοσίευση. Δυστυχώς δεν δημοσιεύθηκε τότε, πιθανότατα λόγω της ανωνυμίας της.
[7] Επίσκεψις 510 (30-10-1994) 6-7 καί ΖΙΑΚΑΣ ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ, «Τό Οικουμενικό Πατριαρχείο καί ο διάλογος μέ τό Ισλάμ», Διαθρησκειακός Διάλογος, σημειώσεις γιά τούς φοιτητές του ΣΤ΄ εξαμήνου του τμήματος Θεολογίας της Θεολογικής Σχολής του Α.Π.Θ., Θεσσαλονίκη (2002) 59.
[8] Φιλιπ. 2, 10-11.
[9] ΑΓΙΟΣ ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ ΠΑΛΑΜΑΣ, Πρός τήν εαυτού Εκκλησίαν 29, 22-30, ΕΠΕ 7, σ. 190.
[10] ΠΡΩΤΟΠΡΕΣΒ. ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΖΗΣΗΣ, Διαθρησκειακές συναντήσεις˙ άρνηση του Ευαγγελίου καί προσβολή των Αγίων Μαρτύρων, εκδ. Τέρτιος, Θεσ/κη 2003,   σσ. 89-90.
[11] Ομιλία της Α.Θ. Παναγιότητος του Οικουμενικού Πατριάρχου κ. Βαρθολομαίου κατά τήν επίσκεψιν Αυτού εις τήν Ιεράν Μονήν Μεγίστης Λαύρας, 8-10-2011, http://www.ec-patr.org/docdisplay.php?lang=gr&id=1381&tla=gr
[12] ΣΥΝΑΞΗ ΚΛΗΡΙΚΩΝ ΚΑΙ ΜΟΝΑΧΩΝ, «Ουκ εσμέν των Πατέρων σοφώτεροι», Αναίρεση της επιχειρηματολογίας του Οικουμενισμού με αφορμή την ομιλία του Οικουμενικού Πατριάρχου κ. Βαρθολομαίου στη Μεγίστη Λαύρα, Θεοδρομία ΙΓ΄ 4 (Οκτώβριος-Δεκέμβριος 2011) 607-610.
[13] Ιω. 4, 17.18.22
[14] Ιω. 6, 66.67
[15] Β΄ Κορ. 2, 17 και Α΄ Θεσ. 2, 4.
[16] http://www.youtube.com/watch?v=fIwdL21Z3cY&feature=related
[17] Προς την εαυτού Εκκλησίαν 25, εν Γρηγορίου του Παλαμά, Συγγράμματα, τόμ. Δ΄, εκδ. Π. Χρήστου, Θεσ/κη 1988, σσ. 134-135 και Διάλεξις προς τους αθέους Χιόνας 13, αυτόθι, σ. 161 και ΠΡΩΤΟΠΡΕΣΒ. ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΖΗΣΗΣ, Διαθρησκειακές Συναντήσεις. Άρνηση του Ευαγγελίου και προσβολή των Αγίων Μαρτύρων, Θεσ/κη 2003, σσ. 72-91.
[18] Α΄ Θεσ. 2, 14-16.
[19] Ιω. 8, 24.
[20] http://www.youtube.com/watch?v=LOpHMCYVGs
[21] Ομιλία της Α.Θ.Παναγιότητος του Οικουμενικού Πατριάρχου κ. κ. Βαρθολομαίου κατά την μετά το πέρας της Θείας Λειτουργίας δεξίωσιν εν τω Ιεροκοινοτικώ Μεγάρω παρουσία του Πρωθυπουργού της Ελλάδος (Κυριακή 9 Οκτωβρίου 2011) http://www.ec-patr.org/docdisplay.php?lang=gr&id=1386&tla=gr
[22] ΙΕΡΟΜ. ΕΥΘΥΜΙΟΣ ΤΡΙΚΑΜΗΝΑΣ, Η διαχρονική συμφωνία των Αγίων Πατέρων για το υποχρεωτικό του 15ου  Κανόνος της Πρωτοδευτέρας Συνόδου περί διακοπής μνημονεύσεως Επισκόπου κηρύσσοντος επ’Εκκλησίας αίρεσιν, εκδ. Degiorgio, Τρίκαλα 2012, σσ. 171, 174, 175.
[23] PG 150, 863D.
[24] ΕΠΕ 3, 692.
[25] Ι. Μ. ΠΕΙΡΑΙΩΣ, ΓΡΑΦΕΙΟ ΕΠΙ ΤΩΝ ΑΙΡΕΣΕΣΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΠΑΡΑΘΡΗΣΚΕΙΩΝ, 15ος Κανών της ΑΒ΄ Συνόδου και αποτείχισις, εκδ. Ι. Μ. Πειραιώς, Πειραιεύς Νοέμβριος  2012, σσ. 45-46.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Μπορείτε να δείτε τις προηγούμενες δημοσιεύσεις του ιστολογίου μας πατώντας το Παλαιότερες αναρτήσεις (δείτε δεξιά)