21/4/15

Αρχιμ. Παύλος Δημητρακόπουλος, Ερμηνευτικά σχόλια στην ευαγγελική περικοπή της Κυριακής του Θωμά (1)

Εν Πειραιεί τη 20η Απριλίου 2015
Ερμηνευτικά σχόλια στην ευαγγελική περικοπή της Κυριακής του Θωμά
Αρχ. Παύλου Δημητρακοπούλου
Πρ. Ιερού Ναού Τιμίου Σταυρού Πειραιώς
 (1ον)
 Η ευαγγελική περικοπή της Κυριακής του Θωμά είναι μια περικοπή από το 20ο κεφάλαιο του κατά Ιωάννην ευαγγελίου, στίχοι 19-31. Αναφέρεται στην πρώτη και δεύτερη εμφάνιση του Κυρίου στους μαθητές του το εσπέρας της αναστάσεως και οκτώ ημέρες αργότερα, παρόντος αυτή τη φορά και του Θωμά.
Οι δύο αυτές εμφανίσεις έχουν μια ιδιαίτερη βαρύτητα και σημασία διότι σ’ αυτές έχουμε την μαρτυρία και την διαβεβαίωση των ιδίων των μαθητών περί του γεγονότος της αναστάσεως. Στη δεύτερη μάλιστα εξ’ αυτών έχουμε όχι μόνον την θέα του αναστάντος, αλλά επί πλέον και την ψηλάφιση του αναστημένου σώματος από τον Θωμά, οπότε η ανάσταση επιβεβαιώνεται και διά των οφθαλμών και δια της αφής και δια της ακοής. Στις γραμμές που ακολουθούν προχωρούμε σε σύντομη ερμηνευτική ανάλυση της περικοπής. 
«Ούσης ουν οψίας τη ημέρα εκείνη τη μια των σαββάτων, και των θυρών κεκλεισμέμενων, όπου ήσαν οι μαθηταί συνηγμένοι δια τον φόβον των Ιουδαίων, ήλθεν ο Ιησούς και έστη εις το μέσον και λέγει αυτοίς ειρήνη υμίν." ( 20, 19).
Ο αναστάς Κύριος μετά την εμφάνισή του στις μυροφόρες, θέλοντας να βεβαιώσει και στους μαθητές του το γεγονός της αναστάσεως και να διώξει την λύπη από τις καρδιές τους, δεν αφήνει να περάσει ούτε μία μέρα, αλλά σπεύδει το εσπέρας της ίδιας εκείνης ημέρας προς αυτούς, συγκαταβαίνοντας στην αδυναμία τους, αν και τούς υποσχέθηκε, ότι μετά την ανάστασή του θα τούς προϋπαντήσει στην Γαλιλαία. Οι μαθητές την ημέρα αυτή βρίσκονται συγκεντρωμένοι στο υπερώο με κλειδωμένες τις πόρτες, εξ αιτίας του φόβου των, μήπως η οργή των αρχιερέων ξεσπάσει κατά πάνω τους. Έτσι λοιπόν καθώς ήσαν φοβισμένοι εμφανίζεται ενώπιόν τους ο Ιησούς, «κεκλεισμένων των θυρών». Το σώμα της αναστάσεως δεν υπόκειται πλέον στους φυσικούς νόμους, ούτε σε τοπικούς και χρονικούς περιορισμούς. Και όπως «εξήλθε εσφραγισμένου του τάφου, ούτως εισήλθεν και των θυρών κεκλεισμένων» (αναστάσιμο στιχηρό των αίνων). Και ενώ είναι ένα άφθαρτο σώμα με τέτοιες υπερφυσικές ιδιότητες, παράλληλα είναι το ίδιο εκείνο σώμα του Κυρίου, που φέρει σάρκα και οστά. Δεν είναι ένα σώμα άϋλο, αλλ’ ένα σώμα που μπορεί να ψηλαφηθή. Έρχεται λοιπόν ο Κύριος και στέκεται ανάμεσά τους, και η πρώτη δωρεά που τούς μεταδίδει είναι η ειρήνη του.  Η εμπειρία της θέας του αναστημένου διδασκάλου επόμενο ήταν να αυξήσει την ταραχή και τον φόβο στις ήδη ταραγμένες από τον φόβο των Ιουδαίων ψυχές των μαθητών. Διότι όπως συμπληρώνει ο Λουκάς, ενόμισαν ότι πρόκειται για φάντασμα. Γι’ αυτό και ο Κύριος ευθύς μετά την εμφάνισή του, πριν από ο,τιδήποτε άλλο, τούς μεταδίδει την ιδική του ειρήνη, την ίδια εκείνη ειρήνη, την οποία τούς μετέδωσε ολίγον προ του πάθους του, ώστε να κατευνάσει και γαληνεύσει τον σάλο της ταραχής, που κατέχει τις ψυχές των μαθητών. Και αυτό βέβαια γίνεται ακόμη περισσότερο επιτακτικό και αναγκαίο καθ’ όσον στη συνέχεια, όπως θα δούμε, ο αναστάς Κύριος πρόκειται να τούς αποκαλύψει σπουδαιότατες αλήθειες. Διότι, όπως εκ πείρας γνωρίζουμε, μια ψυχή που είναι ταραγμένη από οποιαδήποτε αιτία, είναι αδύνατο να προσηλώσει την προσοχή της και να αφομοιώσει αυτά που θα ακούσει  από τον συνομιλητή της.
«Και τούτο ειπών έδειξεν αυτοίς τας χείρας και την πλευράν αυτού, εχάρησαν ουν οι μαθηταί ιδόντες τον Κύριον» (20, 20).
Μετά την μετάδοση της ειρήνης, το δεύτερο που κάμνει ο Κύριος είναι να τούς φανερώσει την ταυτότητά του. Έπρεπε να πεισθούν οι μαθητές, ότι αυτός τον οποίον έχουν μπροστά  τους είναι ο αγαπημένος διδάσκαλός των και όχι ένα φάντασμα. Είναι αυτός ο ίδιος, τον οποίον είδαν πριν από τρεις ημέρες να κρέμεται πάνω στο σταυρό. Ότι αυτό το σώμα που βλέπουν, είναι το ίδιο εκείνο σώμα, που καρφώθηκε και τρυπήθηκε από τα καρφιά και την λόγχη. Και ιδού τα σημάδια από τις πληγές που άνοιξαν τα καρφιά και η λόγχη.  Αμέσως τούς δείχνει τις ουλές των πληγών σαν αδιάψευστα τεκμήρια της εκούσιας σφαγής του και της ταυτότητός του. Τώρα πια η χαρά των μαθητών δεν περιγράφεται.  Ο Κύριος ολοζώντανος μπροστά τους, θριαμβευτής και νικητής του θανάτου. Απολαμβάνουν τη χαρά της αναστάσεώς του, την οποία κανείς δεν μπορεί να τούς την αφαιρέσει, σύμφωνα με την σαφή πρόρρηση του Κυρίου, το εσπέρας του μυστικού δείπνου.
«Είπεν ουν αυτοίς ο Ιησούς πάλιν ειρήνη υμίν. Καθώς απέσταλκέ με ο πατήρ, καγώ πέμπω υμάς» (20, 21).
Για δεύτερη φορά τούς μεταδίδει την ειρήνη του, η οποία έχει σχέση με όσα θα επακολουθήσουν αμέσως παρά κάτω. Η νέα αυτή μετάδοση και προσθήκη της ειρήνης είναι απαραίτητη, διότι τώρα πλέον επίσημα ο Κύριος τούς αποστέλλει  στον κόσμο, όπως και ο Πατήρ απέστειλεν αυτόν εις τον κόσμον. Τούς αποστέλλει να κηρύξουν το ευαγγέλιο της ειρήνης και της καταλλαγής, που έφερε εκείνος με το σταυρό και την ανάστασή του σ’ όλο τον κόσμο. Αυτό σημαίνει, ότι τούς χειροτονεί στο αποστολικό αξίωμα. Επειδή δε το άκουσμα μιάς τέτοιας βαρειάς και υπέρ τα ανθρώπινα μέτρα αποστολής ήταν δυνατόν να θορυβήσει και πάλι τούς μαθητές, αφ’ ενός μεν τούς μεταδίδει την ειρήνη του, αφ’ ετέρου δε προχωρεί στη μετάδοση του Αγίου Πνεύματος.
«Και τούτο ειπών ενεφύσησε και λέγει αυτοίς λάβετε Πνεύμα Άγιον» (20,  22). Με εμφύσημα μεταδίδει σ’ αυτούς Πνεύμα Άγιον, όπως άλλοτε αυτός ο ίδιος πάλι με εμφύσημα μετέδωσε πνοήν ζωής στον Αδάμ.  Η μετάδοση του Αγίου Πνεύματος συνδέεται άμεσα τόσο με τα προηγούμενα, όσο και με αυτά που επακολουθούν. Δηλαδή αφού τούς προχειρίζει στο αποστολικό αξίωμα, εν συνεχεία τούς ενδυναμώνει με την αναγκαία Χάρη του Αγίου Πνεύματος,  δείχνοντάς τους, ότι η δύναμη του Αγίου Πνεύματος θα τούς καταστήσει ικανούς να εκπληρώσουν την υπεράνθρωπη αυτή αποστολή. Μεταδίδει σ’ αυτούς τώρα όχι πλήρη, αλλά μερική την δωρεά του Αγίου Πνεύματος.  Οι μαθητές λαμβάνουν τώρα τον αρραβώνα του Πνεύματος και μάλιστα την ειδική εκείνη ενέργεια της Χάριτος, που έχει σχέση με την εξουσία της αφέσεως των αμαρτιών, για την οποία γίνεται λόγος αμέσως παρά κάτω. Διότι διάφορες είναι οι ενέργειες και τα χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος. Η ειδική δε αυτή ενέργεια και Χάρις της αφέσεως των αμαρτιών θα αποτελέσει τον πυρήνα και το κέντρον της ποιμαντικής διακονίας των αποστόλων. Το πλήρες μέτρο της δωρεάς του Αγίου Πνεύματος θα το λάβουν αργότερα κατά την ημέρα της Πεντηκοστής.
«Αν τινων αφήτε τας αμαρτίας, αφίενται αυτοίς, αν τινών κρατήτε, κεκράτηνται» ( 20,  23 ).
Δηλαδή τούς δίδει την εξουσία και δύναμη να συγχωρούν, η όχι τις αμαρτίες. Αυτήν δηλαδή την εξουσία, για την οποία πολύ ορθά είπαν οι Φαρισαίοι, ότι ανήκει μόνο στον Θεό, αλλά κακώς εθεώρησαν  ως βλάσφημο τον Ιησού που την ασκούσε, διότι τον ενόμισαν ως απλόν άνθρωπον. Αυτήν την εξουσία την μεταδίδει τώρα στους αποστόλους. Όχι για να την ασκούν κατά τρόπον αυθαίρετον, αλλ’ ως όργανα του Αγίου Πνεύματος. Δυνάμει δηλαδή της ειδικής αυτής Χάριτος, θα μπορούν οι μαθητές να διακρίνουν, ποιοί είναι άξιοι να λάβουν την άφεση και ποιοί όχι. Ποιοί ειλικρινά μετανοούν και κάνουν καρπούς αξίους της μετανοίας, και ποιοί υποκρίνονται και κατά βάθος μένουν αμετανόητοι, διότι δεν θέλουν να απομακρυνθούν από την αμαρτία. Κατά την επισημότατη αυτή ώρα ο Κύριος εγκαινιάζει το μυστήριο της Μετανοίας και Εξομολογήσεως. Διότι την εξουσία αυτή, την οποία εμπιστεύεται ο Κύριος στους αποστόλους, την μεταδίδει δια μέσου αυτών και στους διαδόχους των επισκόπους και σε όσους εκ των πρεσβυτέρων είναι εντεταλμένοι να ασκούν αυτό το μυστήριο. Επομένως βρίσκονται σε πλάνη, όσοι νομίζουν ότι είναι αρκετό να μετανοήσουν για να λάβουν απ’ ευθείας από τον Θεό την άφεση χωρίς να εξομολογηθούν.
«Θωμάς δε εις εκ των δώδεκα, ο λεγόμενος δίδυμος, ουκ ην μετ’ αυτών ότε ήλθεν ο Ιησούς. Έλεγον ουν αυτώ οι άλλοι μαθηταί, εωράκαμεν τον Κύριον. Ο δε είπεν αυτοίς, εάν μη ίδω εν ταις χερσίν αυτού τον τύπον των ήλων και βάλω τον δάκτυλόν μου εις τον τύπον των ήλων και βάλω την χείρα μου εις την πλευράν αυτού, ου μη πιστεύσω» (20,  24-25).

Εν τω μεταξύ ένας εκ των μαθητών, ο Θωμάς, δεν ήταν και αυτός παρών όταν ο αναστάς Κυριος εμφανίστηκε στούς άλλους μαθητές το εσπέρας της ίδιας ημέρας της αναστάσεώς του. Δεν αξιώθηκε να απολαύσει τις πνευματικές δωρεές της ειρήνης και της χαράς, που μετέδωσε στους άλλους με την εμφάνισή του. Κατόπιν τούτου πλήρεις χαράς οι άλλοι μαθητές, του αναγγέλλουν το χαρμόσυνο γεγονός και προσπαθούν να τον κάνουν και αυτόν συγκοινωνό και συμμέτοχο της ιδικής των χαράς. Αλλ’ ο Θωμάς δεν πείθεται παρ’ όλο που τώρα πλέον έχει τις διαβεβαιώσεις όχι μόνο των μυροφόρων, αλλά και όλων των άλλων μαθητών. Κατηγορηματικά τους διαβεβαιώνει, ότι αν δεν βεβαιωθεί με όλες του τις αισθήσεις για την ανάσταση, δεν θα πιστεύσει. Διότι δεν είπε: «εάν δεν ίδω τον αναστάντα δεν θα πιστεύσω», αλλά πρόσθεσε: «και βάλω τον δάκτυλόν μου στα σημεία των καρφιών και βάλω το χέρι μου στην λογχευθείσα πλευρά δεν θα πιστεύσω». Δεν αρκείται δηλαδή στην αίσθηση μόνο της οράσεως, μήπως τυχόν αυτό που θα ιδεί είναι φάντασμα, αλλά ζητεί να προσθέσει και την αίσθηση της αφής, για να βεβαιωθεί ακριβέστερα.  Όπως βλέπουμε στη συνέχεια ο μακρόθυμος και φιλάνθρωπος Κύριος, ο οποίος συγκατέβη μέχρι σταυρού και ταφής, δεν ήταν δυνατόν να μη δείξει συγκατάβαση στην ασθένεια του μαθητού. Θα χρησιμοποιήσει εν τη πανσοφία του την απιστία του Θωμά για να καταστήσει την ανάσταση εις τούς αιώνες αναντίρρητο ιστορικό γεγονός, μαρτυρούμενο από πολλούς αυτόπτες μάρτυρες.  Η συγκατάβασή του δηλαδή δεν γίνεται μόνο χάριν του Θωμά, αλλά και χάριν όλων των μεταγενεστέρων γενεών των πιστών, οι οποίοι δια μέσου του Θωμά στερεώνονται ακράδαντα στην πίστη της αναστάσεως. (Συνεχίζεται).

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Μπορείτε να δείτε τις προηγούμενες δημοσιεύσεις του ιστολογίου μας πατώντας το Παλαιότερες αναρτήσεις (δείτε δεξιά)