Υπόμνημα Θεολόγων
Προς : Υπουργείο Εθνικής Παιδείας & Θρησκευμάτων ,Εξοχώτατο Υπουργό, κ. Ευριπίδη Στυλιανίδη
Κοινοποίηση :Προς : Υπουργείο Εθνικής Παιδείας & Θρησκευμάτων ,Εξοχώτατο Υπουργό, κ. Ευριπίδη Στυλιανίδη
- Γραφείο του Εξοχότατου κ. Πρωθυπουργού Κ. Καραμανλή
- Επιτροπή Μορφωτικών Υποθέσεων της Βουλής των Ελλήνων
- Αντιπροσωπεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στην Ελλάδα
- Πανελλήνια Ένωση Θεολόγων & Ένωση Θεολόγων Β. Ελλάδος
- Πανελλήνια Ένωση Αδιορίστων Εκπαιδευτικών
Αποστολείς: Απόφοιτοι, Μεταπτυχιακοί & Προπτυχιακοί Φοιτητές και των 2 Τμημάτων της Θεολογικής Σχολής Α.Π.Θ.
Πληροφορίες:
- Αθανάσιος Κ. Δεβετζίδης , Καρατάσου 1, Σίνδος ΘεσσαλονίκηςΤΚ 574 00 , adevetzi@past.auth.gr ,
- Γεώργιος Κ. Σαμολαδάς , Αγίας Σοφίας 63 Θεσσαλονίκη ΤΚ 54633, FAX 2310. 797-686 – κινητό: 697-44-31-412-
Σωτήριος Α. Θεοδοσίου, Γ’ Φ.Ε.Θ Β 628 , 40 Εκκλησιές , ΤΚ 54636-
Κωνσταντίνα Χρ. Σφακιανάκη , Τιτάνων 18 Θεσ/νίκη, ΤΚ 54636
Ημερομηνία: Παρασκευή 28 Νοεμβρίου 2008
Θέμα: "Προβλήματα του Θεολογικού κλάδου και δυσχέρειες στην απασχόληση των Θεολόγων στην Ελλάδα σήμερα".
Ενστερνιζόμενοι ότι «Όλα είναι Θέμα Παιδείας», σας αποστέλλουμε το παρόν Υπόμνημα σε θέση ενημέρωσης, για τα ιδιαίτερα και μεγάλα προβλήματα του χώρου μας, διότι αντιμετωπίζουμε μια προβληματική κατάσταση στον κλάδο μας και επιζητούμε την παρέμβαση σας, για την επίλυση των προβλημάτων των αποφοίτων της Θεολογίας στην Ελλάδα σήμερα.
Δεν θα επιχειρήσουμε να απαριθμήσουμε εξαντλητικά τα πολυποίκιλα προβλήματα που ταλανίζουν τον θεολογικό κλάδο στην χώρα μας, διότι είναι λίγο – πολύ γνωστά, αφορμή όμως στάθηκε το γεγονός ότι και στον νέο διαγωνισμό του ΑΣΕΠ ο αριθμός των θεολόγων μειώθηκε κατά πολύ, την στιγμή που οι αιτήσεις για συνταξιοδότηση των εν υπηρεσία καθηγητών μέσης εκπαίδευσης έχουν πολλαπλασιασθεί.
Πέρα από αυτό όμως, θέλουμε να εκφράσουμε την απογοήτευση μας από τον τρόπο που αντιμετωπίζεται ο κλάδος μας από τον εν γένει εκπαιδευτικό σχεδιασμό, μιας και οι Γενικές Συνελεύσεις (ΔΕΠ) των τεσσάρων Πανεπιστημιακών τμημάτων των Θεολογικών Σχολών Αθηνών και Θεσσαλονίκης ομόθυμα αιτιολογούσαν την γνωμοδότηση τους για δραματική μείωση του αριθμού των εισακτέων, ασφυκτιώντας από τον αριθμό των φοιτητών που καλούνται να υποδεχτούν και να εκπαιδεύσουν. Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι και κατά το φετινό ακαδημαϊκό έτος οι εισακτέοι θα αγγίξουν τους 1.000 στα 4 Τμήματα.
Λόγω του γεγονότος αυτού εδώ και καιρό σε ένδειξη διαμαρτυρίας δεν αποστέλλει καν (το ΑΠΘ τουλάχιστον) ενδεικτικό αριθμό εισακτέων, αφού δεν απορροφώνται με ικανοποιητικούς ρυθμούς άξιοι διάκονοι της Θεολογίας στην δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Όσον αφορά το ζήτημα της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης στην υποστήριξη του Θρησκευτικού Μαθήματος (στο Δημοτικό σχολείο), με αποφοίτους των παιδαγωγικών τμημάτων, θεωρούμε καταλληλότερη την παρουσία των Θεολόγων στις θέσεις αυτές από άποψη αρτιότητας στο συγκεκριμένο μάθημα.
Πιστεύουμε ότι ένας χώρος όπως ο θεολογικός θα πρέπει να έχει καλύτερη αντιμετώπιση. Ενδεικτικό των παραπάνω είναι ότι εκπρόσωποι του θεολογικού επιστητού με μακραίωνη προσφορά στον χώρο της θεολογίας και της κοινωνίας στο απώτερο παρελθόν όπως οι Τρεις Ιεράρχες, και οι υπόλοιποι Πατέρες της Εκκλησίας, αλλά και στο πρόσφατο όπως οι Νησιώτης Ν. , Τρεμπέλας Π. , Φουντούλης Ιω. , Ματσούκας Ν., Χρήστου Π. και πολλοί άλλοι, κατέδειξαν την αξία και την ανάγκη της Θεολογικής επιστήμης στην κοινωνία μας. Γι’ αυτό το λόγο συγκεκριμένα προτείνουμε την ενσωμάτωση του προϋπάρχοντος μαθήματος Πατρολογίας με ειδικές διδακτικές ενότητες στο υπάρχον πρόγραμμα διδασκαλίας του μαθήματος των Θρησκευτικών. Πιστεύουμε ακράδαντα ότι η μετανάστευση από την πατρίδα μας, λόγω της προβληματικής κατάστασης στον θεολογικό κλάδο, δεν μπορεί να είναι η λύση, για την διακονία του θεολογικού επιστητού. Ερωτούμε, δεν θα πρέπει να υπάρξουν οι προϋποθέσεις εκείνες που θα αναδείξουν άξιους συνεχιστές των παραπάνω;
Αναγνωρίζοντας, -στην σύγχρονη πολυπολιτισμική και κατ’ επέκταση πολυθρησκευτική κοινωνία που ζούμε-, την ανάγκη για σωστή κατάρτιση και ενημέρωση των αυριανών πολιτών, θεωρούμε ότι οι σημερινοί θεολόγοι έχουν τις περγαμηνές εκείνες από τα 4 Πανεπιστημιακά τους Τμήματα εξερχόμενοι, ώστε να υποστηρίξουν το μάθημα καταλλήλως (είτε στην παρούσα του μορφή, είτε και σε μία ενδεχόμενη μετεξέλιξη του).
Στη συνέχεια της θέσης αυτής, ερχόμαστε να ερωτήσουμε, για το ζήτημα των αναθέσεων, δηλαδή εάν καλούνται συνάδελφοι εκπαιδευτικοί από άλλες ειδικότητες (π.χ. Φιλόλογοι) να διδάξουν το Θρησκευτικό Μάθημα, αφορμώμενοι από την περίπτωση του επιλεγομένου μαθήματος της Κοινωνιολογίας στο Λύκειο. γνωρίζοντας ότι οι συνάδελφοι μας δεν είναι κατάλληλα ενημερωμένοι γι’ αυτό, εν αντιθέσει με τους Θεολόγους, οι οποίοι έχουν διδαχθεί κατά την διάρκεια των σπουδών τους, Γενική Κοινωνιολογία και Κοινωνιολογία της Θρησκείας ως υποχρεωτικά μαθήματα, σε κάθε περίπτωση και στα 4 Τμήματα των Θεολογικών Σχολών Αθηνών και Θεσσαλονίκης, ενώ πολλοί από αυτούς έχουν και συναφή επιλεγόμενα.
Επίσης η ειδικότητα μας δεν προτιμάται (δυστυχώς κάκιστα) ακόμη και σε συγγενή αντικείμενα όπως χαρακτηριστικά στα ΙΕΚ Πολιτιστικού, στην ειδίκευση της Χριστιανικής & Βυζαντινής Τέχνης. Ενώ δεν υπάρχει μνεία του αντικειμένου στις Προκηρύξεις από το ΙΔΕΚΕ. Θεωρούμε την απαξιωτική αυτή στάση των υπηρεσιακών παραγόντων του Υπουργείου υποτιμητική για τον κλάδο μας.
Θα θέλαμε να θέσουμε υπ’ όψιν σας τα κάτωθι ζητήματα (ως προς τη σημερινή θέση και τις δυνατότητες που έχει το μάθημα στη σύνολη εκπαιδευτική διαδικασία). Αρχικά, έχοντας και οι ίδιοι την εμπειρία της μονόωρης διδασκαλίας του μαθήματος των θρησκευτικών στην περίπτωση της Γ’ τάξης του Λυκείου, θεωρούμε επιβεβλημένη την ανάγκη να γίνει δύο ώρες εβδομαδιαίως , διότι άπτεται της ποσοτικής και ποιοτικής αναβάθμισης του. Έπειτα, η τυχόν μείωση των ωρών διδασκαλίας, ή η απαράδεκτη παύση της διδασκαλίας του μαθήματος (όπως π.χ. στην τεχνική εκπαίδευση) συνιστούν μια βαθιά υποτίμηση της θεολογικής γνώσης, οδηγώντας σε φαινόμενα έλλειψης της θρησκευτικής σκέψης, και αποκόπτοντας τη δυνατότητα της καλλιέργειας του ηθικού προβληματισμού πού τόσο αναγκαίος καθίσταται στις ημέρες μας στο σύγχρονο σχολείο. Μ’ αυτές τις σκέψεις ερωτούμε γιατί ειδικά το θρησκευτικό μάθημα να τίθεται υπό επιλογή και σε δυσμένεια σε σχέση με τα υπόλοιπα της γενικής παιδείας, την στιγμή που στις περισσότερες χώρες της Ευρώπης, είναι απαρεγκλίτως υποχρεωτικό ;
Επιπροσθέτως, θα θέλαμε να τονίσουμε τους κινδύνους που ελλοχεύουν για τους νέους, μπροστά σε μια πλειάδα προβλημάτων που έχουν γίνει μάστιγα του δυτικού πολιτισμού, όπως χαρακτηριστικά οι καλούμενες «σέκτες» και ομοειδείς παρά-θρησκευτικές οργανώσεις, με τις περιώνυμες «καταστροφικές λατρείες» που κλόνισαν πολλές χώρες της Κεντρικής και Δυτικής Ευρώπης (πρβ. σχετικές αποφάσεις της Ε.Ε. για τα επικίνδυνα -για τον κοινωνικό ιστό, την ζωή και την ασφάλεια των πολιτών-, φαινόμενα αυτά και σχετικές αποφάσεις). Γι’ αυτό το λόγο το Θρησκευτικό Μάθημα, μπορεί να αποδώσει στους μαθητές την δυνατότητα να αποκτήσουν ηθικό προβληματισμό και κρίση, συμβάλλοντας στη συγκρότηση της προσωπικότητας και των ιδιαίτερων στοιχείων του χαρακτήρα τους, προστατεύοντας τους παράλληλα από τους παραπάνω κινδύνους.
Στο παραπάνω πλαίσιο, σημειώνουμε ότι με τις κατακλυσμιαίες εξελίξεις της εποχής μας το μάθημα των θρησκευτικών είναι χρήσιμο μιας και αυτό από την φύση του – καθότι είναι ιδιαιτέρως ανθρωπιστικό , επειδή αναφέρεται (μέσα από τα θέματα του, την διαλεκτική του και τις προσεγγίσεις του, -προτάσσοντας το συλλογικό καλό), στα σύγχρονα κοινωνικά προβλήματα όπως τα ναρκωτικά, οι πολλαπλές μορφές βίας, η τρομοκρατία, η διάβρωση του κρίσιμου θεσμού της οικογένειας, τα ανθρώπινα δικαιώματα – ελευθερίες και οι καταπατήσεις των, η απειλή από φαινόμενα τρομοκρατίας, η σοβαρή οικολογική κρίση των ημερών μας, με απρόβλεπτες συνέπειες, κ.α.. Η αναγκαιότητα του είναι απαράμιλλη, όχι μόνο για λόγους ιστορικούς, παράδοσης, προσέγγισης του πολιτισμού κ.λπ. αλλά κυρίως για την καλλιέργεια της ξεχωριστής ταυτότητας και ιδιοπροσωπίας του ελληνικού λαού.
Πέρα από τα ζητήματα της εκπαίδευσης, είναι γεγονός ότι γίνεται μία αδικία εις βάρος των αποφοίτων της Θεολογίας, οι οποίοι ενώ στην πλειονότητά τους είναι καταρτισμένοι στο αντικείμενο τους, έχουν συχνάκις συμπληρωματικά και πρόσθετα προσόντα και ιδιαίτερες κλίσεις - δεξιότητες, παρ’ όλα αυτά δεν είναι ουκ ολίγοι οι διαγωνισμοί του δημοσίου ή φορέων αυτού, όπου δεν τους δίνεται η δυνατότητα συμμετοχής ακόμη και σε απλές θέσεις του δημόσιου τομέα όπως χαρακτηριστικά «Π.Ε. Διοικητικού», μία θέση που μπορεί επάξια να καταλάβει ένας απόφοιτος της Θεολογίας.
Θα θέλαμε να θέσουμε υπ’ όψιν σας τέλος, ότι δεν υπάρχει εξ’ όσων γνωρίζουμε καμία πρόβλεψη για τους συναδέλφους εκπαιδευτικούς (Θεολόγους και μη), οι οποίοι στις οικογένειες τους (γονείς, αδέλφια, παιδιά) έχουν άτομα με αναπηρία, όσον αφορά την μοριοδότηση σε διαγωνισμούς του ΑΣΕΠ, μιας και με τον σχετικό Νόμο 2643/98 δεν υπάρχει αντίστοιχη πρόβλεψη.
Κλείνοντας το παρόν Υπόμνημα αξίζει να αναφέρουμε τα λόγια του πρώτου Προέδρου της Γ’ Ελληνικής Δημοκρατίας κ. Τσάτσου, ο οποίος είχε δηλώσει «η Ελλάδα αν θέλει να ξεχωρίσει στην Ευρώπη στον επιστημονικό τομέα, θα πρέπει να μεριμνήσει για τις θεωρητικές - ανθρωπιστικές σπουδές».
Κύριε Ύπουργέ, Ευελπιστώντας στην καλή σας διάθεση, παρακαλούμε για τις δικές σας ενέργειες ως προς την αντιμετώπιση των παραπάνω προβλημάτων (στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων σας), αιτούμενοι μίας ενδεχόμενης συνάντησης μαζί σας, στον εφικτό χρόνο.
Με τις θερμότερες ευχές για το έργο σας, προσβλέπουμε στις αποφάσεις σας και αναμένουμε τις απαντήσεις σας, στα φλέγοντα ζητήματα μας.
Μετά τιμής,
Απόφοιτοι -Μεταπτυχιακοί &Τελειόφοιτοι Θεολογικής Σχολής Α.Π.Θ.
Ενστερνιζόμενοι ότι «Όλα είναι Θέμα Παιδείας», σας αποστέλλουμε το παρόν Υπόμνημα σε θέση ενημέρωσης, για τα ιδιαίτερα και μεγάλα προβλήματα του χώρου μας, διότι αντιμετωπίζουμε μια προβληματική κατάσταση στον κλάδο μας και επιζητούμε την παρέμβαση σας, για την επίλυση των προβλημάτων των αποφοίτων της Θεολογίας στην Ελλάδα σήμερα.
Δεν θα επιχειρήσουμε να απαριθμήσουμε εξαντλητικά τα πολυποίκιλα προβλήματα που ταλανίζουν τον θεολογικό κλάδο στην χώρα μας, διότι είναι λίγο – πολύ γνωστά, αφορμή όμως στάθηκε το γεγονός ότι και στον νέο διαγωνισμό του ΑΣΕΠ ο αριθμός των θεολόγων μειώθηκε κατά πολύ, την στιγμή που οι αιτήσεις για συνταξιοδότηση των εν υπηρεσία καθηγητών μέσης εκπαίδευσης έχουν πολλαπλασιασθεί.
Πέρα από αυτό όμως, θέλουμε να εκφράσουμε την απογοήτευση μας από τον τρόπο που αντιμετωπίζεται ο κλάδος μας από τον εν γένει εκπαιδευτικό σχεδιασμό, μιας και οι Γενικές Συνελεύσεις (ΔΕΠ) των τεσσάρων Πανεπιστημιακών τμημάτων των Θεολογικών Σχολών Αθηνών και Θεσσαλονίκης ομόθυμα αιτιολογούσαν την γνωμοδότηση τους για δραματική μείωση του αριθμού των εισακτέων, ασφυκτιώντας από τον αριθμό των φοιτητών που καλούνται να υποδεχτούν και να εκπαιδεύσουν. Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι και κατά το φετινό ακαδημαϊκό έτος οι εισακτέοι θα αγγίξουν τους 1.000 στα 4 Τμήματα.
Λόγω του γεγονότος αυτού εδώ και καιρό σε ένδειξη διαμαρτυρίας δεν αποστέλλει καν (το ΑΠΘ τουλάχιστον) ενδεικτικό αριθμό εισακτέων, αφού δεν απορροφώνται με ικανοποιητικούς ρυθμούς άξιοι διάκονοι της Θεολογίας στην δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Όσον αφορά το ζήτημα της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης στην υποστήριξη του Θρησκευτικού Μαθήματος (στο Δημοτικό σχολείο), με αποφοίτους των παιδαγωγικών τμημάτων, θεωρούμε καταλληλότερη την παρουσία των Θεολόγων στις θέσεις αυτές από άποψη αρτιότητας στο συγκεκριμένο μάθημα.
Πιστεύουμε ότι ένας χώρος όπως ο θεολογικός θα πρέπει να έχει καλύτερη αντιμετώπιση. Ενδεικτικό των παραπάνω είναι ότι εκπρόσωποι του θεολογικού επιστητού με μακραίωνη προσφορά στον χώρο της θεολογίας και της κοινωνίας στο απώτερο παρελθόν όπως οι Τρεις Ιεράρχες, και οι υπόλοιποι Πατέρες της Εκκλησίας, αλλά και στο πρόσφατο όπως οι Νησιώτης Ν. , Τρεμπέλας Π. , Φουντούλης Ιω. , Ματσούκας Ν., Χρήστου Π. και πολλοί άλλοι, κατέδειξαν την αξία και την ανάγκη της Θεολογικής επιστήμης στην κοινωνία μας. Γι’ αυτό το λόγο συγκεκριμένα προτείνουμε την ενσωμάτωση του προϋπάρχοντος μαθήματος Πατρολογίας με ειδικές διδακτικές ενότητες στο υπάρχον πρόγραμμα διδασκαλίας του μαθήματος των Θρησκευτικών. Πιστεύουμε ακράδαντα ότι η μετανάστευση από την πατρίδα μας, λόγω της προβληματικής κατάστασης στον θεολογικό κλάδο, δεν μπορεί να είναι η λύση, για την διακονία του θεολογικού επιστητού. Ερωτούμε, δεν θα πρέπει να υπάρξουν οι προϋποθέσεις εκείνες που θα αναδείξουν άξιους συνεχιστές των παραπάνω;
Αναγνωρίζοντας, -στην σύγχρονη πολυπολιτισμική και κατ’ επέκταση πολυθρησκευτική κοινωνία που ζούμε-, την ανάγκη για σωστή κατάρτιση και ενημέρωση των αυριανών πολιτών, θεωρούμε ότι οι σημερινοί θεολόγοι έχουν τις περγαμηνές εκείνες από τα 4 Πανεπιστημιακά τους Τμήματα εξερχόμενοι, ώστε να υποστηρίξουν το μάθημα καταλλήλως (είτε στην παρούσα του μορφή, είτε και σε μία ενδεχόμενη μετεξέλιξη του).
Στη συνέχεια της θέσης αυτής, ερχόμαστε να ερωτήσουμε, για το ζήτημα των αναθέσεων, δηλαδή εάν καλούνται συνάδελφοι εκπαιδευτικοί από άλλες ειδικότητες (π.χ. Φιλόλογοι) να διδάξουν το Θρησκευτικό Μάθημα, αφορμώμενοι από την περίπτωση του επιλεγομένου μαθήματος της Κοινωνιολογίας στο Λύκειο. γνωρίζοντας ότι οι συνάδελφοι μας δεν είναι κατάλληλα ενημερωμένοι γι’ αυτό, εν αντιθέσει με τους Θεολόγους, οι οποίοι έχουν διδαχθεί κατά την διάρκεια των σπουδών τους, Γενική Κοινωνιολογία και Κοινωνιολογία της Θρησκείας ως υποχρεωτικά μαθήματα, σε κάθε περίπτωση και στα 4 Τμήματα των Θεολογικών Σχολών Αθηνών και Θεσσαλονίκης, ενώ πολλοί από αυτούς έχουν και συναφή επιλεγόμενα.
Επίσης η ειδικότητα μας δεν προτιμάται (δυστυχώς κάκιστα) ακόμη και σε συγγενή αντικείμενα όπως χαρακτηριστικά στα ΙΕΚ Πολιτιστικού, στην ειδίκευση της Χριστιανικής & Βυζαντινής Τέχνης. Ενώ δεν υπάρχει μνεία του αντικειμένου στις Προκηρύξεις από το ΙΔΕΚΕ. Θεωρούμε την απαξιωτική αυτή στάση των υπηρεσιακών παραγόντων του Υπουργείου υποτιμητική για τον κλάδο μας.
Θα θέλαμε να θέσουμε υπ’ όψιν σας τα κάτωθι ζητήματα (ως προς τη σημερινή θέση και τις δυνατότητες που έχει το μάθημα στη σύνολη εκπαιδευτική διαδικασία). Αρχικά, έχοντας και οι ίδιοι την εμπειρία της μονόωρης διδασκαλίας του μαθήματος των θρησκευτικών στην περίπτωση της Γ’ τάξης του Λυκείου, θεωρούμε επιβεβλημένη την ανάγκη να γίνει δύο ώρες εβδομαδιαίως , διότι άπτεται της ποσοτικής και ποιοτικής αναβάθμισης του. Έπειτα, η τυχόν μείωση των ωρών διδασκαλίας, ή η απαράδεκτη παύση της διδασκαλίας του μαθήματος (όπως π.χ. στην τεχνική εκπαίδευση) συνιστούν μια βαθιά υποτίμηση της θεολογικής γνώσης, οδηγώντας σε φαινόμενα έλλειψης της θρησκευτικής σκέψης, και αποκόπτοντας τη δυνατότητα της καλλιέργειας του ηθικού προβληματισμού πού τόσο αναγκαίος καθίσταται στις ημέρες μας στο σύγχρονο σχολείο. Μ’ αυτές τις σκέψεις ερωτούμε γιατί ειδικά το θρησκευτικό μάθημα να τίθεται υπό επιλογή και σε δυσμένεια σε σχέση με τα υπόλοιπα της γενικής παιδείας, την στιγμή που στις περισσότερες χώρες της Ευρώπης, είναι απαρεγκλίτως υποχρεωτικό ;
Επιπροσθέτως, θα θέλαμε να τονίσουμε τους κινδύνους που ελλοχεύουν για τους νέους, μπροστά σε μια πλειάδα προβλημάτων που έχουν γίνει μάστιγα του δυτικού πολιτισμού, όπως χαρακτηριστικά οι καλούμενες «σέκτες» και ομοειδείς παρά-θρησκευτικές οργανώσεις, με τις περιώνυμες «καταστροφικές λατρείες» που κλόνισαν πολλές χώρες της Κεντρικής και Δυτικής Ευρώπης (πρβ. σχετικές αποφάσεις της Ε.Ε. για τα επικίνδυνα -για τον κοινωνικό ιστό, την ζωή και την ασφάλεια των πολιτών-, φαινόμενα αυτά και σχετικές αποφάσεις). Γι’ αυτό το λόγο το Θρησκευτικό Μάθημα, μπορεί να αποδώσει στους μαθητές την δυνατότητα να αποκτήσουν ηθικό προβληματισμό και κρίση, συμβάλλοντας στη συγκρότηση της προσωπικότητας και των ιδιαίτερων στοιχείων του χαρακτήρα τους, προστατεύοντας τους παράλληλα από τους παραπάνω κινδύνους.
Στο παραπάνω πλαίσιο, σημειώνουμε ότι με τις κατακλυσμιαίες εξελίξεις της εποχής μας το μάθημα των θρησκευτικών είναι χρήσιμο μιας και αυτό από την φύση του – καθότι είναι ιδιαιτέρως ανθρωπιστικό , επειδή αναφέρεται (μέσα από τα θέματα του, την διαλεκτική του και τις προσεγγίσεις του, -προτάσσοντας το συλλογικό καλό), στα σύγχρονα κοινωνικά προβλήματα όπως τα ναρκωτικά, οι πολλαπλές μορφές βίας, η τρομοκρατία, η διάβρωση του κρίσιμου θεσμού της οικογένειας, τα ανθρώπινα δικαιώματα – ελευθερίες και οι καταπατήσεις των, η απειλή από φαινόμενα τρομοκρατίας, η σοβαρή οικολογική κρίση των ημερών μας, με απρόβλεπτες συνέπειες, κ.α.. Η αναγκαιότητα του είναι απαράμιλλη, όχι μόνο για λόγους ιστορικούς, παράδοσης, προσέγγισης του πολιτισμού κ.λπ. αλλά κυρίως για την καλλιέργεια της ξεχωριστής ταυτότητας και ιδιοπροσωπίας του ελληνικού λαού.
Πέρα από τα ζητήματα της εκπαίδευσης, είναι γεγονός ότι γίνεται μία αδικία εις βάρος των αποφοίτων της Θεολογίας, οι οποίοι ενώ στην πλειονότητά τους είναι καταρτισμένοι στο αντικείμενο τους, έχουν συχνάκις συμπληρωματικά και πρόσθετα προσόντα και ιδιαίτερες κλίσεις - δεξιότητες, παρ’ όλα αυτά δεν είναι ουκ ολίγοι οι διαγωνισμοί του δημοσίου ή φορέων αυτού, όπου δεν τους δίνεται η δυνατότητα συμμετοχής ακόμη και σε απλές θέσεις του δημόσιου τομέα όπως χαρακτηριστικά «Π.Ε. Διοικητικού», μία θέση που μπορεί επάξια να καταλάβει ένας απόφοιτος της Θεολογίας.
Θα θέλαμε να θέσουμε υπ’ όψιν σας τέλος, ότι δεν υπάρχει εξ’ όσων γνωρίζουμε καμία πρόβλεψη για τους συναδέλφους εκπαιδευτικούς (Θεολόγους και μη), οι οποίοι στις οικογένειες τους (γονείς, αδέλφια, παιδιά) έχουν άτομα με αναπηρία, όσον αφορά την μοριοδότηση σε διαγωνισμούς του ΑΣΕΠ, μιας και με τον σχετικό Νόμο 2643/98 δεν υπάρχει αντίστοιχη πρόβλεψη.
Κλείνοντας το παρόν Υπόμνημα αξίζει να αναφέρουμε τα λόγια του πρώτου Προέδρου της Γ’ Ελληνικής Δημοκρατίας κ. Τσάτσου, ο οποίος είχε δηλώσει «η Ελλάδα αν θέλει να ξεχωρίσει στην Ευρώπη στον επιστημονικό τομέα, θα πρέπει να μεριμνήσει για τις θεωρητικές - ανθρωπιστικές σπουδές».
Κύριε Ύπουργέ, Ευελπιστώντας στην καλή σας διάθεση, παρακαλούμε για τις δικές σας ενέργειες ως προς την αντιμετώπιση των παραπάνω προβλημάτων (στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων σας), αιτούμενοι μίας ενδεχόμενης συνάντησης μαζί σας, στον εφικτό χρόνο.
Με τις θερμότερες ευχές για το έργο σας, προσβλέπουμε στις αποφάσεις σας και αναμένουμε τις απαντήσεις σας, στα φλέγοντα ζητήματα μας.
Μετά τιμής,
Απόφοιτοι -Μεταπτυχιακοί &Τελειόφοιτοι Θεολογικής Σχολής Α.Π.Θ.
(Έπονται Υπογραφές)
Σημειώνουμε ότι με Διαβιβαστικές Επιστολές* έχουν λάβει γνώση του Υπομνήματος:
1.) Η Διαρκής Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος
2.) Το Υπουργείο Εσωτερικών
3.) Το Α.Σ.Ε.Π.
4.) Το Υπουργείο Απασχόλησης
* = Στην κάθε μία διαβιβαστική επιστολή, γίνονται ειδικότερες αναφορές ως προς τις αρμοδιότητες του κάθε φορέα στον οποίο απευθύνονται.
Για την Πρωτοβουλία, Η ΟΜΑΔΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΦΟΙΤΗΤΩΝ ΘΕΟΛΟΓΙΚΗΣ ΣΧΟΛΗΣ Α.Π.Θ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου