Γεώργιος Κρίππας |
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΚΡΙΠΠΑΣ
ΔΙΔΑΚΤΩΡ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ
ΚΟΝΔΥΛΗ 35
174 55 ΑΛΙΜΟΣ
τηλεφ. 2111 029 275
κιν. 69 48 240 140
FAX 210 68 51 576
Email: gm@aepi.gr
ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗ
Μου υπεβλήθη το κάτωθι ερώτημα και εζητήθη η επ' αυτού επιστημονική μου άποψη:
1. - Μαθηταί σχολείων (πρωτοβαθμίου ή/και δευτεροβαθμίου εκπαιδεύσεως) Χριστιανοί Ορθόδοξοι δικαιούνται κατά νόμον να ζητήσουν απαλλαγή από το μάθημα των θρησκευτικών, εφ' όσον δηλώσουν, ότι έχουν λόγους συνειδήσεως και πρέπει, να μην το παρακολουθήσουν;
2. - Η τοιαύτη δήλωσή τους επιτρέπεται κατά νόμον ή συνιστά αξιόποινο πράξη;
3. - Ο αρμόδιος επικεφαλής του σχολείου δικαιούται, να την κάνει δεκτή και να απαλλάξει τον ως άνω μαθητήν από το μάθημα των θρησκευτικών ή όχι, διότι η τυχόν τοιαύτη αποδοχή συνιστά αξιόποινο πράξη και δια τον ίδιον τον επικεφαλή του σχολείου;
ΑΠΑΝΤΗΣΗ
Α. – Επί του ως άνω θέματος υπάρχει ad hoc νομολογία των δικαστηρίων (απόφαση Διοικητικού Εφετείου Χανίων 115/2012), η οποία επιλύει το ως άνω θέμα αποφαινομένη, ότι:
1) Ο ορθόδοξος μαθητής δεν απαλλάσσεται από το μάθημα των θρησκευτικών σε καμμία περίπτωση και βεβαίωςούτε και αν υποβάλει υπεύθυνη δήλωση, ότι έχει λόγους συνειδήσεως, να απαλλαγεί από το μάθημα των θρησκευτικών.
2) Αν υποβληθεί τέτοια δήλωση, η ενέργεια αυτή είναι αξιόποινη. Συνιστά δηλ. το έγκλημα της υποβολής ψευδούς δηλώσεως ενώπιον δημοσίας Αρχής, πράξη η οποία διώκεται ποινικώς υπό του άρθρου 22 παρ. 6 του Νόμου 1599/86 και τιμωρείται δια φυλακίσεως. Την ιδίαν άποψη είχα διατυπώσει και ο ίδιος παλαιότερα σε μελέτη μου δημοσιευθείσα εις νομικό – επιστημονικό τύπο, την ορθότητα της οποίας, η ως άνω δικαστική απόφαση αποδέχεται εξ ολοκλήρου και την μνημονεύει ρητώς.
3) Ως επισημαίνει η συνημμένη απόφαση, οι ως άνω απόψεις της έχουν γίνει δεκτές και από το Συμβούλιο Επικρατείας διά δύο αποφάσεών του (αποφάσεις ΣτΕ: 3356/95 και 2176/98), διά των οποίων αναφέρεται, ότι κατ' άρθρον 16 παρ. 2 του Συντάγματος η διδασκαλία του μαθήματος των θρησκευτικών είναι υποχρεωτική διά το κράτος και μάλιστα εις ικανόν αριθμόν ωρών εβδομαδιαίως η δε παρακολούθησή του είναι επίσης υποχρεωτική από τους Ορθοδόξους μαθητάς.
Β. – Κατ' ακολουθίαν των ανωτέρω εις το προαναφερόμενο ερώτημα η απάντηση έχει ήδη δοθεί από τα δικαστήρια είναι σαφής και συνίστατο, εις ότι η συμμετοχή εις το μάθημα των θρησκευτικών δια τους Ορθοδόξους μαθητάς είναι υποχρεωτική και κανείς από αυτούς δεν δικαιούται, να απαλλαγεί όποια δικαιολογία και αν προβάλει. Έστω και αν δηλώσει, ότι έχει λόγους συνειδήσεως, να απαλλαγεί από το μάθημα αυτό. Τυχόν δε υποβαλλομένη τοιαύτη δήλωση αποτελεί αξιόποινη πράξη τιμωρουμένη ποινικώς υπό του νόμου.
Γ. – Πρέπει συμπληρωματικώς, να επισημανθεί, ότι ο Διευθυντής του σχολείου (η άλλος επικεφαλής αυτού) συμφώνως προς ρητήν διάταξη του νόμου (Νόμος 1599/86 άρθρον 22 παρ, 7), εάν δεχθεί τοιούτη υπεύθυνη δήλωση και δεν ζητήσει την άμεση καταδίκη του υπαιτίου διώκεται ποινικώς και τιμωρείται διά φυλακίσεως έξη μηνών. Η δε δίωξη είναι αυτεπάγγελτος. Την ιδίαν υποχρέωση έχει και από άλλη διάταξη, ήτοι από το άρθρον 37 παρ, 2 του Κώδικος Ποινικής Δικονομίας, το οποίον αναφέρει, ότι πας δημόσιος υπάλληλος υποχρεούται, να αναφέρει εις τον Εισαγγελέα της περιοχής του πάσαν αξιόποινο πράξη, της οποίας έλαβε γνώση κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του.
Δ. – Πρέπει να διευκρινισθεί, ότι μετά την έκδοσή της η προαναφερόμενη απόφαση του Διοικ. Εφετείου Χανίων (η οποία έχει ήδη καταστεί αμετάκλητη) είναι υποχρεωτική δι' όλους και κανείς δεν δικαιούται να την αγνοήσει οποιονδήποτε λόγον και αν προβάλει. Φυσικά δεν δικαιούται, να την αγνοήσει και κάθε άλλος διευθυντής σχολείου εδρεύων εκτός του χώρου αρμοδιότητος του Διοικητικού Εφετείου Χανίων (Κρήτη) και να ισχυρισθεί, ότι η εν λόγω απόφαση έχει τοπικόν χαρακτήρα και δεν αφορά σχολεία εκτός Κρήτης, τούτο διά τους εξής λόγους:
α) Η απόφαση αυτή έχει χαρακτήρα ακυρωτικόν και όχι ουσιαστικόν. Τούτο διότι το άρθρον 1 παράγραφος 1 εδάφιον δ του Νόμου 702 /77 αναφέρει, ότι αιτήσεις ακυρώσεως επί θεμάτων εκπαιδευτικών υποβαλλόμενες μέχρι τότε ενώπιον του Συμβουλίου Επικρατείας, υποβάλλονται εφεξής ενώπιον των Διοικητικών Εφετείων.
β) Η αίτηση ακυρώσεως, που υπεβλήθη εις το Διοικητικό Εφετείο Χανίων, δεν ζητούσε μόνον την ακύρωση αποφάσεως Διευθυντού σχολείου εδρεύοντος εις την Κρήτη, αλλά την ακύρωση και πάσης άλλης συναφούς πράξεως λογιζομένης ως συμπροσβαλλομένης, η δε παράγραφος 3 του άρθρου 3 του ως άνω νόμου 702/77 αναφέρει επί λέξει τα εξής:
«Εάν δια της αιτήσεως προσβάλλονται πλείονες πράξεις συναφείς μεν πλην ανήκουσαι εις την αρμοδιότητα διαφόρων διοικητικών εφετείων, αρμόδιον δια την εκδίκασιν καθίσταται εκείνο των ανωτέρω δικαστηριών ενώπιον του οποίου εισήχθη το ένδικον μέσον».
Άρα η συνημμένη απόφαση ακυρώνει και κάθε άλλη πράξη δεχομένη αμέσους ή εμμέσως απαλλάγην Ορθοδόξων μαθητών οπό τα μάθημα των θρησκευτικών διά λογούς συνειδήσεως ή διά άλλους λόγους.
Υπ' όψιν ότι η συνημμένη απόφαση είναι αμετάκλητη, καθ' όσον το άρθρον 5Α του ως άνω νόμου αναφέρει, ότι αποφάσεις Διοικητικών Εφετείων κατά την ως άνω διαδικασία αφορώσες θέματα εκπαιδεύσεως δεν υπόκεινται εις κανένα ένδικο μέσον.
Κατ' ακολουθίαν των ανωτέρω η συνημμένη απόφαση ισχύει διά όλα τα σχολεία της Ελλάδος εις οποιανδήποτε περιοχήν και αν εδρεύουν και όχι μόνον εις την Κρήτη. Αν εδεχόμεθα το αντίθετο, αυτό θα εσήμαινε, ότι η Κρήτη αποτελεί χωριστό κράτος και δεν ανήκει εις την Ελλάδα, αφού άλλοι νόμοι θα ίσχυαν εις την Κρήτη (δια το μάθημα των θρησκευτικών) και άλλοι εις την λοιπήν Ελλάδα διά το ίδιο θέμα. Και επίσης ο υποβάλλων την ως άνω δήλωση θα εθεωρείτο αυτή ψευδής και θα εδιώκετο ποινικώς εις την Κρήτη, ενώ αν την υπέβαλλε εις την την λοιπήν Ελλάδα δεν θα εδιώκετο. Θα καταλήγαμε δηλ. εις αυταπόδεικτον παραλογισμόν, αφού το ίδιο αδίκημα εις μεν την μία περιοχή της Ελλάδος θα εδιώκετο, εις δε την λοιπή χώρα δεν θα εδιώκετο. Κάτι που δεν έχει συμβεί πότε σε καμμιά δημοκρατική χώρα.
Ε. – Εις περίπτωση κατά την οποίαν ο αρμόδιος εκπαιδευτικός (διευθυντής του σχολείου ή άλλος υπεύθυνος) λάβει εντολή (οιασδήποτε μορφής και βεβαίως και εγκύκλιο του Υπουργού του) εμφανώς αντίθετη προς την προαναφερομένη απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Χανίων (ιδία εάν του δοθεί εντολή, να δέχεται απαλλαγή από το μάθημα των θρησκευτικών και μαθητών επικαλουμένων λόγων συνειδήσεως), τότε οφείλει να αρνηθεί την εκτέλεσή της αναφερών τούτο γραπτώς. Η τοιαύτη υποχρέωση αρνήσεώς του επιβάλλεται υπό του άρθρου 25 παράγραφος 3 του Υπαλληλικού Κωδικός (Νόμος 3528/2007). Ως γνωστόν η διάταξη αυτή αναφέρει, ότι εάν ο υπάλληλος λάβει διαταγή προδήλως αντισυνταγματική ή παράνομη «οφείλει να μην την εκτελέσει». Και φυσικά εγκύκλιος του Υπουργού, η οποία (ως εν προκειμένω) ανατρέπει εμφανώς δικαστική απόφαση (την ως άνω του Διοικητικού Εφετείου Χανίων) και μάλιστα εις πολύ σημείο αυτής (παράβαση του οποίου συνεπάγεται ποινική δίωξη και διά τον μαθητή [Ν. 1599/86 άρθρον 22 παρ. 6] αλλά και διά τον εκπαιδευτικόν [Ν. 1599/86 άρθρον 22 παρ. 7]) τυγχάνει διαταγή προδήλως παράνομη και (πρωτίστως) αντισυνταγματική. Τούτο προκύπτει ευθέως και εκ της ad hoc νομολογίας του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, η οποία δέχεται ευθέως, ότι οποιοδήποτε κράτος αρνείται, να εφαρμόσει εν όλω η εν μέρει δικαστική απόφαση, παραβιάζει το άρθρον 6 παρ, 1 της Ευρωπαϊκής Συμβάσεως Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, πράξη η οποία συνεπάγεται την καταδίκη του υπαιτίου κράτους επί παραβιάσει της διατάξεως αυτής. Αυτά δέχεται το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και μάλιστα δια πολύ προσφάτων αποφάσεων του (αποφάσεις του: 1) της 19.9.2013, προσφυγή Νο 42974 Gorfunkel κατά Ρωσσίας και 2) της 4.6.2013, προσφυγή Νο 58258/09 Vukelic κατά Μαυροβουνίου).
ΣΤ. – Επισημαίνουμε, τέλος, ότι συμφώνως προς την επίμαχη απόφαση του Διοικ. Εφετείου Χανίων Ορθόδοξοι μαθηταί εάν ζητήσουν την απαλλαγήν τους από το μάθημα των θρησκευτικών επικαλούμενοι λόγους συνειδήσεως τεκμαίρεται ότι υποβάλλουν ψευδή δήλωση ενώπιον δημοσίας αρχής και διώκονται ποινικώς κατ΄ άρθρον 22 παρ. 6 του Ν. 1599/86. Ο διευθυντής του σχολείου και πας άλλος εκπαιδευτικός δεχόμενος τέτοια υπεύθυνη δήλωση και μη ζητών την ποινική δίωξη του υπαιτίου διώκεται ποινικώς και τιμωρείται δια φυλακίσεως έξη μηνών. Ο εν λόγω εκπαιδευτικός δεν απαλλάσσεται της ποινής, εάν ισχυρισθεί ότι ενήργησε κατόπιν προσταγής της Αρχής κατ΄ άρθρον 21 του Ποινικού Κώδικος. Τούτο διότι η διάταξη αυτή απαλλάσσει τον υπαίτιον, μόνον εάν ο νόμος δεν επιτρέπει εις αυτόν, να ελέγξει, το νόμιμον της προσταγής. Εις την παρούσα περίπτωση όμως υπάρχει πλήρης και απολύτως κατανοητή ad hoc δικαστική απόφαση. Άρα ο έλεγχος της νομιμότητας της διαταγής είναι απλούστατος και ευχερέστατος.
Συμπέρασμα: 1) Οποιοσδήποτε μαθητής Χριστιανός Ορθόδοξος δεν δικαιούται απαλλαγής από το μάθημα των θρησκευτικών επί οποιαδήποτε αιτία, ακόμη και αν προβάλει λόγους συνειδήσεως. 2) Εάν ισχυρισθεί συνδρομή λόγων συνειδήσεως δι΄ υπευθύνου δηλώσεώς του, διώκεται ποινικώς επί υποβολή ψευδούς υπευθύνου δηλώσεως ενώπιον δημοσίας Αρχής (Νόμος 1599/86 άρθρον 22 παρ. 6). 3) Εάν διευθυντής σχολείου δεχθεί τέτοιαν υπεύθυνη δήλωση και δεν ζητήσει την άμεση ποινική δίωξη του υπαιτίου (ή των γονέων του εάν είναι ανήλικος) διώκεται ποινικώς και τιμωρείται διά φυλακίσεως έξη μηνών (Νομής 1599/86 άρθρον 22 παρ. 7). 4) Εάν ο αρμόδιος εκπαιδευτικός λάβει εντολή (όπως π.χ. υπουργική εγκύκλιο κ.λ.π.), να ενεργήσει αντίθετα από την προαναφερομένη ad hoc δικαστική απόφαση, και ιδιαιτέρως να δεχθεί απαλλαγή ορθοδόξου μαθητού από το μάθημα των θρησκευτικών, υποχρεούται να αρνηθεί να την εφαρμόσει αναφερών σχετικώς εις την υπηρεσία του. Εν εναντία περιπτώσει διαπράττει αξιόποινο πράξη κατά τα προαναφερόμενα και δεν απαλλάσσεται επικαλούμενος το περί άρσεως του αδίκου της πράξεως του λόγω προσταγής κατ' άρθρον 21 Ποινικού Κώδικος.
Αθήνα 3.10.2013
Ο γνωμοδοτών
Δρ. Γεώργιος Κρίππας
4 σχόλια:
Έστω και να έχει δίκιο... πως γνωρίζουμε τη θρησκεία του μαθητή; Ξεχνάμε ότι η θρησκεία είναι αυστηρά προσωπική υπόθεση, δεν υπόκειται σε καμιά υποχρέωση δημοσίευσης της και διέπεται από τη δυνατότητα και ελευθερία αλλαγής της ή επιλογής της αθεΐας, όσες φορές επιθυμεί ο ενδιαφερόμενος και όποτε επιθυμεί ο ενδιαφερόμενος.
Κοινώς μια τρύπα στο νερό πάλι...
Γνωρίζουμε το θρήσκευμα του μαθητή. Οι Απολυτήριοι τίτλοι μεταξύ των άλλων στοιχείων γράφουν και το θρήσκευμα του μαθητή.
Δεν έγινε κατανοητό το "...η θρησκεία είναι αυστηρά προσωπική υπόθεση, δεν υπόκειται σε καμιά υποχρέωση δημοσίευσής της και διέπεται από τη δυνατότητα και ελευθερία αλλαγής της ή επιλογής της αθεΐας, όσες φορές επιθυμεί ο ενδιαφερόμενος και όποτε επιθυμεί ο ενδιαφερόμενος." Άρα τίτλοι, πιστοποιητικά κτλ και παλιές ταυτότητες ακόμα δεν λένε ΤΙΠΟΤΑ, όταν υποβληθεί η δήλωση την οποία αναφέρει η εγκύκλιος του υπουργείου.
Το τι θα διδαχτεί ο μαθητής στο ελληνικό δημόσιο ή και ιδιωτικό σχολείο δεν το αποφασίζει ο ίδιος ούτε καν η οικογένειά του. Το αποφασίζει η παιδαγωγούσα πολιτεία. Από τη στιγμή που αποφάνθηκε ότι το μάθημα είναι υποχρεωτικό και απαραίτητο για τον εκκολαπτόμενο πολίτη της χώρας (είτε έχει ομολογιακό χαρακτήρα, είτε πολιτιστικό, είτε ηθικοπλαστικό, είτε -βαλτε ό,τι θέλετε εσείς)δεν μπορώ να καταλάβω ούτε να δεχτώ ΚΑΜΙΑ απαλλαγή!
Εν κατακλείδι, επειδή ακόμη και οι σπουδαιότεροι νομικοί στερούνται θεολογικής παιδείας (για να μην τους χαρακτηρίσω ¨ασχετους¨) το μπαλάκι πέφτει στους θεολόγους: Κάντε το μάθημα όσο πιο επιτυχημένα μπορείτε, μορφώστε θεολογικά τους μαθητές σας (αν και γνωρίζω ότι δύσκολα τα βγάζεις πέρα με τη σύγχρονη μαθητοπατερίστικη ελληνική οικογένεια[!]) και δρέψατε τους καρπούς σε λίγα χρόνια από τώρα.
Δημοσίευση σχολίου