Δείτε και Μέρος Α΄
Εν Πειραιεί τη 10η Μαΐου 2015
Ερμηνευτικά σχόλια στην ευαγγελική περικοπή της
Κυριακής της Σαμαρείτιδος
Αρχ.
Παύλου Δημητρακοπούλου
Πρ.
Ιερού Ναού Τιμίου Σταυρού Πειραιώς
(2ον)
Συνεχίζοντες τον ερμηνευτικό σχολιασμό της ευαγγελικής
περικοπής της Κυριακής της Σαμαρείτιδος και σαν συνέχεια των όσων εσημειώσαμε
στην προηγούμενη δημοσίευση, προχωρούμε στην ερμηνεία των επομένων στίχων της
περικοπής.
«Λέγει προς αυτόν η γυνή. Κύριε, δος μοι τούτο το
ύδωρ, ίνα μη διψώ μηδέ έρχομαι ενθάδε αντλείν» (4, 15 ). Η γυναίκα πιστεύει και πείθεται στούς λόγους του
Χριστού, του αγνώστου γι’ αυτήν συνομιλητού. Πείθεται αφού προηγουμένως
ερεύνησε και ζήτησε να μάθει, τι λογής είναι το ζωντανό νερό που της υπόσχεται
να της δώσει ο Χριστός και που έγκειται η ανωτερότητά του. Για τον Χριστό δεν έχει
σημασία, που η Σαμαρείτιδα και πάλι δεν κατά-λαβε το βαθύτερο νόημα των λόγων
του. Διότι νομίζει, ότι το ζωντανό νερό του Χριστού είναι και αυτό υλικό νερό
κατά πολύ ανώτερο του πηγαδιού του Ιακώβ και ότι εκείνος που θα πιεί μια φορά
από αυτό το νερό δεν θα διψά ποτέ πια στο εξής. Και επομένως εφ’ όσον θα
αξιωθεί να γευθεί και αυτή από αυτό το νερό, δεν θα χρειάζεται πια να
υποβάλλεται στον κόπο, να έρχεται στο πηγάδι να βγάζει νερό. Σημασία έχει, ότι
η καρδιά της είναι ανοιχτή απέναντι στο Χριστό. Το ότι προτιμά την ιδική του
δωρεά από το νερό του Ιακώβ. Προτιμά τον
Χριστό, αν και δεν είχε μάθει τίποτε γι’ αυτόν, ούτε είδε κάποιο από τα θαύματά
του. Υπάρχουν αλήθειες και πραγματικότητες μέσα στην πνευματική ζωή που μόνο
όταν τις βιώσει κανείς μπορεί να τις γνωρίσει με ακρίβεια. Και η Σαμαρείτις
μόνον αφού γευθεί την ενέργεια της Χάριτος, θα αντιληφθεί το βαθύτερο νόημα των
λόγων του Κυρίου. Παρά κάτω ο Χριστός τα ίδια λόγια, που είπε στη Σαμαρείτιδα,
θα απευθύνει και προς τούς Ιουδαίους: «εκείνος που πιστεύει σ’ εμένα δεν θα διψάση
ποτέ...» (Ιω.4,13). Εκείνοι όμως
αν και έβλεπαν τα τόσα θαύματα που έκαμνε ο Κύριος, όχι μόνο δεν επίστευαν,
αλλά και τον βλασφημούσαν. Πόσο μεγάλη η διαφορά μεταξύ αυτής και αυτών!
«Λέγει αυτή ο Ιησούς. ύπαγε φώνησον τον άνδρα σου και
ελθε ενθάδε» ( 4, 16). Της απαντά
ο Ιησούς: Πήγαινε και φώναξε τον άνδρα
σου, για να κάνουμε και αυτόν κοινωνόν και μέτοχον της δωρεάς του ζώντος
ύδατος, ώστε να το απολαμβάνει και αυτός μαζί με σένα. Ζητάει τον άνδρα της, για να πάρει αφορμή από
την απάντησή της και να ξεσκεπάσει την ιδιωτική της ζωή, που ήταν αισχρή και
ακάθαρτη. Έπρεπε η γυναίκα, προκειμένου να λάβει την δωρεά του αγίου Πνεύματος,
προηγουμένως αφ’ ενός να γνωρίσει βαθύτερα τον Χριστό και να πιστεύσει σ’ αυτόν
ως τον Μεσσία και Σωτήρα του κόσμου, και αφ’ ετέρου να έρθει σε συναίσθηση των
αμαρτιών της και συντριβή καρδίας. Έπρεπε να διορθώσει στο εξής την ζωή της και
να ζήσει με σωφροσύνη και καθαρότητα. Διότι εφ’ όσον εξακολουθούσε να κυλιέται
στο βούρκο των σαρκικών ηδονών, δεν ήταν δυνατόν να παραμείνει στην ψυχή της η
Χάρις του αγίου Πνεύματος. Όπως ένας επιδέξιος και έμπειρος χειρουργός ανοίγει
το απόστημα για να βγάλει το πύον, έτσι και ο Κύριος με πολλή σοφία ξεσκεπάζει
την ιδιωτική της ζωή και τις παράνομες σχέσεις της, ώστε να δεχθεί τον έλεγχο
χωρίς να αντιδράση.
«Απεκρίθη
η γυνή και είπεν, ουκ έχω άνδρα, λέγει αυτή ο Ιησούς. καλώς είπας ότι άνδρα ουκ
έχω. πέντε γαρ άνδρας έσχες, και νυν ον έχεις ουκ έστι σου ανήρ. τούτο αληθές
είρηκας» (4,17-18). Η γυναίκα νομίζοντας ότι έχει μπροστά της κάποιον
συνηθισμένο άνθρωπο από ντροπή προσπαθεί
να κρύψει την αλήθεια, λέγοντας, δεν έχω άνδρα. Διότι είχε άνδρα με τον οποίο
συζούσε παράνομα. Ούτε τολμά να παρουσιάσει τον άνδρα αυτόν σαν νόμιμο ζύζυγό
της. Και ο Κύριος παίρνοντας αφορμή από την απάντησή της με φυσικό και ήπιο τρόπο την ελέγχει, αφού
της φανερώνει και πόσους άνδρες είχε μέχρι τώρα και πως αυτός με τον οποίο
συζούσε, δεν ήταν νόμιμος. Έτσι με τον
τρόπο αυτό ο έλεγχός του γίνεται δεκτός χωρίς αντίδραση. Παράλληλα της αποκαλύπτει
και τον εαυτό του με την υπερφυσική του γνώση.
«Λέγει αυτώ η γυνή. Κύριε θεωρώ ότι προφήτης ει συ. οι
πατέρες ημών εν τω όρει τούτω προσεκύνησαν. Και υμείς λέγετε ότι εν
Ιεροσολύμοις εστίν ο τόπος όπου δει
προσκυνείν» (4,19- 20). Η γυναίκα
όχι μόνο αποδέχεται τον έλεγχο και αναγνωρίζει την αλήθεια των λόγων του
Χριστού, αλλά και θαυμάζει και εκπλήσσεται. Μετά τα αποκαλυπτικά λόγια του,
σχηματίζει την πεποίθηση ότι έχει μπροστά της ένα προφήτη και όχι κοινό
άνθρωπο. Αυτός ο άγνωστος γι’ αυτήν Ιουδαίος, αφού γνωρίζει τις λεπτομέρειες
της προσωπικής της ζωής, δεν είναι δυνατόν παρά να είναι προφήτης. Συνήθως εμείς
όταν μας ελέγχουν αντιδρούμε αμέσως και προσπαθούμε να δικαιολογηθούμε.
Προσπαθούμε να καλύψουμε τα σφάλματά μας με διάφορες προφάσεις. Και όταν
εξομολογούμαστε, πάλι και εκεί το ίδιο κάνουμε. Δεν λέγουμε καθαρή την αλήθεια,
αλλά προφασιζόμαστε. Η γυναίκα όμως αυτή δέχεται τον έλεγχο, δεν προσπαθεί να
δικαιολογηθεί, ούτε οργίζεται όπως έκαμαν οι Φαρισαίοι, ούτε διακόπτει την
συζήτηση. Αφού η Σαμαρείτις διεπίστωσε ότι έχει μπροστά της ένα προφήτη, δε
χάνει την ευκαιρία να ρωτήσει τη γνώμη του για κάποιο θρησκευτικό ζήτημα, που
την απασχολούσε: Που πρέπει να προσκυνείται και να λατρεύεται ο Θεός; Στο όρος
Γαριζείν η στην Ιερουσαλήμ; Οι πατέρες μας, λέγει, ο Αβραάμ, ο Ισαάκ και ο Ιακώβ,
στο όρος αυτό ανήγειραν θυσιαστήρια και λάτρευαν το Θεό. Αφού λοιπόν οι
πατριάρχες του Ισραήλ εδώ λάτρευσαν τον Θεό, κατά τη γνώμη μου, εδώ θα έπρεπε
να λατρεύεται ο Θεός και όχι στην
Ιερουσαλήμ. Πως λοιπόν εσείς πιστεύετε, ότι πρέπει να λατρεύεται εκεί; Με όσα
δηλαδή λέγει προσπαθεί να υπερασπίσει τη γνώμη του λαού της και ότι αυτοί ορθά
λατρεύουν το Θεό, ενώ οι Ιουδαίοι λανθασμένα.
Θέματα πίστεως,
λατρείας, μυστηριακής ζωής και γενικά κάθε αλήθεια και εντολή του Θεού, που
έχει σχέση με τη σωτηρία μας πρέπει να μας απασχολούν. Ερευνούμε άρα γε με ζήλο
και ενδιαφέρον, για να μάθουμε με ακρίβεια τις αλήθειες της πίστεώς μας; Αυτό
μπορεί να γίνει τόσο με την μελέτη πνευματικών βιβλίων, όσο και με συζητήσεις
με πνευματικούς ανθρώπους.
«Λέγει αυτή ο Ιησούς, γύναι, πίστευσόν μοι ότι έρχεται
ώρα ότε ούτε εν τω όρει τούτω ούτε εν Ιεροσολύμοις προσκυνήσετε τω Πατρί» (4,21). Με την απάντησή του ο Κύριος αποκαλύπτει στη
γυναίκα μια μεγάλη αλήθεια: Είναι πολύ κοντά η ώρα εκείνη, κατά την οποία, τα
σχήματα και οι τύποι της λατρείας τόσο των Ιουδαίων, όσο και των Σαμαρειτών, θα
καταργηθούν. Η λατρεία του αληθινού Θεού
δεν θα είναι πλέον αποκλειστικό προνόμιο ορισμένων τόπων, διότι δεν κατοικεί ο
Θεός σε ορισμένους τόπους λατρείας. Ο
Θεός είναι άπειρο Πνεύμα και πανταχού παρών. Επομένως ο κάθε τόπος θα γίνει
κατάλληλος για τη λατρεία του αληθινού Θεού. Αλλ’ ούτε και με θυσίες ζώων θα
λατρεύεται ο Θεός, όπως γινόταν μέχρι τώρα, αλλά με την αναίμακτη θεία ιερουργία.
Πράγματι ο Χριστός με το σταυρό και την ανάστασή του και με την ίδρυση της
Εκκλησίας του εγκαινιάζει μια νέα εποχή στην ιστορία της ανθρωπότητας. Σαν να
λέγει δηλαδή στη γυναίκα, ότι η υπεροχή ως προς τον τόπο λατρείας, αλλά και ο τέλειος
τρόπος λατρείας δεν βρίσκεται ούτε σε σας τούς Σαμαρείτες, ούτε στούς
Ιουδαίους, αλλά στη νέα χαρισματική κοινωνία των μελών της Εκκλησίας, την οποία
θα ιδρύσω με το Σταυρό και την Ανάστασή μου. Αποκαλύπτει στην απλοϊκή αυτή
γυναίκα αλήθειες, που δεν εφανέρωσε μέχρι τώρα ούτε στούς Αποστόλους, ούτε στο
Νικόδημο. Και όλα αυτά τα λέγει αφού προηγουμένως έπεισε τη γυναίκα, που τον
επίστευσε σαν προφήτη.
«Υμείς προσκυνείτε ο ουκ οίδατε, ημείς προσκυνούμεν ο
οίδαμεν, ότι η σωτηρία εκ των Ιουδαίων εστίν» ( 4,22 ). Εσείς δεν γνωρίζετε τι πιστεύετε, εμείς γνωρίζουμε
τι πιστεύουμε. Δηλαδή η περί Θεού και Μεσσία γνώση των Ιουδαίων ήταν τελειότερη
από εκείνη των Σαμαρειτών. Και αυτό διότι οι Σαμαρείτες μαζί με τη λατρεία του
αληθινού Θεού ανέμιξαν και τη λατρεία των ειδώλων και πολλές άλλες
δεισιδαιμονίες. Επίσης απέρριψαν όλα τα υπόλοιπα βιβλία της Παλαιάς Διαθήκης,
που μιλούν για το Μεσσία. Και η γνώση των και η λατρεία των ήταν παραμορφωμένη
και κολοβωμένη σε σχέση με τούς Ιουδαίους. Επί πλέον η υπεροχή των Ιουδαίων
έγκειται στο γεγονός ότι ο Μεσσίας κατάγεται κατά την ανθρώπινη φύση του από
την φυλή του Ιούδα. Η σωτηρία προέρχεται
από τούς Ιουδαίους, διότι ο Μεσσίας κατάγεται κατά σάρκα από το γένος τους. Η
ρίζα της σωτηρίας του ανθρωπίνου γένους είναι ο λαός των Εβραίων.
«Αλλ’ έρχεται ώρα, και νυν εστίν, ότε οι αληθινοί
προσκυνηταί προσκυνήσουσι τω πατρί εν πνεύματι και αληθεία, και γαρ ο πατήρ
τοιούτους ζητεί τούς προσκυνούντας αυτόν. πνεύμα
ο Θεός, και τούς προσκυνούντας αυτόν εν πνεύματι και αληθεία δει προσκυνείν»
(4,23-24). Έχει φθάσει η ώρα
εκείνη κατά την οποία ο Θεός θα λατρεύεται από τούς ανθρώπους αληθινά και
πραγματικά και όχι τυπικά και συνεσκιασμένα. Θα λατρεύεται πνευματικά με τη
συμμετοχή όλων των πνευματικών δυνάμεων του ανθρώπου με πλήρη αφοσίωση της
ψυχής, του νου και της καρδιάς προς το Θεόν. Δεν θα λατρεύεται σωματικά και
εξωτερικά. Αν και ο τρόπος λατρείας των Ιουδαίων, που γίνεται μέχρι τώρα, υπερέχει
σε σχέση με τη λατρεία των Σαμαρειτών,
εν τούτοις είναι και αυτός τύπος και εικόνα και σκιά της αληθινής
λατρείας. Γι’ αυτό και είναι προσωρινός και θα
καταργηθή. Ο τέλειος τρόπος λατρείας
βρίσκεται στούς αληθινούς προσκυνητές. Και τέτοια είναι η λατρεία του Χριστού,
που του προσφέρουμε δια της Θείας Λειτουργίας. Αυτή είναι η μόνη αληθινή
λατρεία, που κατήργησε την σκιώδη λατρεία των Ιουδαίων με τις ζωοθυσίες των. Ο
Θεός είναι ασώματος και άϋλος, πανταχού παρών και μη περιοριζόμενος σε ορισμένους
τόπους. Και επειδή είναι Πνεύμα,
πνευματική και αληθινή θέλει να είναι και η λατρεία εκείνων που τον προσκυνούν
και τον λατρεύουν. Δηλαδή λατρεία και προσκύνησις δια του νοός και της
καθαρότητος της ψυχής Οι βαρυσήμαντοι
αυτοί λόγοι του Κυρίου, μας θέτουν προ του ερωτήματος: Λατρεύουμε άραγε τον Θεό
εν Πνεύματι και αληθεία η σωματικά και Ιουδαϊκά; Με πλήρη επίγνωση του
απολυτρωτικού του έργου και της σωτηρίας που μας προσέφερε, η απλώς από
συνήθεια που καταντά ένας ξηρός τύπος; Αληθινή και πνευματική λατρεία προς το
Χριστό είναι το ολοκληρωτικό δόσιμο του εαυτού μας σ’ αυτόν. Το να δαπανήσουμε δηλαδή όλες τις σωματικές
και ψυχικές μας δυνάμεις σε έργα και πράξεις ευάρεστες σ’ αυτόν, σε άγιες
πράξεις που αποβλέπουν στη δόξα του.
Ποιά όμως είναι τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα, που συνθέτουν την αληθινή
και πνευματική λατρεία κατά την ώρα του εκκλησιασμού στις κοινές λατρευτικές
συνάξεις; Ας απαριθμήσουμε μερικά: Πρώτον ο
σεβασμός και η συναίσθηση της
ιερότητας του χώρου, ως τόπου αφιερωμένου στη λατρεία του Θεού. Δεύτερον
ο φόβος του Θεού και η ευλάβεια. Τρίτον, η περιβολή και η ενδυμασία η ευπρεπής και
κόσμια. Τέταρτον, ο ζήλος και η θερμή προαίρεση, για τη συμμετοχή στη λατρεία,
ει δυνατόν από την αρχή της ακολουθίας. Μέσα στο ναό στεκόμαστε με συντριβή
καρδίας, με συναίσθηση των αμαρτιών μας, όπως ο τελώνης της παραβολής. Δεν
κοιτάζουμε δεξιά και αριστερά, δεν συζητούμε, δε σχολιάζουμε. Προσπαθούμε να
προσηλώσουμε την προσοχή μας στα τροπάρια και τα ψαλλόμενα. Δεν χαζεύουμε, δεν
αφήνουμε να μας πάρει ο ύπνος. Με όλες τις δυνάμεις της ψυχής μας προσπαθούμε
να αφοσιωθούμε στην προσευχή. Με συντριβή καρδίας ομολογούμε τις αμαρτίες μας,
ευχαριστούμε τον Θεό για τις δωρεές του, ζητούμε τη Χάρη και τη δύναμή του,
για να
φυλάξουμε το θέλημά του και να ευαρεστήσουμε σ’ Αυτόν.
«Λέγει αυτώ η γυνή. οίδα ότι Μεσσίας έρχεται ο λεγόμενος
Χριστός. όταν έλθη εκείνος, αναγγελεί ημίν πάντα.(4, 25). Ασφαλώς η γυναίκα ακούοντας όσα ο Κύριος απεκάλυψε
για την πνευματική και αληθινή λατρεία, με την οποία θα λατρεύουν το Θεό οι
αληθινοί προσκυνητές, δεν ήταν δυνατόν να συλλάβει το ύψος των νοημάτων
αυτών. Τέτοια υψηλή θεολογική διδασκαλία
ακόμη και ένας έμπειρος διδάσκαλος του Ισραήλ δεν θα μπορούσε να εννοήσει. Γι’ αυτό
και η γυναίκα μη γνωρίζοντας, τι συμπέρασμα να βγάλει μετά από όλα αυτά, καταφεύγει
στο Μεσσία. Όταν έλθει εκείνος, λέγει, θα μας λύση κάθε απορία. Θα μας
καθοδηγήσει απλανώς και ασφαλώς στην οδό της αληθείας. Από που γνώριζε, ότι θα
έλθει ο Μεσσίας; Η έλευση του Μεσσία ήταν γνωστή στούς Σαμαρείτες από όσα
γράφει στην Πεντάτευχο γι’ αυτόν ο Μωϋσής. (Συνεχίζεται).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου