29/5/17

Το δικό μας Πάσχα: "Υπέρ ημών ετύθη Χριστός"!

ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΓΡΑΦΕΙΟ ΕΠΙ ΤΩΝ ΑΙΡΕΣΕΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΠΑΡΑΘΡΗΣΚΕΙΩΝ
Εν Πειραιεί τη 29η  Μαΐου 2017
ΤΟ ΔΙΚΟ ΜΑΣ ΠΑΣΧΑ: «ΥΠΕΡ ΗΜΩΝ ΕΤΥΘΗ ΧΡΙΣΤΟΣ»!
    Η μεγάλη εορτή του Πάσχα, η Λαμπρή, όπως την ονομάζει ο λαός μας, δεν είναι μια συνηθισμένη εορτή,
αλλά η «εορτή των εορτών και η πανήγυρις των πανηγύρεων», κατά την οποία «θανάτου εορτάζομεν νέκρωσιν άδου την καθαίρεσιν, άλλης βιοτής της αιωνίου απαρχήν», κατά τον ιερό υμνογράφο. Δεν είναι μόνο η μεγαλύτερη, αλλά και η αρχαιότερη εορτή της Εκκλησίας μας, αφού σύμφωνα με ιστορικές μαρτυρίες άρχισε να εορτάζεται, κάθε χρόνο από την ημέρα που αναστήθηκε ο Χριστός. Αλλά και κάθε Κυριακή του έτους η Εκκλησία μας εορτάζει Πάσχα, αφού η Κυριακή είναι αφιερωμένη στην Ανάσταση του Κυρίου, κατά την οποία ψάλλονται αναστάσιμα τροπάρια. Ωστόσο υπάρχουν δυστυχώς και εκείνοι οι οποίοι, όχι απλά δεν χαίρονται την ημέρα αυτή, αλλά προσπαθούν με χίλιους δυο τρόπους να διαστρέψουν το νόημά της. Επιχειρούν να σπιλώσουν το άγιο περιεχόμενό της, προκειμένου να συμπαρασύρουν και άλλους στην απιστία και στην απώλεια.
   Αφορμή για την παρούσα ανακοίνωσή μας πήραμε από άρθρο στην εφημερίδα «ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ» (Μ. Σάββατο 15-4-2017) του κ. Παντελή Μπουκάλα, με τίτλο: «ΤΟ ΠΕΣΑΧ, ΤΟ ΠΑΣΧΑ ΚΑΙ Η ΛΑΜΠΡΗ».
   Σ’ αυτό ο αρθρογράφος κάνει κατ’ αρχήν μια ιστορική αναδρομή στο Πάσχα των Εβραίων της Παλαιάς Διαθήκης, τύπος του οποίου υπήρξε το Πάσχα της Καινής. Στη συνέχεια όμως μνημονεύει ένα γεγονός που συνδέεται άμεσα με το εβραϊκό Πάσχα, που τον συγκλονίζει κυριολεκτικά, ένα γεγονός που αδυνατεί να το ερμηνεύσει, το θεωρεί ασυμβίβαστο με την αγάπη και την δικαιοσύνη του Θεού. Αποτελεί γι’ αυτόν πέτρα σκανδάλου, πάνω στην οποία σκοντάφτει. Γράφει: «Σε οποιαδήποτε εκδοχή κι αν έχει τύχει να δω, μεγαλοβδομαδιάτικα, κινηματογραφημένη τη σκηνή του θανάτου των πρωτοτόκων, σκέφτομαι ότι ο Χριστός δεν μπορεί να είναι υιός αυτού του μακελάρη Θεού, που σκότωσε ακόμα και τα πρωτογέννητα των ζώων». Και παρά κάτω: «Σε τι είχαν προλάβει άραγε να φταίξουν τα παιδιά των Αιγυπτίων ώστε να πρέπει να θανατωθούν; Ποιος νέος Θεός, Θεός της αγάπης, θα αναλάμβανε αυτό το φορτίο, και πάμπολλα άλλα αιματηρά, χωρίς να δει την αίγλη του να αμβλύνεται εξαρχής;».
    Εδώ αναφέρεται στην τελευταία, (από τις δέκα), και σκληρότερη «πληγή», που έδωσε ο Θεός στους σκληρόκαρδους Αιγυπτίους, οι οποίοι αρνούνταν να αφήσουν τους υπόδουλους Εβραίους, να έρθουν στη γη της επαγγελίας, σύμφωνα με την υπόσχεση που έδωσε σ’ αυτούς ο Θεός, για να ζήσουν ελεύθεροι, αλλά ήθελαν να τους κρατούν με τη βία, για να τους χρησιμοποιούν ως δούλους. Κατά τον αρθρογράφο ο Θεός της Παλαιάς Διαθήκης δεν μπορεί να έχει καμία σχέση με τον Χριστό της Καινής, αφού ο Χριστός αποκάλυψε όλη την αγάπη του Θεού στον άνθρωπο, ενώ ο Θεός της Παλαιάς, δεν είναι τίποτε άλλο παρά ένας «μακελάρης», ένας Θεός άδικος και σκληρός τιμωρός, ένας φονιάς, σαν αυτούς τους φονιάδες, που κάθε τόσο βλέπουμε στα κανάλια να σκοτώνουν εν ψυχρώ αθώους ανθρώπους σε τρομοκρατικά χτυπήματα.
    Η  θεωρία, περί του ότι δήθεν ο Θεός της Παλαιάς Διαθήκης είναι Θεός άδικος και σκληρός και ότι άλλος είναι ο Θεός της Παλαιάς Διαθήκης και άλλος ο Θεός της Καινής, είναι πολύ παλαιά, ανάγεται στον 2ον μ. Χ. αιώνα. Οι πρώτοι που την δίδαξαν, ήταν οι οπαδοί του Μαρκίωνος και οι Μανιχαίοι. Στη συνέχεια στα νεώτερα χρόνια, πήραν τη σκυτάλη κάποιοι Γερμανοί θεολόγοι Προτεστάντες ορθολογιστές, όπως ο Αδόλφος Χάρνακ και ο Φράντς Ντέλιτς, και αυτούς κατόπιν τους διαδέχθηκαν οι νεώτεροι «νεοπαγανιστές». Οι άγιοι Πατέρες είχαν επισημάνει την διεστραμμένη αυτή θεωρία και μας έδωσαν στους λόγους και στις ομιλίες τους θεοφώτιστες απαντήσεις. Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος σε ομιλία του στο κατά Ματθαίον ευαγγέλιο παρατηρεί ότι ο νομοθέτης και των δύο Διαθηκών είναι ένας και ο αυτός και ότι ο Θεός έχει προσαρμόσει το περιεχόμενο εκάστης Διαθήκης, ανάλογα με την διαφορά της κάθε εποχής: «Ημείς γαρ ένα και τον αυτόν φαμέν εκατέρων των Διαθηκών νομοθέτην προς το δέον πάντα οικονομήσαντα και τη των καιρών διαφορά, την διαφοράν εκατέρας νομοθεσίας αρμόσαντα», (Ομ.16,6-7. PG. 57,247). Ο ίδιος ιερός πατήρ αναφερόμενος στο χωρίο του αποστόλου Παύλου «Ου θέλω δε υμάς αγνοείν, αδελφοί, ότι οι πατέρες ημών πάντες υπό την νεφέλην ήσαν, και πάντες δια της θαλάσσης διήλθον,…», (Α΄ Κορ.10,1- 5), υπογραμμίζει ότι «ο Θεός που τιμώρησε τους Εβραίους για την απείθεια και σκληροκαρδία τους, θα τιμωρήσει με την ίδια αυστηρότητα και εμάς τους πιστούς της Καινής Διαθήκης, εάν αθετήσουμε τον άγιο νόμο του. Ο απόστολος ήθελε μεταξύ άλλων να δείξει ότι είναι μεγάλη η συγγένεια της Παλαιάς Διαθήκης προς την Καινήν… Είναι λοιπόν φανερό ότι ο Θεός είναι ένας και ο αυτός. Αυτός ο οποίος έστρωσε κάτω νεκρούς τους ιουδαίους στην έρημο, ο ίδιος θα τιμωρήσει από εμάς όσους αμαρτάνουν», (PG. 51,244-245). Ο Μέγας Βασίλειος, σε ομιλία του στον προφήτη Ησαΐα, αναφέρει ότι ο Θεός και όταν ακόμη τιμωρεί, δεν παύει από του να ευεργετεί ως Θεός ελεήμων και φιλάνθρωπος. Σχολιάζοντας τον λόγο του προφήτου: «και επάξω την χείρά μου επί σε και πυρώσω σε εις καθαρόν, τους δε απειθούντας απολέσω και αφελώ πάντας ανόμους από σου και πάντας υπερηφάνους ταπεινώσω», (1,25), παρατηρεί: «Κοίταξε το αγαθόν τέλος της δικαίας κρίσεως του Θεού και των τιμωριών που επιβάλλονται κατά την κρίση… Μ’ αυτόν τον τρόπο παροξύνεται ο Θεός, προκειμένου να ευεργετήσει τους αμαρτωλούς. Διότι δεν τιμωρεί για να αφανίσει, αλλά παιδαγωγεί για να επανορθώσει», (Ερμ. εις τον προφήτην Ησαΐαν, 1,55-59. ΒΕΠΕΣ 56,92,95). Ο δήθεν σκληρός Θεός της Παλαιάς Διαθήκης αποδεικνύεται Θεός γεμάτος από αγάπη και πατρική ευσπλαχνία, όταν λέγει δια του προφήτου Ησαΐου: «Εμφανής εγενήθην τοις εμέ μη επερωτώσιν, ευρέθην τοις εμέ μη ζητούσιν. είπα· ιδού ειμί τω έθνει, οίουκ εκάλεσάν μου το όνομα, εξεπέτασα τας χείράς μου όλην την ημέραν προς λαόν απειθούντα και αντιλέγοντα», (65,1-2), δηλαδή «φανέρωσα τον εαυτό μου σ’ εκείνους οι οποίοι δεν με ρώτησαν, διότι με αγνοούσαν. Ευρέθηκα από εκείνους, οι οποίοι δεν ζητούσαν να με βρουν. Διαρκώς σαν πατέρας στοργικός άπλωσα τα χέρια μου για να αγκαλιάσω λαόν, ο οποίος απειθεί και αντιλέγει».
   Ως προς το ερώτημα «Σε τι είχαν προλάβει άραγε να φταίξουν τα παιδιά των Αιγυπτίων, ώστε να πρέπει να θανατωθούν;», θα μπορούσαμε να απαντήσουμε μεταξύ άλλων τα εξής: Ο Θεός ως δημιουργός των πάντων, που έφερε τα πάντα στην ύπαρξη «εκ του μη όντος», είναι ο απόλυτος κυρίαρχος της ζωής και του θανάτου. Επειδή Αυτός μόνος παρέχει το δώρο της ζωής και της υπάρξεως, Αυτός μόνος μπορεί και να το αφαιρέσει, όταν εκείνος το κρίνει, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι μια τέτοια ενέργεια είναι αυθαίρετη, άδικη, ή χωρίς αγάπη. Ούτε πάλι σημαίνει, ότι κάθε φορά που αφαιρεί το  δώρο της ζωής, πρέπει οπωσδήποτε να έχει προηγηθεί κάποια αμαρτία από την πλευρά του ανθρώπου, που να αποτελεί την αιτία για την αφαίρεση της ζωής του. Αυτό συμβαίνει σε πάμπολλες περιπτώσεις, όπως για παράδειγμα στα βρέφη και τα νήπια που αποθνήσκουν στη νηπιακή ηλικία, χωρίς να έχουν διαπράξει  κάποια προσωπική αμαρτία. Ας θυμηθούμε εδώ το ερώτημα που έθεσαν οι μαθητές στον Κύριο: «ραββί, τις ήμαρτεν, ούτος η οι γονείς αυτού, ίνα τυφλός γεννηθή; απεκρίθη Ιησούς· ούτε ούτος ήμαρτεν ούτε οι γονείς αυτού, αλλ’ ίνα φανερωθή τα έργα του Θεού εν αυτώ», (Ιω.9,2-3).
   Στο σημείο αυτό θα ρωτούσε κανείς: Μα πως είναι δυνατόν ο Θεός να είναι δίκαιος και να είναι Θεός αγάπης, όταν αφαιρεί τη ζωή αθώων νηπίων, που δεν αμάρτησαν σε τίποτε; Η Θεία αγάπη και η Θεία δικαιοσύνη υπερβαίνει τόσο πολύ την ανθρώπινη αγάπη και δικαιοσύνη, ώστε πολλές φορές αδυνατούμε να την εννοήσουμε, επειδή κρίνουμε τις ενέργειες του Θεού σύμφωνα με τα δικά μας κριτήρια και σύμφωνα με την αντίληψη που έχουμε περί αγάπης και δικαιοσύνης, ή με το νοηματικό περιεχόμενο που έχει δώσει στον όρο «δικαιοσύνη» η επιστήμη της νομικής, (βλέπε π.χ. την παραβολή των εργατών του αμπελώνος, όπου οι εργάτες της ενδεκάτης ώρας αμείβονται όπως και εκείνοι της πρώτης. Ή την παραβολή του ασώτου, όπου ο άσωτος αποκαθίσταται στα πρώτα δικαιώματά του, ενώ είχε κατασπαταλήσει την περιουσία του πατέρα του). Τα κρίματα του Θεού είναι ακατανόητα.Το μεγαλύτερο και πολυτιμότερο αγαθό, επί τη βάσει του οποίου εμείς οι άνθρωποι, συνήθως κρίνουμε και αξιολογούμε τις πράξεις των ανθρώπων, αλλά και αυτού του Θεού, είναι το αγαθό της παρούσης πρόσκαιρης ζωής. Για τον Θεό όμως δεν έχουν έτσι τα πράγματα.  Το ύψιστο αγαθό, η υψίστη δωρεά του Θεού δεν είναι η παρούσα πρόσκαιρη ζωή, αλλά η αιώνια. Αν δεν υπήρχε η πέραν του τάφου πραγματικότητα, η αιώνιος ζωή και η αιώνιος κόλασις, τότε πράγματι ο Θεός θα ήταν άδικος και χωρίς αγάπη στις ενέργειές του. Τώρα όμως όχι. Πως μπορούμε να πούμε, ότι αδικήθηκαν τα πρωτότοκα των Αιγυπτίων, εάν ο Θεός, αφαιρώντας από αυτά την πρόσκαιρη ζωή, χάρισε σ’ αυτά την αιώνια; Ο πεπερασμένος ανθρώπινος νους αδυνατεί να συλλάβει την αγάπη και την δικαιοσύνη του Θεού, αλλά και τον τρόπο με τον οποίο λειτουργούν αυτά τα δύο γνωρίσματα - ιδιώματα του Θεού μεταξύ τους. Η αγάπη του Θεού συμπλέκεται και συνυφαίνεται τόσο αρμονικά με την δικαιοσύνη του, ώστε ούτε η αγάπη του να καταργεί την δικαιοσύνη του, ούτε η δικαιοσύνη την αγάπη του, αλλά  η μία να είναι έκφραση της άλλης. Ο ιερός Χρυσόστομος στην ερμηνεία του 142ου  Ψαλμού αναφέρει τα εξής χαρακτηριστικά: «Δικαιοσύνην ενταύθα την φιλανθρωπίαν λέγει. Και πολλαχού της Γραφής ίδιοι τις αν επί του σημαινομένου τούτου την δικαιοσύνην λαμβανομένην και μάλα εικότως. Παρά μεν γαρ τοις ανθρώποις το δίκαιον απεστέρηται του ελέους, παρά δε τω Θεώ ουχ’ ούτως, αλλ’ αναμέμικται τω δικαίω και έλεος και τοσούτον ως και αυτήν την δικαιοσύνην φιλανθρωπίαν καλείσθαι», (PG. 55,448).
    Πέραν όμως από τη θεολογική προσέγγιση του θέματος της σφαγής των νηπίων των Αιγυπτίων, υπάρχει και η ιστορική προσέγγιση. Θέλουμε να υπενθυμίσουμε στον συντάκτη πως το γεγονός αυτό είναι ένα επαναστατικό συμβάν, η απελευθέρωση χιλιάδων εβραίων δούλων από τη δουλεία των Αιγυπτίων. Γνωρίζει στ’ αλήθεια ο κ. Π. Μπουκάλας κάποια επανάσταση στην ιστορία που να έγινε αναίμακτη; Στην προκείμενη περίπτωση την κύρια ευθύνη για την σφαγή των νηπίων τη φέρουν οι ίδιοι οι σκληρόκαρδοι Αιγύπτιοι, οι οποίοι, μπροστά στο ενδεχόμενο να χάσουν τους χιλιάδες άμισθους δούλους αρνούνταν την ελευθερία τους και πληρώθηκαν ανάλογα με τις επιλογές τους. Αλλά υπάρχει και κάτι άλλο. Αποσιωπάται η γενοκτονία των αρσενικών νηπίων των εβραίων από τους Αιγυπτίους, για τον έλεγχο των γεννήσεων, στην οποία προέβαιναν συστηματικά, με βασιλική διαταγή (Εξοδ.1,16). Η θανάτωση χιλιάδων νηπίων των Εβραίων, δεν θα έπρεπε να λαμβάνεται υπόψη από όσους «σκανδαλίζονται» από τη σφαγή των νηπίων των Αιγυπτίων; Κλείνοντας το θέμα αυτό, τονίζουμε ότι οι πράξεις βίας, τρομοκρατίας, φόνων και γενοκτονιών δεν εκπορεύονται από το Θεό της αγάπης και της δικαιοσύνης, αλλά είναι καρπός της ανθρώπινης αμαρτίας, την οποία ανέχεται ο Θεός, διότι σέβεται την ελευθερία του ανθρώπου.
   Στη συνέχεια ο συγγραφέας καταπιάνεται με τον απόστολο Παύλο και τον ρόλο που έπαιξε στη διαμόρφωση και εξάπλωση του Χριστιανισμού, αλλά και στο ρόλο που έπαιξε για να αποσυνδεθεί το χριστιανικό Πάσχα από το εβραϊκό, επειδή αυτό είναι συνυφασμένο με αιματοχυσίες και φόνους.  Γράφει: «Ο Παύλος, ο θεμελιωτής και πολιτικός οργανωτής του Χριστιανισμού, αυτοπροσδιοριζόταν ως απόστολος των εθνών…. Είχε συνειδητοποιήσει λοιπόν ότι για να διεθνοποιηθεί η νέα θρησκεία, έπρεπε να μη στραφεί ανοιχτά κατά της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, στο περιβάλλον της οποίας θα δρούσε…. Γνώριζε επίσης ο απόστολος των εθνών, ότι για να αναπτυχθεί στις τρεις ηπείρους η νέα θρησκεία, όφειλε να στοιχειοθετήσει τη δική της επαγγελία, απομακρυνόμενη από την Παλαιά Διαθήκη και τις ιστορίες της, [όπως η ιστορία του εβραϊκού Πάσχα με τις δέκα πληγές του Φαραώ]…. Στο νου των μη Ιουδαίων χριστιανών, των Ελλήνων λ.χ. και των Ρωμαίων, δεν ήταν εύκολο να συνεχιστεί εσαεί η ταύτιση της μεγάλης πασχαλινής γιορτής με το ποτάμι του αίματος που έπνιξε την Αίγυπτο. Δεν ήταν εύκολο να συνεχίσουν να γιορτάζουν την Ανάσταση, σαν νίκη επί του θανάτου, δοξάζοντας τον μαζικό και άδικο θάνατο…».
    Η αντίληψη ότι ο Παύλος ήταν δήθεν «ο θεμελιωτής και πολιτικός οργανωτής του Χριστιανισμού», δεν ευσταθεί. Ο Παύλος υπήρξε ένα πλήρες και τέλειο όργανο του Αγίου Πνεύματος. Δεν είχε δικά του σχέδια και οραματισμούς, αλλά υποτασσόταν πάντοτε στο θέλημα του Θεού. Η «διεθνοποίηση της νέας θρησκείας», η εξάπλωσή της σ’ όλο τον κόσμο, δεν ήταν μια δική του υπόθεση και επινόηση, αλλά ήταν μέσα στο προαιώνιο σχέδιο του Θεού για την σωτηρία όλης της ανθρωπότητος. Γνώριζε επίσης πολύ καλά ο Παύλος ως άριστος ραβίνος της εποχής εκείνης, ποια σχέση υπήρχε μεταξύ του εβραϊκού και του χριστιανικού Πάσχα και ότι το εβραϊκό ήταν τύπος του Χριστιανικού.  Όταν ο Παύλος προβάλλει το χριστιανικό Πάσχα, αυτό δεν σημαίνει ότι καταδικάζει τις ενέργειες του Θεού που συνδέονται με το εβραϊκό Πάσχα, όπως η θανάτωση των πρωτοτόκων των Αιγυπτίων. Πουθενά στις επιστολές του δεν φαίνεται να παρουσιάζει τον Θεό της Παλαιάς Διαθήκης άδικο και σκληρό. Αντίθετα παρουσιάζει τον Θεό σ’ όλες τις ενέργειές του τόσο στην Παλαιά Διαθήκη, όσο και στη Καινή κατά πάντα δίκαιες και γεμάτες από φιλανθρωπία.
  Το συμπέρασμα λοιπόν από όλα όσα παραθέσαμε είναι, ότι ο Θεός της Παλαιάς και της Καινής Διαθήκης είναι ένας και ο αυτός. Οι ενέργειές του τόσο στην εποχή της Παλαιάς, όσο και στην εποχή της Καινής Διαθήκης είναι κατά πάντα θεοπρεπείς, γεμάτες από αγάπη και δικαιοσύνη. Η βία και ο φόνος δεν είναι επινόηση του Θεού, αλλά  το τραγικό αποτέλεσμα της πτώσεως και της αλλοτριώσεως του ανθρώπου από τον Θεό, τον εαυτό του και τον πλησίον. Είναι το τραγικό αποτέλεσμα της υποδουλώσεώς του στον προαιώνιο εχθρό του τον διάβολο, ο οποίος τον εξωθεί στη βία και στην αιματοχυσία σύμφωνα με τον λόγο της Γραφής: «εκείνος ανθρωποκτόνος εστίν απ’ αρχής» (Ιω.8,44). Ωστόσο ο Θεός εν τη πανσοφία, τη αγάπη και τη δικαιοσύνη του την χρησιμοποιεί κατά την κρίση του, όπου και όταν χρειάζεται, με μοναδικό σκοπό την ευεργεσία και την σωτηρία του ανθρώπου. Ο αγαπητός μας κ. Π. Μπουκάλας, μη διαθέτοντας προφανώς ανάλογη θεολογική παιδεία και επιζητώντας να εισχωρήσει με την λογική του σ’ αυτά, που υπερβαίνουν την λογική, καταλήγει σε λανθασμένα συμπεράσματα. Τον παρακαλούμε λοιπόν να μαθητεύσει στον απόστολο των εθνών Παύλο, τον οποίο έχει σε τόσο μεγάλη εκτίμηση και να μελετήσει τον θεόπνευστο λόγο του: «Ω βάθος πλούτου και σοφίας και γνώσεως Θεού! ως ανεξερεύνητα τα κρίματα αυτού και ανεξιχνίαστοι αι οδοί αυτού!  τις γαρ έγνω νουν Κυρίου; η τις σύμβουλος αυτού εγένετο;» (Ρωμ.11,33-14).

Εκ του Γραφείου επί τω Αιρέσεων και των Παραθρησκειών

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Μπορείτε να δείτε τις προηγούμενες δημοσιεύσεις του ιστολογίου μας πατώντας το Παλαιότερες αναρτήσεις (δείτε δεξιά)